Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος Χριστουγέννων 1999
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Λαμπρή καί εὐφρόσυνη ἡ ἑορτή καί πανήγυρη σήμερα. Μέ ψαλμούς καί ὕμνους καί ὠδές πνευματικές, ἀλλά καί αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης καί δοξολογίας ἑορτάσαμε τήν Γέννηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Εὐφραίνονται οἱ οὐρανοί καί ἀγαλλιᾶται ἡ γῆ “διά τόν ἐπουράνιον, εἴτα ἐπιγειον”, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, δηλαδή γιά τόν Χριστό πού ἦταν ἐπουράνιος, ὁ ὁποῖος γιά τήν δική μας σωτηρία ἔγινε ἐπίγειος, χωρίς νά ἐγκαταλείψη τά ἐπουράνια. Αἰσθανόμαστε πνευματική χαρά γιά τήν ἐπιδημία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας, καί τήν δική μας ἐνδημία καί ἐπάνοδο στά θεία, τά ἐπουράνια, ὅπως λέγει καί πάλιν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: “ἐπιδημία Θεοῦ πρός ἀνθρώπους, ἴνα Θεόν ἐνδημήσωμεν ἤ ἐπανέλθωμεν”. Διότι ἡ ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔχει τούς δύο αὐτούς πόλους, ἤτοι τήν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ στά ἡμέτερα καί τήν ἄνοδο τήν δική μας στά θεία. “Δεί γάρ μέ παθεῖν τήν καλήν ἀντιστροφήν”.
Ἡ σημερινή ἑορτή τῶν Χριστουγέννων προσλαμβάνει ἰδιαίτερη σημασία, ἐπειδή καθορίστηκε παγκοσμίως νά ἐορτάζωνται τά δύο χιλιάδες χρόνια ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, καί αὐτό γίνεται μέ τήν εἴσοδό μας στό ἔτος 2.000 πού εἶναι τό τελευταῖο ἔτος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος. Ἔτσι ἔχουμε ἱστορία δύο χιλιάδων ἐτῶν ἀπό τότε πού ἐνηνθρώπησε ὁ Χριστός, καί βεβαίως ὡς Χριστιανοί ἔχουμε τήν δυνατότητα νά κάνουμε τόν ἀπολογισμό μας, κατά πόσον ἀφήσαμε τήν μεγάλη αὐτή δωρεά νά μεταμορφώση τήν ζωή μας καί νά ἀνακαινίση τόν κόσμο. Διότι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μιά, ἅς μου ἐπιτραπῆ ἡ φράση, ἰδιωτική ὑπόθεση τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἕνα ἔργο τό ὁποῖο δῆθεν ἦταν ἀναγκαῖο γιά τήν Θεότητα, ἀλλά ἔγινε γιά νά σώση, νά ἀναπλάση τήν πεπτωκυία ἀνθρώπινη φύση. Γι’ αὐτό καί τίθεται ἀδυσώπητό το ἐρώτημα: Οἱ Χριστιανοί γεύθηκαν τούς καρπούς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ;
Τό γεγονός πάντως εἶναι ὅτι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ ἄλλαξε τόν ροῦ τῆς ἱστορίας, δημιούργησε νέα κατάσταση, ἀνέτρεψε τόν παλαιό κόσμο, τόν κόσμο τῆς πλάνης καί ἔδωσε στόν ἄνθρωπο νέα προοπτική. Φυσικά, ὅταν κάνουμε λόγο γιά ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου, δέν ἐννοοῦμε ὅτι αὐτό ἔγινε ἁπλῶς μέ τήν Γέννησή Του, ἀλλά καί μέ ὅλους τους σταθμούς τῆς θείας Οἰκονομίας, τόν Σταυρό καί τήν Ταφή, τήν Ἀνάσταση, τήν Ἀνάληψη, καί τήν ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὅλα αὐτά τά γεγονότα εἶναι ἑνωμένα. Μέ τήν Γέννησή Του ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν θέωσε, ἀλλά μέ τόν Σταυρό, τόν θάνατο καί τήν Ἀνάστασή Του νίκησε τόν θάνατο πάνω στήν δική του ἀνθρώπινη φύση. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο μποροῦμε νά χαρακτηρίσουμε τήν ἱστορία καί τόν χρόνο στήν πρό τοῦ Χριστοῦ καί τήν μετά τόν Χριστόν περίοδο. Πρό Χριστοῦ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν πεπτωκυία καί θνητή, μετά Χριστόν εἶναι θεωμένη καί ἀθάνατη.
Αὐτό ἔχει μεγάλες καί συνταρακτικές συνέπειες. Πρό Χριστοῦ οἱ ἄνθρωποι ἀνῆκαν σέ μιά θρησκεία μέ ὡραῖες τελετές καί προσδοκίες, ἐνῶ μετά Χριστόν δίνεται ἡ δυνατότητα νά ἀνήκουν σέ Ἐκκλησία, πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Πρό Χριστοῦ ὁ πολιτισμός ἦταν ἀνθρωποκεντρικός, ἐνῶ μετά Χριστόν ὁ πολιτισμός γίνεται Θεανθρωποκεντρικός. Πρό Χριστοῦ ἐπικρατοῦσε ἡ δουλεία τοῦ ἀνθρώπου στά κτίσματα καί σέ ἄλλους ἀνθρώπους, ἐνῶ μετά Χριστόν κυριαρχεῖ ἡ ἐλευθερία τοῦ πνεύματος, ἡ ἀπελευθέρωση ἐν Χριστῷ. Δισεκατομμύρια ἄνθρωποι μετά Χριστόν ἔζησαν ἕναν νέο τρόπο ζωῆς καί πολιτείας καί ἔδωσαν τήν μαρτυρία τῆς νέας ζωῆς πού ἔφερε στόν κόσμο ὁ Χριστός. Σέ κάθε ἑορτή τῶν Χριστουγέννων πανηγυρίζουμε αὐτό τό μεγάλο γεγονός, ἰδιαιτέρως ὅμως τό κάνουμε σήμερα πού οἱ Χριστιανοί ἑορτάζουν τά 2.000 χρόνια ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Βέβαια, τά πανηγύρια αὐτά γιά νά ἔχουν οὐσιαστικό περιεχόμενο πρέπει νά γίνωνται μέσα σέ ἀτμόσφαιρα αὐτοκριτικῆς ἀπό μας, τούς συγχρόνους Χριστιανούς. Καί αὐτό σημαίνει ὅτι πρέπει νά σκεφθοῦμε δημιουργικά κατά πόσον ἐμεῖς, οἱ σύγχρονοι Χριστιανοί, γευόμαστε αὐτούς τούς σκοπούς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, κατά πόσον ἡ ζωή καί ἡ πολιτεία μᾶς ἐμποτίστηκε ἀπό αὐτό τό μεγάλο ρεῦμα τῆς θεώσεως πού πέρασε, μέ τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, στήν ἀνθρωπότητα. Καί, βεβαίως, πρέπει νά ρωτήσουμε κατά πόσον οἱ πόλεμοι καί οἱ διαμάχες μεταξύ των χριστιανικῶν Κρατῶν καί οἱ ἐπιθετικές διαθέσεις προερχόμενες ἀπό Χριστιανούς, οἱ κοινωνικές ἀδικίες καί οἱ ἀκαταστασίες στόν κόσμο μας, ἡ ἀνασφάλεια καί ἡ ἀπογοήτευση πού παρατηροῦνται καί στούς Χριστιανούς, οἱ ἁμαρτίες καί οἱ ἀποστασίες ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἄν ὅλα αὐτά συμβιβάζονται μέ τό ἀληθινό πνεῦμα πού ἔφερε ὁ Χριστός στόν κόσμο μέ τήν ἐνανθρώπησή Του.
Μέσα στά πλαίσια αὐτά πρέπει νά γίνη ὁ ἑορτασμός τῶν Χριστουγέννων, καί μάλιστα τώρα πού εἰσερχόμαστε στά 2.000 χρόνια ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Γιατί διαφορετικά οἱ ἑορταστικές ἐκδηλώσεις θά εἶναι κοσμικές. Καί βεβαίως ἐδῶ εἶναι ἐπίκαιρος ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου: “ἐορτάσωμεν μή πανηγυρικῶς, ἀλλά θεϊκῶς• μή κοσμικῶς, ἀλλά ὑπερκοσμίως• μή τά ἡμέτερα, ἀλλά τά τοῦ ἡμετέρου, μᾶλλον δέ τά τοῦ Δεσπότου• μή τά τῆς ἀσθενείας, ἀλλά τά τῆς ἰατρείας• μή τά τῆς πλάσεως, ἀλλά τά τῆς ἀναπλάσεως”.
Μέ αὐτές τίς ἐόρτιες σκέψεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀπαύγασμα τῆς συμμετοχῆς μας στό πανηγύρι τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο εἶναι μυστήριο τῆς κενώσεως καί τῆς ἀναστάσεως, ἰδιαιτέρως αὐτήν τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ἅς εὐχηθοῦμε νά τρεφόμαστε ὅλοι μας διαρκῶς ἀπό τήν ἀκένωτη πηγή τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου, ὅπως ἐκδηλώθηκε μέ τήν ἐναθρώπησή Του, καί νά πλημμυρίζη ὁλόκληρη ἡ ζωή μας, προσωπική, οἰκογενειακή, ἀπό τόν ὠκεανό τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.
Μέ πατρικές εὐχές καί εὐλογίες
† Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ
- Προβολές: 2977