Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Τό Ἅγιον Ὅρος ὡς ὁ ζωντανός Γολγοθάς καί Πανάγιος Τάφος
Δημοσιεύουμε ὅλο το κείμενο τῆς ὁμιλίας τοῦ Σεβασμιωτάτου στήν πανηγυρική τράπεζα τῆς Καλύβης τῶν Καρτσωναίων Ἁγίου Ὅρους. Ὁ Σεβασμιώτατος ἀνέφερε τά βασικά μόνο σημεῖα στούς κεκοπιακότες ἀπό τήν ὁλονύκτια ἀγρυπνία πανηγυριστές (βλ. καί σέλ. 8-9).
***
Ἀγαπητοί Πατέρες,
Μέ πολλή χαρά ἀνταποκρίθηκα στήν πρόσκλησή σας νά ἔλθω στήν ἑορτή τῆς Καλύβης σας, διότι πανηγυρίζει ὁ Ἱερός Ναός σᾶς ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Θά ἤθελα νά ἀνταποκρίνομαι σέ ὅλες τίς προσκλήσεις πού λαμβάνω ἀπό τούς ἀγαπητούς μου ἁγιορείτας Πατέρας, κοινοβιάτες, σκητιῶτες καί ἐρημίτες, ἀλλά δυστυχῶς ὁ φόρτος τῶν ποιμαντικῶν μου καθηκόντων καί ἡ σχετική μακρινή ἀπόσταση δέν μοῦ τό ἐπιτρέπουν. Πάντως, πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι ἡ καρδιά μου βρίσκεται στό Ἅγιον Ὅρος. Καί πολλές φορές εὑρισκόμενος στόν Δεσποτικό θρόνο, συμμετέχοντας σέ διάφορες ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες, ἀναλογίζομαι μέ νοσταλγία τίς ἁγιορείτικες ἀγρυπνίες, τίς ἁγιορείτικες μορφές πού γνώρισα καί νοσταλγῶ, τήν ἁγιορείτικη ζωή. Ὅσο μέ συγκινεῖ τό Ἅγιον Ὅρος δέν μέ συγκινεῖ κανένα ἄλλο γεγονός στήν ζωή μου.
Ἡ χαρά μου προέρχεται κυρίως ἀπό δύο αἰτίες, τίς ὁποῖες θά ἤθελα μέ συντομία νά σᾶς παρουσιάσω.
Ἡ πρώτη αἰτία εἶναι ἡ παρουσία μου στήν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης καί στήν Καλύβη τῶν Καρτσωναίων, πού εἶναι πολύ ἀγαπητή σέ μένα.
Ἡ ἁγιορείτικη ζωή εἶναι πολυποίκιλη καί πολυτροπή, ἀλλά ταυτόχρονα καί ἐνοειδής. Μία εἶναι ἡ ζωή, ἤτοι ἡ ἡσυχαστική ζωή, ἀφοῦ ὅλοι βιώνουν τήν ἡσυχαστική παράδοση, ὅμως διαφοροποιεῖται ἀνάλογα ἀπό τούς τόπους πού ζοῦν οἱ πατέρες. Ἔτσι, ἔχουμε τήν κοινοβιακή ζωή, τήν σκητιώτικη ζωή καί τήν ἐρημική ζωή. Κάθε μία ἀπό αὐτές ἔχουν τήν κοινή πορεία, ἀφοῦ μέ τήν Ὀρθόδοξη ἀσκητική ὅλοι ἀποβλέπουν στήν ἐν Χριστῷ θέωση, ὅπως τήν διέσωσε ὁ ἁγιορείτης ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἡ μεγάλη αὐτή μορφή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά ταυτόχρονα ἔχουν καί ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Ἡ κοινοβιακή ζωή ἔχει σέ μεγάλο βαθμό τήν ἀρετή τῆς ἀδιάκριτης ὑπακοῆς, τίς μακροχρόνιες ἱερές ἀκολουθίες στό Καθολικό, τήν ἐκκοπή τοῦ ἰδίου θελήματος, τόν κόπο τῆς φιλοξενίας κ.λ.π. Ἡ σκητιώτικη ζωή ἔχει, ἐκτός ἀπό τά προηγούμενα, πού ἀπαραιτήτως ὑπάρχουν, σέ μεγαλύτερο βαθμό τήν ξενιτεία, τόν σκληρό κόπο τοῦ ἐργοχείρου, τό οἰκογενειακό πνεῦμα κ.λ.π. Καί ἡ ἐρημική ζωή, ἔχει τό ἀπαράκλητο ἀπό ἐξωτερική πλευρά, τήν ἀπόλυτη ἀποταγή, τήν τελεία ἐγκατάλειψη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, τό κλάμα κ.λ.π. Ὅλοι οἱ τρόποι ζωῆς κυριαρχοῦνται ἀπό τήν ἀένναη προσευχή, τήν μετάνοια καί τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
Ἀπό τήν φοιτητική μου ἀκόμη ζωή, ἀπό τό ἔτος 1966, ἐρχόμουν στό Ἅγιον Ὅρος Χριστούγεννα, Πάσχα καί Καλοκαίρι, ἐπισκεπτόμουν τά Κοινόβια καί τά ἰδιόρρυθμα Μοναστήρια, ἀλλά κυρίως παρέμεινα τόν περισσότερο καιρό στήν περιοχή αὐτή, πού τήν ἀποκαλῶ ἔρημό του Ἁγίου Ὅρους, ἤτοι τήν περιοχή πού ἐκτείνεται ἀπό τήν Νέα Σκήτη μέχρι τά Καρούλια καί μέσα σέ αὐτήν βρίσκεται ἡ Ἁγία Ἄννα, ἡ Μικρά Ἁγία Ἄννα καί τά Κατουνάκια. Περπάτησα σπιθαμή πρός σπιθαμή ὅλη αὐτή τήν περιοχή μέ προσευχή καί ἡσυχία, μέ σεβασμό καί ἀγάπη. Σεβόμουν ἀκόμη καί τά δρομάκια, τά χορταράκια, πού τά αἰσθανόμουν εὐλογημένα ἀπό τίς προσευχές τῶν πατέρων. Ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στήν περιοχή αὐτή μέ ἐνέπνεαν.
Κυρίως ὅμως συνάντησα θεουμένους Πατέρας, πού ὁ καθένας τούς εἶχε τά χαρακτηριστικά του γνωρίσματα, ἤτοι τήν φιλοξενία, τόν λόγο, τήν σιωπή, τήν ἀγάπη, τήν ἐλευθερία, τήν ταπείνωση, τήν ἁπλότητα, τήν ἀρχοντιά κ.λ.π. «Ἐπιλείψει μέ διηγούμενον ὁ χρόνος» περί τῶν ἀγώνων ἀειμνήστων πατέρων, πού γνώρισα στήν περιοχή αὐτή. Νά θυμηθῶ τούς μακαρίους Γέροντας π. Σπυρίδωνα, π. Ἀβράμιον, π. Θεοφύλακτον, π. Παντελεήμονα, π. Γεράσιμον, π. Ἄνθιμον, π. Γερόντιον, π. Θωμᾶ, π. Ἐφραίμ.... καί τόσους ἄλλους διακεκριμένους καί εὐλαβεῖς ἁγιορείτας θεουμένους Πατέρας, τῶν ὁποίων ἔλαβα τίς εὐχές, τίς συμβουλές καί τίς εὐλογίες. Εὐχηθῆτε στόν Θεό νά καρποφορήσουν ὅλες αὐτές οἱ εὐλογίες μέσα μου.
Μεταξύ ὅλων αὐτῶν θά πρέπει νά θυμηθῶ μέ σεβασμό καί εὐλάβεια τήν φιλοξενία καί τήν ἀγάπη πού εὕρισκα ἐδῶ στήν Καλύβη τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τῶν Καρτσωναίων. Κάθε φορᾶ πού ἐπισκεπτόμουν τήν Καλύβη συναντοῦσα τήν ἁπλότητα καί τήν ἀγάπη τῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἄφηναν τό ἐργόχειρό τους γιά νά μᾶς δείξουν τήν ἀγάπη τους, νά μᾶς ποῦν λόγους παρακλητικούς, νά μᾶς ψάλουν, ὅπως ὁ ἀείμνηστος π. Παντελεήμων, ὁ ὁποῖος μέ τήν γλυκύτατη φωνή τοῦ ἐλάμπρυνε ὅλες τίς ἀγρυπνίες τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά ἐκφράσω τήν βαθειά μου εὐγνωμοσύνη γι’ αὐτό, νά σᾶς εὐχαριστήσω γιατί ἐξακολουθεῖτε καί κρατᾶτε αὐτήν τήν παράδοση, ἀφοῦ ὅπως δεχόσασταν ἐμένα ἐξακολουθεῖτε καί δέχεσθε καί ἄλλους προσκυνητᾶς καί νά σᾶς παρακαλέσω νά εὔχεσθε νά δειχθῶ ἄξιος αὐτῆς τῆς ἀγάπης πού δέχθηκα στό Ἅγιον Ὅρος ἀπό τούς Πατέρας του. Καί βέβαια, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά ἐπαναλάβω τόν ἀναβαθμό «τοῖς ἐρημικοῖς ζωή μακαρία ἐστι θεϊκῶ ἔρωτι πτερουμένοις».
Ἡ δεύτερη αἰτία τῆς χαρᾶς μου εἶναι ὅτι ἐφέτος ἐπισκέπτομαι τό Ἅγιον Ὅρος κατά τήν περίοδο τῆς Διακαινησίμου ἑβδομάδος. Κατά τήν φοιτητική μου ζωή καί κατά τήν διακονία μου στήν Ἱερά Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, ἤτοι ἀπό τό ἔτος 1966, ἕως τό ἔτος 1984, δηλαδή γιά εἴκοσι δύο χρόνια ἐρχόμουν κάθε χρόνο τήν περίοδο τῆς Διακαινησίμου Ἑβδομάδος στό Ἅγιον Ὅρος. Μέ ἐνθουσίαζε ἰδιαίτερα ἡ λαμπρότητα αὐτῆς τῆς περιόδου, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο οἱ ἁγιορεῖτες ἑορτάζουν τό Πάσχα καί γενικότερα τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ συμμετοχή τῆς ἁγιορείτικης φύσεως στό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὁλόκληρη ἡ κτίση μοσχοβολοῦσε καί ἔτσι πάντα ἐνθυμόμουν τόν ὡραιότατο θεολογικό λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν περίφημη φράση τοῦ «νῦν ἔαρ κοσμικόν, ἔαρ πνευματικόν, ἔαρ ψυχαῖς, ἔαρ σώμασιν, ἔαρ ὁρατόν, ἔαρ ἀόρατον».
Κυρίως, ἐκεῖνο πού θά ἤθελα νά ὑπογραμμίσω εἶναι ὅτι οἱ ἁγιορεῖτες γνωρίζουν νά πανηγυρίζουν τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, γιατί αὐτοί γνωρίζουν ἀπό τόν τρόπο ζωῆς τους, νά ζοῦν προηγουμένως τόν Σταυρό καί τήν Ταφή τοῦ Χριστοῦ. Μόνον ὅσοι περνοῦν μέσα ἀπό τήν Γεθσημανή καί τόν Γολγοθά γνωρίζουν τί θά πῆ Ἀνάσταση, ὄχι μόνον ὡς ἁπλά ἱστορικά γεγονότα, ἀλλά ὡς πνευματικά, ὑπαρξιακά, προσωπικά γεγονότα.
Εἶναι χαρακτηριστικά τα ὅσα γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής περί τῆς βιώσεως τοῦ Σταυροῦ, τῆς Ταφῆς καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Μιλώντας γιά τόν Σταυρό, τήν Ταφή καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί πῶς αὐτά βιώνονται στήν προσωπική ζωή, γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής:
«Τά φαινόμενα πάντα, δεῖται σταυροῦ' τῆς τῶν ἐπ’ αὐτοῖς κατ’ αἴσθησιν ἐνεργουμένων ἐπεχούσης τήν σχέσιν ἕξεως. Τά δέ νοούμενα πάντα χρhζει ταφῆς' τῆς τῶν ἐπ’ αὐτοῖς κατά νοῦν ἐνεργουμένων ὁλικῆς ἀκινησίας. Τή γάρ σχέσει συναναιρουμένης τῆς περί πάντα φυσικῆς ἐνεργείας τέ καί κινήσεως, ὁ λόγος μόνος ἐφ’ ἐαυτόν ὑπάρχων, ὥσπερ ἐκ νεκρῶν ἐγηγερμένος ἀναφαίνεται, πάντα κατά περιγραφήν ἔχων τά ἐξ αὐτοῦ, μηδενός φυσική σχέσει τήν πρός αὐτόν οἰκειότητα τό σύνολον ἔχοντος. Κατά χάριν γάρ, ἀλλ’ οὐ κατά φύσιν ἐστιν ἥ των σωζομένων σωτηρία».
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐδῶ ὑποστηρίζει τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία ὅτι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων γίνεται κατά χάρη καί κατά μετοχή τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί ὄχι κατά φύση. Ὁ ἄνθρωπος μετέχει τοῦ Θεοῦ καί σώζεται. Ἔτσι πρέπει νά ζήση τόν Σταυρό καί τήν Ταφή τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε θά βιώση καί τήν Ἀνάστασή Του. Ὁ ἐνδιάθετος ἐν τῇ καρδία λόγος ἐλευθερώνεται καί ἀνασταίνεται, ὅταν προηγηθῆ πρῶτα ἡ σταύρωση ὅλων των δυνάμεων, δηλαδή ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν συνδέεται μέ τά φαινόμενα μέσα ἀπό ἐμπαθῆ αἴσθηση, καί ἀκολουθήση ἡ ταφή ὅλων των νοουμένων, δηλαδή ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν συνδέεται μέ αὐτά ἀκόμη καί μέ τήν φυσική ἐνέργεια καί κίνηση. Δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος πρῶτα σταυρώνει κάθε ἐμπαθῆ αἴσθηση μέ ὅσα φαίνονται, ἔπειτα ἐνταφιάζει κάθε ἐνέργεια καί νοερή σχέση μέ τά αἰσθητά καί στήν συνέχεια ὁ λόγος ἀνασταίνεται καί ἔτσι ζῆ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ σωματική ἀπομάκρυνση ἀπό τόν κόσμο, ἡ νοερά ἀπομάκρυνση ἀπό τήν σχέση μέ τόν κόσμο ὁδηγοῦν ἀναμφίβολα στήν βίωση τῆς ἀναστάσεως τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου.
Μέσα στά πλαίσια αὐτά τίθενται καί ὅσα λέγονται καί πάλι ἀπό τόν ἅγιο Μάξιμο:
«Μνημεῖον ἔστιν ἴσως δεσποτικόν, ἤ ὁ κόσμος οὗτος ἤ ἡ ἑκάστου τῶν πιστῶν καρδία' τα δέ ὀθόνια, οἵ των αἰσθητῶν μετά τῶν κατ’ ἀρετήν τρόπων ὑπάρχουσι λόγοι. Τό δέ σουδάριον, ἥ των νοητῶν ἐστι μετά τῆς ἐνδεχομένης θεολογίας ἁπλή καί ἀποίκιλος γνῶσις, δί’ ὧν ἐγνωρίζετο πρότερον ὁ λόγος, ἀχώρητον ἠμίν ἔχων παντάπασιν δίχα τούτων τήν ὑπέρ ταῦτα κατάληψιν».
Τό δεσποτικό μνημεῖο εἶναι ὁ κόσμος καί ἡ καρδία κάθε ἀνθρώπου. Μέσα στό δεσποτικό μνημεῖο εἶναι ὁ Λόγος, ὁ ὁποῖος περιβάλλεται ἀπό τά ὀθόνια στό σῶμα καί τό σουδάριο στήν κεφαλή. Τά ὀθόνια εἶναι οἱ λόγοι τῶν αἰσθητῶν, ἀφοῦ μέσα σέ κάθε ἀντικείμενο καί στήν καρδία ὑπάρχουν οἱ λόγοι τῶν ὄντων, πού εἶναι οἱ ποικίλες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Τό σουδάριο εἶναι ἡ ἁπλή καί ἀποίκιλη γνώση ὅλων των νοητῶν μαζί μέ τήν θεολογία. Αὐτό σημαίνει ὅτι μπορεῖ κανείς νά δή τόν Ἀναστάντα Χριστό, ὅταν βιώση τόν λόγο ἀναστημένο μέσα του καί αὐτό γίνεται, ὅταν μέ τήν ἀσκητική καί τήν νηπτική ζωή ἀξιωθῆ ὁ ἄνθρωπος νά βιώση τούς λόγους τῶν ὄντων, δηλαδή τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, πού εὑρίσκεται κατά ποικίλους βαθμούς μέσα στήν κτίση καί τήν καρδιά του καί βεβαίως ὅταν ἀποκτήση ὑπαρξιακή γνώση τῆς θεολογίας.
Καί σέ ἄλλο σημεῖο ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής παρουσιάζει καί τά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς ἐμπειρικῆς γνώσεως καί μεθέξεως τῶν γεγονότων τοῦ Σταυροῦ, τῆς Ταφῆς καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Γράφει:
«Οἱ θάπτοντες ἐντίμως τόν Κύριον, καί ἐνδόξως ἀναστάντα θεάσονται, πάσιν ὄντα τοῖς μή τοιούτοις ἀθέατον. Οὐκέτι γάρ τοῖς ἐπιβουλεύουσιν ἐστιν ἀλωτός, οὐκ ἔχων τῶν ἐκτός τα προκαλύμματα, δί’ ὧν ἐδόκει θέλων ἀλίσκεσθαι παρά τῶν βουλομένων καί πάσχειν ὑπέρ τῆς πάντων σωτηρίας ἠνείχετο».
Ὁ Χριστός, μέ ἄλλα λόγια, δέν γνωρίζεται μέ τά ἐξωτερικά του γνωρίσματα. Δέν μποροῦν νά τόν συλλάβουν ὅσοι τόν ἐπιβουλεύονται, ἐπειδή δέν ἔχει τά ἐξωτερικά προκαλύμματα μέ τά ὁποῖα φαινόταν ὅτι ἀφήνεται θεληματικά γιά νά συλληφθῆ ἀπό τούς διώκτας του, ἀλλά ὁ Χριστός γνωρίζεται ἀπό ἐκείνους πού τόν ἐνταφιάζουν ἐντίμως, ὅπως εἶπε προηγουμένως, καί τόν βλέπουν ἀναστημένο μέ δόξα, ὕστερα ἀπό τήν νηπτική ἡσυχαστική ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι ἀθέατος ἀπό ὅλους ἐκείνους πού δέν ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν πορεία.
Βεβαίως, στήν συνέχεια λέγει: «θάπτων ἐντίμως τόν Κύριον, πάσιν ἐστι τοῖς φιλοθέοις αἰδέσιμος». Ἔπειτα ἐξηγεῖ ὅτι ὅσοι ἀνήκουν στήν κατηγορία αὐτή ξεφεύγουν ἀπό τόν διωγμό τῶν συκοφαντῶν καί ἐκείνων πού ἐπιθυμοῦν νά τόν σταυρώσουν καί τό κυριότερο, ἐκεῖνος πού ἐνταφίασε μέσα του τόν Χριστό, τόν αἰσθάνεται καί Ἀναστάντα, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀφήνη ὡς νεκρούς τους ἐμπαθεῖς λογισμούς, τούς ὁποίους ἀφήνουν οἱ δαίμονες μέσα στήν καρδιά, ὅπως ἄφησε ὁ Χριστός ὡς νεκρούς τους στρατιῶτες πού τόν φρουροῦσαν καί ὑπερβαίνει ὅλες τίς σφραγίδες τοῦ τάφου, ἤτοι «τούς ἐπικειμένους τή ψυχή τύπους τῶν κατά πρόληψιν ἁμαρτημάτων».
Φαίνεται καθαρά ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὅτι ἡ βίωση τοῦ Σταυροῦ, τῆς Ταφῆς καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ γίνεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, μέ τήν ἀσκητική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού συνίσταται στήν κάθαρση, τόν φωτισμό καί τήν θέωση. Καί ὅσοι συμμετέχουν σέ αὐτήν τήν ζωή εἶναι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Καί βεβαίως ἔχουμε διά μέσου των αἰώνων μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως.
Ἕνας τέτοιος μάρτυρας τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως εἶναι καί ὁ ἑορταζόμενος σήμερα ἅγιος μεγαλομάρτυς Γεώργιος ὁ τροπαιοφόρος. Ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας συνδέει τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Γεωργίου μέ τήν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στήν καρδιά του καί σέ ὁλόκληρό το σῶμα τοῦ ἐνεργοῦσε αἰσθητά ἡ ἄκτιστη Χάρη καί ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Τό μαρτύριο ἄλλωστε, ὅπως γνωρίζουμε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη θεολογία, εἶναι καρπός θεωρίας τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό τό ἀποδεικνύουν καί τά ἱερά λείψανα, τά ὁποῖα εὐωδιάζουν, θαυματουργοῦν καί ἐν πολλοῖς παραμένουν ἄφθαρτα, ἀκριβῶς γιατί εἶναι μέλη τοῦ ἀναστημένου Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλά τέτοιοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν πάμπολλοι στό Ἅγιον Ὅρος. Ἐσεῖς γνωρίσατε πολλούς τέτοιους ἁγίους, οἱ ὁποῖοι τώρα εἶναι κεκοιμημένοι, ἀλλά τούς ἔχετε καί δίπλα σας. Ὁλόκληρό το Ἅγιον Ὅρος εἶναι οἱ ἅγιοι Τόποι, ὁ ζωντανός Γολγοθάς, ὁ ὁλοζώντανος ἀγρός τοῦ κεραμέως, δηλαδή ὁ ζωντανός Γολγοθάς καί τό μνημεῖο τό καινό. Ἀκριβῶς γιά τόν λόγο αὐτόν ἔχουμε τήν βεβαιότητα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας τά Δεσποτικά γεγονότα ἐπιβεβαιώνονται καθημερινῶς ἀπό τούς μάρτυρας τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἀγαπητοί πατέρες,
Καί πάλι ἐκφράζω τήν χαρά μου πού βρίσκομαι στήν ἔρημό του Ἁγίου Ὅρους, μεταξύ μαρτύρων τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἐλπίζοντας καί ἐγώ στήν δική μου ἐξανάσταση, νά γίνω μάρτυς, ὅπως τό παρουσιάζει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ζητῶ τίς εὐχές καί τίς προσευχές σας γιά νά ἀνταποκρίνομαι στήν ὑψηλή ζωή τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Ἡ ἀρχιερατική διακονία εἶναι πολυμέριμνη καί ἐπίπονη, εἶναι μιά σταυροαναστάσιμη πορεία. Πολλές φορές ἐνθυμοῦμαι τόν λόγο τοῦ Μεγάλου Φωτίου, πού ἔγραψε σέ ἐπιστολή του πρός τόν Πάπαν Νικόλαον:
«Ἐξέπεσον εἰρηνικῆς ζωῆς, ἐξέπεσον γαλήνης γλυκείας, ἐξέπεσον δέ καί δόξης, τῆς καθαρᾶς ἐκείνης καί ἠδίστης μετά τοῦ πλησίον συνουσίας, τῆς ἀλύπου καί ἀδόλου καί ἀνεπιπλήκτου συναστροφής. Ἤιδειν γάρ καί πρό τῆς πείρας τό πολυτάραχον καί πολυμέριμνον τῆς καθέδρας ταύτης, mδειν τό δυσάρεστον καί δυσήνιον τοῦ μιγάδος ὄχλου' τήν πρός ἀλλήλους ἔριν, τόν φθόνον, τάς στάσεις, τάς ἐπαναστάσεις, τήν κατά τῶν παρεστηκότων ὕβριν, καί τόν γογγυσμόν, ὅταν μή τύχωσιν ὅσων δέονται καί ὅταν μή τυπῶνται καί σχηματίζωνται καθ’ ὅν τρόπον οὗτοι βούλονται' τήν ὑπεροψίαν πάλιν καί καταφρόνησιν, ἐπειδᾶν ἐλκύσωσι πρός τήν αἴτησιν καί συγκατασπάσωσι τῷ σφετέρω βουλήματι... Οὕτως ἐγώ πανταχόθεν δυστυχής, ἀφ’ ὧν ἐλπίζω τῆς λύπης εὐρεῖν παραψυχήν, ἐκεῖθεν ἐπιπλήττομαι' ἄφ’ ὧν παράκλησιν καί παραμυθίαν, ἐκεῖθεν ἐπί τῷ ἀλγήματι προστίθεται ἄλγημα».
Εὐχηθῆτε ἀδελφοί καί πατέρες ὑπέρ ἐμοῦ.
Χριστός Ἀνέστη, ἀδελφοί. Ἀληθῶς Ἀνέστη, ἀδελφοί.
Δόξα τή αὐτοῦ τριημέρω ἐγέρσει. Προσκυνοῦμεν αὐτοῦ τήν τριήμερον ἔγερσιν.
Δόξα Κύριε τῷ Σταυρῶ σου καί τή Ἀναστάσει σου.
- Προβολές: 2928