Skip to main content

Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος Χριστουγέννων 1997

Ἀγαπητοί μου,

Πανηγυρίσαμε σήμερα, ἀπό τά βαθειά χαράματα, ἀλλά καί θά πανηγυρίζουμε αὐτές τίς ἡμέρες, τό μεγάλο γεγονός τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ αἴσθηση πού παραμένει μέσα μας, μετά τήν συμμετοχή μας στό μεγάλο πανηγύρι τοῦ Ὄρθρου, ὅπου ψάλλονται θαυμάσιοι ὕμνοι πού εἶναι γραμμένοι ἀπό μεγάλους ὑμνογράφους, οἱ ὁποῖοι βίωσαν προσωπικά το μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά κυρίως μέ τήν μέθεξή μας στό πανηγύρι τῆς θείας Λειτουργίας, εἶναι αἴσθηση ἀγάπης, εἰρήνης, λυτρώσεως, ἐσωτερικῆς ἀναπαύσεως καί πληρότητος.

Ἡ ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ὅπως καί κάθε Χριστολογική ἑορτή, εἶναι μιά διαρκῆς πηγή ζωῆς καί ἐμπνεύσεως, πού ζωοποίησε καί ζωοποιεῖ τούς ἀνθρώπους ὅλων των γενεῶν. Πόσοι ἄνθρωποι δέν βρῆκαν νόημα ζωῆς, δέν ἐμπνεύσθηκαν ἀπό τό ὑψηλό νόημα τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, δέν μαγεύθηκαν ἀπό τόν πλοῦτο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Αὐτή ἡ θεία ἀγάπη πού ἐκφράζεται καί ἐκδηλώνεται μέ τήν ταπείνωση, τήν κένωση, ἀναπαύει τό πνεῦμα μας, πού εἶναι ἀνήσυχο ἀπό τό ἀνθρώπινο μίσος καί τόν ἀπάνθρωπο ἐγωϊσμό.

Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη πρόκληση μέσα στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Δέν πρόκειται γιά ἕνα ἁπλό κύκλο μεταξύ γεννήσεως καί θανάτου ἑνός ἀνθρώπου, ὅπως τό βλέπουμε σέ ὅλες τίς θρησκεῖες, ἀλλά γιά Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, πού εἶναι τό κέντρο τῆς ἀνθρωπότητος καί τοῦ κόσμου. Πρόκειται γιά ἕνωση κτιστοῦ καί ἀκτίστου, θνητοῦ καί ἀθανάτου, καί αὐτό, πράγματι, ἀποτελεῖ τήν μεγαλύτερη πρόκληση στήν ἱστορία. Γι’ αὐτό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀναφερόμενος στήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, λέγει ὅτι αὐτό τό γεγονός εἶναι τό “μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον”.

Πράγματι, μετά τήν δημιουργία τοῦ κόσμου, ὅλα τα πράγματα εἶναι ἐπαναλαμβανόμενα. Ἡ κτίση εἶναι ἡ ἴδια, ὅπως τήν δημιούργησε ὁ Θεός, μέ τήν διαφορά ὅτι μετά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου δέχθηκε τήν φθορά. Κάθε φορᾶ πού γεννιέται ἕνας ἄνθρωπος, ἐνεργοποιεῖται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ “αὐξάνεσθε καί πληθύνεσθε καί πληρώσατε τήν γῆν καί κατακυριεύσατε αὐτής” (Γέν. α’, 28). Ὅλα εἶναι ἐπαναλαμβανόμενα. Τό μόνο καινούριο εἶναι ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, ἀφοῦ Αὐτός, πού εἶναι ὁ ἄκτιστος Λόγος, προσλαμβάνει τό κτιστό, Αὐτός, πού εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ, γίνεται καί υἱός τοῦ ἀνθρώπου.

Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπετέλεσε τήν μεγαλύτερη πρόκληση μέσα στήν ἱστορία. Ἦταν πρόκληση γιά τήν θρησκευτική ἡγεσία τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πού βασάνιζε τούς ἀνθρώπους μέ τίς τυπικές ἐξωτερικές διατάξεις, χωρίς νά βλέπη τήν ἐσωτερική του ὑπόσταση καί ἀναζήτηση. Ἦταν πρόκληση γιά τήν λεγομένη τότε κοινωνική συνοχή, τήν ὁποία, ὅμως, ἐξασφάλιζε ἡ τυραννία καί ἡ ἐπιβολή διά τῶν ὅπλων, ἀφοῦ οἱ λαοί ἦταν ὑπόδουλοι στούς Ρωμαίους. Ἦταν πρόκληση γιά τήν λεγομένη ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, πού στηριζόταν ἁπλῶς σέ ἐξωτερικούς παράγοντες καί ἐξωτερικές προδιαγραφές, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι συνήθως ἀρέσκονται στό νά κλείνωνται στό ἄτομό τους καί νά βλέπουν μόνο τα ἀγαθά της ἀτομικῆς ἐπιβίωσης. Ὁ Χριστός μέ τήν Γέννησή Του ἀνέτρεψε ὅλα τα θρησκευτικά, κοινωνικά καί ἀνθρωποκεντρικά δεδομένα καί ἔδωσε νέο νόημα ζωῆς. Ὁ Ἴδιος εἶπε ἐκεῖνον τόν ὑπέροχο λόγο: “πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπί τήν γῆν, καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη;” (Λουκ. Ἰβ’, 49).

Ἔτσι, μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ἦλθε στόν κόσμο μιά δυνατή καί δραστική φωτιά πού ἀνέτρεψε ὅλα τα δεδομένα. Κατήργησε τίς θρησκεῖες πού ἐκμεταλλεύονταν τούς ἀνθρώπους, ἀνέτρεψε ὅλα τα τυραννικά καθεστῶτα πού βασάνιζαν καί τσαλάκωναν τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, ἔβγαλε τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν φυλακή τῆς ἀτομικότητός του. Καί βέβαια, τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν ἀρνητικό, ἀλλά κυρίως θετικό, ἀφοῦ τόν κόσμο τόν ἔκανε Ἐκκλησία, δημιούργησε ἕναν καινούργιο κόσμο μέ μιά ἄλλη παράδοση, τῆς ὁποίας κέντρο εἶναι αὐτός ὁ Ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, καί περιεχόμενο ἡ ἀγάπη καί ἡ ταπείνωση, ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήν δυνατότητα νά ἔχει ἕνα ἄλλο ὑψηλότερο καί βαθύτερο νόημα ζωῆς.

Τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ δέν περιορίζεται μόνον στήν ἐποχή κατά τήν ὁποία γεννήθηκε ὁ Ἴδιος, ἀλλά ἐπεκτείνεται μέσα στήν ἱστορία. Καί σήμερα ἐξακολουθεῖ ὁ Χριστός νά ἀποτελῆ πρόκληση. Συνήθως ὁ ἄνθρωπος ἀρέσκεται στό ἐπίπεδο σχῆμα, δηλαδή στήν αἰσθησιακή ἀπόλαυση, στήν ἱκανοποίηση τῶν αἰσθήσεων καί στήν μαγεία τοῦ λογικοῦ, στήν ἐνασχόλησή του μόνο μέ τήν κοινωνία. Ἀλλά αὐτό ἀποτελεῖ ἕνα μεγάλο πρόβλημα, γιατί στήν περίπτωση αὐτήν ὁμοιάζει μέ τόν ἄνθρωπο ἐκεῖνον πού στολίζει τόν χῶρο τῆς φυλακῆς. Στόν ἐκκοσμικευμένον αὐτόν ἄνθρωπο ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ δείχνει τήν ἔξοδο ἀπό τήν φυλακή τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί τῆς αἰσθησιοκρατίας, ὑποδεικνύει τήν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου καί τῆς φθορᾶς.

Ὁ Χριστός καί σήμερα ἐξακολουθεῖ νά εἶναι τό οὐράνιο ἐκεῖνο πῦρ, ἡ δυνατή ἐκείνη φωτιά πού μπορεῖ νά καύση κάθε μικρό καί ἄρρωστο, κάθε ἀποσπασματικό καί τυραννικό. Μπορεῖ νά μᾶς προσφέρη ἕνα ἄλλο ὑψηλό καί διαφορετικό νόημα ζωῆς. Μπορεῖ νά μᾶς βγάλη ἀπό τήν φυλακή τοῦ ἀτομισμοῦ, τῆς τυραννίας τοῦ ὀρθοῦ λόγου καί τῶν αἰσθήσεων. Μπορεῖ νά γεννήση μέσα μας μιά καινούρια ζωή.

Εἴθε ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ νά πυρπολήση τίς καρδιές μας καί νά μᾶς δώση ἕνα ἄλλο νόημα ζωῆς, ὑψηλότερο ἀπό τά γνωστά νοήματα πού συνδέονται μέ τό κτιστό, τό ἀνθρώπινο καί τό θνητό.

Ἡ Χάρη τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Χριστοῦ νά εἶναι πάντα μαζί σας.

Μέ πατρικές εὐχές καί εὐλογίες

† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ

  • Προβολές: 3104