Γραπτὸ Κήρυγμα: Ἡ ἡμέρα Κυριακή
Κυριακή 14 Ἰουλίου
Ἡ Κυριακή εἶναι ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος. Δυστυχῶς, ἐμεῖς θεωροῦμε στήν καθημερινή μας συζήτηση ὅτι ἡ ἑβδομάδα ἀρχίζει τήν Δευτέρα, ἴσως ἐπειδή εἶναι ἡ πρώτη ἐργάσιμη ἡμέρα, καί τότε εὐχόμαστε στούς ἄλλους «καλή ἑβδομάδα». Ὅμως, ὅπως καί ἡ λέξη δηλώνει, εἶναι ἡ δεύτερη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἀφοῦ ἡ πρώτη ἡμέρα εἶναι ἡ Κυριακή.
Οἱ Ἑβραῖοι τήν χαρακτήρισαν ὡς «μία τῶν Σαββάτων» (Ματθ. κη΄, 1), ἀφοῦ τό Σάββατο ἦταν ἡ τελευταία, ἡ ἑβδόμη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος καί ἡ σημερινή Κυριακή ἦταν πρώτη. Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί πού προσέλαβαν τήν διαίρεση τῆς ἑβδομάδος ἀπό τούς Ἑβραίους ὀνόμασαν τήν «μία τῶν Σαββάτων», δηλαδή τήν πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ὡς Κυριακή, πού σημαίνει ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ἡμέρα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ καί ἀφιερώνεται σέ Αὐτόν, καί γι’ αὐτό γιά τούς Χριστιανούς εἶναι ἡμέρα ἀργίας καί προσευχῆς.
Ὅταν ἐπισκέπτεται κανείς τήν Μέση Ἀνατολή, ὅπου συνυπάρχουν οἱ τρεῖς μονοθεϊστικές Θρησκεῖες, θά δῆ ὅτι οἱ Μουσουλμάνοι ἔχουν ὡς ἡμέρα ἀργίας τήν Παρασκευή, οἱ Ἑβραῖοι τό Σάββατο καί οἱ Χριστιανοί τήν Κυριακή, καί αὐτό δείχνει τήν διαφορά μεταξύ τους. Ἐμεῖς στηριζόμαστε στόν Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Χριστό καί γι’ αὐτό τήν Κυριακή τελοῦμε τήν ἀναστάσιμη θεία Λειτουργία, ἔχουμε ἀργία γιά τόν ἐκκλησιασμό, προσευχόμαστε στόν Χριστό, ἀναπαυόμαστε σωματικά καί ψυχικά, καί γενικά αὐτήν τήν ἡμέρα τήν ἀφιερώνουμε στόν Χριστό.
Αὐτό φαίνεται καθαρά στό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως, στό ὁποῖο γράφεται: «Ἐγώ Ἰωάννης, ὁ ἀδελφός ὑμῶν καί συγκοινωνός ἐν τῇ θλίψει καί βασιλείᾳ καί ὑπομονῇ ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ, ... ἐγενόμην ἐν πνεύματι ἐν τῇ κυριακῇ ἡμέρᾳ, καί ἤκουσα φωνήν ὀπίσω μου μεγάλην ὡς σάλπιγγος» (Ἀπ. α΄, 9-10), καί περιγράφει τήν ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ καί τήν οὐράνια θεία Λειτουργία πού ἀξιώθηκε νά δῆ.
Εἶναι φανερό ὅτι ἡ Κυριακή εἶναι ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, συγχρόνως εἶναι καί ἡ πρώτη ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὁ Θεός δημιούργησε τό φῶς, ἀλλά εἶναι καί ἡ ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, κατά τήν ὁποία κατέβηκε τό Ἅγιον Πνεῦμα στούς Μαθητές καί Ἀποστόλους ὡς πύρινη γλώσσα, καί ἀκόμη ὑπενθυμίζει καί τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά κρίνη ζῶντες καί νεκρούς καί νά γίνη ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς αἰώνιας καί ἀτελεύτητης καί ἀβασίλευτης ἡμέρας τοῦ ἀκτίστου Φωτός.
Μέ αὐτήν τήν ἔννοια ἡ Κυριακή εἶναι ἡ ἀρχαιότερη πρώτη ἑορτή πού ἑορτάζεται ἀπό τούς Χριστιανούς καί εἶναι τό ἑβδομαδιαῖο Πάσχα. Ὅπως ἔχουμε τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα τήν ὁποία ἑορτάζουμε μία φορά τόν χρόνο, ἔτσι, ἄν θεωρήσουμε τήν μία ἑβδομάδα ὡς ἕνα ἔτος, τότε ἡ Κυριακή εἶναι τό «ἑβδομαδιαῖο Πάσχα», κατά τήν ὁποία τελεῖται ἡ ἀναστάσιμη θεία Λειτουργία καί ψάλλονται ὅλα τά ἀναστάσιμα τροπάρια.
Μετά τήν Καινή Διαθήκη συναντοῦμε τήν ἀξία τῆς Κυριακῆς ὡς τήν κατ’ ἐξοχήν ἑορταστική ἡμέρα σέ ἐπιστολή πού φέρεται ὅτι γράφηκε ἀπό τόν Ἀπόστολο Βαρνάβα, ὁ ὁποῖος μάλιστα τήν ἀποκαλεῖ ὀγδόη ἡμέρα: «Διό καί ἄγομεν τήν ἡμέραν τήν ὀγδόην ὡς εὐφροσύνην, ἐν ᾗ καί Ἰησοῦς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν», διότι ἡ Κυριακή ἀναφέρεται καί στήν μέλλουσα Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, μετά τήν συντέλεια τοῦ κόσμου.
Ἀκόμη, ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος στήν ἐπιστολή του πρός Μαγνησίους, γράφει ὅτι πλέον μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν σαββατίζουμε, «ἀλλά κατά Κυριακήν Κυρίου ζῶντες, ἐν ᾗ καί ἡ ζωή ἡμῶν ἀνέτειλε δι’ αὐτοῦ».
Ἐπί πλέον, ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος, ὁ μάρτυς καί φιλόσοφος στά μέσα τοῦ 2ου αἰῶνος μ.Χ., δίνει τήν μαρτυρία ὅτι «τήν τοῦ ἡλίου ἡμέραν κοινῇ πάντες τήν συνέλευσιν ποιούμεθα». Ἐδῶ φαίνεται ὅτι ἡ Κυριακή χαρακτηρίζεται ὡς ἡμέρα τοῦ ἡλίου, δηλαδή τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης, τοῦ Χριστοῦ, καί μέ αὐτήν τήν ἔννοια πέρασε ἡ Κυριακή καί σέ ἄλλες γλῶσσες, ὅπως στήν ἀγγλική γλώσσα ὡς Sunday = ἡμέρα τοῦ ἡλίου.
Στά μέσα τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ. «ἡ Διδαχή τῶν Ἀποστόλων» σαφῶς παραγγέλλει στούς Χριστιανούς νά συνέρχονται κατά τήν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς γιά νά ἀκοῦν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά τρέφονται ἀπό τήν θεία τροφή, τό Σῶμα καί τό Αἶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἔτσι, καθιερώθηκε ἡ ἀξία τῆς Κυριακῆς καί μάλιστα ἡ Σύνοδος τῆς Λαοδικείας μέ τόν 29ο ἱερό Κανόνα της παραγγέλλει: «Δέν πρέπει οἱ Χριστιανοί νά φέρονται ὡς Ἰουδαῖοι καί νά κρατοῦν τό Σάββατο ὡς ἀργία, ἀλλά νά ἐργάζονται αὐτοί καί αὐτήν τήν ἡμέρα, ὡς Χριστιανοί νά τηροῦν τήν Κυριακή, ἄν βέβαια μποροῦν, ὥστε νά τήν ἔχουν ἀργία. Κι ἄν βρεθοῦν Χριστιανοί πού ἰουδαΐζουν, νά ἀποκόπτονται ἀπό τίς σχέσεις τους μέ τόν Χριστό».
Αὐτό συνιστᾶται διότι τότε δέν εἶχε ἀκόμη καθιερωθῆ ἡ Κυριακή ὡς ἐπίσημη ἀργία, γι’ αὐτό πρέπει οἱ Χριστιανοί νά τήν θεωροῦν ἡμέρα ἀργίας γιά νά ἐκκλησιασθοῦν. Ὅμως, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καθιέρωσε τήν Κυριακή ὡς ἀργία.
Ἀργότερα, ἐγράφησαν ἀπό τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό τά ἀναστάσιμα τροπάρια πού ψάλλονται στόν ἑσπερινό τοῦ Σαββάτου καί τόν ὄρθρο τῆς Κυριακῆς, τά ὁποῖα εἶναι ἐκπληκτικά, γεμάτα ἀπό θεολογία ἀναστάσεως.
Ἐπομένως, γιά μᾶς τούς Χριστιανούς ἡ Κυριακή εἶναι ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, κατά τήν ὁποία ἑορτάζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τήν νίκη Του πάνω στήν ἁμαρτία, τόν θάνατο καί τόν διάβολο καί καλούμαστε νά συμμετάσχουμε σέ αὐτήν τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό ὁ ἐκκλησιασμός αὐτήν τήν ἡμέρα εἶναι ὁπωσδήποτε ἀπαραίτητος, ἡ προετοιμασία μας γιά τήν κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀναγκαία, καί ἡ ἀνάπαυση καί ἀγαθοεργία εἶναι ἀπαραίτητα. Τότε καταξιώνεται τό ὄνομα τοῦ Χριστιανοῦ πού ἔχουμε λάβει στό Βάπτισμα καί εἴμαστε κυριακοί (μέ ὄμικρον γιῶτα), δηλαδή ἄνθρωποι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Ὁ Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου
Ἱερόθεος
- Προβολές: 192