Skip to main content

Βιβλιοπαρουσίαση: Ἐμπειρικὴ Δογματική, Τόμος Α'

Εἰσαγωγή

Ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, καθηγητὴς τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος θεολόγος.

Βιβλιοπαρουσίαση: Ἐμπειρικὴ Δογματική, Τόμος Α'Δὲν τὸν εἶχα Καθηγητή, ἀφοῦ ἀνέλαβε τὴν ἕδρα τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης μετὰ τὴν ἀποφοίτησή μου ἀπὸ αὐτή, ἀλλὰ τὸν γνώρισα κατ’ ἀρχὴν ἀπὸ τὰ κείμενά του, ὕστερα τὸν γνώρισα προσωπικὰ στὴν Ἀθήνα, μετὰ τὴν συνταξιοδότησή του, καὶ εἴχαμε στενὴ ἐπικοινωνία, σχεδὸν σὲ καθημερινὴ βάση, τότε ποὺ ζοῦσε στὴν Ἀθήνα, σὲ μιὰ «θεολογικὴ μοναξιά». Ἀργότερα, ὅταν ἔγινα Μητροπολίτης, μοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἐγγράψω στοὺς ἱερατικοὺς καταλόγους τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας ἀπολυτήριο ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς ὅπου καὶ ἀνῆκε ὡς Κληρικός.

Ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος, ποὺ εἶχε πολυχρόνια ἐπικοινωνία μαζὶ τοῦ καὶ ὡς Δικηγόρος του, καὶ στὸ γραφεῖο τοῦ ὁποίου ὁ π. Ἰωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σὲ κλειστὸ κύκλο ἀνθρώπων, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶχα τὴν τιμὴ πολλὲς φορὲς νὰ συγκαταλέγομαι καὶ ἐγώ, μοῦ εἶπε κάποτε ὅτι ὁ π. Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ λάθος ἐποχή. Ἔπρεπε νὰ ζὴ τὸν 4ο αἰῶνα, στὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Πράγματι, διαβάζοντας κανεὶς ἢ ἀκούγοντας τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ὅτι ἐξέφραζε τὴν θεολογία καὶ τὴν ζωὴ τῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰῶνος, ἤτοι τῶν μεγάλων Καππαδοκὼν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου, ὅπως τὸ βλέπουμε στὰ συγγράμματά τους καὶ στὸ Γεροντικὸ ἢ τὸν Εὐεργετινό. Στὴν πραγματικότητα ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶναι ἕνα «κομμάτι» τοῦ 4ου αἰῶνος ποὺ ἔζησε τὸν 20ὸ αἰῶνα ἢ θὰ μποροῦσα νὰ πὼ καλύτερα, ἦταν ἕνας θεολόγος καὶ μάλιστα καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ 20οῦ αἰῶνος ποὺ ὅμως μεταφέρθηκε στὸ «πνεῦμα» τῶν ἁγίων τοῦ 4ου αἰῶνος καὶ τὸ ἐξέφραζε.

Βεβαίως ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης δὲν ἐκφράζει μιὰ δική του θεολογία, ἀλλὰ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Στηρίζεται στὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων, ὅπως ἐκφράζεται διὰ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως καὶ βιώνεται στὴν νοερὰ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ τὴν θεωρία-θέα τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ μιὰ θεολογία ποὺ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸν ἠθικισμὸ ποὺ καλλιεργήθηκαν στὴν Δύση καὶ μεταφέρθηκαν καὶ στὸν δικό μας χῶρο, εἴτε ἀπ' εὐθείας ἀπὸ τὴν Δύση εἴτε διὰ μέσου τῆς ρωσικῆς θεολογίας, ἡ ὁποία δέχθηκε ἐπιδράσεις ἀπὸ τὴν Δύση, ἰδίως κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Μεγάλου Πέτρου.

Τὰ κλειδιὰ τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας εἶναι ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα στὸ καθ’ ὁμοίωση, ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ δούλου στὴν κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ καὶ τοῦ υἱοῦ, ἀπὸ τὴν κάθαρση στὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση, ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ στὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη. Εἶναι θεολογία τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ συνδέεται μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ὁποία στὴν συνέχεια διατυπώνεται σὲ ὅρους καὶ σὲ διδασκαλία γιὰ τὴν θεραπεία καὶ τὴν καθοδήγηση τῶν ἄλλων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Τόσο ἁπλὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία στὴν βάση της.

Ὁ π. Ἰωάννης ὁμιλοῦσε ὡς καθηγητὴς τῆς δογματικῆς, ἀλλὰ καὶ ὡς ἀσκητής. Διαβάζοντας τὸν λόγο του, ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε κάποια ἐμπειρία γύρω ἀπὸ τὰ πνευματικὰ θέματα, ἀλλὰ δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ διακριβώσω τὸ μέγεθος καὶ τὸν βαθμὸ τῆς ἐμπειρίας του. Ἡ διδασκαλία του ποὺ ἐκφράζει τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολὺ ἁπλή. Ἀναφέρεται στὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν σωτηρία του, τὴν ὅραση τοῦ ἀκτίστου Φωτός, τὴν ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καὶ τὴν μέθοδο γιὰ νὰ φθάση κανεὶς στὴν πνευματικὴ ἐμπειρία. Βλέπει κανεὶς ἕναν κύκλο, ὅπως τὸ συναντᾶμε καὶ στὰ ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἔλεγε ὁ ἴδιος:

Ναυπάκτου Ἱερόθεος - π. Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης«Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει κυκλικὸ χαρακτῆρα. Εἶναι σὰν ἕνας κύκλος. Ὅπου κι ἂν ἀκουμπήσης πάνω στὸν κύκλο, ξέρεις ὅλο τὸν κύκλο, γιατί ὅλος ὁ κύκλος ὁ ἴδιος εἶναι. Ὅλα ἀνάγονται στὴν Πεντηκοστὴ• τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἡ ἱερωσύνη, ὁ γάμος, τὸ βάπτισμα, ἐξομολόγηση κλπ., οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων κλπ. Ἐκεῖνο εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἡ Πεντηκοστή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ φθάνει στὴν θέωση μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὁδηγεῖται εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν».

Αὐτὸ μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ καταπληκτικὸ κείμενο ποὺ διασώζεται στὸ ἔργο «Περὶ μυστικῆς θεολογίας» τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Ἐκεῖ παρουσιάζεται «ὁ θεῖος Βαρθολομαῖος» νὰ λέγη γιὰ τὴν θεολογία: «Καὶ πολλὴν τὴν θεολογίαν εἶναι καὶ ἐλαχίστην, καὶ τὸ Εὐαγγέλιον πλατὺ καὶ μέγα καὶ αὔθις συντετμημένον». Καὶ συμπληρώνει ὁ ἅγιος Διονύσιος: «Ὅτι καὶ πολύλογός ἐστιν ἡ ἀγαθὴ πάντων αἰτία, καὶ βραχύλεκτος ἅμα καὶ ἄλογος, ὡς οὔτε λόγον οὔτε νόησιν ἔχουσαν, διὰ τὸ πάντων αὐτὴν ὑπερουσίως ὑπερκειμένην εἶναι καὶ μόνοις ἀπερικαλύπτως καὶ ἀληθῶς ἐκφαινομένην τοὶς καὶ τὰ ἐναγῆ πάντα καὶ τὰ καθαρὰ διαβαίνουσι...».

Πράγματι, ὁ λόγος τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη μᾶς δείχνει ὅτι ἡ θεολογία εἶναι καὶ πολλὴ καὶ ἐλαχίστη, εἶναι μεγάλη καὶ συντετμημένη, εἶναι πολύλογη, βραχύλογη καὶ ἄλογη. Ἔτσι, πολλὲς φορὲς παρουσιάζει τὰ θεολογικὰ θέματα μὲ πολλὰ λόγια καὶ τὰ ἀναλύει καὶ ἄλλοτε εἶναι συνοπτικὸς καὶ ἀποφθεγματικός. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ὁ λόγος περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, ἀλλὰ καὶ ἡ βίωση τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, εἶναι ἁπλὴ καὶ βαθειά, ἐπαναλαμβάνεται καὶ ὑπονοεῖται, ἐκφράζεται καταφατικὰ καὶ ἀποφατικά, βιώνεται καὶ παραπέμπει στὴν ὅραση ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνη ὅραση καὶ ἀκοή, δηλαδὴ ὑπὲρ τὴν ὅραση καὶ ἀκοή.

Γύρω ἀπὸ τὰ θέματα ποὺ προανέφερα ὁμιλοῦσε συχνὰ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Στὴν κατοχή μου βρέθηκαν πολλὲς μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες του εἴτε ποὺ ἐκφώνησε στὸ Πανεπιστήμιο εἴτε σὲ διάφορες αἴθουσες, κυρίως δὲ ἀπὸ παραδόσεις καὶ συζητήσεις ποὺ ἔγιναν στὸ δικηγορικὸ Γραφεῖο τοῦ κ. Ἀθανασίου Σακαρέλλου. Τὶς ὁμιλίες αὐτὲς ἀπομαγνητοφώνησα καὶ συγκέντρωσα σὲ τέσσερεις τόμους.

Ἀπὸ τὸν πνευματικὸ αὐτὸ θησαυρὸ ἀπέσπασα μερικὰ κομμάτια, προκειμένου νὰ παρουσιασθῇ μιὰ ἐμπειρικὴ δογματική, ποὺ διαφέρει σαφέστατα ἀπὸ ἄλλες δογματικές. Μέσα στὰ κείμενα αὐτὰ ἐκφράζεται πλούσια ὅλο τὸ πνευματικὸ περιεχόμενο τοῦ π. Ἰωάννου. Σὲ μερικὰ σημεῖα γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῇ ἡ διδασκαλία του χρησιμοποίησα μερικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ βιβλία του «Πατερικὴ θεολογία» καὶ «Ἐπίτομος Ὀρθόδοξος Πατερικὴ Δογματική».

Ἐπαναλαμβάνω δὲ ὅτι τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου ποὺ θὰ παρατεθοῦν εἶναι ἀπομαγνητοφωνημένα καὶ ἔτσι διατηρεῖται πλήρως ὁ προφορικός του λόγος, ὁ ὁποῖος διασώζει τὰ γνωρίσματά του, εἶναι δυνατὸς καὶ μεταδίδει τὴν ζωντάνια καὶ τὴν θέρμη τοῦ χαρακτῆρα του. Σὲ μερικὰ σημεῖα ὁ π. Ἰωάννης ἐκφράζεται μὲ ἀπόλυτο τρόπο, χρησιμοποιῶντας λέξεις μὲ προκλητικὸ περιεχόμενο ἐναντίον ὁρισμένων θεσμῶν καὶ καταστάσεων. Ἐπειδὴ μεγάλωσε καὶ σπούδασε στὴν Ἀμερική, σὲ μερικὲς περιπτώσεις τὰ ἑλληνικά του δὲν εἶναι ἄψογα. Ὅλα ὅμως αὐτὰ πρέπει νὰ παραβλεφθοῦν καὶ ὁ ἀναγνώστης νὰ ἐπικεντρωθῇ στὸν πλοῦτο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας ποὺ ἀποκαλύπτουν οἱ λόγοι του.

Στὸν Α' αὐτὸν τόμο, ποὺ εἶναι τρόπον τινὰ εἰσαγωγικός, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰσαγωγικὰ καὶ τὰ ἀπαραίτητα βιογραφικὰ καὶ αὐτοβιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία τοῦ γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ δόγματος καὶ ἠθικῆς, γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ εἶναι οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καὶ οἱ ἅγιοι καὶ γιὰ τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινή, καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση. Κοινὸ στοιχεῖο ὅλων τῶν κεφαλαίων καὶ τῶν ἐπί μέρους ἑνοτήτων εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ.

Στὸν Β' τόμο ποὺ θὰ ἀκολουθήση θὰ γίνη ἀναφορὰ στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιὰ τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τῆς Τριαδολογίας, Χριστολογίας, κοσμολογίας, ἀνθρωπολογίας, Ἐκκλησιολογίας καὶ ἐσχατολογίας. Πρόκειται γιὰ μιὰ «ἄλλη» Δογματική, γιὰ μιὰ Δογματικὴ μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήση ζῶντας μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς μυστηριακῆς καὶ ἀσκητικῆς ζωῆς.

Παρατηροῦνται διάφορες ἐπαναλήψεις στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου. Καὶ αὐτὸ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν κυκλικὸ χαρακτῆρα τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ὅπως προαναφέρθηκε. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ὀμιλήση γιὰ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ μὴν ἀναφερθῇ στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοὸς καὶ στὴν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας. Δὲν μπορεῖ ἀκόμη κανεὶς νὰ κάνη λόγο γιὰ ἐπαναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγνοήση τὰ περὶ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀσχοληθῇ μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ ἀγνοήση τὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἀσάρκου καὶ σεσαρκωμένου Λόγου. Δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ νὰ ὀμιλήση γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἀγνοήση τὸν συνδυασμὸ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μὲ τὴν μέθοδο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοὸς καὶ τῆς θεώσεως.

Ἄλλωστε καὶ τὰ τέσσερα κεφάλαια ποὺ ἀκολουθοῦν ἔχουν μιὰ ἑνότητα μεταξύ τους, ἀφοῦ σὲ αὐτὰ γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἀποκάλυψη, τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως καὶ πῶς ἡ ἀποκάλυψη γίνεται δόγμα καὶ ἠθική.

Ἔτσι, οἱ ἐπαναλήψεις εἶναι φυσικὲς καὶ ἀναγκαῖες ὡς πρὸς τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς πρὸς τὸν προσδιορισμὸ τοῦ θέματος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τὸ διατύπωσε αὐτὸ ἄριστα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν, ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλὲς» (Φιλιπ.γ',1). Ὅταν μιὰ διδασκαλία λέγεται μιὰ φορά, λησμονεῖται καὶ παραθεωρεῖται, ἐνῷ οἱ ἐπαναλήψεις καταγράφονται στὴν σκέψη καὶ τὴν καρδιά. Διαβάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε ὅτι τονίζονται οἱ κεντρικὲς ἀποκαλυπτικὲς ἀλήθειες, γύρω ἀπὸ τὶς ὁποῖες διαρθρώνονται οἱ σκέψεις τους. Ἔτσι ὑπάρχει μιὰ ἀρραγὴς ἑνότητα.

Βέβαια, κανεὶς δὲν εἶναι ἀλάθητος, οὔτε καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἀλλὰ τὸ «πνεῦμα» τῆς θεολογίας ποὺ δίδασκε εἶναι ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, συντονίζεται στὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει ὁ ἀναγνώστης νὰ δὴ αὐτὸ τὸ «πνεῦμα» τῆς διδασκαλίας του, ποὺ εἶναι ἡ οὐσία τῆς πατερικῆς παραδόσεως. Καὶ θὰ συνιστοῦσα ἢ καὶ θὰ παρακαλοῦσα τὸν ἀναγνώστη νὰ δὴ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου στὴν ὁλότητά της καὶ νὰ μὴν ἀποσπάση μιὰ φράση, νὰ τὴν ἀπομονώση καὶ νὰ βγάλη συμπεράσματα ποὺ εἶναι ἀντίθετα μὲ ὅσα λέγει σὲ ἄλλα σημεῖα. Γιὰ παράδειγμα, τὰ περὶ δόγματος πρέπει νὰ τὰ συνεξετάση μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ• καὶ τὰ περὶ Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων πρέπει νὰ τὰ μελετήση σὲ συνδυασμὸ μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὰ ἄκτιστα καὶ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα, γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση. Μόνον ἔτσι θὰ ἀποκτήση ὁλοκληρωμένη εἰκόνα, διαφορετικὰ θὰ ἀδικήση τὴν ἀλήθεια τῶν λεγομένων.

Ἀσχολούμενος γιὰ πολλὰ χρόνια μὲ τὴν «Ἐμπειρικὴ δογματική» –πάνω ἀπὸ εἴκοσι (20) χρόνια– δόξαζα συνεχῶς τὸν Θεό, ἐπειδὴ εἶμαι μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ γνώρισα τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ ἐπειδὴ ἔφθασε σὲ μένα αὐτὸς ὁ θησαυρὸς τῆς πνευματικῆς του κληρονομιᾶς.

Νομίζω ὅτι θὰ βοηθήση πολλοὺς ἀναγνῶστες καὶ θὰ δώση μιὰ νέα προοπτικὴ στὴν κατανόηση καὶ βίωση τῆς δογματικῆς τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

Πολλοὶ βοήθησαν γιὰ νὰ ἐκδοθῇ αὐτὸς ὁ πρῶτος (Α') τόμος σὲ διάφορες φάσεις τῆς ἐργασίας. Δηλαδὴ ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος μοῦ ἔδωσε πολλὲς μαγνητοταινίες. Ἡ μακαριστὴ Γερόντισσα Φωτεινὴ καὶ οἱ μοναχὲς Ἰωάννα καὶ Καλλινίκη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Θεοτόκου-Πελαγίας, ὁ κ. Γεώργιος Γεωργᾶτος καὶ ἡ κ. Ἑλένη Παπαδοπούλου-Γεωργάτου ἀπομαγνητοφώνησαν τὶς ὁμιλίες ἀπὸ τὶς μαγνητοταινίες. Ἡ κ. Μαίρη Ἠλιοπούλου, ἡ κ. Σίσσυ Σεραφετινίδου, οἱ κ. Γεώργιος καὶ Ἑλένη Γεωργάτου πέρασαν τὶς χειρόγραφες ἀπομαγνητοφωνήσεις στὸν ὑπολογιστή. Ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου ἔκανε τὸ εὑρετήριο τῶν θεμάτων. Ὁ κ. Ἀναστάσιος Φιλιππίδης καὶ ἡ κ. Εὐθυμία Μαυρομιχάλη μετέφρασαν διάφορα κείμενα ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Ὁ Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργᾶτος καὶ ὁ π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας μετέφεραν τὶς χειρόγραφες σημειώσεις μου στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ὁ πρῶτος ἔκανε τὴν τελικὴ ἐπεξεργασία. Ἡ κ. Ἐλευθερία Σερμπέτη καὶ ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου εἶδαν τὸ τελικὸ κείμενο καὶ ἔκαναν σημαντικὲς φιλολογικὲς παρατηρήσεις. Ἡ Γερόντισσα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου-Πελαγίας μοναχὴ Σιλουανὴ καὶ ἡ συνοδεία της ἐπιμελήθηκαν τὴν ἔκδοση αὐτή. Τοὺς εὐχαριστῶ ὅλους ἀπὸ καρδίας καὶ τοὺς εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ τοὺς εὐλογῇ πλούσια.

Ἡ τελικὴ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ ἡ σύνδεση μεταξύ τους ὑπῆρξε λίαν κοπιώδης καὶ μοῦ πῆρε πολὺ χρόνο. Ζητῶ τὴν κατανόηση τῶν ἀναγνωστῶν.

Αἰσθάνθηκα ἰδιαίτερη εὐλογία ποὺ ἀσχολήθηκα μὲ τὰ θέματα αὐτά, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναπαύση τὴν ψυχή του ἐν χώρᾳ ζώντων, γιὰ τὸν κόπο του καὶ τὸν ζῆλο του, ἀφοῦ ὅσο ζοῦσε φλεγόταν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ μετέφερε στὴν ἐποχή μας ὅλο τὸ «πνεῦμα» καὶ τὴν ζωντάνια της.

Ἔγραφα στὴν Ναύπακτο

τὴν 6η Αὐγούστου 2010

ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως

τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἰερόθεος

 

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Α'

Περιεχόμενα

Εἰσαγωγή

Βιογραφικά καί αυτοβιογραφικά στοιχεία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Α' Δόγμα καί ἠθική

  1. Τό δόγμα
    • Ὁρισμός τοῦ δόγματος
    • Δόγμα καί μυστήριο
    • Τό δόγμα ὡς ἔκφραση τῆς ἐμπειρίας καὶ ὡς ὁδηγός στήν ἐμπειρία
    • Ὁ ἀντιαιρετικός καί θεραπευτικός σκοπός τοῦ δόγματος
    • Δόγμα καί ἐκκλησιαστική ζωή
    • Ἐξέλιξη τῶν δογμάτων
    • Δόγματα καί φιλοσοφία
    • Ὁ θεραπευτικός χαρακτήρας τοῦ δόγματος ὡς βάση τοῦ διαλόγου μέ ἄλλες Ὁμολογίες
    • Σύνδεση τοῦ δόγματος μέ τήν ἠθική – ἀσκητική
  2. Ἡ ἠθική
    • Φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική
    • Χριστιανική ἠθική
    • Ἡ ορθόδοξη ἠθική ὡς ἀσκητική

Β' Ἡ ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Ἡ ἀξία τῆς ἐμπειρίας - πείρας
  2. Ἡ ἐμπειρία ὡς βάση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας
  3. Ἀποκάλυψη καί ἐμπειρία
  4. Ἐμπειρία καί εἴδη ἐμπειριῶν
  5. Γνήσια ἐμπειρία
  6. Μεταφορά τῆς ἐμπειρίας

Γ' Οἱ φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Θεούμενοι
    • Ὁρολογία
    • Θεοπτία – θεολογία τῶν θεουμένων
  2. Ἡ ἑνότητα Προφητῶν, Ἀποστόλων καί ἁγίων
  3. Προφῆτες
    • Οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης
    • Τό προφητικό χάρισμα
  4. Ἀπόστολοι
    • Ἡ ζωή καί τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων
    • Ἀποστολική ζωή, παράδοση καί διαδοχή
  5. Πατέρες
    • Τό ἔργο τῶν Πατέρων
    • Ἡ θεόπνευστη θεολογία τῶν Πατέρων
    • Πατερική περίοδος
  6. Ἅγιοι
    • Ποιός εἶναι ἅγιος
    • Ἡ ἐμπειρική δύναμη τῆς πίστεως

Δ' Τά μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Ἄρρητα-ἄκτιστα ρήματα καί κτιστά ρήματα καί νοήματα
    • Διάκριση μεταξύ ἄρρήτων ρημάτων καί κτιστῶν ρημάτων καί νοημάτων
    • Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέ ἄρρητα ρήματα
    • Ἡ μεταφορά τῶν ἀρρήτων-ἀκτίστων ρημάτων μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα
    • Ἀπό τά κτιστά ρήματα στά ἄρρητα ρήματα
  2. Ἡ «Παρακαταθήκη τῆς πίστεως»
  3. Ἁγία Γραφή
    • Ἁγία Γραφή καί ἀποκάλυψη
    • Ἡ θεοπνευστία τῆς Ἁγίας Γραφῆς
    • Συντηρητικός καί φιλελεύθερος
    • Ὁ σκοπός τῆς Ἁγίας Γραφῆς
    • Ἡ ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς
  4. Παλαιά καί Καινή Διαθήκη
    • Ἡ ἀξία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
    • Σχέσεις μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης
    • Διαφορά μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης
  5. Ἱερά Παράδοση καί παραδόσεις
    • Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση
    • Ἡ οὐσία τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως
    • Μετάδοση τῆς παραδόσεως
    • Παράδοση καί παραδόσεις
    • Ἡ ἑρμηνεία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως μέσα ἀπό τίς ἐπιστῆμες τῆς ἀστρονομίας καί ἰατρικῆς

Ἐπίμετρον

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Α'

Ἐπίμετρον

Στὰ κεφάλαια ποὺ προηγήθηκαν καὶ θὰ διασαφηνισθοῦν καλύτερα στὸν ἑπόμενο τόμο, παρουσιάσθηκε ἡ ρωμαλέα θεολογικὴ σκέψη τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ποὺ συνέδεσε τὴν δογματικὴ μὲ τὴν ἀσκητική, τὴν ἀποκάλυψη μὲ τὴν ἐμπειρία, τὴν Παλαιὰ μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη, τὴν πανεπιστημιακὴ καθέδρα μὲ τὸ ἐρημητήριο τοῦ ἀσκητοῦ. Πρόκειται γιὰ τὴν εὐαγγελικὴ ζωὴ ποὺ μπορεῖ νὰ βιωθῇ σὲ ὅλους τοὺς χώρους, ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, στοὺς ὁποίους ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ἐκεῖνοι ἀνταποκρίνονται στὴν ἐνέργειά Του.

Ὡς ἐπιλεγόμενα θὰ καταγράψω τέσσερα ἐνδιαφέροντα σημεῖα, ποὺ συναντᾶ κανεὶς στὸν λόγο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη.

1. Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται στὴν θεία Εὐχαριστία, στὸ δόγμα καὶ τὴν προσευχή. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀπολυτοποιῆται καμμία ἀπὸ τὶς τρεὶς αὐτὲς πλευρὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς οὔτε καὶ νὰ αὐτονομῆται ἀπὸ τὶς ἄλλες. Ὁ Andrew Sopko, στὴν μελέτη του γιὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ἔδειξε ὅτι ἡ σκέψη του ἐκινεῖτο στὴν ὀρθόδοξη προοπτική. Ὁ π. Ἰωάννης συμπλήρωσε ἀπόψεις ἄλλων, οἱ ὁποῖοι στήριζαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στὴν θεία Εὐχαριστία ἢ στὸν Ἐπίσκοπο ἢ καὶ στοὺς δύο μαζί, μὲ τὸ νὰ παρουσιάση ἐπαρκῶς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀξία τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ τὴν ἀξία τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης), τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς προσευχῆς, ἰδίως τῆς νοερᾶς-καρδιακῆς προσευχῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στὸν δοξασμό. Ἔτσι καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ἔχει μία πληρότητα ποὺ ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο. Στὴν θεία Εὐχαριστία παρευρίσκονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βαπτίσθηκαν καὶ χρίσθηκαν καὶ στοὺς ὁποίους ἐνεργοποιεῖται τὸ χάρισμα αὐτὸ μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Ἐπίσης, στὴν θεία Εὐχαριστία ὁμολογεῖται τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως (δόγματα) καὶ ἀκούγεται ὁ λόγος περὶ τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ περιλαμβάνεται στὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἑρμηνεύεται αὐτὸς ὁ ἀποκαλυπτικὸς λόγος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νὰ εἶναι προφήτης-διδάσκαλος καὶ ὄχι ἁπλῶς προεστὼς τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως.

Ἄλλωστε οἱ δύο μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ στὴν πορεία τοὺς πρὸς Ἐμμαοὺς ἄκουγαν τὸν Ἴδιο τὸν Ἀναστάντα Χριστό –χωρὶς ἀκόμη νὰ Τὸν ἀναγνωρίσουν– νὰ τοὺς διερμηνεύη «ἐν πάσαις ταὶς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ», «ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν». Κατὰ τὴν διαδικασία αὐτῆς τῆς ἑρμηνείας φλεγόταν ἡ καρδιὰ τῶν μαθητῶν, γι’ αὐτὸ ἀργότερα εἶπαν: «οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἥν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;». Στὴν συνέχεια Τὸν ἀναγνώρισαν κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Δείπνου ὅταν ἔλαβε τὸν ἄρτον, τὸν εὐλόγησε «καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς» (Λούκ. κδ', 13-25). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ πορεία τῶν Χριστιανῶν πρὸς τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, περνᾶ μέσα ἀπὸ τὴν καύση τῆς καρδίας, ποὺ γίνεται μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν διδασκαλία, ἀλλὰ καὶ τὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν τὴν πνευματικὴ καύση τῆς καρδίας δὲν ἀναγνωρίζεται ὁ ἀναστὰς Χριστὸς κατὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.

2. Ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση, γιὰ τὴν ὁποῖα κάνει λόγο ὁ π. Ἰωάννης, δὲν εἶναι μιὰ ζωὴ ποὺ προσέλαβε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ ἄλλες παραδόσεις –ἰνδουϊστική, φιλοσοφική, σουφική– ἀλλὰ εἶναι ἡ γνήσια προφητική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ζωή. Ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση, μὲ ἄλλα λόγια, δὲν ἐφευρέθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες σὲ διάφορες ἐποχές, ἀλλὰ εἶναι ἡ γνήσια ζωὴ τῶν φίλων τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁ δρόμος πρὸς τὴν θέωση καὶ τὸν ἁγιασμό. Αὐτὴ ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες μὲ τρεὶς ὅρους, ἤτοι κάθαρση, φωτισμό, θέωση. Δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ ἀνακάλυψη μερικῶν Πατέρων ἢ διδασκάλων, ἀλλὰ γιὰ τὴν ζωὴ ποὺ ἀνευρίσκεται στὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ὑποδείχθηκε ἀπὸ τὸν ἄσαρκο καὶ σεσαρκωμένο Λόγο καὶ ἀπὸ τoὺς φίλους Του, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν σὲ κοινωνία μαζί Του.

Στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν παρουσιάζεται μόνον αὐτὴ ἡ ζωή, ἀλλὰ καὶ οἱ ὅροι-λέξεις: «κάθαρση», «φωτισμός», «δοξασμός-τελείωση». Στοὺς Πατέρες, ὁ ὅρος «δοξασμός-τελείωση» λέγεται «θέωση». Μπορεῖ κανεὶς νὰ παρουσιάση πάμπολλα ἁγιογραφικὰ χωρία γιὰ νὰ τὸ στηρίξη αὐτό. Ἀλλὰ καὶ ἂν τοὺς ὅρους αὐτοὺς τοὺς χρησιμοποίησε ὁ Ὠριγένης –ποὺ ἔχει καταδικασθῇ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία– ἢ οἱ μαθητές του, δὲν ἔχει μεγάλη σημασία, ὅταν ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, ὡς πνευματικὸς ὀργανισμός, υἱοθέτησε αὐτὴν τὴν ὁρολογία. Ἡ Ἐκκλησία, ὅπως στὰ δόγματα υἱοθέτησε τὴν ὁρολογία τῶν φιλοσόφων, χωρὶς νὰ θεωρῆται ὅτι ἡ θεολογία μετατράπηκε σὲ φιλοσοφία, ἔτσι καὶ γιὰ τὴν μέθοδο τῆς θεώσεως ἡ Ἐκκλησία χρησιμοποίησε ὅρους, ὅπως κάθαρση, φωτισμός, θέωση, χωρὶς νὰ θεωρῆται αὐτὴ ἡ παράδοση «ὠριγενιστική».

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σὲ ἐπιστολὴ τοῦ στὸν Πρεσβύτερο Εὐλόγιο μεταξὺ ἄλλων γράφει: «ὅτι οὐ πάντα ὅσα λέγουσιν οἱ αἱρετικοί, φεύγειν καὶ παραιτεῖσθαι χρὴ• πολλὰ γὰρ ὁμολογοῦσιν, ὧν καὶ ἡμεῖς ὁμολογοῦμεν». Ὅσοι ὅμως ἔχουν διαφορετικὴ ἄποψη, προσβάλλουν καὶ τοὺς μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες, τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο, τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ κλπ., τοὺς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία κατέταξε σὲ περίοπτη πνευματικὴ θέση καὶ καταδίκασε ὅσους ἀντιδροῦσαν στὴν διδασκαλία τους. Ἀκόμη δὲ καὶ αὐτὴ ἡ στάση τοῦ σώματος τοῦ ἡσυχαστοῦ κατὰ τὴν ἐξάσκηση τῆς εὐχῆς, τὰ λόγια τῆς εὐχῆς καὶ ὁ τρόπος συγκεντρώσεως τοῦ νοῦ, ὅπως ἀνέλυσε διεξοδικὰ καὶ θεολογικὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀνευρίσκονται σὲ διάφορα χωρία τῆς Παλαιᾶς ἢ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἐντοπίζονται στοὺς ἀρχαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀποδοθοῦν σὲ ἔξωθεν ἐπιδράσεις.

3. Βεβαίως, γιὰ νὰ καταγραφὴ ἡ δογματικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ παράδοση, οἱ ἅγιοι Πατέρες δανείσθηκαν ὅρους τῆς ἐποχῆς τους, ποὺ προέρχονταν ἀπὸ τὴν φιλοσοφία, ὅπως τοὺς χρησιμοποιοῦσαν οἱ ὀπαδοὶ τοῦ «ἐξελληνισμένου Χριστιανισμοῦ». Ἀλλὰ καὶ σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ὑπάρχει χαώδης διαφορὰ μεταξὺ ρήματος καὶ νοήματος. Εἶναι χαρακτηριστικὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ: «Κὰν τὶς τῶν Πατέρων τὰ αὐτὰ τοὶς ἔξω φθέγγηται, ἀλλ’ ἐπὶ τῶν ρημάτων μόνον• ἐπὶ δὲ τῶν νοημάτων, πολὺ τὸ μεταξὺ• νοὺν γὰρ οὗτοι, κατὰ Παῦλον, ἔχουσι Χριστοῦ, ἐκεῖνοι δέ, εἰμὴ τί καὶ χεῖρον, ἐξανθρωπίνης διανοίας φθέγγονται». Ἀπὸ τὸ χωρίο αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ὅτι ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ νοημάτων καὶ ρημάτων. Τὰ νοήματα εἶναι ἀποκαλυπτικά, τὰ δὲ ρήματα προσλαμβάνονται ἀπὸ τὸ περιβάλλον, ἀλλὰ καὶ αὐτά, ἐφ’ ὅσον υἱοθετοῦνται ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ κατοχυρώνονται ἀπὸ Συνόδους, εἶναι ὀρθόδοξα.

Ἔτσι, δὲν μποροῦμε νὰ ἐντοπίζουμε ἐπηρεασμοὺς τῶν Πατέρων ἀπὸ διάφορες ἄλλες χριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς παραδόσεις, ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας τους. Μιὰ τέτοια ἑρμηνεία εἶναι ὑπονόμευση τῆς ὅλης ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῶν ἁγίων μας. Οὔτε μποροῦμε νὰ ἀποδίδουμε χαρακτηρισμοὺς στὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων ὡς «ὠριγενίζουσα», «εὐαγριανή», «μακαριανὴ» κλπ. Ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπάρχει πλούσια μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ὅσοι ζοὺν πραγματικὰ στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ λαμβάνουν τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν διαφυλάσσουν ἐνεργοῦσα, αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἴδια παράδοση, τὴν ἴδια ἐμπειρία. Ἑπομένως, ἡ γνήσια ἡσυχαστικὴ ζωὴ ἀνευρίσκεται στοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Πατέρες καί, γενικά, σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Μιὰ διαφορετικὴ ἑρμηνεία εἶναι ἀνθρωποκεντρικὴ καὶ κατ’ ἐπέκταση διαβρωτικὴ καὶ ὑπονομευτικὴ τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως.

4. Τίθεται θέμα ἑρμηνείας τῆς διδασκαλίας τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων. Γιὰ παράδειγμα κάθε γνήσια ἑρμηνεία τῶν διαφόρων ἐπιστημόνων (ἰατρῶν, μαθηματικῶν, φυσικῶν κλπ.) γίνεται ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἐπιστήμονες τῶν εἰδικοτήτων αὐτῶν, δηλαδὴ ὁ ἰατρὸς καταλαβαίνει τὸν ἰατρό, ὁ μαθηματικὸς τὸν μαθηματικό, κ.ο.κ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἅγιος καταλαβαίνει τὸν ἅγιο καὶ ἡ καλύτερη ἑρμηνευτικὴ τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων δὲν γίνεται ἀπὸ φιλοσοφοῦντες στοχαστές, οὔτε ἀπὸ αἱρετικούς, ἀλλὰ ἀπὸ ἁγίους ποὺ βιώνουν τὴν ἴδια εὐαγγελικὴ ζωὴ μὲ τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιχειρούμενη ἑρμηνεία μὲ διαφορετικὲς προϋποθέσεις εἶναι ἐσφαλμένη. Εἶναι ὡσὰν οἱ μάρτυρες τοῦ Γιεχωβὰ καὶ οἱ ποικιλώνυμες παρατάξεις τῶν Προτεσταντῶν νὰ ἑρμηνεύουν τὴν Ἁγία Γραφή.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ποὺ μελέτησε φιλοσοφία, γνώρισε τὴν ἀλλοίωση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν Δύση, ὅπως ἐπίσης γνώρισε καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση τῶν ἀληθινῶν ἡσυχαστῶν, διέφυγε τὸν κίνδυνο τῶν παρερμηνειῶν καὶ μᾶς παρουσίασε τὴν αὐθεντικότητα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως. Ὁ ἡσυχασμὸς εἶναι ἡ γνήσια προφητική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ζωὴ• εἶναι ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀφείλουμε στὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη μεγάλη εὐγνωμοσύνη, ἀφοῦ ἡ διδασκαλία του εἶναι ὀρθόδοξη καὶ στηρίζεται σὲ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ἡ δὲ ἡσυχαστικὴ διδασκαλία –ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ– ἔχει κατοχυρωθῇ ἀπὸ τὶς Συνόδους τοῦ 14ου αἰῶνος (1341-1351). Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὸν Συνοδικὸ Τόμο τοῦ 1347, ἀφοῦ ἀφορίσθηκε καὶ ἀποκηρύχθηκε ὁ Βαρλαάμ, στὴν συνέχεια γράφεται:

«Ἀλλὰ καὶ εἴ τὶς ἕτερος τῶν ἁπάντων τὰ αὐτὰ ποτὲ φωραθείη ἢ φρονῶν ἢ λέγων ἢ συγγραφόμενος κατὰ τοῦ εἰρημένου τιμιωτάτου ἱερομονάχου κυροῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ μοναχῶν, μᾶλλον δὲ κατὰ τῶν ἱερῶν θεολόγων καὶ τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, τὰ αὐτὰ καὶ κατ ’ αὐτοῦ ψηφιζόμεθα καὶ τὴ αὐτὴ καταδίκη καθυποβάλλομεν (ἀφορισμὸν καὶ ἀποκήρυξιν), εἴτε τῶν ἱερωμένων εἴη τις, εἴτε τῶν λαϊκῶν. Αὐτὸν τοῦτον τὸν πολλάκις ρηθέντα τιμιώτατον ἱερομόναχον κὺρ Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν καὶ τοὺς αὐτῷ συνάδοντας μοναχούς... ἀσφαλεστάτους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς εὐσεβείας προμάχους καὶ προαγωνιστὰς καὶ βοηθοὺς ταύτης ἀποφαινόμεθα... Καὶ ἡ ἔνθεσμος διὰ πάντων καὶ κανονικὴ αὕτη ψῆφος καὶ ἀπόφασις ἀκίνητος εἰς αἰῶνα, Χριστοῦ χάριτι, τὸν σύμπαντα διατηρηθήσεται».

Τὸ ἴδιο ἐπαναλήφθηκε καὶ στὸν Συνοδικὸ τόμο τῆς Συνόδου τοῦ 1351, ἡ ὁποία ἀπὸ Ὀρθοδόξους ἔχει θεωρηθῇ ὡς Θ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ ἔχει ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ θεολογία τοῦ ἡσυχασμοῦ, ὡς διδασκαλία, ὁρολογία καὶ μεθοδολογία, εἶναι κατὰ πάντα ὀρθόδοξη, ἡ δὲ ἄρνησή της ἀντιβαίνει στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ συνιστᾶ αἵρεση.–

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ, Π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ

  • Προβολές: 2843