Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἡ Γοργογλυκόστροφος Ἀηδών - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, 4 Δεκεμβρίου
Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός εἶναι ἕνας ἀπό τούς ἐπιφανέστερους Πατέρες καί Θεολόγους τοῦ 8ου μ. Χ. αἰῶνος, ἀλλά καί ἀπό τούς σπουδαιότερους ὑμνογράφους. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τόν ἀποκαλεῖ καλλικέλαδον καί γοργογλυκόστροφον ἀηδόνα τῆς τοῦ Χριστοῦ ἁγίας Ἐκκλησίας. Τά κείμενά του περικλείουν ὅλη τήν δογματική θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Οἱ ὕμνοι τούς ὁποίους συνέγραψε ψάλλονται μέχρι σήμερα στούς Ἱερούς Ναούς καί δημιουργοῦν κατάνυξη καί πνευματική ἀγαλλίαση.
Ὀρφάνεψε νωρίς ἀπό μητέρα καί ὁ πατέρας του Σέργιος ἀνέθεσε τήν διαπαιδαγώγησή του, καθώς καί τοῦ ἀδελφοῦ του, σέ ἕναν εὐλαβέστατο καί σοφότατο μοναχό, τόν Κοσμᾶ, τόν ὁποῖον συνάντησε κάποτε στό σκλαβοπάζαρο ὅπου ἐπωλεῖτο ὡς δοῦλος. Τοῦ ἔκανε δέ ἐντύπωσή το ὅτι τόν εἶδε θλιμμένο καί δακρυσμένο καί τόν ἐρώτησε γιατί στενοχωρεῖται ἀφοῦ οὕτως ἤ ἄλλως ἐπέλεξε τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Ἐκεῖνος ἀπάντησε ὅτι θλίβεται ὄχι γιατί αἰχμαλωτίσθηκε, ἀλλά γιατί δέν τοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νά καλλιεργήση καί νά αὐξήση τό τάλαντο πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Καί συγκεκριμένα, γιατί δέν μποροῦσε νά ἀξιοποιήση τό διδασκαλικό του χάρισμα καί νά μεταλαμπαδεύση τίς γνώσεις τίς ὁποῖες κατεῖχε. Τότε ὁ Σέργιος γεμάτος χαρά, ἐπειδή βρῆκε αὐτό πού ζητοῦσε, τόν ἐλευθέρωσε καί τοῦ ἀνέθεσε τήν διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν του. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης «διδάχθηκε ἀριθμητική, γεωμετρία, μουσική, ἀστρονομία, ρητορική διαλεκτική καί ἠθική κατά Πλάτωνα καί Ἀριστοτέλη, ἀκολούθως δέ θεολογία».
Ὁ πατέρας του στήν Δαμασκό κατεῖχε τό ἀξίωμα τοῦ λογοθέτου, «ἐν τῇ κυβερνήσει τοῦ χαλίφου Ἄχμετ - ἔλ - Μαλέκ.». Ἡ θέση αὐτή ἀντιστοιχεῖ πρός ἐκείνη τοῦ Ὑπουργοῦ ἐπί τῶν ὑποθέσεων τοῦ ὑποδούλου χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ καί ἰδίως ἐπί τῆς κατανομῆς τῶν φόρων. Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα τοῦ ὁ Ἰωάννης ἔλαβε τό ἀξίωμα τοῦ πρωτοσυμβούλου, περίπου σάν ἐκεῖνο τοῦ πατέρα του, καί διακρίθηκε σέ αὐτό. Γρήγορα ὅμως τό ἐγκατέλειψε καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου ἔγινε μοναχός στήν Μονή τοῦ Ἁγίου Σάββα. Τόν ἴδιο δρόμο ἀκολούθησε καί ὁ ἀδελφός του Κοσμᾶς ὁ μελωδός (θετός γιός τοῦ Σέργιου), ὁ μετέπειτα Ἐπίσκοπος Μαϊουμά.
Στό Μοναστήρι, ὁ Γέροντάς του, «ἀποβλέποντας στήν καταπολέμηση τοῦ ἐγωϊσμοῦ του, τόν ὁποῖο προφανῶς θά εἶχεν ὁ Ἰωάννης, λόγω τῆς παιδείας καί τοῦ κοσμικοῦ ἀξιώματός του, τοῦ ἀπαγόρευσε νά γράφη». Παρά ταῦτα, μετά ἀπό παράκληση συμμοναστοῦ τοῦ συνέθεσε τόν ὕμνο «πάντα ματαιότης τά ἀνθρώπινα», τόν ὁποῖο ψάλλουμε στήν ἀκολουθία τῆς κηδείας. Τό περιστατικό αὐτό ἔγινε ἡ αἰτία νά ἐκδιωχθῆ ἀπό τό Μοναστήρι, στήν συνέχεια ὅμως, μετά ἀπό ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου, ἐπέστρεψε καί τοῦ ἐπετράπη νά συγγράφη. Ἔγραψε τότε γιά τήν τιμή τῶν ἱερῶν εἰκόνων ἀντικρούοντας τήν αἵρεση τῶν εἰκονομάχων, ἀλλά καί ἄλλες θεολογικές μελέτες. Παράλληλα ἀσχολήθηκε μέ τήν σύνθεση ὕμνων καί κυρίως ἀσματικῶν Κανόνων στίς Δεσποτικές καί Θεομητορικές ἑορτές. Μαζί μέ τό ἀδελφό του Κοσμᾶ «ἐκόσμησαν, ἐχαρίτωσαν καί κατεγλύκαναν τάς μεγάλας Δεσποτικᾶς καί Θεομητορικᾶς ἐορτᾶς μέ τούς ἀσματικούς αὐτῶν Κανόνας καί μέ τά μελίρρυτα καί νεκταρώδη μέλη, ἐμπνεόμενοι ὑπό τῆς χάριτος καί ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρός χαράν καί εὐφροσύνην πνευματικήν των ψαλλόντων, ἀναγινωσκόντων καί ἀκουόντων αὐτούς Χριστιανῶν».
Στό σημεῖο αὐτό νομίζω ὅτι θά ἦταν καλό νά δοῦμε, μέ τήν βοήθεια τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τό τί εἶναι οἱ ἀσματικοί Κανόνες. Κατ’ ἀρχάς Κανών εἶναι κυρίως τό ξύλο, πού ὀνομάζεται κανόνιον ἤ πῆχυς καί τό ὁποῖο μεταχειρίζονται οἱ τεχνίτες γιά νά ἰσιάζουν τά ξύλα ἤ τίς πέτρες ἤ καί ἄλλα ὑλικά μέ τά ὁποῖα δουλεύουν. Βάζουν τόν πήχην καί ἐάν εἶναι στραβά τα ἰσιάζουν. Ἀπό αὐτό δέ μεταφορικά ὀνομάζονται Κανόνες καί οἱ ἀποφάσεις τῶν Ἀποστόλων, τῶν Τοπικῶν καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν Ἁγίων Πατέρων. Κανόνες ἐπίσης ὀνομάζονται καί τά συγκεκριμένα ἄσματα, ἐπειδή κάθε Κανόνας ἔχει ὁρισμένο μέτρο καί δέν βγαίνει ἔξω ἀπό αὐτό. Κάθε Κανόνας περιέχει ἐννέα ὠδές. Ὠδή, σύμφωνα μέ τόν Μ. Βασίλειο εἶναι «φωνή μουσική καί ἐναρμόνιος πού προφέρεται μέ τό στόμα χωρίς τήν συνοδεία κάποιου ὀργάνου». Ὀνομάζεται ὠδή ἀπό τοῦ ἄδω, πού σημαίνει ψάλλω. Οἱ ἑβραῖοι, στήν Παλιά Διαθήκη ἔψαλλαν μέ τήν συνοδεία ὀργάνου. Ἀπό τότε πού ὁ Θεός ἀπέβαλε τά ὄργανα τῶν ἑβραίων, καθώς εἶπε διά τοῦ Προφήτου Ἀμῶς "ἀποστησον ἀπ’ ἐμοῦ ἦχον ὠδῶν σου, καί ψαλμόν ὀργάνων σου οὐκ ἀκούσομαι", ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί διά φωνῆς μόνης ἀναφέρομεν τούς ὕμνους μᾶς εἰς τόν Θεόν». «Οἱ ὠδές εἶναι ἐννέα, διότι ὁ ἔννατος ἀριθμός εἶναι τό μεγαλύτερο μέτρο ἀνάμεσα στούς ἀριθμούς. Οἱ μονάδες, οἱ δεκάδες καί οἱ χιλιάδες μέχρι τό ἐννέα προχωροῦν, οἱ ἄλλοι δέ ἀριθμοί εἶναι σύνθεση καί ἀνακύκληση τῶν ἐννέα αὐτῶν ἀριθμῶν. Οἱ ἐννέα ὠδές δηλώνουν τά ἐννέα τάγματα τῶν Ἀγγέλων καθώς στήν οὐράνια ἱεραρχία ἐννέα εἶναι τά τάγματα καί κάθε τάγμα ἀναφέρει ὕμνο στόν Θεό, ἔτσι καί στήν κάτω ἱεραρχία ἐννέα τάγματα εἶναι, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, Διάκονοι, Ὑποδιάκονοι, Ἀναγνῶσται, Ψάλται, Κληρικοί, Μοναχοί καί Λαϊκοί καί κάθε τάγμα ὑμνεῖ τόν Θεό. Ὁ ἀριθμός ἐννέα εἶναι καί τύπος συμβολικός της Ἁγίας Τριάδος, ἐπειδή ὁ ἔννατος ἀριθμός τριπλῆν τριάδα περιέχει» (Ἑορτοδρόμιον, Ἔκδ. Σπανός, σέλ. ἰθ').
Χαρακτηριστικό εἶναι τό περιστατικό, πού συνέβη ἀνάμεσα στούς δύο ἀδελφούς, τόν ἅγιο Ἰωάννη, δηλαδή, καί τόν ἀδελφό του ἅγιο Κοσμᾶ, μέ ἀφορμή τήν συγγραφή καί ἀπό τούς δύο ἀσματικοῦ Κανόνος στήν λαμπροφόρο ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Τό ἀναφέρουμε ἐπειδή φανερώνει τό αὐθεντικό ἐκκλησιαστικό ἦθος. Ὁ Κοσμᾶς ἔγραψε τόν ἀσματικό του Κανόνα σέ ἦχο β' ("Δεῦτε λαοί ἄσωμεν") καί τόν διάβασε στόν Ἰωάννη, ὁ ὁποῖος τόν ἐπήνεσε. Στήν συνέχεια διάβασε καί ὁ Ἰωάννης τόν δικό του Κανόνα, πού εἶναι ὁ γνωστός μας, σέ ἦχο πρῶτο. Ὅταν ἔφθασε στό τροπάριο «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τέ καί γῆ καί τά καταχθόνια», «τότε ὁ θεῖος Κοσμᾶς ὑπερθαυμάσας καί ἐκπλαγεῖς, καί σύ ἔφη, ἀδελφέ Ἰωάννη, ὅλον το πᾶν εἰς τά τρία ταῦτα συμπεριέλαβες καί οὐδέν ἀφῆκες ἔξωθεν». Ἀξίζει ὁ δικός σου Κανών νά ψάλλεται, ἐπειδή εἶναι γεμάτος φῶς, ἐνῶ ὁ δικός μου ἀξίζει νά μείνη στήν γωνία καί στό σκότος καί γιά τόν πενθηρόν καί κλαυθμηρόν ἦχον.
Οἱ οὐράνιοι καί γλυκύτατοι αὐτοί ὕμνοι, ἐπειδή εἶναι προσευχή καί δοξολογία στόν Θεό, δημιουργοῦν στήν ψυχή ἱλαρότητα, κατάνυξη καί πνευματική εὐφροσύνη.
- Προβολές: 2888