Skip to main content

Γραπτὸ Κήρυγμα: Ἀσωτία καὶ ζωή

Γραπτό Κήρυγμα Κυριακῆς τοῦ Ἀσώτου  Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Ἀσωτία καὶ ζωή

«ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε» (Λουκ. ιε', 24)

Αγαπητοί αδελφοί,

Ο Χριστός με την παραβολή του ασώτου υιού δεν θέλει να περιγράψη την ζωη της ασωτίας απλώς, αφού η αναφορά της γίνεται με δύο μόνον λέξεις («ζων ασώτως») ενώ το βάρος πέφτει στην επιστροφή του, αλλά αφ ἑνός μεν θέλει να παρουσιάση τις συνέπειες που δημιούργησε στον νεώτερο υιο η απομάκρυνσή του από την πατρική οικία, αφ ἑτέρου δε την μεγάλη και υπερβάλλουσα αγάπη που έδειξε ο πατέρας στον επιστρέψαντα υιο.

Έτσι ερμήνευσαν την παραβολή οι θεοφόροι και πνευματέμφοροι Πατέρες, σε αντίθεση με άλλους σημερινούς που την ερμηνεύουν λογοτεχνικά η ηθικολογικά. Για μας, και γενικά για όλους τούς Ορθοδόξους, μεγάλη σημασία δεν έχει τι λέγει ο ένας και ο άλλος, αλλά τι λέγουν οι άγιοι Πατέρες, που έχουν φθάσει στην θέα του Θεού.

Με τις σκέψεις που θα ακολουθήσουν θα προσπαθήσουμε να δούμε τρεις πατερικές ερμηνείες, που θα μας βοηθήσουν να εισέλθουμε στο βαθύτερο νόημα της παραβολής και να βρούμε τον εαυτό μας.

Πρώτη ερμηνεία. Ο άσωτος υιός όταν ήταν έξω από την οικία του και την πατρική του αγάπη, ήταν νεκρός. Όμως, απήλαυσε την ζωη με την επιστροφή του στον Πατέρα. Αυτή την έννοια έχουν οι λόγοι του ευσπλάγχνου πατρός: «ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε...» (Λουκ. ιε', 24). Αυτό δείχνει ότι η ζωη έξω από τον Θεο, που είναι ο Πατέρας μας είναι πνευματική νέκρωση. Ο Θεός είναι η ενυπόστατη Ζωη. Εκείνος που απομακρύνεται από Αυτόν είναι νεκρός κατά Χαριν, έστω κι αν ζη σωματικά και κατέχη μεγάλη κοινωνική θέση. Ο άγιος Γρηγόριος ο Νυσσης διδάσκει ότι «ου γαρ αληθώς ζη ο την αληθή μη έχων ζωήν· των αμαρτωλών η ζωη ουκ αληθώς έστιν ο λέγεται, αλλ ὀνομάζεται μόνον».

Γενικά, οι άγιοι Πατέρες διδάσκουν, ότι, όπως όταν φύγη η ψυχή από το σώμα, το σώμα νεκρώνεται και αναδίδεται δυσοσμία, δείγμα ότι στερείται της ψυχής, γι’ αυτό και ενταφιάζεται το σώμα, όσο αγαπητός και αν είναι ο άνθρωπος, έτσι και όταν φύγη από την ψυχή το Πανάγιο Πνεύμα, που είναι η ψυχή της ψυχής μας, ο νους του νοός μας, η ζωη της ζωής μας, τότε η ψυχή νεκρώνεται και αναδίδει την δυσοσμία του θανάτου. Έτσι καταλαβαίνουμε ότι η αμαρτία είναι θάνατος της αθανάτου ψυχής. Είναι μια πραγματική κατάσταση και όχι μια απλή ψυχολογική σύγκρουση η ένα ηθικολογικό γεγονός. Όταν όμως ο νεκρός άνθρωπος επιστρέψη στον Πατέρα, τότε ζη την αληθινή ζωη και γεύεται την πραγματική ευτυχία και μακαριότητα.

Δεύτερη ερμηνεία. Άσωτος ήταν ο Αδάμ και οι απόγονοί του, αφού απομακρύνθηκαν από τον Θεό, απέβαλαν με την αμαρτία τον χιτώνα της θείας Χάριτος και φόρεσαν τον δερμάτινο χιτώνα της φθοράς και της θνητότητος. Απελάκτισεν ο ηγαπημένος την δωρεά της δυνατότητος της θεώσεως και προτίμησε την άσωτη ζωη. Απώλεσε την κοινωνία με τον Θεο. Όλη η ζωη έξω από τον Θεο είναι ασωτία.

Ήλθε όμως ο Κυριος Ιησούς Χριστός και με την ενανθρώπησή Του έδωσε στον άνθρωπο την δυνατότητα να επιστρέψη στην οικία, δηλαδή στον Εκκλησία. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο πατέρας γεμάτος αγάπη ανοίγει τις αγκάλες Του και του δίνει τον ασπασμό της ειρήνης· τον εισάγει στην οικία δηλαδή στην Εκκλησία· του δίνει το δακτυλίδι της υιοθεσίας· του φορεί δια του αγίου Βαπτίσματος την στολή την πρώτη, την στολή του Αγίου Πνεύματος. Ενδυόμαστε το Άγιο Πνεύμα όχι όπως ενδυόμαστε το ιμάτιο, αλλά όπως ο σίδηρος το πυρ. Ακόμη ο Πατήρ θύει με την θεία Ευχαριστία, τον μόσχο τον σιτευτό, του προσφέρει το Σώμα και το Αίμα του Αμνού του Θεού, «του αίροντος την αμαρτίαν του κόσμου». Ζώντας δε στην αγία Εκκλησία, στην οικία του Πατρός, ο άνθρωπος πανηγυρίζει και ευφραίνεται, γιατί σε αυτήν «κοινή των επουρανίων και των επιγείων συγκροτείται πανήγυρις, μία ευχαριστία, εν αγαλλίαμα, μία ευφρόσυνος χοροστασία». Μεσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία «το τερπνόν και μακάριον ενηχεί μέλος, το αγγελικόν άσμα».

Έτσι, μέσα στην Εκκλησία αισθανόμαστε άνετα και βιώνουμε την πραγματική και φυσική ζωη. Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα, η ομοούσιος και ζωοποιός Αγία Τριάς καλεί τον άσωτο υιο και τον ζωοποιεί. Στην Εκκλησία ζούμε την αναξιότητά μας, αλλά και την μεγαλόδωρη αγάπη του Θεού, ο Οποίος Θεός μας καταδέχεται. Νοιώθουμε καλά ότι η αιτία της καταδίκης μας δεν είναι η αμαρτία, αφού όλοι είμαστε αμαρτωλοί, αλλά η άρνηση της αγάπης του Θεού. Έτσι, τα μέλη της Εκκλησίας είναι άνθρωποι που μετανοούν και βιώνουν την αγάπη του Θεού. Επομένως, η Εκκλησία δεν είναι στέρηση ζωής, αλλά πλησμονή ζωής. Δεν είναι απουσία αγάπης, αλλά περίσσεια αγάπης.

Τρίτη ερμηνεία. Ο άσωτος υιός της παραβολής εκφράζει άριστα, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, τον άσωτο νου. Δηλαδή, όταν ο νους του ανθρώπου εξέρχεται από την καρδιά και από την διαρκή μνήμη του Θεού και στρέφεται αμαρτωλά και αισθησιακά στην κτίση, όταν «σκορπίζεται σε επιθυμία τροφών όχι αναγκαίων, σε επιθυμία σωμάτων όχι σεμνών και σε επιθυμία χρημάτων όχι ευχρήστων και σε επιθυμία κενής και αδόξου δόξης», τότε είναι στην κυριολεξία άσωτος.

Η καρδιά, κατά την Βιβλικοπατερική Παράδοση, είναι η οικία όπου ο νους διαμένει με τον Θεο. Εκεί γίνεται μια συνεχής και αέναη προσευχή. Φεύγοντας ο νους από την καρδιά σκορπά όλα τα χαρίσματα του Θεού. Κατά τούς αγίους Πατέρες «νους αποστάς του Θεού η κτηνώδης γίνεται η δαιμονιώδης», δηλαδή όταν ο νους απομακρύνεται από τον Θεό γίνεται σαν τα ζώα με τα πάθη η σαν τους δαίμονες με την υπερηφάνεια. Γι αὐτό, η επιστροφή του νου στην καρδιά και η απόκτηση της μνήμης του Θεού ζωοποιεί τον νεκρό νου, αφού φωτίζεται από την άκτιστη Χαρη του Θεού. Επομένως, ζωη χωρίς προσευχή είναι ασωτία, και ζωη με προσευχή είναι όντως ζωη.

Οι τρεις αυτές εμηνείες συνδέονται μεταξύ τους και σημαίνουν ότι ο πνευματικός θάνατος, η νέκρωση είναι ασωτία, ενώ η αφθαρσία, η αθανασία, η εν Χριστώ ζωη είναι καρποί μετανοίας και μεθέξεως του Θεού. Γι αὐτό ας μοιάσουμε, όπως λέγη ο ιερός Χρυσόστομος, με τον άσωτο υιο, που δεν ήταν άσωτος μόνον στην αμαρτία, αλλά και στην μετάνοια, για να αποκαταστήσουμε την ζωή μας στο πρωτόκτιστο κάλλος με το οποίο την στόλισε ο Δημιουργός.

+ Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

  • Προβολές: 1401