Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Διαγραφή καί Θρησκευτική ἐλευθερία

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ἕνα ἀπό τά βασικά ἐπιχειρήματα τῶν θιασωτῶν τῆς ἀπαλοιφῆς τοῦ θρησκεύματος ἀπό τίς ταυτότητες εἶναι ὅτι ἡ ὕπαρξή του δημιουργεῖ διακρίσεις, ἀπό τίς ὁποῖες θίγονται κυρίως οἱ θρησκευτικές μειονότητες. Ἔτσι, ἡ ἀπάλειψή του προβάλλεται σάν πράξη ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως, σάν ἕνα μέτρο πού προστατεύει τούς λίγους -ποῦ εἶναι “διαφερετικοί” στή θρησκευτική πίστη - ἀπό τίς αὐθαιρεσίες τῶν πολλῶν, ἐννοεῖται αὐτῶν πού ἀνήκουν στήν “ἐπικρατούσα”, κατά τήν διατύπωση τοῦ Συντάγματος, “θρησκεία”. Βέβαια, μπορεῖ ἀμέσως νά ἀντιδράση κανείς λέγοντας, ὅτι ἡ ταυτότητα εἶναι κάτι πού παρεμβάλλεται μεταξύ των Ὑπηρεσιῶν τοῦ Κράτους καί τοῦ πολίτη. Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἄν ὑπάρχουν διακρίσεις ἀπέναντι στίς θρησκευτικές μειονότητες, λόγω τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, γι’ αὐτό ὑπεύθυνο εἶναι τό Κράτος καί ἡ νομοθεσία του καί κανείς ἄλλος.

Τό θέμα τῆς ἀναγραφῆς τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες ἔχει πολλές πτυχές, πού ἔχουν ἀναλυθῆ ἀπό πολλούς (βλέπε κείμενα τοῦ Μητροπολίτη μας κ. Ἱεροθέου σ’ αὐτό τό φύλλο). Ἀπό ὅλες τίς ἐπιμέρους πτυχές τοῦ θέματος θά περιοριστῶ σέ ἕνα σχολιασμό τοῦ ἐπιχειρήματος πού προηγουμένως ἀνέφερα.

Τά ἐπιχειρήματα χρειάζονται ἐρείσματα στήν πραγματικότητα. Εἶναι συλλογισμοί, οἱ ὁποῖοι, γιά νά ἔχουν σωστά συμπεράσματα, πρέπει νά ξεκινοῦν ἀπό ἀναντίρρητες ἀλήθειες. Δέν μπορεῖ νά ξεκινοῦν ἀπό ὑποθέσεις, πολύ περισσότερο δέν μπορεῖ νά στηρίζονται σέ ἀπόψεις πού σχηματοποιήθηκαν ἀπό τίς πιέσεις “ἀπωθημένων βιωμάτων”. Ὅταν, λοιπόν, λέμε ὅτι ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες θίγει τίς θρησκευτικές μειονότητες, πρέπει κάπου νά στηριζόμαστε, σέ κάποια ἔγκυρη ἔρευνα, σέ κάποιο ἱστορικό δεδομένο. Ἐννοεῖται ὅτι ἐδῶ μας ἐνδιαφέρει ἡ ἱστορία τοῦ τόπου μας. Ἡ χρήση παραδειγμάτων ἀπό ξένες ἱστορίες, ὡς ἀποδεικτικοῦ ὑλικοῦ, προκειμένου νά πείσουμε ὅτι καί σέ μᾶς εἶναι πραγματικοί κάποιοι “προμελετώμενοι κίνδυνοι”, μοιάζει μέ “λαθραία εἰσαγωγή πολεμικοῦ ὑλικού”, πού “καταναλώνεται”, γιά νά φονευθῆ ἡ ἱστορική μας συνείδηση καί νά αἰχμαλωτισθῆ τό ἦθος καί τό φρόνιμά του λαοῦ μας σέ ξένα πρότυπα. Γιά νά στηριχθῆ, λοιπόν, κάπως τό ἐπιχείρημα αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο νά ἀπαντηθῆ πιό μπροστά το ἁπλό ἱστορικό ἐρώτημα: σέ ποιά φάση τῆς σύγχρονης ἱστορίας μᾶς χρησιμοποιήθηκε ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, γιά νά γίνουν διακρίσεις σέ βάρος θρησκευτικῶν μειονοτήτων; Ἡ ἀπάντηση, βέβαια, δέν πρέπει νά εἶναι συνθηματολογική, δηλαδή ἀσαφής, χωρίς τεκμηρίωση, ἀλλά συγκεκριμένη, μέ ἀναφορά σέ ἐξακριβωμένα ἱστορικά γεγονότα. Πρέπει νά σημειωθῆ, ὅτι ἡ ἀτεκμηρίωτη συνθηματολογία, μέ πικρόχολους σχολιασμούς γεγονότων τοῦ παρελθόντος, ἀποσπασμένων ἀπό τό πλαίσιο τῆς ἐποχῆς τους, χρησιμοποιεῖται συχνά ἀπό κάποιους “διαφωτισμένους” πολιτικούς καί διανοούμενους, πού θέλουν νά παρουσιάζουν τόν ἑαυτό τούς προστάτη τῶν ἀδυνάτων καί τῶν κατατρεγμένων. Ἀλλά, ὅμως, ἡ πικρόχολη “διαφωτισμένη” συνθηματολογία τούς μπορεῖ νά “ἀκουμπά” τό συναίσθημα, ὅμως δέν πείθει. Μπορεῖ ἀκόμη νά συγκινῆ, πρός καιρόν, μεγάλες μάζες, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀναπαύση τό βάθος τοῦ ἀνθρώπου. Πάντοτε ἀφήνει ἕνα κενό, πού δέν μπορεῖ νά τό γεμίση, τό ὁποῖο καταλαμβάνει κατόπιν ἡ ἀπογοήτευση.

Γιά νά ἐπανέλθω στό προκείμενο θέμα, πρέπει νά ἐπαναλάβω κάτι πού πολλές φορές εἰπώθηκε τόν τελευταῖο καιρό, ὅτι, δηλαδή, ἡ ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες τῶν Ἑλλήνων πολιτῶν μᾶλλον προστασία προσέφερε στούς κατατρεγμένους, παρά διακρίσεις σέ βάρος τους, ἄν σκεφθῆ κανείς τούς Ἑβραίους, πού γλύτωσαν ἀπό τόν θάνατο μέ τήν ταυτότητα πού ἔγραφε “Χριστιανός Ὀρθοδοξος”. Ὅταν κινδύνευε ἡ ζωή τους, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, μέ πρότασή του, τούς ἔκανε “Χριστιανούς Ὀρθοδόξους της ταυτότητας”, ἀφήνοντας ἀπαραβίαστη τήν Ἑβραϊκή τους συνείδηση. Ἡ πράξη αὐτή ἀφ’ ἑνός μέν δείχνει τόν ἀντιρατσισμό τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ εἶναι ἐνδεικτική του πόση σωτηριολογικῆ σημασία δίνει ἡ Ἐκκλησία στήν ἔνδειξη “Χριστιανός Ὀρθοδοξος” στίς ταυτότητες, ὅταν διά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου προτείνει νά δοθῆ καί σέ ἐτεροθρήσκους, γιά νά μπορέσουν νά σώσουν ἀπό τόν θάνατο τό θνητό τους σαρκίο.

Τό σημερινό πρόβλημα δέν εἶναι γενικά ἡ ἀναγραφή ἤ ἡ μή ἀναγραφή τοῦ θρησκεύματος στίς ταυτότητες, ἀλλά ἡ σκοπιμότητα τῆς διαγραφῆς του ἀπό αὐτές. Προκαλεῖ ἀνησυχία τό κίνητρο τῆς σταδιακῆς μετατροπῆς τοῦ Κράτους ἀπό ἀνεξίθρησκο σέ ἄθρησκο• ἐμβάλλει σέ σκέψεις ὁ σταδιακός χωρισμός τῆς Πολιτείας ἀπό τήν παράδοση τοῦ λαοῦ.

Ὑπάρχει, ὅμως, καί κάτι σημαντικότερο ἀπό αὐτές τίς ἐπισημάνσεις, πού ἔχει σχέση μέ τήν ἀγωγή πού δίνουμε στούς νέους ἀνθρώπους. Οἱ νόμοι πού ψηφίζουμε, τά ἐπιχειρήματα πού διατυπώνουμε, τό σκεπτικό πού ἐκφράζουμε γιά κάθε ἀπόφασή μας, εἶναι στοιχεῖα ἀγωγῆς γιά τό περιβάλλον μέσα στό ὁποῖο γίνονται ὅλα αὐτά γνωστά, κυρίως γιά τούς νέους ἀνθρώπους, πού διαμορφώνουν ἀκόμη τά κριτήρια καί τά θεμέλια της σκέψης τους. Σέ αὐτούς, λοιπόν, τούς νέους ἀνθρώπους τί μήνυμα μεταδίδει ἡ ἄποψη, ὅτι ἡ διαγραφή τοῦ θρησκεύματος προστατεύει τίς θρησκευτικές μειονότητες ἤ, μέ ἄλλα λόγια, ὅτι ἡ ἀποσιώπησή του προστατεύει τή θρησκευτική μας ἐλευθερία; Τό πρῶτο μήνυμα πού περνάει εἶναι ὅτι τό θρήσκευμα εἶναι κάτι τό προσωπικό, κάτι πού ἀκόμη καί σέ μιά ἐλεύθερη δημοκρατική Πολιτεία πρέπει νά κρύβεται καί νά ἀποσιωπᾶται, σάν κάποια ψυχική ἤ σωματική ἀναπηρία• εἶναι, ὅπως λένε, “εὐαίσθητο προσωπικό δεδομένο”. Ὁ καθένας καταλαβαίνει ὅτι αὐτό μπορεῖ νά ἰσχύη γιά κάποιες παραθρησκευτικές ὀργανώσεις, ἀλλά γιά τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ὕβρη. Ἡ Ἐκκλησία πολιτεύεται “ἐν τῷ φωτί”, δημόσια, καί ἔχει κεφαλή τῆς τόν Λόγο πού ἐνηνθρώπησε. Ἕνα δεύτερο μήνυμα πού μεταδίδει αὐτή ἡ ἄποψη εἶναι ὅτι ἡ ἐλευθερία γενικά συνδέεται μέ τήν ἀποσιώπηση καί τήν ἄγνοια. Ἡ πρόσληψη αὐτοῦ του μηνύματος μπορεῖ νά δημιουργήση ποικιλία συμπεριφορῶν. Μπορεῖ, γιά παράδειγμα, νά ἑδραιώση τήν πεποίθηση ὅτι πρέπει νά ἀποσιωπῶνται οἱ ἐπιλογές μας, γιά νά εἴμαστε ἐλεύθεροι ἀπό τίς ἐνοχλήσεις τῶν ἄλλων. Δέν ἐμπνέει τούς νέους ἀνθρώπους νά βγάζουν σέ διάλογο τίς τοποθετήσεις του. Τούς ἐξωθεῖ μᾶλλον νά διαμορφώσουν τό ἦθος τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου, πού μπορεῖ νά βολεύεται καί νά προσαρμόζεται σέ ὅλες τίς περιστάσεις, μέ τήν τακτική του “μή μιλᾶς, γιά νά περνᾶς καλά” ἤ “μή μιλᾶς, γιά νά εἶσαι ἐλεύθερος”.

Φυσικά, ἔτσι δέν ἀνατρέφουμε ἐλεύθερους καί δημοκρατικούς πολίτες, ὥριμους πνευματικά καί κοινωνικά, κάτι γιά τό ὁποῖο πρέπει πρώτη ἀπό ὅλους νά μεριμνᾶ ἡ Πολιτεία, μέ τήν ἐκπαίδευση καί μέ τούς νόμους της. Αὐτό εἶναι μιά παράμετρος, γιά τήν ὁποία δέν λαμβάνεται ἰδιαίτερη μέριμνα. Ἴσως γιατί ἔχει διαπιστωθῆ ὅτι στά ἑπόμενα χρόνια ὁ τόπος μας δέν χρειάζεται ὥριμους καί δημοκρατικούς πολίτες.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 3187