Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Παπικές ἐγκύκλιοι καί νεοεποχήτικες ἀντιδράσεις
Πρωτοπρεσβύτερου π. Θωμᾶ Βαμβίνη
Τό Βατικανό ἐξέδωσε δύο ἐγκυκλίους πού δημιούργησαν σάλο στούς οἰκουμενιστικούς κύκλους τῶν διαχριστιανικῶν καί τῶν διαθρησκειακῶν διαλόγων. Στήν μία ἐγκύκλιο, μέ τίτλο “ Dominus Jesus”, τήν ὁποία συνέταξε ἡ Ἐπιτροπή γιά τήν Διδασκαλία τῆς Πίστεως καί ἐπεκύρωσε ὁ Πάπας, προσπαθεῖ τό Βατικανό νά διασαφηνίση ὁρισμένους ὅρους πού χρησιμοποιοῦνται κατά κόρον στούς διαλόγους αὐτούς, δίνοντας φυσικά τήν δική του ἑρμηνεία, ἡ ὁποία ταυτόχρονα δηλώνει τίς προϋποθέσεις καί τήν σκοπιμότητα μέ τήν ὁποία ὁ Παπισμός συμμετέχει στούς διαλόγους αὐτούς. Ἡ ἐγκύκλιος αὐτή ἐκδόθηκε στίς 6 Αὐγούστου 2000, κατά τήν ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως. Ἡ δεύτερη, ἡ ὁποία δημοσιεύθηκε στίς 30 Ἰουνίου 2000, εἶναι μιά ἐπεξηγηματική παρατήρηση τοῦ καρδιναλίου Joseph Ratzinger, προέδρου τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν Διδασκαλία τῆς Πίστης, σχετικά μέ τήν ἔκφραση “Ἀδελφές Ἐκκλησίες”, ἡ ὁποία εἰσήχθη στόν διάλογο Ὀρθοδόξων καί Παπικῶν ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα τόν Ἅ', χρησιμοποιήθηκε πολύ ἀπό τόν Πάπα Ἰωάννη Παῦλο τόν ΙΙ καί ἔχει καθιερωθῆ ἔκτοτε στούς Οἰκουμενικούς διαλόγους.
Τά κείμενα τῶν δύο ἐγκυκλίων δημοσίευσε ἡ ἐφημερίδα Ὀρθοδοξία, μέ δικά της σχόλια καί ἐπιλεγμένες ἀντιδράσεις ἐκπροσώπων διαφόρων ὁμολογιῶν καί θρησκειῶν.
Στή συνέχεια θά προσπαθήσω νά διατυπώσω ὁρισμένες γενικές παρατηρήσεις πάνω στίς ἐγκυκλίους καί στίς ἀντιδράσεις πού προξένησαν. Ἡ λεπτομερής μελέτη τοῦ θέματος ἀπαιτεῖ ὁλόκληρη διδακτορική διατριβή, πράγμα πού σημαίνει ὅτι αὐτά πού θά διατυπωθοῦν ἐδῶ εἶναι ἁπλές νύξεις σέ κάποιες πτυχές του.
Διαβάζοντας τίς ἐγκυκλίους καί τίς ἀντιδράσεις πού προξένησάν μου δημιουργήθηκε ἡ ἐντύπωση ὅτι ὁ Παπισμός θέλει νά δείξη ὅτι ἀντιστέκεται στόν θρησκευτικό πλουραλισμό τῆς Νέας Ἐποχῆς, στήν θρησκευτική, δηλαδή, διάσταση τῆς παγκοσμιοποίησης, πού προωθεῖ ἡ Νέα Τάξη παραγμάτων, ἐνῶ οἱ Προτεστάντες, οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Κόπτες, οἱ Ἰσλαμιστές καί οἱ Ἰνδουϊστές ἐμφανίζονται ὡς φορεῖς τῆς νεοεποχήτικης νοοτροπίας. Σέ μιά πρώτη ἐκτίμηση, αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Πάπας αἰσθάνεται ἰσχυρός ἤ θέλει νά δείξη ὅτι εἶναι ἰσχυρός, γι’ αὐτό δέν διστάζει νά ἐκφράζη τίς ἀπόψεις τοῦ ἐμφαντικά. Θέλει, μᾶλλον, νά δείξη ὅτι αὐτός μπορεῖ νά ἑνώση ὅλους τους πολιτισμούς καί τίς θρησκεῖες κάτω ἀπό τό σκῆπτρο του.
Ὁ θρησκευτικός πλουραλισμός, ὅπως παρουσιάζεται στίς μέρες μας, δέν ἔχει τόν χαρακτήρα τῆς ἀνοχῆς τῶν θρησκευτικῶν διαφορῶν καί πεποιθήσεων, ἀλλά τῆς σχετικοποιήσεως τῶν θρησκευτικῶν διδασκαλιῶν καί τῶν δογματικῶν διαφορῶν. Οὐσιαστικά πρόκειται γιά τήν προώθηση μιᾶς νέας Πανθρησκείας πού θά ἀπαρτίζεται ἀπό ἀλληλοσυμπληρούμενα στοιχεῖα προερχόμενα ἀπό ὅλες τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου. Τό Βατικανό (ὅπως διακηρύττει μέ τήν ἐγκύκλιό του) βλέπει τήν ἐπικοινωνία του μέ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες καί θρησκεῖες μέσα ἀπό τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ “πορευθέντες οὔν μαθητεύσατε πάντα τα ἔθνη...”, τήν ἐντάσσει, δηλαδή, στό πλαίσιο τῆς παπικῆς ἱεραποστολῆς. Μέ αὐτή τήν προϋπόθεση στήν ἐγκύκλιό του παρατηρεῖ: “Τό συνεχές ἱεραποστολικό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας, κινδυνεύει σήμερα ἀπό σχετικιστικές θεωρίες, οἱ ὁποῖες ἐπιδιώκουν νά δικαιολογήσουν τόν θρησκευτικό πλουραλισμό, ὄχι μόνο de facto ἀλλά καί de jure”. Διαπιστώνει δηλαδή ὅτι ὑπάρχει μεγάλος κίνδυνος νά ἐπιβληθῆ ὁ θρησκευτικός πλουραλισμός τῆς Νέας Ἐποχῆς ἀπό τά ἴδια τά πράγματα, ἀπό τίς συνθῆκες πού θά ἐπικρατήσουν στήν σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, ἀλλά ὅμως ὁ πιό μεγάλος κίνδυνος πού βλέπει εἶναι ὅτι γίνεται προσπάθεια νά παρουσιασθῆ ὁ συγκρητισμός τοῦ σύγχρονου θρησκευτικοῦ πλουραλισμοῦ, σάν μιά νόμιμη ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων, ἀφοῦ πιό μπροστά θά ἔχουν ἐπικρατήσει στούς θεολογικούς κύκλους τῶν διαφόρων θρησκειῶν σχετικιστικές θεωρίες. Τό Βατικανό, βέβαια, ἐνδιαφέρεται γιά τούς δικούς του θεολόγους, ὥστε τέτοιες ἀπόψεις νά μήν ἐπικρατήσουν σέ αὐτούς. Ὅταν ἀντιπαραβάλη κανείς τίς τοποθετήσεις τοῦ Βατικανοῦ μέ ἐκεῖνες, γιά παράδειγμα, τοῦ Κόπτη Youssef Sidhom, ὁ ὁποῖος δήλωσε, ἀντιδρώντας στήν παπική ἐγκύκλιο, ὅτι “τό νά συγκρίνης καί νά κατηγοριοποιής τήν πίστη (ποιά ἔρχεται πρώτη καί ποιά εἶναι σωστή ἤ λάθος) εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο...”, ἀβίαστα φθάνει στό συμπέρασμα ὅτι τό Βατικανό θέλει νά δείξη ὅτι πάει κόντρα στή Νέα Ἐποχή, σέ ἀντίθεση μέ τίς ἄλλες ὁμολογίες καί θρησκεῖες.
Ὁ κίνδυνος πού ἐλλοχεύει γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους εἶναι νά ἀρχίσουμε μαζί μέ Ἰσλαμιστές, Ἰνδουϊστές, Κόπτες καί Προτεστάντες νά κάνουμε μιά ἐπιφανειακή κριτική τῶν συγκεκριμένων θέσεων τοῦ Βατικανοῦ, χωρίς ὀρθόδοξα κριτήρια, ἐγκλωβισμένοι μέσα στή νοοτροπία τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ἔτσι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος ὄχι μόνο νά ἀποτύχουμε στόν ἐντοπισμό τοῦ πραγματικοῦ λάθους, ἀλλά καί νά κατηγορηθοῦμε γιά προκατάληψη, ἀκόμη καί νά ἐκτεθοῦμε ὡς μή γνωρίζοντες ἀνάγνωση. Εἶναι πολύ ἐπικίνδυνο, γιά παράδειγμα, νά κατηγοροῦμε τό Βατικανό, χωρίς πολλή μελέτη καί ἀνάλυση, γιά τήν ἐπεξήγηση τῆς ἔκφρασης “Ἀδελφές Ἐκκλησίες”, ἐπειδή σέ αὐτήν ἐπισημαίνει: “ὅτι ἡ ἔκφραση “Ἀδελφές Ἐκκλησίες” μέ τήν σωστή ἔννοια, ὅπως ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν κοινή παράδοση Ἀνατολῆς καί Δύσης, μπορεῖ νά χρησιμοποιῆται μόνο γιά τίς Ἐκκλησιαστικές ἐκεῖνες κοινότητες οἱ ὁποῖες διατήρησαν ἔγκυρη ἐπισκοπική διαδοχή καί εὐχαριστία”, ὅπως ἐπίσης καί γιά τήν θέση: “ὅτι ἡ μία ἁγία καθολική καί ἀποστολική παγκόσμια Ἐκκλησία δέν εἶναι ἀδελφή, ἀλλά μητέρα ὅλων των συγκεκριμένων Ἐκκλησιών”. Μέ τό νά θεωροῦμε τίς ἐκφράσεις αὐτές “ἀπολυταρχισμό”, πού “παραπέμπει στό καταδυναστευτικό πρόσωπο τοῦ καθολικισμοῦ, ὅπως αὐτό διαμορφώθηκε τήν περίοδο τοῦ μεσαίωνα”, δέν πολεμοῦμε τήν αἰτία τοῦ κακοῦ, δέν ἐντοπίζουμε τή ρίζα του, ἀλλά, ἀντίθετα, διαβάλλουμε ἐμμέσως πλήν σαφῶς τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιά τά θέματα αὐτά.
Διευκρινίζω τηλεγραφικά. Πίστη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρχη Ἐκκλησία χωρίς Ἐπίσκοπο πού νά ἔχη τήν ἀποστολική διαδοχή, ὄχι μόνο ὡς ἀδιάκοπη σειρά χειροτονιῶν (ὅπως τήν ἐννοεῖ ὁ Παπισμός), ἀλλά καί ὡς παραλαβή καί βίωση τῆς ἀποστολικῆς πίστεως καί ζωῆς. Γιά ἐμᾶς ὁ Πάπας ἐπειδή σέ πολλά θέματα ἀλλοίωσε τήν πίστη τῶν ἀποστόλων, ἄν καί ἔχει ἀποστολική διαδοχή ὡς πρός τήν χειροτονία, δέν κατέχει τήν ἀποστολική διαδοχή ὡς πρός τήν πίστη καί τήν ζωή. Συμπερασματικά: Γιά ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους μιά Ἐκκλησία χωρίς Ἐπίσκοπο, διάδοχό των ἀποστόλων, ὄχι μόνο δέν εἶναι “Ἀδελφή” ἀλλά οὔτε καί Ἐκκλησία εἶναι. Ἡ τοποθέτηση ἐπίσης “ὅτι ἡ μία ἁγία καθολική καί ἀποστολική παγκόσμια Ἐκκλησία δέν εἶναι ἀδελφή, ἀλλά μητέρα ὅλων των συγκεκριμένων Ἐκκλησιών”, χρειάζεται προσοχή. Σέ αὐτό τό σημεῖο ἐπιχειρεῖται ἡ διάκριση μεταξύ της Μίας Ἐκκλησίας, ὅπως τήν ὁμολογοῦμε στό Σύμβολο τῆς πίστεως καί τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν. Οἱ κατά τόπους Ἐκκλησίες, “Καθολικές καί μή Καθολικές”, σύμφωνα μέ τήν ἐγκύκλιο τοῦ Βατικανοῦ, μπορεῖ νά ὀνομάζονται “Ἀδελφές Ἐκκλησίες”, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ρώμης μπορεῖ νά ὀνομάζεται “Ἀδελφή” μέ ὅλες τίς Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. Ἡ διάκριση αὐτή γίνεται ἀπό τούς παπικούς, γιά νά διαφυλαχθῆ ἡ βασική ἀλήθεια τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας. Τό ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία καί ὄχι πολλές εἶναι πίστη καί τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τό θέμα βέβαια εἶναι ὅτι οἱ κατά τόπους Ἐκκλησίες δέν εἶναι θυγατέρες τῆς Μίας Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, σάν νά εἶναι κάτι τό διακεκριμένο ἀπό αὐτήν, ἀλλά κάθε τοπική Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία σέ ἕνα συγκεκριμένο τόπο. Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας δέν διαφυλάσσεται μέ τέτοιες διακρίσεις τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καί παγκόσμιας Ἐκκλησίας• διαφυλάσσεται μέ τήν πιστότητα στήν ἀποστολική καί πατερική παράδοση, πού ἑνοποιεῖ τόν ἄνθρωπο καί τήν κοινωνία. Στήν διάκριση μεταξύ της Μίας παγκόσμιας Ἐκκλησίας καί τῶν κατά τόπους Ἐκκλησιῶν διαφαίνεται ἡ ὑπεροχική διάκριση τοῦ Πάπα -ποῦ συνδέεται μέ τήν παγκόσμια Ἐκκλησία- καί ὅλων των ἄλλων Ἐπισκόπων. Ὅμως γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους κάθε Ἐπίσκοπος ἔχει πλήρη τήν ἱερωσύνη, ὅπως καί κάθε τοπική Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία Ἐκκλησία στήν πληρότητά της.
Στίς ἐγκυκλίους τοῦ Βατικανοῦ φαίνεται ἡ τραγωδία του. Προσπαθεῖ νά ὀρθοτομήση τόν λόγο τῆς ἀληθείας δέσμιος στίς αἱρέσεις τοῦ παπικοῦ Πρωτείου καί τῆς μή διακρίσεως οὐσίας καί ἐνέργειας στό Θεό. Ἀποτέλεσμα αὐτοῦ του γεγονότος εἶναι νά διατυπώνη ἕνα θνητό ἀνθρώπινο λόγο, ὁ ὁποῖος, μέ ὅση σύνεση καί ἄν ἐκφέρεται, δέν παύει νά εἶναι ἀνεπαρκής, λανθασμένος, ἀκόμη καί θρασύς, ὅταν προσπαθεῖ νά ἐξηγήση τά τοῦ Πνεύματος χωρίς Πνεῦμα, ἀφοῦ αὐτοί πού τόν διατυπώνουν ἀρνοῦνται τήν δυνατότητα κοινωνίας μέ τήν ἄκτιστη φωτιστική χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τό θέμα εἶναι ἐμεῖς νά μή πολεμοῦμε στόν παπισμό τά ψήγματα ἀλήθειας πού κατέχει, ἀλλά τίς πλάνες καί τίς αἰτίες τους, πού τόν χωρίζουν ἀπό τήν Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
- Προβολές: 2864