Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: “Το "Πρότυπο Βασίλειο" και η Μεγάλη Ιδέα”

Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Με τον τίτλο “Το "Πρότυπο Βασίλειο" και η Μεγάλη Ιδέα” και με υπότιτλο “όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελλάδα (1830-1880)” η Έλλη Σκοπετέα συνέγραψε ένα καταπληκτικό βιβλίο, το οποίο είναι ένας καθρέπτης της εποχής μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος από τον τουρκικό ζυγό.

Πρόκειται για διδακτορική διατριβή της συγγραφέως, της οποίας σκοπός είναι “η καταγραφή και, ως έναν εφικτό βαθμό, η κωδικοποίηση των αντιλήψεων για το ελληνικό έθνος και τον "προορισμό" του, όπως διαμορφώθηκαν στην Ελλάδα κατά τις πρώτες δεκαετίες της ανεξαρτησίας της” (σελ. 13). Η συγγραφεύς στηρίχθηκε κατ' αρχάς στον Τύπο της εποχής, στην συνέχεια στον περιοδικό Τύπο και ακολούθως στους επώνυμους μείζονες λογίους “με έμφαση όμως πια στα σημεία εκείνα που τους συνάπτουν προς τους ελάσσονες, και όχι σε εκείνα που τους ξεχωρίζουν” (σελ. 15).

Συγκεκριμένα το βιβλίο χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο τιτλοφορείται “Έλληνες και Ελλαδίτες” και αναλύονται τα επί μέρους θέματα: “τα σύνορα”, “αυτόχθονες και ετερόχθονες”, “μέσα και έξω Έλληνες”, “Επτανήσιοι και Φαναριώτες”. Το δεύτερο κεφάλαιο τιτλοφορείται “τα στοιχεία της εθνικής ταυτότητας” και αναλύονται τα θέματα “Γλώσσα”, “Θρησκεία”, “Παιδεία”. Το τρίτο κεφάλαιο τιτλοφορείται “Η Ευρωπαϊκή ταυτότητα των Ελλήνων”, και αναλύονται τα θέματα “Έλληνες και Ευρωπαίοι”, “Αρχαίοι και Νέοι Έλληνες”, “Η πρόοδος του Ελληνικού Βασιλείου”, “το πρότυπο Βασίλειο: Αυτοκριτική”. Το τέταρτο κεφάλαιο τιτλοφορείται “Η Μεγάλη Ιδέα”, και αναλύονται τα θέματα “Η γέννησις ενός όρου”, “Ελληνική Αυτοκρατορία”, “επέκταση του ελληνικού Βασιλείου”, “Ελληνοθωμανισμός”, “Μεγάλη Ιδέα και βαλκανικοί λαοί”, “Η κριτική της Μεγάλης Ιδέας”. Και το πέμπτο κεφάλαιο τιτλοφορείται “η παράλληλη περίπτωση της Σερβίας” και αναλύονται τα θέματα “Σερβικές ιδιορρυθμίες”, “Σέρβοι πολίτες, σερβικός κόσμος”, “η εθνική ταυτότητα”, “Ανατολή και Δύση”.

Η απαρίθμηση των κεφαλαίων και των επί μέρους ενοτήτων καταδεικνύει την σπουδαιότητα του βιβλίου αυτού και επειδή η ερευνήτρια συγγραφεύς χρησιμοποίησε πολύ υλικό από τον Τύπο της εποχής επαυξάνεται ακόμη περισσότερο η σπουδαιότητά του. Όταν διαβάση κανείς προσεκτικά το βιβλίο αυτό, διαπιστώνει όλην την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στον ελληνικό χώρο από την Επανάσταση του '21 και εντεύθεν, ιδιαιτέρως δε την περίοδο από το 1830 μέχρι το 1880. Δεν είναι δε εύκολο να παρουσιάση κανείς με ένα άρθρο τα βασικά σημεία και τα επιχειρήματα γύρω από το θέμα του βιβλίου.

Όμως, επειδή δύο είναι τα κεντρικά σημεία του βιβλίου αυτού, όπως φαίνεται και στον τίτλο του, ήτοι το ένα “το Πρότυπο Βασίλειο” και το άλλο “η Μεγάλη Ιδέα”, γι' αυτό θα αρκεσθούμε σε μια συντομωτάτη παρουσίαση των απόψεων της Έλλης Σκοπετέα για τα θέματα αυτά.

1. Το “Πρότυπο Βασίλειο”

Ο όρος “Πρότυπο Βασίλειο” διατυπώθηκε πρώτη φορά στην προκήρυξη του Βασιλέως Γεωργίου προς τον Ελληνικό λαό το 1863 με την φράση “του προτύπου Βασιλείου εν τη Ανατολή”, που εξέφραζε όλη την ιδεολογία από την Επανάσταση και μετέπειτα για την δημιουργία ενός συγχρόνου Ευρωπαϊκού Κράτους και ουσιαστικά προσδιόριζε την “εικόνα της Ελλάδας ως χρυσαλλίδος: μιας Ελλάδας που δεν είναι πια Ελλάδα, αλλά ούτε —ακόμα— Ευρώπη”.

Με την δημιουργία της Ελλάδος ως μιας κρατικής οντότητος επιδιώχθηκαν τρεις συγκεκριμένοι σκοποί. Ο πρώτος να συνδεθή το νέο κρατικό μόρφωμα με την αρχαία Ελλάδα, ο δεύτερος να αποσυνδεθή από τον ομφάλιο λώρο με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και γενικά από την Ρωμανία –Βυζάντιο, και ο τρίτος να προσανατολισθή προς την Ευρώπη.

Μέσα στην προοπτική αυτή επιδιώχθηκε να δημιουργηθή μια νέα εθνική συνείδηση. Όπως λέγει η συγγραφεύς “επείγε η ανάγκη της αυτοτελούς πλέον επεξεργασίας μιας νέας συνείδησης, στο νέο πλαίσιο αναφοράς που ήταν το εθνικό κράτος”. Τόσο οι λόγιοι όσο και οι πολιτικοί συνέβαλαν “στη γενίκευση του περάσματος από την "υπερεθνική" στην εθνική συνείδηση, ολοκληρώνοντας έτσι μια κίνηση που είχε αρχίσει προεπαναστατικά. Την ίδια όμως στιγμή, από τα ίδια τα πράγματα, μπαίνουν στο ρεύμα που οδηγεί από το "εθνικό" στο "ελλαδικό" —ένα ρεύμα εξ ίσου αναπότρεπτο αλλά λανθάνον”.

Επίσης, μέσα στην προοπτική αυτή εντάσσεται ο καθορισμός των συνόρων, αφού σκοπός ήταν να δημιουργηθή “ένα μικροσκοπικόν, σπιθαμιαίον Βασίλειον στο νότιο άκρο της βαλκανικής χερσονήσου… τα όρια του ελληνικού κρατιδίου δεν ικανοποιούσαν παρά ένα ελάχιστον εθνικών διεκδικήσεων”.

Ακόμη, στην προοπτική αυτή εντάσσονται και οι συγκρούσεις μεταξύ αυτοχθόνων και ετεροχθόνων, η διάκριση μεταξύ Ελλαδιτών και Ελλήνων, Επτανησίων και Φαναριωτών.

Στην προσπάθεια δημιουργίας νέας εθνικής συνείδησης χρησιμοποιήθηκαν τρία πολιτιστικά μεγέθη, ήτοι η γλώσσα με τον προσανατολισμό της στην αρχαΐζουσα, που οπωσδήποτε ήταν μια “τεχνητή, μια απλώς "γραφομένη" γλώσσα, που όμως απέκτησε συμπεριφορά ζώσης γλώσσας”, η θρησκεία με την αποκοπή της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο “από την αυθαίρετη ανακήρυξη του αυτοκεφάλου ως τη συμμόρφωση των παραδοσιακών ορίων των επισκοπών με τα όρια των νομαρχιών”, και η παιδεία, αφού “στην εκπαιδευτική πραγματικότητα του Βασιλείου εκπροσωπούνται και το "εθνικό" και το "ευρωπαϊκό" σκέλος της παιδείας, αλλά, θα έλεγε κανείς, παρωδημένα”.

Στην προσπάθεια δημιουργίας νέας εθνικής συνείδησης καλλιεργούνται έντονα οι μελέτες γύρω από την αρχαία Ελλάδα, γίνονται ανασκαφές για την ανακάλυψη αρχαίων μνημείων, δημιουργούνται αρχαιοελληνικοί Σύλλογοι για την προώθηση των ιδεών αυτών.

2. Η Μεγάλη Ιδέα

Το δεύτερο κεντρικό σημείο του βιβλίου αναφέρεται στην Μεγάλη Ιδέα του Γένους. Και στο σημείο αυτό κατατίθενται πολλές μαρτυρίες, ειλημμένες από τον καθημερινό και περιοδικό τύπο της εποχής.

Η “ληξιαρχική πράξη γέννησης” του όρου “Μεγάλη Ιδέα” προήλθε από την αγόρευση του Ιωάννου Κωλέττη την 14-1-1844 “κατά τη συζήτηση στην Εθνοσυνέλευση για το ζήτημα των ετεροχθόνων”. “Ο Κωλέττης έμεινε στην ιστορία είτε ως ηγέτης που τάχθηκε στην υπηρεσία της Μεγάλης Ιδέας είτε αντίθετα ως δημαγωγός της”. Βέβαια ο Κωλέττης, ο οποίος διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών, Εσωτερικών, Παιδείας, Πρωθυπουργός, Πρόεδρος της Αρχαιολογικής Εταιρείας και ηγέτης του Γαλλικού κόμματος, “δεν έσπευσε, αναλαμβάνοντας την εξουσία, να διευκρινίση στην πράξη τι ακριβώς εννοούσε με το κήρυγμα της Μεγάλης Ιδέας”. Από την άλλη μεριά και οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι είχαν καθορίσει τα όρια του ελληνικού κράτους και τον σκοπό της ύπαρξής του, αμφισβητούσαν το ελληνικό “όνειρο”, το οποίο θεωρούσαν και “αστείο”, αλλά και “ενοχλητικό”.

Τελικώς, η Μεγάλη Ιδέα πέρασε από τρεις διαδοχικές φάσεις. Όπως αναλύει διεξοδικώς η συγγραφεύς: “στην πρώτη φάση, ως εθνικό κέντρο εξακολουθεί να εννοείται η Κωνσταντινούπολη, και το κυρίαρχο όραμα είναι η Ανατολική η Ελληνική Αυτοκρατορία. Στη δεύτερη, την οποία επισημοποιεί η έλευση του Γεωργίου και η πρώτη προσαύξηση του Βασιλείου με την Ένωση των Επτανήσων, εθνικό κέντρο είναι πια η Αθήνα, και επιδίωξη η επέκταση των ελληνικών συνόρων. Στην τρίτη, που έρχεται με τη συνειδητοποίηση, γύρω στα 1870, της αλλαγής της θέσης της ομογένειας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, γίνεται προσπάθεια συμβιβασμού των δύο κέντρων, πίσω από το σχήμα του ελληνοθωμανισμού”.

Στο βιβλίο που παρουσιάζουμε αναλύονται πάρα πολλά ενδιαφέροντα ζητήματα, τα οποία πρέπει να έχη υπ' όψη του κάθε λόγιος, κάθε Κληρικός, κάθε ενδιαφερόμενος πολίτης αυτής της Χώρας, αλλά ακόμη και εκείνοι που ασχολούνται με την πολιτική και μάλιστα με την εξωτερική πολιτική της Χώρας. Για παράδειγμα, παρουσιάζεται ο σκοπός της δημιουργίας ως πρωτευούσης του ελληνικού κράτους της Αθήνας, η σχέση και η διαφορά μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως και Αθήνας, το πως οι Έλληνες έβλεπαν τους ομογενείς, το πως “οι αρχαίοι ξανάζησαν στα ελληνικά χώματα, οι Γραικοί έγιναν, επιτέλους, Έλληνες” και σε αυτήν την προοπτική “κατ' εξοχήν σύμβολο της παλιγγενεσίας ήταν ο Φοίνιξ, ο αναγεννώμενος από την τέφρα του”, το πως “η ίδρυση του κράτους και κυρίως η μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα ήταν αφετηρία όχι μόνον θεαματικών αρχαιολογικών αποκαλύψεων, αλλά και μιας πρωτοφανώς μαζικής καταστροφής μνημείων —είτε από ιδιώτες είτε από κυβερνητικούς υπαλλήλους— που επί αιώνες είχαν μείνει απείραχτα”.

Γενικώς, σε όλο το βιβλίο φαίνεται ότι με την Επανάσταση του 1821 επιδιώχθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις η δημιουργία ενός κράτους προσανατολισμένου στην Ευρώπη, η οποία Ευρώπη είχε δεχθή την επιρροή των αρχαίων Ελλήνων με την Αναγέννηση και τον Νεοκλασσικισμό, αλλά συγχρόνως μέσα στο δημιουργημένο κράτος ταυτίσθηκε η αντίληψη του ελληνισμού με τον ελλαδισμό, δηλαδή συρρικνώθηκε ο ελληνισμός σε μια επαρχία, γι' αυτό καλλιεργήθηκε η Μεγάλη Ιδέα. Οπότε, το μεν “Πρότυπο Βασίλειο” ήταν προσανατολισμένο στον ελλαδισμό, η δε “Μεγάλη Ιδέα” είναι μια αναφορά στον ελληνισμό με την οικουμενική του διάσταση. Γι' αυτό ο Σπυρίδων Τρικούπης διέσωσε τον διπλό χαρακτηρισμό του αγώνα του '21 ως “Επανάσταση και αποστασία”. Η σύγχυση δε “του αρτισύστατου έθνους με το αρτισύστατο κράτος εντείνει την κυρίαρχη ασάφεια”, ώστε “για τον Μακρυγιάννη το έθνος παραμένει ζητούμενο που οι Έλληνες δεν κατόρθωσαν να πραγματώσουν”, για τον Γ. Φιλήμονα αντιδιαστάλλεται το ελληνικό κράτος “προς την αφηρημένην Ελλάδα” και κατά τον Γ. Φιλάρετο το ελληνικό κράτος θα αποκληθή “ωμά” “Βασίλειον Αθηνών και Πειραιώς”.

Το βιβλίο “Το "Πρότυπο Βασίλειο" και η Μεγάλη Ιδέα” είναι πολύ σημαντικό και όταν κανείς το διαβάση με προσοχή, μπορεί να ερμηνεύση όχι μόνον ιστορικά γεγονότα που προηγήθηκαν, αλλά και την σύχρονη νοοτροπία που επικρατεί στον ελληνικό χώρο. Δείχνει την μεγάλη αλλοίωση που έγινε στο Έθνος μας και τον αποπροσανατολισμό του. Βιβλία δε σαν αυτό, που γράφονται με σοβαρότητα και επιστημονική ευσυνειδησία, χωρίς φανατισμό και μικρονοϊκές αντιλήψεις, είναι προσφορά όχι μόνο στην επιστήμη αλλά και στην συνείδηση της ιδιοπροσωπίας μας.

Η μικρή αυτή παρουσίαση θεωρείται και ως ένα μνημόσυνο στην συγγραφέα του βιβλίου που πριν από λίγο καιρό κοιμήθηκε, σε μικρή σχετικά ηλικία και στην ακμή της επιστημονικής της ωριμότητος.-

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 5052