Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἅγιος Ἀνδρέας Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης (Ὁ Ποιητής τοῦ Μεγάλου Κανόνος), 4 Ἰουλίου
Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα μ. Χ. Γεννήθηκε στὴν Δαμασκὸ ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Γρηγορία. Ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν δεκαπέντε χρόνων πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὑπηρέτησε στὸ Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων ὡς Ἀναγνώστης καὶ Μοναχός. Συμμετεῖχε στὴν Στ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συγκροτήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου χειροτονήθηκε Διάκονος στὴν Βασιλεύουσα καὶ διορίσθηκε διευθυντὴς ὀρφανοτροφείου τῆς Πόλης. Μετὰ ἀπὸ μερικὰ ἔτη ἔγινε Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης. Ἦταν προσωπικότητα πλουτισμένη μὲ πολλὰ χαρίσματα, γι' αὐτὸ καὶ ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον πρῶτος αὐτὸς ἀγάπησε καὶ θυσιαστικὰ διακόνησε. Τὸ 740 μ. Χ. μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ διάφορες ὑποθέσεις. Στὴν ἐπιστροφὴ ὅμως καὶ ἐνῷ ταξίδευε μὲ τὸ καράβι, ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια καὶ ἔθαψαν τὸ σῶμα του στὴν Ἐρεσσὸ τῆς Μυτιλήνης, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς ἁγίας Ἀναστασίας.
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης, ἀποκαλεῖται ἀπὸ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο "σοφὸς ὑφηγητὴς τοῦ Θείου Πνεύματος καὶ Πατέρων κλέος". Καὶ δικαίως γιατί ὑπῆρξε μεγάλος Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀληθινὸς Θεολόγος. Μὲ τὸ θεολογικό, ἀλλὰ καὶ τὸ ποιητικό του χάρισμα, "μιμούμενος τοῦ Δαβὶδ τὴν κινύρα, ἐμελώδησε τὰς τῆς Χάριτος ὠδάς". Συνέγραψε τὸν Μέγα Κανόνα, οἱ ἐννέα ὠδὲς τοῦ ὁποίου ἀποστάζουν τὸ μέλι τῆς Χάριτος, ποὺ γλυκαίνει καὶ εὐφραίνει τὶς ἀκοὲς καὶ τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν.
Ὁ Κανόνας τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης ὀνομάζεται Μέγας καὶ γιὰ τὸ μέγεθός του, ἐπειδὴ κάθε ὠδή του περιέχει πολλὰ τροπάρια, κυρίως ὅμως γιὰ τὸ ὑψηλὸ πνευματικό του περιεχόμενο. Ὅπως εἶναι γνωστὸν ὁ "Μέγας Κανῶν" ψάλλεται στοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς δύο φορὲς τὸν χρόνο, κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Συγκεκριμένα, τὴν πρώτη ἑβδομάδα, ἤτοι ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι καὶ τὴν Καθαρὰ Πέμπτη τμηματικὰ ἐνσωματωμένος στὸ Μέγα Ἀπόδειπνο, καὶ ὁλόκληρος τὴν Τετάρτη τὸ ἀπόγευμα τῆς Ε' ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν μαζὶ μὲ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Μικροῦ Ἀποδείπνου ἢ τὴν Πέμπτη τὸ πρωΐ τῆς ἰδίας ἑβδομάδος, ἐνσωματωμένος στὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου.
Τὰ τροπάρια τοῦ Μεγάλου Κανόνος περιλαμβάνουν περιστατικὰ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ κυρίως ἀπὸ τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, "ἀπὸ Ἀδάμ, δηλαδή, μέχρι καὶ αὐτῆς τῆς Χριστοῦ Ἀναλήψεως καὶ τοῦ τῶν Ἀποστόλων κηρύγματος". Ὁ θεόπνευστος συγγραφεὺς τοῦ Μεγάλου Κανόνος ἀναλύει τὰ διάφορα γεγονότα καὶ περιστατικὰ ὄχι ἠθικολογικά, κοινωνιολογικὰ ἢ ψυχολογικά, ἀλλὰ θεολογικὰ καὶ ἀπαντᾶ στὰ μεγάλα ὑπαρξιακὰ προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου. Παράλληλα δείχνει τὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπόκτηση νοήματος ζωῆς. Μᾶς ὑποδεικνύει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο θὰ πρέπη νὰ πολιτευθοῦμε γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἁγιάσουμε τὴν ὕπαρξή μας καὶ νὰ γίνουμε ὄχι ἁπλῶς καλοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ πολῖτες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ἄκτιστη χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ πλημμύριζε ὅλη τὴν ὕπαρξη τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα, ὑπάρχει ἀποτυπωμένη καὶ στὰ ἔργα του. Γι' αὐτὸ καὶ ὅποιος μελετᾶ τὰ γραπτά του ἢ ψάλλει τὰ τροπάρια τοῦ Κανόνος του, αἰσθάνεται αὐτή την χάρη, ἰδιαίτερα ὅταν διαβάζη ἢ ψάλλη μὲ κατάνυξη, προσοχὴ καὶ προσευχητικὴ διάθεση.
Στὴν συνέχεια, θὰ ἐπιχειρήσουμε ἕναν περίπατο στὸν πνευματικὸ λειμῶνα, ποὺ ὀνομάζεται Μέγας Κανῶν, γιὰ νὰ ὀσφρανθοῦμε τὴν πνευματικὴ εὐωδία τῶν ἀνθέων του καὶ νὰ γευτοῦμε τὴν γλυκύτητα τῆς αὐθεντικῆς Θεολογίας.
Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ἀρχίζει μὲ τὴν αὐτομεμψία καὶ μὲ τὴν προτροπὴ γιὰ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση. "Πόθεν ἄρξομαι θρηνεῖν τὰς τοῦ ἀθλίου μου βίου πράξεις...", "δεῦρο τάλαινα ψυχή, σὺν τὴ σαρκὶ σοῦ τῷ πάντων Κτίστη, ἐξομολογοῦ καὶ ἀπόσχου λοιπόν, τῆς πρὶν ἀλογίας καὶ προσάγαγε Θεῷ ἐν μετανοίᾳ δάκρυα".
Ἀφοῦ θέτει ὡς θεμέλιο τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἐξομολόγηση, προχωρεῖ σταδιακὰ πρὸς τὰ ὑψηλότερα σκαλοπάτια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἀπὸ τὴν πράξη, ἤτοι τὴν βίωση τῶν Θείων ἐντολῶν καὶ τὴν προσπάθεια γιὰ κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, προχωρεῖ στὴν θεωρία, ἤτοι τὴν θέα τοῦ Θεοῦ, τονίζοντας ὅτι καὶ ἡ πρακτικὴ ζωὴ καὶ ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ κατορθώνονται μὲ πόνο καὶ κόπο. Λαμβάνει μία εἰκόνα ἀπὸ τὸν βίο τοῦ Πατριάρχου Ἰακὼβ καὶ συγκεκριμένα ἀναφέρεται στὶς δύο συζύγους του, τὴν Λεία καὶ τὴν Ραχήλ. Ἡ πρώτη ἦταν πολύτεκνη, μὲ δέκα παιδιά, ἀλλὰ ἡ δεύτερη, ἐνῷ μπόρεσε νὰ γεννήση μόνον δύο παιδιά, ἦταν καλλίτεκνη καὶ ἄνθρωπος ὑπομονῆς καὶ προσευχῆς. Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας δίνει στὴν εἰκόνα αὐτὴ θεολογικὸ καὶ πνευματικὸ περιεχόμενο. Παρομοιάζει τὴν Λεία μὲ τὴν πράξη καὶ τὴν Ραχὴλ μὲ τὴν θεωρία. "Γυναίκάς μοὶ δύο νόει, τὴν πρᾶξίν τε καὶ τὴν γνῶσιν ἐν θεωρίᾳ· την μέ, Λείαν πρᾶξιν ὡς πολύτεκνον, τὴν Ραχὴλ δὲ γνῶσιν ὡς πολύπονον·...", γιὰ νὰ τονίση στὸ τέλος ὅτι "...ἄνευ πόνων, οὐ πρᾶξις, οὐ θεωρία, ψυχή, κατορθωθήσεται".
Ἡ ἀνάγνωση τοῦ Μεγάλου Κανόνος προξενεῖ μεγάλη ὠφέλεια. Δίνει τὴν δυνατότητα στὸν ἄνθρωπο νὰ προσεύχεται καὶ παράλληλα νὰ ἐντρυφᾶ στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία, ἡ ὁποία δίνει ἀπαντήσεις στὰ ὑπαρξιακά του προβλήματα καὶ νόημα στὴν ζωή του. Ὁ αὐθεντικὸς Θεολογικὸς λόγος εἶναι πάντα ἐπίκαιρος γιατί ἱκανοποιεῖ τὴν πεῖνα καὶ τὴν δίψα τοῦ ἀνθρώπου γιὰ ζωή. Βέβαια, ὅταν λέμε ζωὴ δὲν ἐννοοῦμε τὴν βιολογικὴ ὕπαρξη, γιατί ἡ ζωὴ εἶναι κάτι πολὺ ἀνώτερο. Εἶναι ὑπαρξιακὴ κοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Εἶναι κοινωνία ἀγάπης, ἀλληλοπεριχώρησης καὶ συνεχὴς πορεία πρὸς τὴν ἀτέλεστη τελειότητα.
Ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ συντρίβη τὰ ἀδιέξοδα τῆς σύγχυσης καὶ τῆς μοναξιᾶς καὶ νὰ ἀνοίγη λεωφόρους στὴν ἔμπνευση καὶ τὴν δημιουργία. Ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὰ ὑψηλότερα ἐπίπεδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἤτοι στὴν ἁγιότητα, ποὺ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ζωή.
- Προβολές: 2877