Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ποιμαντικά δολώματα
Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Ἡ προσέλκυση τῶν νέων ἀπό τήν Ἐκκλησία εἶναι ἕνα θέμα πού προβάλλεται συχνά, μέ ποικίλα προσχήματα. Μερικοί μάλιστα φθάνουν νά ἀξιολογοῦν τήν ποιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς μιᾶς ἐνοριακῆς –ἀκόμη καί μοναστηριακής– κοινότητας μέ τό πλῆθος τῶν νέων πού συγκεντρώνει στίς δραστηριότητές της, συγχέοντας τίς κατηγορίες τῆς ποιότητας καί τῆς ποσότητας. Αὐτό βέβαια δέν σημαίνει ὅτι ἡ ποιμαντική των νέων δέν εἶναι ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους καί κρισιμότερους τομεῖς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή καί μελέτη.
Τό αἴτημα τῆς προσέλκυσης τῶν νέων ἀπό τήν Ἐκκλησία συνδέεται ἀπό ὁρισμένους μέ δύο πικρές ἐπισημάνσεις: Πρώτον, ὅτι οἱ νέοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τούς παραδοσιακούς θεσμούς, σημαντικότερος ἀπό τούς ὁποίους εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί δεύτερον, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἔξω ἀπό τήν σύγχρονη ζωή, μακριά ἀπό τίς ἐξελίξεις, προσηλωμένη σέ παλιές μεθόδους καί παρωχημένες ἀρχές, ὁπότε προβάλλεται ἐπιτακτικά το αἴτημα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ τῶν μεθόδων της, ἀλλά καί τῆς ἀναθεωρήσεως βασικῶν ἀρχῶν τῆς μέχρι σήμερα ποιμαντικῆς της.
Ἡ πρώτη «πικρή» ἐπισήμανση μπορεῖ νά ἀποδειχθῆ στατιστικά. Πάντως, εἶναι γεγονός ὅτι πολλοί σημερινοί νέοι ἔχουν καταλάβει πολύ καλύτερα ἀπό πολλούς παλαιότερους τήν ἀξία τῶν παραδοσιακῶν θεσμῶν, ἀφοῦ πιό μπροστά, κάποιοι ἀπό αὐτούς, πέρασαν ἀπό ριζικές ἀμφισβητήσεις. Γιά τήν δεύτερη «πικρή» ἐπισήμανση –προκειμένου νά μετριασθῆ ἡ πικρότητα της– πρέπει νά εἰπωθῆ ὅτι στίς μέρες μᾶς ὑπάρχουν πολλές καί ἀξιόλογες ἀπόπειρες ἐκσυγχρονισμοῦ τῶν μεθόδων προσέγγισης τῶν νέων, πού εἶναι γεμάτες ἀπό ἀγάπη, ἀλλά καί ἐπικοινωνιακή δεξιότητα. Καί εἶναι νομίζω ἀπό ὅλους κατανοητό, ὅτι ἡ σύζευξη αὐτῶν τῶν δύο (ἀγάπης καί ἐπικοινωνιακῆς δεξιότητας), ὅταν ἑδράζεται σέ στέρεη θεολογική βάση καί εἶναι ἀπόρροια ποιμαντικῆς εὐαισθησίας, εἶναι ὅ,τι τό καλύτερο καί ἀποδοτικότερο. Βέβαια, πάντα εἶναι ἐπικίνδυνος ὁ πειρασμός τῆς δημοσιότητας, καθώς καί ἡ δυναμική της ἀπωθημένης ἐφηβείας, πού ἐκδηλώνονται «ποιμαντικά» μέ ποικίλους «σύγχρονους» τρόπους ἐπικοινωνίας μέ τήν νεολαία. Τό τοπίο πολλές φορές εἶναι θολό, γι’ αὐτό εἶναι πάντα χρήσιμες κάποιες διασαφήσεις.
Ἄν ξεπεράσουμε τό προπέτασμα τῆς ἀληθοφάνειας –τήν μεμψιμοιρία γιά τίς ἀπαρχαιωμένες μεθόδους κάποιων ποιμένων– καί μελετήσουμε μέ θεολογικό ρεαλισμό τά πράγματα, θά δοῦμε ὅτι, κατ’ ἀρχήν, δημιουργεῖ ἐρωτηματικά ἡ αἴσθηση ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἔξω ἀπό τήν σύγχρονη ζωή. Μέσα σέ αὐτήν τήν αἴσθηση εὔκολα κανείς διαπιστώνει ἀφ’ ἑνός μέν τήν εἰδωλοποίηση τῆς σύγχρονης ζωῆς, ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν ἀπουσία τῆς βιώσεως τοῦ συμπεπυκνωμένου λειτουργικοῦ χρόνου. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία κάθε σύγχρονο εἶναι παλιό, διότι νέο εἶναι κάθε τί πού ἀνήκει στό μέλλον, τό ὁποῖο, ὅμως, προγευόμαστε ἀπό τώρα. Δέν ἔχουμε «ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Ἡ ἄρνηση ἐμπλοκῆς σέ «μένουσαν πόλιν» καί ἡ ἀναζήτηση μέσα στό παρόν τῆς «μέλλουσας» δέν εἶναι «ἀδράνεια», ἀλλά ἡ σημαντικότερη ἐκκλησιαστική δραστηριότητα.
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», οὔτε τό τέλος τῆς βρίσκεται στόν παρόντα αἰώνα, ὅμως ζῆ, πολιτεύεται, δραστηριοποιεῖται μέσα στόν κόσμο τοῦ «παρόντος αἰῶνος». Αὐτό ἀπαιτεῖ τήν προσαρμογή τοῦ λόγου της στίς ἀντιληπτικές ἱκανότητες καί στίς προσλαμβάνουσες παραστάσεις τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, ἀπαιτεῖ τήν γνώση τῆς γλώσσας τους, τῶν προβλημάτων τους, τῶν ἀδιεξόδων τους, τῶν ἀναζητήσεών τους, τῶν ἱερῶν τους, ὥστε νά μπορέση νά ἐπικοινωνήση μαζί τους καί νά τούς προσφέρη τήν δωρεά τῆς δικῆς της ζωῆς. Μπορεῖ σέ αὐτήν τήν ἐπικοινωνία νά χρησιμοποιήση κάθε μέσο, ἀρκεῖ ἐξαιτίας τοῦ νά μή προδίδεται ἡ ἀλήθειά της. Πρέπει νά σημειωθῆ, βέβαια, ὅτι ἡ προδοσία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου ζωῆς εἶναι κάτι πού μπορεῖ πολύ εὔκολα νά συμβῆ σέ ἐπιχειρήσεις ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς ποιμαντικῆς της, ὅταν δέν ὑπάρχουν οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις. Θά ἐπισημάνω στή συνέχεια δύο μορφές προδοσίας. Πρώτον, εἶναι ἡ χρήση στοιχείων τοῦ κόσμου πού εἶναι ἄσχετα μέ τό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας (δηλαδή εἴδη μουσικῆς, ζωγραφικῆς, ἀρχιτεκτονικῆς, μέσα ἀπό τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά περάση ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας), καθώς, ἐπίσης, ἡ ἀνάπτυξη δραστηριοτήτων πού εἶναι ἄσχετες μέ τόν πνευματικό, ἀνακαινιστικό ρόλο τῆς Ἐκκλησίας (Βλέπε ἀναλυτικότερα τό ἄρθρο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας «Ἡ ποιμαντική της Ἐκκλησίας», σέλ.10 τῆς Παρέμβασης). Δεύτερον, ἡ χρήση σύγχρονων καλλιτεχνικῶν δραστηριοτήτων ὡς «δολώματος» γιά λήψη ἐπαφῆς μέ τούς νέους. Αὐτό τό τελευταῖο θεωρῶ ὅτι εἶναι πολύ σημαντικό, γι’ αὐτό χρειάζεται περισσότερη ἀνάλυση.
Ἡ χρήση «δολώματος» στήν μαρτυρία τῆς ἀλήθειας εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀντιδεοντολογική. Πρέπει νά διευκρινίσω, ὅμως, τί θεωρῶ στήν προκειμένη περίπτωση «δόλωμα» καί γιατί ἡ χρήση τοῦ προδίδει τήν ἀλήθεια.
Τό δόλωμα ἐμπεριέχει μιά παραπλάνηση' ἀποκρύπτει τίς προθέσεις αὐτοῦ πού τό προσφέρει. Στήν «ἐκσυγχρονισμένη ποιμαντική της νεότητας» αὐτό γίνεται μέ τήν ἀνάπτυξη δραστηριοτήτων ἄσχετων μέ τό ἦθος, τήν ἀποστολή καί τήν προοπτική της Ἐκκλησίας, στίς ὁποῖες μπορεῖ νά συμμετέχη ὁ ὁποιοσδήποτε, ἀφοῦ δέν προϋποθέτει πίστη καί δέν κοστίζει τίποτε στήν φιλαυτία, ἀντίθετα, μάλιστα, κάποιες φορές, τήν ὑποιθάλπει. Γίνεται, δηλαδή, προσπάθεια νά προσελκυσθοῦν οἱ νέοι στήν Ἐκκλησία μέ κάτι πού δέν εἶναι τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι, δείχνεται στούς «προσηλύτους» μιά μορφή τῆς Ἐκκλησίας πού δέν εἶναι δική της. Θυμᾶμε κάποτε ἕναν φοιτητή πού θεωροῦσε ὡς σημαντικό ἔργο τῶν κατηχητικῶν ὁμάδων στίς ὁποῖες φοίτησε τίς γνώσεις πού ἀπέκτησε γιά τήν κλασική μουσική. Αὐτός δέν εἶχε πλέον ἀγαθές σχέσεις μέ τήν Ἐκκλησία' ἡ κλασική μουσική, ὅμως, ἦταν γι’ αὐτόν κάτι «ἱερό». Ἕνας νέος πού ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ τήν «Ἐκκλησία» μέ τούς ἤχους καί τίς μελωδίες ἑνός σύγχρονου συγκροτήματος, οἱ ὁποῖες συνοδεύονται ἀπό δηλώσεις ἐναντίον τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κατεστημένου, προσελκύεται στήν Ἐκκλησία ἤ σέ ἕνα ὑποκατάστατό της; Τοῦ ἀνοίγεται ὁ δρόμος γιά νά πορευθῆ τά στάδια τῆς τελειώσεως ἤ δεσμεύεται στό ἐνθάδε, ἀφοῦ τοῦ δίνεται ἡ δυνατότητα νά περνᾶ καλά, μέ τόν ἐφησυχασμό τῆς συνείδησής του μέσα στούς μοντέρνους ἤχους ἐθνικοθρησκευτικῶν τραγουδιῶν;
Ἐν κατακλείδι, ἄν ἡ χρήση τοῦ «δολώματος» βοηθοῦσε στήν σωτήρια ἁλιεία τῶν νέων ἀπό τήν θάλασσα τῆς ἐμπάθειας καί τῆς ἀποστασίας καί τούς ἄνοιγε τόν δρόμο γιά τήν εἴσοδό τους στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, δέν θά ὑπῆρχε κανένα πρόβλημα. Φοβᾶμαι, ὅμως, ὅτι ὁρισμένα σύγχρονα «ποιμαντικά δολώματα» διαστρέφουν τήν εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας καί δυσκολεύουν τήν εἴσοδο σ’ αὐτήν.
- Προβολές: 3056