Skip to main content

Ἀρχιμ. π. Βενεδίκτου Νεοσκητιώτη: Βίος καί ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου

Ἀρχιμ. π. Βενεδίκτου Νεοσκητιώτη, Γέροντος Ἱερᾶς Καλύβης Ἁγίου Σπυρίδωνος

Ὁμιλία στό Ε' Θεολογικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου μέ γενικό θέμα «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως».


Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐχάρισε στήν Ἐκκλησία ἁγιασμένους πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἐσφράγισαν τόν 18ο καί τόν 19ο αἰῶνα μέ τήν φωτεινή παρουσία τους, τήν ὀρθόδοξη θεολογία τους, τήν αὐστηρή ἀσκητική τους ζωή, τά θεοφώτιστα συγγράμματά τους καί τίς παραδοσιακές μοναστικές τους ἀρχές. Οἱ πατέρες μας αὐτοί ἄφησαν ἀνεξίτηλη τήν σφραγῖδα τους στήν ἐκκλησιαστική ζωή μέχρι τίς ἡμέρες μας.

Οἱ ἐπιφανέστεροι καὶ γνωστότεροι ἀπό αὐτούς τούς πατέρες εἶναι ὁ ἅγιος Μακάριος, ἐπίσκοπος Κορίνθου, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Πάριος. Εἶναι γνωστοί καὶ οἱ τρεῖς τους γιὰ τὸ λεγόμενο κίνημα τῶν «κολλυβάδων», ποὺ ἦταν μία ὑγιής ἀντίδρασις ἐνάντια στίς ἐπιδράσεις τῆς φράγκικης θεολογίας στόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς, καί ἐνάντια στήν ἐκκοσμίκευσι, ἡ ὁποία καί σήμερα ἀπειλεῖ νά ἀλλοιώση γενικότερα τήν Ὀρθόδοξη Παράδοσι. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὑπῆρξε πρωτοστάτης στόν ἀγῶνα αὐτόν στούς δύσκολους ἐκείνους χρόνους.

Ὁ λόγος του ἔχει μιά ἀμεσότητα καί παραμένει μέχρι τίς ἡμέρες μας ζωντανός καί ἐπίκαιρος, ἀφοῦ καί ἡ ἐποχή στήν ὁποία ἔζησε ἔχει πολλά κοινά σημεῖα μέ τήν δική μας ἐποχή. «Εἶναι ἕνας ἀπό τούς δύο μεγάλους γίγαντες, πού ὡσάν Ἄτλαντες κράτησαν τό Γένος στούς ὤμους τους. Ὁ ἄλλος στῦλος εἶναι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός... Καί σήμερα βλέπουμε τήν ἴδια ἀπομάκρυνσι ἀπό τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, τίς ἴδιες καταλυτικές διαβρώσεις στήν καθημερινή ζωή τοῦ λαοῦ μας, τίς ἔντονες ἐπιρροές πού δέχεται ἀπό ὅλα τά μέσα ἐνημερώσεως... Γι’ αὐτό καί ἡ ἀνάγκη νά ἀκούσουμε τήν φωνή τοῦ ἁγίου Νικοδήμου γίνεται δραματικά ἐπείγουσα καί ὁλοφάνερη».

Ὁ ἅγιος Νικόδημος, τόν ὁποῖο ἡ τοπικὴ αὐτὴ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἀποτελεῖ τήν ψυχή τοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων.

Ποιός ἦταν ὅμως καί τί δίδασκε;

Ἄς τά δοῦμε γιά λίγο.

Τό 1749 γεννήθηκε στή χώρα τῆς Νάξου Κυκλάδων ὁ Νικόλαος Καλιβούρτζης. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Ἀντώνιος καί ἡ μητέρα του Ἀναστασία. Εἶχε καί ἕναν μικρότερο ἀδελφό, τόν Πιέρο, πού ἀργότερα ἔγινε ἕνας ἀπό τούς βασικούς συνδρομητές τοῦ πολυγραφότατου Ἁγίου μας. Ἀπό μικρό παιδί πῆρε τήν ἐκκλησιαστική εὐσέβεια ἀπό τήν μητέρα του καί ἔκανε παρέα μέ τόν ἐξάδελφό του, μετέπειτα ἐπίσκοπο Εὐρίπου Ἱερόθεο.

Δίπλα στό σπίτι του ἦταν ὁ ἐνοριακός Ἱερός Ναός τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, στόν ὁποῖο σύχναζε σέ ὅλες τίς ἀκολουθίες, ὅπου καί ἔμαθε πολλούς ὕμνους. Σέ ἡλικία 12 ἐτῶν, εἰσάγεται στήν ὀνομαστή σχολή τῆς Νάξου, πραγματική Ἀκαδημία. Λειτουργοῦσε στήν Ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Γεωργίου Γρώττας, μέ διευθυντὴ τόν ἀδελφό τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τόν Ἀρχ. Χρύσανθο τόν Ἐξωχωρίτη.

Ἀνώτερες Σπουδές στήν Σμύρνη

Μέ πατρική μέριμνα τοῦ Μητροπολίτη Παροναξίας Ἀνθίμου Βαρδῆ, στέλνεται στήν «Εὐαγγελική Σχολή» τῆς Σμύρνης. Ἐκεῖ τόν ἀνέλαβε ὁ ξακουστός Ἱερόθεος Βουλισμᾶς. Ἐκεῖ εἶχε σάν συμμαθητές, μεταξύ ἄλλων, καί τούς μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Νεόφυτο τόν Ζ΄ καί Γρηγόριο τόν Ε΄.

Ὁ Νικόλαος ἔγινε γνωστός γιά τήν πολυμάθειά του καί τήν δυνατή μνήμη του. Ἀρκοῦσε νά διαβάση μία φορά ἕνα βιβλίο καί νά τό θυμᾶται πάντα! Ἡ εὐφυΐα του, ἡ ταπεινότητά του καί ὁ πληθωρισμός τῶν γνώσεων, ἐκκλησιαστικῶν καί κοσμικῶν, τόν ἀνέδειχναν σέ δάσκαλο ἀκόμα καί τῶν συμμαθητῶν του. Γι’ αὐτήν τήν μνήμη του ἀκόμη καί τώρα γίνεται λόγος στό Ἅγιον Ὄρος. Λέγεται ὅτι μία χρονιά τό Μ. Σάββατο πού διαβάζονται 15 προφητεῖες ἦταν ὁ κυρίως διαβαστής. Γιά νά τόν δοκιμάσουν τοῦ ἔκρυψαν τά βιλία. Κάτω ἀπό τόν πολυέλεο ὅμως βλέπουν τόν Ἅγιο ἀτάραχο νά ἀπαγγέλη τίς προφητεῖες καί στό σημεῖο πού ἄλλαζε ἡ σελίδα μέ τό χέρι του ἔκαμνε τήν ἴδια κίνησι πού θά ἔκαμνε, ἄν εἶχε στά χέρια του τό βιβλίο ἀλλάζοντας τήν σελίδα. Θαύμασαν ὅλοι γιά τήν τόση μεγάλη μνήμη πού διέθετε.

Πέρα ἀπό τήν βαθειά γνῶσι τῶν Θεολογικῶν γραμμάτων καί τῶν ἐπιστημῶν τῆς ἐποχῆς, ἔμαθε τέλεια τήν λατινική, τήν ἰταλική καί τήν γαλλική γλώσσα. Μετά ἀπό τήν πενταετῆ οἰκότροφη φοίτησί του, σέ ἡλικία 21 ἐτῶν, παρά τίς προσπάθειες νά μείνη ὡς δάσκαλος στή Σχολή, αὐτός τόν νοῦ του τόν εἶχε ἀλλοῦ...

Στήν Νάξο μέ τούς «Κολλυβάδες»

Τό 1770-1774, γιά μιά πενταετία περίπου ἐργάστηκε ὡς Γραμματέας τῆς Μητροπόλεως Παροναξίας μέ τήν ἐποπτεία καί τήν καθοδήγησι τοῦ Μητροπολίτου Παροναξίας Ἀνθίμου τοῦ Γ' (1742- 1779). Τοῦ πρότεινε μάλιστα νά γίνη κληρικός καί μέ τίς γνώσεις του νά ἀντιμετωπίση τήν θεολογία τῶν Φράγκων, ποὺ ὑπῆρχαν στό νησί.

Τήν ἐποχή αὐτή (1774) βρέθηκαν στήν Νάξο ἐξόριστοι ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, οἱ ὑπέρμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας ἁγιορεῖτες πατέρες, Ἱερομόναχοι Γρηγόριος καί Νήφων καί ὁ Γερο-Ἀρσένιος. Γνωρίστηκαν καί μίλησαν γιά τό «κολλυβαδικό» κίνημα, μέ τό ὁποῖο οἱ μοναχοί ὑπερασπίζονταν τήν Κυριακή, ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, ἡμέρα χαρᾶς καί ὄχι... μνημοσύνων καί γονυκλισιῶν! Τοῦ μίλησαν γιά τίς μορφές τοῦ Γέροντα Σιλβέστρου καί τοῦ ἁγίου Μακαρίου (Νοταρᾶ), πρώην ἐπισκόπου Κορίνθου, ποὺ βρίσκονταν στήν Ὕδρα. Ἐκεῖ τοὺς συνάντησε ὁ Νικόλαος, καί πῆρε τήν εὐλογία νά μονάση στό Ἅγιον Ὄρος καί νά γνωρίση τήν φιλοκαλική παράδοσι, στοιχεῖα τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ἄσκησις, ἡ νῆψις (ἐσωτερική ἐγρήγορση) καί ἡ καρδιακή προσευχή.

Ζήτησε τήν εὐλογία τοῦ ἐπισκόπου καί τῆς μητέρας του (ὁ πατέρας του εἶχε κοιμηθῆ). Μέ τήν μητέρα του συμφώνησαν τήν ἡμέρα τῆς ἀναχώρησής του νά τήν ἀνεβάση στήν Ἱ. Μ. Χρυσοστόμου τοῦ νησιοῦ. Ὅταν αὐτό ἔγινε καί κατέβηκε στήν παραλία γιά νά πάρη τό πλοιάριο, αὐτό ἀναχώρησε χωρίς νά προλάβη ν' ἀνέβη. Ὁ ἀποφασισμένος Νικόλαος κολυμπώντας τούς ἀνάγκασε μετά ἀπό ὥρα νά γυρίσουν νά τόν πάρουν...Ἡ μητέρα του ἀργότερα ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Ἀγάθη!

Στό Ἅγιον Ὄρος

Ὁ Νικόλαος σέ πελάγη εὐτυχίας, φτάνει τό 1775 στό Ἅγιον Ὄρος, στή Ἱερὰ Μονὴ Διονυσίου. Γνώρισε τούς κολλυβάδες ἀδελφούς Σκουρταίους καί τόν ἀσκούμενο στήν καλύβα τῆς Καψάλας μοναχό Εὐθύμιο, ἀργότερα παραδελφό του καί βιογράφο του.

Μετά ἀπό λίγους μῆνες στήν Ἱ. Μ. Διονυσίου οἱ ἀρετές του ἀνάγκασαν τόν ἡγούμενο νά τόν κείρη μικρόσχημο μοναχό, μέ τό ὄνομα Νικόδημος. Μετά ἀπό δύο χρόνια (1777) ἔφτασε ὁ πρώην Κορίνθου ἅγιος Μακάριος στό Ὄρος καί ἔμεινε στό κελί «Ἅγιος Ἀντώνιος». Ἀπό ἐκεῖ ἐμήνυσε στό Νικόδημο γιά συνάντησι.

Μέ εὐλογία ἔφτασε ἐκεῖ καί ὁ Ἅγιος τοῦ ἐμπιστεύτηκε νά συντάξη προοίμιο στήν «Φιλοκαλία» καί τόν «Εὐεργετινό» καί νά διορθώση τυχόν ὀρθογραφικά σφάλματα. Παρέλαβε ἀκόμη καί τό πόνημα περί «Συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως» γιά νά τό πλατύνη μέ ὑποσημειώσεις....

Ποτέ δέν ἔμεινε ἀργός, οὔτε ἄφησε τήν ἄσκησι καί τήν ἀδιάλειπτο, μονολόγιστη καί νοερά προσευχή. Ποτέ δέν ἄφησε τήν ἀγάπη του πρός τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας μέ τά ἔργα οἰκοδομῆς... Γι’ αὐτὸ καὶ σέ ὅλα σχεδόν τὰ ἔργα του ἀναφέρεται: «Εἰς ὠφέλειαν τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος», ἤ «Εἰς κοινὴν τῶν ὀρθοδόξων ὠφέλειαν».

Τά τελευταῖα χρόνια του

Τό 1800 βρισκόταν ἐξόριστος ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε΄, κοντά στόν Νικόδημο. Ἐπειδή πολλοί χριστιανοί ἐγίνοντο μωαμεθανοί ἀπό τήν πίεσι τῶν Τούρκων, ἔφταναν ἀπ' αὐτούς ἀρκετοί στό Ἅγιον Ὄρος νά συμβουλευτοῦν τόν Πατριάρχη. Αὐτός τούς ἔστελνε στή συνέχεια στό Νικόδημο... Ἀνάμεσα σ' αὐτούς πού ἐμψυχώθηκαν εἶναι καί ὁ Νεομάρτυρας Κωνσταντῖνος ὁ Ὑδραῖος.

Ἐκείνη τήν ἐποχή εἶχαν ἔλθει παπικοί γιά νά συζητήσουν δογματικά ζητήματα στό Ἅγιον Ὄρος. Ἡ Ἱερά Κοινότητα τούς ἔστειλε στόν Ἅγιό μας. Αὐτός ἐμφανίστηκε, ὅπως πάντα, ρακένδυτος καί τσαρουχοφόρος! Αὐτοί τό πῆραν γιά προσβολή. Δόθηκαν ἐξηγήσεις καί μετά ἔπαθαν τέτοια ἧττα στή συζήτηση πού σιώπησαν καί τράπηκαν σέ ἄτακτο φυγή...

Ὁ Νικόδημος ἔχει φτάσει σέ ἡλικία 57 ἐτῶν (1805) καί τό χαλκέντερο κορμί του ἀρχίζει νά λυγίζη. Αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη κάποιας περιποιήσεως καί πηγαίνει στούς Σκουρταίους. Δέν γηροκομεῖται, ἀλλά συνεχίζει νά ὠφελῆ. Συντάσσει τώρα τόν «Συναξαριστή τῶν 12 μηνῶν» μέ ὑπομονή γιά 2 χρόνια!

Τό 1809, στίς 23 Ἀπριλίου, ἑορτή τοῦ ἁγ. Γεωργίου, ἦλθε πολύ βεβαρημένος στοὺς Σκουρταίους.  Σέ λίγο ἀσθένησε βαριά καί ἄρχισε νά προετοιμάζεται γιά τό μεγάλο ταξίδι...

Στίς 5 Ἰουλίου εἶχε πιαστεῖ τό δεξί του χέρι. Στήν Ἱερὰ Μονὴ Κουτλουμουσίου καί στήν ἐπιθανάτιο κλίνη ἔδινε τίς τελευταῖες του εὐλογίες καί ζητοῦσε τήν συγχώρεσι τῶν ἀδελφῶν...

Κατά τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, στίς 14 Ἰουλίου 1809, παρέδωσε τό πνεῦμα του, σέ ἡλικία μόνο 60 ἐτῶν. Τάφηκε ἔξω ἀπό τό κελλί τῶν Σκουρταίων. Κοιμήθηκε λοιπόν ὁ ἕνας ἀπό τούς δύο μεγάλους γίγαντες, πού ὡσάν Ἄτλαντες κράτησαν τὸ Γένος στούς ὤμους τους. Ὁ ἄλλος στῦλος ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη το 1779.

Τὴν εἴδησι τῆς κοιμήσεώς του μέ θλῖψι ἔμαθε ὁ ἐκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικός καί ὄχι μόνο, κόσμος τῆς ἐποχῆς του. Σημειώνει ὁ χρονογράφος σχετικά μέ τὴν κοίμησι τοῦ ἁγίου Νικοδήμου: «Ἀνατέλλοντος τοῦ αἰσθητοῦ ἡλίου, εἰς τήν γῆν, ἐβασίλευσεν ὁ νοητός ἥλιος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ».

Εἶναι ἀκόμη χαρακτηριστική καί ἡ σκέψις τήν ὁποία ἐξέφρασε τότε ἕνας Χριστιανός: «Πατέρες μου, καλύτερον ἦτο νά ἀπέθνῃσκαν σήμερα ἑκατὸ χριστιανοί παρά ὁ Νικόδημος».

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀνήκει σ’ ἐκείνους τοὺς μεγάλους καὶ ἀληθινούς διδασκάλους τῆς ᾽Εκκλησίας, ποὺ ἐδίδαξαν «λόγῳ καί ἔργῳ» τὴν Ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ μέγας νεώτερος Διδάσκαλος τῆς ᾽Εκκλησίας, ὁ θεοφώτιοτος ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, πού, θέλοντας νά φωτίση, πρὶν ἀπὸ δύο αἰῶνες, τὸ βασανισμένο καὶ σκλαβωμένο Γένος μας, ἔκανε μιὰ συγκεντρωτικὴ ἐργασία καὶ μὲ βάσι τὸ Πανάγιο Εὐαγγέλιο καὶ τὰ ἑρμηνευτικὰ καὶ σωτήρια κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας συνέγραψε μιὰ σειρὰ βιβλίων γιὰ ὅλους τοὺς ᾽Ορθοδόξους, ποὺ ἀναζητοῦν τὴν ἀκρίβεια τῆς Πίστεως γιὰ νὰ σωθοῦν. Καὶ τὰ ἔγραψε μὲ ἁπλὸ καὶ ἀναλυτικὸ λόγο γιὰ νὰ εἶναι κατανοητὰ σὲ ὅλους.

Ποιό είναι τὸ κεντρικό θέμα τῆς διδασκαλίας του;

Ἡ ἐποχή πού ἔζησε ὁ ἅγιος Νικόδημος ἦταν μία ἐποχή με πολλά κοινά γνωρίσματα μέ τήν δική μας ἐποχή. Καί τότε ὑπῆρχαν ἐκεῖνοι πού ἤθελαν νὰ ξεκόψουν τό Γένος ἀπό τὶς ρίζες του καί σήμερα. Τότε, ὅπως καί σήμερα, ὑπῆρχε τό ὅραμα τῆς Εὐρώπης καί οἱ μεγάλοι τοῦ Ἔθνους εἶχαν ἐκεῖ στραμμένο τό βλέμμα τους, καί ὅπως ἔλεγαν οἱ Ἅγιοι, στήν Φραγκιά. Ἦταν ἡ ἐποχή πού εἶχε ξεκινήσει τό κίνημα τοῦ ἀθεϊσμοῦ καί τῆς κυριαρχίας τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καί ὄχι τῆς λογικῆς τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτό βοηθοῦσε ἀρκετά καί ἡ δουλεία μέ τήν μεγάλη ἀγραμματοσύνη.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ξεκινάει ἕναν ἀγῶνα κάπως ἄνισο μέ τήν ἀνθρώπινη λογική, δυνατόν ὅμως μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ. Τό κίνημα τῆς Εὐρώπης λεγόταν Διαφωτισμός.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος μαζί μέ τούς ἄλλους ἀναπτύσσουν τήν δική τους διδασκαλία μέ βάσι τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Τά βασικά σημεῖα τῆς διδασκαλίας τους εἶναι τά ἀκόλουθα:

α) Ἡ Εὐρώπη: Οἱ Ἕλληνες Διαφωτιστές, μέ πρῶτο τόν Ἀδαμάντιο Κοραῆ, μιλοῦν μέ ὑπερηφάνεια γιά τή «φωτισμένη Εὐρώπη», τά «φῶτα» τῆς ὁποίας αὐτοί μεταλαμπαδεύουν στό Γένος. Ὁ προσανατολισμός τους δέ στήν Εὐρώπη, μόνιμο ὅραμα τῶν Ἑνωτικῶν ἀπό αἰῶνες, θά παραγάγη τό «σύνδρομο τοῦ ἐξευρωπαϊσμοῦ» στόν Νεώτερο Ἑλληνισμό, πού κατέστησε τήν Εὐρώπη «καθολική μητρόπολή» του. Ὁ ἅγιος Νικόδημος, πιστός στήν παράδοσι τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀπό τούς Ἡσυχαστές τοῦ 14ου αἰῶνα ὡς τόν Πατροκοσμᾶ τόν Αἰτωλό (18ος αἰ.) δέν πρωτοτυποῦν σέ τίποτε στή στάσι τους ἔναντι τῆς Εὐρώπης.

Ἀπορρίπτουν τήν μετά τό σχίσμα Εὐρώπη. Τῆς ἀρνοῦνται κάθε σχέσι μέ τήν πατερική παράδοσι, θεολογικά καί κοινωνικά, καθώς καί κάθε δυνατότητα ἀναγεννήσεως τοῦ Γένους μέ τά δικά της «φῶτα». Ὁ συχνά χρησιμοποιούμενος ἀπό αὐτούς ὅρος «Φραγκιά» ἐκφράζει ὁλόκληρη τήν ἐκφραγκευμένη Δύσι.

β) Παιδεία: Οἱ Ἕλληνες Διαφωτιστές ἤθελαν νὰ φέρουν στὴν χώρα μας μία νέα παιδεία, χωρίς νὰ ὑπάρχη μέσα της Θεός. Ὁ ἅγιος Νικόδημος διδάσκει στὸν λαό μία παιδεία θεμελιωμένη στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν παράδοσι τοῦ Γένους. Τό παρατηρεῖ κανεὶς πολύ καθαρά στὸ «Συμβουλευτικό Ἐγχειρίδιο» καὶ στὸν «Ἀόρατο Πόλεμο».

γ) Προβολή προτύπων: Τά πρότυπα τῶν «σοφῶν» τοῦ κόσμου ἦταν ὁ σοφός ἄνθρωπος, ποὺ ἦταν γεμᾶτος ἀπό σοφία κοσμική. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀντιπροτάσσει τόν σοφό τῆς παραδόσεως, τόν Ἅγιο. Γι’ αὐτό ρίχνει ὅλο τὸ βάρος τῆς θεολογικῆς καί ποιμαντικῆς προσφορᾶς του στην λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας, τήν κιβωτό τοῦ Γένους κατά τή δουλεία. Ὑπογραμμίζει τή σημασία τῆς λειτουργικῆς ζωῆς, μέσα στήν ὁποία διαμορφώνεται τό εὐχαριστιακό ἦθος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.

Δέν εἶναι περίεργο, λοιπόν, ὅτι στό θέμα αὐτό ἀφιερώνεται τό μεγαλύτερο μέρος τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς του, ποὺ περιλαμβάνει: Πατερικές ἐκδόσεις, μέ ἐπικέντρωσι στόν ἅγ. Γρηγ. Παλαμᾶ καί στόν ἅγ. Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, ἔκδοσι Γεροντικῶν κειμένων (ἡ σοφία τῆς ἐρήμου, λειτουργικῶν ὁμιλιῶν, ἀκολουθιῶν, συναξαριῶν, ἐγκωμίων καί πρό πάντων τῆς Φιλοκαλίας).

Ἡ Φιλοκαλία ἀπέβη πνευματική τροφή ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν σλαβικῶν χωρῶν καί κριτήριο τῆς νεώτερης θεολογίας μας, ὡς «ἐμπειρική μαρτυρία τῆς ἐκκλησιαστικῆς γνησιότητος».

δ) Κοινωνία - ἐθνικό ὅραμα: Ἕνα ἀπό τά κυριότερα μέσα διαμόρφωσης τῆς εὐρωπαϊκῆς κοινωνίας ἦταν οἱ Χριστοήθειες. Εἶναι «ὁδηγοί καλῆς συμπεριφορᾶς» τοῦ πολίτη, «πῶς θά καθήση, πῶς θά φάη, πῶς θά μιλήση…». Οἱ νοοτροπίες αὐτές εἰσβάλλουν στήν Ἑλληνική κοινωνία μέσῳ κυρίως ἐκείνων, πού, μετά τίς σπουδές τους στήν Εὐρώπη, μεταφέρουν ἐδῶ τά ἤθη της. «Ὅλα δείχνουν ὅτι μιά βαθιά ἀλλοίωση ἔχει ἐπέλθει στή συγκρότησι τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας». «Ἡ παραδοσιακή Φιλοκαλία περνάει ἀπό δοκιμασία, ὥσπου νά ἀφομοιωθοῦν τά καινούρια, ἐνῷ παραμελοῦνται τά παλαιά». Εἶναι ἡ πρόκλησις τῆς Εὐρώπης στόν χῶρο τῆς κοινωνίας.

Παρ’ ὅλα αὐτά ἡ Χριστοήθεια τοῦ ἁγίου Νικόδημου ἔρχεται νά καλύψη καί θεωρητικά τὸ θέμα. Οἱ ἀναφορές τοῦ συγγραφέα εἶναι πατερικές καί ἁγιογραφικές. Δέν πρόκειται ἄρα γιά ἠθικές «νόρμες», ἀλλά γιά ἁγιοπνευματική ἐμπειρία. Ὁ Ἅγιος, πού μέ τό ἀσκητικό του πνεῦμα ἐνοχλεῖ τούς ἐκκοσμικευμένους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου, προτείνει τό αὐθεντικό ὀρθόδοξο-πατερικό ἦθος, ὡς τρόπο ἐκκλησιαστικῆς ὑπάρξεως.

Συμπερασματικά:

Ὁ ἅγιος Νικόδημος μὲ τὴν ζωή καὶ τὰ ἔργα του:

  1. Ἀνανέωσε τήν αὐθεντική Ὀρθόδοξη πνευματική ζωή, καθώς οἱ ἴδιοι, ἀσκηταί καί θεολόγοι ταυτόχρονα, τήν ἐβίωσαν καί τήν ἐδίδαξαν μέ τά θεόσοφα συγγράμματά τους.
  2. Ἀντιστάθηκε στήν ἀλλοτρίωσι ποὺ προκαλοῦσε ὁ εὐρωπαϊκός διαφωτισμός μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων.
  3. Στήριξε στήν Πίστι τούς Ὀρθοδόξους λαούς. Ἰσχυρό ἀνάχωμα ἔναντι τῆς λατινικῆς προπαγάνδας καί τοῦ προτεσταντικοῦ προσηλυτισμοῦ ὑπῆρξε τό θεολογικό του ἔργο, μέ τό ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία εὕρισκε τήν ἀπαραίτητη γιά τήν ἐποχή καί τά προβλήματά της θεολογική κατοχύρωσι.
  4. Ἀναπτέρωσε τό ἠθικό των ὑποδούλων Ὀρθοδόξων καλλιεργώντας μαρτυρικό ἦθος. Ὑπῆρξε ἀλείπτης πολλῶν νεομαρτύρων. Διαβάζοντας κανείς τό «Νέον Μαρτυρολόγιον» βλέπει πῶς ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος παρώτρυνε ὅσους ἤθελαν τὸ Μαρτύριο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ε΄ ὄντας τήν ἐποχὴ ἐκείνη στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐκείνους ποὺ ἐπιθυμοῦσαν τὸ μαρτύριο τοὺς ἔστελνε στὸν ἅγιο Νικόδημο γιὰ νὰ τούς ἐμψυχώση. 
  5. Ἔδωσε ἀπάντησι στά αἰτήματα τῶν καιρῶν. Ἀνάμεσα σέ αὐτά ἦταν ἡ ἀνάγκη νά ἐπανασυνδεθῆ ὁ «κανών τῆς προσευχῆς» μέ τόν «κανόνα τῆς πίστεως», δηλαδή νά βρεθῆ ξανά τό αὐθεντικό λειτουργικό ἦθος.
  6. Ἀνέδειξε μαζί μέ τούς ἄλλους ἁγίους, νέους ἁγίους στήν Ἐκκλησία. Ἡ ἴδια ἡ ζωή του ἦταν προσανατολισμένη στήν προοπτική τῆς κατά Χάριν Θεώσεως καί γι' αὐτό προέβαλε μέ τά συγγράμματά του τήν ἁγιότητα τῶν ἁγίων νεομαρτύρων καί συγχρόνων του ὁσίων ἀνδρῶν.Ἦταν ἀπόλυτος στὰ δογματικά θέματα. Ζώντας μέσα σὲ αὐστηρὸ πνεῦμα ζητώντας τὸ ἀπόλυτο καὶ τὸ τέλειο καί γνωρίζοντας πότε πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ ἠ Ἐκκλησία τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν οἰκονομία, δέν διστάζει νὰ μᾶς πῆ στὸ ἱερό «Πηδάλιο» ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ Πάπα νὰ συνδυάση πολιτική καὶ ἐκκλησιαστική ἐξουσία εἶναι ἀντίθετη μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν χαρακτηρίζει ὡς «μίξιν ἄμικτον» καὶ τὸ ἀποτέλεσμα «τέρας ἀλλόκοτον». Τὸ δὲ βάπτισμα τῶν Καθολικῶν τὸ θεωρεῖ ὡς μίασμα και ὄχι βάπτισμα. 
  7. Οἱ συμπροσευχές μέ ἑτεροδόξους, ἡ τάσις ἀναγνωρίσεως τοῦ βαπτίσματος τῶν ἑτεροδόξων καί κάποιες κοινές ποιμαντικῆς φύσεως πρωτοβουλίες μέ τούς ἑτεροδόξους, χάριν πρακτικῶν σκοπῶν καί ἄλλων σκοπιμοτήτων, παρακάμπτουν καί σήμερα τόν «κανόνα τῆς πίστεως».

Ἡ παρακαταθήκη του λοιπόν καὶ ὅλη ἡ διδασκαλία του εἶναι πολύτιμη καί στίς ἡμέρες μας. Ἡ ἐποχή του παρουσίαζε συμπτώματα παρόμοια μέ τήν δική μας.

Τὸ συγγραφικό του ἔργο

Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ δοῦμε πρῶτα σὲ μορφὴ ἁπλῆ τὰ ἔργα του καὶ κατόπιν μία μικρὴ ἀνάλυσι ἀπὸ τὰ ἔργα του, γιὰ νὰ γευθοῦμε ὅλοι μας κάτι σήμερα στὴν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπὸ τὸ Ὁσιακό του τέλος.

Λένε ὅτι στὰ 200 χρόνια παρουσιάζεται ἕνας ἄνθρωπος ποὺ νὰ ἔχη τὴν μορφὴ τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου• τὴν ὀξύνοια τοῦ νοῦ, τὴν ἀπόλυτη πίστι καὶ ἀγάπη στὸν Θεό, τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου, τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, ποὺ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἔκδοσι τόσων ἔργων «πρὸς κοινὴν τῶν Ὀρθοδόξων ὠφέλειαν», ὅπως τονίζει σὲ πολλὰ ἔργα του στὴν ἀρχὴ τοῦ βιβλίου.

Ἄς δοῦμε ὅμως πρῶτα ἐν περιλήψει τὰ γνωστὰ ἔργα του, διότι ὑπάρχουν καὶ ἄγνωστα καὶ ἀδημοσίευτα, τὰ ὁποῖα κάθε τόσο ἔρχονται στὴν ἐπιφάνεια. Γιὰ παράδειγμα ἀναφέρω ὅτι πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια ἡ Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα ἐξέδωσε ἕνα μικρὸ τευχίδιο μὲ τρεῖς ἐγκωμιαστικούς λόγους• στὸν ἁγ. Ἰω. τὸν Χρυσόστομο, στοὺς Ἀρχαγγέλους καὶ στὸν ἅγιο Νικόλαο. Τὸ 1972 ἡ ἐφημ. Ὁρθόδοξος Τύπος πάλι εἶχε δημοδιεύσει μία διατριβὴ, θὰ λέγαμε, περὶ Μοναχισμοῦ, ἀπάντησι σὲ κάποιον ποὺ ἀθέτησε τὴν ὑπόσχεσί του νὰ μονάση.

Πρέπει νὰ τονίσουμε πὼς ἀποτελεῖ ἰδιαίτερη εὐλογία γιὰ ὅλους μας ποὺ πολλὰ ἢ τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ἔργα του κυκλοφοροῦν σήμερα.

Α΄ ῾Ερμηνευτικά:

1. ῾Ερμηνεία Ψαλτηρίου (3τομον, σ. 1 800).
2. Ἑρμηνεία τῶν 14 ᾽Επιστολῶν τοῦ Ἀπ. Παύλου (3 τόμοι, σ. 1350).
3. Ἑρμηνεία τῶν 7 Καθολικῶν ᾽Επιστολῶν (σ. 370).

Β΄ Κανονικά:

4. ᾽Εξομολογητάριον (σ. 400).
5. Πηδάλιον (῾Ερμηνεία ἱερῶν Κανόνων, σελ. 880).

Γ΄ Ἀσκητικά, μυστικά, ἠθικά:

6. Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν (5τομο).
7. Εὐεργετινὸς (πατερικά, ἀσκητικὰ καὶ συναξαριακὰ κείμενα διατεθειμένα καθ' ὑπόθεσιν, 4τομος).
8. Περὶ συνεχοῦς θείας Μεταλήψεως (σ. 238).
9. Συμβουλευτικὸν ᾽Εγχειρίδιον, ἤτοι περὶ φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων, (σελ. 320).
10. Ἀλφαβηταλφάβητος ῾Οσίου Μελετίου ῾Ομολογητοῦ (σ. 885).
11. Ἅπαντα ἁγ. Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου. (σελ. 728).
12. Ἅπαντα ἁγ. Γρηγορίου Παλαμᾶ, 3τομον. (Δυστυχῶς μόνο ἡ εἰσαγωγὴ διεσώθη, δημοσιευθεῖσα εἰς Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια, 1883. Τὸ ὑπόλοιπο ἔργο χάθηκε πρὶν νὰ ἐκτυπωθῆ στὴν Βιέννη).
13. Ἀόρατος Πόλεμος (σ. 278).
14. Πνευματικὰ Γυμνάσματα (σελ. 608).
(Ὁ Ἀόρατος Πόλεμος καὶ τὸ Συμβουλευτικὸ Ἐγχειρίδιο, ἔχουν τὴν μεγαλύτερη διάδοσι).
15. Χριστοήθεια (σ. 400).
16. Βίβλος Βαρσανουφίου καὶ ᾽Ιωάννου, (835 ἐρωταποκρίσεις γιὰ διάφορες βαθύτατες πνευματικές ὑποθέσεις, ἀσκητικοῦ χαρακτῆρος).

Δ' Ἁγιολογικά:

17. Νέον ᾽Εκλόγιον (Βίοι ῾Οσίων).
18. Νέον Μαρτυρολόγιον (Βίοι Νεομαρτύρων, σελ 300).
19. Συναξαριστὴς τῶν 12 μηνῶν τοῦ ἐνιαυτοῦ (3τομος).
20. Λόγος ἐγκωμιαστικὸς εἰς Ἱ. Χρυσόστομον.

Ε' Λειτουργικά:

21. Θεοτοκάριον. (Συλλογὴ 62 Κανόνων εἰς Θεοτόκον).
22.Εὐχολόγιον.
23. Ἀπάνθισμα Ψαλτηρίου (᾽Επίτομον προσευχητάριον).
24. Κῆπος Χαρίτων (῾Ερμηνεία τῶν 9 ᾽Ωδῶν τῆς στιχολογίας, σελ. 347).
25. ῾Εορτοδρόμιον, (῾Ερμηνεία τῶν ἀσματικῶν Κανόνων τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ῾Εορτῶν, 2τομον, σ. 750).
26. Νέα Κλῖμαξ (Ἑρμηνεία τῶν 76 Ἀναβαθμῶν τῆς 8ήχου, σελ. 360).

ΣΤ΄ Ὑμνογραφικά:

27-78, ἤτοι 51 ὑμνογραφικὰ ἔργα (᾽Ακολουθίες πλήρεις ἢ συμπληρώσεις ἐλλιπῶν, Κανόνες, Κανόνες ΙΙαρακλητικοί, Οἶκοι κ.λ.π. εἰς διαφόρους Ἁγίους).

Ζ΄ ᾽Επιστολαί:

79. ᾽Επιστολαί δημοσιευμένες σὲ διάφορα βιβλία ἢ περιοδικά, καίτοι δὲν ἔχουν συγκεντρωθῆ ἀκόμη σὲ ἰδιαίτερο τόμο.

Η΄ Ἀπολογητικά:

80. Ὁμολογία πίστεως (προσωπικὴ ἀπολογία).

ΑΝΕΚΔΟΤΑ

Πρόκειται κυρίως περὶ ὑμνογραφικῶν ἔργων, πλὴν ὀλίγων διαφόρων, τὰ ὁποῖα διὰ τοῦτο παραθέτομεν ἄνευ κατατάξεως.
1. Περὶ ὀνείρων.
2. Πίναξ κατ' ἀλφάβητον διὰ θέατρον πολιτικόν.
3. Λόγος εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Ποιμένος.
4. Λόγοι τρεῖς περὶ μετανοίας.
5. Λόγοι ᾽Επιτάφιοι (διάφοροι),
6. Λόγος πανηγυρικὸς καὶ ᾽Ακολουθία εἰς τὴν λιτανείαν τῆς Εἰκόνος τῆς Θεοτόκου τοῦ Πρωτάτου.
7. Ἐπιστολαί.
8 - 37. ῾Υμνογραφικὰ διάφορα (᾽Ακολουθίαι, Κανόνες, Οἶκοι κ.λ.π.) σὲ διαφόρους Ἁγίους.
Σύνολο περίπου 80 πού εἶναι γνωστά καὶ 37 ἀνέκδοτα, δηλαδή 117 ἔργα.

Νομίζω ὅτι εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐκκλησιαστικός συγγραφέας, ἴσως ξεπερνᾶ καὶ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο.

Κύριο Θέμα: «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως»

Ε' Θεολογικό Συνέδριο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου

Video Συνεδρίου

Ε' Θεολογικό Συνέδριο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου   «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως»

Τό Σάββατο 5 Ὀκτωβρίου 2019, τό πρωΐ, 9:00-14:30, πραγματοποιήθηκε στήν Ναύπακτο καί στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τό Ε' Θεολογικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου μέ γενικό θέμα «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως».

Τό Συνέδριο πού ἔχει γίνει θεσμός πραγματοποιεῖται στά πλαίσια τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Ἱεροθέου καί ἀποτελεῖ συνέχεια τῆς ἑορτῆς τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου.

Τό πρωί 7:00-8.30 τελέσθηκε θεία Λειτουργία στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου.

Ἔπειτα, στήν κατάμεστη Αἴθουσα τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου, μετά τά ἐπίκαιρα τροπάρια πού ἔψαλε χορός Ἱεροψαλτῶν ὑπό τόν κ. Παντελῆ Ἀναστασόπουλο, ἀκολούθησαν τά μηνύματα καί οἱ χαιρετισμοί τῶν ἐπισήμων.

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης κ. Ἱερόθεος ἀνέγνωσε τά μηνύματα τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου καί τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου.

Παναγιώτατος στό μήνυμά του ἀνέφερε, μεταξύ ἄλλων:

«...Συνεχίζετε τήν ὡραίαν παράδοσιν θεολογικῶν συναντήσεων, ἀναγνωρίζοντες εἰς τήν θεολογίαν τήν θέσιν καί τήν ἀξίαν τήν ὁποίαν ὀφείλει νά κατέχῃ εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας.... Ἐπαινοῦμεν δέ καί τήν ἀφιέρωσιν τοῦ παρόντος Συνεδρίου εἰς τόν Ἅγιον Νικόδημον τόν Ἁγιορείτην ὡς φορέα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως ὁ Ἅγιος ἔζησεν ὅλον τόν βίον του ἐν προσευχῇ καί ἐν ἄκρᾳ ταπεινοφροσύνῃ, ζητῶν νά μεταλαμπαδεύσῃ εἰς τούς πιστούς τήν νοεράν προσευχήν, τήν νηπτικήν ἄσκησιν, τήν συχνήν συμμετοχήν εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν λατρείαν καί τήν σπουδήν τῆς Πατερικῆς σοφίας.... Ὁ Ἅγιος Νικόδημος εἶναι φορεύς μιᾶς Παραδόσεως, ἡ ὁποία εἶναι παρουσία ζῶσα καί ζωοποιός εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ὑπάρχει εἰς τήν Ἐκκλησίαν περίοδος χωρίς Ἁγίους καί Μάρτυρας τῆς πίστεως, χωρίς τάς χαρισματικάς μορφάς τῆς πνευματικότητος, τῆς ἀσκήσεως, τῆς θυσιαστικῶς ἀγαπώσης καρδίας. Ἡ ἁγιότης, ἡ ἀναγνώρισις Ἁγίων καί ἡ ἁγιοκατάταξις ἀνήκουν εἰς τόν πυρῆνα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.... Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, κατασπαζόμενοι ἀδελφοποθήτως τήν ὑμετέραν προσφιλεστάτην Ἱερότητα ἐπί τῇ ὀνομαστικῇ ἑορτῇ, εὐχαριστοῦμεν διά τήν ἀποστολήν τοῦ προσφάτως κυκλοφορηθέντος πονήματος ὑμῶν Τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας μέ ἀναφορά στό Οὐκρανικό ζήτημα, διά τοῦ ὁποίου ἐξαίρετε τήν "ὀμορφιά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας" καί προβάλλετε τήν ἐκκλησιολογικῶς καί κανονικῶς τεθεμελιωμένην θέσιν ὅτι «τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι "συνοδικόν ἱεραρχικῶς" καί "ἱεραρχικόν συνοδικῶς"» (ὅλο τό μήνυμα τοῦ Παναγιωτάτου δημοσιεύεται στό παράρτημα τοῦ παρόντος).

Μακαριώτατος στό δικό του μήνυμα ἀνέφερε, μεταξύ ἄλλων:

«Ἡ Ἐκκλησία μας βλέπει σ’ αὐτόν (τόν ἅγιο Νικόδημο) ἕνα νέο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας πού, μέ γνώση καί ὀξύνοια, μᾶς μεταφέρει τή θεολογία τῶν μεγάλων Πατέρων τοῦ παρελθόντος. Ἕνα πνευματικό δάσκαλο καί μυσταγωγό πού δεσπόζει στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὁδηγεῖ τούς χριστιανούς στή σωτηρία. Συγχαίρω τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεο καί εὔχομαι μέ τήν εὐκαιρία καί τῆς ὀνομαστικῆς του ἑορτῆς πολυετῆ καί ἀγλαόκαρπο τήν ἀρχιερατική διακονία» (ὅλο τό μήνυμα τοῦ Μακαριωτάτου δημοσιεύεται στό παράρτημα τοῦ παρόντος).

Στήν συνέχεια ἀπηύθυνε χαιρετισμό ὁ Βουλευτής Αἰτωλοακαρνανίας κ. Δημήτριος Κωνσταντόπουλος, καί μεταξύ ἄλλων εἶπε: «Σεβασμιώτατε, νά εὐχηθῶ ὑγεία, δύναμη καί μακροημέρευση. Νά τονίσω ὅτι ἀποτελεῖτε πυξίδα γιά τόν ἁπλό καί σύγχρονο κόσμο μέ τό πλούσιο συγγραφικό, θεολογικό καί ἐκκλησιαστικό σας ἔργο... Εἶναι μεγάλη τιμή καί χαρά νά παρευρίσκομαι σήμερα στό Θεολογικό Συνέδριο πού διοργανώνει ἡ Ἱερή Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου γιά 5η συνεχῆ χρονιά. Ἕνα συνέδριο πού ἔχει γίνει θεσμός γιά τήν πόλη μας, τή Ναύπακτο, καί παρέχει τήν εὐκαιρία γιά συζήτηση καί ἀνάδειξη σημαντικῶν θεολογικῶν θεμάτων μέ τή συμμετοχή διακεκριμένων καθηγητῶν καί πατέρων, λαμπρῶν πνευματικῶν προσωπικοτήτων. Τό σημερινό συνέδριο εἶναι ἀφιερωμένο στόν Ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἔζησε τόν 18ο αἰώνα, πρίν τήν ἑλληνική ἐπανάσταση καί μέ τό ἔργο του ἐνδυνάμωσε τήν πίστη τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων, στήριξε τήν ταυτότητά τους, ἑλληνική καί χριστιανική.... Ἦταν πραγματικά ἕνα φαινόμενο τῆς ἐποχῆς του. Εἶχε ἑλληνική καί χριστιανική παιδεία καί γνώριζε ἄριστα τήν ὁμηρική γλώσσα, τήν ἀρχαία ἑλληνική φιλοσοφία καί τή συνδύαζε μέ τή χριστιανική πίστη.... Θερμά συγχαρητήρια στήν Ἱερά Μητρόπολη γιά τή διοργάνωση, τό πλούσιο καί ἀγόγγυστο ἔργο της».

Δήμαρχος Ναυπακτίας κ. Βασίλειος Γκίζας, στόν χαιρετισμό του εἶπε, μεταξύ ἄλλων, «νομίζω ὅτι τό ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό τῶν Συνεδρίων τῆς Μητροπόλεως ἀλλά καί τό στίγμα τοῦ Μητροπολίτη εἶναι ὅτι δέν συζητᾶμε ἐδῶ γενικά καί τετριμμένα γιά θεολογικά θέματα οὔτε ἁπλῶς ἀνταλλάσσουμε ἀπόψεις, ἀλλά γίνεται προσπάθεια γιά διείσδυση στά βαθύτερα πατερικά μηνύματα καί κυρίως στήν παράδοση, πού ἀποτελεῖ ζωή γιά τήν Ἐκκλησία». Καί ἀναφέρομενος στό θέμα τοῦ Συνεδρίου καί στόν ἅγιο Νικόδημο εἶπε: «Θεωρῶ ὅτι τό κομβικό σημεῖο στήν ὅλη του βιοτή καί τό ἔργο του, πού τόν κατατάσσει πραγματικά ὡς φορέα τῆς παραδόσεως, μεταξύ τῶν πολλῶν του χαρισμάτων, εἶναι αὐτό, τό ὅτι ἀντιστρατεύθηκε σέ αὐτήν τήν παθογένεια πού ὀνομάζεται ἐκκοσμίκευση τῆς Ἐκκλησίας». Καί κατέληξε: «Εὔχομαι χρόνια πολλά στόν Μητροπολίτη γιά τήν ὀνομαστική του ἑορτή καί τοῦ εὔχομαι νά συνεχίζη καί αὐτός, ὅπως ἤδη τό κάνει σέ μεγάλο βαθμό, στά χνάρια τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτη, δηλαδή στό νά καταπολεμᾶται ἡ ἔννοια αὐτή τῆς ἐκκοσμίκευσης καί στήν σύγχρονη Ἐκκλησία».

Ἐπίσης ἀπηύθυναν χαιρετισμό ὁ Ἀστυνομικός Διευθυντής Αἰτωλίαςκ. Ἰωάννης Νταλαχάνης καί ὁ Πρόεδρος τοῦ Δικηγορικοῦ Συλλόγου Μεσολογγίου καί Ναυπάκτου κ. Χρῆστος Παΐσιος.

Ε' Θεολογικό Συνέδριο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου   «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως»

*

Ἔπειτα, ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος ἔκανε μιά σύντομη εἰσαγωγική ὁμιλία, στήν ὁποία συνέδεσε τό θέμα τοῦ Συνεδρίου μέ τήν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως καί τόνισε τήν ἀξία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, θυμίζοντας λόγους τοῦ ἀειμνήστου Μοναχοῦ Θεοκλήτου Διονυσιάτη. (Ὁλόκληρη δημοσιεύεται στό παράρτημα τοῦ παρόντος.)

Ἀκολούθησαν οἱ εἰσηγήσεις. Οἱ εἰσηγητές τοῦ Συνεδρίου καί οἱ ἀντίστοιχες εἰσηγήσεις τους (περιλήψεις τῶν εἰσηγήσεων δημοσιεύονται στό παράρτημα τοῦ παρόντος) ἦταν οἱ ἑξῆς:

Ἀρχιμανδρίτης Βενέδικτος Νεοσκητιώτης,Γέρων Ἱ.Κελλίου Ἁγίου Σπυρίδωνος Νέας Σκήτης Ἁγίου Ὄρους, μέ θέμα: Βίος καί ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου (τήν εἰσηγήσή του ἀνέγνωσε ὁ Πρωτοσύγκελλος τῆς Μητροπόλεως Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργᾶτος). Ἀρχιμανδρίτης Ἀρίσταρχος Γκρέκας, Ἐπίκουρος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν μέ θέμα:            Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὡς ἑρμηνευτική κλείδα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως τῶν Πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας. Ἀρχιμανδρίτης π. Γρηγόριος Παπαθωμᾶς, Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, μέ θέμα: Λόγοι συγγραφῆς καί μεθοδολογία τῆς κατάρτισης τοῦ Πηδαλίου. Συμεών Πασχαλίδης, Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, μέ θέμα: Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς στούς Νεομάρτυρες κατά τό ἁγιολογικό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Μπορεῖ κάθε μάρτυρας νά εἶναι μάρτυρας πίστεως;Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος, μέ θέμα: Τό αὐτεξούσιο στήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Πρωτοπρεσβύτερος Θωμᾶς Βαμβίνης, μέ θέμα: Ἡ ἐν Χριστῷ ζωῇ (μυστήρια καί ἄσκηση): ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στά συγγράμματα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.Ε' Θεολογικό Συνέδριο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου   «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως»

Ἀκολούθησαν ἐρωτήσεις πρός τούς εἰσηγητές καί συζήτηση, πού παρέτεινε τό Συνέδριο μία ὥρα ἐπί πλέον, μέ ἀμείωτο τό ἐνδιαφέρον.

Τέλος, ὁ Σεβασμιώτατος συγκεφαλαίωσε τά λεχθέντα, ὑπογραμμίζοντας μερικά βασικά σημεῖα τοῦ Συνεδρίου, ἤτοι:

  1. Τό Συνέδριό μας ἔκανε μιά μικρή προσπάθεια προσεγγίσεως τῆς θεολογίας καί τῆς προσφορᾶς τοῦ μεγάλου αὐτοῦ θεολόγου τῆς Ἐκκλησίας μας.
  2. Ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀφομοίωσε ὅλη τήν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέσα ἀπό τήν φλεγόμενη καρδιά του ἀπό ἀγάπη στόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Αὐτή ἡ ἀφομοίωση φαίνεται ἐκτός τῶν ἄλλων καί στό «Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον» καί τό «Ἑορτοδρόμιον».
  3. Ὁ ἅγιος Νικόδημος εἶχε ἀντιδράσεις καί ἀπό τόν διάβολο, πού τόν πολέμησε ποικιλοτρόπως, καί ἀπό μοναχούς καί συναγωνιστές του, ἀλλά ἐκεῖνος ἀντιμετώπιζε τίς ἀντιδράσεις αὐτές μέ ἀπαθῆ τρόπο, δεῖγμα ὅτι ἦταν θεούμενος.
  4. Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἦταν σημαντική στήν ἐποχή του γιά τήν διατήρηση τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καί γιά τήν προετοιμασία τῆς Ἐπαναστάσεως, ἀλλά εἶναι σημαντική καί γιά τήν ἐποχή μας, γιατί συνδέει τήν ὀρθόδοξη πίστη μέ τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί τήν νηπτική-ἡσυχαστική παράδοση.

*

Ὁ Σεβασμιώτατος εὐχαρίστησε τούς συντελεστές καί ὅσους βοήθησαν ποικιλοτρόπως στήν διοργάνωσή του, ἤτοι: τούς Εἰσηγητές, τούς Ἐπισήμους προσκεκλημένους, τόν τηλεοπτικό σταθμό «Λύχνος» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, τόν τεχνικό Δημήτριο Ἰωάννου, τόν κ. Ἀντώνιο Ποταμίτη καί τήν Βιοτεχνία του μέ τά προϊόντα «Εὐλογία», τούς διαφόρους δωρητές πού ἔδωσαν χρηματικά ποσά γιά τό Συνέδριο, τήν Ἀστυνομία καί Τροχαία Ναυπάκτου, ὅσους βοήθησαν ἐφέτος στήν συντήρηση τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου γιά νά στεγάζη τίς δραστηριότητες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως (Βιβή Λαγαροῦ, Παναγιώτα Κοτρώνη, Ἑταιρεία Πασίση, Χαράλαμπο Σύψα, ἀνώνυμο), τίς κυρίες τῶν Συνδέσμων Ἀγάπης τῶν Ναῶν τῆς πόλη μας γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν συνέδρων καί ὅλους τούς συνεργάτες.Ε' Θεολογικό Συνέδριο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου   «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως»

Μετά τό Συνέδριο παρετέθη τράπεζα πρός τιμήν τῶν Εἰσηγητῶν στήν αἴθουσα ἐκδηλώσεων τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἁγίου Δημητρίου.

 

Φωτογραφίες

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Μήνυμα Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου:

«Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Ἱερόθεε, χάρις εἴη τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι καί εἰρήνη παρά Θεοῦ.

Χαιρετίζομεν ἐκ Φαναρίου τήν ἐν τῇ θεοτηρήτῳ ὑμῶν Ἐπαρχίᾳ διοργάνωσιν τοῦ Ε΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου μέ θέμα «Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, φορέας τῆς ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως», ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῶν ὑμετέρων ὀνομαστηρίων. Οὕτω συνεχίζετε τήν ὡραίαν παράδοσιν θεολογικῶν συναντήσεων, ἀναγνωρίζοντες εἰς τήν θεολογίαν τήν θέσιν καί τήν ἀξίαν τήν ὁποίαν ὀφείλει νά κατέχῃ εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας, καί δίδοντες εἰς τούς συμμετέχοντας τήν εὐκαιρίαν νά συμπνευματισθοῦν καί νά συζητήσουν σημαντικά διά τήν ὀρθόδοξον πνευματικήν καί πολιτισμικήν ταυτότητα θέματα.

Ἐπαινοῦμεν δέ καί τήν ἀφιέρωσιν τοῦ παρόντος Συνεδρίου εἰς τόν Ἅγιον Νικόδημον τόν Ἁγιορείτην ὡς φορέα τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, μέ ἀφορμήν καί συμπλήρωσιν 270 ἐτῶν ἀπό τῆς γεννήσεως καί 210 ἐτῶν ἀπό τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του. Ὁ Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης κατετάγη ὑπό τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ καθ’ ἡμᾶς Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐπισήμως εἰς τήν «χορείαν τῶν ὁσίων» κατά τό ἔτος 1955, ἐπί πατριαρχείας τοῦ ἀοιδίμου προκατόχου τῆς ἡμῶν Μετριότητος κυροῦ Ἀθηναγόρου. Μεταξύ τῶν ὅρων ἁγιοκατατάξεως, τούς ὁποίους ἐξήτασεν ἡ Κανονική Συνοδική Ἐπιτροπή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἦτο ἡ ὁσιότης καί ἡ δεδοκιμασμένη ἁγιότης του. Πράγματι, ὁ Ἅγιος ἔζησεν ὅλον τόν βίον του ἐν προσευχῇ καί ἐν ἄκρᾳ ταπεινοφροσύνῃ, ζητῶν νά μεταλαμπαδεύσῃ εἰς τούς πιστούς τήν νοεράν προσευχήν, τήν νηπτικήν ἄσκησιν, τήν συχνήν συμμετοχήν εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν λατρείαν καί τήν σπουδήν τῆς Πατερικῆς σοφίας. Τοῦτο ἐπέτυχεν ὁ Ἅγιος Νικόδημος καί μέσῳ τοῦ ἐντυπωσιακοῦ συγγραφικοῦ του ἔργου, τό ὁποῖον περιλαμβάνει ἐπιμέλειαν καί ἐπεξεργασίαν ἀνεκδότων κατά τό πλεῖστον κειμένων, ἀλλά καί τήν συγγραφήν νέων πονημάτων. Κορυφαῖα ἔργα τῆς νηπτικῆς θεολογίας ἀποτελοῦν ἡ Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν, ἡ ὁποία ἐσφράγισε τήν ἀναγέννησιν τῆς Ὀρθοδόξου θεολογικῆς σκέψεως κατά τόν 19ον καί τόν 20ον αἰώνα, καί ὁ Εὐργετινός. Ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, εἰς τόν τομέα τῆς ποιμαντικῆς, καθοριστική ὑπῆρξεν ἡ συμβολή τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου εἰς τήν καλλιέργειαν τῆς τακτικῆς μεταλήψεως τῶν Τιμίων Δώρων, μέσῳ τοῦ ἔργου Περί συνεχοῦς Μεταλήψεως, ἀλλά καί τοῦ Ἐξομολογηταρίου, μέ τό ὁποῖον διεκρίθη καί ὡς κανονολόγος.

Ἡ νομοκανονική σκέψις τοῦ Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ἀποτυποῦται κυρίως εἰς τό Πηδάλιον. Πρόκειται περί συλλογῆς τῶν θείων καί ἱερῶν κανόνων τῆς καθ’ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, συνοδευομένων ὑπό ἑρμηνευτικῶν σχολίων, καθώς καί σημειωμάτων ἄρσεως φαινομενικῶν ἀντινομιῶν μεταξύ τῶν κανόνων, τήν ὁποίαν ἐξέδωκεν εἰς Λειψίαν ἐν ἔτει 1800, ἀδείᾳ καί προτροπῇ τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Τό Πηδάλιον ἐσημάδευσεν ἀνεξιτήλως τήν σύγχρονον Ὀρθόδοξον θεολογίαν καί τό κανονικόν δίκαιον. Συχνάκις, ὁ Ἅγιος Νικόδημος κατηγορεῖται διά τό συντηρητικόν καί νομικιστικόν πνεῦμα, τό ὁποῖον δῆθεν τό Πηδάλιον ἀποπνέει. Ἡ πραγματικότης ὡστόσον εἶναι ὅτι ὁ Ἅγιος δέν ἀπεδέχθη τήν διατήρησιν καί συνέχισιν τῶν παραδεδεγμένων ἐν τῇ ἐποχῇ του κανονικῶν πρακτικῶν. Ἀντιθέτως, μέ τήν συγγραφήν καί ἔκδοσιν τοῦ Πηδαλίου ἠγωνίσθη σθεναρῶς διά τήν ἀπάλειψιν «νενοθευμένων» και «ψευδεπιγράφων» κανόνων καί διά τήν ἀποκάθαρσιν τῆς κανονικῆς παραδόσεως ἀπό «παρεξηγημένας», «ἀλλοκότους» καί «ἐσφαλμένας» ἑρμηνευτικάς προσεγγίσεις τῶν ἱερῶν κανόνων. Δέν ἐνδιεφέρετο διά τήν συντήρησιν ἀλλά διά τήν ἀνατροπήν τῶν τότε κρατουσῶν κανονικῶν πρακτικῶν καί διά τήν ἀνανέωσιν τῆς κανονικῆς παραδόσεως, τήν ὁποίαν ἀντελαμβάνετο ὄχι ὡς μουσειακόν εἶδος ἀλλά ὡς ἀνταποκρινομένην εἰς τάς ἑκάστοτε ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν. Διά τόν Ἅγιον Νικόδημον οἱ κανόνες δέν ἔχουν τιμωρητικόν ἀλλά ἀποκλειστικῶς σωτηριολογικόν χαρακτῆρα, ἀποσκοποῦντες είς τό «πλανώμενον πρόβατον ἐπαναγαγεῖν, καί τρωθέν ὑπό τοῦ ὄφεως ἐξιάσασθαι....οἰκονομοῦντες σοφῶς τόν πρός τήν ἄνω λαμπροφορίαν καλούμενον ἄνθρωπον» (Κανών ΡΒ΄ τῆς ἐν Τρούλλῳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου) καί εἶναι ξένοι πρός τόν νομικισμόν. Διά τόν Ἅγιον τό κανονικόν δίκαιον δέν εἶναι ἀποκεκομμένον ἀπό τόν ὑπαρξιακόν προβληματισμόν, ἀλλά ἀποτελεῖ ἐργαλεῖον ἐκφράσεως τῆς ἐν τῇ γῇ Ἐκκλησίας ὡς πιστῆς ἀποτυπώσεως τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας.

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος εἶναι φορεύς μιᾶς Παραδόσεως, ἡ ὁποία εἶναι παρουσία ζῶσα καί ζωοποιός εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ὑπάρχει εἰς τήν Ἐκκλησίαν περίοδος χωρίς Ἁγίους καί Μάρτυρας τῆς πίστεως, χωρίς τάς χαρισματικάς μορφάς τῆς πνευματικότητος, τῆς ἀσκήσεως, τῆς θυσιαστικῶς ἀγαπώσης καρδίας. Ἡ ἁγιότης, ἡ ἀναγνώρισις Ἁγίων καί ἡ ἁγιοκατάταξις ἀνήκουν εἰς τόν πυρῆνα τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς ἀπεφάνθη πνευματοκινήτως ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, «οἱ ἅγιοι ἐνσαρκώνουν τήν ἐσχατολογικήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀέναον δοξολογίαν ἐνώπιον τοῦ ἐπιγείου καί τοῦ ἐπουρανίου θρόνου τοῦ «Βασιλέως τῆς δόξης» (Ψαλμ. κγ΄, 7) εἰκονίζοντες τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ἐγκύκλιος,§ 4). Δέν νοεῖται ἁγιότης ἐκτός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἐφ’ ὅσον αὕτη εἶναι «μετοχή τῶν ἀνθρώπων εἰς τήν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ «κοινωνίᾳ τῶν Ἁγίων». (ὅ.π). Ἡ ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν βιοτή τῶν Ἁγίων, τά ἱερά λόγια καί τά πνευματέμφορτα συγγράμματα, τά τίμια λείψανα καί τά σεπτά εἰκονίσματά των, οἱ ἀφιερωμένοι εἰς αὐτούς ναοί καί τά ἐξωκκλήσια, ἀποτελοῦν μαρτυρίαν ὅτι «τά ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδού γέγονε καινά τά πάντα» (Β΄Κορ. ε΄, 17).

Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, κατασπαζόμενοι ἀδελφοποθήτως τήν ὑμετέραν προσφιλεστάτην Ἱερότητα ἐπί τῇ ὀνομαστικῇ ἑορτῇ, εὐχαριστοῦμεν διά τήν ἀποστολήν τοῦ προσφάτως κυκλοφορηθέντος πονήματος ὑμῶν Τό συνοδικό καί ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας μέ ἀναφορά στό Οὐκρανικό ζήτημα, διά τοῦ ὁποίου ἐξαίρετε τήν «ὀμορφιά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας» καί προβάλλετε τήν ἐκκλησιολογικῶς καί κανονικῶς τεθεμελιωμένην θέσιν ὅτι «τό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι «συνοδικόν ἱεραρχικῶς» καί «ἱεραρχικόν συνοδικῶς».

 Ἐπί δέ τούτοις, εὐχόμενοι ἐπιτυχῆ κατά πάντα διεξαγωγήν τοῦ Ε΄ Θεολογικοῦ Συνεδρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, ἐπικαλούμεθα ἐπί τούς συνέδρους, πρεσβείαις τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἱερόθεου, Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, καί τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τήν χάριν καί τό ἔλεος τοῦ ἐν Τριάδι προσκυνουμένου καί σώσαντος τό ἀδαμιαῖον γένος «μιᾷ φιλανθρωπίᾳ» Θεοῦ τῶν Πατέρων ἡμῶν.

Ὁ Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης, ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός Βαρθολομαῖος».

*

Μήνυμα Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου:

«Μήνυμα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, κ. Ἱερωνύμου Β΄

Χαιρετίζω τήν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τοῦ 5ου Θεολογικοῦ Συνεδρίου μέ τίτλο «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως», τό ὁποῖο διοργανώνει ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἰερόθεου Α΄ Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν.

 Ὁ πολυγραφότατος ἅγιος Νικόδημος σημάδεψε μέ τήν προσωπικότητα καί τό ἔργο του τά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνα καί ἐπηρέασε σημαντικά τήν πνευματική ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπό κεῖ καί στό ἑξῆς. Δέν εἶναι μόνο το ἐμβληματικό «Πηδάλιον» καί τό «Συμβουλευτικόν ἐγχειρίδιον», εἶναι καί ἡ «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν» καί ἐγώ «Εὐεργετινός». Εἶναι ἐπίσης ὁ «Συναξαριστής» καί τό «Περί συνεχοῦς θείας Μεταλήψεως», καθώς καί ἡ προσφορά του στήν Ὑμνολογία καί τή Λατρεία, εἶναι ἀσφαλῶς καί ὁ ὁσιακός βίος του, πού τόν ἀνέδειξαν σέ τροφοδότη τοῦ Κολλυβαδικοῦ κινήματος καί ἐμπνευστή πνευματικό τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ὥς τή σύγχρονη ἐποχή, ὅπως ἔχει εὔστοχα ἐπισημανθεῖ.

 Ὁ Ἅγιος ἀμφισβητήθηκε ἀπό πολλούς. Διατυπώθηκε ἡ ἄποψη ὅτι ἀνάμεσα στίς ψυχικές ἐγγραφές πού διαμόρφωσαν τήν ταυτότητα τοῦ νεοέλληνα μπορεῖ νά διακρίνει κανείς πρωταγωνιστικό τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἰδιαίτερα μέσα ἀπό τήν Φιλοκαλία. Κάποιοι προσάπτουν ἀρνητικό πρόσημο σ’ αὐτή τή συνεισφορά. Δέ χωρεῖ ὡστόσο ἀμφιβολία ὅτι πρόκειται γιά μία ἐξέχουσα μορφή τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

 Ἡ Ἐκκλησία μας βλέπει σ’ αὐτόν ἕνα νέο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας πού, μέ γνώση καί ὀξύνοια, μᾶς μεταφέρει τή θεολογία τῶν μεγάλων Πατέρων τοῦ παρελθόντος. Ἕνα πνευματικό δάσκαλο καί μυσταγωγό πού δεσπόζει στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὁδηγεῖ τούς χριστιανούς στή σωτηρία.

 Συγχαίρω τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεο καί εὔχομαι μέ τήν εὐκαιρία καί τῆς ὀνομαστικῆς του ἑορτῆς πολυετῆ καί ἀγλαόκαρπο τήν ἀρχιερατική διακονία.

 Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος

 Ἱερώνυμος Β΄».

*

Εἰσαγωγική ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου

«Τό Θεολογικό Συνέδριο τό ὁποῖο ἀρχίζει σήμερα εἶναι τό πέμπτο κατά σειρά καί δοξάζω τόν Θεό γιά τό γεγονός αὐτό. Εἶναι σημαντικό νά ἀκούγεται ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας πάνω σέ διάφορα σύγχρονα θέματα. Σέ μιά ἐποχή πού οἱ ἄνθρωποι χρησι­μο­ποιοῦν διάφορα ἄλλα ἀνθρωποκεντρικά συστήματα γιά νά ἑρμηνεύουν τόν κόσμο, ὅπως τήν φιλοσοφία, τήν κοινωνιολογία, τήν πολιτική, τήν ἠθική κλπ. εἶναι ἀρκετά ἐνδιαφέρον νά ἐξε­τάζουμε τήν ὀρθόδοξη θεολογία ὡς ἑρμηνευτικό κλειδί γιά νά ἀντιμε­τωπίζουμε τά προβλήματά μας καί ὅσα σχετίζονται μέ τήν ζωή μας.

Τό φετεινό Θεολογικό Συνέδριο ἔχει ὡς κεντρικό θέμα τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, πού γεννήθηκε στήν Νάξο τό ἔτος 1749, ἐμόνασε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐκεῖ ἐκοιμήθη τό 1809. Τό θέμα αὐτό δέν τέθηκε τυχαίως, ἀλλά ἔχει ἕναν ἰδιαίτερο σκοπό.

Τό ἔτος 2021, δηλαδή ὕστερα ἀπό δύο χρόνια, θά ἑορτασθοῦν τά 200 χρόνια ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Ὅλοι ἑτοιμάζονται γι’ αὐτόν τόν ἑορτασμό, αὐτό κάνει καί ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλά δέν πρέπει νά ἐξαφανισθῆ ἀπό τήν μνήμη μας, ποιός ἦταν ὁ χαρακτήρας τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστατῶν, καί πῶς παρέμεινε ἄσβεστο τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς ρωμηοσύνης πάνω ἀπό τετρακόσια χρόνια σκλαβιᾶς. Γιατί δέν εἶναι μόνο ἡ Τουρκο­κρατία, ἀλλά καί αὐτό πού προηγήθηκε, δηλαδή ἡ Φραγκοκρατία καί ἡ Ἑνετοκρατία. Αὐτό τό ἔκανε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ὅλη θεολογία καί ζωή της.

Ἕνα μεγάλο τέκνο τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἔπαιξε σημαντικό ρόλο γιά τήν διατήρηση τῆς ρωμαίικης παράδοσης τοῦ Γένους μας τήν περίοδο αὐτήν, ἀλλά καί τήν ἀφύπνησή της εἶναι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.

Ὁ ἴδιος ὡς ἐργατική μέλισσα συγκέντρωσε ὅ,τι ἐκλεκτό ὑπάρχει ἀπό τήν ὅλη παράδοσή μας καί τό παρουσίασε μέ κείμενα πού ἦταν παρηγοριά στόν λαό. Ὁ ἴδιος ἦταν μιά ὀλόκληρη Θεολογική Σχολή στήν περίοδο τῆς δουλείας, ἀλλά καί ἕνας φωτεινός φάρος πού ἔδειχνε τό φῶς μέσα στό σκοτάδι τῆς σκλαβιᾶς.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἦταν ὁ κορυφαῖος Πατέρας τῆς φιλοκα­λικῆς-ἡσυχαστικῆς κίνησης τοῦ 18ου αἰῶνος, πού ἀντιστά­θηκε στό ρεῦμα τοῦ δυτικοῦ διαφωτισμοῦ καί παρουσίασε τόν πλοῦτο τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας.

Ὁ μοναχός π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, Ναυπάκτιος κατά τήν καταγωγή, ἤδη ἀπό τό ἔτος 1958, ὅταν ἤμουν μαθητής δευτέρας Γυμνασίου, συνέγραψε σέ ἕνα βιβλίο τόν βίο, τήν πολιτεία καί τήν συγγραφική παραγωγή τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Τό βιβλίο αὐτό ἐπιγράφεται «ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης, ὁ βίος καί τά ἔργα του», καί ὅπως φαίνεται ἀπό τόν τίτλο καί τόν ὑπότιτλό του ἀναλύει τόσο τόν βίο του ὅσο καί τά βιβλία πού συνέγραψε. Ἐκπλήσσεται κανείς ἀπό τήν ὅλη αὐτήν ἀνάλυση μέ τήν θεολογική κατάρτιση καί τήν σοφία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.

Στό Θεολογικό αὐτό Συνέδριο θά γίνουν οἱ ἀκόλουθες εἰσηγήσεις:

  • Ἀρχιμανδρίτης Βενέδικτος Νεοσκητιώτης, Γέρων Ἱ. Κ. Ἁγ. Σπυρίδωνος, μέ θέμα: Βίος καί ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.
  • Ἀρχιμανδρίτης Ἀρίσταρχος Γκρέκας, Ἐπίκουρος Καθη­γητής Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, μέ θέμα: Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὡς ἑρμηνευτική κλείδα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως τῶν Πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας.
  • Ἀρχιμανδρίτης π. Γρηγόριος Παπαθωμᾶς, Καθηγητής Θε­ο­λογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν, μέ θέμα: Λόγοι συγγραφῆς καί μεθοδο­λογία τῆς κατάρτισης τοῦ Πηδαλίου.
  • Συμεών Πασχαλίδης, Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσ­σα­λονίκης, μέ θέμα: Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί οἱ προϋπο­θέσεις αὐτῆς στούς Νεομάρτυρες κατά τό ἁγιολογικό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Μπορεῖ κάθε μάρτυρας νά εἶναι μάρ­τυρας πίστεως;
  • Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος: Τό αὐτεξούσιο στήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου.
  • Πρωτοπρεσβύτερος Θωμᾶς Βαμβίνης, μέ θέμα: Ἡ ἐν Χριστῷ ζωῇ (μυστήρια καί ἄσκηση): ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγο­ρίου τοῦ Παλαμᾶ στά συγγράμματα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ἡ θεματολογία αὐτή δέν καλύπτει ὅλο τό εὗρος τῆς προσφορᾶς καί τῆς προσωπικότητος τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἀλλά τονίζει μερικά ἐνδεικτικά σημεῖα ἀπό τόν βίο, τήν πολιτεία του καί τήν συγγραφική παραγωγή του. Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης στόν Ἐπίλογο τοῦ βιβλίου πού προαναφέρθηκε, γράφει:

«Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὑπῆρξε μέγας ἅγιος καί κατ’ ἐξοχήν διδάσκαλος τῆς οἰκουμενικῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ ὅπου ἤγγισεν ὁ κάλαμός του, κατέλιπεν ἀνεξίτηλα τά ἴχνη τῆς μεγάλης καί φωτεινῆς προσωπικότητός του. Ἀλλά δέν ἦτο μόνον προσω­πικότης κατά τήν σημερινήν ἀντίληψιν. Ὑπῆρξεν ἱερός μυστα­γωγός τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καί τῶν "μυστηρίων τοῦ Χρι­στοῦ"».

«Ἐν ἑαυτῷ συνεδύασεν εἰς μίαν ἁρμονικήν ἑνότητα, τόν ὅσιον, τόν φιλόσοφον, τόν μαχητήν, τόν διδάσκαλον, τόν ἀπο­λογητήν, τόν συγγραφέα, τόν ὁμολογητήν καί μάρτυρα τῆς ἀληθείας, τόν ἐθνικόν ἄνδρα, τόν βαθυστόχαστον ἐργάτην καί ὁραματιστήν τῆς ἀναστάσεως τοῦ δουλεύοντος γένους».

«Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ὀλίγους ἔχει νά ἐπιδείξῃ Ὁσί­ους καί ἐν ταὐτῷ συγγραφεῖς πολυγραφωτάτους».

«Ἦτο μέγας θεολόγος, ὑπό τήν εὑρυτέραν τοῦ ὅρου ἐκδο­χήν, καταλιπών ἔργον τεράστιον, προσωπικόν, ἑνιαῖον, ὑπεύ­θυνον, ἀλλ’ οὐδέποτε εἶπεν ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος θεολόγος, λέγων πάντοτε: "λέγουν οἱ θεολόγοι", ἐννοῶν τούς Πατέρας».

«Ὁμολογουμένως, ἡ Ἁγιωτάτη Ἐκκλησία μας ἀπό τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ἐντεῦθεν σπανίζει ὀρθοδόξων ἀναστημάτων. Διό καί ὁ Κύριος, ἐπικαμφθείς εἰς τάς ἱκεσίας τῆς Ἐκκλησίας, ἐχάρισεν εἰς ἡμᾶς καί ἕνα Νικόδημον, φορέα ἁπάσης τῆς πολυποικίλου ὀρθοδόξου πνευματικότητος, ὅστις, εἰς μέν τήν ἀχλυωπόν περίοδον τῆς δουλείας τοῦ Γένους, ἀφύπνισε τήν νεναρκωμένην συνείδησιν τῶν Ὀρθοδόξων, εἰς δέ τούς μετέπειτα χρόνους, τῆς Ἐθνικῆς ἐλευθερίας, ᾖρε τό βαρύ τῆς ἀγνοίας παραπέτασμα, διαπορθμεύσας ὅλον τόν κεκτημένον πλοῦτον τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας μας, πρός τήν ἀγωνιῶσαν στρατευομένην Ἐκκλησίαν μας, ἐκ τῶν ὑπούλων τῆς Δύσεως διεισδύσεων».

Οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου, μελετητοῦ τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, εἶναι σημαντικοί.

Πρίν κλείσω αὐτήν τήν εἰσαγωγική μου προσφώνηση, θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω τούς εἰσηγητές τοῦ Θεολογικοῦ Συνε­δρίου, τούς χορηγούς καί τούς παντοιοτρόπως βοηθήσαντας γιά τήν πραγματοποίησή του, καθώς, ἐπίσης, ὅλους τούς παρόντας. Καί νά μοῦ ἐπιτρέψετε νά πῶ κάτι. Ἐπειδή ὑπάρχουν μερικοί οἱ ὁποῖοι κρίνουν καί ἐπικρίνουν ἐπιπολέως καί ἀδίκως μερικές θέσεις τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὅτι δῆθεν ἐπηρεάσθηκε ἀπό τόν δυτικό Χριστιανισμό καί μετέφερε στήν Ὀρθόδοξη θεολογία τόν δυτικό νομικισμό καί τήν δυτική ἠθική, ἀγνοοῦντες ὅμως τό ὅλο ἔργο του, θά εὐχόμουν πρίν φύγουν ἀπό τόν κό­σμο αὐτόν νά μετανοήσουν καί νά καταλάβουν τό λάθος τους, γιατί ὁ ἅγιος Νικόδημος ἦταν καί εἶναι ἕνα μεγάλο ἀστέρι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας».  

*  *  *

ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

Ἀρχιμανδρίτης Βενέδικτος Νεοσκητιώτης: Βίος καί ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου

Ὁ ἅ­γιος Νι­κό­δη­μος μὲ τὴν ζω­ή καὶ τὰ ἔρ­γα του:

  • Ἀ­να­νέ­ω­σε τήν αὐ­θεν­τι­κή Ὀρ­θό­δο­ξη πνευ­μα­τι­κή ζω­ή, κα­θώς οἱ ἴ­διοι, ἀ­σκη­ταί καί θε­ο­λό­γοι ταυ­τό­χρο­να, τήν ἐ­βί­ω­σαν καί τήν ἐ­δί­δα­ξαν μέ τά θε­ό­σο­φα συγ­γράμ­μα­τά τους.
  • Ἀν­τι­στά­θη­κε στήν ἀλ­λο­τρί­ω­σι ποὺ προ­κα­λοῦ­σε ὁ εὐ­ρω­πα­ϊ­κός δι­α­φω­τι­σμός με­τα­ξύ των Ὀρ­θο­δό­ξων.
  • Στή­ρι­ξε στήν Πί­στι τούς Ὀρ­θο­δό­ξους λα­ούς. Ἰ­σχυ­ρό ἀ­νά­χω­μα ἔ­ναν­τι τῆς λα­τι­νι­κῆς προ­πα­γάν­δας καί τοῦ προ­τε­σταν­τι­κοῦ προ­ση­λυ­τι­σμοῦ ὑ­πῆρ­ξε τό θε­ο­λο­γι­κό του ἔρ­γο, μέ τό ὁ­ποῖ­ο ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σι­ο­λο­γί­α εὕ­ρι­σκε τήν ἀ­πα­ραί­τη­τη γιά τήν ἐ­πο­χή καί τά προ­βλή­μα­τά της θε­ο­λο­γι­κή κα­το­χύ­ρω­σι.
  • Ἀ­να­πτέ­ρω­σε τό ἠ­θι­κό των ὑ­πο­δού­λων Ὀρ­θο­δό­ξων καλ­λι­ερ­γῶν­τας μαρ­τυ­ρι­κό ἦ­θος. Ὑ­πῆρ­ξε ἀ­λεί­πτης πολ­λῶν νε­ο­μαρ­τύ­ρων. Δι­α­βά­ζον­τας κα­νείς το Νέον μαρ­τυ­ρο­λό­γιον βλέ­πει πῶς ὁ ἴ­διος ὁ ἅ­γιος πα­ρώ­τρυ­νε ὅ­σους ἤ­θε­λαν στὸ Μαρ­τύ­ριο. Ὁ ἅ­γιος Γρη­γό­ριος ὁ Ε΄ ὄν­τας την ἐ­πο­χὴ ἐ­κεί­νη στὸ ἅ­γιον Ὄ­ρος ἐ­κεί­νους ποὺ ἐ­πι­θυ­μοῦ­σα­ν τὸ μαρ­τύ­ριο τοὺς ἔ­στελ­νε στὸν ἅ­γιο Νι­κό­δη­μο γιὰ νὰ τούς ἐμ­ψυ­χώ­ση.
  • Ἔ­δω­σε ἀ­πάν­τη­σι στά αἰ­τή­μα­τα τῶν και­ρῶν. Ἀ­νά­με­σα σέ αὐ­τά ἦ­ταν ἡ ἀ­νάγ­κη νά ἐ­πα­να­συν­δε­θῆ ὁ «κα­νών τῆς προ­σευ­χῆς» μέ τόν «κα­νό­να τῆς πί­στε­ως», δη­λα­δή νά βρε­θῆ ξα­νά τό αὐ­θεν­τι­κό λει­τουρ­γι­κό ἦ­θος.
  • Ἀ­νέ­δει­ξε μα­ζί μέ τούς ἄλ­λους ἁ­γί­ους, νέ­ους ἁ­γί­ους στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ ἴ­δια ἡ ζω­ή του ἦταν προ­σα­να­το­λι­σμέ­νη στήν προ­ο­πτι­κή τῆς κα­τά Χά­ριν Θε­ώ­σε­ως καί γι' αὐ­τό προ­έ­βα­λε μέ τά συγ­γράμ­μα­τά του τήν ἁ­γι­ό­τη­τα τῶν ἅ­γι­ων νε­ο­μαρ­τύ­ρων καί συγ­χρό­νων του ὁ­σί­ων ἀν­δρῶν. Ἦ­ταν ἀ­πό­λυ­τος στὰ δογ­μα­τι­κά θέ­μα­τα. Ζώντας μέσα σὲ αὐστηρὸ πνεῦμα ζητώντας τὸ ἀπόλυτο καὶ τὸ τέλειο και γνωρίζοντας πότε πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ ἠ Ἐκκλησία τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν οἰκονομία, δέν δι­στά­ζει νὰ μᾶς πῆ στὸ ἱ­ε­ρό Πη­δά­λιο ὅ­τι ἡ προ­σπά­θεια τοῦ Πά­πα νὰ συν­δυά­ση πο­λι­τι­κή καὶ ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή ἐ­ξου­σί­α εἶ­ναι ἀν­τί­θε­τη μὲ τὸ πνεῦ­μα τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου καὶ τὴν χα­ρα­κτη­ρί­ζει ὡς «μί­ξιν ἄ­μι­κτον» καὶ τὸ ἀ­πο­τέ­λε­σμα «τέ­ρας ἀλ­λό­κο­τον».
  • Οἱ συμ­προ­σευ­χές μέ ἑ­τε­ρο­δό­ξους, ἡ τά­σις ἀ­να­γνω­ρί­σε­ως τοῦ βα­πτί­σμα­τος τῶν ἑ­τε­ρο­δό­ξων καί κά­ποι­ες κοι­νές ποι­μαν­τι­κῆς φύ­σε­ως πρω­το­βου­λί­ες μέ τούς ἑ­τε­ρο­δό­ξους, χά­ριν πρα­κτι­κῶν σκο­πῶν καί ἄλ­λων σκο­πι­μο­τή­των, πα­ρα­κάμ­πτουν καί σή­με­ρα τόν «κα­νό­να τῆς πί­στε­ως».

Ἡ πα­ρα­κα­τα­θή­κη του καὶ ὅ­λη ἡ δι­δα­σκα­λί­α του εἶ­ναι πο­λύ­τι­μη καί στίς ἡ­μέ­ρες μας. Ἡ ἐ­πο­χή του πα­ρου­σί­α­ζε συμ­πτώ­μα­τα πα­ρό­μοι­α μέ τήν δι­κή μας.

*

Ἀρχιμανδρίτης Ἀρίσταρχος Γκρέκας: Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὡς ἑρμηνευτική κλείδα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως τῶν Πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας

«Ὁ Νικόδημος ἀναδείχθηκε μεγάλος διδάσκαλος, ἑρμηνευτής καί παιδαγωγός, πάντοτε μέσα στά πλαίσια τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως τῶν πατέρων. Ὁ ὅσιος χρησιμοποιεῖ ὅλες τίς ἑρμηνευτικές μεθόδους ἰδιαίτερα τῶν πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας γιά νά τούς ἑρμηνεύσει υἱοθετώντας τήν ἀλληγορική μέθοδο, τήν δογματική καί τήν ἱστορικοφιλολογική.

Ἐπίσης στήν ἑρμηνευτική τοῦ Νικοδήμου κυριαρχεῖ ἡ τροπολογική ἑρμηνεία, ὥστε τά ἑρμηνευτικά του σχόλια στά κείμενα τῶν πατέρων νά ἔχουν παραινετικό προσανατολισμό μέ τελικό σκοπό τήν ἔμπρακτη ἐφαρμογή τῆς διδασκαλίας τους. Ἡ πρωτότυπη συμβολή του εἶναι ὅτι ἐπεξηγεῖ τήν πατερική ἑρμηνεία μέ τήν σύνταξη ἑρμηνευτικῶν ὑπομνημάτων, μέ τήν μορφή ὑποσημειώσεων μέσα στό κείμενο.

Ὁ Νικόδημος ὅμως συγγράφει νέα ἔργα προσαρμοσμένα στήν ἐποχή του μέ βάση τήν πατερική παράδοση, δίνοντας τήν μαρτυρία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, ἀλλά καί ἀνατροφοδοτώντας τήν Ἐκκλησία μέ θεωρητικό καί βιωματικό ἀπόθεμα. Γιά νά ἀντιμετωπιστοῦν οἱ προκλήσεις τῆς ἐποχῆς του ὁ Νικόδημος διερμηνεύει τήν αὐθεντική παράδοση τῶν πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας καθώς λειτούργησε ἐποικοδομητικά ἕως καί σήμερα μέ βασικό κριτήριο τήν ὠφέλεια τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.

Γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν δυτικῶν ἐπιρροῶν, εἴτε τῆς χριστιανικῆς ἑρμηνευτικῆς καί θεολογίας, εἴτε τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωπισμοῦ, εἴτε ἄλλων θρησκειῶν, ὁ Νικόδημος ἀναδεικνύει καί ἑρμηνεύει τήν ἐκκλησιαστική γραμματεία τῆς πρώτης χιλιετίας. Ἡ ἑρμηνευτική προσέγγιση τοῦ Νικοδήμου στήν πατερική παράδοση τῆς πρώτης χιλιετίας στηρίζει τίς ὀρθόδοξες θέσεις του. Ἔτσι γίνεται ἕνας συνδετικός κρίκος μεταξύ τοῦ ἐκπνεύσαντος Βυζαντίου καί τῆς ἐποχῆς του, δείχνοντας τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στήν ὀρθόδοξη παράδοση τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τῆς πρώτης χιλιετίας.

Ἐπίσης ὁ Νικόδημος ἀποτελεῖ ἑρμηνευτική κλείδα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως τῶν πατέρων τῆς πρώτης χιλιετίας, καθώς χρειάστηκε νά ἐπικαιροποιηθεῖ ἡ ὀρθόδοξη πατερική παράδοση, μετά τό σχίσμα πέρα ἀπό τίς ἐπιρροές τῆς δυτικῆς σχολαστικῆς καί διαλεκτικῆς ἑρμηνευτικῆς. Κατά συνέπεια ὁ Νικόδημος ἀξιοποιώντας καί ἐπαναφέροντας τήν πατερική παράδοση μέ τήν ἀνάλογη προσαρμογή διερμηνεύει τήν παράδοση τῆς πρώτης χιλιετίας, προβάλλοντας τήν ὀρθόδοξη πατερική θεολογία καί βιοτή στήν ἐποχή του.

Ἑρμηνεύει καί σχολιάζει ὅλο τό φάσμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς γραμματολογίας ὅπως κανόνες, πατερικά κείμενα, ἀσκητικά, μυστικά, ἠθικά, ἁγιολογικά ὑμνολογικά καί λειτουργικά κείμενα. Ἐπιπλέον, κατά τήν συγγραφή τῶν ἔργων του ἐπαναφέρει καί ἑρμηνεύει κείμενα πατερικῆς γραμματείας μέ ἀποτέλεσμα τήν κατανόηση τῆς ὀρθοδόξου πατερικῆς παραδόσεως τῆς πρώτης χιλιετίας.

Οἱ ἐρευνητές τοῦ ἔργου τοῦ Νικοδήμου τόν ἀποκαλοῦν «Μέγα Διδάσκαλο τῆς ὀρθόδοξης παραδόσεως καί πνευματικότητας», «γνησιότερο ἑρμηνευτή καί διδάσκαλο τῆς ὀρθόδοξης πατερικῆς παράδοσης», «Διδάσκαλο τῆς οἰκουμένης», «ἀνυπέρβλητο ἀσκητή καί πνευματική φυσιογνωμία».

Ὁ Νικόδημος ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο στήν διατήρηση τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας, γιατί μέ τήν ἑρμηνευτική προσέγγιση τῆς πατερικῆς παράδοσης τῆς πρώτης χιλιετίας ἐπικαιροποιεῖ τήν διδασκαλία τους πού εἶναι διάχυτη στό ἔργο του. Τό ἔργο του διαδόθηκε κατά τό δεύτερο μισό τοῦ 20οῦ αἰώνα ἰδιαίτερα ἐξαιτίας τῆς ἁγιοκατάταξής του δίνοντας τήν μαρτυρία τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας καί βιοτής, ὥστε ἕως σήμερα νά ἀποτελεῖ πηγή ἔμπνευσης».

*

Ἀρχιμανδρίτης π. Γρηγόριος Παπαθωμᾶς: Λόγοι συγγραφῆς καί μεθοδολογία τῆς κατάρτισης τοῦ Πηδαλίου.

«Ἡ ἱστορία Κανονικῆς κειμενικῆς παραγωγῆς καλύπτει χρονικά τό διάστημα δύο χιλιετιῶν. Σύνολη ἡ Α΄ χιλιετία συνιστᾶ τήν ἐποχή τῆς κανονογέννησης, ἐνῶ ἡ Β΄ χιλιετία τῆς κανονολογίας γέμει ἀπό ἑρμηνευτικές καί ὑπομνηματιστικές ἀπόπειρες, ἐκ τῶν ὁποίων δύο σφραγίζουν τήν ἀρχή καί τό τέλος τῆς Β΄ χιλιετίας: πρόκειται ἀφενός γιά τό πόνημα τῶν Βυζαντινῶν Σχολιαστῶν τοῦ Μεσαίωνα, πού συναριθμεῖται στό Σύνταγμα ΡΠ (1852-1859) ἀφετέρου γιά τό Ἀθωνικό Πηδάλιο τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου (1800). Ἡ Κανονική ἑρμηνευτική, ὀνυχιαία ἐν σχέσει πρός τήν ἀντίστοιχη Βιβλική, προσκόπτει τόσο στήν ὑποφώσκουσα καί λανθάνουσα θεολογία καί ὀντολογία τῶν Κανόνων ὅσο καί στήν περιένδυσή τους μέ Νομικιστικό ἤ Ἠθικιστικό ὀθόνιο.

Στήν εἰσαγωγή τοῦ ἔργου του σημειώνει ὁ Ἅγιος Νικόδημος τόσο τούς λόγους πού τόν ὤθησαν στήν συγγραφή ὅσο καί τήν μεθοδολογία πού ἀκολούθησε. Στό Πηδάλιό του ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὑπερκερώντας τόν σκόπελο τοῦ αὐχμηροῦ σχολιασμοῦ τῶν Κανόνων καί τόν ὕφαλο τῆς θεσμικῆς ἑρμηνευτικῆς, ἀποδύεται στόν ἆθλο τῆς συστηματικῆς ποιμαντικῆς ἑρμηνευτικῆς καί ἐδῶ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ μοναδικότητα καί ἡ συμβολή του. Γι’ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀκούμπησε ἐπάνω σέ αὐτήν τήν Κανονική Συλλογή, τό Πηδάλιο, περισσότερο ἀπό τήν ἑτέρα ἐπίσης ἐπίσημη Κανονική Συλλογή, τό Σύνταγμα ΡΠ. Αὐτό ἄλλωστε μαρτυροῦν καί οἱ μεταφραστικές ἀποδόσεις τοῦ Πηδαλίου σέ διάφορες γλῶσσες σέ Ἀνατολή καί Δύση.

Τέλος, ἡ συνύφανση καί συσσωμάτωση Κανόνων καί Ἐκκλησιαστικῶν Νόμων σέ ἕνα καί τό αὐτό ἔργο, τόν νομικῶς ἐπινοηθέντα Νομοκάνονα, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ ἱεροῦ Φωτίου μέχρι καί σήμερα, ἐπισώρευσε νομική θέαση τῶν Κανόνων, ἐξασθενώντας τήν θεολογική τους αὐτάρκεια. Ἡ παράλληλη, ἐπίσης, καρκινική πολλαπλασιαστικότητα τῶν ψευδεπίγραφων κανόνων ἐπηρέασε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί Θεολογία ἐν γένει. Ἡ πεφιλημένη δυάδα τῶν συντακτῶν τοῦ Πηδαλίου, ἐκτός ἀπό τόν ποιμαντικό προσανατολισμό, ἀποπειρᾶται καί ἐν πολλοῖς ἐπιτυγχάνει τήν ἀπομάκρυνση κάθε νομικοῦ/νομικιστικοῦ/ἠθικιστικοῦ ἐμπλαστρώματος, γιά νά καταστεῖ τό Πηδάλιο ταυτώνυμο τῆς Κανονικῆς ἐσχατολογικῆς πορείας τῶν χριστιανῶν».

*

Καθηγητής Συμεών Πασχαλίδης: Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως καί οἱ προϋποθέσεις αὐτῆς στούς Νεομάρτυρες κατά τό ἁγιολογικό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Μπορεῖ κάθε μάρτυρας νά εἶναι μάρτυρας πίστεως;

Οἱ νεομάρτυρες συνιστοῦν ἕνα σημαντικό κεφάλαιο τοῦ νεώτερου ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου. Ὑπάρχουν ἤδη ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ μουσουλμανισμοῦ στήν περιοχή ὡς «βυζαντινοί νεομάρτυρες». Πολλοί βίοι νεομαρτύρων παραμένουν ἀκόμη στήν ἀφάνεια. Συνιστοῦν τήν πιό ἀντιπροσωπευτική προβολή τοῦ ἐνθουσιαστικοῦ φρονήματος τῆς Ἐκκλησίας, ἀναβιώνοντας ἐντός τοῦ ἱστορικοῦ πλαισίου τῆς ἐποχῆς τους τό φαινόμενο τῶν ἀρχαίων μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μέ τούς ὁποίους παρατηροῦνται πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Εἶναι κυρίως ἐκφραστές ἑνός ἀδούλωτου φρονήματος. Δέν εἶναι ὑπερβολή νά θεωρηθῆ ὅτι λειτούργησαν ὡς προδρομικές μορφές καί ὑποδείγματα τῆς συλλογικῆς ἀντιστάσεως τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνισμοῦ, ὁδηγώντας στήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση.  

Τό Νέον Μαρτυρολόγιον γιά τήν ἔκδοση τοῦ ὁποίου πρωτοστάτησε ὁ ἅγιος Νικόδημος μέ τούς βίους 87 Νεομαρτύρων λειτούργησε ὡς «τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821», ἀφοῦ μετέδωσε ὄχι μόνον τό μήνυμα τῆς διατήρησης τῆς πίστεως, ἀλλά καί τῆς ἀντίστασης τίς πιέσεις τῶν κατακτητῶν νά «τουρκίσουν», λέξη μέ τήν ὁποία δηλώνεται ἡ ἐξωμοσία τῶν Χριστιανῶν, ἡ ὁποία ταυτιζόταν μέ τήν ἀπόλυτη μεταβολή τῆς κοινωνικῆς τους κατάστασης καί, θά μπορούσαμε νά ποῦμε μέ σύγχρονους ὅρους, τῆς ἐθνικῆς τους ταυτότητας. Εἶναι ἕνα βιβλίο πού διακινεῖτο μυστικά μεταξύ τῶν Χριστιανῶν. Συνέβαλε δέ στήν καλλιέργεια μαρτυρικοῦ φρονήματος σέ ἀρκετούς ἀρνησίχριστους.

Μετά τόν θάνατο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἐκδόθηκε ἀπό τούς Κολλυβάδες στήν Χίο τό Νέο Λειμωνάριον μόλις δύο χρόνια πρίν τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης, καί ἐκεῖ περιέχονται ἀναφορές στό Νέον Μαρτυρολόγιον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τοῦ Νεομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Πελοποννησίου, τοῦ ὁποίου ὁ ἀλείπτης τοῦ διάβαζε νύκτα καί ἡμέρα τό Νέο Μαρτυρολόγιο γιά νά τόν ἐνδυναμώση.

Οἱ Νεομάρτυρες κατεστάθησαν οἱ νέοι ἀπολογητές τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἔναντι τοῦ Κορανίου καί τοῦ Ἰσλάμ καί πιστοποίησαν τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου καί φανέρωσαν τό χάρισμα πού ἔλαβαν, καθιστάμενοι οἱ ἴδιοι φορεῖς τῆς ἀλήθειας τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.  Γιά παράδειγμα, ἡ ἀπολογία πίστεως τοῦ Νεομάρτυρος Μιχαήλ στήν Θεσσαλονίκη τό 1544 προβάλλει μέ σχεδόν αὐτούσια πιστότητα τήν θεολογική ἐπιχειρηματολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στόν διάλογό του μέ τούς μουσουλμάνους Χιόνες τό 1354. Οἱ Νεομάρτυρες ἐκφράζουν μιά ζῶσα θεολογία ἐκφραζόμενη ἔστω καί μέ ἁπλοϊκό τρόπο.

Στήν περίπτωση τῶν Νεομαρτύρων βλέπουμε καί τήν ἐφαρμογή τῆς θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας περί τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ θείου φωτός ἐπί τῶν μαρτυρικῶν σωμάτων.

Ἡ σημαντικότερη ὁμάδων Νεομαρτύρων ἦταν οἱ ἐξ ἀρνησιχρίστων, οἱ ὁποῖοι μετά τήν ἐξωμοσία τους μέ τήν μετάνοια καί τήν καθοδήγηση Πνευματικῶν, ἰδίως στό Ἅγιον Ὄρος, ζητοῦσαν οἰκειοθελῶς νά ὁμολογήσουν καί πάλι τήν πίστη τους, μέ ἀποτέλεσμα τό μαρτύριο. Οἱ Σκῆτες τῆς Ἁγίας Ἄννης καί τῶν Καυσοκαλυβίων, ὅπως καί ἡ Ἰβηριτική Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου λειτούργησαν κατά κύριο λόγο ὡς «ἀλειπτικά κέντρα».

Στό ἐρώτημα, μπορεῖ κάθε Χριστιανός μάρτυρας νά εἶναι μάρτυρας πίστεως, ἡ ἀπάντηση πού δίνουν οἱ νεομαρτυρολογικές πηγές εἶναι καταφατική.

*

Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος: Τό αὐτεξούσιο στήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ὁ Σεβασμιώτατος στήν ἀρχή τόνισε ὅτι σύγχρονοι θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἐπηρεάσθηκαν ἀπό ὑπαρξιακές ἀναλύσεις περί προσώπου ταυτίζουν τίς ἔννοιες αὐτεξούσιο, προαίρεση καί ἐλευθερία. Ὅμως οἱ λέξεις αὐτές καί ὡς ἔννοιες διαφέρουν μεταξύ τους.

Στήν συνέχεια ἐξέτασε τό θέμα αὐτό μέ βάση τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἡ φύση μας μετά τήν δημιουργία της ἦταν νοερά καί αὐτεξουσίως ἐκινεῖτο πρός τόν Θεό, ἀλλά μέ τήν προαίρεση ὑπέπεσε στήν ἁμαρτία, δουλώθηκε στήν φθορά, τόν θάνατο καί τόν διάβολο. Ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή του μᾶς ἐλευθέ­ρωσε ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο καί μᾶς ἔδωσε τήν δυνατότητα, μέ τήν κοινωνία μαζί Του, νά ἐλευθερωθοῦμε καί ἐμεῖς ἀπό τόν διάβολο, τήν ἁμαρτία καί τόν θάνατο, ὥστε ἡ φύση μας νοερῶς καί αὐτεξουσίως νά κινεῖται ὁρμητικῶς πρός τόν Θεό. Εἶναι σαφής ἡ διάκριση μεταξύ αὐτεξουσίου, προαιρέσεως καί ἐλευθερίας στήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.

Μετά ἀπό αὐτό ἀνέλυσε τήν σκέψη τοῦ ἁγίου Νικοδήμου γιά τό θέμα αὐτό, πού συντονίζεται μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὁ ἴδιος γνωρίζει τίς ἀντορθόδοξες ἀπόψεις τῶν νεωτέρων θεολόγων καί μεταφυσικῶν τῆς ἐποχῆς του, οἱ ὁποῖοι δέν ἀκριβολογοῦσαν γιά τό αὐτεξούσιο.

Ἔτσι, ἀναλύοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος τό θέμα ἀνατρέπει αὐτήν τήν ἄποψη τῶν νεωτέρων θεολόγων μέ ἰσχυρά θεολογικά ἐπιχειρήματα, πού ἄλλοι ἀπό αὐτούς ὁρίζουν ὅτι τό αὐτεξούσιο εἶναι λογική δύναμη κατά τήν ὁποία ἡ ψυχή κινεῖται αὐτεξουσίως στό ἀγαθόν καί τό κακόν, καί ἄλλοι ὁρίζουν ὅτι εἶναι «μιά ἐλευθεριότης τῆς ψυχῆς» κατά τήν ὁποία ἡ ψυχή θέλει νά κινῆται καί στό ἀγαθόν καί τό κακόν. Κατά τόν ἅγιον Νικόδημον ὁ ἄνθρωπος κτίσθηκε ἀπό τόν Θεό «καί εἶναι αὐτεξούσιος, ἀλλά διά νά κινῆται εἰς μόνον τό καλόν, καί ὄχι καί εἰς τό κακόν».

Καί ὁ Σεβασμιώτατος κατέληξε ὅτι «ἄλλο εἶναι τό αὐτεξούσιο πού εἶναι ἡ φυσική θέληση, ἡ ὁποία εἶναι ὁρμή τῆς φύσεως πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο πρός τόν Θεό∙ ἄλλο εἶναι ἡ προαίρεση πού εἶναι ἀποτέλεσμα βουλῆς, κρίσεως καί γνώμης καί ὁδήγησε στήν ἁμαρτία∙ καί ἄλλο εἶναι ἡ ἐλευθερία, δηλαδή ἡ ἀποδέσμευση καί ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη καί τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου, ὥστε ἡ φυσική θέληση, ὡς ὁρμή τοῦ αὐτεξουσίου νά ὁδηγῆται πρός τόν Θεό. Συγχρόνως φαίνεται πόσο ἔχει ἀφομοιώσει δημιουργικά ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί τούς μεταφέρει στήν σύγχρονη ἐποχή, ἀπαντώντας μέ ἀπαθῆ τρόπο στίς ἀπόψεις τῶν μεταφυσικῶν θεολόγων, οἱ ὁποῖοι μεταφέρουν τίς ἀπόψεις τῆς δυτικῆς μεταφυσικῆς θεολογίας στήν ὀρθόδοξη Ἀνατολή»,

*

Πρωτοπρεσβύτερος Θωμᾶς Βαμβίνης: Ἡ ἐν Χριστῷ ζωῇ (μυστήρια καί ἄσκηση): ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στά συγγράμματα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ὁ λόγος γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τήν πρόσληψη καί ἀφομοίωση τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο ἔγινε μέ ἀναφορές τοῦ εἰσηγητῆ κυρίως στά ἔργα «Ἀόρατος Πόλεμος» καί «Πνευματικά Γυμνάσματα», διότι γι’ αὐτά κυρίως ἔχει κατηγορηθῇ ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ὅτι εἰσάγει στό χῶρο τῆς Ἀνατολῆς δυτικές διδασκαλίες, ἐνῷ σαφῶς ἐπανεισάγει τήν ὀρθόδοξη εὐαγγελική ἄσκηση μέ τό θεολογικό της θεμέλιο.

Στίς συγγραφές τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἡ ἐν Χριστῷ Ζωή εἶναι ζωή ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, πού ἀρχίζει μέ τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, ἡ χάρη τῶν ὁποίων ἐγκαθίσταται στό βάθος τῆς καρδιᾶς τῶν νεοφωτίστων καί στήν συνέχεια ἀρχίζει ὁ ἀγώνα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα ἀποκτᾶται ἡ πείρα τοῦ πολέμου μέ «τά πνευματικά τῆς πονηρίας» καί τούς λογισμούς τους, πού ἀπαιτεῖ ἀνάληψη ἀσκητικοῦ ἀγώνα, μέ πολλές κακοτοπιές, ὁποῖος ἐνισχύεται καί καθοδηγεῖται ἀπό τήν χάρη τῶν μυστηρίων τῆς Μετανοίας καί τῆς Θείας Μεταλήψεως.

Ἔγινε ἀναφορά στήν συζήτηση πού γίνεται γιά τήν προέλευση καί γνησιότητα τῶν βιβλίων «Ἀόρατος Πόλεμος» καί «Πνευματικά Γυμνάσματα», πού ἐπιμελήθηκε καί ἐμπλούτισε ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἀλλά καί στόν ὅρο «ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ», πού διατηρεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος, κυρίως στό βιβλίο «Ἀόρατος Πόλεμος», μέ ἐξουδετερωμένο ὅμως τό αἱρετικό περιεχόμενό του. Στό βιβλίο πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἅγιος Νικόδημος δέν ὑπάρχει πουθενά τό αἱρετικό δογματικό ὑπόβαθρο αὐτοῦ τοῦ ὅρου, πού εἶναι οἱ αἱρέσεις γιά τό καθαρτήριο πῦρ καί τήν ἱκανοποίηση τῆς προσβληθείσης θείας δικαιοσύνης ὡς κίνητρο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Ἔκλεισε ἡ εἰσήγηση μέ ἀναφορά στήν ἑρμηνεία ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο, σέ ὑποσημείωση τοῦ βιβλίου «Ἀόρατος Πόλεμος», τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, γιά τό ὅτι «ὅταν τὸ ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον, τότε συνάπτεται τῇ Θεαρχικῇ Τριαδικῇ Μονάδι», συνδέοντας τό βαθύ νόημά του, ἁπλοποιημένο ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο, μέ ὅσα περί τῆς Θεοτόκου γράφει στά «Πνευματικά Γυμνάσματα», ἀντλημένα πάλι ἀπό τούς λόγους τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.

 

Π. Θωμᾶ Βαμβίνη: Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή (ἄσκηση καί μυστήρια)

 Ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στά συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὁμιλία στό Ε' Θεολογικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου μέ γενικό θέμα «Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης∙ φορέας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως» τό Σάββατο 5 Ὀκτωβρίου 2019.

Ἡ ὁμιλία σὲ video

Ὅλοι οἱ ἅγιοι, μέσα στήν θεολογική πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, εἶναι φορεῖς τῆς ἴδιας παραδόσεως, ἡ ὁποία στό κεντρικό περιεχόμενό της εἶναι ἡ μετάδοση ἀπό πνευματικό πατέρα σέ πνευματικό παιδί ἤ ἀπό τόν ποιμένα τῆς Ἐκκλησίας στόν λαό, τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, μέ λόγο, πράξη καί «ἐν μυστηρίῳ»· «ἐν τῷ μυστηρίῳ» τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, ἀλλά καί στό παμμυστήριο τῆς Ἐκκλησίας· στήν τελετουργική δηλαδή μετάδοση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, στούς προετοιμασμένους μέ τόν καθαρτικό λόγο καί δεκτικούς τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι κατά τήν μετάδοση τῆς παραδόσεως στίς διατυπώσεις –στά «ρήματα»– μπορεῖ μεταξύ τους νά διαφέρουν. Στά νοήματα ὅμως ταυτίζονται. Μέ δεδομένη τήν ταύτιση στά νοήματα ἀπό ὅλους τούς ἁγίους, ἑρμηνεύονται εὔκολα οἱ ἰδιαίτερες ἔννοιες, ἀκόμη καί ἐκεῖνες πού εἶναι δάνεια ἀπό ξένες παραδόσεις, τίς ὁποῖες ὁ καθένας ἀπό τούς ἁγίους χρησιμοποιεῖ, ἀφοῦ προηγουμένως τίς φορτίζει μέ ὀρθόδοξες σημασίες, ἤ ἁπλῶς ἐξουδετερώνει τό αἱρετικό περιεχόμενό τους, ἀντιμετωπίζοντας συγκεκριμένα προβλήματα, θεολογικά ἤ ποιμαντικά. Αὐτήν τήν διαδικασία βλέπουμε στόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη.

Ὁ πειρασμός τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καί ἐνόσω ζοῦσε, ἀλλά (θά μποροῦσε κανείς νά πῇ) καί μετά τήν κοίμησή του ἕως σήμερα, εἶναι ἡ κατηγορία ἐκ μέρους ὁρισμένων «πεπαιδευμένων», «τῇ ἱερᾷ μάλιστα θεολογίᾳ [σχολαζόντων]», ὅτι εἰσήγαγε δυτικές διδασκαλίες στήν ὀρθόδοξη ἀνατολή. Πράγματι ὑπάρχουν κάποια λεξίδια, ὅπως «οἱ ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ» ἤ «ἱκανοποίηση», τά ὁποῖα στούς πάσχοντες περί τάς λέξεις, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι πρόθυμοι νά περάσουν ἀπό τήν σάρκα στήν ψυχή τους –στήν σημασία τους– δημιουργοῦν σκανδαλισμό. Κάποιοι ὅμως προκαλοῦνται ἑκουσίως καί ἰδιοτελῶς, γιατί θεωροῦν ὅτι ἡ χρήση λέξεων πού χρησιμοποιοῦνται ἀπό ἑτερόδοξες θεολογικές παραδόσεις, τούς δίνει ἰσχυρό ἄλλοθι νά ἐπιτεθοῦν στήν ἡσυχαστική ἀσκητική θεολογία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνερανιστής, ἑρμηνευτής καί παραγωγός-γεννήτωρ σημαντικῶν θεολογικῶν συγγραφῶν, χαρακτηρίζεται πατερικός θεολόγος. Στό συγγραφικό του ἔργο βλέπει κανείς καθαρά ὅτι ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, πού ἐπαναλαμβάνει σχεδόν αὐτολεξεί καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «ἐμόν οὐδέν ἐρῶ». Εἶναι ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις Πατράσι, Ἀποστόλοις καί Προφήταις. Ἀκολουθεῖ ἰδιαιτέρως τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ὄχι ἁπλῶς μέ πολλές παραπομπές στά ἔργα του, ἀλλά κυρίως μέ τόν τρόπο τῆς συγγραφῆς του καί τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς του, ὅπως περιγράφεται στόν βίο του.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος μπορεῖ νά προστεθῇ στούς προσυπογράφοντες καί ἐπιβεβαιοῦντες τόν Ἁγιορειτικό Τόμο τοῦ 14ου αἰῶνος, ὁ ὁποῖος καταλήγει μέ τήν συνοπτική περιγραφή τῆς ἱερᾶς Παροδόσεως, μέ τά ἑξῆς λόγια: «Ταῦτα ὑπό τῶν Γραφῶν ἐδιδάχθημεν, ταῦτα παρά τῶν ἡμετέρων Πατέρων παρελάβομεν, ταῦτα διά τῆς μικρᾶς ἐγνώκαμεν πείρας, ταῦτα καί τόν ἐν ἱερομονάχοις τιμιώτατον καί ἀδελφόν ἡμέτερον κύρ Γρηγόριον ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων συγγραψάμενον ἰδόντες καί ἀποδεξάμενοι ὡς ταῖς τῶν ἁγίων ἀκριβεῖς ἐχόμενα παραδόσεσι, πρός πληροφορίαν τῶν ἐντυγχανόντων ὑπεγράψαμεν».

Ἡ θεολογία τοῦ «κυρ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ» εἶναι κυρίαρχη μέσα στό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ὅπως καί σέ ὅλους, λίγο πολύ, τούς συγγραφεῖς τῆς Τουρκοκρατίας, εἴτε ὡς ὑλικό στήν ἀντιλατινική πολεμική τους, ὅπως ἀποδεικνύει ὁ Podskalsky (Ποντσκάλσκι) στό ἔργο του «Ἡ Ἑλληνική Θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας, 1453-1821», εἴτε ὡς θεμέλιο τοῦ ἡσυχαστικοῦ ἀσκητισμοῦ. Ὁ Podskalsky παρατηρεῖ, ὅτι «κατά τό β΄ μισό τοῦ 18ου αἰώνα, ἔρχεται νά προστεθεῖ ἡ στροφή τῶν ὀρθοδόξων ἀπό τήν θεολογία πρός τήν πνευματικότητα –αὐτή ἡ τάση χαρακτηρίζει καί τόν νεοπαλαμισμό τῶν ἡμερῶν μας».

Στό β΄ μισό τοῦ 18ου αἰώνα ἐντάσσεται ὁ κύριος ὄγκος τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, μέ πρῶτα ἔργα τήν «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν», τόν «Εὐεργετινό» καί τό «Περί συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως». Ἔργα πού δέν σηματοδοτοῦν στροφή ἀπό τήν θεολογία στήν πνευματικότητα, ὅπως ἀντιλαμβάνεται τό περιεχόμενό τους ὁ Ἰησουΐτης μελετητής Γκέρχαρντ Ποντσκάλσκι, ἀλλά πού ἀναζωπυρώνουν τό ἐνδιαφέρον τῶν ὑποδούλων στούς Ὀθωμανούς Ὀρθόδοξων γιά τό θεολογικό θεμέλιο τῆς ἡσυχαστικῆς ἄσκησης, γενικά τῆς εὐαγγελικῆς πράξεως, μέ τήν ὁποία «ὀ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται καί τελειοῦται», φθάνει δηλαδή ἀπό τό σκότος τῶν παθῶν καί τῆς σαρκικῆς γνώσεως, στό φῶς τῆς θεογνωσίας, τῆς ἐμπειρικῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος δέν εἶναι συγγραφέας αὐτῶν τῶν πρώτων ἔργων. Εἶναι ἐπιμελητής, διορθωτής, ἐμπλουτιστής μέ παραπομπές, σημειώσεις καί εἰσαγωγές, ὅπως καί σέ πολλά ἄλλα κατοπινά ἔργα του, ὅπως ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», «Τά Πνευματικά Γυμνάσματα», τό «Ἑορτοδρόμιο» καί ἄλλα.
Ὁ ἅγιος Μακάριος Κορίνθου πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος τὸ 1777, «διά νά προσκυνήσῃ τά ἅγια Λείψανα τῶν ἁγίων τῆς ἀμωμήτου πίστεώς μας», ὅπως γράφει ὁ μ. Θεόκλητος Διονυσιάτης, ἀλλά καί νά συναντήσῃ τόν νεαρό μοναχό Νικόδημο (28 ἐτῶν τότε καί μόλις 2 χρόνια μοναχό). Ὁ ἅγιος Μακάριος ἦταν τότε 47 ἐτῶν καί ἤδη εἶχε συγκροτήσει τήν συλλογή τῶν κειμένων τῆς Φιλοκαλίας. Ἡ συνάντηση ἔγινε στίς Καρυές. Ἐκεῖ ὁ ἅγιος Μακάριος «παρέδωκε τῷ Ἁγίῳ Νικοδήμῳ τήν “Φιλοκαλίαν” χειρόγραφον, ὅπως τήν ἀποκαθάρῃ ἐκ τῶν σφαλμάτων, ἑτοιμάσῃ πρόλογον καί συνοπτικούς βίους τῶν ἐν αὐτῇ ἁγίων συγγραφέων». Τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἐπίσης τόν «Εὐεργετινό» χειρόγραφο «καὶ τό “Περὶ τῆς συνεχοῦς Θείας Μεταλήψεως” πονημάτιον, [...] ὅπως τό ἐπιπλατύνῃ καί ἑτοιμάσῃ δι’ ἔκδοσιν»(ὅ.π.). Αὐτή ἦταν ἡ ἀφετηρία τοῦ πλούσιου συγγραφικοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, ἕνας σημαντικός σταθμός τοῦ ὁποίου ἦταν ἡ ἑτοιμασία τῆς ἔκδοσης τῶν Ἁπάντων τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τήν ὁποία ἀνέλαβε μέ προτροπή τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου καί τοῦ Μητροπολίτου Ἡλιουπόλεως Λεοντίου. Τό ἔργο ἑτοιμάστηκε ἀπό τόν Ἅγιο στὴν Καψάλα γύρω στὸ 1787. Στάλθηκε τό 1796 στήν Βιέννη γιά ἐκτύπωση, στό τυπογραφεῖο ὅπου τύπωνε καί ὁ Ρήγας τήν ἐπαναστατική προκήρυξη καί τόν Θούριό του. Ἐκεῖ τά ἕτοιμα γιά ἔκδοση Ἅπαντα χάθηκαν, ὡς παράπλευρη ἀπώλεια, ὅταν ὁ Ρήγας Φεραῖος παραδόθηκε ἀπό τήν ἐξουσία τῆς Βιέννης στούς Τούρκους, ὁ τυπογράφος στάλθηκε στήν ἐξορία καί τά πράγματα τοῦ τυπογραφείου δεσμεύτηκαν ἀπό τήν Ἐξουσία.

Στήν συνέχεια θά δοῦμε πιό συγκεκριμένα τό πῶς διαζωγραφεῖται ἡ ἐν Χριστῷ ζωή στό συγγραφικό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου. Πῶς, στήν ζωή αὐτή (τήν ἐν Χριστῷ), ἡ ἄσκηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν περιλαμβάνει τήν μύηση καί μετοχή στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.

Θά δοῦμε ἐπίσης τό ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ εἶναι θεμέλιο τῆς ζωῆς καί τῆς συγγραφικῆς παραγωγῆς τοῦ ἁγίου Νικοδήμου.

Θά ἐπιδιώξουμε οἱ ἀναφορές μας νά εἶναι κυρίως στά ἔργα «Ἀόρατος Πόλεμος» καί «Πνευματικά Γυμνάσματα», διότι γι’ αὐτά κυρίως ἔχει κατηγορηθῇ ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὅτι εἰσάγει στό χῶρο τῆς Ἀνατολῆς δυτικές διδασκαλίες, ἐνῷ σαφῶς εἰσάγει τήν ὀρθόδοξη ἄσκηση μέ τό θεολογικό της θεμέλιο.

Στίς συγγραφές τοῦ ἁγίου Νικοδήμου ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ζωή ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, πού ἀρχίζει μέ τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, ἡ Χάρη τῶν ὁποίων ἐγκαθίσταται στό βάθος τῆς καρδιᾶς τῶν νεοφωτίστων καί στήν συνέχεια ἀρχίζει ὁ ἀγώνας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Στά Πνευματικά Γυμνάσματα μιλᾶ γι’ αὐτόν τόν ἀγώνα, γιά τίς κατ’ ἀρχήν ἔνδοθεν καί μετά τό Βάπτισμα ἔξωθεν ἐπιθέσεις τῶν δαιμόνων, στηριζόμενος στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τόν ἅγιο Διάδοχο, Ἐπίσκοπο Φωτικῆς. Σ’ αὐτόν τόν ἀγώνα ἀποκτᾶται ἡ πείρα τοῦ πολέμου μέ «τά πνευματικά τῆς πονηρίας» καί τούς λογισμούς τους, πού ἀπαιτεῖ ἀνάληψη ἀσκητικοῦ ἀγώνα, μέ πολλές κακοτοπιές, ὁ ὁποῖος ἐνισχύεται καί καθοδηγεῖται ἀπό τήν χάρη τῶν μυστηρίων τῆς Μετανοίας καί τῆς Θ. Εὐχαριστίας, ἡ ὁποία ἐμπεριέχει καί τό τέλος αὐτῆς τῆς ἀτελεύτητης πορείας, πού εἶναι τό νά «καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»(Ἐφ.4,13).

Ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», μέ τίτλο τοῦ πρωτοτύπου «Combattimento Spirituale»(Πόλεμος Πνευματικός) θεωρεῖται ἀπό τούς πολλούς ἔργο τοῦ Λορέντζο Σκούπολι [γεννήθηκε τό 1530 στό Ὀτράντο τοῦ βασιλείου τῆς Νεάπολης καί πέθανε τό 1610 στήν Νεάπολη] ἀδελφοῦ τοῦ τάγματος τῶν Θηατίνων, πού ἰδρύθηκε στήν Β. Ἰταλία τό 1524 (ἀπό τόν Theato Ἰωάννη Πέτρο Carafa). Τάγμα αὐστηρό, πού εἶχε ὁδηγό τήν Κλίμακα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτη. Εἶχε στήν ἀρχή δεσμούς μέ τούς Ἰησουΐτες, ἀλλά κατόπιν πολεμήθηκε ἀπό αὐτούς. Κατά τόν Κων/νο Παπουλίδη δέν εἶναι ἐξακριβωμένο ἄν ὁ Σκούπολι εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ Βιβλίου, πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἅγιος Νικόδημος. Ὁ Ἐμμανουήλ Φραγκίσκος ἐπίσης ἀπέδειξε ὅτι τόν Ἀόρατο Πόλεμο καί τά Πνευματικά Γυμνάσματα δέν τά μετέφρασε ἀπό τά γαλλικά ἤ ἄλλη γλώσσα ὁ ἅγιος Νικόδημος, ἀλλά τά βρῆκε μεταφρασμένα «ἀπό τόν κρητοπάτμιο καγκελάριο τῆς κοινότητας τῆς Πάτμου Ἐμμανουήλ Ρωμανίτη καί ἀποκείμενα μετά τόν θάνατό του (περί τό 1760) στή βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου» τῆς Πάτμου. Ἐπίσης γιά τά Πνευματικά Γυμνάσματα ὁ ἅγιος Νικόδημος ἐθεωρεῖτο ὅτι εἶχε ἀφετηρία καί πρότυπο ἕνα σύντομο ἀντίστοιχο ἔργο τοῦ Ἰγνάτιου Λοϋόλα. Ὁ Κ. Παπουλίδης μᾶς πληροφορεῖ, καί τό δέχεται καί ὁ Ἐμμανουήλ Φραγκίσκος, ὅτι τό ἔργο πού βρῆκε μεταφρασμένο ἀπό τόν Ρωμανίτη ὁ ἅγιος Νικόδημος ἦταν τοῦ Ἰταλοῦ Πιναμόντι (Pinamonty).

Θεωροῦμε πολύ σημαντικό τόν πρόλογο στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος, ὁ ὁποῖος γράφηκε ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο. Τό ὅτι συγγραφέας του εἶναι ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὕφος τῆς γραφῆς, ἀλλά καί ἀπό τήν τελευταία παράγραφό του, στήν ὁποία γράφει: «ἐνθυμηθῆτε, ἀδελφοί μου, νὰ δεηθῆτε πρὸς τὸν Κύριον καὶ διὰ τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν ἐκείνου, ὅπου σᾶς ἔγινε συνεργὸς τοῦ τοιούτου καλοῦ, διὰ μέσου τῆς τοῦ βιβλίου τούτου ἐκδόσεως». Τόν πρόλογο λοιπόν τόν ἔγραψε ὁ ἐκδότης, ὄχι ὁ συγγραφέας.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος περιγράφοντας συνοπτικά τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου, γράφει, ὅτι τό βιβλίο αὐτό δέν διδάσκει γιά κάποιον αἰσθητό καί ὁρατό πόλεμο, μέ ἐχθρούς πού ἔχουν σώματα, «ἀλλὰ διὰ τὸν νοητὸν καὶ ἀόρατον πόλεμον, τὸν ὁποῖον ἀναλαμβάνει κάθε χριστιανός, εὐθὺς ἀπὸ τὴν ὥραν ἐκείνην ὅπου βαπτισθῇ καὶ ὑποσχεθῇ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νὰ πολεμῇ εἰς αὐτὸν ἕως θανάτου ὑπὲρ τοῦ θείου Αὐτοῦ ὀνόματος. [...]

Καὶ στρατιῶται μέν, ὅπου ἔχουν νὰ πολεμοῦν εἰς τοῦτον τὸν πόλεμον, διδάσκει πὼς εἶναι ὅλοι οἱ χριστιανοί. Ἀρχιστράτηγος δὲ τούτων, παρασταίνεται ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, συντροφιασμένος μὲ ὅλους Του τοὺς χιλιάρχους καὶ ἑκατοντάρχους, ἤτοι μὲ ὅλα τὰ Τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν Ἁγίων· στάδιον δὲ καὶ πολεμήστρα καὶ τόπος, μέσα εἰς τὸν ὁποῖον αὐτὸς ὁ πόλεμος γίνεται, εἶναι αὐτὴ ἡ ἰδία μας καρδία καὶ ὅλος ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος· καὶ καιρὸς τοῦ πολέμου ὅτι εἶναι, ὅλη μας ἡ ζωή».

Στήν συνέχεια ἀναφέρει ποιά εἶναι τὰ ἅρματα, μὲ τὰ ὁποῖα ἁρματώνει τοὺς στρατιῶτες του αὐτός ὁ Ἀόρατος Πόλεμος. Ἐκθέτει περιληπτικά ὅλο τό περιεχόμενο τοῦ βιβλίου καί περιγράφει παραστατικά τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ὡς ἄσκηση συνδεδεμένη μέ τήν Χάρη τῶν μυστηρίων. Γράφει, ὅτι στούς στρατιῶτες αὐτοῦ τοῦ πολέμου περικεφαλαία, σκουτάρι, θυρεός, σιδηροποκάμισον, ζώνη, ὑποδήματα, μάχαιρα, κοντάρι τρίλογχον, ἁσπίδα, σιτηρέσιον καὶ τροφαὶ κ.λπ. εἶναι:

«–ἡ τελεία ἀπιστία καὶ ἀπελπισία τοῦ ἑαυτοῦ των,
–τὸ πρὸς τὸν Θεὸν θάρρος καὶ ἡ βεβαία ἐλπίς,
–ἡ μελέτη τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου,
–ἡ τῶν σαρκικῶν παθῶν ἀποχή.
–ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ τῆς ἰδικῆς των ἀσθενείας ἐπίγνωσις.
–ἡ ὑπομονὴ ἐν τοῖς πειρασμοῖς καὶ ἡ τῆς ἀμελείας ἀποδίωξις.
–ἡ ἱερὰ προσευχή, τόσον ἡ νοερὰ καὶ προφορική, ὅσον καὶ ἡ διὰ μελέτης γινομένη.
–τὸ νὰ μὴ συγκατατίθενται εἰς τὸ πάθος, ὅπου τοὺς πολεμεῖ· τὸ νὰ διώκουν αὐτὸ ἀπὸ λόγου των μὲ ὀργὴν καὶ τὸ νὰ μισοῦν αὐτὸ καὶ νὰ τὸ σιχαίνονται ἀπὸ καρδίας.
–ἡ συνεχὴς μετάληψις τῆς Θείας Κοινωνίας, τόσον τῆς μυστηριώδους τοῦ θυσιαστηρίου, ὅσον καὶ τῆς νοερᾶς.
–ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τοῦ νοὸς εἰς τὸ νὰ γνωρίζῃ ὀρθῶς τὰ πράγματα καὶ ἡ παντοτεινὴ γύμνασις τῆς θελήσεως, εἰς τὸ νὰ θέλῃ μόνην τὴν εὐαρέστησιν τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ τῆς καρδίας εἰρήνη καὶ ἡσυχία».

Ὅλος ὁ ἀγώνας ξεκινᾶ ἀπό τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος καί στόν πόλεμο πρός τά πάθη καί τούς μισάνθρωπους, ὅπως γράφει, δαίμονες, «οἱ ὁποῖοι δέν παύουν ἡμέραν καί νύκτα νά μᾶς πολεμοῦν» ἐνισχυόμαστε ἀπό τήν συνεχῆ μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, ὅταν, ὅπως σημειώνει ἀλλοῦ, δέν εἴμαστε κάτω ἀπό κανόνα.

Ὁ πρόλογος στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος δείχνει τό πῶς ὁ ἅγιος Νικόδημος διάβασε τό μεταφρασμένο ἀπό τόν Ἐμμανουήλ Ρωμανίτη ἔργο τοῦ θηατίνου μοναχοῦ Λορέντζο Σκούπολι. Τό διάβασε μέ προϋποθέσεις ὀρθόδοξες, γι’ αὐτό καί ὁ πρόλογός του, στόν ὁποῖο παρουσιάζεται συνοπτικά τό περιεχόμενό του, εἶναι ἕνα ἀκραιφνῶς ὀρθόδοξο κείμενο, χαρακτηριστικό δεῖγμα τῆς ὀρθόδοξης ἀσκητικῆς γραμματείας.

Σ’ αὐτήν τήν συνάφεια μποροῦμε νά παρεμβάλουμε τά περί ἀξιομισθιῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅρο πού διατηρεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος, στό βιβλίο Ἀόρατος Πόλεμος, μέ ἐξουδετερωμένο ὅμως τό αἱρετικό περιεχόμενό του. Ἀναφερόμενος στό μυστήριο τῆς Θ. Εὐχαριστίας γράφει:

«Πρὸ τῆς μεταλήψεως, πρέπει νὰ καθαρισθῶμεν μὲ τὸ μυστήριον τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως [...]· καὶ μὲ τὴν διάθεσιν ὅλης μας τῆς καρδίας, νὰ δοθῶμεν ὁλοτελῶς [...] εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ εἰς ὅλον ἐκεῖνο ὅπου τοῦ ἀρέσῃ. Ἐπειδὴ καὶ Αὐτὸς εἰς τοῦτο τὸ μυστήριον μᾶς δίδει τὸ Σῶμα καὶ Αἷμα Του, μὲ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν Θεότητα καὶ τὰς ἀξιομισθίας Του».

Οἱ ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ στήν δυτική παράδοση συνδέονται μέ δύο αἱρετικά δόγματα: τό καθαρτήριο πῦρ καί τήν ἱκανοποίηση τῆς προσβληθείσης θείας δικαιοσύνης ὡς κίνητρο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Στό κείμενο πού ἐπιμελήθηκε ὁ ἅγιος Νικόδημος δέν ὑπάρχουν αὐτές οἱ διδασκαλίες. Ὅπου τυχόν συναντᾶται ὁ ὅρος «ἱκανοποίηση» ἀναφέρεται στήν τήρηση τοῦ κανόνα πού δέχεται ὁ πιστός ἀπό τόν Πνευματικό του, ὅπως ἐπεσήμανε σέ σχετική εἰσήγησή του στό περσινό συνέδριό μας ὁ π.Γεώργιος Μεταλληνός. Δηλαδή, ἡ «ἱκανοποίηση τοῦ κανόνα» ἀφορᾶ, στόν ἅγιο Νικόδημο, τήν θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι τήν θεραπεία τοῦ ὀργισμένου Θεοῦ. Τό τελείως διαφορετικό πνεῦμα ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Ἄνσελμου Καντερβουρίας, κύριου εἰσηγητῆ τῆς βλάσφημης θεωρίας περί ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης, δηλώνεται σαφέστατα σέ ὑποσημείωση τοῦ κεφαλαίου μθ΄(49), τοῦ Ἀοράτου Πολέμου, τό ὁποῖο (κεφάλαιο) ἔχει τίτλο: «Τρόπος διὰ νὰ προσεύχεσαι διὰ μέσου τῆς Θεοτόκου Μαρίας». Στήν ἐν λόγῳ ὑποσημείωση ἀκυρώνεται τό δόγμα τῆς προσβληθείσης θείας δικαιοσύνης ὡς κίνητρο τῆς σαρκώσεως. Ἡ ὑποσημείωση αὐτή, βέβαια, πρέπει νά ποῦμε ὅτι ξεσήκωσε πολλές ἀντιδράσεις· (σκληρή γιά παράδειγμα ἦταν ἡ κριτική τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ Παρίου στήν ἀπολογία πού ἔγραψε γι’ αὐτήν τήν ὑποσημείωση ὁ ἅγιος Νικόδημος στό τέλος τοῦ ἔργου του Συμβουλευτικόν Ἐγχειριδίον). Ἀξίζει νά ἀναφερθοῦμε σ’ αὐτήν τήν πολύ σημαντική ὑποσημείωση.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος, βάζοντας θεμέλιό του τόν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, γράφει: «μὲ κάθε δίκαιον ἔχαιρε καὶ ὑπερέχαιρε πρὸ τοῦ αἰῶνος ἡ Ἁγία Τριάς, προγιγνώσκουσα κατὰ τὴν θεαρχικήν Της ἰδέαν, τὴν ἀειπάρθενον Μαρία», διότι ἄν καθ’ ὑπόθεσιν τά πάντα στρεφόταν ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, μόνη ἡ Θεοτόκος ἦταν «ἱκανὴ νὰ Τὸν εὐχαριστήσῃ κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα καὶ νὰ μὴ Τὸν ἀφήσῃ τόσον νὰ λυπηθῇ διὰ τὸν χαμὸν καὶ τὴν ἀπώλειαν τῶν τόσων καὶ τόσων κτισμάτων Του». Στήν συνέχεια συμπερασματικά συμπληρώνει:

«Συνάγεται λοιπὸν ἐκ τῶν εἰρημένων, ὅτι, ἐπειδὴ καὶ ὁ Θεὸς προώρισε τὴν Θεοτόκον κατὰ τὴν προαιώνιον Αὐτοῦ εὐδοκίαν, ἥτις εἶναι, οὐχὶ τὸ ἑπόμενον καὶ κατ’ ἐπακολούθησιν θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὸ προηγούμενον καὶ κύριον αὐτοῦ θέλημα, ὡς τὸ ἑρμηνεύει ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος (λόγ. α΄ εἰς τὰ Φῶτα καὶ λόγῳ εἰς τὴν Χριστοῦ Γέννησιν). Συνάγεται, λέγω, ἐκ τούτων, ὅτι, καθὼς τὸ περιβόλι γίνεται διὰ νὰ φυτευθῇ τὸ δένδρον καὶ πάλιν τὸ δένδρον φυτεύεται διὰ τὸν καρπόν, τοιουτοτρόπως ὅλος ὁ νοητὸς καὶ αἰσθητὸς κόσμος ἔγινε διὰ τὸ τέλος τοῦτο· ἤτοι διὰ τὴν κυρίαν Θεοτόκον· καὶ πάλιν ἡ κυρία Θεοτόκος, ἔγινε διὰ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· καὶ οὕτως ἐτελειώθη ἡ ἀρχαία βουλὴ καὶ ὁ σκοπὸς ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ· μὲ τὸ νὰ ἀνακεφαλαιώθησαν τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ καὶ ἠνώθη ἡ κτίσις μὲ τὸν Κτίστιν, οὐχὶ φυσικῶς, οὐχὶ προαιρετικῶς καὶ κατὰ χάριν, ἀλλὰ κατ’ αὐτὴν τὴν ὑπόστασιν· ὅστις εἶναι ὁ ἀνώτατος βαθμὸς τῆς ἑνώσεως, ὕστερα ἀπὸ τὸν ὁποῖον, ἄλλος ἀνώτερος, οὔτε εὑρέθη, οὔτε εὑρεθήσεται».

Ἐδῶ, ἡ ἐνανθρώπηση εἶναι «ὁ σκοπὸς ὁ πρῶτος τοῦ Θεοῦ», ἀνεξάρτητος ἀπό τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, τελείως ξένος πρός τό βλάσφημο δόγμα τῆς ἱκανοποιήσεως τῆς προσβληθείσης δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὡς κινήτρου τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Τά παραπάνω θεωροῦμε, ὅτι ἀποφορτίζουν τόν ὅρο «ἀξιομισθίες τοῦ Χριστοῦ» ἀπό τό αἱρετικό περιεχόμενό του, στήν ἀποδοχή καί χρήση του ἀπό τόν ἅγιο Νικόδημο καί σημαίνει ἁπλῶς τίς ἀπερινόητες δωρεές καί χάριτες πού μᾶς δωρίζει ἡ μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Κλείνοντας τήν εἰσήγηση, θά μιλήσουμε λίγο στατιστικά. Στό Ἀόρατο Πόλεμο ἐντοπίσαμε 11 ἀναφορές στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ· στά Πνευματικά Γυμνάσματα 35. Εἶναι ἀναφορές κυρίως σέ ὑποσημειώσεις. Καί γιά νά γίνῃ μιά σύγκριση, στό Ἑορτοδρόμιο ἐντοπίσαμε 119. Στίς ἀναφορές συνήθως χαρακτηρίζεται «ὁ Θεσσαλονίκης θεῖος Γρηγόριος» ἤ «ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος».

Δέν γνωρίζω ἄν αὐτό ἔχη κάποια σημασία, ἀλλά στόν Ἀόρατο Πόλεμο καί στά Πνευματικά Γυμνάσματα δέν ἀναφέρεται πουθενά τό ἐπώνυμο «Παλαμᾶς». Στό Ἑορτοδρόμιο ἀναφέρεται 15 φορές.

Ἄς κλείσουμε (δανειζόμενοι τόν λόγο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου) μέ «ἐκεῖνο ὅπου λέγει σκοτεινὰ ὁ μέγας ἐκεῖνος ἐργάτης καὶ διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς, Γρηγόριος ὁ Θεσσαλονίκης, ἐν οἷς λέγει. “Ὅταν τὸ ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον, τότε συνάπτεται τῇ Θεαρχικῇ Τριαδικῇ Μονάδι, πᾶσαν ἀποκλεῖσαν πλάνης εἴσοδον καὶ ὑπεράνω καθεστὼς σαρκὸς καὶ κόσμου καὶ κοσμοκράτορος”».

«Τὸ ἑνιαῖον τοῦ νοῦ γένηται τρισσόν, μένον ἑνιαῖον» ὅταν, κατά τόν ἅγιο Νικόδημο, «ὁ μὲν νοῦς προσέχῃ ὅλος εἰς τὸν ἐνδιάθετον λόγον του τὸν ἐν τῇ καρδίᾳ λαλούμενον, ὁ δὲ ἐνδιάθετος λόγος λέγει τό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με, τὸ δὲ Πνεῦμα καὶ ἡ φυσικὴ θέλησις μὲ ὅλην της τὴν δύναμιν ἀγαπᾷ καὶ διατίθεται εἰς τὰ ρήματα τῆς προσευχῆς ταύτης, τότε αἱ τρεῖς δυνάμεις αὗται, γίνονται ἕνα, μένουσαι τρεῖς· καὶ ὁ ἕνας ἄνθρωπος γίνεται τρία, μένοντας ἕνας».

Ἔτσι, ἐπιθυμώντας νά καταστοῦμε «ἐν τρισίν ἑνιαῖοι», ἄς ζητήσουμε ἀπό τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία, σύμφωνα μέ αὐτά πού γράφει γι’ αὐτήν ὁ ἅγιος Νικόδημος στά Πνευματικά Γυμνάσματα, «Αὐτὴ μόνη εἶναι καὶ ὁ ταμειοῦχος ἐν ταὐτῷ καὶ ὁ χορηγός τοῦ πλούτου τῆς Θεότητος καὶ χωρὶς τὴν μεσιτείαν Αὐτῆς, δὲν δύναται νὰ πλησιάσῃ τινὰς εἰς τὸν Θεόν, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, καθὼς περὶ Αὐτῆς ὑψηγορεῖ ὁ Μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος ἐν τῷ α΄. λόγῳ τῶν Εἰσοδίων», [Αὐτή, λοιπόν,] νά γεννᾶ διαρκῶς μέσα μας τήν προσευχή, πού μᾶς ἑνοποιεῖ, πού ἀναζωπυρώνει τήν Χάρη τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, μᾶς φωτίζει τόν νοῦ στόν ἀγώνα τῆς πίστεως καί μᾶς κάνει νά διψοῦμε γνησίως τήν συνεχῆ Θεία Μετάληψη, καθιστώντας μας ζωντανά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας.