Skip to main content

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Οἰμωγὲς καὶ ἀλάλητοι στεναγμοὶ ἑνὸς ἀγρυπνοῦντος Ἐπισκόπου, τοῦ Λάμπρου Χρ. Σιάσου

Λάμπρου Χρ. Σιάσου, καθηγητοῦ Δογματικῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης

Τόσον ὁ μακαριστὸς Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μὲ ὀξύτατο τρόπο τὴν "ἐμπειρική - ἐκκλησιαστική -θεολογία" ἀπὸ τὸν στοχασμό, ἄλλως τὴν "στοχαστικὴ θεολογία". Εἰς τοὺς παλαιοὺς καιρούς, ὅπου ἔχω τὴν προνομία νὰ θητεύω κάποιες δεκαετίες τώρα, ἐδιάβαζαν βιβλία γιὰ νὰ μαθαίνουν. Οἱ τρανοὶ μάλιστα δάσκαλοί τους, ὡς Ἀρίσταρχος ὁ Σάμιος, παρέδιδαν καὶ τὸν τρόπο τῆς μελέτης: "Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν"!

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη  Οιμωγές καί αλάλητοι στεναγμοί ενός αγρυπνούντος Επισκόπου  τού Λάμπρου Χρ. Σιάσου

Πέτρος, ὁ δικός μας καὶ Δαμασκηνός, ναὶ αὐτὸς ὁ ἄσημος τῆς Φιλοκαλίας, ὑπερυψώνει τὴν παλαιὰ διδαχή: «Ἡ Γραφὴ ἑρμηνεύεται μὲ τὴν Γραφή». Πλὴν καὶ προστάσσει: «Νὰ ἐμβαίνετε ἀπὸ τὴν θύρα στὶς ἅγιες Γραφές! Μὴ φτιάχνετε δικές σας ἀνεμόσκαλες νὰ ἐμβῆτε (ὡς κλέπτες) ἀπὸ τὰ παράθυρα".

Μὲ ὁδηγὸν τὸν δίκαιο δρόμο τοῦ ἑλληνικοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου μας ἔκυψα, Ὑψηλοὶ Προσκεκλημένοι ἀγαπητοὶ φίλοι, εἰς τὸ προκείμενον ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου Ναυπάκτου: Νὰ μαθητεύσω, νὰ τὸ διαβάσω μὲ τὶς δικές του κλεῖδες καὶ κριτήρια. Καὶ ἂν ἀξιωθῶ νὰ λάβω τί, νὰ τὸ ἀντιχαρίσω στὸν Πονήσαντα. Ὁ ὁποῖος μὲ ἐτίμησε μὲ τὴν βαρεῖα τιμὴ μαζὶ καὶ εὐθύνη νὰ εἰσηγηθῶ, ἂν καὶ μιγάς, γιὰ ὑψηλὸ ἐπισκοπικὸ ἐργόχειρο.

Τίτλος τοῦ ἔργου, ὑπότιτλος, ὑλικό, διάθεση, δομή, μέθοδος, σχῆμα, ἐξώφυλλο, χαρτί: ἐργόχειρα λεπτοφυῆ χειρῶν φιλοκαλικῶν ἀσυνήθη, καινοφανῆ, ἀρτιπαγή! Ὅλα; Ναί! Ἴσως ναί!

Ἅς ἀρχίσουμε ἀπὸ τὸ κριτικότερο, ὡς κινδυνωδέστερο: Ἕνας Ἐπίσκοπος, γνωστὸς εὐφήμως στὴν Ἑλλάδα καὶ διεθνῶς, μεταξὺ ἄλλων καὶ γιὰ τὸ χάρισμα τῆς γραφῆς του, ἐπιλέγει αὐτὴ τὴν φορὰ νὰ χειρισθεῖ ἕνα τεράστιο ὑλικὸ προφορικῶν παραδόσεων. Ἐρώτημα μεῖζον: Μὲ ποῖο κριτήριο θὰ ἐπιλέξει τὰ χύδην καὶ τὰ ἀτάκτως εἰρημένα; Ἀπάντηση εὐθεῖα καὶ παρρησιασμένη τοῦ ἰδίου: "Ἐμεῖς, παραβλέποντας ὅ,τι ἀρνητικό, προσβλέπαμε μόνο στὴ θεολογία τοῦ π. Ἰω. Ρωμανίδη καὶ τὴν προσωπικὴ σχέση τοῦ Ρωμανίδη μὲ τὴν θεολογία. Θαυμάζαμε δὲ τὴν ἀσκητικότητα καὶ τὴν διὰ Χριστὸν σαλότητά του καὶ ὅλη τὴν προσήλωσή του στὴν πατερικότητα".

Ἡ γραφὴ εἶναι στὸ βιβλίο. Τὸ πνεῦμα ὅμως τῆς φωνῆς εἶναι τοῦ γνωστοῦ μας καὶ ἀκριβοῦ δασκάλου παπα-Γιώργη Μεταλληνοῦ. Γνώρισμα τοῦ βιβλίου πρῶτον, τοῦ συγγραφέα δεύτερον. Μαζὶ καὶ κλειδὶ γιὰ τὴν ἀνάγνωση. Ὁ Ναυπάκτου χειρίζεται κάποιες χιλιάδες προφορικὰ fragmenta. Καὶ μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ ἄτακτο χάος δὲν συστήνει ἰδικό του ἐργαλεῖο-μέθοδο. Ἀλλὰ αὐτός, Ἐπίσκοπος ὧν, δανείζεται ἀπὸ ἕνα πρεσβύτερο (...).

Μὲ ὁδηγὸ τὸ ἀνωτέρω κριτήριο ὁ Ναυπάκτου χωρίζει τὰ κρείσσονα ἀπὸ τὰ ἐλάσσονα. Μετά, εἰκάζω, λαμβάνει δύο ἐν χρήσει τίτλους: "Ἐμπειρικὴ Θεολογία", "Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία", τοὺς συναιρεῖ σὲ ἕνα, καὶ ἔτσι δημιουργεῖ τὴν "Ἐμπειρικὴ Δογματική". Εἰκάζω ἐκ δευτέρου: Ὁ Ναυπάκτου δὲν ἐξύπνησε μίαν ὡραίαν πρωΐαν μὲ τὸ ὄνειρο νὰ γίνει καθηγητὴς ἢ συγγραφέας Δογματικῆς. Ὁ Ναυπάκτου ἀπὸ ἐτῶν μαθητεύει στὸν Ρωμανίδη. Αὐτὴ ἡ μαθητεία, μαζὶ μὲ ἄλλες, τοῦ ἔθρεψαν τὸν ποιμαντικὸ καὶ συγγραφικὸ λόγο. Καὶ τώρα, πρᾶγμα τίμιον, τιμᾶ τὸν διδάσκαλόν του. Μάλιστα τὸ ἐσχεδίασε ὡς μνημόσυνο γιὰ τὰ δέκα χρόνια ἀπὸ τῆς ἐκδημίας του. Εἶπα: εἰκασίες δύο. Κὰν μία δὲν ἀποβαίνει πειστικὴ σὲ ὅποιον διαβάσει ἀργά, ὑπομονετικὰ τὸ δισσὸ βιβλίο. Ὅπερ καὶ ἔπραξα.

Εὐτυχῶς, ὅταν ἐφώτιζαν τὰ Φῶτα, ηὗρα μαζὶ καὶ ἄκουσα σχῆμα θεσπέσιο ποὺ φωτίζει –θαρρῶ- τὸ διάβασμα τοῦ βιβλίου: Λέει τὸ ἰδιόμελο γιὰ τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ: "...ἐπίγειον τὸ φαινόμενον, καὶ ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς τὸ νοούμενον..."! Τὸ ἀπέσπασα, λοιπόν, (ἀναγνωστικὴ ἀδεία) ἀπὸ τὰ τρισάγια Θεοφάνεια καὶ τὸ ἔφερα τροπικῶς στὴν γραφὴ τοῦ Ναυπάκτου.

Τὸ συνοψίζω: Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου ἔγραψεν ἀληθῶς καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λέει τὸ ἐξώφυλλο. Δηλαδὴ δογματικὴ θεολογία. Πλήν, αὐτὸ εἶναι τὸ φαινόμενο. Κάτωθεν αὐτοῦ κρύπτεται ὁ νοὺς τῆς γραφῆς του. Ὅπως συμβαίνει σ' ὅλες τὶς γραφές, καὶ ἰδιαζόντως στὶς ἱερές. Καὶ ὅπως συν-ἐπι-θεματίζει Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης.

Γνωρίζοντας μετρίως τὸν Ρωμανίδη, διδάσκαλο καὶ διδασκαλία, ἐπίσης καὶ τὸν ἐπίσκοπο Ἰερόθεο, ἔχοντας μελετήσει πάντως καλὴ τὴ προαιρέσει τὸ προκείμενο ἔργο, ἔχω τὴν διαίσθηση ὅτι μοῦ χαρίσθηκε νὰ ψηλαφήσω, νὰ ἀκούσω ἀπὸ τὶς ὑπώρειες τοῦ ὅρους, ἐκεῖ ὅπου ἵστανται περιδεεῖς οἱ μὴ ἠξιωμένοι, τὸ νοούμενο τοῦ δισσοῦ βιβλίου. Ἡ βραχύλεκτη μαζὶ καὶ κρυφιόμυστη θησαύριση-κατάθεσή του γίνεται πεντακόσιες σελίδες μετὰ τὴν ἐκκίνηση σὲ τέσσερεις διάδοχες διατυπώσεις.

"Ἡ μέθεξη τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ γίνεται μὲ τὸν συνδυασμὸ τῶν Μυστηρίων καὶ τῆς ἀσκήσεως". Ἰδού, λοιπόν, ὁ ἔσω νούς, ὁ κεκρυμμένος σκοπὸς τοῦ ἔργου. Ποὺ κρύπτεται μαζὶ καὶ φανερώνεται, ἤγουν ξενοδοχεῖται, σὲ ἕνα ἄσημο σμικρὸ κεφάλαιο ἐπτάμισης καὶ μόνον σελίδων. Τὸ ὁποῖο ὅμως περιέχει τὸ παραδοξότερο γεγονὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς καθόλου ἱστορίας: "Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ".

Ἐξ αὐτοῦ λοιπὸν ἐγράψαμε ἄτεχνη ζωγραφία δεύτερη: Ὅλο τὸ δισσὸ βιβλίο, ἕνας σταυρός. Καὶ στὰ πόδια τοῦ Σταυροῦ ἀγρυπνῶν ἕνας Ἐπίσκοπος. Ποὺ θρηνεῖ ὁλοφυρόμενος, ποὺ οἰμώζει ὀδυρόμενος οἰμωγὲς ἀσταμάτητες. Πλὴν καὶ θαρρεῖ, καὶ ἐλπίζει, καὶ ἀνίσταται. Οἱ οἰμωγὲς εἶναι οἱ κλαυθμοὶ καὶ τὰ δάκρυα ἑνὸς Ποιμένα πάνω στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Ποὺ ἐμφανίζει ἐμφανῆ τὰ συμπτώματα τῆς προ-κωματικῆς ἀφασίας, σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ φαινόμενα ἐπίπεδά του:

-ἱερουργίες ὡς μαγεῖες,
-ἐξορκισμοὶ καὶ βαπτίσεις πρὸς τὸ θεαθῆναι,
-κατηχητικὰ ποὺ φορτώνουν τὴν λογικὴ καὶ σκοτίζουν τὸν νούν,
-ἠθικισμοὶ καὶ εὐσεβισμοὶ μὲ τὸν τρόπο τῆς ἀκάρπου συκῆς,
-θεολογικὲς σχολὲς ποὺ παράγουν θεολόγους μέν, πλὴν ἀθεολογήτους,
-λειτουργία ἐπισκοπικῶν συνόδων ὡς τυπικῶν σχημάτων καὶ συνελεύσεων,
-ἔκλειψη ἀνησυχαστικὴ θεραπευτηρίων, θεραπευτῶν, θεραπευομένων (ἢ μείωσή τους ἀπὸ τὸ (85) στὸ (15), (10), (5)%.

Παρένθεση ἐξηγητικὴ τοῦ ὑπότιτλου, τῆς μεθόδου, τῆς ἐπίκλησης Ρωμανίδη. Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου, ἂν καὶ δεινὸς τῆς πνευματικῆς διαγνώσεως, δὲν καταθέτει προσωπικὲς ἰατρικὲς ἀκτινο-γραφήσεις. Ἀντιθέτως προσφεύγει σὲ πρεσβύτερο καὶ καθηγητὴ τοῦ αὐτοῦ Σώματος. Ὁ ὁποῖος τὰ ἱστοροῦσε παρρησία ἐν ὅσῳ ζοῦσε (ἴσως καὶ σὲ αὐτὸ νὰ ὀφείλεται ποὺ ἔφυγε μὲ ἐπιτίμηση). Καὶ βάζει τὴν φωνὴ αὐτοῦ τοῦ ἀτίθασου Καππαδόκη νὰ τὰ ἀνιστορήσει καταλεπτῶς. Ἀκριβέστερα: νὰ τὰ ἀνιστορεῖ ἀκαταπαύστως στὸ διηνεκές.

Ὡστόσο κι ἐπειδὴ οἱ οἰμωγὲς τοῦ Ἐπισκόπου (ποὺ ἀγρυπνεῖ, ποὺ γίνεται ἐξ ὕπνου) ἐξαγορεύονται δημοσία καὶ παρρησία, γιαυτὸ τοῦ χαρίζεται –αἰσθάνομαι- ἡ ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ παραμυθία ἅμα καὶ ἐλπίδα. Στὸ δισσὸ βιβλίο λαμβάνουν τὴν ἡδείᾳ μορφὴ "στεναγμῶν τῶν ἀλαλήτων"!

Ἅς ἐγγίσουμε καὶ στὸ φαινόμενο καὶ στὸ νοούμενο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου ἐσχεδίασε δέκα μείζονα κεφάλαια Δογματικῆς. Τύποις ἀκολουθεῖ τὴν πανεπιστημιακὴ θεματική. Καὶ πλεῖον αὐτῆς ἐμπιστεύεται τὴν δωρικὴ κοφτὴ δομὴ τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ἰδία στὸν Β' Τόμο.

Ἐνῷ ὅμως φαίνεται νὰ βαδίζει τὴν πεπατημένη, ὡστόσο ἀναποδίζει καὶ τὴν τροφοδοσία καὶ τὴν στήριξη καὶ τὴν ἱεράρχηση. Παθαίνει καὶ αὐτὸς τὸ πάθος τοῦ Ἰορδάνου.

Ὁ κεντρικός, ὁ σταθερὸς ἄξων ποὺ φέρει καὶ κυλίει τὶς οκτακόσιες πενῆντα σελίδες ἠμπορεῖ νὰ πυκνωθεῖ σὲ μία ἁπλὴ πρόταση:

Προηγεῖται τὸ ἐμπειρικὸ γεγονὸς τῆς αὐτοφανέρωσης τοῦ Θεοῦ στοὺς κεκαθαρμένους Προφήτας, Ἀποστόλους καὶ Ἁγίους, καὶ ἕπεται ἡ καταγραφὴ αὐτῆς τῆς φανέρωσης–αποκάλυψης μὲ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα. Κορύφωση καὶ ὕψιστη μορφὴ τῆς Θεοφανείας, ἡ Πεντηκοστὴ καὶ γενέθλη ἐν ταυτῷ τοῦ Κυριακοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος'' .

Ὡς ἐδῶ τὰ πράγματα φαίνεται νὰ παρουσιάζονται μὲ τὸν γνωστὸ στὴν ρωμανίδεια ἀνάγνωση τρόπο. Ὅταν ὅμως ἐμβαίνουμε στὴν καρδία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, τότε διαπιστώνουμε ὅτι ἀνεπαισθήτως μᾶς ἔχει ζωγρήσει ἡ σαργάνη καὶ τὸ δίχτυ τοῦ Ἐπισκόπου. Τὸ κέφ. «Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία θεώσεως» καλύπτει (200) σελίδες (1/4 περίπου τοῦ ὅλου ἔργου). Καὶ ἐξ αὐτῶν: (80) σελίδες (1/10 περίπου τοῦ ὅλου ἔργου) περιέχουν τὴν (φιλοκαλικὴ) διδασκαλία «Περὶ πνευματικῆς τελειώσεως» (δηλ. κάθαρση /φωτισμός /θέωση) καὶ μόνον (50) ἢ (30) ἢ (20) ἀναφέρονται στὰ μυστήρια – ἀκριβέστερα σὲ τρία: βάπτισμα, χρῖσμα, θ. εὐχαριστία.

Στὸ κεφάλαιο αὐτὸ ψηλαφοῦμε ἀνάγλυφη τὴν νοούμενη σκοποθεσία τοῦ ἔργου, ὅ,τι δηλαδὴ σχεδὸν ἱεροκρυφίως λέχθηκε στὸ κέφ. «Περὶ Σταυροῦ» σχετικὰ μὲ τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση.

Ὁ Ναυπάκτου τολμᾶ θαρσαλέως καὶ ἐπιχειρεῖ δυσεπιχείρητον ἆθλο:

ἀξιοποιῶντας τὸν διδάσκαλόν του Ρωμανίδη ὁλοκληρώνει ὅ,τι ἐκεῖνος δὲν ἐπρόκαμε,
εἰσάγει (ἀκριβέστερον, μήπως ἀναστηλώνει;) τὴν ἀσκητική -ἡσυχαστική – (ἐμπειρικὴ) παράδοση,

πρῶτον: σὲ ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ καθιερωμένα ἀπὸ αἰώνων κεφάλαια τῆς ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας, ἰδία τῆς δογματικῆς,

δεύτερον: στὸ μέσον τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, δηλαδὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια.

Διακινδυνεύοντας τὴν ἔκφραση, θὰ τολμοῦσα νὰ ἰσχυρισθῶ ὅτι τὰ ἱερὰ μυστήρια, ποὺ ἀκολουθοῦν στὸ βιβλίο, ἑρμηνεύονται πλέον μὲ τὰ τρία στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως ποὺ προηγοῦνται!

Ἐπειδὴ τὰ σχετικὰ ἀπορήματα ποὺ προκύπτουν μὲ ξεπερνοῦν, τὰ παραδίδω στοὺς εἰδικοὺς δογματολόγους.

Τὸ κατ’ ἐμέ, σπεύδω σ’ ἕνα μικρὸ στάσιμον, νὰ πάρουμε δύο ἀνάσες βιβλιογραφικές:

Γιὰ νὰ ἀναποδίζονται τὰ ὕδατα τοῦ Ἰορδάνη, τεκμαίρεται ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου Ἰερόθεος παρακολουθεῖ ἀπὸ κοντὰ τὶς πανεπιστημιακὲς συζητήσεις περὶ θεσμοῦ ἢ χαρίσματος στὴν Ἐκκλησία. Καὶ πάντως μὲ ὅσα ἐσχεδίασε καὶ ἔγραψε στὴν «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» λαμβάνει ξεκάθαρη θέση. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο -ἐκτιμῶ- δίδει ἀπάντηση καὶ στὴν βιβλιογραφικὴ ἄποψη ὅτι ἡ μοναχικὴ παράδοση παρέχει τὸ πρωτεῖο στὶς ἀτομικὲς ἀσκητικὲς ἐπιδόσεις καὶ ἀφήνει δεύτερη τὴν ἔνταξη καὶ λειτουργία στὴν ἐκκλησιαστικὴ μυστηριακὴ ζωή.

Ἐπειδὴ ὁ χρόνος μοῦ παραχωρήθηκε ὁρισμένος, ἅς σπεύσουμε νὰ ἀναδείξουμε δύο κεντρικές, κατὰ τὴν κρίση μας, θέσεις τοῦ ὅλου ἔργου. Καὶ οἱ δύο ἔχουν ἕνα κοινό: διατυπώνονται μὲ δύο μέλη σὲ ὀξεῖα διαστολή.

Ἀρχίζω ἀπὸ τὸ δεύτερο κατὰ τὴ σειρὰ τῆς ἐμφάνισής του στὴ Δογματική. Πρόκειται γιὰ τὴν ὀξεῖα διαστολὴ νοῦ καὶ λογικῆς.

Ὅλο τὸ ἔργο θεμελιώνει καὶ οἰκοδομεῖ τὴν ἐμπειρικὴ ἐκδοχὴ τοῦ θεολογεὶν στὴν παρὰ Θεοῦ φώτιση τοῦ ἀνθρωπίνου νοός. Αὐτὸ καθίσταται δυνατὸ καὶ χαρίζεται, ἀφοῦ προηγουμένως καθαρθεῖ ὁ νοὺς ἀπὸ τρία πράγματα:

  1. ἀπὸ τὴν λογικὴ (λογισμούς),
  2. ἀπὸ τὰ πάθη
  3. καὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον.

Ἐπιτρέψατέ μου τὴν ὁμολογία, μαζὶ καὶ εὐχαριστία. Ἂν καὶ διαβάζω χρόνια τώρα τὰ σχετικὰ θέματα ἀπὸ τὶς πηγές, ἂν καὶ ἔχω ἀποκτήσει κάποια μικρὰ ἐξοικείωση μὲ τὰ φιλοσοφικὰ ἰσότοπα (ἀπ' ὅπου καὶ οἱ σχετικοὶ ὅροι), ὡστόσο μόλις τώρα, δηλαδὴ ἀντιπροχθές, ἐσυλλάβισα αὐτὴν τὴν δύσκολη νηπτικὴ ἀλφάβητο. Καὶ ξανὰ ὁμολογῶ, γιὰ ἕνα τουπίκλην μὲν καθηγητή, τὼ ὄντι δὲ θηρευτὴ κενοδοξίας, εἶναι ἀλφάβητος ζόρικος.

Γιὰ τὸ τέλος τῆς Εἰσήγησής μας κρατήσαμε, χάριν ἀντιδόσεως καὶ εὐχαριστιῶν, τὴν πρώτη, τὴν πανταχοῦ παροῦσα θέση καὶ βεβαιότητα τοῦ ἔργου.

Τόσον ὁ μακαριστὸς Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μὲ ὀξύτατο τρόπο τὴν "ἐμπειρική - ἐκκλησιαστική -θεολογία" ἀπὸ τὸν στοχασμό, ἄλλως τὴν "στοχαστικὴ θεολογία". Ἐπιτρέψατέ μου νὰ εἰπῶ δύο λόγια ἐπιπρόσθετα γι’ αὐτὸ τὸ θέμα.

Ἡ ὡς ἄνω διαστολὴ ἔχει μία ἰδιοτυπία. Δηλαδὴ σηκώνει ἕνα ἑτεροβαρὲς φορτίο: τὸ ἕνα μέλος, ἡ ἐμπειρικὴ θεολογία, εἶναι μονοειδής, σταθερά, ἡ αὐτὴ εἰς τοὺς αἰῶνας: Ὁ αὐτὸς Τριαδικὸς Θεὸς ἀποκαλύπτεται μέσα στὴν ἱστορία στοὺς κεκαθαρμένους φίλους του καὶ φανερώνει τὰ αὐτὰ πράγματα. Ἡ συγκεκριμένη, λοιπόν, ἐμπειρικὴ θεολογία δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τοὺς περὶ θεοῦ στοχασμοὺς τῶν παντοίων ἀνθρώπων.

Ἡ ὡς ἄνω θέση, ἂν καὶ ἐπαναλαμβάνεται ἀμέτρητες φορὲς μέσα στὸ ἔργο, γνωρίζει μία θαυμαστή, δηλαδή, ἀσυνήθη πολυείδεια. Ἐνῷ κάθε φορὰ ὡς στοχασμὸς θεωρεῖται πάντοτε μία ἀνθρώπινη λογικὴ κατασκευή, ἐν τούτοις αὐτὸς ἀποδίδεται σὲ διαφορετικὴ κατασκευή. Ἅς κατατάξουμε σὲ εἴδη τις πιὸ ἐνδιαφέρουσες, αὐτὲς μὲ τὶς πυκνότερες ἀναφορές:

-στοχασμοὶ φιλοσόφων, ἰδία πλατωνικῶν καὶ νεοπλατωνικῶν, μὲ ἐσώτερο σκληρὸ πυρῆνα τὰ ἀρχέτυπα,
-στοχασμοὶ θρησκευτικοὶ πασῶν τῶν ἐποχῶν,
-στοχασμοὶ ἑτεροδόξων, δυτικῆς, ἰδία φραγκικῆς προέλευσης,
-στοχασμοὶ αἱρετικῶν ὀνομαστῶν, παλαιῶν τε καὶ νέων,
-στοχασμοὶ καθηγητῶν θεολογίας σὲ δυτικὰ Πανεπιστήμια,
-στοχασμοὶ καθηγητῶν ὀρθόδοξης θεολογίας ποὺ ἐπηρεάζονται ἀπὸ τὴν δυτικὴ θεολογικὴ ἔρευνα,
-στοχασμοὶ διανοητῶν παντὸς τόπου καὶ χρόνου.

Κρίνοντας ἀπὸ τὴν συχνότητα τῶν σχετικῶν ἀναφορῶν, συμπεραίνει κανεὶς ὅτι τόσον ὁ πρεσβύτερος Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ἰερόθεος ταξιθετούν, στὴν θέση «δύο» (μετὰ τὸν ἐξαποδὼ) αὐτὸν τὸν κίνδυνο ἢ ἐχθρὸ γιὰ τὴν ἐμπειρική-ἐκκλησιαστικὴ θεολογία (τὸ ὑπαινιχθήκαμε ἤδη ἐνωρίτερα μὲ τὶς ἀνεμόσκαλες Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ).

Εἰς αὐτήν, λοιπόν, τὴν καίρια θεολογική-θεραπευτικὴ διάγνωση μαζὶ καὶ βάση τοῦ ἔργου, ἅς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ συνεισφέρω ἕνα παλαιὸ ὀβολό. Τὸν ἔλαβα ἀπὸ τὴν διαμάχη τοῦ κακοδόξου Βαρλαὰμ πρὸς τὸν ἅγιο καὶ Ἐπίσκοπο Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶ. Κατὰ τὶς ἀνταλλαγές, λοιπόν, γραπτῶν ὁ Βαρλαὰμ ὁδηγήθηκε νὰ ὑποστηρίξει ὅτι καὶ οἱ ἔξω σοφοὶ (κάποιοι ὀνομαστοὶ ἀρχαῖοι ἕλληνες φιλόσοφοι) "εἶναι φωτισμένοι παρὰ Θεοῦ". Αὐτὴ ἡ ἄποψη τοῦ Βαρλαὰμ ἐξόργισε ἀπαθῶς τὸν ἅγιον Ἐπίσκοπο. Ὁ ὁποῖος ἐν τῇ διακρίσει μαζὶ καὶ ἐν τῇ μακρὰ παιδεύσει του ἐννόησε καὶ ἐμέτρησε τὸν κίνδυνον. Καὶ σπεύδει νὰ καταθέσει μία ἀπὸ τὶς μνημειωδέστερες κριτικὲς ἀναγνώσεις τῆς ἔξω σοφίας.

Ἐξ αὐτῆς ἐνδιαφέρει τὸ θέμα μας ἡ ἀκόλουθη διάγνωση Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ: οἱ ἔξω σοφοί, ὅταν ὁμιλοῦν περὶ Θεοῦ, λαμβάνουν ἐνίοτε ὑπὸ τοῦ διαβόλου καὶ ἐμπειρικὴ ἔμπνευση-φώτιση. Δίκην μάλιστα δείγματος ἢ δήγματος ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Παλαμᾶ ὁ ὄφις-δράκων τοῦ Πλωτίνου καὶ συγκεκριμένες ψευδο-φωτοφάνειες Πλωτίνου καὶ Πρόκλου.

Τὸ γεγονὸς εἶναι γνωστὸ βεβαίως στὸν πολυίστορα Ρωμανίδη -κρίνοντας ἀπὸ κάποιους ἀπόηχους ποὺ ὑπάρχουν σὲ δύο προφορικὰ fragmenta καὶ περιλαμβάνονται στὸ βιβλίο. Ἐκ τῆς παλαμικὴς λοιπὸν διαγνώσεως ὁρμώμενοι, προσφέρουμε τὸν συμβολικό μας ὀβολὸ στὸ προκείμενο ἔργο: Δηλαδή, ἐνῷ στὶς πλείονες τῶν περιπτώσεων ἡ διαστολὴ καλῶς ὁρίζεται μεταξὺ ἐμπειρικῆς παρὰ Θεοῦ καὶ στοχαστικῆς παρὰ ἀνθρώπων θεολογίας, σὲ κάποιες εἰδικὲς περιπτώσεις ἡ διαστολὴ πρέπει νὰ ζωγραφεῖται βιαιότερη: ἡ ἀπὸ θεοῦ φωταυγὴς ἐμπειρικὴ θεολογία ἐξ ἑνός, παλαίει καὶ νικᾶ τὴν ἐξίσου ἐμπειρικὴ πλὴν δαιμονικὴ σκοτόμαινα ἐξ ἑτέρου.

Ὑπογραμμίσαμε ἐμφαντικότερα αὐτὸ τὸ σημεῖο, διότι καὶ ἐμεῖς οἱ δάσκαλοι (ὅπως καὶ οἱ Ἐπίσκοποι) πονᾶμε γιὰ πράγματα ποὺ αἱμάσσουν τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Καὶ ἀρχίζει νὰ μᾶς πιάνει ἱδρῶτας κρυός, ὅταν σὲ βίβλους περιοδικὲς τῆς "ἐπίσημης Ἐκκλησίας" δημοσιεύονται ἄρθρα ἀπὸ ἐπιστήμονες θεολόγους, ποὺ προτρέπουν χωρὶς αἰδῶ ὅτι οἱ σωστοὶ δογματολόγοι ὀφείλουν παρ' ἐκτὸς τῶν ἁγίων Πατέρων νὰ μελετοῦν ἰσοτίμως πρὸς αὐτοὺς ὅπως δή, καὶ νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ ἔργα τῶν κακοδόξων καὶ αἱρετικῶν.

Ἐπιτρέψατέ μας τὴν διάγνωση: αὐτὸ ποὺ ἀκούσατε ἔχει πρὸ πολλοῦ μετακομίσει ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο ἢ ἐπιστημονικὸ στοχασμό. Αὐτὸ ὁδεύει μεσίστιον, ἴσως καὶ πορεύεται πλησίστιον πρὸς τὴν δαιμονικὴ παρενόχληση.

Ἐρώτημα πρὸ τῆς ἀποφωνήσεως: «θὰ ἐπιτύχει τὸν στόχον της ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματική»;

Ἀπάντηση: ἕνας Θεὸς τὸ ξέρει! Ἐξ ἐπόψεως κυκλοφορίας εἶναι περισσότερον ἀπὸ βέβαιον.

Ὅμως ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» δὲν ἐξαντλεῖται στὸν πεζὸ στόχο τῆς κοσμικῆς ἀγορᾶς. Ἡ ἐπιτυχία της κρίνεται οὐχὶ ἐκ τῆς κυκλο-φορίας ἀλλὰ κρίνεται ἐκ τῆς ἄνω-φορίας. Ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κυρίου Ἱεροθέου

Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ κάποιο πλάσμα τοῦ Θεοῦ θὰ βαπτίζεται ἡτοιμασμένον, ἔχοντας ἀσκηθεῖ καὶ καθαρθεῖ, ὁδεύοντας πρὸς τὸν ἄνωθεν φωτισμό!
Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ ἕνας ἁπλὸς ἱερουργὸς θὰ θεραπεύει καὶ θὰ φωτίζει μὲ τὸ ἄλλο φώς!
Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ θὰ πέφτει ὁ κλῆρος καὶ ἔτσι θὰ ἐκλέγεται ἐπίσκοπος οὐχὶ ἀπὸ λίστα ΑΝΑΜΟΝΗΣ ἀλλὰ ἀπὸ σπήλαια, ἀπὸ τὶς ὀπὲς τῆς ΓΗΣ!

Ἀντὶ ἐπιλόγου, δύο εὐχὲς καὶ μία ἄσκηση.

Ὅσοι πιστοί, συνεχίζετε νὰ διαβάζετε ἐν ἀφελότητι καρδίας τὶς ἱεροπρεπεῖς καταθέσεις καὶ τοὺς ἄθλους τῶν παλαιῶν μας καὶ νέων παλαιστῶν.

Ὅσοι δύσπιστοι, ὅσοι διερευνητικοί, ὅσοι διυλιστικοὶ τοῦ κώνωπος ὡσὰν τὸν ὁμιλοῦντα, λάβετε γιὰ τὸ κελλίον σας ἄσκηση, μικράν, ἑσπερινή! Ἀναγνώσατε τὸν βίον Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη.

Ἐν ὧ βίῳ περὶ ἁρπαγῆς νοὸς καὶ πάλιν συλλογῆς τοῦ νοῦ καὶ εὐκολοκατανύξεως τὰ κάλλιστα μεταξὺ δύο Ὁσίων διαμείβονται (Συναξάριον Μηνὸς Ἰανουαρίου εἰς τὰς 13).

Π. ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ

  • Προβολές: 2963