Skip to main content

Γραπτὸ Κήρυγμα: Οἶκος Ἐλέους

Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου

Γραπτό θεῖο κήρυγμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Παραλύτου

 15 Μαΐου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ

Οἶκος Ἐλέους

«ἄγγελος γάρ κατά καιρόν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ καί ἐτάρασσε τό ὕδωρ»
(Ἰω. ε', 4)

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Στήν κολυμβήθρα (στίς στοές) τῆς Βηθεσδά πού ὑπῆρχε στήν προβατική πύλη «κατέκειτο πλῆθος πολύ τῶν ἀσθενούντων» πού περίμεναν τήν κάθοδο τοῦ ἀγγέλου γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν ἀρρώστια τους. Αὐτήν τήν κολυμβήθρα ἐπισκέφθηκε καί ὁ Χριστός καί θεράπευσε τόν κατάκοιτο, πού ὑπέφερε τριάντα ὀκτώ χρόνια. Τότε πού ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν εἶχε ἄνθρωπο γιά νά τόν βάλη πρῶτον στήν κολυμβήθρα, μετά τήν ταραχή τοῦ ὕδατος ἀπό τόν Ἄγγελο, τότε συνάντησε τόν Θεάνθρωπο Χριστό. Τότε πού δέν μποροῦσε νά εἰσέλθη στήν κολυμβήθρα, μετά τήν κάθοδο τοῦ ἀγγέλου, ἀξιώθηκε νά συναντήση τόν Κύριο τῶν ἀγγέλων.

Οἱ ἅγιοι Πατέρες βλέπουν ἕνα συσχετισμό μεταξύ τῆς κολυμβήθρας τῆς Βηθεσδά καί τῆς κολυμβήθρας τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι ὁ Χριστός μέ τό θαῦμα αὐτό κάνει ἕναν ὑπαινιγμό τοῦ μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Δέν ἔχουν γραφῆ αὐτά ἁπλᾶ καί τυχαῖα, ἀλλά εἰκονίζουν καί ὑποτυπώνουν ὅσα ἀνάγονται στό μέλλον. «Ἔμελλε βάπτισμα δίδοσθαι, πολλήν δύναμιν ἔχον καί δωρεάν μεγίστην, βάπτισμα πάσας ἁμαρτίας καθαῖρον καί ἀντί νεκρῶν ζῶντας ποιοῦν».

Τά νερά τῆς Βηθεσδά εἶχαν θαυματουργικές καί ὄχι ἰαματικές ἰδιότητες, διότι δέν γίνονταν καλά ὅλοι ὅσοι εἰσέρχονταν, ἀλλά ὁ πρῶτος πού εἰσερχόταν, μετά τήν ταραχή τοῦ ὕδατος ἀπό τόν ἄγγελο. Ὅμως, τό ὕδωρ τοῦ Βαπτίσματος δέχεται τήν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, διά τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ κολυμβήθρα τοῦ Βαπτίσματος εἶναι ἡ μήτρα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως στήν μήτρα τῆς μητέρας συλλαμβάνεται, κυοφορεῖται καί γεννᾶται ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι καί στήν κολυμβήθρα, τήν πνευματική μήτρα τῆς Ἐκκλησίας συλλαμβάνεται, κυοφορεῖται καί γεννᾶται πνευματικά ὁ ἄνθρωπος καί γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Στήν κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδά γίνονταν θαύματα πού συνέβαιναν σέ ἕναν ἄνθρωπο κάθε φορά, σέ μιά δεδομένη στιγμή καί μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἀγγέλου. Μέ τήν ἐμφάνιση ὅμως τοῦ Χριστοῦ ὅλες αὐτές οἱ συνθῆκες ἄλλαξαν. Αὐτός ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι ἡ σωτηρία, ἡ ὁποία προσφέρεται σέ ὅλους καί σέ κάθε χρονική στιγμή, ἀρκεῖ νά τό θελήση ὁ ἄνθρωπος.

Ἐπειδή ὅμως τό ἅγιο Βάπτισμα εἶναι τό εἰσαγωγικό μυστήριο καί δι᾿ αὐτοῦ γινόμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας, γι᾿ αὐτό ἡ Κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδά συμβολίζει τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Μέσα στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει διαρκῶς ἡ Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί ἰατρεύει τούς ἀνθρώπους. Βηθεσδά θά πῆ οἶκος ἐλέους καί ἀκριβῶς αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τά πάντα μέσα σέ αὐτήν εἶναι μυστήριο, γι᾿ αὐτό καί γίνονται διαρκῶς θαύματα. Καί ἕνα «Κύριε ἐλέησον» πού λέγει κανείς μέ πίστη γίνεται αἰτία λήψεως τῆς θείας Χάριτος. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μιά διαρκής Πεντηκοστή, μέσα στήν ὁποία θεραπεύονται οἱ ἄρρωστοι καί ἀνασταίνονται οἱ νεκροί. Αἰσθανόμαστε τήν Ἐκκλησία ὡς θεραπευτήριο, ὅπου θεραπεύουμε τίς πνευματικές μας ἀσθένειες.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή πρέπει νά τονισθῆ ὅτι κατά τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου γίνεται ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στήν θεία Λειτουργία. Αὐτό γίνεται γιά δύο βασικούς λόγους.

Πρῶτον, γιατί τό τέταρτο Εὐαγγέλιο στήν πρώτη Ἐκκλησία προοριζόταν γιά τούς πνευματικά τελειοτέρους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν καθαρίσει τήν καρδιά τους ἀπό τά πάθη καί ἦταν ἱκανοί νά διδαχθοῦν τά μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Χριστοῦ. Στό Εὐαγγέλιο αὐτό ἀναφέρονται λίγα θαύματα, πού ἔκανε ὁ Χριστός, τά ὁποῖα συνδέονται μέ τά βασικά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὑψηλό Εὐαγγέλιο, ἀφοῦ παρουσιάζονται οἱ ἀλήθειες ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό Φῶς καί ἡ Ζωή τῶν ἀνθρώπων. Μελετώντας κανείς τό τέταρτο Εὐαγγέλιο αἰσθάνεται καλά αὐτό πού λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὅτι ὁ Χριστός «Θεός ὤν προαιώνιος δι᾿ ἡμᾶς καί Θεολόγος ἐγεγόνει». Ὁ Χριστός εἶναι ὁ πραγματικός Θεολόγος, διότι ὡς Λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς φανέρωσε τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ Πατρός καί τήν Βουλή Του.

Δεύτερον, διαβάζεται τό τέταρτο Εὐαγγέλιο αὐτήν τήν περίοδο, διότι τό Μέγα Σάββατο, ὅπως εἶναι γνωστό, γίνονταν οἱ ὁμαδικές Βαπτίσεις τῶν νέων Χριστιανῶν. Οἱ πιστοί παρακαλοῦσαν ὅλη τήν Σαρακοστή γιά τούς Κατηχουμένους καί γιά τούς πρός τό ἅγιο Φώτισμα εὐτρεπιζομένους, ὥστε νά καθαρισθοῦν ἀπό τά πάθη, νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου καί νά λάβουν «φωτισμόν γνώσεως καί εὐσεβείας». Τό Βάπτισμα ἄλλωστε λέγεται Φώτισμα, γιατί οἱ ἄνθρωποι λαμβάνουν τό πραγματικό Φῶς, τόν Χριστό καί εἶναι οἱ πραγματικά φωτισμένοι. Ἄρα, οἱ Κατηχούμενοι περνοῦσαν ἀπό τό στάδιο τῆς καθάρσεως, κατά τό ὁποῖο διδάσκονταν νά διακρίνουν τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς ἐνέργειες τῶν κτισμάτων καί μάλιστα τοῦ διαβόλου. Αὐτό γινόταν μέ τήν ἀνάγνωση τῶν τριῶν πρώτων Εὐαγγελίων. Μετά τό ἅγιο Βάπτισμα, ἀφοῦ ἐλάμβαναν τόν φωτισμό, μποροῦσαν νά καταλάβουν τό βαθύτερο νόημα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ –ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό- γι᾿ αὐτό αὐτήν τήν περίοδο διαβαζόταν τό κατ᾿ ἐξοχήν θεολογικό αὐτό Εὐαγγέλιο.

Ὁ ἐσωτερικός σύνδεσμος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου μέ τόν Χριστό πού φαίνεται καί ἀπό τό ὅτι ἔπεσε στό στῆθος Του κατά τό Μυστικό Δεῖπνο καί μέ τήν Παναγία τήν ὁποία πῆρε στό σπίτι Του σάν δῶρο τοῦ Χριστοῦ σέ αὐτόν, μᾶς ἔδωσε αὐτό τό θεολογικό Εὐαγγέλιο, πού ἡ Ἐκκλησία καθόρισε νά διαβάζεται αὐτήν τήν περίοδο, πού πλέει στήν ἀναστάσιμη χαρά.

Ἀπό ὅσα ἀναφέρθηκαν φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ πνευματική ζωή εἶναι μιά διαρκής πρόοδος. Δέν ὑπάρχει τέλος στήν πνευματική ζωή, ἀλλά διαρκής τελείωση. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, προχωρεῖ στόν φωτισμό τοῦ νοῦ καί ἔπειτα εἰσέρχεται στήν θεωρία (θέα) τοῦ Θεοῦ, πού δέν ἔχει τέλος. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης λέγει χαρακτηριστικά: «Τῆς ἀρετῆς εἷς ὅρος ἐστι, τό ἀόριστον». Καί ἀλλοῦ λέγει: «Ἐπί δέ τῆς ἀρετῆς ἕνα τελειότητος ὅρον ἐμάθομεν, τό μή ἔχειν αὐτήν ὅρον». Αὐτή ἡ πρόοδος ἔχει σχέση μέ τήν αἴσθηση τῆς ἁμαρτωλότητος καί τήν βίωση τῆς μετανοίας.

Ἀκόμη, ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου ἔχει μεγάλη σημασία γιά τήν πνευματική ζωή, ἀλλά ἡ κατανόησή του δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν γνωσιολογική μας ἱκανότητα, ἀλλά ἀπό τήν πνευματική μας κατάσταση. Εἶναι ἀνάλογη μέ τόν βαθμό φωτισμοῦ πού ἔχουμε. Ἐπίσης, ἡ ἑρμηνεία τοῦ Εὐαγγελίου προσφέρεται αὐθεντικά ἀπό τήν Ἐκκλησία στά μέλη της καί μάλιστα κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λατρείας καί στό πνεῦμα τῆς Λατρείας. Δέν μπορεῖ κανείς νά δίνη αὐθαίρετες ἑρμηνεῖες. Οἱ αἱρετικοί δέν εἶναι δυνατόν νά τό ἑρμηνεύσουν καλά.

Ἐπίσης, εἶναι φοβερό νά ἔχουμε δεχθῆ τό Ἅγιο Βάπτισμα –τό Φώτισμα– καί ὅμως νά μήν ἔχουμε εἰσέλθη ἀκόμη στό στάδιο τῆς καθάρσεως καί νά βασανιζόμαστε ἀπό τήν κατάσταση τῆς ἀκαθαρσίας.

Παραμένοντας στήν πνευματική Βηθεσδά, τήν Ἐκκλησία πού εἶναι Οἶκος Ἐλέους, ἔχοντας τό πνεῦμα τῆς διαρκοῦς καί φλογερᾶς μετανοίας, θά δεχθοῦμε τήν ἐπίσκεψη τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, πού θά θεραπεύση καί θά φωτίση τήν ὕπαρξή μας.

Ἡ ἐλπίδα μας, ἡ σωτηρία μας, ἡ δόξα μας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Διά πρεσβειῶν τῶν ἁγίων, τῶν φίλων τοῦ Θεανθρώπου, μποροῦμε καί ἐμεῖς νά θεραπευθοῦμε ἀπό τήν παράλυσή μας. Κανείς, ἀπολύτως κανείς, ἄλλος δέν μπορεῖ νά μᾶς σώση οὔτε νά μᾶς βοηθήση. Ὁ Χριστιανισμός στό θέμα αὐτό εἶναι ἀπόλυτος. Μόνον ὅσοι δέχονται αὐτό τό ἀπόλυτο γίνονται τέλειοι.

Ὁ Μητροπολίτης

+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

ΓΡΑΠΤΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ

  • Προβολές: 1468