Skip to main content

Ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας βάση γιὰ μιὰ νέα ἀρχή.

Ἡ δραματική ἐξέλιξη πού εἶχε λάβει τό πρόβλημα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τῆς Μητροπόλεώς μας, φάνηκε ὅτι θά τελείωνε, μετά τήν συζήτηση τοῦ θέματος στήν Ἱεραρχία τοῦ Ὀκτωβρίου καί τήν ἀπόφαση πού ἔλαβε τό Σῶμα τῶν Ἱεραρχῶν.

* *

Ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, Ἀρχιμ. Σπυρίδων Λογοθέτης ἀπέστειλε ἐπιστολή (24-10-2001) πρός τόν Σεβασμιώτατο, ζητώντας νά τεθῆ «τελεία» σέ ὅσα ἔγιναν καί νά γίνη μιά νέα ἀρχή.

* *

Ὁ Σεβασμιώτατος ἀπήντησε στίς 5-11-2001 ὅτι εὐχαρίστως ξεχνᾶ καί συγχωρεῖ τά πάντα, ἀρκεῖ νά ὑπάρξουν οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις, ὥστε νά μή ὑποτροπιάση ἡ κρίση. Ἔτσι, ἀφοῦ προσδιόρισε τά προβλήματα καί τίς λύσεις καί τόνισε τόν δεσμό τῆς ἀγάπης μέ τήν ἀλήθεια, κατέληξε:

«... Πανοσιολογιώτατε,
... Μέσα στά πλαίσια αὐτά εἶμαι πρόθυμος νά λυθοῦν ὅλα τα θέματα, καί νά ἡσυχάση καί ὁ λαός, ὁ ὁποῖος βασανίσθηκε ὄχι μόνον αὐτό τό διάστημα, ἀλλά ἐδῶ καί πολλά χρόνια. Γνωρίζετε καλά πόσοι πιστοί σκανδαλίζονται καθημερινῶς καί πόσοι ἐκθέτουν τήν ψυχή τους σέ κίνδυνο ἀπωλείας ἀπό πράξεις καί ἐνέργειές σας. Πρέπει νά διορθώσετε τά λάθη σας, γιατί ἡ κανονική αὐτή ἀταξία καί ἡ ἐκκλησιολογική ἐκτροπή ἔχει σοβαρές συνέπειες γιά σᾶς, τό Ἡγουμενοσυμβούλιο καί ὅσους μοναχούς συμφωνοῦν μέ ὅλες τίς ἐνέργειές σας.

Ἐμένα προσωπικά δέν μέ ἐνδιαφέρει ἀπολύτως τίποτε ἄλλο, οὔτε χρήματα, οὔτε διάφορες ὑλικές ἀπολαβές, ἄλλωστε δέν ἀγάπησα ποτέ στήν ζωή μου τά χρήματα καί τά ὑλικά ἀγαθά, ἀλλά μέ ἐνδιαφέρει ἡ σωτηρία μου καί ἡ σωτηρία σας, ἀφοῦ καί ἐσεῖς εἶσθε μέρος τοῦ ποιμνίου, γιά τό ὁποῖο θά δώσω φρικτό λόγο ἐν ἡμέρα κρίσεως ἐνώπιόν του φοβεροῦ βήματος τοῦ Χριστοῦ.

Ἔχω σφοδρό πόθο τό Μοναστήρι σας νά λειτουργῆ μέσα στά πλαίσια τῆς κανονικῆς καί ἡσυχαστικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας μας, ὥστε νά χαίρομαι καί ἐγώ, νά συμμετέχω στίς λατρευτικές συνάξεις καί νά ζοῦν σ’ αὐτό μοναχοί ταπεινοί, ὑπάκουοι πού θά προσεύχονται εἰλικρινῶς γιά τόν Ἐπίσκοπό τους, ὥστε καί ἐκεῖνος νά εὔρη ἔλεος παρά Κυρίου.
Αὐτές εἶναι οἱ ἀπόψεις μου καί σᾶς ὑπενθυμίζω ὅτι δέν θά εἰσέλθω στόν πειρασμό νά συνεχίσω τόν διάλογο διά ἐπιστολῶν.

Ὅλα ἐγράφησαν κατόπιν προσευχῆς καί μέ βαθύτατο αἴσθημα ποιμαντικῆς εὐθύνης, γιατί ἐκτός ἀπό τούς συνήθεις φαινομενικούς νόμους, λειτουργοῦν καί οἱ πνευματικοί νόμοι, οἱ ὁποῖοι εἶναι περισσότερο ἄτεγκτοι καί ἀπό τούς φυσικούς νόμους, καί, βεβαίως, ὅλοι θά δώσουμε λόγο στόν Θεό γιά τίς πράξεις μας.

Ἀναμένω, λοιπόν, ἀπό σᾶς ἀναγνώριση τῶν σφαλμάτων σας, τά ὁποῖα συνοπτικῶς ἐξέθεσα προηγουμένως, καί ἔμπρακτη ἐκδήλωση τῆς μετανοίας σας, ὥστε νά ἐπακολουθήση προσωπική συνάντησή σας μαζί μου, καί μέ τήν βοήθεια τῶν νομικῶν συμβούλων νά εὑρεθῆ λύση, σύμφωνα μέ τό κανονικό καί ἐκκλησιαστικό δίκαιο, καθώς ἐπίσης καί μέ τίς ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας. Διότι μιά λύση πού δέν θά στηρίζεται σέ σταθερά πλαίσια θά εἶναι ἀρχή μιᾶς καινούριας ἀνωμαλίας.

Εὔχομαι ὁ Θεός νά εὐλογήση τήν προσπάθεια αὐτή.
Μετ’ εὐχῶν
Ὁ Μητροπολίτης
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος»

* *

Ἐπίσης, ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κ. Χριστόδουλος ἀπέστειλε χειρόγραφη ἐπιστολή πρός τόν Καθηγούμενο (8-11-2001), ἐπιστώντας του τήν προσοχή στό ἀδιέξοδό της πορείας του καί ζητώντας του νά ὑπακούση ἐπί τέλους στήν Ἐκκλησία (ἡ ἐπιστολή πού εἶναι στό πλαίσιο).

* *

Δυστυχῶς, δέν ὑπῆρξε (μέχρι σήμερα) καμμία θετική ἀπάντηση, καμμία κίνηση, καμμία ἐπικοινωνία τοῦ Ἀρχιμ. Σπυρίδωνος Λογοθέτη μέ τόν Μητροπολίτη του. Ἀντιθέτως ἀπεστάλη πρός διαφόρους παραλῆπτες, πλήν τοῦ Μητροπολίτου, ἔγγραφο μέ τίτλο «Ἡ Ἱερά Μονή εἶναι σ’ ὅλα ἐν τάξει», ἐνῶ τήν 24η Δεκεμβρίου, Παραμονή Χριστουγέννων, ὁ Σεβασμιώτατος ἔλαβε μέ δικαστικό Κλητήρα ἐξώδικη δήλωση νά παρέμβη στόν δημοσιογράφο Ἀντώνιο Καρκαγιάννη, ὥστε νά δημοσιεύση ὁ τελευταῖος ὁλόκληρη τήν συκοφαντική πρός τό πρόσωπο τοῦ Μητροπολίτου ἐπιστολή τῆς κ. Στ. Παραλίκα! Ἐξώδικο μέ τό ἴδιο περιεχόμενο ἔλαβε καί ὁ κ. Καρκαγιάννης.

Τήν Δευτέρα 7 Ἰανουαρίου ἡ Ἱερά Μητρόπολη παρέλαβε τήν ἐπιστολή-ἀπόφαση ὑπ’ ἀριθμ. Πρωτ. 4388/19-12-2001 τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, μέ τήν ὁποία ὑλοποιεῖτο ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας, καί τήν διαβίβασε αὐθημερόν στόν Καθηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ἐνῶ ἡ ἐπιστολή ἀποτελεῖ τελεσίγραφο γιά τήν Ἱερά Μονή καί τόν Καθηγούμενο, ἐν τούτοις καμμία πάλι κίνηση δέν γίνεται ἐκ μέρους της.

Τήν Κυριακή 13 Ἰανουαρίου ὁ κ. Καρκαγιάννης, ἐξαναγκαζόμενος, δημοσιεύει στήν «Καθημερινή» τήν συκοφαντική ἐπιστολή τῆς κ. Παραλίκα.

* *

Ἀντί γιά κάποια ἄλλη ἐνέργεια, ὁ Σεβασμιώτατος ἀναγκάστηκε νά ἀποστείλη στήν «Καθημερινή» τήν ὡς ἄνω τελεσίδικη ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, πρός ἀποκατάσταση τῆς ἀλήθειας, ἐνημέρωση τοῦ λαοῦ καί ἄρση τῆς ἀναιδοῦς συκοφαντίας.

Η «Ε.Π.» δημοσιεύει τήν ἀπόφαση αὐτή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, μέ τήν παρατήρηση ὅτι πρόκειται γιά τήν μοναδική εὐκαιρία γιά τήν θεμελίωση μιᾶς νέας πολυποθήτου εἰρηνικῆς περιόδου στήν Μητρόπολή μας. Κάθε ἀρνητική ἀντιμετώπισή της θά εἶναι πλέον «ἔγκλημα» ἐκ προμελέτης!

Χειρόγραφη ἐπιστολή Μακαριωτάτου

«Ἀγαπητέ π. Σπυρίδων,

Ἔχω λάβει τά κατά καιρούς ἀποστελλόμενα πρός μέ κείμενά σας, ὡς καί τό τελευταῖον πού εἶναι ἔκκλησις παρεμβάσεώς μου πρός ἐπίλυσιν τοῦ φοβεροῦ προβλήματος πού φέρει τήν Ι. Μονήν σᾶς ἔκθετον ἐνώπιόν της Ἐκκλησίας μας. Σήμερα ἔλαβα καί τήν ἐκ σελίδων 8 ἀπάντησιν τοῦ Μητροπολίτου σας, εἰς παρομοίαν ἔκκλησιν πού τοῦ ἀπηυθύνατε. Μέχρι στιγμῆς σᾶς ἔχω συμπεριφερθεῖ μέ ἀγάπην ἀλλά καί μέ εἰλικρίνειαν, ἐπιθυμῶν νά ἐπανεντροχιασθῆτε εἰς τό κανονικῶς δέον ἀποκαθιστῶντες τίς σχέσεις σας μέ τόν Ἐπίσκοπόν σας. Ἡ διαμάχη αὐτή κανένα δέν ὠφελεῖ. Μόνον ὁ διάβολος χαίρει. Τώρα πού εὐρίσκεσθε εἰς τό χεῖλος τῆς καταστροφῆς, διότι ἐπίκειται, μετά τήν ἀποτυχίαν ὅλων των κατευναστικῶν προσπαθειῶν τίς ὁποῖες μετῆλθεν ἡ Ι. Σύνοδος, ἡ ἐπιβολή κυρώσεων, πού θά σᾶς στενοχωρήσουν, παρακαλῶ ἀμέσως νά συνέλθετε καί νά ἐπιδιώξετε, μακράν ἐγωϊσμῶν καί διεκδικήσεων, ἀλλά μέ ταπείνωσιν, νά συνεννοηθῆτε μέ τόν Μητοπολίτην σας, εἰς ὅλα ὅσα σᾶς ὑποδεικνύει, ἐγκαταλείποντες τήν ἀνταρσίαν καί ἀνυπακοήν. Γράφω ταῦτα ἐπειδή σᾶς ἀγαπῶ καί ἐπιθυμῶ νά σᾶς ἴδω ὁμονοοῦντας καί δοξάζοντας τόν Θεόν.

Μετ’ ἀγάπης καί εὐχῶν

† Ὁ Ἀθηνῶν Χριστόδουλος»

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Πρός τόν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην κ. Σπυρίδωνα Λογοθέτην,
Καθηγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος

Διά τῆς Ι. Μ. Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου.

Πανοσιολογιώτατε,

Ἐπανειλημμένως ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἠσχολήθη μέ τό πρόβλημα τό ὁποῖον ἀνέκυψεν, ὡς μή ὤφελεν, εἰς τάς σχέσεις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ὑμῶν, μετά τῶν ἑκάστοτε Μητροπολιτῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου καί ἐσχάτως μετά τοῦ νῦν Πατρός καί Ποιμενάρχου ὑμῶν, Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου.

Οὕτως: α) Ἡ Συνοδική Ἐπιτροπή Δογματικῶν καί Νομοκανονικῶν Ζητημάτων ἐξέδωκε σημαντικήν γνωμοδότησιν τήν ὁποίαν υἱοθέτησεν ἡ Ἱερά Σύνοδος.

β) Ἐπί πλέον ἡ Ἱερά Σύνοδος συνεκρότησε δύο εἰδικᾶς τριμελεῖς Ἐπιτροπᾶς, μίαν ἐκ Μητροπολιτῶν καί ἑτέραν ἐξ Ἡγουμένων, αἵ ὁποῖαι διεπίστωσαν τάς κανονικᾶς παραβάσεις τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς ἐπί διαφόρων ζητημάτων. Διεπιστώθη δέ, ὅπως ἐγράφη εἰς τό ὑπ’ ἀριθμ. 263/19-1-1999 ἡμέτερον ἔγγραφον, ὅτι «κατά τήν ἐκτίμησιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ αὐτόθι κατάστασις ἔχει ὁπωσδήποτε ἐκτραπεῖ ἐκ τέ τῆς εὐαγγελικῆς καί τῆς κανονικῆς ὁδοῦ, ἐπί δεινῶ σκανδαλισμῶ καί τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ Χριστωνύμου Λαοῦ τῆς εἰρημένης Ἱερᾶς Μητροπόλεως» καί ὅτι πρέπει νά ἀποφευχθῆ ἡ «ἐκκλησιαστική τρόπον τινά διαρχία ὑπό τῶν Ἱερῶν Κανόνων κατακρινομένη» καί νά ὑπακούητε εἰς τόν κανονικόν καί νόμιμον Ποιμενάρχην ὑμῶν, τοσούτον μᾶλλον, καθόσον ὁ νῦν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος ἀγαπᾶ καί ὑπερμαχεῖ τοῦ Ὀρθόδοξου Μοναχισμοῦ καί τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἔχει ἀποδειχθῆ διά πολλῶν πειστηρίων.

γ) Ἐπί πλέον ἡ Ἱερά Σύνοδος, μετά ἀπό αἴτησιν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεου, ἀπέστειλεν ἐπιθεωρητήν τῆς Ὑπηρεσίας Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομικῆς Ἐπιθεωρήσεως τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.), ἴνα ἐλέγξη τά τῆς διαχειρίσεως τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς. Ὑμεῖς ὅμως, ὄχι μόνον δέν ἐδέχθητε τόν ὡς ἄνω Ἐπιθεωρητήν, ἀλλά κατεφύγετε, παρά τούς Ἱερούς Κανόνας, εἰς τό Ἀνώτατον Ἀκυρωτικόν Δικαστήριον ἐναντίον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἱεραρχίας, ἴνα ἀποφύγητε τόν ἔλεγχον, τόν ὁποῖον, ἄλλωστε, δέν πρέπει νά φοβεῖσθε, δεδομένου ὅτι διατείνεσθε ὅτι πάντα τα ἐν τῇ Ἱερά Μονή ἔχουσι καλῶς.

Μέ τάς πράξεις ταύτας, διεπράξατε τό κανονικόν παράπτωμα τῆς ἀπειθαρχίας, ἀνυπακοῆς καί ἀνταρσίας, οὐχί μόνον πρός τόν κατά τούς Ἱερούς Κανόνας Ποιμενάρχην ὑμῶν, ἀλλά καί πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας.

Τούτων ἕνεκα, ὑπό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου ὠρίσθη εἰδικός εἰσηγητής εἰς τήν Ἱεραρχίαν τοῦ Ὀκτωβρίου 2001, δῆλον ὅτι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἠλείας καί Ὠλένης κ. Γερμανός, ἐγκρατής εἰς τά περί Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Ἐκκλησίας, ὅστις εἰς ἐμπεριστατωμένην εἰσήγησίν του ἀνεφέρθη γενικῶς εἰς τό πρόβλημα τῶν σχέσεων τῶν Ἱερῶν Μονῶν πρός τούς Ἐπισκόπους αὐτῶν, εἰδικῶς δέ εἰς τά συμβαίνοντα εἰς τήν Ἱεράν ὑμῶν Μονήν, καί προέτεινε τά δέοντα. Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, λαβοῦσα ὑπ’ ὄψιν τήν εἰσήγησίν του ὡς ἄνω Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου, ἀπεφάσισεν ὅπως:

α. Τό σημαντικόν αὐτό ἐκκλησιολογικόν, κανονικόν καί ποιμαντικόν θέμα παραπεμφθῆ εἰς τήν Διαρκῆ Ἱεράν Σύνοδον διά λεπτομερῆ μελέτην καί ὑλοποίησιν.

β. Νά ἐξονομασθοῦν ἡ Ἱερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτῆρος Ναυπάκτου καί ἡ ἀδελφότης τῶν Ἁγίων Αὐγουστίνου καί Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ Τρικόρφου Δωρίδος, ὡς ἔχουσαι ἐκτραπῆ ἐκ τῆς κανονικῆς καί παραδοσιακῆς Ἐκκλησιαστικῆς Τάξεως.

γ. Νά γίνουν αἵ δέουσαι συστάσεις πρός τά ἁρμόδια πρόσωπα, ἰδίως πρός τόν Ἀρχιμανδρίτην Σπυρίδωνα Λογοθέτην Ἡγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ναυπάκτου, νά πειθαρχήση εἰς τάς ἀποφάσεις τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί νά σταματήση τήν ὡς μή ὤφειλε ἐκκλησιαστικήν αὐτήν ἀταξίαν, ὑπακούων εἰς τόν οἰκεῖον αὐτοῦ Μητροπολίτην.

Κατόπιν τούτου, ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀνέθεσεν εἰς τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Ἱερώνυμον, ἴνα εἰσηγηθῆ ἐπί τοῦ προκειμένου. Μετά τήν Εἰσήγησιν καί τήν διεξοδικήν συζήτησιν ἐπ’ αὐτῆς, κατά τήν Συνεδρίαν τῆς 13ης Δεκεμβρίου ἐ.ε., ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισεν ὅπως παραγγείλη ὑμίν τα ὡς κάτωθι:

1. Τό συντομώτερον δυνατόν, δέον ὅπως ἀποκαταστήσητε τάς σχέσεις ὑμῶν μετά τοῦ κανονικοῦ Ποιμενάρχου ὑμῶν καί παύσητε τήν ἀνταρσίαν καί τήν ἀνυπακοήν, ἥτις ἐξελίσσεται εἰς ἐν δυνάμει σχίσμα, ὥστε διά τοῦ τρόπου τούτου νά βαδίσητε τόν δρόμον τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ εἰς ὅν ἐκλήθητε καί τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητον, «μήπως ἄλλοις κηρύξαντες, αὐτοί ἀδόκιμοι γένησθε».

2. Ἅμα τή λήψει τοῦ ἡμετέρου ἐγγράφου δέον ὅπως ἀνακαλέσητε γραπτῶς καί δημοσίως τάς συκοφαντίας ἅς ἐξετοξεύσατε ἐναντίον τοῦ Ποιμενάρχου ὑμῶν Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ἱερόθεου, κυρίως τά ὅσα ἐγράψατε καί διεδώσατε περί δῆθεν ἀπαιτήσεως ἐκ μέρους αὐτοῦ ἀπό τήν Ἱεράν ὑμῶν Μονήν 200.000.000 δραχμῶν, ὡς καί ἑτέρας συκοφαντίας, τάς ὁποίας ἀπηυθύνατε κατά τοῦ Ποιμενάρχου ὑμῶν. Εἶναι δέ ἐπιβεβλημένον νά γίνη τοῦτο, διότι, καθώς διεπιστώσαμεν, ἀπό τάς τριμελεῖς ἐκ Μητροπολιτῶν καί ἐξ Ἡγουμένων Ἐπιτροπᾶς, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ὑμῶν, οὐ μόνον δέν ἀπhτησεν ἀπό τήν Ἱεράν ὑμῶν Μονήν χρηματικόν τί ποσόν, ἀλλά ἐγγράφως καί προφορικῶς ἐβεβαίωσεν ὅτι δέν ἐπιθυμεῖ νά καταθέτη ἡ Ἱερά Μονή χρηματικά ποσά εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν. Ἡ ἀνάκλησις τῶν συκοφαντιῶν τούτων καί ἡ ἀποκατάστασις τῆς ἀδικίας τῆς γενομένης ὑφ’ ὑμῶν εἰς τόν Σεβασμιώτατον Ποιμενάρχην ὑμῶν εἶναι ἀναγκαία διά τήν βελτίωσιν τῶν κανονικῶν σχέσεων ὑμῶν μετ’ αὐτοῦ.

3. Διά λόγους ὑπακοῆς καί ἐκκλησιαστικῆς εὐταξίας δέον ὅπως δεχθῆτε ἀμέσως τόν Ἐπιθεωρητήν τῆς Οἰκονομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἴνα οὗτος ἐνεργήση διαχειριστικόν καί οἰκονομικόν ἔλεγχον εἰς ἁπάσας τάς οἰκονομικᾶς διαχειρίσεις, τάς ἀμέσως ἤ ἐμμέσως ἐξηρτημένας ἐκ τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς, διότι τοῦτο θά διευκολύνη τά μέγιστα εἰς τήν ἄμεσον λύσιν τοῦ σοβαροῦ προβλήματος τοῦ ἀνακύψαντος εἰς τάς σχέσεις ὑμῶν μετά τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μητροπόλεως.

4. Συμφώνως τή ὑπ’ ἀριθμ. 2531/7-4-1992 Ἐγκυκλίω τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ἀλληλογραφία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μετά Κρατικῶν καί Δημοσίων Ὑπηρεσιῶν, δέον ὅπως γίνηται διά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἡ ὁποία οὕτω θά λαμβάνη γνῶσιν τῶν ἐπιχορηγήσεων, αἵ ὁποῖαι θά εἰσέρχωνται εἰς τήν Ἱεράν Μονήν, καί τῶν δανείων, τά ὁποῖα ἐνδεχομένως θά συνάπτη ἡ Ἱερά Μονή, δεδομένου ὅτι ἡ Ἱερά Μητρόπολις εἶναι ἐκ τοῦ νόμου ὑποχρεωμένη νά ἐγκρίνη τούς ἀπολογισμούς καί προϋπολογισμούς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

5. Ἀπασαι αἵ ἀποφάσεις καί αἵ Πράξεις τοῦ Ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, δέον ὅπως ἐγκρίνωνται κατά νόμον ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου ὑμῶν καί μόνον τότε θά ἔχωσιν ἰσχύν, ἐν ἐναντία δέ περιπτώσει θά εἶναι ἄκυροι.

6. Ἡ ἀλληλογραφία τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς μετά τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, δέον ὅπως γίνηται διά τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μητροπόλεως. Τοῦτο σημαίνει ὅτι δέν θά ἀποστέλλητε εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον ἀπ’ εὐθείας ἔγγραφα, ἄνευ γνώσεως τοῦ Μητροπολίτου ὑμῶν, οὔτε θά κοινοποιῆτε ταῦτα εἰς τήν Σύνοδον καί τούς Συνοδικούς Μητροπολίτας, διότι μία τοιαύτη ἐνέργεια θά ἐκληφθῆ ὡς ἐν ἐπιγνώσει ἀγνόησις ὑφ’ ὑμῶν τοῦ κανονικῶς προϊσταμένου ὑμῶν Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου.

7. Μετά τά ἀνωτέρω δέον ὅπως ὁρισθῶσι δύο Νομικοί Σύμβουλοι ἑκατέρωθεν, ἤτοι ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἴνα ἀναλάβωσι μετά συνέσεως, διακρίσεως καί σοβαρότητος τήν κατά τούς Ἱερούς Κανόνας, τό ἐκκλησιαστικόν δίκαιον καί τάς ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐπίλυσιν τῶν ἐκκρεμούντων σοβαρῶν νομικῶν ζητημάτων, ὅπως τά τῆς ἐγκρίσεως τῶν προϋπολογισμῶν καί ἀπολογισμῶν τῶν παρελθόντων ἐτῶν, οἱ ὁποῖοι δέν ἐνεκρίθησαν, τά τῶν Ἀστικῶν Ἑταιρειῶν καί τῶν Ἐμπορικῶν Ἑταιρειῶν (Ε.Π.Ε.), τά τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ Καθολικοῦ της Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς ἄνευ δημοπρασιῶν, τά τῆς ἀνεγέρσεως ξενῶνος ἄνευ ἐγκρίσεως ὑπό τῆς Ναοδομίας καί ὑπό τοῦ Μητροπολίτου, τά τῆς ἐπιχορηγήσεως ὑπό τοῦ Κράτους καί τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, ἄνευ γνώσεως τοῦ Μητροπολίτου καί εἰ τί ἕτερον νομικόν πρόβλημα τό ὁποῖον προέκυψεν. Ἡ κοινή συμφωνία τῶν δύο Νομικῶν Συμβούλων δέον ὅπως ὑποβληθῆ πρός ἔγκρισιν εἰς τόν οἰκεῖον Μητροπολίτην καί ἐκεῖνος κατά τήν διακριτικήν αὐτοῦ εὐχέρειαν δύναται νά ἀποστείλη αὐτήν εἰς τήν Ἱεράν Σύνοδον πρός ἐνημέρωσιν καί ἔγκρισιν.

8. Εἶναι ἀναγκαῖον νά ±ὑθμισθῆ τό ὅλον θέμα τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς, κατά τάς ὑποδείξεις τῆς Ὑπηρεσίας Ἐκκλησιαστικῆς Οἰκονομικῆς Ἐπιθεωρήσεως τῆς Ε.Κ.Υ.Ο., ἴνα μή ἐπαναληφθῆ εἰς τό μέλλον παρόμοιον τί πρόβλημα.
Βεβαίως, ὅπως διεπιστώσαμεν, τό πρόβλημα εἶναι πρωτίστως ἐκκλησιολογικόν καί κανονικόν καί δευτερευόντως νομικόν καί οἰκονομικόν, δί’ ὅ καί προτρεπόμεθα πατρικῶς ὅπως ἀναθεωρήσητε τήν στάσιν ὑμῶν ἔναντί του Μητροπολίτου ὑμῶν καί ὑποτάσησθε εἰς αὐτόν, ὅπως ὁρίζουν οἱ Ἱεροί Κανόνες καί τό ἐκκλησιαστικόν δίκαιον. Ἄλλωστε, ὅπως ἔχομεν διαπιστώσει ἐκ τῶν τριμελῶν Ἐπιτροπῶν καί τῶν διαφόρων εἰσηγήσεων κατά τάς Συνεδριάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῶν προηγουμένων τριῶν Συνοδικῶν Περιόδων, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος δέν ἐζήτησεν ὑπερβολικόν τί ἀπό ὑμᾶς, οὔτε ἐπραξεν τί καθ’ ὑπέρβασιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῶν καθηκόντων αὐτοῦ ὡς Ποιμενάρχου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου.

Πεποίθαμεν ὅτι θά συμμορφωθῆτε πάραυτα εἰς τά ὡς ἄνω ἐντελλόμενα, πρός ὠφέλειαν ὑμῶν, καθ’ ὅτι ἡ ἀνυπακοή εἰς τούς Ἐπισκόπους καί ὁ ἐξ αὐτῆς προερχόμενος συχνάκις σκανδαλισμός τοῦ Χριστεπωνύμου πληρώματος ἀποτελοῦν βαρύτατα κανονικά παραπτώματα, ὁδηγοῦντα τούς ἀπειθάρχους εἰς τήν αἰωνίαν καταδίκην. Ἀπό πατρικῆς μερίμνης ἐκκινοῦντες καί εἰς τήν ἀποκατάστασιν τῆς εἰρήνης ἀφορῶντες ἐπιθυμοῦμεν νά γνωρίζητε τήν ἀγάπην μεθ’ ἧς ἡ Ἱερά Σύνοδος περιβάλλει τήν Ἱεράν Μονήν ὑμῶν καί τήν ἐν αὐτή ἀσκουμένην Ἱεράν Ἀδελφότητα νέων ἀνθρώπων ἀφιερωθέντων εἰς τήν, διά τῆς ταπεινώσεως καί ὑποταγῆς εἰς τόν Θεόν, ὑπηρεσίαν τοῦ Ἁγίου Θελήματός Του. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐπιθυμεῖ νά ἴδη καί πάλιν τήν Ἱεράν ὑμῶν Μονήν διαλάμπουσαν εἰς τό πνευματικόν στερέωμα τῆς καθ’ Ἑλλάδα Ἐκκλησίας, ὑμᾶς δέ πάντας ὡς τήν χαράν καί τόν στέφανον αὐτῆς. Μόλις δέ καί ἀνάγκη ἐστιν εἰπεῖν ὅτι ἐπ’ οὐδενί λόγω δέον νά ἀφήσητε τά οἰκονομικά καί πρακτικά ζητήματα νά δηλητηριάζωσι τάς σχέσεις ὑμῶν μετά τοῦ Ἐπισκόπου ὑμῶν. Διό καί εὐελπιστεῖ ὅτι μετά προθυμίας θά σπεύσητε νά συμμορφωθῆτε πρός τάς ἄνω ὑποδείξεις Αὐτῆς προερχομένας, ὡς ἐλέχθη, ἐξ ἀγάπης καί ἀξιοχρέου ἐνδιαφέροντος ὑπέρ ὑμῶν.

Ἐάν δέ παρ’ ἐλπίδα, θελήσητε νά συνεχίσητε τήν ἰδίαν τακτικήν ἔναντί του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου ὑμῶν καί τοῦ Ἱεροῦ Σώματος τῶν Ἐπισκόπων της Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας ἠμῶν, παραβαίνοντες τούς Ἱερούς Κανόνας καί τήν Ἐκκλησιαστικήν Νομοθεσίαν, ἡ Ἱερά Σύνοδος προτίθεται ἴνα λάβη αὐστηρότερα μέτρα, συμφώνως πρός τά προταθέντα ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἠλείας κ. Γερμανοῦ, κατά τάς Συνεδριάσεις τῆς προσφάτου Ἱεραρχίας.

Ἐπί τούτοις, εὐχόμενοι ὅπως Κύριος ὁ Θεός φωτίση ὑμᾶς καί καθοδηγήση τά διαβήματα ὑμῶν πρός ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν Αὐτοῦ, ἴνα ἀποδειχθῆτε ἄξιοι οἰκονόμοι τῆς Θείας Χάριτος ἐν ἡμέρα Κρίσεως, διατελοῦμεν.

† Ὁ Ἀθηνῶν Χριστόδουλος, Πρόεδρος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
+ Ὁ Σαλώνων Θεολόγος

ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ, ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ

  • Προβολές: 3779