Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου: Τό Άγιον Όρος ως ο ζωντανός Γολγοθάς και Πανάγιος Τάφος
Δημοσιεύουμε όλο το κείμενο της ομιλίας του Σεβασμιωτάτου στην πανηγυρική τράπεζα της Καλύβης των Καρτσωναίων Αγίου Όρους. Ο Σεβασμιώτατος ανέφερε τα βασικά μόνο σημεία στούς κεκοπιακότες από την ολονύκτια αγρυπνία πανηγυριστές (βλ. και σελ. 8-9).
***
Αγαπητοί Πατέρες,
Μέ πολλή χαρά ανταποκρίθηκα στην πρόσκλησή σας να έλθω στην εορτή της Καλύβης σας, διότι πανηγυρίζει ο Ιερός Ναός σας επ’ ονόματι του Αγίου Γεωργίου. Θά ήθελα να ανταποκρίνομαι σε όλες τις προσκλήσεις που λαμβάνω από τούς αγαπητούς μου αγιορείτας Πατέρας, κοινοβιάτες, σκητιώτες και ερημίτες, αλλά δυστυχώς ο φόρτος των ποιμαντικών μου καθηκόντων και η σχετική μακρινή απόσταση δεν μού το επιτρέπουν. Πάντως, πρέπει να γνωρίζετε ότι η καρδιά μου βρίσκεται στο Άγιον Όρος. Καί πολλές φορές ευρισκόμενος στον Δεσποτικό θρόνο, συμμετέχοντας σε διάφορες εκκλησιαστικές ακολουθίες, αναλογίζομαι με νοσταλγία τις αγιορείτικες αγρυπνίες, τις αγιορείτικες μορφές που γνώρισα και νοσταλγώ, την αγιορείτικη ζωή. Όσο με συγκινεί το Άγιον Όρος δεν με συγκινεί κανένα άλλο γεγονός στην ζωή μου.
Η χαρά μου προέρχεται κυρίως από δύο αιτίες, τις οποίες θα ήθελα με συντομία να σάς παρουσιάσω.
Η πρώτη αιτία είναι η παρουσία μου στην Σκήτη της Αγίας Άννης και στην Καλύβη των Καρτσωναίων, που είναι πολύ αγαπητή σε μένα.
Η αγιορείτικη ζωή είναι πολυποίκιλη και πολύτροπη, αλλά ταυτόχρονα και ενοειδής. Μία είναι η ζωή, ήτοι η ησυχαστική ζωή, αφού όλοι βιώνουν την ησυχαστική παράδοση, όμως διαφοροποιείται ανάλογα από τούς τόπους που ζούν οι πατέρες. Έτσι, έχουμε την κοινοβιακή ζωή, την σκητιώτικη ζωή και την ερημική ζωή. Κάθε μία από αυτές έχουν την κοινή πορεία, αφού με την Ορθόδοξη ασκητική όλοι αποβλέπουν στην εν Χριστώ θέωση, όπως την διέσωσε ο αγιορείτης άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, η μεγάλη αυτή μορφή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά ταυτόχρονα έχουν και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Η κοινοβιακή ζωή έχει σε μεγάλο βαθμό την αρετή της αδιάκριτης υπακοής, τις μακροχρόνιες ιερές ακολουθίες στο Καθολικό, την εκκοπή του ιδίου θελήματος, τον κόπο της φιλοξενίας κ.λ.π. Η σκητιώτικη ζωή έχει, εκτός από τα προηγούμενα, που απαραιτήτως υπάρχουν, σε μεγαλύτερο βαθμό την ξενιτεία, τον σκληρό κόπο του εργοχείρου, το οικογενειακό πνεύμα κ.λ.π. Καί η ερημική ζωή, έχει το απαράκλητο από εξωτερική πλευρά, την απόλυτη αποταγή, την τελεία εγκατάλειψη στην Πρόνοια του Θεού, το κλάμα κ.λ.π. Όλοι οι τρόποι ζωής κυριαρχούνται από την αένναη προσευχή, την μετάνοια και την αγάπη προς τον Θεό.
Από την φοιτητική μου ακόμη ζωή, από το έτος 1966, ερχόμουν στο Άγιον Όρος Χριστούγεννα, Πάσχα και Καλοκαίρι, επισκεπτόμουν τα Κοινόβια και τα ιδιόρρυθμα Μοναστήρια, αλλά κυρίως παρέμεινα τον περισσότερο καιρό στην περιοχή αυτή, που την αποκαλώ έρημο του Αγίου Όρους, ήτοι την περιοχή που εκτείνεται από την Νέα Σκήτη μέχρι τα Καρούλια και μέσα σε αυτήν βρίσκεται η Αγία Άννα, η Μικρά Αγία Άννα και τα Κατουνάκια. Περπάτησα σπιθαμή προς σπιθαμή όλη αυτή την περιοχή με προσευχή και ησυχία, με σεβασμό και αγάπη. Σεβόμουν ακόμη και τα δρομάκια, τα χορταράκια, που τα αισθανόμουν ευλογημένα από τις προσευχές των πατέρων. Όλα όσα υπάρχουν στην περιοχή αυτή με ενέπνεαν.
Κυρίως όμως συνάντησα θεουμένους Πατέρας, που ο καθένας τους είχε τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα, ήτοι την φιλοξενία, τον λόγο, την σιωπή, την αγάπη, την ελευθερία, την ταπείνωση, την απλότητα, την αρχοντιά κ.λ.π. «Επιλείψει με διηγούμενον ο χρόνος» περί των αγώνων αειμνήστων πατέρων, που γνώρισα στην περιοχή αυτή. Νά θυμηθώ τούς μακαρίους Γέροντας π. Σπυρίδωνα, π. Αβράμιον, π. Θεοφύλακτον, π. Παντελεήμονα, π. Γεράσιμον, π. Άνθιμον, π. Γερόντιον, π. Θωμά, π. Εφραίμ.... και τόσους άλλους διακεκριμένους και ευλαβείς αγιορείτας θεουμένους Πατέρας, των οποίων έλαβα τις ευχές, τις συμβουλές και τις ευλογίες. Ευχηθήτε στον Θεό να καρποφορήσουν όλες αυτές οι ευλογίες μέσα μου.
Μεταξύ όλων αυτών θα πρέπει να θυμηθώ με σεβασμό και ευλάβεια την φιλοξενία και την αγάπη που εύρισκα εδώ στην Καλύβη του αγίου Γεωργίου, των Καρτσωναίων. Κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Καλύβη συναντούσα την απλότητα και την αγάπη των Πατέρων, οι οποίοι άφηναν το εργόχειρό τους για να μάς δείξουν την αγάπη τους, να μάς πούν λόγους παρακλητικούς, να μάς ψάλουν, όπως ο αείμνηστος π. Παντελεήμων, ο οποίος με την γλυκύτατη φωνή του ελάμπρυνε όλες τις αγρυπνίες του Αγίου Όρους.
Αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω την βαθειά μου ευγνωμοσύνη γι’ αυτό, να σάς ευχαριστήσω γιατί εξακολουθείτε και κρατάτε αυτήν την παράδοση, αφού όπως δεχόσασταν εμένα εξακολουθείτε και δέχεσθε και άλλους προσκυνητάς και να σάς παρακαλέσω να εύχεσθε να δειχθώ άξιος αυτής της αγάπης που δέχθηκα στο Άγιον Όρος από τούς Πατέρας του. Καί βέβαια, αισθάνομαι την ανάγκη να επαναλάβω τον αναβαθμό «τοίς ερημικοίς ζωή μακαρία εστι θεϊκώ έρωτι πτερουμένοις».
Η δεύτερη αιτία της χαράς μου είναι ότι εφέτος επισκέπτομαι το Άγιον Όρος κατά την περίοδο της Διακαινησίμου εβδομάδος. Κατά την φοιτητική μου ζωή και κατά την διακονία μου στην Ιερά Μητρόπολη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, ήτοι από το έτος 1966, έως το έτος 1984, δηλαδή για εικοσι δύο χρόνια ερχόμουν κάθε χρόνο την περίοδο της Διακαινησίμου Εβδομάδος στο Άγιον Όρος. Μέ ενθουσίαζε ιδιαίτερα η λαμπρότητα αυτής της περιόδου, ο τρόπος με τον οποίο οι αγιορείτες εορτάζουν το Πάσχα και γενικότερα την Ανάσταση του Χριστού, η συμμετοχή της αγιορείτικης φύσεως στο γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού, αφού ολόκληρη η κτίση μοσχοβολούσε και έτσι πάντα ενθυμόμουν τον ωραιότατο θεολογικό λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στην Ανάσταση του Χριστού με την περίφημη φράση του «νύν έαρ κοσμικόν, έαρ πνευματικόν, έαρ ψυχαίς, έαρ σώμασιν, έαρ ορατόν, έαρ αόρατον».
Κυρίως, εκείνο που θα ήθελα να υπογραμμίσω είναι ότι οι αγιορείτες γνωρίζουν να πανηγυρίζουν την Ανάσταση του Χριστού, γιατί αυτοί γνωρίζουν από τον τρόπο ζωής τους, να ζούν προηγουμένως τον Σταυρό και την Ταφή του Χριστού. Μόνον όσοι περνούν μέσα από την Γεθσημανή και τον Γολγοθά γνωρίζουν τί θα πή Ανάσταση, όχι μόνον ως απλά ιστορικά γεγονότα, αλλά ως πνευματικά, υπαρξιακά, προσωπικά γεγονότα.
Είναι χαρακτηριστικά τα όσα γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής περί της βιώσεως του Σταυρού, της Ταφής και της Αναστάσεως του Χριστού. Μιλώντας για τον Σταυρό, την Ταφή και την Ανάσταση του Χριστού και πώς αυτά βιώνονται στην προσωπική ζωή, γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής:
«Τά φαινόμενα πάντα, δείται σταυρού' της των επ’ αυτοίς κατ’ αίσθησιν ενεργουμένων επεχούσης την σχέσιν έξεως. Τά δέ νοούμενα πάντα χρhζει ταφής' της των επ’ αυτοίς κατά νούν ενεργουμένων ολικής ακινησίας. Τή γάρ σχέσει συναναιρουμένης της περί πάντα φυσικής ενεργείας τε και κινήσεως, ο λόγος μόνος εφ’ εαυτόν υπάρχων, ώσπερ εκ νεκρών εγηγερμένος αναφαίνεται, πάντα κατά περιγραφήν έχων τα εξ αυτού, μηδενός φυσική σχέσει την προς αυτόν οικειότητα το σύνολον έχοντος. Κατά χάριν γάρ, αλλ’ ου κατά φύσιν εστιν η των σωζομένων σωτηρία».
Ο άγιος Μάξιμος εδώ υποστηρίζει την Ορθόδοξη διδασκαλία ότι η σωτηρία των ανθρώπων γίνεται κατά χάρη και κατά μετοχή της ακτίστου Χάριτος του Θεού και όχι κατά φύση. Ο άνθρωπος μετέχει του Θεού και σώζεται. Έτσι πρέπει να ζήση τον Σταυρό και την Ταφή του Χριστού, οπότε θα βιώση και την Ανάστασή Του. Ο ενδιάθετος εν τή καρδία λόγος ελευθερώνεται και ανασταίνεται, όταν προηγηθή πρώτα η σταύρωση όλων των δυνάμεων, δηλαδή όταν ο άνθρωπος δεν συνδέεται με τα φαινόμενα μέσα από εμπαθή αίσθηση, και ακολουθήση η ταφή όλων των νοουμένων, δηλαδή όταν ο άνθρωπος δεν συνδέεται με αυτά ακόμη και με την φυσική ενέργεια και κίνηση. Δηλαδή, ο άνθρωπος πρώτα σταυρώνει κάθε εμπαθή αίσθηση με όσα φαίνονται, έπειτα ενταφιάζει κάθε ενέργεια και νοερή σχέση με τα αισθητά και στην συνέχεια ο λόγος ανασταίνεται και έτσι ζή την Ανάσταση του Χριστού. Η σωματική απομάκρυνση από τον κόσμο, η νοερά απομάκρυνση από την σχέση με τον κόσμο οδηγούν αναμφίβολα στην βίωση της αναστάσεως της υπάρξεως του ανθρώπου.
Μέσα στα πλαίσια αυτά τίθενται και όσα λέγονται και πάλι από τον άγιο Μάξιμο:
«Μνημείον έστιν ίσως δεσποτικόν, ή ο κόσμος ούτος ή η εκάστου των πιστών καρδία' τα δέ οθόνια, οι των αισθητών μετά των κατ’ αρετήν τρόπων υπάρχουσι λόγοι. Τό δέ σουδάριον, η των νοητών εστι μετά της ενδεχομένης θεολογίας απλή και αποίκιλος γνώσις, δι’ ών εγνωρίζετο πρότερον ο λόγος, αχώρητον ημίν έχων παντάπασιν δίχα τούτων την υπέρ ταύτα κατάληψιν».
Τό δεσποτικό μνημείο είναι ο κόσμος και η καρδία κάθε ανθρώπου. Μέσα στο δεσποτικό μνημείο είναι ο Λόγος, ο οποίος περιβάλλεται από τα οθόνια στο σώμα και το σουδάριο στην κεφαλή. Τά οθόνια είναι οι λόγοι των αισθητών, αφού μέσα σε κάθε αντικείμενο και στην καρδία υπάρχουν οι λόγοι των όντων, που είναι οι ποικίλες ενέργειες του Θεού. Τό σουδάριο είναι η απλή και αποίκιλη γνώση όλων των νοητών μαζί με την θεολογία. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί κανείς να δή τον Αναστάντα Χριστό, όταν βιώση τον λόγο αναστημένο μέσα του και αυτό γίνεται, όταν με την ασκητική και την νηπτική ζωή αξιωθή ο άνθρωπος να βιώση τούς λόγους των όντων, δηλαδή την άκτιστη ενέργεια του Θεού, που ευρίσκεται κατά ποικίλους βαθμούς μέσα στην κτίση και την καρδιά του και βεβαίως όταν αποκτήση υπαρξιακή γνώση της θεολογίας.
Καί σε άλλο σημείο ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής παρουσιάζει και τα αποτελέσματα αυτής της εμπειρικής γνώσεως και μεθέξεως των γεγονότων του Σταυρού, της Ταφής και της Αναστάσεως του Χριστού. Γράφει:
«Οι θάπτοντες εντίμως τον Κύριον, και ενδόξως αναστάντα θεάσονται, πάσιν όντα τοίς μή τοιούτοις αθέατον. Ουκέτι γάρ τοίς επιβουλεύουσιν εστιν αλωτός, ουκ έχων των εκτός τα προκαλύμματα, δι’ ών εδόκει θέλων αλίσκεσθαι παρά των βουλομένων και πάσχειν υπέρ της πάντων σωτηρίας ηνείχετο».
Ο Χριστός, με άλλα λόγια, δεν γνωρίζεται με τα εξωτερικά του γνωρίσματα. Δέν μπορούν να τον συλλάβουν όσοι τον επιβουλεύονται, επειδή δεν έχει τα εξωτερικά προκαλύμματα με τα οποία φαινόταν ότι αφήνεται θεληματικά για να συλληφθή από τούς διώκτας του, αλλά ο Χριστός γνωρίζεται από εκείνους που τον ενταφιάζουν εντίμως, όπως είπε προηγουμένως, και τον βλέπουν αναστημένο με δόξα, ύστερα από την νηπτική ησυχαστική ζωή. Ο Χριστός είναι αθέατος από όλους εκείνους που δεν ακολουθούν αυτήν την πορεία.
Βεβαίως, στην συνέχεια λέγει: «θάπτων εντίμως τον Κύριον, πάσιν εστι τοίς φιλοθέοις αιδέσιμος». Έπειτα εξηγεί ότι όσοι ανήκουν στην κατηγορία αυτή ξεφεύγουν από τον διωγμό των συκοφαντών και εκείνων που επιθυμούν να τον σταυρώσουν και το κυριότερο, εκείνος που ενταφίασε μέσα του τον Χριστό, τον αισθάνεται και Αναστάντα, με αποτέλεσμα να αφήνη ως νεκρούς τούς εμπαθείς λογισμούς, τούς οποίους αφήνουν οι δαίμονες μέσα στην καρδιά, όπως άφησε ο Χριστός ως νεκρούς τούς στρατιώτες που τον φρουρούσαν και υπερβαίνει όλες τις σφραγίδες του τάφου, ήτοι «τούς επικειμένους τή ψυχή τύπους των κατά πρόληψιν αμαρτημάτων».
Φαίνεται καθαρά από την διδασκαλία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ότι η βίωση του Σταυρού, της Ταφής και της Αναστάσεως του Χριστού γίνεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, με την ασκητική ζωή της Εκκλησίας, που συνίσταται στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. Καί όσοι συμμετέχουν σε αυτήν την ζωή είναι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού. Καί βεβαίως έχουμε διά μέσου των αιώνων μάρτυρες της Αναστάσεως.
Ένας τέτοιος μάρτυρας του Σταυρού και της Αναστάσεως είναι και ο εορταζόμενος σήμερα άγιος μεγαλομάρτυς Γεώργιος ο τροπαιοφόρος. Ο ιερός υμνογράφος της Εκκλησίας συνδέει το μαρτύριο του αγίου Γεωργίου με την Σταύρωση του Χριστού. Μέσα στην καρδιά του και σε ολόκληρο το σώμα του ενεργούσε αισθητά η άκτιστη Χάρη και ενέργεια του Θεού. Τό μαρτύριο άλλωστε, όπως γνωρίζουμε από την Ορθόδοξη θεολογία, είναι καρπός θεωρίας του Θεού. Καί αυτό το αποδεικνύουν και τα ιερά λείψανα, τα οποία ευωδιάζουν, θαυματουργούν και εν πολλοίς παραμένουν άφθαρτα, ακριβώς γιατί είναι μέλη του αναστημένου Σώματος του Χριστού.
Αλλά τέτοιοι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού υπάρχουν πάμπολλοι στο Άγιον Όρος. Εσείς γνωρίσατε πολλούς τέτοιους αγίους, οι οποίοι τώρα είναι κεκοιμημένοι, αλλά τούς έχετε και δίπλα σας. Ολόκληρο το Άγιον Όρος είναι οι άγιοι Τόποι, ο ζωντανός Γολγοθάς, ο ολοζώντανος αγρός του κεραμέως, δηλαδή ο ζωντανός Γολγοθάς και το μνημείο το καινό. Ακριβώς για τον λόγο αυτόν έχουμε την βεβαιότητα της Αναστάσεως του Χριστού. Στήν ζωή της Εκκλησίας τα Δεσποτικά γεγονότα επιβεβαιώνονται καθημερινώς από τούς μάρτυρας του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού.
Αγαπητοί πατέρες,
Καί πάλι εκφράζω την χαρά μου που βρίσκομαι στην έρημο του Αγίου Όρους, μεταξύ μαρτύρων της Αναστάσεως του Χριστού, ελπίζοντας και εγώ στην δική μου εξανάσταση, να γίνω μάρτυς, όπως το παρουσιάζει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού. Ζητώ τις ευχές και τις προσευχές σας για να ανταποκρίνομαι στην υψηλή ζωή του Αγίου Όρους.
Η αρχιερατική διακονία είναι πολυμέριμνη και επίπονη, είναι μιά σταυροαναστάσιμη πορεία. Πολλές φορές ενθυμούμαι τον λόγο του Μεγάλου Φωτίου, που έγραψε σε επιστολή του προς τον Πάπαν Νικόλαον: «Εξέπεσον ειρηνικής ζωής, εξέπεσον γαλήνης γλυκείας, εξέπεσον δέ και δόξης, της καθαράς εκείνης και ηδίστης μετά του πλησίον συνουσίας, της αλύπου και αδόλου και ανεπιπλήκτου συναστροφής. Ήιδειν γάρ και πρό της πείρας το πολυτάραχον και πολυμέριμνον της καθέδρας ταύτης, mδειν το δυσάρεστον και δυσήνιον του μιγάδος όχλου' την προς αλλήλους έριν, τον φθόνον, τάς στάσεις, τάς επαναστάσεις, την κατά των παρεστηκότων ύβριν, και τον γογγυσμόν, όταν μή τύχωσιν όσων δέονται και όταν μή τυπώνται και σχηματίζωνται καθ’ όν τρόπον ούτοι βούλονται' την υπεροψίαν πάλιν και καταφρόνησιν, επειδάν ελκύσωσι προς την αίτησιν και συγκατασπάσωσι τώ σφετέρω βουλήματι... Ούτως εγώ πανταχόθεν δυστυχής, αφ’ ών ελπίζω της λύπης ευρείν παραψυχήν, εκείθεν επιπλήττομαι' αφ’ ών παράκλησιν και παραμυθίαν, εκείθεν επί τώ αλγήματι προστίθεται άλγημα».
Ευχηθήτε αδελφοί και πατέρες υπέρ εμού.
Χριστός Ανέστη, αδελφοί. Αληθώς Ανέστη, αδελφοί.
Δόξα τή αυτού τριημέρω εγέρσει. Προσκυνούμεν αυτού την τριήμερον έγερσιν.
Δόξα Κύριε τώ Σταυρώ σου και τή Αναστάσει σου.
- Προβολές: 2530