Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: “Βίος τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου”

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

“Βίος του Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου”Με τὸν τίτλο αὐτὸν ἐκδόθηκε πρόσφατα ἕνα καταπληκτικὸ βιβλίο ποὺ περιγράφει τὸν βίο καὶ τὴν Πολιτεία τοῦ ὁσίου Γέροντος Παϊσίου, τὸν ὁποῖο ἀξιώθηκα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γνωρίσω καὶ νὰ ἀκούσω τὴν θεόσοφη διδασκαλία του.

Συγγραφεὺς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ εἶναι ὁ ἀείμνηστος Ἱερομόναχος Ἰσαάκ, μὲ τὴν βοήθεια τῆς Συνοδείας του, πρὸ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του, τὴν δὲ κεντρικὴ διάθεση τὴν ἔχει τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου Μεταμορφώσεως Χαλκιδικῆς.

1. Τὸ περιεχόμενο τοῦ βιβλίου

Πρόκειται γιὰ μιὰ "συστηματικὴ βιογραφία" τοῦ Γέροντος Παϊσίου καὶ στὴν πραγματικότητα γιὰ τὴν "αὐτοβιογραφία" του, γιατί κύρια πηγὴ τῶν πληροφοριῶν εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας Παΐσιος, ἀφοῦ ὁ Γέροντας κατηύθυνε τὰ πνευματικά του παιδιὰ μὲ τὴν δική του μεγάλη πνευματικὴ πεῖρα, ἀποκαλύπτοντας ἔτσι μερικὲς πνευματικὲς πλευρὲς τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἄλλωστε ἡ ἴδια ἡ πνευματικὴ καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ εἶναι στὴν οὐσία πολεμική – στρατιωτικὴ ἐπιστήμη.

Τὸ ὑλικὸ ποὺ συγκεντρώθηκε, ὅπως λέγεται στὸν πρόλογο, ἦταν ἀρκετὰ μεγάλο, καὶ γι' αὐτὸ "παραλείφθηκαν ἡ διδασκαλία τοῦ Γέροντα, ποὺ συμπληρώνει μερικοὺς τόμους, πλῆθος ἐπιστολῶν του καὶ ὑπὲρ τὰ διακόσια μαρτυρημένα θαύματά του".

Ἡ Συνοδεία τοῦ Γέροντα Ἰσαὰκ γράφει στὸν πρόλογο: "Πιὸ πολὺ ἀπὸ τὰ θαύματά του μᾶς ἔχουν συγκινήσει ἡ μεγάλη του αὐταπάρνηση, οἱ φιλότιμοι ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἡ μοναχικὴ ἀκρίβεια καὶ ἡ λεπτή του αἴσθηση γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, ἡ σπανία διάκρισή του, ἡ θυσιαστικὴ ἀγάπη γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ τὸ πατερικὸ φρόνημα ποὺ ἀνέπαυσε ὅλους".

Γιὰ τὸν ἀείμνηστο π. Παΐσιο ἔχουν κυκλοφορήσει πολλὰ βιβλία καὶ ἔχουμε ὑπ' ὄψη μας κυρίως τὸν αὐθεντικό του λόγο γιὰ διάφορα θέματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὰ ὁποῖα δημοσιεύθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Σουρωτής, ὅπως καὶ μερικὰ ἄλλα ποὺ παρουσιάζουν συνομιλίες τοῦ Γέροντα μὲ διαφόρους προσκυνητάς. Ὅμως στὸ βιβλίο αὐτὸ ποὺ ἀναφερόμαστε παρουσιάζεται ἡ ὑποδομὴ τῆς διδασκαλίας αὐτῆς ποὺ εἶναι αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ πρόσωπο τοῦ π. Παϊσίου, ἀφοῦ περιγράφεται ἔκδηλα τί ἔκανε γιὰ νὰ φθάση νὰ ἔχη ἕνα αὐθεντικὸ θεολογικὸ λόγο. Χωρὶς τὴν ὑποδομὴ τοῦ βίου ὁ λόγος εἶναι κενός.

Τὸ βιβλίο "Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Γέροντος π. Παϊσίου τοῦ ἁγιορείτου" διαιρεῖται σὲ δύο βασικὰ μέρη.

Στὸ πρῶτο μέρος περιγράφεται "ὁ κατὰ πλάτος βίος" καὶ διαιρεῖται σὲ δεκατέσσερα ἐπί μέρους κεφάλαια μὲ τίτλους: "οἱ κατὰ σάρκα καὶ κατὰ πνεῦμα πρόγονοι", "ἀσκητικὰ προγυμνάσματα", "στρατιωτικὴ θητεία", "ἀναζητήσεις καὶ προετοιμασία", "κοινοβιάτης στὴν Μονὴ Ἐσφιγμένου", "στὴν ἰδιόρρυθμη Μονὴ Φιλοθέου", "στὴν Μονὴ Στομίου Κονίτσης", "ἐρημίτης στὸ Θεοβάδιστον Ὅρος Σινᾶ", "στὴν Ἰβηρικὴ Σκήτη", "στὰ ἐρημικὰ Κατουνάκια", "στὴν καλύβη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ", "στὴν Παναγούδα", "ἀσθένεια καὶ μακαρία κοίμηση", "θαύματα μετὰ τὴν κοίμηση". Πρόκειται γιὰ τὴν ἱστορική του πορεία καὶ τὶς παλαῖστρες ὅπου ἀγωνίσθηκε.

Τὸ δεύτερο μέρος ἐπιγράφεται "βιογραφικὰ μὲ θεματικὲς ἑνότητες" καὶ διαιρεῖται σὲ τρία κεφάλαια: τὸ πρῶτο ἔχει τίτλο "ἀρετὲς" καὶ ὑποκεφάλαια: "ξενιτεία ἀκροτάτη", "ὑπακοή", "πλοῦτος τοῖς πένησι", "ἐργάτης καὶ κῆρυξ μετανοίας", "ἀκτημοσύνη", "ἀσκήσεως ἀπληστία", "κοπιῶν καὶ ἐργαζόμενος", "ἄρωμα εὐλαβείας", "δικαιοσύνην ἠγάπησε", "φιλότιμο", "ἐμπιστοσύνη στὴν θεία πρόνοια", "ἄγγελος εἰρήνης", "λύχνος διακρίσεως", "ἡσυχίας ἐραστής", "νήψη", "προσευχή – τὸ τυπικό του", "ἀπάθεια", "ἀγάπη ἀρχοντική". Τὸ δεύτερο ἔχει τίτλο "χαρίσματα" καὶ ὑποκεφάλαια: "ὑπέρβαση τῶν ὅρων τῆς φύσεως", "συμφιλίωση μὲ τὴν κτίση", "εὐχέτης τοῦ σύμπαντος κόσμου", "διδάσκαλος χαρισματοῦχος", "χάρισμα παρακλήσεως", "δαιμόνων ἀντίπαλος καὶ διώκτης", "μύρον ἐκκενωθέν", "συνεννόηση μὲ ἑτερογλώσσους", "παράδοξες μεταβιβάσεις", "αἴσθηση προσευχῶν καὶ ἐπικλήσεων", "γνώστης τῆς καταστάσεως τῶν κεκοιμημένων", "διόραση καὶ προόραση", "χάρισμα ἰάσεων", "ἁγιοφάνειες", "προβολέας τοῦ ἀκτίστου φωτός". Καὶ τὸ τρίτο κεφάλαιο ἔχει τίτλο "προσφορὰ" καὶ ὑποκεφάλαια: "καθηγητὴς τῆς ἐρήμου", "ἱεραποστολὴ ἀπὸ τὴν ἔρημο", "ἔξοδοι στὸν κόσμο", "ὑπέρμαχος τῆς παραδόσεως", "πρὸς τὴν μητέρα Ἐκκλησία", "ὑπὲρ τοῦ γένους καὶ τῆς Πατρίδος".

Στὸ τέλος τοῦ βιβλίου ὑπάρχει ἕνα "ἐπίμετρο" στὸ ὁποῖο παρουσιάζονται τρία θέματα: "μορφή, χαρακτῆρας καὶ φυσικὰ χαρίσματα τοῦ Γέροντος", "τὸ μήνυμά του" καὶ "ἡ πνευματικὴ διαθήκη τοῦ Γέροντα".

Ἐὰν τὸ πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου παρουσιάζει "τὸν κατὰ πλάτος βίον" τοῦ Γέροντος καὶ βλέπουμε τὴν πορεία του καὶ τὶς πνευματικές του παλαῖστρες, τὸ δεύτερο μέρος παρουσιάζει τὸν "κατὰ βάθος βίον" του ἤτοι ἐκθέτει συστηματικῶς τὴν ἐξαγιασμένη προσωπικότητά του.

Καὶ τὰ δύο μέρη ἔχουν τὴν ἰδιαιτερότητά τους. Στὸ πρῶτο μέρος θαυμάζει κανεὶς τοὺς ἀγῶνες καὶ τὶς ἀσκήσεις, ἀλλὰ καὶ τὶς ἐμπειρίες τοῦ Γέροντα, στὸ δεύτερο μέρος συντρίβεται καὶ ζαλίζεται ἀπὸ τὸ βάθος τῆς ἁγίας του προσωπικότητος.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς θὰ γράψη ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα προξενεῖ τὴν καθαρότητα σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἄξιοι τῆς καθάρσεως, διὰ τοῦ φόβου, τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς γνώσεως, ἐπίσης προξενεῖ φωτισμὸ τῆς γνώσεως τῶν ὄντων, σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἄξιοι τοῦ φωτός, διὰ ἰσχύος, βουλῆς καὶ συνέσεως, καθὼς ἐπίσης χαρίζει τὴν τελειότητα σὲ αὐτοὺς ποὺ εἶναι ἄξιοι τῆς θεώσεως, διὰ τῆς παμφαοῦς καὶ ἁπλῆς καὶ ὁλοσχεροῦς σοφίας.

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας ἦταν ἄξιος τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως, καὶ ὁ Θεός του δώρισε ὅλα τὰ ἀγαθὰ τῶν εὐλογημένων αὐτῶν καταστάσεων, ὁπότε κατέστη ἕνας πνευματικὸς πατέρας καὶ βοηθοῦσε τοὺς ἀνθρώπους ποικιλοτρόπως, μὲ τὸν λόγο καὶ τὴν σιωπή, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὰ θαύματα. Γι' αὐτὸ καὶ ὅταν κανεὶς διαβάζει τοὺς λόγους του, τοὺς αἰσθάνεται ὡς λόγους σοφίας καὶ συνέσεως, λόγους ποὺ δημιουργοῦν ἀνακαινίσεις καὶ ἀναθεωρήσεις τῆς προσωπικῆς του ζωῆς.

2. Ἐμπειρικὴ Ἐκκλησιολογία

Διαβάζοντας κανεὶς τὸ βιβλίο αὐτὸ βλέπει ἕναν Θεόπτη Γέροντα ἀσκητῆ ποὺ πέρασε ὅλα τὰ ἐπίπεδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως τῆς ἀποταγῆς, τῆς ἀκτημοσύνης, τῆς μαρτυρικῆς ὑπακοῆς, τῆς πολυχρονίου ἀσκήσεως, τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, τοῦ φωτισμοῦ του νοός, τῆς νοερᾶς καρδιακῆς προσευχῆς, τῆς θεοπτικῆς ἐμπειρίας, τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεό. Ἐπίσης βλέπει κανεὶς ἕναν μοναχὸ μὲ ἀνεπτυγμένο, σὲ μεγάλο βαθμό, τὸ φιλότιμο καὶ τὴν πνευματικὴ παλληκαριά, γι' αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ὁ ἴδιος μιλοῦσε συνεχῶς στοὺς Χριστιανοὺς νὰ ἀποκτήσουν φιλότιμο καὶ παλληκαριά.

Τὸ βιβλίο αὐτὸ εἶναι ἕνα πνευματικὸ Συναξάρι, ὅμοιο μὲ τὰ Συναξάρια τῶν ἀρχαίων ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ διάφορα παλαιὰ Γεροντικὰ ποὺ διαβάζονται ἀκόμη καὶ σήμερα καὶ στὰ ὁποῖα συναντοῦμε τὴν αὐθεντικὴ ὀρθόδοξη ἐμπειρικὴ θεολογία.

Τὰ πάντα ἔζησε αὐτὸς ὁ εὐλογημένος Γέροντας. Γνώρισε τὶς ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, "τὸ διαβολικὸ πετροβόλημα", τὰ δαιμονικὰ "ταγκαλίστικα" πειράγματα, ἀπὸ φθόνο, λόγῳ τῆς μεγάλης πνευματικῆς του καταστάσεως. Οἱ δαίμονες ἐμφανίστηκαν πολλὲς φορὲς γιὰ νὰ τοῦ προκαλέσουν σύγχυση καὶ νὰ τοῦ κάνουν κακό, ὅμως ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τους ἀντιμετώπισε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ βαθειὰ ταπείνωση καὶ πνευματικὴ σοφία.

Εἶχε ὁ Γέροντας αἴσθηση τί εἶναι Ἐκκλησία, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοινωνία ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἅγιοι ἔχουν σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ὁ Γέροντας εἶδε ἄγγελο ποὺ τοῦ ἔφερε τροφή, εἶδε τὸν φύλακα ἄγγελό του νὰ τὸν περιποιεῖται, ὅταν εἶχε ἀνάγκη. Εἶδε ἁγίους ὅπως τοὺς Τρεὶς Ἱεράρχες, τὴν ἁγία Αἰκατερίνη, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο, τὸν χορὸ τῶν ὁσίων Πατέρων, τὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο, τὴν ἁγία Εὐφημία, τὸν ἅγιο Παντελεήμονα, τὸν ἅγιο Λουκιλλιανό, τὸν ὅσιο Ἀρσένιο κ.ἄ. Ἐμφανίσθηκε ἕνας ἅγιος μέσα στὸ φῶς καὶ ὅταν τὸν ρώτησε ποιός εἶναι τοῦ ἀπάντησε ὅτι εἶναι ὁ ἅγιος Βλάσιος ἀπὸ τὰ Σλάβαινα. Κάποτε ἀξιώθηκε τῆς νυκτερινῆς ἐπισκέψεως τῆς Παναγίας, ἄλλη φορὰ εἶδε τὴν Παναγία στὰ ἄσπρα καὶ ἐπανειλημμένως δέχθηκε τὴν θεομητορική της στοργή, μίλησε μαζί της καὶ ἔλαβε "τροφὴ ἀπὸ τὰ ἄχραντα χέρια της". Τὴν Παναγία τὴν εἶχε σὰν μάννα, τὴν Ἁγία Εὐφημία τὴν φώναζε "ἁγία Εὐφημούλα μου".

Κάποια φορὰ ἔζησε καὶ εἶδε αἰσθητά την Χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ τὸν στήριξε καὶ τὸν κράτησε δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Ἀσκοῦσε τὴν νοερὰ ἡσυχία καὶ τὴν καρδιακὴ προσευχή. Ὁ νοὺς τοῦ ἁρπαζόταν στὴν θεωρία ὅταν προσευχόταν. Εἶδε τὸ "γλυκύτατο φῶς" ποῦ, ὅπως ἀφηγεῖται, ἦταν "πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ ἡλίου. Ὁ ἥλιος ἔχανε τὴν λάμψη μπροστά του. Ἔβλεπα τὸν ἥλιο καὶ μοῦ φαινόταν τὸ ἡλιακὸ φῶς ὠχρό, ὅπως εἶναι τὸ φῶς τῆς σελήνης κατὰ τὴν πανσέληνο. Τὸ φῶς τὸ ἔβλεπα γιὰ πολύ. Μετὰ ὅταν τὸ φῶς ἔλειψε καὶ ἡ χάρις μειώθηκε, τότε δὲν εὕρισκα καμμία παρηγοριὰ καὶ χαρά". Τέτοια ἦταν ἡ εὐλογημένη κατάσταση ὥστε μετὰ ποὺ τελείωνε ἡ οὐράνια αὐτὴ ἐμπειρία καὶ ἔπρεπε νὰ φάη, νὰ πιη νερό, νὰ κάνη ἐργόχειρο, αἰσθανόταν "σὰν ζῶο". Ἀξιώθηκε νὰ δὴ καὶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστό, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν δεκαπέντε ἐτῶν. Γιὰ μιὰ ἄλλη Θεοφάνεια διηγεῖται ὁ ἴδιος: "Σὲ μιὰ στιγμὴ σὰν νὰ χάθηκε ὁ τοῖχος τοῦ κελλιοῦ μου. Βλέπω τὸν Χριστὸ μέσα στὸ φῶς, σὲ ἀπόσταση ἕξι μέτρα περίπου". Ἔζησε ἐμπειρικὰ τὴν θεία Κοινωνία ὡς Σῶμα Χριστοῦ.

Ὁ Γέροντας Παΐσιος εἶχε ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῶν Προφητῶν καὶ τῶν μεγάλων ὁσίων ἀνδρῶν. Ἔβλεπε καθαρὰ τὰ πάντα. Εἶδε τὴν ψυχὴ τοῦ γερο-Φιλάρετου τοῦ Ρουμάνου τὴν ὥρα ποὺ ἔφυγε γιὰ τὸν οὐρανὸ "σὰν μικρὸ παιδὶ ἡλικίας δώδεκα χρονῶν περίπου, μὲ φωτεινὸ πρόσωπο καὶ μέσα σὲ οὐράνιο φῶς, νὰ ἀνεβαίνη στὸν οὐρανό".

Ἔζησε ὅλη τὴν δογματικὴ τῆς Ἐκκλησίας (Θεολογία, Χριστολογία, Ἐκκλησιολογία, δαιμονολογία, ἐσχατολογία) ἐμπειρικὰ στὴν προσωπική του ζωή.

Γι' αὐτό, διαβάζοντας ὅλη τὴν πνευματική του βιογραφία, θυμήθηκα ἔντονα ἕναν σημαντικὸ λόγο τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰωάννου Ρωμανίδου, καὶ αὐτοῦ Καππαδόκου ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν περιοχὴ ποὺ καταγόταν ὁ π. Παΐσιος, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ἡ ἐκκλησιολογία, δηλαδὴ ὁ λόγος περὶ τῆς Ἐκκλησίας, ἔχει δύο ὄψεις· ἡ μία εἶναι ἡ ἀρνητική, ἡ ὁποία συνίσταται στὴν δαιμονολογία, δηλαδὴ τὸν πόλεμο ἐναντίον τῶν δαιμόνων, καὶ ἡ ἄλλη εἶναι ἡ θετική, ἡ ὁποία συνίσταται στὴν Χριστολογία, δηλαδὴ τὴν μέθεξη τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ. Καὶ κατὰ ἕναν παράδοξο, ἀλλὰ ἀληθινὸ τρόπο, ὁ βαθμὸς βιώσεως τῆς λεγομένης θετικῆς ὄψεως τῆς Ἐκκλησίας (Χριστολογία), ἔχει σχέση μὲ τὸν τρόπο ἀντιμετωπίσεως τῆς λεγομένης ἀρνητικῆς ὄψεως τῆς Ἐκκλησίας (δαιμονολογία). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅσο κανεὶς ζῇ στὰ ὅρια τῆς προσωπικῆς τοῦ ζωῆς τὴν νίκη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τοῦ διαβόλου, τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου, τόσο καὶ μπορεῖ νὰ βιώση τὴν δόξα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε, ὅπως λέγεται ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ὁ Χριστὸς ἦλθε στὸν κόσμο "ἵνα λύση τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου" (Α' Ἰω. γ΄ 8).

Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ εὑρίσκεται ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία καὶ γενικότερα ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτὸ ἄλλωστε φαίνεται καὶ σὲ ὅλο τὸ κείμενο τοῦ βιβλίου "Βίος καὶ Πολιτεία Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου". Μιὰ θεολογία ποὺ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴν πολεμικὴ ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τοῦ θανάτου καὶ τῶν παθῶν εἶναι ξένη μὲ τὴν θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τὴν θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Μαρτύρων, τῶν Ὁσίων, τῶν Πατέρων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ εἶναι θεολογία δαιμονική. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς θὰ πῇ χαρακτηριστικά: "δαιμόνων ἐστι θεολογία ἡ δίχα πράξεως γνῶσις".

Ἑπομένως, ἡ μεγάλη προσφορὰ τοῦ βιβλίου αὐτοῦ βρίσκεται στὸ ὅτι μᾶς ὑποδεικνύει τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ εἶναι ζωντανὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ὀρθόδοξη ἡσυχαστικὴ παράδοση περὶ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως εἶναι ἡ ὑποδομὴ τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ διὰ τῆς καθαρτικῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος καθαίρεται ἀπὸ τὶς δαιμονικὲς δυνάμεις, διὰ τῆς φωτιστικῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ ἀποκτᾶ τὴν ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ, καὶ διὰ τῆς θεοπτικῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ ἔχει προσωπικὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, τὴν Παναγία καὶ τοὺς Ἁγίους, βιώνει ἐμπειρικὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία θεώσεως, ὁπότε στὴν συνέχεια καθίσταται διδάσκαλος στὴν Ἐκκλησία, ἐκφραστὴς τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας.

Ἔτσι ἐξηγοῦνται οἱ θεόπνευστες διδαχὲς τοῦ Γέροντα, τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων, ἀφοῦ ξεχώριζε τὸ θεϊκὸ ἀπὸ τὸ διαβολικό, πρᾶγμα ποὺ συνιστᾶ τὴν ἀληθινὴ θεολογία. Θεράπευε τὶς πνευματικὲς καὶ σωματικὲς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἔκανε πολλὰ καὶ μεγάλα θαύματα, προξενοῦσε ἀλλοιώσεις πνευματικὲς στοὺς συνομιλητάς του, ὁδηγεῖτο ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Στὸ βιβλίο γίνεται λόγος γιὰ πολλὰ τέτοια χαρίσματα ποὺ εἶχε ὁ Γέροντας, τὰ ὁποῖα ἀναφέραμε ἐπιγραμματικὰ προηγουμένως στὴν ἑνότητα "τὸ περιεχόμενο τοῦ βιβλίου". Ὁ Θεὸς δίνει στὰ φιλότιμα παιδιά του τὰ δῶρα τῆς ἀγάπης Τοῦ, καὶ ἔτσι καθίστανται ἐν Χριστῷ "ἱερεῖς τῆς θείας Χάριτος", "πνευματικὸν ἱερατεῖον", παράκληση καὶ παρηγοριὰ τῶν πονεμένων ἀνθρώπων.

Τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, ὡς δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δὲν εἶναι ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ἐν ἐλευθερίᾳ ἀναζήτηση τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀναζητᾶ τὸν Θεὸ μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς του καὶ ὁ Θεός του χορηγεῖ τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς.

Ὁ ἀείμνηστος π. Παΐσιος, ὅπως φαίνεται στὴν παροῦσα ὁλοκληρωμένη βιογραφία του, ἔκανε μεγάλη ἄσκηση, ὑπερβολικὲς καὶ ὑπέρμετρες γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δεδομένα θυσίες γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ γι' αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν γέμισε μὲ τὶς πλούσιες δωρεὲς Τοῦ, γιατί Αὐτὸς ἀμείβει πλουσιοπάροχα τὰ φιλότιμα παιδιά του.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς ἀναλύει θεολογικότατα ὅτι ὁ Δημιουργὸς Θεὸς ἔβαλε μέσα στὴν ἀνθρώπινη φύση τις ἐκζητικὲς καὶ ἐξερευνητικὲς δυνάμεις τῶν θείων, ὅμως τὶς ἀποκαλύψεις τῶν θείων τὶς παρέχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατὰ Χάρη μὲ τὴν ἐπιφοίτησή Τοῦ. Ἑπομένως, οὔτε μόνη της ἡ θεία Χάρη ἐνεργεῖ τὴν γνώση τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, οὔτε βέβαια οἱ ἅγιοι ἀπέκτησαν τὴν ἀληθινὴ γνώση τῶν ὄντων, ἐρευνῶντας αὐτὴν τὴν θεία γνώση μὲ μόνη την φυσικὴ δύναμή τους, χωρίς την Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι χρειάζονται καὶ οἱ δύο παράγοντες, ἤτοι καὶ ἡ ἀναζήτηση τῶν θείων ἀπὸ τὴν φυσικὴ δύναμη καὶ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἔτσι, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, αὐτὴ ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν δίδει τὴν σοφία στοὺς ἁγίους, χωρὶς τὴν καταλληλότητα τοῦ νοῦ, οὔτε δίδει τὴν γνώση χωρὶς τὴν δεκτικὴ ἱκανότητα τοῦ λόγου, οὔτε δίδει τὴν πίστη χωρὶς τὴν πληροφορία τῶν μελλόντων καὶ τῶν ἀδήλων στὸν νοῦ καὶ τὸν λόγο, οὔτε δίδει χαρίσματα ἰαμάτων, χωρὶς νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος τὴν κατὰ φύση φιλανθρωπία, οὔτε δίνει ἄλλα χαρίσματα, χωρὶς τὴν δεκτικὴ ἕξη καὶ δύναμη κάθε ἀνθρώπου, οὔτε βέβαια ἀποκτᾶ τὰ χαρίσματα αὐτὰ ὁ ἄνθρωπος χωρὶς τὴν θεία δύναμη ποὺ τὰ χορηγεῖ, μὲ μόνη την φυσική του δύναμη.

Ἡ σχέση μεταξὺ φυσικῶν καὶ πνευματικῶν χαρισμάτων φαίνεται στὴν σχέση μεταξὺ ἡλιακοῦ φωτὸς καὶ ὀφθαλμῶν. Ὁ ὑγιὴς ὀφθαλμὸς μπορεῖ νὰ δὴ τὸ ἡλιακὸ φῶς καὶ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ φωτίζονται ἀπὸ αὐτό, ἀλλά, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος, χωρὶς τὸ ἡλιακὸ φῶς εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀντιληφθῆ ὁ ὀφθαλμὸς τὰ αἰσθητά.

Ὁ Γέροντας Παΐσιος καθάρισε τὸ νοερὸ τῆς ψυχῆς του καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τὴν σοφία, ἀνέπτυξε τὴν δεκτικὴ δύναμη τοῦ λόγου καὶ ἀπέκτησε τὴν ὑπαρξιακὴ γνώση, βίωσε τὴν πληροφορία τῶν μελλόντων καὶ τῶν ἀποκρύφων καὶ γι' αὐτὸ ἔλαβε τὸ δῶρο τῆς πίστεως, ἀνέπτυξε σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴν φιλανθρωπία, ἐκδαπανώμενος καθημερινῶς ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τῆς οἰκογένειας τοῦ Ἀδὰμ καὶ γι' αὐτὸ ἔλαβε τὸ χάρισμα τῶν ἰαμάτων.

Καὶ ἐπειδὴ στὸ βιβλίο αὐτὸ ποὺ σχολιάζουμε καταγράφονται καὶ διάφορες θαυματουργικὲς ἐπεμβάσεις καὶ ἐνέργειες τοῦ Γέροντος Παϊσίου, πρέπει νὰ ὑπογραμμισθῇ ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ θαυματουργικὰ γεγονότα ποὺ ἐπιτελοῦσε ἦταν φυσικὰ ἀποτελέσματα τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία δόθηκε ἀνάλογα μὲ τὸ φυσικὸ χάρισμα τῆς φιλανθρωπίας. Ἡ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τοὺς ζῶντας καὶ κεκοιμημένους, ποὺ ἐκδηλωνόταν μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν θυσιαστική, μαρτυρικὴ διακονία, μεταποιήθηκε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα σὲ χάρισμα θαυματουργίας.

3. Βλέπων, ὅσιος, μάρτυς

Τοὺς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ λαός τους ὀνόμαζε "ὁρῶντες" καὶ "βλέποντες", ὅπως τὸν Προφήτη Σαμουήλ, διότι εἶχαν πνευματικὲς διόπτρες, ἔβλεπαν τὶς πνευματικὲς ἀσθένειες τῶν ἀνθρώπων, εἶχαν διαρκῆ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὸν προφορικὸ λόγο καὶ τὴν προφορικὴ ἐπικοινωνία μαζὶ Τοῦ, ἔβλεπαν τὴν μελλοντικὴ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἕνας τέτοιος "ὁρῶν" καὶ "βλέπων" ἦταν καὶ ὁ Γέροντας Παΐσιος, ὅπως τὸν γνωρίσαμε προσωπικὰ καὶ ὅπως ἀναλύεται εὔστοχα στὸ βιβλίο αὐτό.

Ὅλη ἡ ζωή του ἦταν θαυμαστή. Λένε στὸ Ἅγιον Ὅρος ὅτι ὅταν ξεκινήση κανεὶς τὴν μοναχική του ζωή, ἔχει ζῆλο ὡσάν τον Ἄθωνα, καὶ στὸ τέλος καταλήγει ὁ ζῆλος του νὰ εἶναι ὡσὰν ἕνα καρύδι. Δὲν συνέβη αὐτὸ μὲ τὸν Γέροντα Παΐσιο, ἀλλὰ ὅσο περνοῦσαν τὰ χρόνια, τόσο καὶ αὐξανόταν ὁ ζῆλος του, τὸ φιλότιμό του, ἡ ἄσκησή του.

Ἡ πνευματική του βιογραφία μας ὑπενθυμίζει μεγάλες μορφὲς ἀσκητῶν τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Τὸ ἀδύνατο σῶμα του ἄντεχε αὐτὴν τὴν ἄσκηση, γιατί λάμβανε Χάρη ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔκανε μεγάλες πνευματικὲς "τρέλλες" γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, στὸν ὕπνο, τὸ φαγητό, τὶς μετάνοιες, τὶς ὁδοιπορίες, τὸν ἐγκλεισμὸ σὲ σπηλιές, τὴν διαμονὴ σὲ κουφάλες βελανιδιῶν, τὴν κατάβαση σὲ γκρεμὸ γιὰ ἡσυχία, τὴν στέρηση, τὴν ἀκρότατη ἡσυχία, τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν ὀδύνη τῆς καρδιᾶς γιὰ ὅλον τὸν κόσμο, τὴν φιλανθρωπία, τὴν συνάντηση μὲ ἀρκοῦδες καὶ τὴν ἐπίδειξη εὐγένειας σὲ αὐτές, τὴν ἀτρομία καὶ ἀφοβία του γιὰ πράγματα ποὺ προκαλοῦν φόβο. Δὲν φοροῦσε παπούτσια στὴν ἔρημο τοῦ Σινᾶ, γι' αὐτὸ "εἶχαν σχιστεῖ οἱ φτέρνες του καὶ ἔτρεχαν αἷμα". Ἄλλοτε συμπεριφερόταν ὡς κατὰ Χριστὸν σαλὸς καὶ ἄλλοτε ὡς σοφὸς διδάσκαλος. Μερικὰ μαρτυρικὰ γεγονότα μου τὰ διηγήθηκε ὁ ἴδιος, ὅπως γιὰ παράδειγμα το πῶς ἀντέδρασε στὸν πειρασμὸ τῆς "σαρκικῆς πύρωσης" στὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Στομίου τῆς Κόνιτσας. Μάλιστα, μοῦ ἔδειξε καὶ τὶς οὐλὲς ἀπὸ τὶς πληγὲς στὸ πόδι του καὶ δίνω τὴν μαρτυρία γι' αὐτό.

Καὶ παρὰ τὴν μεγάλη αὐτὴ ἄσκηση, τὸ δόσιμό του σὲ τέτοιες "τρέλλες" γιὰ τὸν Χριστό, ἦταν ὅλος καρδιά, γλύκα καὶ γλυκασμός, ἀκτινοβολοῦσε παρηγοριὰ καὶ συμπόνοια γιὰ τοὺς πονεμένους, ἔβγαζε ἕνα ἀτέλειωτο "πνευματικὸ χιοῦμορ", εἶχε μιὰ τρυφερὴ καὶ εὐαίσθητη καρδιά, ἦταν μιὰ ἀδιάλειπτη πνευματικὴ λιακάδα, ἕνα ἱλαρὸ φθινοπωρινὸ δειλινό. Ὅπου ἔπρεπε, καὶ τὸ ἀπαιτοῦσαν οἱ ποιμαντικὲς ἀνάγκες, ἦταν αὐστηρός, ἀλλὰ συνδύαζε αὐστηρότητα μὲ μητρικὴ καρδιά. Ἐπέπληξε κάποιον μπροστά μου γιὰ μιὰ ἀνοησία του καὶ ὅταν ἐκεῖνος ἀναλύθηκε σὲ δάκρυα, τὸν πῆρε μαζί του, ὅπως ἡ μητέρα τὰ ἄτακτα παιδιά της, τὸν ὁδήγησε στὸν νιπτῆρα γιὰ νὰ πλυθῇ καὶ τοῦ ἔδωσε πετσέτα γιὰ νὰ σκουπισθῇ, ὁπότε στὴν συνέχεια τοῦ μίλησε διδακτικὰ καὶ παρακλητικά.

Γενικά, ὁ εὐλογημένος αὐτὸς Γέροντας, ὅπως γράφεται στὸ βιβλίο, "ἔλειωνε τὸν ἑαυτό του στὴν ἄσκηση καὶ ἀνέπαυε πνευματικὰ κάθε ἄνθρωπο. Ἀλγοῦσε ὁ ἴδιος γιὰ τὸν πόνο καὶ τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων καὶ ταυτοχρόνως τοὺς μετάγγιζε χαρὰ καὶ παρηγοριά. Πάλευε μὲ δαίμονες, συνωμιλοῦσε μὲ Ἁγίους, συναναστρεφόταν μὲ ἄγρια ζῶα καὶ βοηθοῦσε πνευματικὰ τοὺς ἀνθρώπους".

Ὅπως ἡ ζωή του ἦταν θαυμαστή, τὸ ἴδιο θαυμαστὴ ἦταν καὶ ἡ κοίμησή του, ποὺ ἦταν κοίμηση ὁσιακή, μαρτυρική. Εἶναι χαρακτηριστικὴ μιὰ συνομιλία μὲ τὸν θεράποντα ἰατρὸ τοῦ ἑπτὰ μέρες πρὶν τὴν κοίμησή του, κατὰ τὴν μαρτυρία τοῦ ἰδίου τοῦ θεράποντος γιατροῦ. Ὁ γιατρός του εἶπε: "Γέροντα, τὸ συκώτι σας πρήστηκε καὶ σᾶς πονάει", καὶ τὸ εἶπε αὐτὸ γιατί ὁ καρκίνος εἶχε κάνει μεταστάσεις φοβερές. Ὁ Γέροντας Παΐσιος χαμογέλασε καὶ εἶπε: "Ἅ, αὐτὸ εἶναι τὸ καμάρι μου, μὴ στενοχωριέσαι. Αὐτὸ μὲ κράτησε ὡς τὰ ἑβδομῆντα, καὶ αὐτὸ τώρα μὲ στέλνει, ὅσο πιὸ γρήγορα μπορεῖ, ἐκεῖ ποὺ πρέπει νὰ πάω. Μὴ στενοχωριέσαι γι' αὐτό, μιὰ χαρὰ εἶμαι". Αὐτὴ ἡ ἀντιμετώπιση δείχνει τὴν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου.

Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του "ἤθελε νὰ εἶναι μόνος, νὰ προσεύχεται ἀπερίσπαστα καὶ νὰ προετοιμασθῆ καλύτερα γιὰ τὴν ἔξοδό του". Κατὰ τὴν τελευταία νύκτα ἔζησε τὴν ἐμπειρία τῶν μαρτύρων. Μέσα στοὺς πόνους του, ὅπως περιγράφεται στὸ βιβλίο, "ἐπικαλεῖτο τὴν Παναγία" λέγοντας: "Γλυκειά μου Παναγία". "Ἔχασε τὶς αἰσθήσεις του γιὰ δύο ὧρες, καὶ ὅταν συνῆλθε μὲ σβησμένη φωνὴ εἶπε: "μαρτύριο, πραγματικὸ μαρτύριο", καὶ ἔπειτα ἐκοιμήθη εἰρηνικά".

Εἶναι χαρακτηριστικὴ καὶ ἡ "πνευματικὴ διαθήκη τοῦ Γέροντα", ἡ ὁποία βρέθηκε μετὰ τὴν κοίμησή του στὸ Κελλί του "Παναγούδα" καὶ δείχνει τὴν πνευματικὴ καὶ θεολογική του ὡριμότητα. Ἡ "διαθήκη" του, μὲ τὴν ὀρθογραφία τοῦ Γέροντος, ἔχει ὡς ἑξῆς:

"Τοῦ λόγου μου ὁ Μοναχὸς Παΐσιος, ὅπως ἐξέτασα τὸν ἑαυτό μου, ἴδα ὅτι ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου τῆς παρέβην, ὅλες της ἁμαρτίες της ἔχω κάνη. Δὲν ἔχει συμασία ἐὰν ὁρισμένες ἔχουν γίνη σὲ μικρότερο βαθμό, διότι δὲν ἔχω καθόλου ἐλαφριντικά, ἐπειδὴ μὲ ἔχει ἐβεργετήση πολὺ ὁ Κύριος.

Εὔχεσθε νὰ μὲ ἐλεήση ὁ Χριστός.

Συνχωρῆστε με, καὶ συνχωρημένοι νὰ εἶναι ὅσοι νομίζουν ὅτι μὲ λύπησαν.

Εὐχαριστῶ πολύ,

καὶ πάλιν

Εὔχεσθε

Μοναχὸς Παΐσιος".

Στὸ μικρὸ αὐτὸ χειρόγραφο φαίνεται ἡ αὐτομεμψία του, ἡ πνευματική του ὡριμότητα, ἀφοῦ συγκρίνει τὸν ἑαυτό του μὲ τὸ ὕψος τῆς πνευματικῆς ζωῆς, μὲ τὴν πολιτεία τοῦ οὐρανίου πολιτεύματος ποὺ ἀξιώθηκε νὰ ζήση καὶ νὰ δή, γι' αὐτὸ γράφει μὲ βαθειὰ ταπείνωση. Ἡ ἁπλότητα τοῦ λόγου του δείχνει πνευματικὴ ὡριμότητα.

Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἦταν ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς μὲ καρδιὰ μικροῦ παιδιοῦ, καὶ ἕνα ἀρτιγέννητο βρέφος μὲ ἐμπειρία μεγάλων Πατέρων.

Μὲ τὴν συχνὴ ἐπικοινωνία ποὺ εἶχα μὲ τὸν ἀείμνηστο μεγάλο Γέροντα εἶχα σχηματίσει τὴν πεποίθηση ὅτι ἡ ὅλη του προσωπικότητα συνεδύαζε τὰ χαρίσματα, τῶν Προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τῶν ἁγίων ἀνδρῶν τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη μου θύμιζε τὴν μορφὴ τοῦ Προφήτου Ἠλία, ὡς πρὸς τὴν ἄσκηση, τὴν ζωντανὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό, τὴν διαμονή του στὸ σπήλαιο καὶ τὴν τροφὴ ποὺ λάμβανε ἀπὸ τὸν κόρακα, τὴν πυρφόρα προσευχὴ μὲ τὴν κυκλοειδῆ συνέλιξη ἀκόμη καὶ τοῦ σώματος, τὸν ζῆλο γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν λαό, προκειμένου νὰ ἐπιστρέψη στὴν ἀλήθεια τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ. Πράγματι, πολλὲς πτυχὲς τῆς ζωῆς τοῦ Προφήτου Ἠλία ἔζησε ὁ ἀείμνηστος π. Παΐσιος, ὅπως φαίνεται στὴν πνευματική του βιογραφία.

Ἀπὸ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ ζωή μου θύμιζε δύο μεγάλους ἀσκητές. Ὁ πρῶτος εἶναι ὁ ἀββᾶς Ποιμήν, τοῦ ὁποίου τὰ ἀποφθέγματα καταγράφονται στὸ "Γεροντικὸν" καὶ στὰ ὁποῖα φαίνεται ἡ βαθειὰ γνώση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἡ πνευματική του σοφία, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Ὁ δεύτερος εἶναι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιὰ τὴν διαφάνεια τῆς προσωπικότητός του, τὴν βαθειά του ταπείνωση, τὴν εὐστροφία του, τὸ γνήσιο "ἱεραποστολικὸ πνεῦμα", καὶ τὴν προφητικὴ καὶ μαρτυρικὴ βιοτή του. Τὸν συνδυασμὸ τῶν χαρισμάτων τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων ἁγίων τὸν συναντοῦμε στὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο του π. Παϊσίου. Ὁμοίαζε πολὺ μὲ τὸν ἀββᾶ Ποιμένα, ὡς πρὸς τὴν ἀσκητική του καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ ὡς πρὸς τὴν ἁπλότητά του, τὶς θαυματουργικὲς ἐπεμβάσεις του καὶ τὴν κενωτικὴ ἱεραποστολική του διακονία. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνταπόκριση τοῦ κόσμου στὸν π. Παΐσιο εἶναι ἡ ἴδια ἀνταπόκριση τὴν ὁποία οἱ ἄνθρωποι εἶχαν στὸν ἀββᾶ Ποιμένα καὶ στὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό.

Τὸν ζήσαμε ὡς "βλέποντα", ὅσιο καὶ μάρτυρα, γι' αὐτὸ καὶ δίνουμε τὴν μαρτυρία τῆς ἁγιότητός του.

4. Ἡ αὐθεντικότητα τοῦ βιβλίου

Διαβάζοντας κανεὶς τὸ βιβλίο αὐτὸ διαπιστώνει ἔντονα ὅτι εἶναι αὐθεντικό, καὶ εἶναι γραμμένο μὲ ἁπλότητα καὶ καθαρότητα λέξεων, ἐννοιῶν καὶ γεγονότων, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο εἶναι χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἀληθείας. Κάποιος χαρακτήρισε τὸ βιβλίο "λιπόσαρκο", γιατί δὲν ἔχει τίποτε περιττό. Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο εἶναι γραμμένο τὸ βιβλίο αὐτὸ θυμίζει ἔντονα τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια ποὺ περιγράφουν τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, τὰ Συναξάρια ποὺ παρουσιάζουν τὴν ζωὴ τῶν ἁγίων, καὶ τὸ Γεροντικό, ὅπως καὶ τὸν Εὐεργετινό, ποὺ ἐκθέτουν τὴν ζωὴ τῶν ὁσίων ἀσκητῶν. Ὅσο ἁπλὸς καὶ καθαρὸς εἶναι ὁ λόγος, τόσο καὶ ἐκφράζει τὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων.

Στὸν πρόλογο ποὺ γράφηκε ἀπὸ τὴν Συνοδεία τοῦ ἀειμνήστου Γέροντας Ἰσαὰκ γράφεται: "Στὴν προσπάθεια τῆς βιογραφήσεως θέσαμε ὡς κανόνα τὴν ἀλήθεια· "ἀρχὴ τῶν λόγων σου ἀλήθεια". Προσπαθήσαμε δηλαδὴ νὰ παρουσιάσουμε τὸν Γέροντα ὅπως τὸν γνωρίσαμε, ὅπως ἦταν, χωρὶς προσπάθεια μεγεθύνσεως καὶ ἐξιδανικεύσεως ἀπὸ ἀγάπη καὶ θαυμασμό".

Ἀκόμη τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι ὁ τρόπος τῆς γραφῆς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ὁμοιάζει μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἔγραφε ὁ Γέροντας Παΐσιος, ὅπως φαίνεται στὰ βιβλία του γιὰ τὸν ἅγιο Ἀρσένιο τὸν Καππαδόκη, γιὰ τοὺς Ἁγιορείτας Πατέρας, γιὰ τὸν Χατζηγιώργη. Παρατηρεῖ κανεὶς μιὰ ὁμοιότητα βιογραφοῦντος καὶ βιογραφουμένων.

5. Καρδιακὴ μνήμη

Διάβασα τὸ βιβλίο αὐτὸ μὲ βαθειὰ κατάνυξη καὶ νοσταλγικὲς μνῆμες. Γιατί ἡ προσωπικότητα τοῦ π. Παϊσίου εἶναι ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ συνάντησα στὴν πορεία τῆς ἀναζητήσεως τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὕστερα ἀπὸ ἀπογοήτευση ποὺ προξενοῦσαν οἱ στοχαστικὲς καὶ λογικοκρατικὲς θεολογικὲς ἀναλύσεις. Καὶ οἱ εὐλογημένες αὐτὲς προσωπικότητες μοῦ δημιούργησαν ἰδιαίτερη αἴσθηση.

Αἰσθάνομαι βαθειὰ εὐγνωμοσύνη στὸν Θεό, γιατί μὲ ἀξίωσε νὰ συναντήσω αὐτὴν τὴν ὑπέροχη ὁσιακὴ μορφή. Τὸν ἀείμνηστο ὅσιο Γέροντα Παΐσιο τὸν ἄκουσα ὁμιλοῦντα καὶ διδάσκοντα τὰ βαθύτερα μυστήρια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὸν αἰσθάνθηκα ὡς μιὰ ζωντανὴ θεολογία, συμπροσευχήθηκα μαζί του κατὰ τὴν διάρκεια πολύωρης ἀγρυπνίας, τὸν ἄκουσα ψάλλοντα, συνοδοιπόρησα μαζί του γιὰ ὧρες ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Σιμωνόπετρας μέχρι τὸ κελλὶ τοῦ "Παναγούδα" στὶς Καρυές, κοιμήθηκα ἢ μᾶλλον ἀγρύπνησα στὸ κελλί του καὶ τὸν ἄκουσα προσευχόμενο ὅλη τὴν νύχτα, μὲ βοήθησε σὲ κρίσιμες στιγμὲς τῆς ζωῆς μου, μὲ περίμενε μὲ ἀγάπη σὲ ἕνα βουναλάκι μακρυὰ ἀπὸ τὸ Κελλί του καὶ μοῦ ὑποδείκνυε τὸ μονοπάτι γιὰ νὰ τὸν συναντήσω στὸ μέρος ποὺ βρισκόταν, ἐνῷ βάδιζα πρὸς τὸ Κελλί του, καὶ τόσα ἄλλα. Γι' αὐτὸ καὶ διαβάζοντας αὐτὸ τὸ βιβλίο αἰσθάνθηκα βαθύτατη συγκίνηση καὶ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη στὸν Θεό.

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Παΐσιος ζοῦσε στὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ καὶ τώρα τὴν ἀπολαμβάνει ἀκόμη περισσότερο. Καὶ αἰσθάνομαι τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσω τὶς πρεσβεῖες του γιὰ τὴν ποιμαντική μου διακονία καὶ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μου, ἐπειδὴ ἔχει "παρρησίαν πολλήν". Θὰ μποροῦσα δὲ νὰ ἐπαναλάβω αὐτὸ ποὺ εἶπε κάποιος μοναχὸς γιὰ τὸν ἅγιο Γέροντά του κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐξοδίου ἀκολουθίας του: "Δὲν λυποῦμαι γιὰ τὴν κοίμησή του, ἀλλὰ χαίρομαι γιατί στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ συγκαταριθμῆται σήμερα ἕνας ἄνθρωπος ποὺ τὸν γνώρισα καὶ μὲ ἀγάπησε πολύ, ἕνας δικός μου ἄνθρωπος". Καὶ ἐμεῖς χαιρόμαστε γιατί ἄνθρωποι ποὺ μᾶς ἀγάπησαν πραγματικὰ καὶ ἀνέπαυσαν τὸ πνεῦμα μας, "δικοί μας ἄνθρωποι", ὅπως ὁ π. Παΐσιος, ὁ π. Ἐφραίμ, ὁ π. Σωφρόνιος, ὁ Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης Καλλίνικος κλπ., εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρωτοτόκων ἐν οὐρανοῖς.

Ἀξίζει νὰ διαβασθῇ προσεκτικὰ τὸ σημαντικὸ αὐτὸ βιβλίο γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε καθαρὴ αἴσθηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, νὰ καταλάβουμε σὲ τί συνίσταται τὸ φιλότιμο καὶ ἡ παλληκαριὰ ἀπὸ τὴν ὁποία διαπνεόταν ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Παΐσιος, νὰ δοῦμε τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πῶς γίνεται κανεὶς μέλος τῆς Ἐκκλησίας, τί εἶναι στὴν πραγματικότητα ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση, ὥστε νὰ θεραπευθοῦμε ἀπὸ τὴν σύγχρονη ἀνίατη ἀσθένεια τῆς θεολογικῆς βαβυλωνίας καὶ τὴν σύγχρονη σύγχυση τοῦ θεολογικοῦ λόγου.

Ἀξίζουν θερμὰ συγχαρητήρια στὴν Συνοδεία τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰσαὰκ ποὺ ἐπιμελήθηκε τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, ὅπως καὶ στὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο "Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος" Μεταμορφώσεως Χαλκιδικῆς, ποὺ ἔχει τὴν κεντρικὴ διάθεσή του. Προσέφεραν στὴν Ἐκκλησία ἕναν μεγάλο πνευματικὸ θησαυρό.

Ἐγὼ τοὐλάχιστον, διαβάζοντας μὲ προσοχὴ τὸ βιβλίο αὐτό, ζαλίστηκα ἀπὸ τὸν πλοῦτο, τὸ βάθος, τὸ ὕψος καὶ τὴν τρυφερότητα αὐτοῦ τοῦ ἁγίου καὶ εὐλογημένου ἀνθρώπου, τοῦ ἀσκητοῦ τῶν πρώτων χρόνων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐμφανίσθηκε στὶς ἡμέρες μας γιὰ νὰ μᾶς ἐλέγξη, νὰ μᾶς διδάξη, νὰ μᾶς ἀγαπήση καὶ νὰ μᾶς παλαβώση.-

12 Ἰουλίου 2004, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του

  • Προβολές: 2986