Κώστας Δ. Παπαδημητρίου: “Έρχεται ο Άγιος!...”
του Κώστας Δ. Παπαδημητρίου
“Έρχεται ο Άγιος...” Το ’πε ο παπάς στην εκκλησιά. Και από σπίτι σε σπίτι και από στάνη σε στάνη δεν έμεινε χωριανός που να μην το μάθη. Και δεν ήταν ανάγκη να ρωτήσουν για ποιόν άγιο πρόκειται. Ήξεραν για πολλούς αγίους και όλους τους σέβονταν και τους τιμούσαν, μα τούτος ήταν δικός τους, καταδικός τους. Αυτός ήταν ο ξεχωριστός τους Άγιος, ο Άγιος του χωριού, της Ναυπακτίας, ο προστάτης τους, ο γιατρός τους, ο συμπαραστάτης τους σε κάθε δυσκολία. Απ’ αυτόν ζητούσαν συμπαράσταση, όταν έφευγαν για τα ξένα να καζαντίσουν, αυτόν επικαλούνταν να βγουν καλά πέρα τα ζωντανά και τα σπαρτά τους, αυτού την βοήθεια ζητούσαν οι ανύπαντρες κοπέλλες ν’ ανοίξη η τύχη τους, αυτόν να γειάνη τον άρρωστό τους, αυτόν να τους προφυλάξη απ’ τ’ άγρια στοιχειά της φύσης.
Και κείνος ποτέ δεν αρνήθηκε συμπαράσταση. Είχαν ολοφάνερα παραδείγματα. Τα μολογούσαν οι γεροντότεροι κάθε μέρα στο καφενείο. Νά, όπως τότε, που είχε κάμει μεγάλη ανομβριά και ξηράθηκαν τα σπαρτά και κιντύνευαν άνθρωποι και ζωντανά να πεθάνουν απ’ την πείνα και τη δίψα. Σ’ αυτόν τον άγιο έκαμαν παράκληση οι χωριανοί και τους λυπήθηκε ο Θεός και έβρεξε. Την άλλη φορά πάλι, που έπεσαν σύννεφα οι ακρίδες στο χωριό και κατέστρεφαν ό,τι χλωρό υπήρχε, αυτού του Αγίου ζήτησαν την μεσολάβηση στον Θεό και ο Θεός τους λυπήθηκε και τους απάλλαξε.
Εκεί όμως που είδαν ολοκάθαρα την επέμβαση του Αγίου οι χωριανοί ήταν στην αρρώστια του μοναχογυιού μιας χήρας στο χωριό, μακαρίτισσας τώρα. Ένα χρόνο κείτονταν στο στρώμα ο λεβεντονιός της. Μεταχειρίστηκαν όλα τα γιατροσόφια οι γιάτρισσες του χωριού. Και στην μάγισσα στο διπλανό χωριό πήγαν. Ήλθε και ο γιατρός απ’ τα Κρυονέρια. Τίποτα. Κι ο τελευταίος φεύγοντας απ’ το σπίτι έκαμε τον σταυρό του λέγοντας: “Τώρα ό,τι κάμει ο άγιος”. Έφεραν το λείψανο του αγίου την άλλη μέρα και έψαλαν αγιασμό και παράκληση. Και σε λίγες μέρες ο άρρωστος καλυτέρεψε, έγινε καλά. Αργότερα παντρεύτηκε, έκαμε παιδιά κι εγγόνια και πάντα ευχαριστούσε τον άγιο Πολύκαρπο.
Πέρα από ευεργέτη τους τον θεωρούσαν και αφέντη τους και κριτή τους.
–“Αφέντη μ’, άγιε Πολύκαρπε”, ήταν τα πρώτα λόγια τους το πρωί και τα τελευταία το βράδυ.
–“Μωρή, θα σε κάψη ο άγιος”, ήταν η συνηθισμένη προειδοποίηση της γερόντισσας σε κάποιο παράπτωμα της νιάς. Και στα παιδιά, που λόγω της ανέχειας και της φτώχειας, έκλεβαν κανένα φρούτο, ακούονταν αυστηρά τα λόγια των μεγαλυτέρων: “Μήν απλώνετε χέρια σε ξένα πράγματα, θα σάς κάψη ο άγιος”. Και κείνα που έπεφταν στο παράπτωμα, όλη την μέρα κοίταζαν γύρω τους, γεμάτα αγωνία, να ιδούν από που θα φανή ο άγιος Πολύκαρπος να τα τιμωρήση. Σπάνιζαν οι χωριανοί, που να μην είχαν ιδεί τον άγιο Πολύκαρπο στον ύπνο τους, έστω και μια φορά στην ζωή τους. Ή να μην είχαν ακούση την φωνή του, άλλοτε να τους συμβουλεύη και άλλοτε να τους μαλώνη.
Έρχεται λοιπόν ο Άγιος την άλλη Κυριακή. Και άρχισαν οι προετοιμασίες. Καθαρίστηκαν οι δρόμοι απ’ όπου θα περνούσε, σκουπίστηκαν οι αυλές, έφκιασαν λειτουργιές οι νοικοκυρές, όλοι ετοιμάστηκαν να κοινωνήσουν. Σταμάτησαν τα μαλώματα στο καφενείο και όλες οι κουβέντες είχαν θέμα τον ερχομό του Αγίου. Και τα μικρά παιδιά έβλεπαν τις αλλαγές στο χωριό και καρφωνόταν το μυαλό τους στον άγιο. Φρένιαζε η φαντασία τους. Πώς να ήταν άραγε; Άλλα τον φαντάζονταν σαν έναν πανύψηλο άντρα να πατάη εδώ και να βρίσκεται πέρα μακριά, άλλα με μεγάλα φτερά που να μην πατάη στην γη και άλλα αλλιώς.
Ώσπου ήλθε η άλλη Κυριακή, ήρθε και ο Άγιος. Δεν έμεινε άνθρωπος σε σπίτι, ούτε και σε στάνη. Όλοι στην εκκλησιά. Αμίλητοι παρακολούθησαν όλοι την θεία Λειτουργία και ύστερα την τελετή του αγιασμού. Οι περισσότεροι κοινώνησαν. Ύστερα περνούσαν και προσκυνούσαν το άγιο λείψανο. Στιγμή ιερή, γεμάτη συντριβή. Ροή ο πόνος. τσουβάλι τα αιτήματα. Και όλοι έφυγαν ανάλαφροι, γαληνεμένοι, βέβαιοι πώς ο άγιος δέχθηκε τις προσευχές τους.
Πέρασαν χρόνια από τότε. Ο Άγιος ήρθε και ξανάρθε στο χωριό. Τα πάθια, βλέπετε και οι καημοί δεν έχουν τελειωμό στο φτωχοχώρι μας. Και πάντα δεχόμαστε με την ίδια συγκίνηση την είδηση: “Έρχεται ο Άγιος!”
- Προβολές: 2324