Ἐπιστολὴ Ἀρχιμανδρίτου Ἱερεμία Φούντα: Γιὰ τὸ Ἐκκλησιολογικὸ Πρόβλημα τῆς Ναυπάκτου
Στό προηγούμενο τεῦχος τῆς Ε.Π. εἴχαμε δημοσιεύσει τίς ἐπιστολές τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τοῦ Μακαριωτάτου πρός τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως, π. Σπυρίδωνα Λογοθέτη, καί εἴχαμε σημειώσει τήν ἀνάγκη μιᾶς νέας ἀρχῆς, βάσει τῶν Συνοδικῶν παραγγελμάτων.
Ἀπό τήν ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ἐπανέλθουμε δημοσιεύοντας μιά σημαντική ἐπιστολή, μέ ἡμερομηνία 19-12-2001, τήν ὁποία ἀπέστειλε ὁ Ἀρχιμ. π. Ἱερεμίας Φούντας, Ἱεροκήρυκας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεγάρων καί Διδάκτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, Ναυπάκτιος στήν καταγωγή, πρός τόν Καθηγούμενο τῆς Ι. Μονῆς, καί τήν ὁποία κοινοποίησε στόν Μητροπολίτη. Βεβαίως, μετά τήν ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας, κάθε ἄλλος λόγος περιττεύει, ἀλλά ἡ ἐπιστολή αὐτή δείχνει πῶς ἀντιμετωπίζει τό κρίσιμο αὐτό θέμα καί ἕνας Ἱεροκήρυκας, Ναυπάκτιος, ἀπό τήν πλευρά του.
Πρίν δημοσιευθῆ ἡ ἐπιστολή τοῦ π. Ἱερεμία, θεωροῦμε σκόπιμο νά παραθέσουμε ἕνα τμῆμα ἀπό τήν ἀπάντηση τοῦ Μητροπολίτου πρός τόν π. Ἱερεμία.
«Ἔλαβα τήν ἐπιστολή πού ἀπεστείλατε πρός τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως, Ἀρχιμ. Σπυρίδωνα Λογοθέτη, καί τήν διάβασα μέ μεγάλη προσοχή. Περισσότερο ἀπό ὅλα ἱκανοποιήθηκα ἀπό τήν ἐκκλησιολογική σᾶς εὐαισθησία καί τό ὀρθόδοξο φρόνημά σας, πού εἶναι δεῖγμα τοῦ τρόπου μέ τόν ὁποῖο διακονεῖτε μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Διέκρινα αὐτό πού γνώριζα, ἕναν ἀνεπαίσχυντο διάκονο τῆς Ἐκκλησίας, πού ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας καί διακονεῖ μέ ταπείνωση καί ἀγάπη τόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Ὅσα γράφετε γιά τό πρόσωπό μου, περισσότερο δείχνουν τήν εὐγένεια τοῦ χαρακτῆρος σας καί τήν ἐκκλησιολογική σᾶς εὐαισθησία, παρά τό δικό μου ἔργο πού ἐπιτελῶ στήν Ἐκκλησία.
Πράγματι πιστεύω ἀκράδαντα ὅτι ἄν κάτι ἔχω προσωπικό μου, εἶναι οἱ ἁμαρτίες μου, ἐνῶ ὅ,τι ἐξέρχεται καλό εἶναι δάνειο, πού μου ἔδωσαν μεγάλοι καί ἅγιοι Πατέρες καί διδάσκαλοι. Μέ ἀξίωσε ὁ Θεός νά δεχθῶ ὀρθόδοξη διδαχή ἀπό τά μικρά μου χρόνια. Πρῶτα ἀπό τούς εὐλαβεστάτους καί ἄκακους γονεῖς μου, στήν συνέχεια ἀπό τόν ἀείμνηστο Γέροντά μου Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κυρό Καλλίνικο, ἔπειτα ἀπό τούς Πατέρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τά ἐρημικά αὐτά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ, ἐπί πλέον δέ ἀπό τόν ἀείμνηστο θεόπτη Γέροντα Ἀρχιμ. Σωφρόνιο τοῦ Essex, καθώς ἐπίσης καί ἀπό τόν Καθηγητή π. Ἰωάννη Ρωμανίδη. Αὐτοί καί μερικοί ἄλλοι, ὅπως ὁ ἀείμνηστος Καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου, μοῦ «ἄνοιξαν τά μάτια» γιά τούς ἠσυχαστᾶς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο καί τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη. Εὐγνωμονῶ τόν Θεό καί ἐλεεινολογῶ τόν ἑαυτό μου, γιατί δέν εὑρίσκομαι στό σημεῖο πού θά ἔπρεπε νά εἶμαι ......»
Ἡ ἐπιστολή τοῦ π. Ἱερεμία ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Ἀγαπητέ πάτερ Σπυρίδων, Εὐλογεῖτε.
Γιά τήν παρελθοῦσα ἑορτή Σᾶς εὔχομαι ὁλοκαρδα τόν ἁγιασμό σας καί τήν σωτηρία τῆς κοινοβιακῆς ἀδελφότητός σας.
Γνωρίζω, πάτερ Σπυρίδων, ὅτι ἔχετε παράπονο ἐναντίον μου, τό ὁποῖο ἔχει ἐκφρασθεῖ καί ἐκτός Μονῆς, εἴτε ἀπό σᾶς εἴτε ὑπό ἄλλου ἀδελφοῦ του Κοινοβίου σας. Καί τό παράπονό σας εἶναι ὅτι ποτέ δέν ἔχω ἐπισκεφθεῖ τό Μοναστήρι σας. Πραγματικά, ἄν καί κατάγομαι ἀπό τήν Ναύπακτο, ἄν καί παλαιότερα ὑπηρετοῦσα στήν γείτονα Μητρόπολη τῆς Φωκίδος καί ἡ διακονία μου μέ ἔφερε κάθε ἑβδομάδα μέχρι τῶν ὁρίων τῆς ἱερᾶς σας Μονῆς, ὅμως ποτέ δέν ἔχω ἔλθει σ’ αὐτήν. Πιθανόν νά ἔχετε ἀκούσει καί ὄχι εὐχάριστο κρίση μου γιά τό Μοναστήρι σας.
Ἐπειδή, πάτερ Σπυρίδων, ἠμεῖς οἱ Μοναχοί ἔχουμε ἰδιαίτερά το αὐθόρμητο καί εἰλικρινές, θά μοῦ ἐπιτρέψετε ἔτσι καί ἐγώ νά ἐκφρασθῶ, ἀφοῦ μάλιστα ὁ λόγος μου εἶναι γιά τό τίμιο πράγμα καί ὄνομα πού λέγεται «Μοναχισμός» καί γιά τήν ἐκκλησιολογία τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς φιλτάτης πατρίδος μου.
Μέ εἰλικρίνεια, λοιπόν, πάτερ μου, ἐκφραζόμενος λέγω ὅτι ἔβλεπα καί ἐγώ μαζί μέ πολλούς ὅτι τό Μοναστήρι σας δέν ἔχει τό χρῶμα τοῦ ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ, ἐκεῖνο, δηλαδή, τό ταπεινό καί ἡσυχαστικό, ἀλλά, μέ τόν κομπασμό γιά τά ἔργα του καί τίς προβολές τοῦ Ἡγουμένου του καί μάλιστα μέ τίς ἐμπλοκές Συλλόγων καί κοσμικῶν ἀθεολογήτων προσώπων σ’ αὐτό, ἐφοβούμην ὅτι τό Μοναστήρι σας θά κάμει ζημιά στόν ὀρθόδοξο Μοναχισμό τοῦ χώρου μας, γιατί τόν ἀλλοιώνει, γιατί, ὡς φαίνεται, ἔχει πνεῦμα βαρλααμισμού. Φαίνονται αὐτά καί στό περιοδικό σας, τό ὁποῖο δέν ἔχει τή νόστιμη καί σωστική θεολογία τῶν Πατέρων, ἀλλά ἐκείνη τήν ἀνθρώπινη ὀργανωσιακή καλολογία, τήν βαρετή καί ξεπερασμένη πιά. Νομίζω, ἄν ἑρμηνεύω καλῶς, ὅτι ὅλα αὐτά σας συμβαίνουν, γιατί ἔχετε λανθασμένη ἔννοια περί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ –ὅρος ὅμοιος πρός τόν τίτλο τοῦ περιοδικοῦ σας– νοοῦντες αὐτήν ὡς βασίλειο καί ὄχι ὡς τήν ἄκτιστη Χάρη καί Δόξα τοῦ Θεοῦ, στήν Ὁποία καλούμεθα νά μετάσχουμε μέ τήν ἄσκηση τῆς μετανοίας. Δυστυχῶς, αὐτή ἡ λανθασμένη καί κοσμική ἔννοια τῶν Φραγκολατίνων περί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἦλθε καί σέ πολλούς ἱερεῖς καί «θεολόγους» τῆς πατρίδος μας, γι’ αὐτό καί ἡ ποιμαντική τους δέν εἶναι ἐκείνη τῶν ἁγίων μας Πατέρων, ἡ ὁποία ἀποβλέπει μόνον στό πῶς νά καθαρθοῦμε ἀπό τά πάθη γιά νά δοῦμε τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ μέ καθαρότητα, ἀλλά εἶναι μιά δραστηριότητα ἐξασκουμένη μέ τήν δυτική ἀξιοπρέπεια καί χυνομένη σέ ἐπωφελῆ κοινωνικά ἔργα. Τό φαντασμαγορικό περιοδικό σᾶς –μαζί μέ ἄλλα παρόμοια θρησκευτικά περιοδικά τοῦ τόπου μας– δέν κηρύττει, νομίζω, αὐτό τό ὀρθόδοξο κήρυγμα: Ὅτι πάντες ἀπωλέσαμε τήν Δόξα τοῦ Θεοῦ (βλ. Ρωμ.3,23) καί γι’ αὐτό πάντες ἐξαχρειωθήκαμε καί πάντες, λοιπόν, ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας γιά νά ἔλθει μέσα μας ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού λέγεται καί εἶναι «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Τό περιοδικό σας, πάτερ μου, δέν φαίνεται νά ὁδηγεῖ σ’ αὐτόν τόν σκοπό, δηλαδή, στήν μετάνοια, δέν ἔχει τήν θεολογία τῶν Πατέρων, παρά τά ἀποσπασματικά ἐν τισι πατερικά λόγια καί γι’ αὐτό -συγγνώμην- δέν τό συνιστῶ ὡς πνευματικό ἀνάγνωσμα. Ἠμεῖς οἱ ἱερομόναχοι πρό παντός μέ τόν βίο μας καί μέ τόν λόγο μᾶς πρέπει νά κηρύττουμε αὐτήν τήν ἀλήθεια ἑνός ἁγιασμένου πατρός: «Τί φοβοῦνται οἱ ἅγιοι; Τήν ἐπιτυχίαν εἰς τό ἔργον των, ἡ ὁποία δύναται νά προκαλέση τούς ἐπαίνους. Ἐν συμπεράσματι: Ἐκείνη ἡ ψυχή εἶναι περισσότερο ἁγία, ἡ ὁποία προσπαθεῖ περισσότερο νά κρύβεται» (Ἀρχιμ. Νεκταρίου Ἀντωνοπούλου, Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Χαμακιώτης, σ.172) Στό περιοδικό σας δέν φαίνεται νά κηρύττεται ἡ ἀλήθεια αὐτή. Ἐπίσης, σ’ αὐτό συλλαμβάνεσθε ὅτι δέν ἔχετε μελετήσει καθόλου τόν μεγάλο θεολόγο τοῦ αἰῶνος μας, τόν μακαριστό πατέρα Ἰωάννη Ρωμανίδη.
Τό κακό αὐτό πού σᾶς συμβαίνει, πάτερ Σπυρίδων, σᾶς εἶναι, περί τά τελευταῖα τουλάχιστον, ἀδικαιολόγητον, διότι σεῖς, περισσότερο ἀπό ὅλους ἠμᾶς, ἔχετε τό πλεονέκτημα νά ἔχετε Ἐπίσκοπο μαθητεύσαντα ἐπιμελέστατα στά θεολογικά γράμματα καί γι’ αὐτό ἀναδειχθέντα εἰς μέγαν θεολόγον, μέ τήν πατερική καί ἐπιστημονική ἔννοια τοῦ ὄρου, θεολόγον θαυμαζόμενον οἰκουμενικῶς καί ποιμένοντα, διά τῶν συγγραφῶν Του, πέραν τῆς Ποίμνης Του, ἀμέτρητον πλῆθος πιστών' διότι ἡ σωστή ποιμαντική γίνεται βάσει τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, τήν ὁποίαν ἐκφράζουν καθαρώτατα τά πολυπληθῆ συγγράμματα τοῦ Ἐπισκόπου Σας. Τώρα, πάτερ Σπυρίδων, πραγματικά, καυχῶμαι περισσότερο ὅτι κατάγομαι ἀπό τήν Ναύπακτο, γιατί ἔχει Ποιμενάρχην τόν πεφημισμένον εἰς τούς Ὀρθοδόξους Ἐπίσκοπον πατέρα Ἱερόθεον Βλάχον, ὅπως ἐξίσου καυχῶμαι γιατί ἡ πατρίδα μου ἐγέννησε τόν ξακουστόν καί γιά τήν σοφίαν (θεολογίαν) του καί τήν ἁγιότητά του Γέροντα Μοναχόν Θεοκλητόν Διονυσιάτην.
Ἐπειδή, λοιπόν, ἅγιε Καθηγούμενε, τοιοῦτον Ποιμένα καί Διδάσκαλον ἔχετε, ἔπρεπε νά ἐκμεταλλευθεῖτε, ἅς τό πῶ ἔτσι, τήν καλή αὐτή δωρεά τοῦ Θεοῦ γιά νά μαθητεύσετε παρά τῷ Ἐπισκόπω σας στήν πατερική θεολογία καί τότε μόνος θά ἐσχίζατε τό περιοδικό σας καί θά ἐκάνατε θεολογικό, δηλαδή, πατερικό το κήρυγμά σας, γιατί θά ἐλέγατε αὐτό τό σωστό καί ταπεινό: Δέν ἐπιτρέπεται, ὄχι δέν ἐπιτρέπεται ἐγώ ὁ ἱεροκήρυκας τῆς Μητροπόλεως νά γράφω καί νά λέγω χαμηλά καί τετριμμένα, ὅταν ὁ λαός πού ὑπηρετῶ μαθητεύεται ἀπό τόν Ἐπίσκοπό του σέ ἀνώτερα θεολογικά μαθήματα, πού ἐγώ δέν γνωρίζω.
Πιστεύσατε μέ, πάτερ Σπυρίδων, ὅτι ἄν ἤμουν ἱεροκήρυκας Ναυπάκτου, κατά πρώτον λόγο θά θεωροῦσα ὅτι ἡ διακονία μου πρέπει νά εἶναι ἔξω ἀπό τήν ἕδρα, στά χωριά, γιά τόν λόγο ὅτι δέν λεγόμεθα ἱεροκήρυκες πόλεως, ἀλλά Μητροπόλεως, καί διά τόν ἄλλον λόγο ὅτι στήν πόλη, στήν ἕδρα Μητροπόλεως, πρυτανεύει ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος εἶναι καί καθηγητής ὁμιλητικῆς, ἔχει δέ τήν κατήχηση τοῦ λαοῦ Του ὡς τό πρῶτο καί κύριο ἔργο τῆς ποιμαντορίας Του. Καί, ἄν ἐξετάσατε τό θέμα, θά γνωρίζετε ὅτι ἡ θέση τοῦ ἱεροκήρυκος δέν στέκει ἐκκλησιολογικῶς, ἐκτός μόνον ἄν θεωρηθεῖ ὅτι πορεύεται μέ τήν ἐντολή τοῦ Ἐπισκόπου του ἐκεῖ ὅπου Αὐτός (ὁ Ἐπίσκοπος) δέν μπορεῖ νά ἐπαρκέσει. Γιά τήν Ναύπακτο, στήν ἕδρα, τό ἔργο μου καί ἡ προσφορά μου –προσφορά οὐσιαστική, πράγματι, θεολογική καί ἐκκλησιολογική– θά ἦταν ἡ ἑξῆς: Θά ἤμουν καί θά παρουσίαζα τόν ἑαυτό μου ὡς πιστό καί θερμό ἀκροατή τοιούτου Ἐπισκόπου, θά ἔδιδα τό παρόν σέ ὅλες Του τίς ὁμιλίες καί ποιμαντικές Του Συνάξεις καί θά προέτρεπα ἔτσι μέ τήν διαγωγή μου αὐτή τούς πιστούς πού ἐξομολογοῦνται σέ μένα καί γενικά τόν γνώριμό μου λαό, νά ἀκροᾶται μέ ζῆλο τέτοιες ὁμιλίες τοῦ Ἐπισκόπου τους, πού –νομίζω ὅτι συμφωνεῖτε– καί στά παλαιότερα καί στά νεώτερα χρόνια δέν ξανακούστηκαν. Καί ἀκόμη περισσότερο: Θά χιλιοπαρακαλοῦσα τόν Δεσπότη –καί, παρά τήν πολλή Του ποιμαντική καί θεολογική συγγραφική Του ἀπασχόληση, θά μοῦ τήν ἔκανε τή χάρη, γιατί θά παρουσίαζα τό αἴτημά μου ὡς αἴτημα πολλῶν- νά ἀρχίσει γιά μᾶς τούς κληρικούς τῆς ἕδρας καί γιά τούς μέ θεολογικά ἐνδιαφέροντα χριστιανούς ἕνα θεολογικό σεμινάριο, γιά τό ὁποῖο ἐγώ ὁ ἱεροκῆρυξ θά εἶχα τήν ἐπιμέλεια γιά τήν διοργάνωσή του, νά ἀρχίσει, λέγω, γιά μᾶς ἰδιαίτερα μαθήματα γιά μιά βαθυτέρα ἀνάπτυξη τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, τήν ὁποίαν Αὐτός μέ τόση ἐπιστήμη γνωρίζει.
Ναί, πιστεύσατε μέ, ἀγαπητέ μου πάτερ Σπυρίδων, ἔτσι θά φερόμουν ἄν κατά τά ἔτη ταῦτα ἤμουν ἱεροκήρυκας Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί ἐχαρακτήρισα μάλιστα τήν συμπεριφορά αὐτή ὄχι μόνον ὡς θεολογική προσφορά στό λαό (γιατί μέ τήν διαγωγή μου θά γινόμουν αἰτία προσελεύσεως πολλῶν στό κήρυγμα τοῦ Ἐπισκόπου γιά μιά σωστή κατήχηση), ἀλλά καί ἐκκλησιολογική προσφορά, ἀπό τήν ὁποία τόσον ἔχουμε ἀνάγκη στό ἑλλαδικό χῶρο μας. Ἅγιε Καθηγούμενε, ναί, πραγματικά! Στόν χῶρο μας, ὅπως ἀπέδειξαν πολλά, καί παλαιότερα καί νεώτερα, γεγονότα στήν Ἑλλαδική μας Ἐκκλησία, ἔχουμε ἀνάγκη ἰδιαίτερα ἀπό ἐκκλησιολογική κατήχηση. Ὁ λαός μᾶς πρέπει νά ἀκούσει (ἀπό μᾶς βέβαιά τους ἱεροκήρυκες θά τό ἀκούσει) τό σπουδαῖο καί ἀναγκαῖο γιά τήν σωτηρία τοῦ αὐτό μάθημα τοῦ μεγάλου ἐκκλησιολόγου ἁγίου Κυπριανοῦ, Ἐπισκόπου Καρχηδόνος: «Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι στήν Ἐκκλησία καί ἡ Ἐκκλησία στόν Ἐπίσκοπο' καί ἄν κανείς δέν εἶναι μέ τόν Ἐπίσκοπο, δέν εἶναι καί μέ τήν Ἐκκλησία»! (Ἐπιστολή 66.8).
Σεῖς, πάτερ Σπυρίδων, στό μάθημα αὐτό, ὄχι μόνο τώρα τελευταίως, ἀλλά καί σέ προηγούμενα χρόνια, ἀπεδείχθητε, κατά κοινή ὁμολογία, κακός μαθητής καί ἐκάματε μεγάλη ζημιά στόν ὑπέροχο λαό τῆς φιλτάτης πατρίδος μου, γιατί κλονίζατε μέ τήν διαγωγή σᾶς τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ στόν Ἐπίσκοπό του. Καί τήν ζημιά αὐτή, κατά ἕνα πατερικό λόγιο, τήν κάμνουν οἱ «δυναμικοί» στόν χαρακτήρα τους, ὅπως σεῖς. Παρατηρῆστε, ὅτι ὅλοι οἱ αἱρετικοί ἦταν, πράγματι, δυναμικοί. Πονοῦσα καί πονῶ πολύ γι’ αὐτήν τήν ἐκκλησιολογική ζημιά στήν πατρίδα μου καί ἐξεδήλωνα σιωπηλά τόν πόνο μου καί τήν ἀντίθεσή μου σέ σᾶς μέ τό νά μή ἐπισκεφθῶ ποτέ τό Μοναστήρι σας καί ὅταν, σπανίως, συναντώμεθα σέ διάφορα Συνέδρια ἤθελα νά σᾶς ἐκφράσω ἀδελφικῶς τήν ἀντίθεσή μου, ἀλλά δέν συνευδοκοῦσε οὔτε ὁ τόπος οὔτε ὁ χρόνος. Τώρα μέ τήν ἐπιστολή μου αὐτή, ἄν καί γνωρίζω ὅτι θά σᾶς λυπήσει, ὅμως ἀναπαύομαι, γιατί σᾶς ἐκφράζομαι σαφῶς καί δέν περικρύπτομαι ὑποκριτικῶς. Στά ἐκκλησιολογικά θέματα, μοῦ εἶπε κάποτε ὁ Ἐπισκοπός μου -καί στά ἑρμηνευτικά ἀκόμη προσθέτω-, δέν χωρεῖ εὐγένεια.
Τό ὅτι πράγματι, πάτερ Σπυρίδων, ἐκάνατε καί κάνετε μεγάλη πνευματική ζημιά μέ τίς κατά καιρούς πολεμικές σας πρός τούς Ἐπισκόπους σας φαίνεται ἀπό τούς «ὀπαδούς» σας (ἡ ἔκφραση δέν εἶναι τιμητική γιά τόν ὀρθόδοξο κληρικό). Ναί, οἱ ἐξαρτώμενοι ἀπό σᾶς χριστιανοί, πού σᾶς ἔχουν «ἀρχηγό» τους (καί πάλι ἡ ἔκφραση δέν σᾶς εἶναι τιμητική), παίρνουν τό δικό σας ἦθος καί ὄχι μόνο περιφρονοῦν τόν Ἐπίσκοπό τους, ἀλλά καί τόν ὑβρίζουν καί ἀκόμη χειρότερα τόν ἀπειλοῦν μέ......φόνο, ὅπως ἀκούω. Ἀλήθεια, τί ἐλεεινή καί πρόστυχη ἐπιστολή ἦταν αὐτή πού ἔγραψε μία ὀπαδός σας καί πού διάβασα σέ ἕνα βιβλίο τοῦ Ἐπισκόπου σας, ὁ Ὁποῖος γίνεται ἐξ αἰτίας σᾶς μαρτυρικός Ἱεράρχης καί χύνει τόν πόνο Του στό βιβλίο αὐτό; Νά πεῖτε ἐκ μέρους μου στήν συντάξασα τήν ἐπιστολή αὐτή ὅτι εἶναι ἀναιδέστατη καί αἰσχρή στήν ψυχή καί σέ σᾶς γι’ αὐτήν σας λέγω: «Νά τήν χαίρεστε»! Δέν εἶναι πρός τιμήν σας, πάτερ μου, νά ἔχετε τέτοια πνευματικά τέκνα, χωρίς ἦθος. Τουλάχιστον νά ἔχουν ἐντροπή στίς ἐκφράσεις τους, ὅταν μάλιστα ἐκφράζονται πρός κληρικούς καί μάλιστα πρός Ἐπίσκοπο. Στείλατέ τα σέ ἕνα Κατώτερο Κατηχητικό Σχολεῖο γιά νά μάθουν τά στοιχειώδη: πῶς πρέπει νά φέρονται καί νά ὁμιλοῦν στούς ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς. Ἐκεῖ θά μάθουν ὅτι, ὅταν γράφουν γράμμα σέ ἕνα Ἀρχιερέα καί μάλιστα στόν Ποιμενάρχη τους, νά γράφουν τό «προσκυνῶ» καί τό «τήν εὐχή σας, Σεβασμιώτατε». Ἡ ἐπιστολογράφος πνευματικοπαίδα σας, πάτερ Σπυρίδων, ἀπέδειξε μέ τό ἐλεεινό της κείμενο ὅτι δέν ἐφοίτησε οὔτε στό Κατώτερο Κατηχητικό Σχολεῖο. Λυπᾶμαι, πολύ λυπᾶμαι σάν Ναυπάκτιος, γιατί βλέπω ὅτι καί στήν πατρίδα μου «μπῆκε γιά καλά», ὅπως τό λέμε σ’ αὐτήν τοπικά, τό αἱρετικό μακρακιστικό πνεῦμα. Καί ποῦ νά τό φανταστεῖ κανείς: τό κακό αὐτό συνέβηκε ἐξ αἰτίας τοῦ ἱεροκήρυκος τῆς πόλεως!....
Ἡ μόνη παρηγορία στήν πικρία μας γιά τά συμβαίνοντα στήν Ναύπακτο, ἐξ αἰτίας σας καί μόνον, πάτερ Σπυρίδων, εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Σεπτοῦ Γέροντός μου πατρός Ἀρσενίου σ’ αὐτήν, ὅπως καί ἡ παρουσία τῶν ἄλλων ἐναρέτων καί εὐπαιδεύτων, ἀλλά καί ἁπλῶν κληρικῶν τῆς πόλεως καί Μητροπόλεως, κεκοσμημένων μέ τήν μεγάλη ἐκκλησιολογική ἀρετή τῆς τιμῆς καί ὑπακοῆς πρός τόν Ἐπίσκοπό τους' διότι εἶναι ὀρῶντες καί βλέπουν τό ὀρθόν της ὑποθέσεως, τό ἰδικόν Τοῦ δίκαιον καί τήν ἰδικήν σᾶς ἁμαρτίαν. Καί εἶναι ἐντροπή, πράγματι, πάτερ Σπυρίδων, ἕνας ἁπλός ἔγγαμος ἱερεύς νά διδάσκει, μέ τόν ταπεινόν του τρόπο, σέ μᾶς τούς ἱεροκήρυκες καί ἱερομονάχους μάθημα ὑπακοῆς πρός τόν Ἐπίσκοπο. Ἀλλά μέ τήν εὐκαιρία νά ἐρωτήσω, ἐλέγχοντας καί τόν ἑαυτό μου: Πῶς τό τολμᾶμε, πράγματι, πῶς τό τολμᾶμε καί ζητᾶμε ὑπακοή ἀπό τούς ἄλλους, σεῖς ἀπό τά πολλά καλογέρια σας καί ἐγώ ἀπό τούς ὀλίγους ἐξομολογουμένους μου, ὅταν ἠμεῖς πρῶτα δέν ὑπακούομε στόν κοινό πνευματικό Πατέρα, τόν Ἐπίσκοπο; Εἶναι κωμικό!
Μαθαίνουμε ὅμως, πάτερ, ὅτι ἔχετε ἀποκοπεῖ ἀπό τούς ἱερεῖς τῆς Μητροπόλεως, γιατί αὐτοί εἶναι πιστοί στόν Ἐπίσκοπό τους' καί ἀκόμη ἐμάθαμε ὅτι καί αὐτοῦ του Σεπτοῦ Γέροντος πατρός Ἀρσενίου ἐξουθενώσατε τήν ἐξ ἀγάπης τοῦ σοφή συμβολή τοῦ περί μετανοίας σας καί μεσολαβήσεώς του περί γεφυρώσεως τοῦ χάσματός σας μέ τόν Ἐπίσκοπο, ὅπως ἀπεκρούσατε καί τήν ἐξ Ἁγίου Ὄρους ὁμοία νουθεσία τοῦ Σεβασμίου Γέροντος πατρός Θεοκλήτου. Ἐρχόμεθα τώρα καί ἠμεῖς -καί εἴμαστε πολλοί- οἱ μακράν της Ναυπάκτου εὑρισκόμενοι πατριῶτες νά σᾶς παρακαλέσουμε καί νά σᾶς ἱκετεύσουμε, ἀγαπητέ καί σεβαστέ πάτερ, νά διορθώσετε διά τῆς μετανοίας σᾶς τό συμβάν κακόν, τό ταράσσον τήν τοπική Ἐκκλησία τῆς Ναυπάκτου' γνωρίζουμε δέ ὅτι τό κακόν αὐτό δέν εἶναι τωρινόν, ὥστε νά ἔχουμε λογισμό καί περί τυχούσης ἐνοχῆς τοῦ Ἐπισκόπου, ἀλλά εἶναι κακόν, ἀκριβῶς τό ἴδιο, τό ὁποῖον ἐπόνεσε τήν καρδίαν καί τῶν προκατόχων τοῦ κ. Ἱεροθέου Ἀρχιερέων, ἀπό τοῦ μακαριστοῦ Δαμασκηνοῦ ἤδη.
Ἐάν, πάτερ Σπυρίδων, ἐνεργήσετε ὅπως σᾶς ἱκετεύουμε καί πετύχετε διά τῶν μοναχικῶν ἰδία ἀρετῶν, τῆς ταπεινώσεως, μετανοίας καί ὑπακοῆς, τό ποθούμενο, τήν ἑνότητα, δηλαδή, μέ τόν Ἐπίσκοπό σας, τότε θά ἠχήσετε τό καλύτερο ὀρθόδοξο κήρυγμα, πού θά ἐντυπωσιάσει καί θά ὠφελήσει καί τήν κοινωνία τῆς πόλεως Ναυπάκτου, ἀλλά καί πολλούς, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν ἀκουσταί τῆς ἀπειθείας τοῦ ἱεροκήρυκος Ναυπάκτου πρός τόν Ἐπίσκοπό του' τότε θά μᾶς γίνετε λίαν σεβαστός καί ἀγαπητός, πραγματικά ἡγούμενος, ὡς ἡγούμενος μετανοίας. Τό γέ νῦν ἔχον δέν ἀκούονται καλοί λόγοι περί Ὑμῶν καί ἐντός καί ἐκτός της Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου.
Σᾶς ζητῶ συγγνώμη διά τήν ἐπιστολή, τήν ὁποία ἔγραψα μέ πόνο, μήπως ἐπιτευχθεῖ τό ποθούμενο.
Καλᾶς ἐορτάς. Ζητῶ τήν εὐχή σας μέ σεβασμό,
Ἱερομόναχος Ἱερεμίας Φούντας.
Μάνδρα Ἀττικῆς 19/12/2001»
ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ, ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
- Προβολές: 2833