Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ὁ ἁϊ-Βασίλης

Ὁμιλία στοὺς Ναυπακτίους τῶν Ἀθηνῶν.

Ἐκφράζω τὴν χαρά μου γιὰ τὴν ἐκ νέου ἐπικοινωνία μαζί σας. Φαίνεται ὅτι καθιερώθηκε πιὰ αὐτὴ ἡ Ναυπακτιακὴ πίττα στὴν Ἀθήνα καὶ γι' αὐτὸ αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ εὐχαριστήσω θερμότατα τὴν Ὁμοσπονδία Συλλόγων Ναυπακτίας (ΕΝΑΜ), τὴν Ἑταιρεία Ναυπακτιακῶν Μελετῶν (ΕΝΑΜ) καὶ τὸν Ἑλληνοαμερικανικὸ Σύλλογο τῶν ἐν Ἀθήναις Ναυπακτίων γιὰ τὴν πρωτοβουλία αὐτή. Εὔχομαι σὲ ὅλους σας ὁ νέος χρόνος νὰ εἶναι ὑγιεινός, καρποφόρος καὶ καρποβριθὴς γιὰ τὸ καλὸ τῶν οἰκογενειῶν σας καὶ τῆς Ναυπακτίας γενικότερα.

Ὡς Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης τῆς ἱστορικῆς καὶ παλαιφάτου Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσω τὶς προσευχές σας γιὰ νὰ ἀνταποκριθῶ στὸ δύσκολο ἔργο τῆς ἀποστολῆς μου. Καὶ τὸ ζητῶ αὐτὸ γιὰ τὸν ἐπιπρόσθετο λόγο ὅτι ἐφέτος εἶμαι μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνδου καὶ ἔχω τὴν τιμὴ νὰ εἶμαι καὶ ἐκπρόσωπος Τύπου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ποὺ εἶναι μιὰ ὑπεύθυνη ἀποστολή, ὅπως εἶμαι καὶ Πρόεδρος καὶ μέλος διαφόρων Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν καὶ γι' αὐτὸ ἀπαιτοῦνται διάκριση, σύνεση καὶ λεπτοὶ χειρισμοί.

Τὸ θέμα τὸ ὁποῖο ἐπέλεξα σήμερα νὰ ἀναπτύξω στὴν ἀγάπη σας εἶναι «ὁ Μ. Βασίλειος καὶ ὁ ἁϊ-Βασίλης». Μπορεῖ νὰ φαίνεται ὅτι στερεῖται πρωτοτυπίας, ἀλλὰ ὅπως θὰ διαπιστώσετε στὴν συνέχεια ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὴν ἐποχή μας.

1. Ἡ προσωπικότητα τοῦ Μ. Βασιλείου

Ὁ Μ. Βασίλειος ὑπῆρξε ἕνας μεγάλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἕνας οἰκουμενικὸς διδάσκαλος. Τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι ὁ τίτλος Μέγας του ἀποδόθηκε ἀπὸ τὰ ἀδέλφια του, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δείχνει τὴν μεγάλη ἐπιρροὴ ποὺ εἶχε στὰ μέλη τῆς οἰκογενείας του. Ἀπὸ τὰ ἐννέα ἀδέλφια τῆς οἰκογενείας του οἱ πέντε εἶναι γνωστοὶ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας.

Δὲν πρόκειται νὰ παρουσιάσω τὰ στοιχεῖα τῆς προσωπικότητος του, ἀλλὰ νὰ ἀναπτύξω μὲ συντομία τα τρία σημεῖα τὰ ὁποῖα περιγράφονται στὸ ἀπολυτίκιό του. Τὸ ἀπολυτίκιο εἶναι τὸ ἑξῆς:

«Εἰς πᾶσαν την γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου,

ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου,

δι οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας,

τὴν φῦσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας,

τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας,

Βασίλειον ἰεράτευμα, πάτερ ὅσιε,

πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν» .

Τὰ τρία σημεῖα, τὰ ὁποῖα θὰ ὑπογραμμίσω, εἶναι τὰ ἑξῆς: Τὸ ἕνα «δι οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας» , τὸ δεύτερο « τὴν φῦσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας» καὶ τὸ τρίτο « τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας» .

«Δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας»

Ὁ Μ. Βασίλειος ἔζησε ὡς ἐπίσκοπος σὲ μιὰ πολὺ δύσκολη περίοδο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας. Ἐννοῶ τὴν περίοδο μεταξὺ τῆς Ἂ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὸ 325 μ.Χ., καὶ τῆς Β´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε τὸ 381 μ.Χ. Ὁ Μ. Βασίλειος ἀντιμετώπισε ὅλα τὰ θεολογικὰ ζητήματα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μὲ σοφία, διάκριση, σύνεση, ἀλλὰ καὶ θεολογικὴ προοπτικὴ καὶ ἐνῶ ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία 49 ἐτῶν δύο μόλις χρόνια –τὸ 379– πρὶν συνέλθη ἡ Β´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ ἔτος 381, ἐν τούτοις εἶχε προετοιμάσει ὅλο τὸ θεολογικὸ ἔδαφος πάνω στὸ ὁποῖο στηρίχθηκε ἡ Σύνοδος αὐτή.

Ὁ Μ. Βασίλειος δογμάτισε γιὰ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ χρησιμοποιῶντας νέα ὁρολογία καὶ αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ ἀντιμετωπίση τὶς διάφορες αἱρέσεις ποὺ ἐμφανίσθηκαν καὶ οἱ ὁποῖες χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία γιὰ νὰ κατανοήσουν τὴν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια. Ὁ Φωστὴρ τῆς Καισαρείας δογμάτισε γιὰ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, γιὰ τὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὸ σημαντικὸ καὶ πρωτόγνωρο, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴν φιλοσοφία, εἶναι ὅτι γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Μ. Βασίλειος ταύτισε τὴν ὑπόσταση μὲ τὸ πρόσωπο. Μέχρι τότε τὸ πρόσωπο σήμαινε τὸ προσωπεῖο, τὴν μάσκα ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ ἠθοποιὸς γιὰ νὰ παίξη ἕναν ρόλο, δηλαδὴ τὸ πρόσωπο ἦταν ἕνα ἐπίθεμα τοῦ ὄντος. Ὁ Μ. Βασίλειος ἀνέπτυξε τὴν ἄποψη ὅτι τὸ πρόσωπο δὲν εἶναι ἐπίθεμα τοῦ ὄντος, ἀλλὰ ταυτίζεται μὲ τὴν ὑπόσταση, δηλαδὴ εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνει τὸ ὃν νὰ εἶναι ὄντως ὅν.

Ὅλη αὐτὴν τὴν θεολογία ὁ Μ. Βασίλειος τὴν ἀνέπτυξε « θεοπρεπῶς» , ἀκριβῶς γιατί ζοῦσε τὴν ὑπαρξιακὴ θεολογία, εἶχε ἐμπειρίες τοῦ Θεοῦ, ὅπως φαίνεται στὰ κείμενά του. Ἡ θεολογία του δὲν ἦταν ἀκαδημαϊκή, ὀρθολογιστική, συναισθηματική, αἰσθητική, ἀλλὰ καθαρὰ ὑπαρξιακή.

«Τὴν φῦσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας» .

Στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία γινόταν διαρκῶς λόγος γιὰ τὰ ὄντα, ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο, καὶ τὸ ὅν, τοῦ ὁποίου ἀντιγραφὴ εἶναι τα ὄντα. Βασικὸ κεντρικὸ ἐρώτημα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς μεταφυσικῆς, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ Χάϊντεγκερ, εἶναι « γιατί νὰ ὑπάρχουν τα ὄντα καὶ ὄχι τὸ τίποτε» .

Ὁ Μ. Βασίλειος σπούδασε στὴν Ἀθήνα τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν ἐπιστήμη τῆς ἐποχῆς του, ποὺ ἠσχολεῖτο μὲ τὰ ὄντα. Κατὰ τὴν μαρτυρία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ποὺ ἦταν προσωπικός του φίλος καὶ συμμαθητής του στὴν Ἀθήνα, ἔμαθε ἐννέα ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἂν διαβάση κανεὶς τὴν « ἑξαήμερό» του, δηλαδὴ τὴν ἑρμηνεία ποὺ κάνει στὴν δημιουργία τοῦ κόσμου σὲ ἕξι ἡμέρες, θὰ διαπιστώση ὅτι μέσα στὸ βιβλίο αὐτὸ κατόρθωσε νὰ συγκεντρώση ὅλες τὶς ἐπιστημονικὲς γνώσεις τῆς ἐποχῆς του γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὴν δημιουργία του. Ἐρεύνησε τὴν φύση καὶ τὰ ὄντα –τὰ φυτά, τὰ ἔντομα, τὰ πτηνά, τὰ ψάρια, τὰ ζῶα κλπ.– εἶδε τὴν οὐσία τῶν ὄντων, τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ στὴν κτίση, καθὼς καὶ τὴν ἐντελέχεια καὶ τὴν τελολογία ὅλων τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων. Ὁ Μ. Βασίλειος ἀγάπησε τὴν φύση καὶ ἔκανε στὶς ἐπιστολὲς τοῦ ὑπέροχες περιγραφὲς τοῦ τοπίου στὸ ὁποῖο ἐμόναζε παρὰ τὸν Ἴρι ποταμό.

«Τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας»

Ὁ Μ. Βασίλειος δὲν ἦταν ἕνας θεωρητικὸς Θεολόγος καὶ ἐπιστήμονας, ἀλλὰ ἦταν καὶ μεγάλος μεταρρυθμιστής. Ἐνδιαφερόταν γιὰ τοὺς δούλους, τοὺς πτωχούς, γιὰ τὴν ἐλάφρυνση τῆς φορολογίας τοῦ λαοῦ, γιὰ τὶς ἀδικίες ποὺ ὑφίσταντο διάφοροι ἄνθρωποι, διοργάνωσε τὴν φιλανθρωπία. Εἶναι ὁ θεμελιωτὴς τῶν φιλανθρωπικῶν ἱδρυμάτων. Μέχρι τότε τὸ Κράτος δὲν εἶχε ἀναπτύξει τὴν κοινωνικὴ πρόνοια. Ὁ Μ. Βασίλειος ἐμφορούμενος ἀπὸ τὶς Χριστιανικές του ἀρχὲς ἀνέπτυξε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν φιλανθρωπία. Εἶναι γνωστὴ στὴν ἱστορία ἡ « Βασιλειάδα» του. Ὁ ἱστορικὸς Σωζόμενος κάνει λόγο περὶ « Βασιλειάδος ὃ πτωχῶν ἐστιν ἐπισημότατον καταγώγιον, ὑπὸ Βασιλείου κατασκευασθέν, ἀφ' οὐ τὴν προσηγορίαν τὴν ἀρχὴν ἔλαβε καὶ εἰς ἔτι νῦν ἔχει» . Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος κάνει λόγο γιὰ τὴν « καινὴν πόλιν» ὅπου « νόσος φιλοσοφεῖται καὶ συμφορὰ μακαρίζεται καὶ τὸ συμπαθὲς δοκιμάζεται» . Πρόκειται γιὰ μιὰ καινούρια πόλη. Ὁ ἴδιος ὁ Μ. Βασίλειος σὲ μιὰ ἐπιστολὴ τοῦ (ἐπιστολὴ 94 πρὸς Ἠλίαν) δίδει μιὰ μαρτυρία γιὰ τὸ κέντρο αὐτὸ τῆς φιλανθρωπίας. Μέσα στὴν « Βασιλειάδα» ὑπῆρχε μεγαλοπρεπὴς καθεδρικὸς Ναός, οἰκήματα γύρω ἀπὸ τὸν Ναὸ γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο καὶ τοὺς Κληρικούς, οἰκήματα γιὰ τὴν φιλοξενία τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν δημοσίων λειτουργῶν, ξενῶνας γιὰ τὴν φιλοξενία τῶν ξένων καὶ τῶν περαστικῶν ἀπὸ τὴν πόλη, νοσοκομεῖο γιὰ τὴν θεραπεία τῶν ἀσθενῶν μὲ τὸ ἀναγκαῖο προσωπικὸ ἀπὸ ἰατρούς, νοσοκόμους, ὁδηγούς, ὑποζύγια, οἴκους γιὰ στέγαση τῶν ἀπαραιτήτων ἐργαστηρίων καὶ τεχνητῶν. Ὑπάρχει πληροφορία ποὺ διασώζεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο ὅτι τοὺς λεπρούς, οἱ ὁποῖοι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἀπόβλητοι ἀπὸ τὴν κοινωνία, διότι εἶχαν τὴν ἀθεράπευτη καὶ κολλητικὴ ἀσθένεια τῆς λέπρας, ποὺ ὁμοίαζε κάπως μὲ τὴν σημερινὴ ἀσθένεια τοῦ ἀαάέ, τοὺς φρόντιζε ὁ ἴδιος ὁ Μ. Βασίλειος καὶ μάλιστα ἀφοῦ τοὺς καθάριζε τὶς πληγὲς στὴν συνέχεια τὶς ἀσπαζόταν γιὰ νὰ τοὺς δείξη τὴν ἀγάπη του. Ποιός θὰ τὸ ἔκανε αὐτὸ σήμερα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς τοῦ ἀαάέ;

Τὸ σπουδαιότερο εἶναι ὅτι ὁ Μ. Βασίλειος ἔκανε ὅλο αὐτὸ τὸ ἔργο τῆς φιλανθρωπίας, δείχνοντας τὸ προσωπικό του παράδειγμα, ἀφοῦ καίτοι ἦταν εὔπορος ἔδωσε ὅλην τὴν περιουσία του σὲ ὅσους εἶχαν ἀνάγκη καὶ μάλιστα ὅταν ἀπέθανε εἶχε ὡς μόνα περουσιακὰ στοιχεῖα ἕνα τρίχινο ράσο καὶ λίγα βιβλία. Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη του ἦταν τέτοια, ὥστε στὴν κηδεία του, ἀπὸ τὸν συνωστισμὸ τοῦ κόσμου, ἀπέθαναν καὶ ἄνθρωποι.

Ἡ κοινωνικὴ προσφορὰ τοῦ Μ. Βασιλείου σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀγάπη του, τὴν ἐξυπνάδα του καὶ τὶς θαυματουργικές του ἐπεμβάσεις φαίνεται καὶ στὸ περιστατικὸ σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο ὑπάρχει ἡ παράδοση τῆς Βασιλόπιττας, ὅπως τὴν διέσωσε ὁ Καθηγητὴς Φαίδων Κουκουλές, κατὰ τὴν παρουσίαση τοῦ Δημήτρη Λουκάτου. Σύμφωνα μὲ αὐτὴν « ὅταν ὁ ἅγιος Βασίλειος ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν Καισάρεια, ὁ τότε Ἔπαρχος τῆς Καππαδοκίας πῆγε μὲ σκληρὲς διαθέσεις νὰ εἰσπράξει φόρους. Οἱ κάτοικοι φοβισμένοι ἐζήτησαν τὴν προστασία τοῦ ποιμενάρχη τους. –"Σᾶς προτρέπω εὐθύς, τοὺς εἶπε ἐκεῖνος, νὰ μοῦ φέρει ἕκαστος ὅ,τι πολύτιμον ἔχει ἀντικείμενον". Μάζεψαν πολλὰ φορᾶ, καὶ βγῆκαν μαζὶ μὲ τὸν Δεσπότη τους οἱ Καισαρεὶς νὰ προϋπαντήσουν τὸν Ἔπαρχο. Ἦταν ὅμως τέτοια ἡ ἐμφάνιση καὶ ἡ πειθὼ τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ ὁ Ἔπαρχος καταπραΰνθηκε, χωρὶς νὰ θελήσει νὰ πάρει τὰ φορᾶ. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι, κι ὁ ἅγιος Βασίλειος πῆρε νὰ τοὺς ξαναδώσει τὰ τιμαλφῆ. Ὁ χωρισμὸς ὅμως ἦτο δυσχερής, διότι πολλὰ ὅμοια εἶχον προσφέρει, δακτυλίους δηλαδή, νομίσματα κλπ. Ὁ Βασίλειος τότε σκέφθηκε ἕνα θαυματουργὸν τρόπο: Διέταξε νὰ κατασκευασθῶσι τὴν ἑσπέραν τοῦ Σαββάτου πλακούντια (δηλ. μικρὲς πίτες) καὶ ἐντὸς ἑνὸς ἑκάστου ἔθηκεν ἀνὰ ἕν ἀντικείμενον, τὴν δ' ἑπομένην ἔδωκεν ἀνὰ ἕν εἰς ἕκαστον Χριστιανόν. Ποῖον θαῦμα! Ἐντὸς τοῦ πλακουντίου τοῦ εὗρεν ἕκαστος ὅ,τι εἶχε προσφέρει! Ἀπὸ τότε, λέγει ἡ παράδοση, κάθε στὴ γιορτὴ τοῦ ἁγ. Βασιλείου κάνουμε κι ἐμεῖς πίτες καὶ βάζουμε μέσα νομίσματα» .

Ὁ Μ. Βασίλειος ὑπῆρξε μεγάλη προσωπικότητα ποὺ δὲν ἐξαντλεῖται στὰ λίγα ποὺ ἀνέφερα πιὸ πάνω. Ἀλλὰ ὁ χρόνος εἶναι περιορισμένος καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἀναφερθῶ καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα.

2. Ἡ μορφή του ἁϊ-Βασίλη

Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν λατρεία της, τὴν θεολογία της, τὴν εἰκονογραφία της καὶ τὸ συναξάριο τῆς τιμᾶ σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν μεγάλη προσωπικότητα τοῦ Μ. Βασιλείου, ἐν τούτοις ἡ λαϊκὴ παράδοση καὶ κυρίως ἡ δυτική –εὐρωπαϊκὴ καὶ ἀμερικανική– νοοτροπία παρουσιάζει κατὰ ἰδιαίτερο τρόπο τὸν Μ. Βασίλειο, δηλαδὴ ἀπὸ Μέγα Βασίλειο τὸν ἔκανε αἱ-Βασίλη, μὲ πολλὲς παραλλαγές.

Ὅταν διαβάση κανεὶς σχετικὰ κείμενα καὶ ἀναλύσεις θὰ διαπιστώση ὅτι ἡ μορφὴ τοῦ Μ. Βασιλείου ἀλλοιώθηκε στὴν Εὐρώπη καὶ τὸν Νέο Κόσμο.

Ὁ καθηγητὴς τῆς Λαογραφίας Δημήτρης Λουκᾶτος στὸ βιβλίο τοῦ «Χριστουγεννιάτικα καὶ τῶν γιορτῶν» γράφει ὅτι ὁ δικός μας ἅγιος Βασίλης « ἦταν ἕνας καθαρὰ πρωτοχρονιάτικος ἅγιος, κάτι ἀνάμεσα στὸν πραγματικὸ Ἱεράρχη τῆς Καισάρειας καὶ σ' ἕνα πρόσωπο συμβολικὸ τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ποὺ ξεκινοῦσε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἑλληνικῆς Ἀσίας, κι ἔφτανε τὴν ἴδια μέρα σ' ὅλα τὰ πλάτη, ἀπὸ τὸν Πόντο ὤς τὴν Ἐπτάνησο κι ἀπὸ τὴν Ἤπειρο ὤς τὴν Κύπρο. Ξεκινοῦσε σὰν μεσαιωνικὸς πεζοπόρος, ἀμέσως ὕστερ' ἀπὸ τὰ Χριστούγεννα, μὲ τὸ ραβδὶ στὸ χέρι, καὶ περνοῦσε ἀπ' τοὺς διάφορους τόπους, καλόβολος πάντα καὶ κουβεντιαστῇς μὲ ὅσους συναντοῦσε» . Καὶ συνεχίζει ὁ Καθηγητής: « Δὲν κρατοῦσε κοφίνι στὴν πλάτη του οὔτε σακκὶ φορτωμένο μὲ δώρα. Ἐκεῖνο ποὺ ἔφερνε στοὺς ἀνθρώπους ἦταν περισσότερο συμβολικό: ἡ καλὴ τύχη ἰδιαίτερα κι ἡ ἱερατικὴ εὐλογία του. Τὸ μόνο κάπως συγκεκριμένο ἦταν τὸ μαγικὸ ραβδί του, ἀπ' ὅπου μὲ θαυμαστὸν τρόπο βλάσταιναν ἢ ζωντάνευαν κλαδιὰ καὶ πέρδικες, σύμβολα τῶν ἀντίστοιχων δώρων, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ μοιράσει στοὺς εὐνοουμένους του» . Καὶ συνεχίζει ὁ Καθηγητής: "Δὲν ἔφερνε τίποτα ὁ ἅγιος Βασίλης. Ἀντίθετα λὲς καὶ ζητοῦσαν τὴν εὐλογία του, μὲ τὸ νὰ μοιράζουν ἀπὸ δική τους πρόθεση οἱ ἄνθρωποι φορᾶ καὶ λεφτά", δηλαδὴ "γονεῖς καὶ συγγενεῖς ἔδιναν στὰ παιδιά τους μπουναμάδες ἢ καὶ μεταξύ τους τὰ φορᾶ"" (ἔνθ. ἀνωτ., σέλ. 121). Γενικὰ στὴν δική μας παράδοση ὁ αἱ-Βασίλης ἦταν « μικρασιάτης, μελαχρινός, ἀδύνατος, γελαστός, μὲ μαῦρα γένια καὶ καμαρωτὰ φρύδια. Ντυμένος σὰν βυζαντινὸς πεζοπόρος, μὲ σκουφὶ καὶ πέδιλα, στὸ χέρι του κρατοῦσε ἕνα ραβδὶ» (Σπῦρος Δημητρέλης).

Ἡ πατρίδα τοῦ ἀνατολικοῦ αἱ-Βασίλη εἶναι ἡ Μικρὰ Ἀσία, καὶ εἶναι γραμματισμένος, κατάγεται ἀπὸ τὴν Καισάρεια καὶ « βαστάει κόλλα καὶ χαρτί, χαρτὶ καὶ καλαμάρι» καὶ προσφέρει ὡς δῶρο « τὴ σταθερὴ καὶ διαχρονικὴ χαρὰ τῆς γνώσης» .

Στὴν Δύση ὑπῆρχε ἄλλος τύπος τοῦ δικοῦ μας ἁϊ-Βασίλη. Στὴν Εὐρώπη καὶ ἰδίως στὴν Ὁλλανδία ἦταν ὁ Sinter Klaas, ὁ ὁποῖος ἦταν « ὁ προστάτης τῶν ναυτικῶν, τῶν ἐμπόρων καὶ τῶν παιδιῶν, ἔτσι ὅπως αὐτὸς λατρεύτηκε στὶς κάτω Χῶρες, κυρίως ἀπὸ τὸν 12ο αἰῶνα καὶ μετά». Τὸν 17ο αἰῶνα Ὁλλανδοὶ Καλβινιστὲς « μεταναστεύοντας στὴν Ἀμερικὴ ἔπαιρναν μαζί τους καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου» , καὶ ἔγινε ὁ Saint Nick καὶ ὁ Santa Claus. Μετακινήθηκε ὅμως μερικὲς ἑβδομάδες ἀργότερα γιὰ νὰ ἐπισκεφθῇ τὰ παιδιὰ τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων. Ὁ τύπος αὐτὸς ταξίδευσε καὶ σὲ ἄλλες Χῶρες. Γύρω στὰ 1870 ἡ γλυκιὰ καὶ γενναιόδωρη μορφή του ταξίδεψε καὶ στὴν Βρεταννία, ὅπου καὶ συγχωνεύτηκε μὲ τὸν σκανδιναυϊκὴς προέλευσης, πατέρα τῶν Χριστουγέννων καὶ γέννησε μύθους, θρύλους, τραγουδάκια καὶ ἀξεπέραστες συνήθειες» .

Ταυτιζόμενος ὁ Saint Nick, μὲ τὸν Santa Claus καὶ τὸν Father Christmas μεταφέρθηκε στὴν Ἀμερικὴ ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους μετανάστες καὶ ὅπως ἦταν ἑπόμενο ἐκεῖ ἀλλάζει μορφή, ἀποκτᾶ τὴν μορφὴ « τοῦ καλοθρεμμένου καὶ ὁλοπόρφυρου ἁγίου, ποὺ ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ ζεῖ στὶς χιονισμένες πλαγιές του Ἄσπεν ἢ τοῦ Βερμὸντ γιὰ λόγους παραδοσιακῆς ἀλλὰ καὶ ἐμπορικῆς ἀποστασιοποίησης μένει κάπου στὸν Βόρειο Πόλο».

Βεβαίως, ἐδῶ πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι αὐτὸς ὁ "τύπος", ποὺ στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερικὴ ὀνομάσθηκε Saint Nick, Santa Claus καὶ Father Cristmas, ἀπὸ μᾶς ὀνομάζεται αἱ-Βασίλης. Οἱ δυτικοὶ δὲν τὸν ὀνομάζουν αἱ-Βασίλη, ἀλλὰ Saint Nick, Santa Claus καὶ Father Cristmas. Ἐμεῖς ταυτίσαμε τὸν δυτικὸ αὐτὸν "τύπο" μὲ τὸν αἱ-Βασίλη, ἀφοῦ ἐξοβελίσαμε τὸν δικό μας Ἅγιο Βασίλειο. Ὁ Καθηγητὴς Δήμ. Λουκάτος λέγει ὅτι αὐτὸς ὁ δυτικὸς τύπος ἦρθε σὲ μᾶς "μὲ πρωτοβουλία τῶν ἀστικῶν τάξεων" καὶ ὀνομάσθηκε αἱ-Βασίλης. Χάρη συννενοήσεως στὰ ἑπόμενα θὰ τὸν τιτλοφορῶ αἱ-Βασίλη.

Ὁ σημερινὸς ἁϊ-Βασίλης εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀγγλοσαξωνικοῦ κόσμου καὶ ἀπηχεῖ τὴν νοοτροπία του. Ὁ αἱ-Βασίλης αὐτὸς γεννήθηκε ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα ἀπὸ ἕναν ἀστὸ προτεστάντη καθηγητῆ, τὸν Κλημέντιο Κλὰρκ Μοὺρ « ποῦ ἔγραψε γιὰ τὰ παιδιὰ τοῦ μιὰ ἱστορία μὲ ἥρωα ἕναν αἱ-Βασίλη, τὴν The Night Before Christmas » καὶ δημοσιεύθηκε τὴν 23 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1823 στὴν ἐφημερίδα « Sentinel» . Ἡ ἱστορία αὐτὴ εἰκονογραφήθηκε ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ χιουμοριστικοῦ ἀμερικανικοῦ σχεδίου Τόμας Νάστ, ὁ ὁποῖος ἦταν γερμανικῆς καταγωγῆς καὶ « δανείστηκε στοιχεῖα ἀπὸ τὴν γερμανικὴ λαϊκὴ παράδοση τῶν Χριστουγέννων ἀλλὰ καὶ τὴν παραδομένη μορφὴ τοῦ πλανόδιου γερμανοῦ ἐμπόρου».

Ὑπάρχουν ἀναλύσεις σύμφωνα μὲ τὶς ὁποῖες «ὁ Ἅγιος Βασίλης γεννήθηκε κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ἀμερικανικοῦ Ἐμφυλίου, ὅταν ὁ Νὰστ ἐργαζόταν στὸ Harper's Weekly, στὸ μεγαλύτερο περιοδικὸ τῆς ἐποχῆς, καὶ τοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ νὰ ἀπεικονίζει μὲ ἀλληγορικὲς εἰκόνες τὰ δρώμενα τοῦ πολέμου. Μία ἀπὸ αὐτὲς ἦταν "ὁ Ἅγιος Βασίλης στὸ στρατόπεδο", ὅπου παρουσιάζεται γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Ἅγιος μὲ τὰ χαρακτηριστικὰ ἑνὸς εὐτραφοῦς ἄνδρα, ὁλοστρόγγυλου καὶ ροδαλοῦ, καλυμμένου ἀπὸ ἄστρα, ὁ ὁποῖος μοίραζε φορᾶ σὲ ἕνα στρατόπεδο τῶν Βορείων. Ὁ Ἅγιος Βασίλης τοῦ Νὰστ δὲν ἐξελίχθηκε, παρέμεινε ὁ ἴδιος μὲ τὸ κόκκινο κουστούμι μὲ τὰ λευκὰ γουνάκια, τὴν ἄσπρη γενιάδα καὶ τὰ παιχνίδια του. Μὲ αὐτὸ τὸ σκίτσο, τὰ Χριστούγεννα ἔγιναν ἡμέρα ἀργίας καὶ ὁ Ἅγιος Βασίλης ἀναγορεύτηκε σὲ τοπικὴ θεότητα - καλόκαρδο πνεῦμα ποὺ ἀντιπροσώπευε τὴν εὐημερία καὶ τὴν οἰκογενειακὴ ζωὴ τῶν Βορείων, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ μῦθο τῆς ἱπποτικῆς παράδοσης καὶ τῆς βαθύτατα ἰθαγενοῦς κολτούρας τοῦ Νότου.

Βασισμένος στὴν ἐπιτυχία ποὺ γνώρισε τὸ ἔργο του τὸ 1862, ὁ Νὰστ συνέχισε νὰ παράγει σχέδια τοῦ Ἅγιου Βασίλη κάθε Χριστούγεννα κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου. Καὶ ἡ σύλληψή του ἔγινε ἀποδεκτή, διότι ἔδωσε στὴν παραδοσιακὴ ἀσκητικὴ αὐστηρὴ καὶ ἀποστεωμένη εἰκόνα τοῦ Father Christmas τοῦ Pelze - Nicol καὶ τοῦ Pere Noel, μιὰ ἄλλη διάσταση ποὺ ἀντικατόπτριζε τὴν ἀφθονία καὶ τὴν εὐμάρεια.

Ὁ Ντίκενς εἶχε ἤδη μετατρέψει τὰ Χριστούγεννα σὲ γιορτὴ τῆς ἀστικῆς τάξης. Ὅμως ὁ Ἅγιος Βασίλης δὲν διαδραματίζει κανένα ρόλο στὶς ἑορταστικὲς προετοιμασίες τοῦ Ντίκενς. Τὰ Χριστούγεννα τοῦ Ντίκενς στρέφονται ἐνάντια στὸν πυρῆνα τοῦ βικτωριανοῦ καπιταλισμοῦ καὶ ὑπογραμμίζουν τὴν ἀτομικὴ συνείδηση, τὸ κοινωνικὸ σύνολο, τὴν φιλανθρωπία. Τὰ Χριστούγεννα τοῦ Ἐμφυλίου τοῦ Νάστ –καὶ τοῦ Ἅγιου Βασίλη ποὺ τὰ συνοδεύει– βρίσκονται σὲ τέλεια συμφωνία μὲ τὴν οὐσία τῆς παράδοσης τῶν Βορείων, ἡ ὁποία εἶναι ὁ συγκερασμὸς τῆς ἀρετῆς μὲ τὸ ἐμπόριο. Βέβαια ὁ Ἅγιος τοῦ Νὰστ διανέμει φορᾶ ἀρχικὰ σὲ στρατιῶτες καὶ ἔπειτα σὲ παιδιά, μιὰ ἀνταμοιβὴ γιὰ ὅποιον ὑπῆρξε καλὸς κατὰ τὴν διάρκεια τῆς χρονιᾶς. Ἡ πιὸ διάσημη ἀπεικόνιση τοῦ Ἁγίου, κυκλοφόρησε τὸ 1866 –στὸ τέλος τοῦ πρώτου εἰρηνικοῦ χρόνου– καὶ ἑδραίωσε τὴν εἰκονογραφία τοῦ χαρακτῆρα. Τὸν βλέπουμε νὰ διακοσμεῖ ἕνα ἔλατο, νὰ φτιάχνει παιχνίδια, νὰ διαβάζει τὸ βιβλίο του μὲ τὰ παραμύθια, νὰ ράβει τὰ ροῦχα του καὶ τέλος νὰ ἐξερευνᾶ τὸν κόσμο μὲ τὸ τηλεσκόπιό του "πρὸς ἀναζήτηση σοφῶν παιδιῶν". Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀποδίδεται ἡ πολυάσχολη πλευρὰ τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὸ πρότυπο τοῦ περιπετειώδους Yankee.

Ἴσως αὐτὸ ποὺ ἀποτελεῖ τὸ πιὸ συμπαθητικὸ στοιχεῖο στὸν Ἅγιο Βασίλη τοῦ Νὰστ εἶναι ἡ τρυφερότητα ποὺ δείχνει ἀπέναντι στὰ παιδιά. Τὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα παρουσιάζονται τόσο συχνὰ ὅσο καὶ ὁ Ἅγιος Βασίλης στὸ ἔργο τοῦ Νάστ, δὲν μοιάζουν σὲ τίποτα μὲ τὰ δυστυχισμένα παιδιὰ τοῦ δρόμου τῆς βικτωριανῆς ἐποχῆς».

Εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ αἱ-Βασίλης τοῦ Τόμας Νὰστ δείχνει τὸ ὄνειρο τῆς ἀμερικανικῆς κοινωνίας, ποὺ στηρίζεται στὴν εὐημερία, τὴν εὐδαιμονία, τὴν καλοπέραση, τὴν ἀγαθωσύνη καὶ τὴν μακροημέρευση τοῦ ἀνθρώπου. Ἕνας τέτοιος αἱ-Βασίλης « εἶναι προσωποποίηση τοῦ ἀμερικανικοῦ ὑλισμοῦ, τῆς ἀφθονίας, τῆς χαρᾶς καὶ τῆς εὐδαιμονίας» . Βεβαίως πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι « ὁ ἐφευρέτης του χοντρούλη καὶ ἀγαθούλη γέροντα εἶναι ὁ ἴδιος ποὺ σχεδίασε τὰ σήματα τῶν ἀμερικανικῶν κομμάτων, δηλαδὴ τοῦ γαϊδάρου γιὰ τοὺς Δημοκρατικοὺς καὶ τοῦ ἐλέφαντα γιὰ τοὺς Ρεμπουμπλικανούς»

Στὶς ἀρχὲς τοῦ αἰῶνα μας ὁ αἱ-Βασίλης ἄλλαξε κάπως μορφή, καὶ ἔγινε ὅπως ἀκριβῶς τὸν γνωρίζουμε σήμερα. Σὲ αὐτὸ συνετέλεσε ἡ Κόκα-Κόλα. Κι ἂν ἦταν ὁ σκιτσογράφος Τόμας Νὰστ ποὺ τὸν φαντάστηκε πρῶτος, περίπου ὅπως εἶναι σήμερα, ἡ Κόκα-Κόλα ἀποτέλεσε τὴν ἀφορμὴ γιὰ νὰ γίνει ἡ μορφή του τόσο δημοφιλής. Στὰ 1931, ποὺ ἡ Κόκα Κόλα ἀποφάσισε νὰ χρησιμοποιήσει τὸν Σάντα Κλάους στὴ χειμωνιάτικη διαφημιστική της ἐκστρατεία καὶ ἀνέθεσε σὲ ἕναν ἄλλο Ἀμερικανὸ καλλιτέχνη, τὸν Χάντον Σάνμπλομ, νὰ τὸν σχεδιάσει. Ἐκεῖνος διάλεξε γιὰ τὸν Ἅγιο τὰ χρώματα τῆς Κόκα Κόλα καί... νὰ τός, μὲ τὶς μαῦρες μπότες του, τὸ μακρὺ σκουφί του, τὸ κόκκινο κοστούμι του καὶ τὴν ἄσπρη τοῦ γούνα, ὅπως τὸν γνωρίσαμε καὶ τὸν ἀγαπήσαμε».

Ἡ παράδοση σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ αἱ-Βασίλης περνᾶ μέσα ἀπὸ καμινάδες γιὰ νὰ δώση φορᾶ στὰ παιδιὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ ποίημα τοῦ Κλέμεντ Μοὺρ μὲ τίτλο « μιὰ ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Νικόλα» , ὁ ὁποῖος « δανείστηκε τὴν ἰδέα τῆς καμινάδας, μαζὶ μὲ τὴν ἰδέα τοῦ ἔλκηθρου καὶ τῶν ὀκτὼ ἐλαφιῶν ποὺ τὸ σέρνουν, ἀπὸ ἕνα φινλανδικὸ παραμύθι».

Ἐν τῷ μεταξύ, αὐτὲς τὶς ἡμέρες σὲ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες διαβάσαμε πολλὰ παράξενα γύρω ἀπὸ τὸν αἱ-Βασίλη. Τὸ ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ὅτι ὁ αἱ-Βασίλης ἔγινε "ὑποκείμενο πολιτικῆς ἀντιπαράθεσης καὶ ὄργανο οἰκονομικῶν συμφερόντων", ὅτι "χωρίζει ἀντὶ νὰ ἑνώνει" τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅτι "ὁ παγκοσμιοποιημένος Santa Claus" προκαλεῖ "τὶς ἀντανακλαστικὲς ἀντιδράσεις τῶν τοπικῶν κοινωνιῶν", ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι πολλὰ Κράτη διεκδικοῦν, ἐρίζουν γιὰ τὴν καταγωγή του αἱ-Βασίλη, ἀπὸ τὴν "Γροιλανδία μέχρι τὴν Αὐστραλία καὶ ἀπὸ τὴν Λαπωνία μέχρι τὴν Αὐστρία". Καὶ βέβαια αὐτὸ συσχετίζεται μὲ τὸ ἐμπόριο, τὴν διαφήμιση καὶ τὴν πολιτική. Τὸ ἄλλο εἶναι ὅτι ἐφέτος εἴδαμε σὲ περιοδικό, ἀλλὰ αὐτὸ γίνεται καὶ ἀλλοῦ, μαζὶ μὲ τὸν αἱ-Βασίλη καὶ αἱ-βασιλοποῦλες, γυναῖκες ντυμένες ὡς αἱ-Βασίληδες. Ἕξι στὰρ τοῦ Χόλιγουντ "φόρεσαν τὴν κόκκινη στολὴ καὶ στάθηκαν μπροστὰ στὸ φακὸ ὅπως μόνο αὐτὲς ξέρουν". Εἶναι καὶ αὐτὸ γνώρισμα τῆς ἐποχῆς μας.

Ἑπομένως ὁ αἱ-Βασίλης τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ποὺ εἶναι ἐγγράμματος καὶ δίδει ὡς δῶρο τὴν γνώση, μετατρέπεται στὸν Σάντα Κλάους ποὺ δίδει « τὴν ἐφήμερη ἡδονὴ τῆς κατανάλωσης» καὶ ἔρχεται σὲ μᾶς μετονομαζόμενος σὲ αἱ-Βασίλη. Δὲν εἶναι ἕνα πρόσωπο μὲ τὰ ὑπαρξιακά του ἐρωτήματα καὶ τὶς ἀγωνίες, μὲ τὴν ἀσκητική του διάσταση, ἀλλὰ διακρίνεται γιὰ τὴν « προτεταμένη κοιλιά, τὰ ροδοκόκκινα μάγουλα» καὶ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς « καλοπέρασης καὶ τῆς αἰσιοδοξίας» . Εἶναι δὲ γνωστὸν ἀπὸ τὶς διάφορες μελέτες ὅτι ὅλη ἡ νοοτροπία τῆς Ἀμερικανικῆς κοινωνίας διακρίνεται ἀπὸ ἕνα κρᾶμα μεταξὺ τοῦ πουριτανικοῦ-καλβινιστικοῦ πνεύματος σὲ συνδυασμὸ μὲ μερικὲς ἀπόψεις τοῦ διαφωτισμοῦ καὶ τοῦ ρομαντισμοῦ, ὅπως ἀπέδειξε διὰ πολλῶν ὁ Schaeffer. Κατὰ κάποιο τρόπο ὁ ἀμερικανικὸς αἱ-Βασίλης εἶναι ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ πνεύματος. Αὐτὸ δὲ τὸ πνεῦμα δημιούργησε διάφορα προβλήματα, μὲ τὰ ὁποῖα θέλησε νὰ ἀσχοληθῇ ἡ ἐπιστήμη τῆς ψυχανάλυσης, γιατί ἡ ἀπώθηση τῶν ὑπαρξιακῶν προβλημάτων δημιουργεῖ ποικίλες ἀρρώστιες, σωματικὲς καὶ ψυχολογικές.

Ἀγαπητοί μου,

Ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Μ. Βασίλειο τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως στὸν αἱ-Βασίλη ἀγγλοσαξωνικοῦ τύπου δείχνει τὴν ὑποβάθμιση τοῦ πολιτισμοῦ, τὴν πορεία ἀπὸ τὴν ὀντολογία στὸν εὐδαιμονισμό, τὸν ὠφελιμισμὸ καὶ τὴν χρησιμοθηρία. Ὁ ἱστορικὸς Ντανιελοῦ ἔχει παρατηρήσει ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐξετάζοντας τὸν κόσμο ἐρωτοῦσαν τί εἶναι τὸ ὃν καὶ τί εἶναι τα ὄντα, ἔκαναν, δηλαδὴ ὀντολογία. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ νόημα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ κυρίως ἀπαντοῦσαν στὸ ἐρώτημα ποιός ἔκανε τὸν κόσμο καὶ ποιός εἶναι ὁ σκοπός του. Οἱ δυτικοὶ ὅμως, ἀντίθετα ἀπὸ τὶς προηγούμενες παραδόσεις, ἐρωτοῦν τί μας χρησιμεύει ὁ κόσμος, δηλαδὴ ἀναπτύχθηκε ἡ χρησιμοθηρία καὶ ὁ ὠφελισμός.

Ἐὰν ἡ πορεία ἀπὸ τὸν Μ. Βασίλειο στὸν αἱ-Βασίλη δείχνη τὴν ἐπιπεδοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ τὴν ὑποβάθμισή του, ἡ ἀντίστροφη πορεία ἀπὸ τὸν αἱ-Βασίλη τοῦ καταναλωτισμοῦ καὶ τοῦ εὐδαιμονισμοῦ στὸν Μ. Βασίλειο τῆς Ἐκκλησίας δείχνει τὴν ἀναβάθμιση τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἀνύψωσή του, τὴν πορεία του δηλαδὴ ἀπὸ τὸ πρᾶγμα στὴν ὑπόσταση, ἀπὸ τὸ ἄτομο στὸ πρόσωπο. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν ἑορτῶν. Αὐτὸ ἂς εὐχηθοῦμε γιὰ ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους τὸν νέο χρόνο.

  • Προβολές: 3100