Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος καὶ Μάρτυς, 1 Ἰουνίου
Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα
Ὁ ἅγιος Ἰουστίνος γεννήθηκε ἑκατό περίπου χρόνια μετά τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ καί μεγάλωσε μέσα σέ ἕνα εἰδωλολατρικό περιβάλλον. Ὅμως τό ἀνήσυχο πνεῦμα του δέν ἀναπαυόταν στό σκοτάδι καί τό ψεῦδος τῆς εἰδωλολατρείας, ἀλλά ἀναζητοῦσε συνεχῶς τό φῶς τῆς ἀλήθειας καί τήν ἀληθινή σοφία. Προσευχόταν στόν ἀληθινό Θεό, πού πίστευε ὅτι ὑπάρχει καί τόν παρακαλοῦσε νά τόν ἀξιώση νά Τόν γνωρίση. Μέ τήν ὀξυδέρκεια τοῦ μυαλοῦ του καί κυρίως μέ τήν ἁγνότητα καί καθαρότητα τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀντιλαμβανόταν ὅτι τά εἴδωλα ἦταν ἄψυχα, δέν εἶχαν ζωή καί γι’ αὐτό δέν μποροῦσαν νά μεταγγίσουν ζωή καί νά ἱκανοποιήσουν τόν βαθύ πόθο τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ δίψα γιά ζωή. Δέν ἤσαν πρόσωπα, δέν ἔβλεπαν, δέν ἄκουαν, δέν μποροῦσαν νά ὁμιλήσουν καί γι’ αὐτό δέν μποροῦσε νά ἔχει μέ αὐτά προσωπική ἐπικοινωνία. Δέν εἶχε τήν δυνατότητα νά συνομιλήση μαζί τους, νά τούς φανερώση τήν χαρά του, ἀλλά καί τόν πόνο του καί νά βρῆ στήριγμα, παρηγοριά καί νόημα ζωῆς. Γι’ αὐτό καί ἔψαχνε τόν ζωντανό Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι Πρόσωπο καί μπορεῖ, ἐάν τό θέλη, ὁ ἄνθρωπος νά ἔχη μαζί Του προσωπική κοινωνία. Καί τελικά Τόν ἀναγνώρισε στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος Τοῦ ἀποκαλύφθηκε μέ τά σημάδια τοῦ Σταυροῦ, μέ τούς “τύπους τῶν ἤλων”, “κατάστικτος τοῖς μώλωψι καί πανσθενουργός”. Δηλαδή, ταπεινός καί πράος, γεμάτος ἀγάπη καί πληγές, ἀλλά καί παντοδύναμος.
Γνωρίζουμε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἀπό τήν πείρα τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Θεός δέν ἐγκαταλείπει ποτέ ἐκεῖνον πού ἔχει ἀγαθή προαίρεση καί τόν ἀναζητᾶ μέ πίστη. Ἀντίθετα, μεταχειρίζεται διαφόρους τρόπους, ἀνάλογα μέ τά ἰδιαίτερα χαρίσματα τοῦ καθενός, γιά νά τόν ὁδηγήση στόν δρόμο τῆς θεογνωσίας. Γιά τόν ἅγιο Ἰουστίνο ὁ τρόπος αὐτός, ἦταν ἡ συνάντηση καί γνωριμία του μέ ἕναν ἅγιο ἀσκητή. Αὐτή ἡ γνωριμία, κατά τά ἐξωτερικά φαινόμενα, ἔγινε ἐντελῶς τυχαῖα. Ὅμως δέν ἦταν. Γιατί τίποτε δέν εἶναι τυχαῖο, ἀπό ὅλα ἐκεῖνα πού συμβαίνουν στήν ζωή μας, ἀλλά ἔχουν ὡς αἰτία τούς τήν πρόνοια καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἐργάζεται τήν σωτηρία μας καί προνοεῖ γιά τόν καθένα μας ξεχωριστά. Ὅλα, λοιπόν, ὅσα συμβαίνουν στήν ζωή μας, γίνονται κατ’ εὐδοκία ἤ κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ, χωρίς ποτέ νά παραβιάζεται ἡ ἐλευθερία μας, γιατί ὁ Θεός Σεβεται τήν ἐλευθερία μας ὅσο κανένας ἄλλος. Ἑπομένως τήν εὐθύνη γιά ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν τήν ἔχουμε ἐμεῖς, ἀφοῦ δέν παραβιάζεται τό αὐτεξούσιό μας. Σύμφωνα μέ τήν θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας γίνεται “κατ’ εὐδοκίαν καί κατά παραχώρησιν”. Δηλαδή, μερικά ἀπό τά γεγονότα πού μᾶς συμβαίνουν, ὁ Θεός τά ἐπιθυμεῖ καί τά εὐλογεῖ, ἐνῶ ἄλλα ἁπλῶς τά ἐπιτρέπει, παραχωρεῖ νά γίνονται, γιατί μέ κανένα τρόπο δέν θέλει νά παραβιάση τήν ἐλευθερία μας. Ἔτσι, λοιπόν, καί ὁ Ἅγιος στόν ὁποῖο ἀναφερόμαστε, κατά θεϊκή εὐδοκία ἐγνώρισε τόν ὅσιο, ὁ ὁποῖος τόν ἐμύησε στήν θεολογία, πού εἶναι ἡ ἀληθινή φιλοσοφία, ἀφοῦ εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀνακάλυψη τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ φιλόσοφος Ἰουστίνος, μέ τήν εὐφυΐα καί κυρίως μέ τόν ζῆλο πού τόν διέκρινε προόδευσε στήν σοφία καί τήν ἀρετή σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά ἀξιωθῆ νά χύση τό αἷμα του γιά τόν Χριστό, τό Ὁποῖον ἐμπειρικά γνώρισε καί ἀνυπόκριτα ἀγάπησε. Ἦταν πράγματι φιλόσοφος μέ τήν ἀκριβῆ ἔννοια τοῦ ὄρου, δηλαδή φίλος της σοφίας, μέ μικρό το σίγμα, ἀλλά καί τῆς Σοφίας, μέ τό σίγμα καφαλαῖο. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἦταν σοφός ἀπό τήν ἄποψη ὅτι μελέτησε καί ἔμαθε πάρα πολλά γύρω ἀπό τήν ἀνθρώπινη γνώση καί σοφία, κυρίως ὅμως ἐπειδή ἀγάπησε τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ ἡ ἐνυπόστατος. Γιατί ἡ αὐθεντική σοφία, ὅπως ἄλλωστε καί ἡ αὐθεντική ἀγάπη, ἡ εἰρήνη, ἡ ἀλήθεια κ.λ.π., ἔχει ὑπόσταση, εἶναι Πρόσωπο καί αὐτό τό Πρόσωπο εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ μάρτυρας Ἰουστίνος ἦταν γεμάτος ἀπό τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τήν ἀρχή καί τό θεμέλιό της Σοφίας. Ὁ φόβος ὅμως αὐτός δέν ἔχει σχέση μέ τήν δειλία, ἀλλά ἀντίθετα μέ τήν πνευματική ἀνδρεία, τόν σεβασμό καί τήν ἀγάπη.
Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ὅμοια μέ ἐκείνη τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖοι εἶναι προσκολλημένοι στό “ἐνταύθα”, δηλαδή στήν παροῦσα ζωή καί ἀντιμετωπίζουν τά καθημερινά γεγονότα μυωπικά καί σύμφωνα μέ τά ἀτομικά τους συμφέροντα. Εἶναι διαφορετική, ἐπειδή οἱ Ἅγιοι βλέπουν καί ἀντιπετωπίζουν τά γεγονότα μέσα ἀπό τό πρίσμα τῆς αἰωνιότητος. Καί πάνω ἀπό τό ἀτομικό συμφέρον τοποθετοῦν, ὄχι ἁπλῶς τό κοινωνικό συμφέρον, τό κάνουν βέβαια καί αὐτό, ἀλλά κυρίως τοποθετοῦν τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καί τό πνευματικό συμφέρον. Ἀντιμετωπίζουν τούς ἀνθρώπους σάν πρόσωπα καί ὄχι σάν ἄτομα, σάν μάζα. Καί γι’ αὐτό φθονοῦνται, πολεμοῦνται καί πολλές φορές θανατώνονται, κοινωνικά ἤ καί βιολογικά. Αὐτό συνέβη καί μέ τόν φιλόσοφο Ἰουστίνο. Φθονήθηκε ἀπό τούς ψευτοφιλοσόφους, συκοφαντήθηκε καί θανατώθηκε. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό “Συναξαριστή” τοῦ ἀναφέρει ὅτι “ἐφθονήθη ἀπό τόν φιλόσοφον Κρήσκεντα καί κρυφίως ἀπό ἐκεῖνον ἐθανατώθη καί οὕτως ἔλαβεν ὁ μακάριος τόν στέφανον τῆς ἀθλήσεως”.
Ἡ ἀληθινή φιλοσοφία, δηλαδή ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τήν ὁποία κατεῖχε ὁ ἅγιος Ἰουστίνος καί ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἐμπειρία καί στάση ζωῆς, βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο στήν σωστή ἀντιμετώπιση τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καί τῶν γεγονότων τῆς καθημερινῆς ζωῆς. Γιατί προσφέρει τήν μέθοδο, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν ἐσωτερική ἀναγέννηση καί τήν μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό ἄτομο σέ πρόσωπο. Ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη καί ἡ ἐσωτερική ἐλευθερία, πού εἶναι τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τοῦ προσώπου, δημιουργοῦν ἐσωτερική πληρότητα, ὁδηγοῦν στήν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου καί στήν καταπολέμηση τῆς κοινωνικῆς ἀνισότητας καί ἀδικίας, μέσα ἀπό τήν κοινωνία τῶν προσώπων.
- Προβολές: 3325