Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἀπόστολος Πέτρος, 29 Ἰουνίου
Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος εἶχε φλογερὸ ζῆλο καὶ μεγάλη ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό. Βέβαια, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πάθους Τοῦ, Τὸν ἀρνήθηκε τρεῖς φορὲς μὲ ὅρκο, ἀλλὰ μετενόησε. Θυμήθηκε, μετὰ τὸ λάλημα τοῦ πετεινοῦ, τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοῦ εἶχε προαναγγείλει τὴν πτώση του στὸ ἁμάρτημα τῆς ἀρνήσεως, καὶ ἀφοῦ βγῆκε ἔξω ἔκλαυσε πικρά. Ὁ Χριστός, μετὰ τὴν Ἀνάστασή Τοῦ, τὸν ἀποκατέστησε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ἀφοῦ τὸν ἐρώτησε τρεῖς φορὲς ἐὰν τὸν ἀγαπᾶ, καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντολὴ νὰ ποιμαίνη τὰ λογικὰ Τοῦ πρόβατα.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου γιὰ τὸν Χριστὸ φαίνεται καθαρὰ καὶ στὰ ἀκόλουθα περιστατικά.
Ὅταν ὁ Χριστός, λίγο πρὶν τὸ πάθος Τοῦ, ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Τοῦ, ὁ Πέτρος δὲν ἤθελε νὰ τοῦ πλύνη τὰ πόδια ὁ Κύριος καὶ ὁ Διδάσκαλος. Ὅταν ὅμως τοῦ εἶπε ὁ Χριστὸς ὅτι ἐὰν δὲν δεχθῇς νὰ σοῦ πλύνω τὰ πόδια δὲν μπορεῖς νὰ μένης κοντά μου, τότε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος εἶπε, τότε Κύριε μὴ μοῦ πλύνεις μόνον τὰ πόδια, ἀλλὰ καὶ τὰ χέρια καὶ τὸ κεφάλι.
Ἐπίσης, ὅταν ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς ἀκροατὰς τοῦ λόγου του ὅτι γιὰ νὰ ἔχουν ἀληθινὴ ζωὴ πρέπει νὰ τρώγουν τὸ Σῶμα Τοῦ καὶ νὰ πίνουν τὸ Αἷμα Τοῦ, ἐκεῖνοι δὲν κατάλαβαν, σκανδαλίστηκαν καὶ ἔφυγαν. Τότε ὁ Χριστὸς ρώτησε τοὺς Δώδεκα μαθητὰς Τοῦ, ἐὰν θέλουν καὶ αὐτοὶ νὰ φύγουν. Ὁ Πέτρος ἀμέσως ἀπάντησε: "Κύριε, σὲ ποιόν νὰ πᾶμε; Ἔχεις λόγια ζωῆς αἰωνίου καὶ ἐμεῖς ἐπιστεύσαμε καὶ γνωρίσαμε ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ του ζῶντος".
Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, κάποια στιγμή, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὶς ἐγκοσμιοκρατικὲς ἀντιλήψεις περὶ τοῦ Μεσσίου, ἀλλά, ἴσως, καὶ λόγῳ τοῦ αὐθορμήτου χαρακτῆρος του, προσπάθησε νὰ ἀποτρέψη τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν πορεία τοῦ πρὸς τὸ Πάθος, καὶ δέχθηκε γι' αὐτὸ τὴν αὐστηρὴ Τοῦ ἐπιτίμηση. Σὲ ἄλλη περίπτωση ὅμως ἐπαινέθηκε ἀπὸ τὸν Χριστό, ὅταν Τὸν ὁμολόγησε Υἱὸ τοῦ Θεοῦ του ζῶντος. Τότε τὸν ἀπεκάλεσε μακάριο, ἐπειδὴ δέχθηκε τὴν ἀποκάλυψη ὄχι ἀπὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Θεό. Τοῦ εἶπε πῶς σὲ αὐτὴ τὴν πέτρα, δηλαδὴ στὴν ὁμολογία τοῦ περὶ τοῦ Χριστοῦ ὅτι εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, θὰ οἰκοδομήση τὴν Ἐκκλησία Τοῦ, τῆς ὁποίας "πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν".
Τὸ τέλος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὅπως τοῦ τὸ εἶχε προαναγγείλει ὁ Χριστός, ἦταν μαρτυρικό.
Ἡ ζωή του καὶ τὸ ἔργο του μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε μὲ πολλὴ συντομία τὰ ἑξῆς:
Πρῶτον. Μετὰ τὴν πτώση του στὸ ἁμάρτημα τῆς ἀρνήσεως δὲν ὁδηγήθηκε σὲ λαθεμένο δρόμο, ὅπως ὁ Ἰούδας, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἀμετανόητος, ἀλλὰ κατέφυγε στὴν ἀγάπη καὶ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ καὶ διόρθωσε τὸ σφάλμα τῆς ἀρνήσεως μὲ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ἀποκαταστάθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα, ἄλλὰ ἔγινε καὶ γιὰ τοὺς ἁμαρτάνοντας φωτεινὸ παράδειγμα πρὸς μίμηση. Γιατί δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἀναμάρτητοι, ἀλλὰ μετανοοῦντες καὶ ἀμετανόητοι. Μὲ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια ὁ ἄνθρωπος καθαρίζεται ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα καὶ λαμβάνει τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχει ἁμάρτημα, ὅσο βαρὺ καὶ ἂν εἶναι, ποὺ νὰ μπορῇ νὰ νικήση τὴν ἀγάπη καὶ τὴν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Τὸ μόνο ἁμάρτημα ποὺ δὲν συγχωρεῖται εἶναι ἡ βλασφημία κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δηλαδὴ ἡ ἀμετανοησία. Βέβαια, ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια προϋποθέτει ταπείνωση. Διότι ἡ ἀλαζονεία καὶ ἡ ὑπερηφάνεια ὁδηγοῦν στὴν ἀπόγνωση καὶ τὴν ἀπελπισία καὶ σὲ ὅ,τι αὐτὲς συνεπάγονται.
Δεύτερον. Κάθε ἄνθρωπος ἔχει τὴν δική του προσωπικότητα καὶ τὸν δικό του χαρακτῆρα καὶ οἱ Ἅγιοι δὲν ἀποτελοῦν ἐξαίρεση σὲ αὐτὸν τὸν κανόνα. Ἄλλωστε, εἶναι καὶ αὐτοὶ ἄνθρωποι σὰν ὅλους τοὺς ἄλλους. Ὁ δρόμος πρὸς τὴν θέωση μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἐμπειρίες παρόμοιες ἢ καὶ ἴδιες, ὡστόσο ὁ καθένας ἐκφράζει τὴν δική του προσωπικὴ ἐμπειρία μὲ τὸν μοναδικὸ προσωπικό του λόγο. Τὸ Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μοιάζει μὲ κῆπο, ποὺ εἶναι γεμᾶτος λουλούδια. Ἀλλὰ κάθε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ λουλούδια εἶναι μοναδικὸ καὶ ἀναδίδει τὴν δική του εὐωδία. Ὁ χαρακτῆρας τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἀλλάζει εὔκολα, μπορεῖ ὅμως νὰ μεταστοιχειωθῆ, νὰ ἀλλοιωθῇ ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἡ ἄκτιστη θεία Χάρη ἔλθη μέσα στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη τὴν ἁγιάζει καὶ τὴν ἀνακαινίζει.
Ἡ φυσικὲς ἀρετὲς δὲν κατηγοροῦνται, ἀλλὰ καὶ δὲν ἐπαινοῦνται ἀπὸ τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν εἶναι οὔτε καλὲς οὔτε κακές. Π.χ. ἡ φυσικὴ ἀγάπη τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιά, τὴν ὁποία ἔχουν καὶ αὐτὰ τὰ ἄλογα ζῶα, δὲν κατηγορεῖται, ἀλλὰ καὶ δὲν ἐπαινεῖται. Ὑπάρχει, βέβαια, ἡ δυνατότητα νὰ μεταβληθῆ, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, σὲ ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, ὅπως μπορεῖ νὰ ἐξελιχθῆ, χωρὶς τὴν θεία Χάρη, σὲ ἐμπαθῆ ἀγάπη. Ἡ ἐμπαθὴς ἀγάπη δὲν εἶναι ἀληθινή, ἀλλὰ ψεύτικη, ἐπειδὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὰ πάθη, ἤτοι μὲ τὴν φιλαυτία, τὴν φιλαργυρία, τὴν φιληδονία, τὴν κενοδοξία κ.λ.π. Γι' αὐτὸ καὶ συναντοῦμε τὸ τραγικὸ φαινόμενο τῆς ἔχθρας μεταξὺ γονέων καὶ παιδιῶν ἢ μεταξὺ ἀδελφῶν, ἡ ὁποία ἔχθρα ὁδηγεῖ, κάποιες φορές, καὶ στὸ ἔγκλημα. Καὶ δὲν φταίει γι' αὐτὸ "ἡ κακιὰ ἡ ὥρα", ὅπως ἔχουμε συνηθίσει νὰ λέμε, ἀλλὰ ἡ ἐμπαθὴς ἀγάπη. Οἱ Ἅγιοι μὲ τὴν ἄσκηση, τὴν θεία Λατρεία καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐκαθάρισαν τὴν καρδιά τους ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἀπέκτησαν τὴν ἄκτιστη θεία Χάρη, καρπὸς τῆς ὁποίας εἶναι καὶ ἡ ἀνιδιοτελὴς ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀγκαλιάζει καὶ τοὺς ἐχθρούς.
Ἡ παραμονὴ στὴν Ἐκκλησία διὰ τῆς μετανοίας, τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς ὑπακοῆς στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμούς, ἀναγεννᾶ, ἁγιάζει καὶ σώζει τὸν ἄνθρωπο.
- Προβολές: 3073