Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, 14 Ἰουλίου
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Κάτω ἀπό τήν πρώτη εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, πού δημοσιεύθηκε τό 1819 στήν πρώτη ἔκδοση τοῦ ἔργου τοῦ «Ἑρμηνεία τῶν ΙΔ’ Ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου», ὑπάρχει ἕνα ἐπίγραμμα - λεζάντα, τό ὁποῖο ἀναφέρει ἐπί λέξει: «Τίς Νικόδημος, οὗ κλέος μέγα - ἐν Ὀρθοδόξοις καί σοφοῖς Ὅρους Ἄθω - ὅς τῆνδε Βίβλον εὐφυῶς τάξε, φίλε - Νάξιος ἀνήρ. Εὖγε τῆς εὐφυΐας».
Ὁ συγγραφέας τοῦ παραπάνω ἐπιγράμματος πέτυχε, μέ ἐλάχιστες λέξεις, νά σκιαγραφήση ἄριστα τήν μεγαλειώδη αὐτήν προσωπικότητα. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἦταν ὄντως μέγας, εὐφυής καί σοφός. Κάτω ἀπό τήν ἀπέριττη ἐξωτερική ἐμφάνιση τοῦ ἁγιορείτου μοναχοῦ, τήν ἁπλότητα καί τήν βαθειά ταπείνωση ἔκρυβε πραγματικά ἕνα ὑπέροχο μεγαλεῖο. Γιατί τό μεγαλεῖο καί ἡ ἀξία ἑνός ἀνθρώπου δέν μετριέται «μέ τό στρέμμα», ὅπως λέγει καί ὁ ποιητής, ἤτοι μέ ἐξωτερικά πράγματα (χρήματα, κτήματα, ἀξιώματα κ.λ.π.), ἀλλά «μέ τῆς καρδιᾶς τό πύρωμα μετριέται καί μέ τό αἷμα», δηλαδή μέ ὅλα ἐκεῖνα πού τόν καταξιώνουν ὡς ἄνθρωπο καί πού γιά νά τά ἀποκτήση κυριολεκτικά χύνει αἷμα. Καί αὐτά εἶναι κυρίως τά μή φαινόμενα. Εἶναι ὅλα ἐκεῖνα πού ἀποτελοῦν τόν θησαυρό τῆς ψυχῆς μέ τόν ὁποῖον οἱ Ἅγιοι «πλουτίζουν πολλούς», ἐπειδή εἶναι «οἱ μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες». Καί ὁ ἅγιος Νικόδημος πλουτίζει πολλούς μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί μέ τά συγγράμματά του, πού πρέπει νά ἀποτελέσουν τό ἐντρύφημα ὅλων των Ὀρθοδόξων. Μερικά ἀπό αὐτά εἶναι: «Πνευματικά Γυμνάσματα», «Ἑορτοδρόμιον», «Ἀόρατος πόλεμος», «Νέα Κλίμαξ», «Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον», «Ἡ ἑρμηνεία τῶν ΙΔ’ Ἐπιστολῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου» «Νέον Μαρτυρολόγιον», «Ἑρμηνεία τῶν Ψαλμῶν τοῦ Δαύ|δ», «Κῆπος Χαρίτων», τό «Πηδάλιον» ὅπου ἑρμηνεύει καί σχολιάζει τούς ἱερούς Κανόνας κ. α.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος γεννήθηκε στήν Νάξο τό 1749 καί τελείωσε τήν ζωή του στό Ἅγιον Ὅρος, τό 1809. Ἔμαθε τά πρῶτα γράμματα στό Νησί τοῦ κοντά στόν Ἀρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τόν ἀδελφό του Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ καί κατόπιν, φοίτησε γιά πέντε χρόνια στήν Εὐαγγελική Σχολή τῆς Σμύρνης. Μετά τήν ἀποφοίτησή του ἐπέστρεψε στήν γενέτειρά του καί γιά κάποιο χρονικό διάστημα διακόνησε τόν Μητροπολίτη ὡς Γραμματεύς του. Ἡ περίοδος αὐτή ὑπῆρξε σταθμός στήν ζωή του καί καθοριστική γιά τήν μετέπειτα ἐξέλιξή του, γιατί γνώρισε τρεῖς σπουδαίους ἁγιορεῖτες μοναχούς, ἀπό ἐκείνους πού ὀνόμαζαν «Κολλυβάδες». Αὐτοί κατέφυγαν στήν Νάξο διωγμένοι ἀπό τό Ἅγιο Ὅρος, λόγω τῆς ἐμμονῆς τους στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Διά μέσου των μοναχῶν αὐτῶν γνωρίστηκε μέ ἕναν ἅγιό της Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόν Ἐπίσκοπον, πρώην Κορίνθου, Μακάριο Νοταρᾶ. Ἡ γνωριμία αὐτή σηματοδότησε μιά μακρόχρονη συνεργασία, πού εἶχε ἀγαθά ἀποτελέσματα γιά τήν Ἐκκλησία. Τό βιβλίο «Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν», πού ἀποτελεῖ ἀνθολογία πατερικῶν κειμένων, εἶναι ἔργο τοῦ πρώην Κορίνθου ἁγίου Μακαρίου, ὁ ὁποῖος τό παρέδωσε στόν ἅγιο Νικόδημο, τό 1777, «πρός πληρεστέραν ἐπεξεργασίαν, συμπλήρωσιν καί ἔκδοσιν», καί ἐξεδόθη τό 1782 στήν Βενετία.
«Ἀπό τά μέσα του 18ου αἰῶνος ἄρχισε μιά διαμάχη ἀπό τήν τέλεση τῶν Μνημοσύνων (Κολλύβων, ἐξ οὗ καί Κολλυβάδες) τήν Κυριακήν καί ὄχι τό Σάββατον, ὅπως ὁρίζει ἡ ἀρχαία τάξις τῆς Ἐκκλησίας. Μέ αὐτήν τήν εὐκαιρίαν ἔκαναν τήν ἐμφάνισίν τους καί ἄλλες στρεβλές ἀντιλήψεις, ὅπως ἡ ἐναντίωσις στήν συχνήν Θείαν Μετάληψιν, πού ὁρίζει ἡ ἐκκλησιαστική παράδοσις, καί ἄλλα θέματα, ὥστε στό τέλος τό κίνημα τῶν Κολλυβάδων, νά γίνη ὁ σημαιοφόρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκριβείας καί ἐπιστροφῆς στούς Ἁγίους Πατέρες. Οἱ μοντερνίζοντες, οἱ νεωτερίζοντες Μοναχοί, ἐπηρεασμένοι ἀπό τά δυτικά πρότυπα, ἤθελαν νά τροποποιήσουν πολλά ἀπό τά πατροπαράδοτα καί παραδεδομένα. Καί ἡ σύγκρουσις ἔλαβε μεγάλες διαστάσεις, ὥστε νά γίνουν παρεμβάσεις τοῦ Πατριαρχείου. Παρά ταῦτα συνεχίστηκε ἡ διαμάχη γιά πολλές δεκαετίες, μέ εὐεργετικά εὐτυχῶς ἀποτελέσματα γιά τήν συνέχισιν τῆς Ἁγίας Παραδόσεώς μας. Διότι ὁ Κολλυβαδισμός, πού ἀνέδειξε μεγάλες μορφές καί κείμενα σημαντικά, ἐστάθηκε ἕνα ἐξυγειαντικό κίνημα, πού ἡ ἐπίδρασί του στό Γένος μᾶς ἀκόμα συνεχίζεται» (Π. Μ. Σωτήρχου, Αὐτός ὁ Μέγας, Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, σέλ. 62 - 63).
Τό κίνημα τῶν «Κολλυβάδων» ἦταν μιά ὑγιής ἀντίδραση ἐνάντια στίς ἐπιδράσεις τῆς φράγκικης θεολογίας στόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς, καί ἐνάντια στήν ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία καί σήμερα ἀπειλεῖ νά ἀλλοιώση τό πνεῦμα τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ καί γενικότερα τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὑπῆρξε πρωτοστάτης στόν ἀγώνα αὐτό στούς δύσκολους ἐκείνους χρόνους.
Στό Ἅγιον Ὅρος πῆγε τό 1775 καί ἐγκαταβίωσε, κατ’ ἀρχάς, στήν Ἱερά Μονή Διονυσίου, ὅπου καί ἐκάρη μοναχός. Στήν συνέχεια, ἀφοῦ περιόδευσε σέ Μοναστήρια καί Σκῆτες, ἐγκαταστάθηκε στίς Καρυές, ὅπου ἡ ἡσυχία τοῦ τοπίου γινόταν συνεργός του στήν συγγραφή καί τήν μελέτη. Μέ τήν εὐλογία τῶν Γερόντων μελετοῦσε στίς βιβλιοθῆκες τῶν Μονῶν ὧρες ἀτέλειωτες καί ἀξιοποιώντας τήν δυνατή μνήμη πού τοῦ δόθηκε, καθώς καί τό συγγραφικό του χάρισμα πρόσφερε γνήσια τροφή στόν λαό τοῦ Θεοῦ, πού πεινᾶ καί διψᾶ γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἀνόθευτη πίστη.
Ὁ λόγος τοῦ ἔχει μιά ἀμεσότητα καί παραμένει μέχρι τίς ἡμέρες μᾶς ζωντανός καί ἐπίκαιρος, ἀφοῦ καί ἡ ἐποχή στήν ὁποία ἔζησε ἔχει πολλά κοινά σημεῖα μέ τήν δική μας ἐποχή. Ἄξια προσοχῆς εἶναι τά ὅσα γράφονται ἀπό τόν Π. Μ. Σωτῆρχο στόν πρόλογο τοῦ προαναφερθέντος βιβλίου του: «Εἶναι ἕνας ἀπό τούς δύο μεγάλους γίγαντες, πού ὡσάν Ἄτλαντες ἐκράτησαν τό Γένος στούς ὤμους τους. Ὁ ἄλλος στύλος εἶναι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός... Καί σήμερα βλέπουμε τήν ἴδια ἀπομάκρυνση ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τήν ἴδια λυσσαλέα δραστηριότητα τῶν καλά ὀργανωμένων αἱρετικῶν, τίς ἴδιες καταλυτικές διαβρώσεις στήν καθημερινή ζωή τοῦ λαοῦ μας, τίς ἔντονες ἐπιρροές πού δέχεται ἀπό ὅλα τα μέσα ἐνημερώσεως... Γι’ αὐτό καί ἡ ἀνάγκη νά ἀκούσουμε τήν φωνή τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου γίνεται δραματικά ἐπείγουσα καί ὁλοφάνερη».
- Προβολές: 2917