Skip to main content

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Τὸ σῶμα στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία (Α')

Τμῆμα τῆς εἰσηγήσεως στὴν Ἡμερίδα μὲ θέμα "Ἀθλητικὴ καὶ Πνευματικὴ Ἄσκηση, τὸ σῶμα στὸν Ἀθλητισμὸ καὶ στὴν Ὀρθόδοξη Πνευματικότητα" ποὺ διοργάνωσε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος (βλ. “Ἀθλητικὴ καὶ Πνευματικὴ Ἄσκηση...”).

Στὸ θέμα ποὺ θὰ ἀναπτύξω μὲ συντομία θὰ γίνη λόγος γιὰ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν σχέση μεταξὺ ψυχῆς καὶ σώματος στὸν ἄνθρωπο ποὺ θὰ εἶναι στὴν πραγματικότητα εἰσαγωγικὸ θέμα γιὰ ὅλο τὸ Συνέδριο.

Θὰ πρέπη νὰ ὑπογραμμισθῇ ὅτι, γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ ἔχω γράψει εἰδικὴ μελέτη ποὺ δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ ἐδῶ θὰ τονισθοῦν μερικὰ ἄλλα σημεῖα τὰ ὁποῖα θεωρῶ σημαντικά.

Ἔτσι θὰ διαιρέσω τὸ θέμα μου σὲ τέσσερις ἐπὶ μέρους ἑνότητες. Ἡ πρώτη εἶναι, τί λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς γιὰ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου σὲ σχέση μὲ τὴν ψυχή του. Ἡ δεύτερη, ποιά εἶναι ἡ ἄποψη τοῦ ἁγίου Νεκταρίου Ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ γιὰ τὴν γυμναστικὴ καὶ τοὺς Γυμναστικοὺς Συλλόγους τῆς ἐποχῆς του. Ἡ τρίτη τί εἶναι ἡ νοερὰ προπόνηση, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸν ἀθλητή. Καὶ ἡ τέταρτη ἑνότητα τί εἶναι τὸ νόημα ζωῆς ποὺ εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ εἶναι ὑπέρτερο ἀπὸ τὴν γυμναστικὴ καὶ τὴν ἄθληση τοῦ σώματος.

1. Ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ σῶμα κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς εἶναι κορυφαῖος θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ στὰ συγγράμματά του συγκεφαλαίωσε ὅλη τὴν θεολογία τῶν προγενεστέρων τοῦ Πατέρων, ἰδιαιτέρως τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τὸν ὁποῖο ἀποκαλεῖ πνευματικό του πατέρα.

Στὸ κείμενό του «Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως» ἀναφέρεται καὶ στὴν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, καὶ μάλιστα ὅπως φαίνεται εἶναι πολὺ ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.

Ἀφοῦ κάνει λόγο γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ κόσμου, στὴν συνέχεια ὁμιλεῖ γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Θεός, πρῶτα ἔκανε τοὺς ἀγγέλους ποὺ ἀνήκουν στὴν νοερὰ καὶ ἀσώματη φύση, ἔπειτα ἔκανε τὸν ὑλικὸ κόσμο καὶ στὸ τέλος δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀπετέλεσε τὴν μίξη τῶν δύο αὐτῶν κόσμων, ὥστε ἔτσι ὁ ἄνθρωπος νὰ εἶναι σύνδεσμος «ὁρατῆς τε καὶ ἀοράτου φύσεως». Ἐπειδὴ στὸν ἄνθρωπο ἑνώνεται ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα γι' αὐτὸ «καὶ μικρὸς κόσμος ὁ ἄνθρωπὸς ἐστιν».

Ἡ ἕνωση ψυχῆς καὶ σώματος σὲ μιὰ ἄρρηκτη ἑνότητα κάνει τὸν ἄνθρωπο «προσκυνητὴν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς νοουμένης, βασιλέα των ἐπὶ γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον, μέσον μεγέθους καὶ ταπεινότητος, τὸν αὐτὸν πνεῦμα καὶ σάρκα,...».

Ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα ἔγινε ταυτόχρονα, γι' αὐτὸ λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «ἅμα δὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ πέπλασται, οὐ τὸ μὲν πρῶτον, τὸ δὲ ὕστερον κατὰ τὰ Ὠριγένους ληρήματα». Τὸ σῶμα μὲν τὸ ἔπλασε ἀπὸ τὴν γῆ, τὴν λογικὴ δὲ καὶ νοερὰ ψυχὴ «διὰ τοῦ οἰκείου ἐμφυσήματος» δημιούργησε.

Ὑπάρχει στενὴ ἑνότητα μεταξὺ ψυχῆς καὶ σώματος καὶ δὲν μποροῦν νὰ διαχωρισθοῦν μεταξύ τους. Ἡ λογικὴ ψυχὴ χρησιμοποιεῖ τὸ σῶμα ὡς ὄργανο καὶ τοῦ παρέχει τὴν ζωή, τὴν αὔξηση, τὴν αἴσθηση καὶ τὴν γέννηση.

Λόγῳ αὐτῆς τῆς ἑνότητος ὁ ἄνθρωπος κοινωνεῖ διὰ τῶν αἰσθήσεων μὲ τὰ ἄψυχα (τὰ φυτά), μετέχει στὴν ζωὴ τῶν ἀλόγων ζώων καὶ μὲ τὴν λογικὴ ψυχὴ μεταλαμβάνει τῆς νόησης τῶν λογικῶν, ἑνώνεται μὲ τὶς ἀσώματες καὶ νοερὲς φύσεις μὲ ἀποκορύφωμα νὰ ἐπιδιώκη τὶς ἀρετές, φθάνοντας καὶ μέχρι τον κολοφώνα τῶν ἀρετῶν ποὺ εἶναι ἡ εὐσέβεια.

Τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῆς ψυχῆς, εἶναι ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ νόηση, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἑνωμένη μὲ τὸ σῶμα, γι' αὐτὸ καὶ οἱ ἀρετὲς εἶναι «κοινὰ ψυχῆς καὶ σώματος», ἀκριβῶς γιατί ἡ ψυχὴ χρησιμοποιεῖ ὄργανο τὸ σῶμα.

Ὅπως τονίσθηκε πιὸ πάνω ὁ ἄνθρωπος εἶναι βασιλεὺς τῶν πραγμάτων ποὺ βρίσκονται στὴν γῆ, δηλαδὴ ἐξουσιάζει, μὲ τὴν δύναμη ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεό, ὅλων τῶν ἐπιγείων πραγμάτων, ἀλλὰ ὅμως βασιλεύεται ἄνωθεν. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀντολογία τοῦ ἀνθρώπου καί, βέβαια, ὁ σκοπός του ὅπως τὸν διαγράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ τὸν ἐπαναλαμβάνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ζῶον ἐνταῦθα οἰκονομούμενον τοὐτέστιν ἐν τῷ παρόντι βίῳ, καὶ ἀλλαχοῦ μεθιστάμενον ἐν τῷ αἰῶνι τῷ μέλλοντι, καί - πέρας τοῦ μυστηρίου - τὴ πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον, θεούμενον δὲ τὴ μετοχὴ τῆς θείας ἐλλάμψεως καὶ οὐκ εἰς τὴν θείαν μεθιστάμενον οὐσίαν».

2. Ἡ ἄποψη τοῦ ἁγίου Νεκταρίου γιὰ τὴν γυμναστικὴ καὶ τοὺς Γυμναστικοὺς συλλόγους

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος, Ἐπίσκοπος Πενταπόλεως, τὸ ἔτος 1901 εὑρισκόμενος στὴν Ἀθήνα συνέταξε καὶ δημοσίευσε ἕνα κείμενο μὲ τίτλο «Περὶ γυμναστικῆς». Ἡ περίοδος αὐτὴ εἶναι σημαντική, διότι ὅπως εἶναι γνωστὸν λίγα χρόνια προηγουμένως, ἤτοι τὸ 1896, εἶχαν γίνει στὴν Ἀθήνα οἱ Ὀλυμπιακοὶ Ἀγῶνες καὶ ὅπως ἦταν ἑπόμενο εἶχε καλλιεργηθῇ ἕνα πνεῦμα εὐφορίας γύρω ἀπὸ τὸν ἀθλητισμὸ καὶ ἱδρύονταν πολλοὶ γυμναστικοὶ σύλλογοι γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἑπομένως, εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ δοῦμε τὴν ἄποψη ἑνὸς ἁγίου, τοῦ μεγάλου ἁγίου τῶν ἡμερῶν μας γιὰ τὸ θέμα ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ. Ἔτσι θὰ ἔχουμε καὶ ἕνα κριτήριο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ κρίνουμε καὶ τὰ σύγχρονα γεγονότα σχετικὰ μὲ τὴν ἄθληση καὶ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες. Τὸ ἄρθρο αὐτὸ ἀναδημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Κένυας καὶ Εἰρηνουπόλεως Μακάριο στὸ βιβλίο τοῦ «Ἱστορικὰ Ἀνάλεκτα Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας καὶ πάσης Ἀφρικῆς", τόμος Ἄ´, Λευκωσία 2002.

Στὴν ἀρχὴ τοῦ κειμένου του ὁ ἅγιος Νεκτάριος προτάσσει τὸν λόγο τοῦ Ἀριστοτέλους, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖο «Τά τε ὑπερβάλλοντα γυμνάσια καὶ τὰ ἐλλείποντα φθείρει τὴν ψυχὴν· σώζεται δὲ ἡ σωφροσύνη ὑπὸ τῆς μεσότητος». Μὲ τὴν πρόταξη αὐτοῦ τοῦ ἀριστοτελικοῦ λόγου γίνεται φανερὸ ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶναι ὑπὲρ τοῦ μέτρου, γιατί κάθε ὑπερβολὴ δημιουργεῖ προβλήματα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῷ ἡ μεσότητα εἶναι ἐκείνη ποὺ σώζει τὴν σωφροσύνη. Αὐτό, βέβαια, ὅπως θὰ δοῦμε στὴν συνέχεια, σημαίνει ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος δέχεται τὴν γυμναστικὴ καὶ τὴν ἄθληση τοῦ σώματος, ἀρκεῖ νὰ τηροῦνται οἱ προϋποθέσεις τῆς μεσότητος.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἀρχίζοντας τὴν ἀνάλυση τοῦ θέματός του μὲ βάση τὸ ἀριστοτελικὸ αὐτὸ χωρίο, τὸ ὁποῖο ὀνομάζει «σοφὸν ἀπόφθεγμα», θεωρεῖ ὅτι ἡ σύμμετρη σωματικὴ γυμνασία, θεωρήθηκε ἀπὸ ὅλους ὡς ὁ ἀληθινὸς χαρακτῆρας κάθε τελείας παιδεύσεως. Γράφει: «ἡ σύμμετρος σωματικὴ γυμνασία ἐθεωρήθη ἀπ' αἰώνων ὑπὸ πάντων τῶν πεπολιτισμένων ἐθνῶν ὡς ἀναγκαία ἄσκησις καὶ ἀναπόσπαστος ἀκόλουθος, καὶ σύντροφος παντὸς ἐλευθέρου καὶ εὔ ἠγμένου πολίτου, καὶ τῆς τελείας παιδεύσεως ὁ ἀληθὴς χαρακτήρ».

Στὴν συνέχεια προχωρεῖ γιὰ νὰ τεκμηριώση τὴν ἄποψη αὐτή, μὲ τὸ σημαντικὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὑπάρχει στενὸς σύνδεσμος μεταξὺ ψυχῆς καὶ σώματος καὶ κατὰ συνέπεια ὑπάρχει ἀλληλεπίδραση τῶν δύο αὐτῶν στοιχείων τοῦ ἀνθρώπου. Κάθε τί ποὺ συμβαίνει στὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀνταποκρίνεται στὸ ἑνιαῖο πρόσωπο καὶ τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὸν ψυχικὸ κόσμο τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν τὸ σῶμα πάσχει, ὁ ἄνθρωπος λέγει ὅτι «ἐγὼ πάσχω». Τὸ ἴδιο, βέβαια, συμβαίνει καὶ μὲ τὸ πάθος τῆς ψυχῆς «διὰ τὸ ἑνιαῖον πρόσωπον». Ἑπομένως καὶ τὰ δύο στοιχεῖα ἀσθενοῦν καὶ τὰ δύο ὑγιαίνουν μὲ τὴν ἀλληλοεπίδραση τοῦ ἑνὸς ἐπὶ τοῦ ἄλλου. Ὁπότε «ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ προνοήση ὑπὲρ τῆς ἐνισχύσεως ἀμφοτέρων». Τὸ συμπέρασμα δὲ αὐτοῦ τοῦ σημείου, κατὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο εἶναι ὅτι «ἡ ἄσκησις καὶ ἡ γυμνασία τοῦ τε σώματος καὶ τοῦ πνεύματος, παντὶ εὔ εἰδότι τὰ περὶ αὐτόν, εἰσὶ συμφυῆ καθήκοντα, ἐπιβαλλόμενα αὐτῶ ὑπὸ τῆς ἰδίας φύσεως καὶ τοῦ προορισμοῦ του· διότι τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοὺν ὑπηρετεῖ τὴ ψυχὴ προθύμως καὶ ἀόκνως, ἡ δὲ ψυχή, ἀνεπτυγμένας ἔχουσα τὰς ἑαυτῆς δυνάμεις, σωφρονεὶ καὶ ὑγιαίνει καὶ τὰς τοῦ σώματος δυνάμεις σωφρόνως χειρίζεται». Κατὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο ὄχι μόνον ἡ ψυχικὴ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου βοηθᾶ τὸ σῶμα, ἀλλὰ καὶ ἡ σωματικὴ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου βοηθᾶ στὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς.

Ὕστερα ἀπὸ αὐτὴν τὴν γενικὴ τοποθέτησή του ὁ ἅγιος Νεκτάριος προχωρεῖ στὸ νὰ ὑπογραμμίση τὴν ἀλήθεια ὅτι γιὰ τὴν ἀνάπτυξη ἀμφοτέρων, δηλαδὴ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, χρειάζεται μεγάλη ἐπιμέλεια καὶ πρόνοια γιὰ νὰ μὴ ὁδηγηθῇ ὁ ἄνθρωπος στὰ ἄκρα. Μάλιστα, ἡ πρόνοια καὶ ἡ ἄσκηση τοῦ σώματος πρέπει νὰ εἶναι λελογισμένη, διότι ἡ ὑπερβολικὴ ἄσκηση τοῦ σώματος φθείρει τὴν ψυχή. Γενικὰ «ἡ ἄκρα πρὸς τὸ ἕν πρόνοια ἔσται ἀμέλεια πρὸς τὸ ἕτερον». Ἰδιαιτέρως ἐπιμένει στὴν φθορὰ ποὺ προξενεῖ στὸν ἄνθρωπο ἡ ὑπερβολικὴ ἄσκηση τοῦ σώματος. Μιὰ τέτοια ὑπερβολικὴ ἄσκηση διαφθείρει κατὰ διπλὸ τρόπο τὴν ψυχή. Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι ἡ ἔμμεση φθορὰ τῆς ψυχῆς μὲ τὴν ἀσθένεια, καὶ ὁ δεύτερος τρόπος γίνεται μὲ τὴν ὑπερβολικὴ δύναμη τοῦ σώματος, διότι ἡ ὑπερβολικὴ δύναμη τοῦ σώματος «δυσκάθεκτον καὶ δυσήλατον αὐτὸ καθιστᾶ καὶ ἀνυπότακτον καὶ θρασὺ καὶ πρὸς τὰς τῆς ψυχῆς διακελεύσεις ἀπειθές». Καὶ ἐπειδὴ δὲν ἐξασκεῖται στὴν περίπτωση αὐτὴ καὶ παράλληλη γυμνασία τῆς ψυχῆς καὶ κατὰ συνέπεια ἐκείνη ἀσθενεῖ, γι' αὐτὸ μιὰ τέτοια ὑπερβολικὴ γυμναστικὴ καὶ ἄθληση τοῦ σώματος τοῦ παρέχει «τὸ θράσος νὰ ἐπαναστατῇ κατὰ τοῦ πνεύματος καὶ νὰ ζητήση νὰ καθυποτάξη αὐτὸ καὶ ὑπαγάγη ὑπὸ τὸ κράτος του».

Οἱ ἀπόψεις αὐτὲς ὁδηγοῦν τὸν ἅγιο Νεκτάριο στὸ νὰ καταγράψη μὲ ἀκρίβεια ποιός τελικὰ εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς γυμναστικῆς, δηλαδὴ τῆς ἄσκησης τοῦ σώματος. Ὁ λόγος του εἶναι ξεκάθαρος. Γράφει: «Ὅθεν διὰ τῆς γυμναστικῆς δὲν ἐπιζητεῖται ἡ ἐπίτευξις ἀθλητικῆς ρώμης, οὐδὲ ἡ ἀκατάβλητος καὶ ἀδάμαστος τῶν μυώνων δύναμις, ἀλλ' ἡ ἐνίσχυσις τῶν σωματικῶν δυνάμεων πρὸς πρόθυμον ἱκανοποίησιν τῶν ἀπαιτήσεων τοῦ πνεύματος καὶ πλήρωσιν τῶν ἐπιβεβλημένων αὐτῶ καθηκόντων· διότι σκοπὸν προτίθεται ἡ γυμναστικὴ ν' ἀναδείξη οὐχὶ ἀθλητὰς τῶν γυμνικῶν ἀγώνων, ἀλλ' ἄνδρας τελείως μεμορφωμένους, ἱκανοὺς πρὸς πᾶσαν ἐπιχείρησιν· γνωστὸν δὲ ὅτι ἡ ἄσκησις προθυμοτέρους πρὸς τοὺς ἀγῶνας καθιστᾶ διὰ τὴν ἕξιν καὶ φιλοπονωτέρους διά την πρὸς τοὺς πόνους οἰκείωσιν.

Μεσότης ἄρα ἐν τῇ γυμνασίᾳ πρὸς διάσωσιν τῆς σωφροσύνης· ἤτοι ἁρμονικὴ ἀνάπτυξις τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος μέν, ὅπως κυριαρχῇ τοῦ σώματος, τοῦ δέ, ὅπως προθύμως ἐκπληροῖ τὰ κελεύσματα».

Ἀφοῦ καθόρισε μὲ προσοχὴ ὅτι σκοπὸς τῆς ἀθλήσεως εἶναι νὰ καταστήση τὸν ἄνθρωπο ὁλοκληρωμένο, στὴν συνέχεια τονίζει ὅτι ἔργο τῆς Πολιτείας, ποὺ πρέπει νὰ μεριμνᾶ καὶ νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὴν προσφορὰ τελειοτέρας ἀγωγῆς πρὸς τοὺς νέους, εἶναι νὰ ἐνδιαφερθῇ καὶ γιὰ τὸ ἔργο αὐτὸ καὶ μάλιστα, ὅπως γράφει, πρέπει ἡ παροῦσα γενεὰ νὰ λάβη τὴν ὑποχρέωση «νὰ συμπληρώση τὸ ἔργον τῶν πατέρων της» καὶ νὰ ἐργασθῇ γιὰ τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἔθνους καὶ νὰ ἀγωνίζεται μὲ ἑτοιμότητα «μὴ ἄλλοι ἀνθ' ἡμῶν στήσωσι τὰ τρόπαια ἐν τῇ Ἀνατολῇ, ἥτις κλῆρος ἔλαχε τὴ Ἑλλάδι». Αὐτὸν τὸν σκοπὸ ἐπιτελοῦν οἱ διάφοροι Σύλλογοι ποὺ ἱδρύονται.

Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ κάνει λόγο γιὰ τὴν εὐεργετικὴ παρουσία τῶν Συλλόγων καί, βέβαια, ἐννοεῖ τοὺς Συλλόγους ποὺ ἱδρύονταν μὲ σκοπὸ τὴν ἄθληση τοῦ σώματος καὶ τὴν γενικότερη μόρφωση καὶ τελείωση τῶν νέων ἀνθρώπων. Τὸ ἔργο τῶν Συλλόγων, κατὰ τὸν ἅγιο Νεκτάριο, εἶναι μεγάλο καὶ ὠφέλιμο «διότι προώρισται ν' ἀναδείξη καλοὺς καγαθοὺς ἄνδρας, ἰσχυροὺς νὰ δειχθῶσιν ὠφέλιμοι τὴ πατρίδι. Οἱ σύλλογοι τοιοῦτο δέον νὰ ἔχωσι πρόγραμμα· δέον ἐστὶ νὰ ἐπιζητῶσι νὰ βαδίσωσιν ἐπὶ τὰ ἴχνη τῶν προγόνων των, καὶ νὰ φανῶσιν ἐφάμιλλοι πρὸς τὴν ἀρετὴν τῶν πατέρων των, καὶ νὰ συντελέσωσιν εἰς τὴν πρόοδον καὶ ἀνάπτυξιν τῆς ἰδιαιτέρας αὐτῶν πατρίδος. Οἱ σύλλογοι δέον νὰ φέρωσι μεθ' ἑαυτῶν πάντα τὰ ἀπαιτούμενα προσόντα πρὸς ἐνίσχυσίν των καὶ πρὸς ἐπίτευξιν τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ».

Κάνοντας λόγο γιὰ τὴν προσφορὰ τῶν Συλλόγων αὐτῶν καὶ πάλιν βρίσκει τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπανέλθη στὸν τονισμὸ τῆς ἀνάγκης συνδυασμοῦ τῆς σωματικῆς καὶ τῆς ψυχικῆς ἀσκήσεως ποὺ συντελεῖ στὴν ἀληθινὴ μόρφωση τοῦ ἀνθρώπου. Γράφει: «ἡ σωματικὴ γυμνασία καὶ ἡ πνευματικὴ ἀνάπτυξις εἰσὶν οἱ δύο πόλοι, περὶ οὕς στρέφεται ἡ τελεία μόρφωσις καὶ ἡ τελεία ἀγωγή». Τὰ ἀποτελέσματα μιᾶς τέτοιας ὁλοκληρωμένης ἀγωγῆς εἶναι μεγάλα διότι «ὁ κατ' ἀμφότερα ἀνεπτυγμένος ἄνθρωπος ἀποβαίνει ἀνὴρ εὐδαίμων, ἔξοχος, μεγαλεπίβολος, μεγαλοπράγμων, ἰσχυρὸς καὶ πρὸς πᾶσαν ἐπιχείρησιν ἱκανός, ὠφέλιμος δὲ πρὸς πάντας καὶ ἐν παντὶ καιρῷ». Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ καλλιεργεῖται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ κυρίως ἡ ἀρετὴ τῆς σωφροσύνης, ἡ ὁποία κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη εἶναι «τὸ σύμβολον τῆς ὑγείας τῆς ψυχῆς καὶ ἡ μήτηρ πάσης ἀρετῆς» .

Οἱ Σύλλογοι καὶ μάλιστα οἱ γυμναστικοὶ πρέπει νὰ προσφέρουν μιὰ τέτοια παιδεία στοὺς νέους. Γι' αὐτὸ ὁ ἅγιος Νεκτάριος θὰ γράψη: «Ταύτης τῆς ἀρετῆς τὴν ἐπίτευξιν δέον νὰ ἐπιδιώκωσιν οἱ γυμναστικοὶ σύλλογοι, οἵτινες πρὸς τοῖς ἄλλοις νὰ προτίθενται διὰ τῆς συνεχοῦς ὁμιλίας τῶν ἑταίρων νὰ συσφίγξωσι τοὺς δεσμοὺς τῆς φιλίας, νὰ ἀδελφοποιήσωσι τὴν νεολαίαν, νὰ διασκεδάσωσι τὰς ταπεινὰς ἀντιπαθείας καὶ ἀντιζηλίας, ν' ἀποσπάσωσιν αὐτὴν τῶν ματαίων καὶ ἀνωφελῶν ἀσχολιῶν, νὰ εἰσαγάγωσιν εἰς τὸ στάδιον τῆς προπαρασκευῆς, ν' ἀναπτύξωσι τὴν εὐγενῆ ἅμιλλαν, αὐξήσωσι τὴν φιλοτιμίαν, ἀπομακρύνωσι τὴν ἀργίαν, τὴν γενέτειραν τῆς ἀκηδείας, τῆς χαυνότητος, τῆς ἀμελείας καὶ πάσης κακίας καὶ προπαρασκευάσωσιν ἄνδρας κρατεροὺς πρὸς ὑπεράσπισιν τῶν δικαίων τῆς πατρίδος.

Τοιοῦτος δέον νὰ ἢ ὁ σκοπὸς τῶν συλλόγων» .

Ὅταν οἱ γυμναστικοὶ Σύλλογοι ἔχουν αὐτὸν τὸν σκοπό, νὰ γυμνάζουν τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴ συμμέτρως, τότε κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη ἀντίρρηση γιὰ τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦν. «Πῶς δυνάμεθα καὶ τὸν ἐλάχιστον νὰ ἐπιδείξωμεν ἐνδοιασμὸν περὶ τῆς ἐκ τῶν τοιούτων συλλόγων προσδοκομένης μεγάλης ὠφελείας, ὅταν βλέπωμεν τὸν νοῦν βουλευόμενον τὰ ἄριστα, τὸ δὲ σῶμα ἀκόπως ἐκτελοῦν τὰ καλῶς βεβουλευμένα;»

Δὲν σταματᾶ, ὅμως, μόνον στὸ νὰ τονίζη τὴν ἀξία τῶν Συλλόγων, ἀλλὰ προχωρεῖ στὸ νὰ ὑποστηρίξη τὴν ἄποψη ὅτι ἡ ἔλλειψη τέτοιων Συλλόγων εἶναι «μαρτύριον τῆς ἀτελοῦς ἀναπτύξεως» καὶ τῆς στερήσεως πολλῶν ἀγαθῶν. Ἐπαινεῖ δὲ τὴν Εὐρώπη ποὺ ἔχει καταλάβει τὴν ἀξία τῶν Συλλόγων. «Ἡ πεπολιτισμένη Εὐρώπη ἀριθμεῖ τοσούτους συλλόγους γυμναστικούς, ὧν τὸ πλῆθος ὑπερβαίνει τὸν ἀριθμὸν τῶν σχολείων. Ὁποίους δὲ ἀγλαοὺς καρποὺς ἀποφέρουσι, πάντες γινώσκομεν".

Μετὰ τὴν ἀνάλυση τῶν σκέψεων τοῦ ὁ ἅγιος Νεκτάριος φθάνει στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ Πολιτεία, οἱ δημοτικοὶ ἄρχοντες καὶ ἡ εὐποροῦσα τάξη πρέπει νὰ ὑποστηρίξουν τὴν δημιουργία τῶν γυμναστικῶν Συλλόγων γιὰ τὴν ἰσόρροπη ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπου. Γράφει:

«Τὴν σπουδαιότητα καὶ τὴν ἀναγκαιότητα τῶν τοιούτων συλλόγων αἱ κοινωνίαι, κατανοήσασαι, ἐκθύμως αὐτοὺς ὑπεστήριξαν. Πρὸς ἐπίτευξιν δὲ τοῦ ἐπιδιωκομένου σκοποῦ δέον οἱ γυμναστικοὶ οὗτοι σύλλογοι νὰ τύχωσι τῆς προσηκούσης ὑποστηρίξεως, τῶν τε ἐπιτοπίων δημοτικῶν ἀρχῶν, τῶν πολιτευτῶν καὶ πάσης ἐν γένει τῆς κοινωνίας, μάλιστα δὲ τῆς εὐπορούσης τάξεως, ὅπως βαδίσωσιν ἀπροσκόπτως πρὸς τὸ στάδιον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἐκπληρώσωσιν ἀσφαλῶς τὸν ὁποῖον προτίθενται μέγαν σκοπόν» .

Ἀπὸ τὴν παρουσίαση τῶν σκέψεων τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ἐξάγονται τὰ ἀκόλουθα συμπεράσματα.

Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἔζησε σὲ μιὰ ἐποχὴ στὴν ὁποία ὑπῆρχε εὐφορία γιὰ τὴν δημιουργία γυμναστικῶν Συλλόγων, ὕστερα ἀπὸ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες τῆς Ἀθήνας τὸ 1896, γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς γυμναστικῆς καὶ τῆς σωματικῆς ἀθλήσεως. Αὐτό, ἄλλωστε, παρετηρεῖτο τὴν ἐποχὴ ἐκείνη καὶ στὴν Εὐρώπη. Βλέποντας αὐτὸ τὸ γεγονὸς ὁ ἅγιος Νεκτάριος δὲν τὸ ἀρνεῖται, δὲν τὸ κρίνει ἀρνητικά, δὲν τὸ σχολιάζει κριτικά, ἀλλὰ κάνει θετικὲς προτάσεις. Ἀναγνωρίζει τὴν ἀναγκαιότητα τῆς ἀθλήσεως τοῦ σώματος, ἀλλὰ τονίζει ὅτι αὐτὸ πρέπει νὰ γίνεται σύμμετρα καὶ πάντως παράλληλα μὲ τὴν ἄσκηση τῆς ψυχῆς. Πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτὸ χρησιμοποιεῖ χωρίο τοῦ Ἀριστοτέλους, τὸ ὁποῖο σχολιάζει ἀπὸ πλευρᾶς ὀρθοδόξου. Καὶ ἐκεῖνο ποὺ παρατηρεῖ κανεὶς ἀπὸ τὸ κείμενο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ κείμενά του, εἶναι καὶ ἡ εὐγένεια τοῦ χαρακτῆρος του καὶ ἡ ἐσωτερική του ἠρεμία καὶ πραότητα.

Ὁ τρόπος αὐτός μας δείχνει πῶς καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ ἐργαζόμαστε στὴν κοινωνία μας, ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὰ τὰ φαινομενικὰ ἀρνητικὰ γεγονότα. Πρέπει νὰ ἐντοπίζουμε τὸ θετικὸ σημεῖο κάθε γεγονότος καὶ στὴν συνέχεια μὲ ἐπιχειρήματα, μὲ εὐγένεια νὰ οἰκοδομοῦμε το πῶς πρέπει νὰ γίνεται κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο γιὰ νὰ ἔχη εὐεργετικὰ ἀποτελέσματα.

(συνεχίζεται στὸ ἑπόμενο).

  • Προβολές: 3248