Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος: Ἡ θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου

Ναυπάκτου Ἱερόθεος - Ἀρχιμανδρίτης Ζαχαρίας ΖάχαρουὉ Ἀρχιμ. Ζαχαρίας Ζάχαρου, μέ τόν ὁποῖον γνωριζόμαστε μιά εἰκοσιπενταετία, μέ δυνατή καί εἰλικρινῆ φιλία, ὁ ὁποῖος μονάζει στήν Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Ἔσσεξ Ἀγγλίας, μοῦ ἔστειλε πρίν λίγο καιρό τό πρῶτο βιβλίο του, πού ἐξέδωσε, μέ τίτλο “ἀναφορά στήν θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου”, καί τό ὁποῖο εἶναι προέκταση τῆς διατριβῆς πού ὑπέβαλε στήν Θεολογική Σχολή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Τήν ἡμέρα πού ἔλαβα τό βιβλίο, τό διέκρινα ἀμέσως μέσα στήν πληθώρα τῆς ἀλληλογραφίας, τό ἄνοιξα καί διάβασα τόν πρόλογό του. Συγκινήθηκα βαθειά, γιατί ἀναφερόταν στήν θεολογία τοῦ ἀειμνήστου π. Σωφρονίου, μεγάλου Γέροντος τῆς ἐποχῆς μας, τόν ὁποῖον ἀπήλαυσα γιά περίπου εἴκοσι χρόνια, μέσα ἀπό τά θεολογικά του βιβλία, τήν συλλειτουργία μαζί του στό ἱερό Θυσιαστήριο, τήν προσωπική συνομιλία καί τήν ἀνεπανάληπτη ζωντανή ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί του στήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου κατά τούς καλοκαιρινούς μῆνες. Ὅμως θεώρησα “ἱεροσυλία” νά μελετήσω τό βιβλίο αὐτό μέσα στίς ποικίλες δραστηριότητες καί ἀμέσως ἔγραψα ἐπιστολή γιά νά ἀναγγείλω τήν λήψη του. Μεταξύ των ἄλλων ἔγραφα:

“Μόλις τό ἔλαβα διάβασα τόν πρόλογο καί συγκινήθηκα πάρα πολύ, μεταφέρθηκα στήν εὐλογημένη ἐκείνη ἐποχή πού ἀπολαμβάναμε τήν παρουσία, τόν λόγο καί πρό παντός τήν θεία Λειτουργία τοῦ Γέροντα. Βέβαια, τό βιβλίο τό ξεχώρισα, ὥστε νά τό διαβάσω μέ τήν πρώτη εὐκαιρία, ὅταν βρεθῶ γιά λίγες, ἔστω, ἡμέρες στό περιβάλλον μιᾶς Ἱερᾶς Μονῆς ἤ σέ ἕνα ἀπομονωμένο χῶρο, ὅπως στό Οἴκημα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως στόν Ὅσιο Δαυίδ. Γιατί θεωρῶ ἱεροσυλία τά βιβλία πού παρουσιάζουν τήν ἐμπειρική θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου νά διαβάζωνται σέ ἐργασιακούς χώρους, μέσα στήν τύρβη τῶν ἐπισκοπικῶν ἐνασχολήσεων καί στά διαλείμματα μεταξύ πολλῶν ἄλλων ἐργασιῶν. Θά τό ἐπιδιώξω γιά νά ἐπανέλθω στίς εὐλογημένες ἐκεῖνες ἐποχές καί νά μελετήσω σέ βάθος τό γραπτό σου κείμενο”.

Στήν συνέχεια βρῆκα τόν κατάλληλο καιρό, κλείστηκα γιά μερικές μέρες σέ ἕνα μοναστηριακό χῶρο καί μελέτησα σέ βάθος τό καταπληκτικό αὐτό βιβλίο πού ἀναλύει τήν θεολογία τοῦ ἁγίου καί εὐλογημένου Γέροντος, ἀειμνήστου π. Σωφρονίου. Ζοῦσα ὅλη τήν ἡμέρα μέ τήν ὀσμή ἀθανασίας πού ἐκπορευόταν ἀπό τήν ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου. Καί στήν συνέχεια καταγράφω μερικές ἀπό τίς σκέψεις μου, χωρίς βέβαια νά προσθέσω τήν προσωπική πνευματική ὠφέλεια τήν ὁποία ἔλαβα μέ τήν ἀνάγνωσή του.

Θά μποροῦσα νά περιορίσω τίς σκέψεις σέ τρία σημεῖα πού εἶναι τά χαρακτηριστικώτερα.

Πρώτον. Ὁ συγγραφεύς τοῦ βιβλίου, Ἀρχιμ. Ζαχαρίας, ἐγνώρισε μιά τριακονταετία περίπου τήν προσωπικότητα τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Γέροντος, σέ καθημερινή βάση καί γι’ αὐτό τόν λόγο εἶναι αὐθεντικός ἑρμηνευτής του. Κατ’ ἀρχάς γιά πολλούς μῆνες μαζί μέ τόν Γέροντα Σωφρόνιο μετέφραζαν τό βιβλίο ὁ Γέροντας Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, στήν πρώτη ἔκδοσή του ἀπό τήν ρωσική γλώσσα, καί εἶχε τήν σπάνια εὐλογία νά τόν ἀκούη νά ἀναλύη τίς διάφορες πλευρές τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Στήν συνέχεια εἶχε τό προνόμιο νά τοῦ ἐμπιστευθῆ ὁ Γέροντας τά προσωπικά του σημειώματα, τά ὁποῖα ἀργότερα τά μετέφρασε καί ἀπετέλεσαν τό βιβλίο “ὀψώμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστί”, καθώς καί ἄλλα κείμενα. Ἐκτός αὐτοῦ, τόν εἶχε Γέροντα πού τόν καθοδηγοῦσε στίς στενές ἀτραπούς τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀργότερα τόν εἶχε γιά πολλά χρόνια συλλειτουργό. Μέ ἄλλα λόγια, ὀσφράνθηκε ὀσμή ζωῆς καί ἀθανασίας μέ τήν διαρκῆ ἐπικοινωνία πού εἶχε μαζί του. Καί ἄν σκεφθῆ κανείς ὅτι ὁ Γέροντας ἦταν ἕνα ἱλαρό ἡφαίστειο, τότε μπορεῖ νά ἀντιληφθῆ τήν μεγάλη εὐλογία νά τόν ἔχη πάντα κοντά του καί νά τροφοδοτῆται ἀπό τόν ζῶντα θεολογικό του λόγο.

Συγχρόνως ὁ Ἀρχιμ. Ζαχαρίας ἔχει ἔμπνευση καί μέσα σέ αὐτήν τήν ἀτμόσφαιρα καί προοπτική ἀσχολήθηκε μέ τήν θεολογία τοῦ Γέροντος καί αὐτό φαίνεται ἔκδηλα τόσο κατά τήν διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως τοῦ βιβλίου, ὅσο καί κατά τήν διάρκεια τῆς συνομιλίας πού μπορεῖ νά ἔχει κανείς μέ τόν π. Ζαχαρία. Ὅμως ἐκεῖνο πού παρατηρεῖ κανείς εἶναι ὅτι ἀναλύει διεξοδικά καί ἐκφραστικά τήν θεολογία τοῦ π. Σωφρονίου, χωρίς ὅμως νά ἀναφέρεται σέ θαύματα πού ἐπιτέλεσε ὁ Γέροντας ὅσο ζοῦσε, ἀλλά καί μετά τήν κοίμησή του, ἀκριβῶς γιατί ὡς ἐκφραστῆς τοῦ ἀειμνήστου μεγάλου Γέροντος πιστεύει ὅτι τό μεγαλύτερο θαῦμα εἶναι ἡ ὕπαρξη μιᾶς ἀναγεννημένης ὑποστάσεως, ἑνός ἀναγεννημένου ἀνθρώπου, ἀπό τόν ὁποῖον ἐξέρχεται ἀκατάπαυστος θεολογικός λόγος πού θεραπεύει τήν ἄρρωστη ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Διότι τό πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι στήν βάση τοῦ θεολογικό, ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκε ἀπό τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἡ ἀληθινή ζωή καί ὁ πραγματικός θεολόγος, κατά τήν ἔκφραση τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.

Δεύτερον. Τό βιβλίο αὐτό πού σχολιάζουμε εἶναι ἕνα “εὐαγγέλιο” γιά κάθε Ὀρθόδοξο Χριστιανό, ἀλλά κυρίως γιά κάθε μοναχό. Δείχνει σέ τί συνίσταται ἡ πνευματική Χριστιανική ζωή καί ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός μοναχός. Καί αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο στήν ἐποχή μας, γιατί ἔχουμε κάνει τρομερές συγχύσεις στήν ζωή μας, ἀφοῦ συγχέουμε τόν εὐαγγελικό λόγο μέ τόν ἀνθρωποκεντρικό λόγο, τήν ἐκκλησιολογία μέ τήν κοινωνιολογία, τήν χριστιανική ζωή μέ τά κακέκτυπα αὐτῆς τῆς μεγάλης ζωῆς πού ἔφερε στόν κόσμο ὁ Χριστός. Ἡ ἀποκαλυπτική ἀλήθεια, ὅπως τήν ἔζησαν ὅλοι οἱ ἅγιοι καί τήν βίωσε ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, εἶναι “πῦρ καταναλίσκον”, εἶναι μάχαιρα δίστομος, εἶναι τό νέο κρασί πού δέν μπορεῖ νά παραμείνη σέ παλαιά ἀσκιά, εἶναι μιά ὁρμή νέας ζωῆς πού δέν συνδέεται καθόλου μέ τίς συμβατικότητες τοῦ κόσμου αὐτοῦ. Δυστυχῶς, ὁ λαός αὐτήν τήν νέα ζωή τήν ἔχει κυριολεκτικά ἐκκοσμικεύσει, ὥστε νά συνδέεται καί νά ταυτίζεται μέ ἄλλες θρησκευτικές δοξασίες.

Θεωρῶ ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο ὅλοι οἱ Χριστιανοί, πού ἀναζητοῦν τήν σωτηρία τους, κυρίως ὅμως οἱ μοναχοί, νά μελετήσουν μέ προσοχή τό βιβλίο αὐτό τοῦ π. Ζαχαρία, “ἀναφορά στήν θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου”, γιά νά ἐπανεύρουν τόν σκοπό τῆς ζωῆς τους, γιά νά ἐπαναπροσδιορίσουν τήν μοναχική τους κλήση καί πολιτεία, καί τό κυριότερο γιά νά μπορέσουν στήν συνέχεια νά ἀντιληφθοῦν τήν δυνατή θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Τό λέγω αὐτό γιατί μερικοί Χριστιανοί, ἀκόμη καί μοναχοί καί θεολόγοι, δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τήν διδασκαλία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου ὅπως τήν παρουσίασε ὁ ἴδιος σέ μερικά ἐκδοθέντα βιβλία του. Ἴσως αὐτό συμβαίνει γιατί ὁ λόγος τοῦ Γέροντος Σωφρονίου εἶναι πολύ συμπεπυκνωμένος καί κατ’ αὐτόν τόν τρόπο δύσπεπτος γιά τούς συγχρόνους ἐκκοσμικευμένους ἀνθρώπους, πού ἔχουν μαγευθῆ ἀπό λόγους πού κνήθουν τήν ἀκοή. Ὁ Ἀρχιμ. Ζαχαρίας ὅμως μέ ἁπλότητα καί ἀφομοιωτικότητα παρουσιάζει τήν θεολογία τοῦ Γέροντος, ἀναλύοντας δημιουργικά τήν θεολογική σκέψη του, χωρίς νά τήν προδώση, καί βοηθώντας τόν ἀναγνώστη στήν συνέχεια νά διαβάση προσωπικά καί τά κείμενα τοῦ ἀειμνήστου Γέροντα. Ἔχω τήν γνώμη ὅτι ὅπως λειτούργησαν οἱ ἀναλύσεις τοῦ Γέροντος Σωφρονίου γιά νά γίνη ἀντιληπτός ἀπό τούς θεολόγους ὁ ἁπλούς λόγος τοῦ ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου, ἔτσι καί ὁ μεστός λόγος τοῦ Ἀρχιμ. Ζαχαρία βοηθᾶ νά γίνη κάπως κατανοητός, κατά τό μέτρο τῆς πίστεως, ὁ συμπεπυκνωμένος λόγος τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος.

Τρίτον. Διαβάζοντας τό βιβλίο τοῦ π. Ζαχαρία, γιά μιά ἀκόμη φορᾶ ἔμεινα ἐκστατικός μπροστά στήν ζωντανή ἐμπειρική θεολογία, ἀλλά καί τόν δυνατό θεολογικό λόγο τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος Σωφρονίου. Ὅλο το βιβλίο, χωρίς νά τό ἀναφέρει, εἶναι ἕνας ὕμνος καί μιά σύνοψη, μιά πεμπτουσία τῆς μεγάλης θεολογίας τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, πού εἶναι θεολογία ἐμπειρική, ρωμαλέα, γνήσια, σπάνια. Πρόκειται γιά ἐμπειρία προφητική, ἀποστολική, πατερική, ὀσιακή. Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἦταν πράγματι μιά ἐκπληκτική φυσιογνωμία, μιά σπάνια προσωπικότητα, ἕνας μοναχός - θεολόγος πού γεννιέται ἕνας στά ἑκατό χρόνια, γιά νά μή ἐκφραστῶ ὑπερβολικότερα. Ὁ ἴδιος ἔζησε τήν πείρα τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων, στόν πιό ἔντονο βαθμό, ἀφοῦ εἶχε τό θάρρος καί τήν τόλμη νά ὁρμᾶ πρός τόν Θεό μέ ἰλιγγιώδη ταχύτητα, καί νά ἀπολαμβάνη σπάνιες ἐμπειρίες, νά διακατέχεται ἀπό μιά θανατηφόρα δίψα γιά τόν Θεό. Τήν θεολογία αὐτή πού παρουσιάζεται στά ἔργα τοῦ Γέροντος δέν μπορεῖ κανείς εὔκολα νά τήν συναντήση σέ ἄλλα πρόσωπα, ἤ τουλάχιστον, γιά νά μετριάσω τόν λόγο, δέν βρέθηκαν οἱ περιστάσεις νά περιγραφοῦν τέτοιες ἐμπειρίες πού ἔζησαν καί ἄλλοι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Καί τό σπουδαιότερο, κατά τήν γνώμη μου εἶναι ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος τήν ἤδη ὑπάρχουσα πείρα τῶν ἄλλων Πατέρων τήν ἔζησε μέ ἕναν ἔντονο τρόπο, ἀλλά καί τήν ἐξέφρασε μέ μιά διαφορετικότητα, ὥστε πολλές φορές στά θέματα πού ἀναλύει ὁ ἴδιος καί παρουσιάζονται καί ἀπό ἄλλους ἁγίους Πατέρες, νά συναντᾶ κανείς πρωτοτυπίες, πού ἐντάσσονται ὅμως μέσα στήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ἐκκλησιολογία, Χριστολογία.

Δέν εἶναι εὔκολο νά ἐκθέση κανείς τά κεντρικά σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, ὅπως ἀναλύονται στό βιβλίο τοῦ π. Ζαχαρία καί δέν εἶναι δυνατόν στό μικρό αὐτό σημείωμα νά παρουσιασθῆ ὅλη ἡ σπουδαιότητα καί τῆς διδασκαλίας τοῦ Γέροντος, ἀλλά καί τῆς ἀνάλυσης πού κάνει ὁ π. Ζαχαρίας.
Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἔζησε ἐμπειρικά τήν ἀξία τοῦ προσώπου - ὑποστάσεως, στόν Θεό καί τήν λεγομένη ὑποστατική ἀρχή στόν ἄνθρωπο, γιατί ὕστερα ἀπό προσωπική πείρα ἔφθασε στήν βίωση τῆς ὑποστάσεως. Μέ αὐτήν τήν ἔννοια γνώριζε ἀπό τήν πείρα τίς σατανικές ἐνέργειες, τήν καταστροφική ἐνέργεια τῆς φαντασίας καί τήν ὅλη ζωή τοῦ προσώπου - ὑποστάσεως. Στά κείμενά του βλέπει κανείς τήν μεγάλη ἀξία τῆς κενώσεως τοῦ Λόγου, ἀλλά καί τό ὅτι ὁ γνήσιος Χριστιανισμός συνδέεται μέ τήν βίωση αὐτῆς τῆς κενώσεως, τῆς καταβάσεως στόν ἅδη, πού εἶναι στήν πραγματικότητα ἡ ὁδός τοῦ Κυρίου. Ὅταν κανείς ἀκολουθήση τόν Χριστό στήν ὁδό αὐτῆς τῆς κενώσεως καί τοῦ ἅδη, τότε γι’ αὐτόν ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός γίνεται ὁδός. Στόν Γέροντα Σωφρόνιο βλέπει κανείς τήν θεολογία τῆς μνήμης τοῦ θανάτου, ὡς χαρίσματος, τό αὐτομίσος, τό χάρισμα τῶν δακρύων καί τῆς μετανοίας, σέ ὅλη τήν θεολογική τους διάσταση, τήν ἔλευση καί τήν ἄρση τῆς Χάριτος, πού ἀποδίδεται μέ τόν ὄρο θεοεγκατάλειψη, τήν μετάβαση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό ψυχολογικό στό ὀντολογικό ἐπίπεδο, τήν διαφορά μεταξύ της ἀνθρωπίνης καί τῆς θείας ταπείνωσης, τήν θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός πού παρουσιάζεται μέ νέες ἑρμηνευτικές ἀναλύσεις, τήν νοερά ἡσυχία καί τήν προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, τόν μοναχισμό ὡς χάρισμα τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τήν μεγάλη σπουδαιότητα καί τήν ἀξία τῆς Γεθσημάνειας προσευχῆς, ὄχι μόνον τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν Χριστιανῶν.

Ὅλο το βιβλίο τοῦ π. Ζαχαρία εἶναι ἕνας ὕμνος στήν ζωντανή, ρωμαλέα, δυνατή, ἀρρενωπή, ἀποστολική καί πατερική θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Μέσα ἀπό τό κείμενο αὐτό ἐξέρχεται κατά τρόπον ἁπλό, ἀπέριττο, καθαρό ἡ μορφή ἑνός μεγάλου Γέροντος τῆς ἐποχῆς μας, πού εἶναι ἐφάμιλλός των μεγάλων Προφητικῶν, Ἀποστολικῶν καί Πατερικῶν μορφῶν. Διαβάζοντάς το κανείς χαίρεται, δοξάζει τόν Θεό, κατανύσσεται, προσεύχεται, μετανοεῖ, ἐλεεινολογεῖ τόν ἑαυτό του, πενθεῖ, αἰσιοδοξεῖ, εὐγνωμονεῖ.

Μπορῶ νά προσθέσω ὅτι τό βιβλίο τοῦ π. Ζαχαρίου μπορεῖ νά λειτουργήση καί ὡς εἰσαγωγή γιά τήν μελέτη τοῦ ὅλου ἔργου τοῦ Γέροντος Σωφρονίου καί ἀποδεικνύεται περίτρανα ὅτι ὁ ἀείμνηστος π. Σωφρόνιος εἶναι ἅγιος. Πῶς μπορεῖ νά μήν εἶναι ἅγιος ὅταν στό ὀστράκινο σκεῦος τοῦ ἔζησε, στόν μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, τήν θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός, καί στήν συνέχεια ἀκολούθησε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου, ἤτοι τήν κατάβαση στόν ἅδη, γιά νά βιώση καί τίς φλόγες τοῦ ἅδου στήν σάρκα του, τήν μεγάλη κένωσή του, καί στήν συνέχεια τόν ἀκολούθησε στό Θαβώρ, στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆς, ἀφοῦ ἀπέκτησε αὐτήν τήν κενωτική προσευχή ὑπέρ ὅλου του κόσμου, σέ ἀκραῖες διαστάσεις, καί βέβαια ἀνέβηκε καί βίωσε τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί τήν δόξα τῆς Ἀναστάσεως. Μεταξύ αὐτῶν τῶν θεολογικῶν ὑπαρξιακῶν ἐναλλαγῶν ἔζησε τό αὐτομίσος στόν τέλειο βαθμό, τήν κατά Θεόν ἀπόγνωση, τήν θεοεγκατάλειψη ὡς χάρισμα, τήν μνήμη τοῦ θανάτου ὡς χαρισματική κατάσταση, πού τήν αἰσθανόταν “καυτή ὡς ἄμορφη μάζα πεπυρακτωμένου μεταλλου” στήν ὕπαρξή του, τήν βίωση τῆς ἀβύσσου τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀβύσσου τοῦ θείου ἐλέους, τήν θανατηφόρα δίψα γιά τόν Θεό καί τήν ἀκατάληπτη ὁρμή πρός τό θεῖο Εἶναι.

Δέν θά διστάσω καί πάλι νά τό γράψω ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος εἶναι ΑΓΙΟΣ, μέ σπάνια πείρα καί σπάνια καταγραφή αὐτῆς τῆς πείρας. Γιά παράδειγμα, τά ὅσα λέγει γιά τό ἄκτιστο φῶς σέ μερικά σημεῖα εἶναι καινούρια, ἴσως γιατί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔγραφε μέ ἄλλη προοπτική, μέ τήν προοπτική νά ἀντιμετωπίση τίς αἱρετικές ἀπόψεις τοῦ Βαρλαάμ.

Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος εἶχε τό θάρρος καί τήν τόλμη νά πῆ λίγο πρίν φύγη ἀπό τόν κόσμο αὐτό: “Ὅλα τα ἔχω πεῖ στόν Θεό. Τελείωσα, ὅ,τι εἶχα νά κάνω. Τώρα πρέπει νά φύγω”. Σέ τέτοιο βαθμό μετανοίας ἔφθασε, ἀλλά καί σέ τέτοιο βαθμό θεώσεως! Καί στήν συνέχεια εἶχε τήν ἔμπνευση καί τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα νά γράψη ἐπιστολή στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Κύριο Βαρθολομαῖο μέ τήν ὁποία ζητοῦσε τήν εὐλογία του γιά νά ἀπέλθη “πρός τό ποθούμενο Φῶς τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως”, πράγμα τό ὁποῖο δείχνει ὅτι τά μεγάλα πνευματικά χαρίσματα σέβονται σέ ἀπόλυτο βαθμό τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας.

Πολύ ταπεινά καί ἔχοντας ἐπίγνωση τῶν ὅσων γράφω, θά ἤθελα νά προτείνω σέ ὅλους τους ἀναγνώστας, ἰδίως τούς μοναχούς, νά μελετήσουν τό βιβλίο τοῦ π. Ζαχαρία “ἀναφορά στήν θεολογία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου” μέ πολλή προσοχή καί βαθειά ἡσυχία, γιατί ἐκεῖ θά συναντήσουν τήν ἐκρηκτική φυσιογνωμία τοῦ μεγάλου ἠσυχαστοῦ καί θεοπτου, ὁσίου πατρός Σωφρονίου τοῦ μεγάλου, ἀλλά καί τήν θεολογία του πού θεραπεύει τήν κάθε ἀρρωστημένη ὕπαρξη, θά συναντήσουν τήν θεολογία τῆς ὁδοῦ τοῦ Χριστοῦ καί τήν Ὀρθόδοξη ἀποκαλυπτική παράδοση στόν πιό αὐθεντικό βαθμό, καί θά λειτουργήση αὐτή ἡ θεολογία ὡς σύγκριση μέ ἄλλες παραδόσεις καί ὡς ἀναγέννηση τῆς ὕπαρξής τους.

Ἅγιε Σωφρόνιε πρέσβευε ὑπέρ ἠμῶν.

11 Σεπτεμβρίου 2000

  • Προβολές: 3751