Skip to main content

Βαρελᾶ Γεωργίου: Ὁ ἱερός κλῆρος στήν παλιγγενεσία τοῦ 1821

Στόν ὑπόδουλο ἑλληνισμό,
τό ράσο πρωτοστάτησε μέ ὑψωμένο τίμιο σταυρό.
Ἀκοίμητος κανδήλα τῆς Ὀρθοδοξίας
ἐμψυχωτής τοῦ σκότους καί τῆς σωτηρίας.

Μέ δάσκαλο ρασοφόρο γέροντα παππά
γιγάντωσε κρυφό σχολειό, μές τή σπηλιά.
Μές τό σκοτάδι, μετέδωσε φλόγα ελευθερίας
τροφοδότης ἀπαράμιλλου σθένους καί ἀνδρείας.

Γιά νά σηκώσει ἀνάστημα ὁ ὑπόδουλος ραγιάς
καί νά λάμψει ἥλιος τῆς λευτεριᾶς,
χύθηκε αἷμα πολλῶν ὀκάδων
κληρικῶν, Πατριαρχῶν καί Δεσποτάδων.

Ἀπαγχονισμοί, βασανισμοί Ἀρχιερέων
μαρτυρικοί θάνατοι παππάδων νέων.
Παπαθύμιος Βλαχάβας, πασσαλωμένος σέ σουβλί
μέ δόλο τόν μπαγλάρωσαν τσιράκια τοῦ Ἀλῆ.

Πατριάρχες ἐκτελέστηκαν δέν τό χωράει ἀνθρώπου νοῦς,
μέ δηλητηριάσεις, στραγγαλισμούς καί ἀπαγχονισμούς,
Παρθένιος Α,Β & Γ΄ καί Ραφαήλ
Λούκαρις, Κουταρῆς καί Γαβριήλ.

Ἐπικεφαλῆς ἡρωικῶν μαρτύρων τοῦ ἀγώνα
μέγας ρασοφόρος πού καθαγίασε τό χῶμα,
Πατριάρχης Γρηγόριος ὁ Ε΄τό 1821
γιά μιά Ἑλλάδα ἐλεύθερη, γιά σένα καί γιά μένα.

ἀφιερωμένο στό σεπτό μας Ποιμενάρχη, Μητροπολίτη Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου
κ.κ. Ἱερόθεο

γιά νά μήν ξεχνᾶμε τήν ἱστορία μας


Ναύπακτος, 4 Φεβρουαρίου 2021

Βαρελάς Γεώργιος

Ἐγκύκλιος Ἱερᾶς Συνόδου «Ἐπί τῇ πρώτῃ τοῦ Ἔτους καί περί τῆς ἐνάρξεως τῶν Ἑορτασμῶν γιά τά 200 Χρόνια ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση»

«Ἐπί τῇ πρώτῃ τοῦ Ἔτους καί περί τῆς ἐνάρξεως τῶν Ἑορτασμῶν γιά τά 200 Χρόνια ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση»

(Ἐγκύκλιος σὲ PDF)


Αθηνησι τη‚ 17ῃ Δεκεμβρίου 2020

Πρός τό Χριστεπώνυμο Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

«Ἐπεβίβασας ἀνθρώπους ἐπί τάς κεφαλάς ἡμῶν. Διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος καί ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν» Ψαλμός 65ος

Ἀδέλφια μας ἀγαπημένα,
Καλή καί εὐλογημένη Χρονιά!

Ἑορτάζουμε σήμερα τήν κατά σάρκα Περιτομή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν ἔναρξη τοῦ νέου ἔτους 2021. Τιμοῦμε τήν μνήμη τοῦ σοφοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου Μεγάλου Βασιλείου Ἐπισκόπου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας καί ταυτοχρόνως εἰσερχόμεθα σέ μία χρονιά, ἡ ὁποία βρίθει διδαγμάτων καί συμβολισμῶν. Ἀρχίζει σήμερα τό ἔτος 2021, κατά τό ὁποῖο σύμπας ὁ Ἑλληνισμός καί κάθε ἀδούλωτο πνεῦμα θά τιμήσει, παρά τίς ὑγειονομικές δυσκολίες καί μέ σεβασμό πρός τά ὑγειονομικά μέτρα προφυλάξεως, τά 200 ἔτη ἀπό τήν Ἐθνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821.

Ἡ Ἐκκλησία πανηγυρίζει τήν Ἐπανάσταση ὡς ἕνα πνευματικό γεγονός. Πανηγυρίζει τόν Ἀγῶνα γιά τήν Ἀνεξαρτησία καί τήν Παλιγγενεσία ὡς τύπο τοῦ διαχρονικοῦ ἀγώνα τοῦ ἀνθρώπου κατά τῆς τυραννίας καί τῆς δουλείας τόσο τῆς ἐξωτερικῆς, ὅσο καί τῆς ἐσωτερικῆς, τόσο τῆς συλλογικῆς, ὅσο καί τῆς ἀτομικῆς. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ Ἐκκλησία πανηγυρίζει τό 1821 ὡς μία ἄλλη Ἔξοδο ἀπό τήν νοητή Αἴγυπτο, πρᾶγμα τό ὁποῖο ὑποδηλώνεται καί μέ τόν ἐξαιρετικά συμβολικό ἁγιογραφικά ἑορτασμό τῆς ἡρωικῆς Ἐξόδου τοῦ Μεσολογγίου. Αὐτό εἶναι τό νόημα μέ τό ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία συνέδεσε ἀπό τήν ἀρχή τόν ἑορτασμό τῆς Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας, ὡς μερική, δηλαδή, πραγμάτωση μέσα στήν ἱστορική συγκυρία τοῦ λουτροῦ παλιγγενεσίας τοῦ ὅλου ἀνθρώπου (Τίτ. 3, 5).

Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει καί ἐπιλέγει νά κατανοεῖ τήν ἱστορία μέ ὅρους μή γεωπολιτικούς διότι κατανοεῖ τόν κόσμο μέ ὅρους ἐσχατολογικούς. Γι᾿ αὐτό ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ καί τότε καί τώρα καί πάντοτε «μωρία» καί «σκάνδαλο» (A´ Κορ. 18, 24). Ἡ Ἐκκλησία σκέπτεται μέ ὅρους «λειτουργικοῦ χρόνου» καί τοῦτο διότι, ὡς φορέας τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θείου Λόγου, ἀναλαμβάνει τήν εὐθύνη ἔναντι τῶν ἀνθρώπων πού τήν ἀπαρτίζουν καί τούς διαποιμαίνει, νά μεταμορφώσει τόν χῶρο καί τόν χρόνο.

Τό τόλμημα τῶν προγόνων μας ἦταν μεγάλο! Τετρακόσια χρόνια ὑπό τήν καταπίεση τοῦ ὀθωμανικοῦ ζυγοῦ, κι ὅμως, ἐκεῖνοι κράτησαν τήν πίστη, τήν ἐθνική ταυτότητα καί τήν ἐλπίδα. Ἄλλα ἔθνη, ἄν εἶχαν ἔστω καί γιά λίγες δεκαετίες ὑποστεῖ τόν τυραννικό ὀθωμανικό ζυγό, θά εἶχαν ἀλλοτριωθεῖ. Ὡστόσο, ὁ Ἑλληνισμός ἐπιβίωσε παρά τό παιδομάζωμα, τά σκλαβοπάζαρα καί τίς ἀναρίθμητες βιαιότητες, στηριγμένος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τήν θυσία τῶν Νεομαρτύρων καί τήν ἀγωνιστικότητά του.

Σᾶς καλοῦμε σήμερα νά κλίνουμε εὐλαβῶς τό γόνυ ἐνώπιον τῆς σεπτῆς μνήμης τῶν Νεομαρτύρων καί τῶν Ἡρώων τῆς πίστεως καί τῆς πατρῴας γῆς. Τῶν ἀνδρῶν καί γυναικῶν, κληρικῶν καί λαϊκῶν, οἱ ὁποῖοι δέν δείλιασαν μπροστά στό σπαθί τοῦ δημίου ἤ στήν ἀγχόνη τοῦ ὀθωμανοῦ ἱεροδικαστῆ καί ὁμολόγησαν Χριστό Ἀναστάντα. Οἱ Νεομάρτυρες θυσίασαν τήν ζωή τους γιά νά διατρανώσουν τό μήνυμα στούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες ὅτι δέν πρέπει νά ἐξισλαμισθοῦν, δέν πρέπει νά γίνουν ἐξωμότες, ὅτι μέλλον δέν ὑπάρχει χωρίς φῶς Χριστοῦ.

Οἱ περισσότεροι ἐκ τῶν Νεομαρτύρων θά εἶχαν σώσει τήν ζωή τους ἄν εἶχαν ἀλλαξοπιστήσει. Κι ὅμως, στάθηκαν ὄρθιοι μέ ἦθος Χριστιανικό καί τόλμη Ἑλληνική. Προτίμησαν τόν μαρτυρικό θάνατο παρά τήν ἀλλαγή πίστεως καί ἐθνικῆς συνειδήσεως. Ἄς μήν ξεχνοῦμε ὅτι, ὅποιος χανόταν γιά τήν Ὀρθοδοξία, χανόταν καί γιά τόν Ἑλληνισμό. Ὁ ἐξισλαμισμένος «τούρκευε» καί γινόταν διώκτης τῶν Χριστιανῶν, τῶν μέχρι πρότινος ἀδελφῶν του.

«Κατ᾿ ἀλήθειαν τοῦτο εἶναι θαῦμα παρόμοιον ὡσάν νά βλέπῃ τινάς μέσα εἰς τήν καρδίαν τοῦ χειμῶνος ἐαρινά ἄνθη καί τριαντάφυλλα … Ἐν τῷ καιρῷ τῆς αἰχμαλωσίας νά βλέπῃ ἐλευθερίαν»! Ἔτσι ἐκφράζει τόν θαυμασμό του γιά τούς Νεομάρτυρες, τούς μετά τήν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως καλῶς ἀθλήσαντας καί ξίφει ἤ ἀγχόνῃ τελειωθέντας, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὁ πολυγραφότατος Νάξιος μοναχός τοῦ 18ου αἰῶνος κατέγραψε 87 συναξάρια Νεομαρτύρων στό περίφημο «Νέον Μαρτυρολόγιον», τό ὁποῖο ἐξεδόθη τό 1799. Μεταξύ τῶν Νεομαρτύρων τούς ὁποίους καταγράφει, περιλαμβάνεται καί ὁ Φωτιστής τῶν σκλάβων, ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714 – 1779), ὁ ὁποῖος ἐργάσθηκε ἀόκνως γιά νά ἀποτρέψει τούς ἐξισλαμισμούς καί νά διαδώσει τήν Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία.

Οἱ Νεομάρτυρες ἦσαν οἱ πρῶτοι ἀντιστασιακοί τῆς δουλείας, ὅπως τούς ὀνόμασε ὁ ἀείμνηστος θεολόγος καί ἱστορικός π. Γεώργιος Μεταλληνός. Οἱ ἁγιασμένες αὐτές μορφές, αὐτό τό πραγματικό νέφος τῶν χιλιάδων Νεομαρτύρων, ἦσαν οἱ πρωτεργάτες τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Ἄν αὐτοί δέν εἶχαν θυσιασθεῖ γιά τήν Πίστη καί τήν Πατρίδα, δέν θά ὑπῆρχαν τό 1821 Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι γιά νά ἀγωνισθοῦν.

Ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἦταν ἐπανάσταση ἐθνική καί θρησκευτική. Δέν ἀντέγραψε καμία ἄλλη ἐπανάσταση οὔτε, ἄλλωστε, θά μποροῦσε νά ἐμπνευσθεῖ ἀπό ἰδεολογίες πού περιεῖχαν ἀθεϊστικά ἤ ἀντιεκκλησιαστικά μηνύματα. Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν, κορυφαῖος Βρετανός Βυζαντινολόγος τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ἔγραψε στό ἔργο του «Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν Αἰχμαλωσίᾳ» ὅτι: «στή διάρκεια τῶν σκοτεινῶν αἰώνων ἡ Ὀρθοδοξία διαφύλαξε τόν Ἑλληνισμό. Ἀλλά καί χωρίς τήν ἠθική δύναμη τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ ἴδια Ὀρθοδοξία ἴσως νά εἶχε συρρικνωθεῖ».

Τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ «δι᾿ οὗ πάντοτε νικῶμεν» παρουσιάζει ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης στήν πρώτη Προκήρυξή του τῆς 24ης Φεβρουαρίου τοῦ 1821. Ἡ Φιλική Ἑταιρεία εἶχε ὁρίσει, ἤδη ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1820, ὡς ἡμέρα τοῦ ξεσηκωμοῦ τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγγελισμοῦ, τήν 25η Μαρτίου, γιά νά καταδείξει τήν σύνδεση τῆς Παναγίας καί τῆς Ἐλευθερίας, τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος. Τήν σύνδεση τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἑλλήνων ὡς Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας Του. Οἱ πρωταγωνιστές τοῦ Ἀγώνα ὁμολογοῦν τήν Χριστιανική Πίστη τους καί σέ ὅλες τίς Ἐθνικές Συνελεύσεις θέτουν ὡς προοίμιο τῶν Συνταγμάτων τήν ἐπίκληση πρός τήν Ἁγία Τριάδα. Οἱ ὀθωμανοί, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Ὀρθόδοξος κλῆρος ἦταν ἡ πνευματική ἡγεσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἐκδικήθηκαν πρώτους ἀπ᾿ ὅλους Πατριάρχες, Ἐπισκόπους, Ἱερεῖς, Μοναχούς καί Μοναχές. Καί τούς θανάτωσαν μέ τρόπο μαρτυρικό. Μεταξύ αὐτῶν ξεχωρίζει ἡ μορφή τοῦ Ἁγίου Ἐθνοϊερομάρτυρος Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε´, τοῦ ὁποίου τό ἁγιασμένο λείψανο φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό τῶν Ἀθηνῶν, μαζί μέ τά ἱερά λείψανα τῆς Κυρᾶς τῶν Ἀθηνῶν, τῆς Ἁγίας Φιλοθέης.

Ἤθελε ὄντως ἀρετήν καί τόλμην ἡ Ἐλευθερία! Οἱ συνθῆκες ἦσαν ἀντίξοες. Ἡ Ἱερά Συμμαχία ἀντιπάλευε τίς ἐθνικές ἐξεγέρσεις λαῶν πού διασποῦσαν τίς μεγάλες Αὐτοκρατορίες. Οἱ Ἕλληνες ἦσαν λιγότεροι ἀριθμητικά, ἀλλά πέτυχαν νά ἐλευθερωθοῦν. Παρά τήν διχόνοια, ἡ ὁποία ἔθεσε σέ κίνδυνο τόν Ἀγῶνα, κατόρθωσαν νά σηκώσουν τό ἀνάστημά τους ἀπέναντι στόν ὀθωμανό δυνάστη, νά προτάξουν καί νά κατακτήσουν τήν Ἐλευθερία ἔναντι τοῦ θανάτου. Οἱ Ἕλληνες ὑπῆρχαν, ὑπάρχουν καί θά ὑπάρχουν! Ὅπως χαρακτηριστικά ἀπάντησε ὁ Ἐθνομάρτυς τοῦ 1821 Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός στόν ὀθωμανό διοικητή καί δήμιό του: «Ἡ Ρωμηοσύνη ἔν νά χαθῇ ὅντας ὁ κόσμος λείψει!». Ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνισμός, δηλαδή, θά ὑπάρχει, θά ἐπιβιώνει καί θά ἀγωνίζεται μέχρι τήν συντέλεια τοῦ αἰῶνος.

Εἴδαμε ἀδελφούς νά χάνονται, ἀλλά δέν λιποψυχήσαμε! Εἴδαμε κατακτήσεις καί ἀπώλειες ἐδαφῶν, ἀλλά δέν σταματήσαμε νά ἀγωνιζόμαστε! Ἡ πίστη στόν Θεό, ἡ συνείδηση τῆς διαχρονικῆς συνέχειας τοῦ Ἔθνους, ἡ ἀγάπη μας γιά τά γράμματα, τό ἀντιστασιακό μας ἦθος, ἡ κοινοτική ἀλληλεγγύη, αὐτά ἦσαν τά πνευματικά ἐφόδια πού ὁδήγησαν στήν Ἐλευθερία καί θέριεψαν τό κίνημα τοῦ Φιλελληνισμοῦ.

Χωρίς νά ἀπελευθερωθοῦν ὅλα τά ἐδάφη ὅπου διαβιοῦσαν Ἕλληνες, ἐπί 400 χρόνια γιά τήν Νότιο Ἑλλάδα καί 500 χρόνια γιά τήν Βόρειο Ἑλλάδα, διατηρήσαμε ἄσβεστη τήν φλόγα καί δέν ἀπογοητευθήκαμε! Δέν ὑποδουλωθήκαμε ἠθικά καί πνευματικά. Ἤμασταν καί εἴμαστε πάντοτε ἐλεύθεροι. Ἐλεύθεροι στήν καρδιά, ἐλεύθεροι στήν σκέψη, ἐλεύθεροι στό φρόνημα, ἐλεύθεροι στήν συνείδηση!

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, διά τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Πολιτιστικῆς Ταυτότητος, ἔχει προγραμματίσει 261 ἐκδηλώσεις σέ ὅλη τήν ἐπικράτειά Της γιά νά τιμηθεῖ ἡ μεγάλη Ἐπέτειος, ὀργανώνοντας ἐκδόσεις, συνέδρια, λατρευτικές συνάξεις καί καλλιτεχνικές ἐκδηλώσεις. Τό Πρόγραμμα βρίσκεται ἤδη ἀναρτημένο στόν ἱστότοπο www.ekklisia1821.gr, τόν ὁποῖο δημιούργησε ἡ Ἱερά Σύνοδος εἰδικά γιά τίς Συνοδικές καί Περιφερειακές δράσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατά τό ἔτος 2021. Παράλληλα, κυοφοροῦνται συνεργασίες μέ τά Ἀνώτατα Ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα, τήν Τοπική Αὐτοδιοίκηση καί ἄλλους Φορεῖς.

Ἀδέλφια μας, ἐλᾶτε!

  • Εἶναι ὁ καιρός νά θυμηθοῦμε, νά μάθουμε, νά ἀναστοχασθοῦμε.
  • Γιά τήν Ἐλευθερία καί τήν Αὐτοδιάθεση, γιά τό Δίκαιο καί τήν Ἑνότητα, γιά τήν Ἀξιοσύνη καί τήν Φρόνηση.
  • Γιά τοῦ Χριστοῦ τήν Πίστη τήν Ἁγία καί τῆς Πατρίδος τήν Ἐλευθερία.
  • Γιά ὅλα ἐκεῖνα τά ἰδανικά πού μᾶς ἔκαναν φωτοδότες ἀγωνιστικότητας, πολιτισμοῦ καί προκοπῆς ἔχουμε τό χρέος καί τήν ἀπαράμιλλη τιμή νά ἑορτάσουμε κατά τήν διάρκεια τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ ἔτους τά 200 χρόνια του ἀναστημένου Γένους.
  • Κι ἄν νομίζουμε πώς οἱ δυσκολίες μποροῦν νά μᾶς νικήσουν, ἄς θυμόμαστε πάντοτε ὅτι ἀνασυστήσαμε τό Κράτος μας βασισμένοι στά ἰδανικά τοῦ ᾿21, ἐνῶ ὅλα «τά ᾿σκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλαβιά».
  • Εἶναι ἡ στιγμή νά τιμήσουμε τό αἷμα μας, νά κοιτάξουμε κατάματα τήν ἱστορία μας. Τούτη τήν ἱστορία, πού λάμπρυνε τό Ἔθνος μας στά πέρατα τῆς Οἰκουμένης. Τούτη τήν δόξα, πού στεφανώνει τίς θάλασσες καί τήν γῆ μας. Τούτη τήν πίστη, πού κρατεῖ ἀταλάντευτη τήν ἐλπίδα ἀπ᾿ ἄκρη σ᾿ ἄκρη αὐτοῦ τοῦ τόπου. Ἀπό τήν Κρήτη ὥς τήν Θράκη κι ἀπό τήν Ἤπειρο ὥς τήν μαρτυρική μας Κύπρο.
  • Μέ γνώση γιά τό παρελθόν καί χριστιανική βεβαιότητα γιά τό μέλλον, οἱ Μεγάλες Ὧρες τοῦ Ἔθνους μᾶς ὁδηγοῦν!

Ἐκ βάθους καρδίας εὐχόμαστε πρός ὅλους τό νέο ἔτος νά εἶναι πάροχο παντός ἀγαθοῦ ἐκ τοῦ Νηπιάσαντος γιά τήν σωτηρία μας Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰρηνικό καί εὐλογημένο.

Μέ συγκίνηση, ὑπερηφάνεια καί πατρική ἀγάπη

† Ὁ Ἀθηνῶν ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ, Πρόεδρος

† Ὁ Μυτιλήνης, Ἐρεσσοῦ καί Πλωμαρίου Ἰάκωβος
† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως καί Πολυκάστρου Δημήτριος
† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων
† Ὁ Διδυμοτείχου, Ὀρεστιάδος καί Σουφλίου Δαμασκηνός
† Ὁ Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Ἀνδρέας
† Ὁ Ξάνθης καί Περιθεωρίου Παντελεήμων
† Ὁ Ἄρτης Καλλίνικος
† Ὁ Ἰλίου, Ἀχαρνῶν καί Πετρουπόλεως Ἀθηναγόρας
† Ὁ Ζακύνθου Διονύσιος
† Ὁ Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καί Ὠρωποῦ Κύριλλος
† Ὁ Νέας Ἰωνίας, Φιλαδελφείας, Ἡρακλείου καί Χαλκηδόνος Γαβριήλ
† Ὁ Γλυφάδας, Ἑλληνικοῦ, Βούλας, Βουλιαγμένης καί Βάρης Ἀντώνιος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Ὠρεῶν Φιλόθεος

 

 

Ἐγκύκλιος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου - «Μήνυμα ἐπί τῇ Ἑορτῇ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου καί τῇ συμπληρώσει διακοσίων ἐτῶν ἀπό τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τῆς 25ης Μαρτίου 1821»

 Η Ι­Ε­ΡΑ ΣΥ­ΝΟ­ΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚ­ΚΛΗ­ΣΙ­ΑΣ ΤΗΣ ΕΛ­ΛΑ­ΔΟΣ 24/3/2021 

Αθηνησι τη‚ 9ῃ Μαρτίου 2021

«Ἐπί σοί ἤλπισαν οἱ πατέρες ἡμῶν, ἤλπισαν,
καί ἐῤῥύσω αὐτούς• πρός σέ ἐκέκραξαν καί ἐσώθησαν,
ἐπί σοί ἤλπισαν καί οὐ κατῃσχύνθησαν» (Ψαλμός 21ος)

Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,

«Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις». Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἑορτάζει τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου καί ὁ Ἑλληνισμός σύμπας, ἐντός καί ἐκτός Ἑλλάδος, τιμᾶ τήν Ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821.

Παρά τίς δύσκολες συνθῆκες καί τούς ὑγειονομικούς περιορισμούς, καλούμαστε ὅλοι οἱ Ἕλληνες ἑνωμένοι νά προσευχηθοῦμε στήν Κυρία Θεοτόκο, Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ Γένους μας, νά τήν εὐχαριστήσουμε γιά τό γεγονός τῆς σωτηρίας, τήν ὁποία δι’ Αὐτῆς μᾶς χαρίζει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, καθώς καί γιά τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος μας καί τήν εὐόδωση τοῦ ἐθνικοῦ Ἀγῶνος. Ταυτόχρονα καλούμαστε νά Τήν παρακαλέσουμε, ὥστε νά πρεσβεύει στόν Υἱό Της, προκειμένου γρήγορα ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά δεινά τῆς πανδημίας, ἡ ὁποία ταλαιπωρεῖ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα.

Σήμερα εἶναι ἡμέρα Μνήμης, Τιμῆς καί Ἐλπίδος. Μνήμης Ἁγίων, Νεομαρτύρων, Ἐθνομαρτύρων, Ἡρώων, Ἀγωνιστῶν, Δασκάλων τοῦ Γένους, κληρικῶν καί λαϊκῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν πού ἔδωσαν τά πάντα γιά τήν Πατρίδα.

Θυμόμαστε ἐκείνους πού προετοίμασαν τό ἔδαφος. Ἐκείνους πού διαφύλαξαν τήν Πίστη, τήν γλῶσσα καί τήν ἐθνική συνείδηση. Ἐκείνους πού καλλιέργησαν τό ἀγωνιστικό ἦθος. Ἐκείνους πού διατήρησαν τήν ἄσβεστη φλόγα τῆς ἐλπίδας. Θυμόμαστε τά λόγια του Ἁγίου καί Ἐθναποστόλου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, ὁ ὁποῖος δίδασκε ὅτι θά ἔλθει τό ποθούμενον (ἡ ἀπελευθέρωση), ἀρκεῖ νά κρατήσουμε τήν Χριστιανική Πίστη μας καί τήν ἑλληνική γλῶσσα καί παιδεία.

Τιμοῦμε τούς Ἀγωνιστές τῶν πολλῶν προεπαναστατικῶν κινημάτων. Τούς ἄνδρες καί τίς γυναῖκες πού ἔπεσαν στούς ἀγῶνες τῶν 400 ἐτῶν γιά τήν Νότιο Ἑλλάδα, ἀλλά καί τῶν 500 ἐτῶν γιά τήν Βόρειο Ἑλλάδα. Τιμοῦμε τήν σεμνότητα καί τήν μαχητικότητα τῶν μελῶν τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, οἱ ὁποῖοι ξεκίνησαν τό τόλμημά τους ἀνήμερα τοῦ Σταυροῦ στίς 14 Σεπτεμβρίου 1814 καί ὀργάνωσαν τήν Ἐθνεγερσία μέ μυστικότητα καί μέ εὐφυΐα, παρά τό ἀρνητικό διεθνές περιβάλλον. Τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους πού ἔχυσαν τό αἷμα τους στίς μάχες, στίς πολιορκίες, στίς ναυμαχίες τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Τιμοῦμε τά θύματα τῶν Ὁλοκαυτωμάτων καί τῶν σφαγῶν στήν Νάουσα, στήν Χίο, στήν Κύπρο, στίς Κυδωνίες, στό Μεσολόγγι καί ἁπανταχοῦ τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Ἐλπίζουμε καί ὁραματιζόμαστε. Ἐλπίζουμε νά παραμείνει ἡ Ἑλλάδα ἐλεύθερη ἀπό κάθε καταπίεση καί ἀπειλή, στηριζόμενη στήν Ἁγία Πίστη τοῦ Χριστοῦ καί στίς δημοκρατικές ἀρχές καί ἀξίες. Ἐπιθυμοῦμε τήν εἰρηνική συμβίωση μέ ὅλους τούς λαούς τῆς γῆς, ἀλλά δέν εἴμαστε διατεθειμένοι νά ἀπεμπολήσουμε τά ἐθνικά μας δίκαια. Ὅσα ἀποκτήθηκαν μέ αἷμα ἀπό τούς προγόνους μας ὀφείλουμε νά τά διαφυλάξουμε, ὥστε νά παραδώσουμε στίς νεώτερες γενιές τήν Ἑλλάδα ἀσφαλῆ καί ἱκανή νά ἀναδείξει τήν πλούσια καί ζῶσα πολιτισμική κληρονομιά της.

Καλούμαστε, λοιπόν, νά πορευθοῦμε μέ τήν ἐλπίδα τοῦ μέλλοντος, ἔχοντας τήν συνείδηση ὅτι τό μέλλον εἶναι αὐτό πού δίνει οὐσιαστικό νόημα σέ ὅσα προηγήθηκαν. Ἕνα μέλλον πού ἀποκαλύπτει τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας. Οἱ πρόγονοί μας, τό 1821, δέν θά εἶχαν ἐπιτύχει σέ κανέναν ἀγῶνα τους χωρίς πίστη σ’ αὐτήν τήν ζωντανή παρουσία τοῦ ὄντως Ζῶντος Θεοῦ.

Ἡ ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἡ ὁποία τόσα πολλά σηματοδοτεῖ γιά τό λαμπρό μέλλον τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου στά ἔσχατα, εἶχε ἐπιλεγεῖ ἀπό τήν Φιλική Ἑταιρεία, ἤδη ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1820, γιά τήν ἐξέγερση στήν Πελοπόννησο καί σέ ἄλλα μέρη τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τό βεβαιώνουν πολλοί πρωταγωνιστές στά κείμενά τους, μέ πιό χαρακτηριστική τήν ἀναφορά τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στήν «Διήγηση Συμβάντων τῆς Ἑλληνικῆς Φυλῆς». Ἐκεῖνοι πού προετοίμασαν τήν Ἐπανάσταση ἤθελαν νά συνδέσουν τόν Ἀγῶνα τους γιά τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή, τό πρόσωπο τῆς Παναγίας μέ τήν σωτηρία τους. Καί στό τρίτο ἔτος τοῦ Ἀγῶνος, στίς 30 Ἰανουαρίου 1823, ἡ Παναγία τούς ἔδωσε τό μήνυμα ὅτι ὁ Ἀγώνας θά εὐοδωθεῖ. Τότε ἀκριβῶς ἀνευρέθη μέ θαυματουργικό τρόπο ἡ εἰκόνα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στήν Τῆνο, κατόπιν ὑποδείξεως τῆς μοναχῆς Πελαγίας, ἤδη Ἁγίας τῆς Ἐκκλησίας μας.

Τέκνα τῆς Ἐκκλησίας μας εὐλογημένα,

Ἔχοντας ὅλα τά προαναφερθέντα στόν νοῦ μας, ἄς ἀτενίσουμε μέ αἰσιοδοξία τό μέλλον. Ἡ 25η Μαρτίου 2021 ἄς γίνει ἡ ἀφετηρία καί τό ἐφαλτήριο μίας νέας πορείας ὡς πρός τήν σχέση μας μέ τό Γένος καί τήν Πατρίδα μας. Ἄς προσπαθήσουμε νά συνδυάσουμε τήν Χριστιανική μας Παράδοση καί τήν ἱστορική μας συνέχεια μέ τίς ἀνάγκες τῆς σύγχρονης ἐποχῆς. Καί ἄς ξαναδιαβάσουμε μέ προσοχή τήν λαϊκή σοφία τοῦ Στρατηγοῦ Ἰωάννη Μακρυγιάννη, ὁ ὁποῖος συνοψίζει τό νόημα τοῦ Ἀγώνα σέ μία σύντομη συζήτησή του μέ τόν Γάλλο Ναύαρχο Δεριγνύ πρίν ἀπό τήν μάχη μέ τόν Ἰμπραήμ στούς Μύλους τῆς Ἀργολίδος:

«Ἐκεῖ ὁπού ‘φκιανα τίς θέσεις εἰς τούς Μύλους, ἦρθε ὁ Ντερνύς νά μέ ἰδεῖ».
Μοῦ λέγει: «Τί κάνεις αὐτοῦ; Αὐτές οἱ θέσεις εἶναι ἀδύνατες• τί πόλεμον θά κάμετε μέ τόν Μπραΐμη αὐτοῦ;»
Τοῦ λέγω: «Εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσεις κι ἐμεῖς. Ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός ὁπού μᾶς προστατεύει...».

Εἴμαστε ἀδύνατοι, ἀλλά εἶναι δυνατός ὁ Θεός μας, διδάσκει ὁ Μακρυγιάννης. Κι ἐμεῖς ἀδύναμοι νιώθουμε καί εἴμαστε, ἀλλά μέ πίστη στόν Θεό, μέ ἐπίγνωση τῆς ἱστορίας μας καί μέ ἐλπίδα στήν Ζωή πού ἔρχεται ἀπό τό μέλλον θά γίνουμε πιό δυνατοί γιά νά ἀντιμετωπίσουμε τίς δυσκολίες!

Τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,

Γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους, αὐτός ὁ σταθερός προσανατολισμός τῆς ἱστορίας πρός τό μέλλον εἶναι πού μεταμορφώνει καί δίδει πραγματικό νόημα στόν παρόντα καιρό. Ἀποτελεῖ ἀπάντηση στό ζήτημα τοῦ θανάτου καί γι’ αὐτό ἀποτυπώθηκε μέ ἀπαράμιλλη εὐστοχία στό πάντα ἐπίκαιρο ἐπαναστατικό σύνθημα τῶν Ἀγωνιστῶν τοῦ 1821 «Ἐλευθερία ἤ Θάνατος». Ἡ πίστη ὅτι ἡ ἱστορία πορεύεται ὄχι στήν ἐπιστροφή της σέ ἕνα τέλειο παρελθόν, ἀλλά σέ ἕνα ἐσχατολογικό μέλλον τό ὁποῖο τήν ἀναμένει καί δέν δύναται νά ἀναιρέσει τήν μνήμη του, ἦταν πού κράτησε ἀπροσκύνητους ἐπί 400 χρόνια τούς προγόνους μας ὑπό τόν ὀθωμανικό ζυγό.

Ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τήν ὅποια κοσμική σκλαβιά προϋποθέτει τήν πίστη ὅτι τό παρελθόν δέν μπορεῖ νά καθορίζει τόν ἄνθρωπο. Γιά τήν ζωή καί τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν ἄνθρωπο μόνο τό μέλλον μπορεῖ νά τόν καθορίζει. Αὐτό εἶναι ἄλλωστε καί τό νόημα τῆς Μετάνοιας.

Χρόνια πολλά, ἐλεύθερα, ἐν μετανοίᾳ καί χαρᾷ, ἐπ’ ἐλπίδι τοῦ μέλλοντος αἰῶνος!

Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος
Οἱ Συνοδικοί Ἀρχιερεῖς

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἀδούλωτες ψυχές κατά τήν Τουρκοκρατία

τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὁ Δημήτριος Δ. Τριανταφυλλόπουλος, τέως Καθηγητής τῆς Βυζαντινῆς Τέχνης στό Πανεπιστήμιο τῆς Κύπρου, μ’ ἕνα σημαντικό ἄρθρο του, μέ τίτλο: «Μεμέρισται ὁ Ἑλληνισμός; Τό 1821 στήν παγίδα τοῦ Νεοφαλμεραϋερισμοῦ;»(Κυριακάτικη Δημοκρατία, 2.1.2021), μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά δοῦμε τό «ἀδούλωτο φρόνημα» τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ (τοῦ ἐκχριστιανισμένου Ἑλληνισμοῦ) κατά τά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, μέσα ἀπό ἕνα ὄχι πολύ γνωστό ἔργο τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἄρτης.

Παραθέτουμε τήν τελευταία παράγραφο τοῦ ἄρθρου τοῦ κ. Τριανταφυλλόπουλου, πού ἐκφράζει ὅλο τό πνεῦμα του: «Δέν ξέρουμε τί μᾶς ἐπιφυλάσσει ἡ ἐπίσημη ἐπιτροπή ἑορτασμοῦ [γιά τά 200 χρόνια ἀπό τήν κήρυξη τῆς ἐπανάστασης τοῦ 1821]– ἄς εὐχηθοῦμε τό καλύτερο δυνατόν!». Ἐπισημαίνει ὅμως ὅτι «ἡ Πολιτεία δέν φαίνεται νά συνέτρεξε ἐνεργά τά τρία καίρια μουσεῖα γιά τόν βυζαντινό καί μεταβυζαντινό Ἑλληνισμό, τό Βυζαντινό Μουσεῖο Ἀθηνῶν, τό Μουσεῖο Μπενάκη καί τό Μουσεῖο Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ Θεσσαλονίκης, γιά νά δώσουν μιάν ὁλοκληρωμένη εἰκόνα τοῦ ἑνός καί ἀδιαίρετου, σκλαβωμένου ἀλλά ἀκαταδάμαστου Ἑλληνισμοῦ: ἀπό τίς δύο ἁλώσεις, τή Ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, τό μαρτύριο τοῦ Πατρο-Κοσμᾶ καί τήν ἀγχόνη τοῦ ἐθνομάρτυρα Πατριάρχη μέχρι τήν καταναυμάχηση τῶν τυράννων στό Ναυαρίνο καί τήν ἔλευση τοῦ κορυφαίου Νεοέλληνα Κυβερνήτη!».

Πίσω ἀπό αὐτήν τήν παραθεώρηση τῆς προεπαναστατικῆς ἱστορίας βλέπει τήν ἐπιβίωση τῆς θεωρίας τοῦ Φαλμεράϋερ. Γι’ αὐτό μιλᾶ γιά Νεοφαλμεραϋερισμό. Ἐν ὄψει, λοιπόν, τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Παλιγγενεσία, διατυπώνει ὁρισμένα «θεμελιακά ἐρωτήματα». Γράφει: «Πότε ἀρχίζει ἡ ἀντίσταση τῶν ὑποδούλων κατά τῶν διαφόρων κατακτητῶν τους; Ποιά ἦταν ἡ κυρίαρχη ταυτότητα τῶν ἐξεγερμένων ραγιάδων; Καί ἀκόμη σαφέστερα, εἶναι ἤ ὄχι Ἕλληνες οἱ Βυζαντινοί, πού ἀπό τήν ἑπομένη τῆς ἀποφράδας ἅλωσης τῆς Βασιλεύουσας ἀπό τή Δ´ Σταυροφορία τῆς χριστιανικῆς Δύσης (1204) ξεσηκώνονται γιά τήν ἐλευθερία τους μέ συνείδηση τῆς ταυτότητάς τους; Ἡ τετρακοσίων ἐτῶν Τουρκοκρατία εἶναι μιά μαύρη σελίδα, πού καλά θά κάνουμε νά τή θάψουμε καί νά τήν ξεχάσουμε μιά καί καλή, ὄντας πιά … Εὐρωπαῖοι(!), ἤ μιά περίοδος “φωτεινότερη ἀπό ὅλα τά σεμινάρια τῆς Γοττίγγης”(Τ. Παπατσώνης);».

Τά «θεμελιακά ἐρωτήματα» πού διατυπώνει ὁ ἀρθρογράφος, ὁδήγησαν τήν σκέψη μας σέ ἕνα ἄγνωστο στούς πολλούς ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἄρτης ὁσίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου, ὁ ὁποῖος ἔζησε καί ἔδρασε κατά τόν 16ο αἰώνα (περί τό 1520 ἕως τό 1577μ.Χ.), δηλαδή ἕνα περίπου αἰώνα μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης. Στό ἔργο αὐτό φαίνεται καθαρά ἡ ζωντανή θρησκευτική καί ἐθνική συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τῶν ὑποδούλων στόν Ὀθωμανικό ζυγό.

Γνωστό ἔργο τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ εἶναι ὁ «Θησαυρός», πού ἔγραψε ὡς Ὑποδιάκονος τῆς συνοδείας τῆς Μονῆς τοῦ Στουδίου, σέ ἁπλή γλώσσα (στό γλωσσικό ἰδίωμα πού μιλοῦσαν, τότε, στήν Θεσσαλονίκη καί τήν Κωνσταντινούπολη). Ἔχουν διασωθῆ ὅμως καί ἄλλα κείμενά του, κάποια ἀπό τά ὁποῖα ἀποτελοῦν τούς πρώτους βίους Νεομαρτύρων, μαζί μέ τίς ἀκολουθίες τους. Σ’ αὐτά βρίσκουμε, ἴσως γιά πρώτη φορά, τόν χαρακτηρισμό «Νεομάρτυς», πού δίνεται σέ ὅσους ὁδηγήθηκαν μέσα ἀπό σκληρά βασανιστήρια στόν θάνατο, ὁμολογώντας τήν Ὀρθόδοξη πίστη ἀπέναντι στούς ἀλλόθρησκους δυνάστες.

Ἔχουμε ὑπόψη μιά ἔκδοση τοῦ 1930 τῆς ἀκολουθίας τοῦ Νεομάρτυρα ἁγίου Νικολάου τοῦ ἐξ Ἰχθύος Κορινθίας, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1544 μ.Χ., τήν ὁποία, μαζί μέ ἐγκώμιο στόν Νεομάρτυρα, ἔγραψε τό 1548 ὁ σύγχρονός του ὅσιος Δαμασκηνός ὁ Στουδίτης, Ἱερομόναχος τότε.

Μέσα στήν ἀκολουθία καί τό ἐγκώμιο τοῦ Νεομάρτυρα φαίνεται καθαρά τό ἀδούλωτο φρόνημα τῶν Ρωμηῶν, δηλαδή τῶν φυσικῶν κληρονόμων τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, πού ἐκχριστιανίστηκε μέ τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων καί τούς θεολογικούς ἀγῶνες τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Ὁ δυνάστης χαρακτηρίζεται παράνομος, θηρίου ἀγριότερος, γεμάτος φονική διάθεση ἀπέναντι στούς ὑποδούλους. Ὁ Νεομάρτυρας μακαρίζεται γιά τήν προσκόλλησή του στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί γιά τό ἀδούλωτο φρόνημα τῆς ψυχῆς του, γιά τήν γενναιότητα, τήν ὑπομονή καί τήν ἀποβολή τοῦ ψεύδους.

Γιά τεκμηρίωση τῶν παραπάνω σταχυολογοῦμε, ἀπό τήν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου καί τό Ἐγκώμιο πού συνέθεσε γι’ αὐτόν ὁ ὅσιος Δαμασκηνός, ὁρισμένες χαρακτηριστικές προτάσεις.

Σέ τροπάριο τοῦ Μικροῦ Ἑσπερινοῦ διαβάζουμε: «Τῆς τοῦ Χριστοῦ σε ἀγάπης οὐδέν ἐχώρισεν, οὐ πῦρ, οὐδέ γυμνότης, οὐ δριμύτης βασάνων ἀπείρων θεοκῆρυξ, σῆς γάρ ψυχῆς τό ἀδούλωτον φρόνημα ἐπιδεικνύων, ὑπέμεινας σταθερῶς πάντα πόνον τόν τοῦ σώματος».

Σέ τροπάριο τῆς Λιτῆς ὁ Χριστός μιλᾶ στόν Νεομάρτυρα: «Τάδε λέγει Κύριος τῷ ἀθλοφόρῳ, γενναῖε, τί ἐποίησάν σοι, ἀδίκως οἱ παράνομοι· ταῖς πληγαῖς σε κατέστιξαν, τῇ φρουρᾷ ἐναπέκλεισαν, ὥσπερ θῦμα ἐπί φλόγα ὁλοκαυτώθης, γενναῖε, νῦν ἐγώ σοι ταῦτα πλουσίως ἀνταμείψομαι».

Σέ τροπάριο τοῦ Ὄρθρου ὑμνεῖται ὁ Νεομάρτυρας, γιατί μέ τήν ἄθλησή του «Τύραννον ἐπῃρμένον, κατέρραξεν εἰς γῆν».

Τέτοια τροπάρια συνέθεσε ὁ ὅσιος Δαμασκηνός, τά ὁποῖα ψάλλονταν ἀπό τό 1548 μ.Χ. σ’ ὅλα τά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, κρατώντας ζωντανή τήν πίστη τῶν ὑποδούλων καί ἐμφυσώντας σ’ αὐτούς ἡρωϊκό φρόνημα ἀντίστασης πρός τόν δυνάστη.

Τό Ἐγκώμιο ὅμως στόν Νεομάρτυρα εἶναι ἀποκαλυπτικότερο. Μέ γλώσσα λογία, ὄχι τήν ἁπλή τοῦ «Θησαυροῦ», δείχνει καί διδάσκει τήν ἀγάπη στά «ἑλληνικά γράμματα», ἀλλά πρό παντός τήν ἀγάπη στόν Χριστό καί τήν Ὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας.

Παραθέτουμε κατ’ ἀρχήν μιά διατύπωση χαρακτηριστική τῆς γλωσσικῆς αἰσθητικῆς τοῦ ὁσίου Δαμασκηνοῦ: «Νικολάῳ τῷ ἐν μάρτυσιν ἀρτιφανεῖ, πατρίς μέν ἦν ἡ παρά τῷ Ζάρηκι ὄρει κώμη πάλαι μέν Ἰχθῦς ὀνομαζομένη νῦν δέ τῇ τῶν χυδαίων φωνή Ψάρι προσαγορευμένη».

Ἐπειδή τό Ἐγκώμιο τοῦ Νεομάρτυρα ἦταν ταυτόχρονα διδασκαλία καί κατήχηση τοῦ λαοῦ, παραθέτουμε ἐνδεικτικό ἀπόσπασμα ἀπό τόν διάλογο τοῦ Νικολάου μέ τόν Ἔπαρχο τῆς Κωνσταντινούπολης, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Σινάν, «ἄνθρωπος μέν ὤν τῇ φύσει, θηρίου δέ μᾶλλον ἀγριότερος, [...] ἄλλος τις Φαραώ ζυγῷ δουλείας σκληρᾶς, τόν νέον Ἰσραήλ καταδουλούμενος». Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός περιγράφει τόν Σινάν προφανῶς ἀπό προσωπική πείρα.

Στόν Σινάν κατέδωσαν τόν Νικόλαο Ἰσμαηλίτες (Μουσουλμάνοι) μέ τήν κατηγορία ὅτι ὑβρίζει τήν πίστη τους.

Ἀκούγοντας ὁ Ἔπαρχος τήν κατηγορία κάλεσε τόν Μάρτυρα νά ἀπολογηθῆ, γιατί μέ τόση τόλμη δέν ταπεινώνεται οὔτε στήν «βασίλειον ἀρχήν», οὔτε στήν ἐξουσίαν του καί συμπεριφέρεται μέ θρασύτητα, ὑβρίζοντας τόν ἴδιο «καί τόν τοῦ Θεοῦ προφήτην Μωάμεθ».

Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός βάζει στό στόμα τοῦ Νεομάρτυρα τά ἑξῆς λόγια: Ἐμένα, Ἔπαρχε, μέ ἐνδιαφέρει ἡ ἀλήθεια καί ὄχι τό ψέμα, «ἔνθεν οὐ φέρων τήν μέν ἀλήθειαν ὑφ’ ὑμῶν ὑβριζομένην ὁρᾶν, τό δέ γε ψεῦδος τιμώμενον· τόν μέν Χριστόν Θεόν γινώσκων ἀληθῆ καταγγέλλω, τήν δέ ψευδῆ θρησκείαν ὑμῶν ἀδεῶς ἀπελέγχω· τοῦτο μοι τῆς ἧς σύ φῆς τόλμης αἴτιον, οὐ γάρ ἐγώ τοῦτο τόλμην, ἀλλά παρρησίαν ἀποκαλῶ». Δηλαδή, δέν τό ὀνομάζω αὐτό θρασύτητα, ἀλλά ἔκφραση τῆς πίστης μου μέ θάρρος καί εἰλικρίνεια.

Ὁ ὅσιος Δαμασκηνός καταγράφοντας τήν τελική ἐρώτηση τοῦ Ἐπάρχου πρός τόν Νεομάρτυρα, ταυτόχρονα παρουσιάζει τήν μουσουλμανική ἀντίληψη περί τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἔπαρχος εἶπε στόν Νικόλαο: Ὁπότε εἶναι ἀλήθεια αὐτά πού μοῦ εἴπανε, ὅτι «Χριστόν Θεόν εἶναι λέγεις, πνοήν Θεοῦ παρά τῇ ἡμετέρᾳ γραφῇ κηρυττόμενον. Τόν δέ τῆς ἡμῶν εὐσεβοῦς πίστεως καθηγητήν ἀληθῶς προφήτην ὄντα ἀδεῶς υἱόν διαβόλου ἀποκαλεῖν;». Ὁ Νικόλαος ἀπάντησε μέ βεβαιότητα καταφατικά, συμπληρώνοντας: Δέν εἶναι δυνατόν «τόν μέν ἥλιον φάναι σκοτεινόν, τήν δέν νύκτα φωτεινήν». Ὁ Χριστός, ὡς δικαιοσύνης ἥλιος, εἶναι «φῶς καί φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον», ὁ δέ καθηγητής τῆς ἀπωλείας σας Μωάμεθ, «σκότος ὤν ἀφεγγές, πᾶσι τοῖς αὐτῷ ἑπομένοις, κρημνοῦ καί βαράθρων αἴτιος πέφυκεν». Καί συμπληρώνει: «ὁ ἐμός ἔφη Χριστός, τυφλός τυφλόν ἐάν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς βόθυνον ἐκπεσοῦνται». Ἔτσι καί σεῖς «τυφλῷ ἀνδρί πειθόμενοι, εἰς βυθόν ἀπωλείας ἁπαξάπαντες ἐμπεσεῖσθε».

Αὐτό ἦταν ἀνάγνωσμα ἐκκλησιαστικό κατά τήν Τουρκοκρατία.

Στόν ἐπίλογο τοῦ Ἐγκωμίου του ὁ ὅσιος Δαμασκηνός θυμᾶται ἀπό τήν Ἑλληνική παράδοση, τά ἔπαθλα τῶν ἀρχαίων ἀθλητικῶν ἀγώνων· τόν κότινο (κλαδί ἀγριελιᾶς), τά μῆλα, τ΄ἄγρια σέληνα καί τήν πίτυν (κλαδί ἀπό ἄγριο πεῦκο), γιά νά δείξη λαμπρότερα τά ἔπαθλα τοῦ Νεομάρτυρος. Γράφει: «Ταῦτα σοι παρ’ ἡμῶν, ὦ νεομάρτυς, γέρα τῆς ἀθλήσεως, Ὀλυμπιακοῦ κοτίνου καί Πυθικῶν μήλων τιμιώτερα, Νεμαίας τε σελήνων καί Ἰσθμικῆς πίτυος ἐνδοξότερα· οὗτός σοι παρ’ ἡμῶν ὁ στέφανος λογικός μέν, ἀλλ’ ὅμως οὐκ ἄξιος εἰσάπαν τῆς σῆς κεφαλῆς».Καί κλείνει μέ πολυσήμαντη εὐχή: «...καί νῦν μέν [ὦ Νεομάρτυς] ταῖς πρός Θεόν σου ἐντεύξεσι κατευνάσαις τήν τῶν παθῶν ἀγριαίνουσαν θάλατταν· στήσαις δέ καί τόν σάλον τῶν λογισμῶν πρός δέ καί ζωήν εὔθυμον δῴης παντός ἀνιαροῦ πάθους ἀμέτοχον· εἰ δέ καί μετασταίημεν τῶν ἐνθάδε, δέξαιο ἡμᾶς ἐν ταῖς οὐρανίαις σκηναῖς».

Αὐτά εἶναι ἕνα δεῖγμα τοῦ ἐκχριστιανισμένου Ἑλληνισμοῦ, πού ἦταν ἀκμαῖος, κάτω ἀπό τούς θόλους τῶν Ναῶν καί μέσα ἀπό τίς μάνδρες τῶν Μοναστηριῶν, σέ ὅλη τήν Τουρκοκρατία.

Ἡ σημασία τῆς Ἐπετείου 200 ἐτῶν ἀπό τό 1821

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(Συνέντευξη πού δημοσιεύθηκε στήν ἱστοσελίδα ΕΚΚΛΗΣΙΑ online, στίς 22 Μαρτίου 2021)

Δημοσιογράφος Πάνος Γκόρης: Ποιά σημασία τῆς ἐπετείου γιά τήν Ἐκκλησία μας καί γιά τήν κοινωνία;

Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ἡ ἐπέτειος τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἔχει μεγάλη σημασία, γιά νά δοῦμε τό τί συνθῆκες ἐπικρατοῦσαν κατά τήν διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης, ποιές ἦταν ἐκεῖνες οἱ δυνάμεις πού προκάλεσαν τήν Ἐπανάσταση καί τί συνέπειες εἶχε τόσο στόν Ἑλληνισμό τῆς περιοχῆς αὐτῆς, ὅσο καί γενικότερα στήν Ρωμηοσύνη.

Τό λέγω αὐτό, γιατί μέ τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 συγκροτήθηκε ἕνα μικρό Κράτος, πού ὅμως ἄφησε πολλούς Ρωμηούς-Ἕλληνες ἐκτός αὐτοῦ, σύμφωνα μέ τήν διάκριση πού γινόταν τότε μεταξύ αὐτοχθόνων καί ἑτεροχθόνων, καθώς, ἐπίσης, ἔγινε διάρρηξη τῶν σχέσεων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ νέου Κράτους μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Τελικά, ἡ ἐπέτειος τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821, πρέπει νά συνεξετασθῆ μέ τήν ἐπέτειο τῶν 100 χρόνων πού θά ἔχουμε τήν ἑπόμενη χρονιά, ἐννοῶ τοῦ 1922, δηλαδή μέ τήν ἐξαφάνιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ-Ρωμηοσύνης τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου καί τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης.

Κατά τήν γνώμη μου πρέπει νά συνεξετασθοῦν οἱ δύο αὐτές ἐπέτειοι, γιά νά ἐξαγάγουμε ἀσφαλῆ συμπεράσματα, πού εἶναι ἀπαραίτητα γιά τήν ἱστορική μνήμη καί τό μέλλον μας. Ἔτσι διαβάζεται καί ἑρμηνεύεται ἡ ἱστορία. Διαφορετικά ἄν τήν ἐξετάση κανείς ἀπό μιά πλευρά, μεμονωμένα καί ἐπιλεκτικά, τότε διαστρεβλώνεται.

 

2. Ἐρώτηση: Τί ἀπαντᾶτε στίς φωνές ὁρισμένων πού ἀμφισβητοῦν τόν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στήν Ἐπανάσταση τοῦ 21;

Ἀπάντηση: Ὑπάρχουν καί τέτοιες φωνές πού θέλουν νά ἀμφισβητήσουν τά ἀντικειμενικά ἱστορικά γεγονότα καί δεδομένα. Δέν μπορεῖ κανείς νά ἀποκλείση καί τέτοιες φωνές, οὔτε νά τίς ἀγνοήση. Πάντοτε ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού βλέπουν τά θέματα μεμονωμένα. Εἶναι δύσκολο νά κρίνη κανείς τά γεγονότα μέ ἀντικειμενικότητα καί μέ τίς ἀναγκαῖες ἐπιστημονικές προϋποθέσεις. Δυστυχῶς, ἐπικρατεῖ ἡ νοοτροπία νά στοχάζεται κανείς πάνω σέ διάφορα ἱστορικά γεγονότα, καί μάλιστα μέσα ἀπό ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις.

Τό γεγονός εἶναι ὅτι πολλοί παράγοντες συνετέλεσαν στό θαῦμα αὐτό τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821 καί ὁ κάθε παράγοντας εἶχε τά ποσοστά συμμετοχῆς τους. Εἶναι οἱ Ἕλληνες διαφωτιστές πού ἐπηρεάσθηκαν ἀπό τόν δυτικό διαφωτισμό περί ἐλευθερίας τῶν λαῶν, ἔχοντας μιά ἐθνικιστική νοοτροπία ὡς πορεία ἀπό τίς αὐτοκρατορίες στά ἐθνικά Κράτη, καί εἶναι οἱ ἔμποροι πού ἵδρυσαν τήν Φιλική Ἑταιρεία. Εἶναι καί οἱ ἀγωνιστές καί ὁπλαρχηγοί τῆς Ἐπαναστάσεως πού ἀγωνίσθηκαν στά πεδία τῶν μαχῶν. Διότι εἶναι καλοί οἱ σχεδιασμοί καί οἱ ἰδεολογίες, ἀλλά ἄν δέν ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού χύνουν τό αἷμα τους γιά τήν ἐλευθερία τῆς Πατρίδος, τότε οἱ ἰδεολογίες καί οἱ λόγοι περί ἐλευθερίας θά παραμείνουν στά βιβλία μέσα στίς βιβλιοθῆκες.

Ἡ συμμετοχή τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Κληρικῶν, τῶν μοναχῶν καί τῶν λαϊκῶν, εἶναι ἀναμφισβήτητη. Ἡ Ἐκκλησία κράτησε τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί ὅλο τόν πολιτισμό (γλώσσα, ἤθη καί ἔθιμα, ἱστορία), γιά τετρακόσια καί περισσότερα χρόνια δουλείας, καί αὐτή ἦταν πού ἐπηρέασε τούς ἀγωνιστές τῆς Ἐπαναστάσεως. Ἄλλωστε, ὁ τύπος τῶν ὁπλαρχηγῶν καί τῶν ἀγωνιστῶν τῆς Ἐπαναστάσεως ἦταν ὁ τύπος τοῦ Ρωμηοῦ, ὅπως τόν καλλιέργησε ἡ Ἐκκλησία.

Ἔχουν γραφῆ ἑκατοντάδες καί χιλιάδες σελίδες γιά τήν συμμετοχή τῆς Ἐκκλησίας στόν ἀγώνα τῆς ἐλευθερίας, πού δέν μπορῶ ἐδῶ νά ἀναφέρω, ἀλλά μπορεῖ ὁ καθένας νά ἀνατρέξη καί νά τά βρῆ. Φυσικά καί ἰσχύει [ σέ μερικές περιπτώσεις ] τό «οὐ μέ πείσεις κἄν μέ πείσης».

 

3. Ἐρώτηση: Ποιές οἱ δράσεις τῆς Μητροπόλεως Ναυπάκτου;

Ἀπάντηση: Ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας, παρά τό ὅτι εἶναι ἀπό τίς μικρότερες Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔχει προγραμματίσει πολλές ἐκδηλώσεις, οἱ ὁποῖες ἔχουν συμπεριληφθῆ στό πρόγραμμα ἑορτασμοῦ τῆς ἐπετείου αὐτῆς, ὅπως ἔχει καθορισθῆ ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά τονίσω ὅτι ἡ Μητρόπολή μας ἔκανε τήν πρώτη ἐκδήλωση ἀπό τήν ἀρχή τοῦ ἔτους αὐτοῦ. Ἔτσι, στίς 2 Ἰανουαρίου τοῦ 2021 ἔγινε ἡ πρώτη ἀπό ὅλες τίς ἐκδηλώσεις σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἀφοῦ εἶχε προγραμματισθῆ ὁμιλία στούς φοιτητές τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, πού τελικά ἔγινε διαδικτυακά καί ἔφερε τόν τίτλο «Τό νόημα τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821».

Ἔπειτα ὁμίλησα μέχρι τώρα δυό φορές στόν Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τήν πρώτη φορά μέ θέμα «Τό νόημα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821» στήν δημοσιογράφο Ἀδαμαντία Μπούρτζινου (21-1-2021), καί τήν δεύτερη μέ θέμα «Ὁ Διχασμός τοῦ Γένους: Ἐθναρχία, Γένος, ἀνασύνταξη» στήν δημοσιογράφο Κατερίνα Χουζούρη (17-2-2021).

Κατά τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἔκανα διαδικτυακά τήν καθιερωμένη ὁμιλία μου στούς Ἐκπαιδευτικούς τῆς Ναυπάκτου, πού ἐφέτος εἶχε τό ἐπετειακό θέμα «Τό νόημα τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἀπό τήν καθιέρωσή της μέχρι σήμερα».

Ἐπίσης κατά τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πραγματοποιήθηκε ἡ τελετή βράβευσης γιά τούς μαθητές πού ἔλαβαν μέρος καί πρώτευσαν στόν διαγωνισμό τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας μέ τίτλο «Νεομάρτυρες: Φῶτα τοῦ Γένους κατά τήν Τουρκοκρατία».

Δημοσίευσα ἐπίσης ἕνα ἐκτεταμένο κείμενό μου στό διαδίκτυο μέ τίτλο «Ἡ Ἐκκλησία στήν Τουρκοκρατία καί τήν Ἐθνεγερσία».

Οἱ δράσεις τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας πού ἀφοροῦν τήν Ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν περιλαμβάνουν ἐπίσης, καί ἐλπίζουμε νά μᾶς ἀφήση ἡ πανδημία νά τίς πραγματοποιήσουμε, Θεατρική παράσταση μέ θέμα τόν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Ἡμερίδα μέ θέμα τήν συμμετοχή τῶν τοπικῶν ὁπλαρχηγῶν στήν Ἐπανάσταση, τήν ἐκδήλωση γιά τούς ἀποδήμους τό καλοκαίρι, Θεολογικό Συνέδριο γιά τούς Νεομάρτυρες, ἐκδήλωση γιά τόν ὅσιο Δαμασκηνό Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἄρτης καί τήν Τουρκοκρατία καί ἄλλες ἐκδηλώσεις σέ συνεργασία μέ τόν Δῆμο Ναυπακτίας, ὅπως στά πλαίσια τῶν ἐκδηλώσεων γιά τήν Ναυμαχία τῆς Ναυπάκτου, θεατρική παράσταση μέ θέμα τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό κ.ἄ.

 

4. Ἐρώτηση: Τό μήνυμά σας στούς Ἕλληνες πού ὑποφέρουν αὐτή τή δύσκολη περίοδο μέ τόν κορονοϊό, πῶς πρέπει νά βιώσουν τήν ἐθνική ἐπέτειο;

Ἀπάντηση: Ἡ ἐπέτειος τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, πού εἶναι ἐπέτειος ἐλευθερίας ἐθνικῆς, συμπίπτει μέ τήν πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ πού μᾶς ἐπέβαλε πολλές στερήσεις, περιορισμούς, καί δημιούργησε πολλά κοινωνικά, ἐκκλησιαστικά καί προσωπικά προβλήματα. Ἔτσι, εἴμαστε πάλι «ἐλεύθεροι πολιορκημένοι» ἤ σκέτα «πολιορκημένοι», πού δημιουργεῖ πολλά προβλήματα.

Μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νά αἰσθανθοῦμε λίγο τό δράμα τῶν προγόνων μας πού βρίσκονταν σέ δύσκολες συνθῆκες, κάτω ἀπό τήν πίεση τῶν Φράγκων, τῶν Ἑνετῶν καί τῶν Τούρκων Ὀθωμανῶν καί ἔπρεπε νά ἐπιβιώσουν. Ἀλλά πρέπει νά δοῦμε καί τί πρέπει νά κάνουμε γιά νά ἀποκτήσουμε πάλι τήν ἀτομική καί κοινωνική μας ἐλευθερία. Ἔχουμε ἕναν νέο πόλεμο καί πρέπει καί σέ αὐτόν τόν πόλεμο νά ἀγωνισθοῦμε ὄχι μέ τό νά ἀγνοοῦμε τόν ἐχθρό, ἀλλά μέ τό πῶς θά τόν ἀντιμετωπίσουμε καί θά τόν νικήσουμε.

Σέ σχέση μέ τήν ἐθνική ἐπέτειο, ἡ πανδημία μᾶς κάνει, νά βροῦμε καί ἤδη βρήκαμε καί ἄλλους τρόπους γιά νά ἑορτάζουμε τό ἐθνικό αὐτό γεγονός. Οἱ διαδικτυακές συναντήσεις μᾶς δίνουν τήν εὐκαιρία νά ἐπικεντρώσουμε τήν προσοχή στόν λόγο, τήν μελέτη ἱστορικῶν βιβλίων καί ἤδη ἡ Ἐκκλησία ἔχει στραφῆ πρός τήν κατεύθυνση αὐτή.

Μέσα ἀπό ὅλα αὐτά πρέπει νά δοῦμε τί τελικά εἶναι ἡ ἐλευθερία –ἐθνική, κοινωνική καί ἀνθρώπινη– ποιές εἶναι οἱ σύγχρονες μάστιγες πού μᾶς βασανίζουν καί μᾶς ὑποδουλώνουν, τί σημαίνει ἐθνική ἀξιοπρέπεια καί ποιές δουλεῖες ἐμφανίζονται σήμερα. Μποροῦμε νά δοῦμε πολλά καί νά ἑορτάσουμε ἀποδοτικά τήν ἐπέτειο αὐτή μέ ἕναν ἄλλον ἰδιαίτερο τρόπο.

Κύριο ἄρθρο: Ἐκκλησία καὶ Ἐπανάσταση τοῦ 1821   

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου 

Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ἦταν ἕνα μεγαλειῶδες γεγονός, πού δια­φέ­ρει σαφέστατα ἀπό ἄλλες ἐπαναστάσεις, θά μπορού­σαμε νά τήν χαρακτη­ρίσουμε ὡς «ἁγία ἐπανάσταση», διότι τά ὁράματα τῶν ἀγωνιστῶν, Κληρι­κῶν καί λοιπῶν, διέφεραν ἀπό τά ὁράματα ἄλλων ἐπαναστατῶν καί ἐπηρεάστηκαν ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, γιά παράδειγμα, στά ἀπομνημονεύματά του γράφει ὅτι τήν πρώτη ἡμέρα τῆς Ἐπαναστάσεως στίς 23 Μαρτίου στήν Καλαμάτα «ὅλοι μέ τάς εἰκόνας ἔκαναν δέησι καί εὐχαριστήσεις, –Μοῦ ἤρχετο τότε νά κλαύσω… ἀπό τήν προθυμίαν ‘ποῦ ἔβλεπα.– Ἱερεῖς ἔκαναν δέησι. Εἰς τόν ποταμόν τῆς Καλαμάτας ἀνασπασθήκαμε καί ἐκινήσαμε». Ἔτσι, ἡ Ἐπανάσταση ἄρχισε στήν Καλαμάτα μέ προσευχή σάν λιτανεία, καί ἔπειτα στήν Μονή τῆς Ἁγίας Λαύρας ὁ Ἐπίσκοπος Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός κήρυξε τήν Ἐπανάσταση.

Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά γίνη κατανοητό ὅτι οἱ Ἕλληνες δέν ἀγωνί­σθηκαν γιά τήν ἀτομική τους ἐλευθερία, γιατί ὅσο ἦταν κάτω ἀπό τήν δυναστεία τῶν Τούρκων μποροῦσαν, ἐάν ἀλλαξο­πιστοῦσαν, νά ἀποκτή­σουν αὐτήν τήν ἀτομική ἐλευθερία, ὡς μιά ἐπιβίωση καί ὡς ἀπόκτηση πλούτου καί ἀξιωμάτων. Ἐπι­δίω­καν τήν ἐλευθερία ὅλου τοῦ ρωμαίϊκου βίου, κρατώντας τίς παραδόσεις τοῦ Γένους, ὅπως δείχνουν οἱ Νεομάρτυρες –σημαντικό εἶναι τό βιβλίο τοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ «Τουρκοκρατία»– ἀλλά καί τήν ἐθνική ἐλευθερία, ὅπως φαίνεται στούς λόγους τῶν ἀγωνιστῶν.

Ἔπειτα, ἡ Τουρκοκρατία δέν ἦταν ἡ μόνη δουλεία στήν ὁποία ἔπεσαν οἱ Ρωμηοί, ἀφοῦ προηγήθηκαν καί ἄλλες δουλεῖες, ὅπως ἡ Φραγκοκρατία καί ἡ Ἑνετοκρατία. Ὁπότε, ἡ δουλεία τῶν Ρωμηῶν δέν κράτησε μόνον τετρακόσια χρόνια, ἀλλά πολύ περισσό­τερα, ἤτοι πεντακόσια χρόνια καί σέ μερικές περιοχές καί ἑξακόσια χρόνια, δηλαδή ἀπό τήν 12 Ἀπριλίου 1204, πού εἶναι ἡ κύρια κατάλυση τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτο­κρατορίας-Βυζαντίου. Σημαντικά εἶναι τά βιβλία τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ μέ τίτλο «Τό 1204 καί ἡ διαμόρφωση τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ», καί «1204-1922, ἡ διαμόρφωση τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ (Δεύτερος Τόμος)». Ἄλλω­στε, οἱ Ὀθωμανοί δέν κυρίευσαν πολλές περιοχές, καί τήν δική μας περιοχή, ἀπό τούς Ρωμηούς, ἀλλά ἀπό τούς Ἑνετούς.

Σέ ὅλο αὐτό τό διάστημα τῆς ξενικῆς δουλείας ἡ Ἐκκλησία μέ ὅλη τήν παράδοσή της, κράτησε τό Γένος μας σέ κατάσταση ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας. Αὐτό ἔχει δικαιωθῆ ἱστορικά. Ἄλλοι λαοί, ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι Ρωμαῖοι στήν Ἰταλία, ὅταν ἔχασαν τήν Ὀρθόδοξη πίστη, συγχρόνως ἔχασαν καί τήν Ἑλληνική παράδοση (γλῶσσα, ἤθη, ἔθιμα) πού ὑπῆρχαν ἀπό τόν 4ο καί 5ο αἰώνα π.Χ., ὅταν στίς περιοχές αὐτές πού χαρακτηρίζονταν Μεγάλη Ἑλλάδα, δίδασκαν μεγάλοι Ἕλληνες φιλόσοφοι καί οἱ κάτοικοι μιλοῦσαν καί σκέπτονταν Ἑλληνικά. Στήν περιοχή μας, ὅμως, διατηρήθηκε ἡ ἑλληνική γλώσσα καί παράδοση, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία κρατοῦσε ἀναμμένο τό φῶς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί αὐτό ἔκανε τούς Ρωμηούς-Ὀρθοδόξους νά μή ἀλλαξοπιστήσουν, δηλαδή νά μή τουρκέψουν καί νά μή φραγκέψουν.

Πολλές φορές σκέπτομαι τήν δεινή κατάσταση στήν ὁποία βρέθηκαν οἱ Πατριάρχες καί οἱ Ἀρχιερεῖς σέ ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, ἀλλά εἰδικότερα τήν περίοδο πρό καί κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821.

Ὁ Πέτρος Γεωργαντζῆς σέ μιά πρωτότυπη μελέτη του μέ τίτλο «Ἡ Ἐκκλησία κατά τό 1821» δημοσιεύει τόν ἀνέκδοτο κώδικα ἀλληλογραφίας τοῦ Μητρο­πολίτου Ἡρακλείας καί Θράκης Ἰγνα­τίου Σταραβέλου τῆς περιόδου 1821-1830. Πρόκειται γιά σημαν­τικές ἐπιστολές στίς ὁποῖες φαίνεται ὅλη ἡ τραγική κατά­σταση τῶν Ἱεραρχῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.

Στό πρῶτο μέρος τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ὁ συγγραφεύς παρουσιάζει τήν τραγική διαφορά μεταξύ τῶν ἀγάδων, πού ἦταν οἱ Ὀθωμανοί κατακτητές, οἱ ὁποῖοι εἶχαν μόνο δικαιώματα στήν ζωή, τήν τιμή καί τήν περιουσία τῶν ὑποδούλων, καί τῶν ραγιάδων, πού δούλευαν γιά νά ἀπολαμβάνουν οἱ δυνάστες. Μέσα στήν προοπτική αὐτή περιγράφονται τά ἄμεσα χρέη τῶν ραγιάδων πρός τό Τουρκικό δημόσιο, ἤτοι τά «ραγιαλίδικα χρέη» καί τά «ἴδια ἀρχιερατικά χρέη», ὅπως καί τά «ἐπαρχιακά ἐκκλησιαστικά χρέη» καί ἄλλες ὑποχρεώσεις τῶν Ἀρχιερέων πρός τό Τουρκικό δημόσιο, ἀλλά καί τά «πεσχεσλίκα (δῶρα) τῶν ἀρχιερέων πρός τούς Κρατοῦντες». Ἐπίσης, καθορίζονταν καί ἔκτακτες ἀναγκαστικές ὑποχρεώσεις τῶν Ἀρχιερέων πρός τούς Τούρκους.

Οἱ φόροι πού ἔπρεπε νά καταβάλουν ὁ Πατριάρχης καί οἱ Μητροπολίτες-Ἀρχιερεῖς στό Τουρκικό Δημόσιο ἦταν δυσβά­στα­κτοι, γι’ αὐτό γίνονταν πολλές ἀλλαξοπατριαρχίες, μετα­θέ­σεις Ἀρχιε­ρέων, πολλοί Ἀρχιερεῖς ἔπεφταν σέ κατάθλιψη ἤ παραι­τοῦντο, ἀφοῦ δέν μποροῦσαν νά ἀνταποκριθοῦν στήν βαρύ­τατη φορο­λογία πού τούς ἐπιβαλόταν.

Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι τό 1818, τρία χρόνια πρίν τήν Ἐπανάσταση, τό χρέος τοῦ Πατριαρχείου στήν σουλτανική Κυβέρνηση ἀνερχόταν σέ 4.000 πουγγιά, δηλαδή 2.000.000 δρχ. καί τῶν Ἐπαρχιῶν σέ 12.000 πουγγιά, δηλαδή 7.000.000 δρχ. Καί αὐτό ἐπιδεινώθηκε μέ τήν ἔναρξη τῆς Ἐπα­ναστάσεως.

Ἔτσι, τό νά ἦταν κάποιος Πατριάρχης ἤ Ἀρχιερεύς κατά τήν περίο­δο τῆς Τουρκοκρατίας ἦταν πραγματικά μαρτύριο, ἐπειδή ἀφ’ ἑνός μέν δέχονταν πιέσεις ἀπό τούς κατα­κτητές, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἔπρεπε νά φροντίζουν τούς Χριστιανούς γιά νά παραμένουν πιστοί στίς παραδόσεις τους. Πολλοί Ἀρχιερεῖς παραιτοῦνταν τοῦ θρόνου τους καί ἄλλοι ἔπεφταν σέ μελαγχολία, γιατί δέν μποροῦσαν νά ἀνταποκριθοῦν στά μεγάλα καί δυσβάστακτα οἰκονομικά βάρη.

Ὁ ἴδιος συγγραφεύς (Πέτρος Γεωργαντζής) ἔγραψε ἕνα καταπληκτικό βιβλίο μέ τίτλο «Οἱ Ἀρχιερεῖς καί τό εἰκοσιένα», στό ὁποῖο ὕστερα ἀπό διεξοδικές ἔρευνες στίς πηγές κατέληξε ἀποδεδειγμένα στό συμπέρασμα ὅτι ἀπό τούς 200 Ἀρχιερεῖς πού ὑπῆρχαν τότε σέ ὅλη τήν ἔκταση τοῦ Πατριαρχείου οἱ 73, ποσοστό 36%, ἔλαβαν ἐνεργό μέρος στόν ἀγώνα «ἐπώνυμα καί ἀδιαμφισβήτητα», οἱ 43 Ἀρχιερεῖς, ποσοστό 21%, δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν, οἱ 45 Ἀρχιερεῖς, ποσοστό 22%, «θυσιάστηκαν γιά τήν ἐλευθερία, εἴτε ἀπό βασανιστήρια καί θανατώσεις τῶν Τούρκων, εἴτε διά πολεμικῆς συρράξεως». Τό συνολικό ποσοστό αὐτῶν πού συμμετεῖχαν ἐνεργῶς στόν ἀγώνα, ἄν ἐξαιρεθοῦν οἱ Ἀρχιερεῖς πού ἦταν σέ ἄλλες περιοχές πού δέν ἔγινε Ἐπανάσταση, ἀνέρχεται στό 80%.

Νά ὑπενθυμίσω τήν περίπτωση τοῦ Μητροπολίτου Ναυπά­κτου καί Ἄρτης Πορφυρίου τοῦ Βιθυνοῦ, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ κείμενο τοῦ Μπάμπη Χαραλαμπόπουλου, μετα­κινήθηκε δύο φορές ἀπό τήν Ναύπακτο, ἀπό τόν Ἀλῆ Πασᾶ καί τόν Ἰσμαήλ, καί ἐπέστρεψε μέ τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανα­στάσεως, ἀγωνίσθηκε γιά τήν ἐλευθερία καί ἐκοιμήθη τό 1838.

Πρίν ὁλοκληρώσω αὐτό τό σύντομο κείμενο, στό ὁποῖο φαίνεται σέ γενικές καί συνοπτικές ἐπισημάνσεις ἡ προσφορά τῆς Ἐκκλησίας πρό τοῦ ἀγῶνα τοῦ 1821 καί μετά ἀπό αὐτόν, θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ στό πολύ σημαντικό βιβλίο τοῦ Κώστα Σαρδελῆ μέ τίτλο «Ὁ θάνατος τῆς Αὐτοκρατορίας». Σέ αὐτό τό βιβλίο φαίνεται ὅλη «ἡ τραγωδία τῆς σκλαβωμένης ρω­μηοσύνης», καθώς ἐπίσης, ὅτι, ἐνῶ ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ξεκίνησε ὡς οἰκουμενική, τελικά ἔγινε ἑλληνική καί ἔτσι ἐπῆλθε «ὁ θάνατος τῆς Αὐτοκρατορίας», ἀφοῦ τό νέο Ἑλληνικό Κράτος περιορίστηκε στόν Μωριά καί τήν Στερεά Ἑλλάδα, σύμφωνα ἄλλωστε καί μέ τόν ἐθνικισμό πού ἐπηρέασε τόν 19ο αἰώνα τήν Εὐρώπη.

Ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου πρίν δύο χρόνια ἄρχισε νά προετοιμάζεται γιά τήν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ἔτσι, διοργάνωσε μέχρι τώρα δύο Ἐπι­στημονικά Συνέδρια καί καθ’ ὅλο τό ἔτος αὐτό ἔχει προγραμμα­τίσει πολλές ἐκδηλώσεις γιά τήν ἀνάδειξη τῆς προσφορᾶς τῆς Ἐκκλη­σίας γενικῶς καί εἰδικῶς στήν Ἐπαρχία μας καθ’ ὅλη τήν διάρ­κεια τῆς Τουρκοκρατίας, κατά τήν Ἐπανάσταση καί μετά ἀπό αὐτήν γιά τήν συγκρότηση τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Εὐχή μας εἶναι τό δένδρο τῆς ἐλευθερίας πού ἀρδεύθηκε μέ μεγάλες θυσίες καί πολύ αἷμα νά παράγη καρπούς καί ἐμεῖς οἱ διάδοχοί τους νά ἀποδειχθοῦμε ἄξιοι τῆς αἱματοβαμμένης ἐλευθερίας.

(Δημοσιεύθηκε στήν ἐπίσημη ἱστοσελίδα τοῦ Δήμου Ναυπακτίας τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί τῆς Ἐθνικῆς Ἐπετείου 2021)

Κύριο Θέμα: Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ὁ Διχασμός τοῦ Γένους. Ἐθναρχία, Γένος, ἀνασύνταξη

Ἀκοῦστε τὴν συνέντευξη

Μέ τήν εὐκαιρία τῆς Ἐπετείου τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κλήθηκε νά ἀπαντήση σέ ἐρωτήσεις τῆς δημοσιογράφου τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Κατερίνας Χουζούρη, καί αὐτή ἡ συζήτηση ἔγινε τήν 17η Φεβρουαρίου 2021.

Τό θέμα τῆς συζητήσεως ἦταν «ὁ διχασμός τοῦ Γένους: Ἐθναρχία, Γένος, ἀνασύσταση», καί ἐτέθησαν πολλά θέματα, ὅπως: –οἱ ἑνωτικοί καί ἀνθενωτικοί πρίν τήν ὑποδούλωση τῆς Πόλεως στούς Ὀθωμανούς, –ἡ κατάσταση τῆς Πόλεως πρίν τήν Ἅλωσή της τό 1453, –ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ Γένους Γεννάδιος Σχολάριος καί τά προβλήματα πού ἀντιμετώπισε, –ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας ὁ Β΄, –ἡ προσφορά τοῦ Πατριαχείου κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, –ἡ στάση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔναντι τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ καί τοῦ Λουθηρανισμοῦ, –ἡ διείσδυση στόν ὀρθόδοξο χῶρο τῶν δυτικῶν ἱεραποστόλων μισιοναρίων, –ὁ δυτικός διαφωτισμός καί ὁ ὀρθοδόξος φωτισμός, –ὁ διχασμός τοῦ Γένους μας κατά τήν διάρκεια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης καί μετά ἀπό αὐτήν, –ἡ κένωση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

Ἡ συζήτηση αὐτή ἀπομαγνητοφωνήθηκε καί προσφέρεται ὡς μιά μικρή ἀναφορά στήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, τόσο κατά τήν Τουρκοκρατία, ὅσο καί κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, πού πολλοί σήμερα ἐπιμένουν νά ἀγνοοῦν. 

*

Δημοσιογράφος Κατερίνα Χουζούρη:  Στό πλαίσιο τοῦ δεύτερου ἀφιερώματος στήν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης καί τή σειρά τῶν ἐκπομπῶν ἀνάμεσα στήν Ἅλωση καί τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821,  σήμερα, ἀγαπητοί ἀκροατές, τό θέμα τῆς ἐκπομπῆς εἶναι «Ὁ διχασμός τοῦ Γένους, Ἐθναρχία, Γένος, ἀνασύνταξη». Προσκεκλημένος εἶναι ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀσχοληθῆ καί ἔχει γράψει γι’ αὐτά τά θέματα.Νά καλωσορίσουμε, ἀγαπητοί ἀκροατές, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου τόν κ. Ἰερόθεο καί νά τόν εὐχαριστήσουμε θερμά γιά τήν συμμετοχή του στό μεγάλο ἀφιέρωμα πού πραγματοποιεῖ τό ραδιόφωνο τῆς Ἐκκλησίας. 

Σεβασμιώτατε, Σᾶς εὐχαριστοῦμε πολύ γι’ αὐτή τή δυνατότητα πού ἔχουμε νά συζητήσουμε αὐτά τά θέματα. Νά δοῦμε λίγο τα πράγματα ἀπό πολύ νωρίς, γιατί ἔχει τή σημασία του, γιά νά μπορέσουμε νά καταλάβουμε ἀκριβῶς κάποιες μεταγενέστερες καταστάσεις καί ζητήματα. Θά θέλατε νά ξεκινήσουμε λίγο ἀπό τό πρόβλημα πού δημιουργήθηκε μέ τούς ἑνωτικούς καί ἀνθενωτικούς. Τί ἀκριβῶς γίνεται καί τί σημαίνει αὐτό, ἄν θέλετε, γιά τήν πορεία τοῦ Ἔθνους καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας;

 

Μητροπολίτης Ναυπάκτου ἹερόθεοςἮταν σέ πολύ ἄσχημη κατάσταση. Ἡ παλιά ἔνδοξη Αὐτοκρατορία ἦταν στήν πλήρη παρακμή της. Αὐτά τά περιγράφει μέ ἕναν πολύ ρεαλιστικό τρόπο ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν σέ δύο βιβλία του, ὅπως «Ἡ Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως», «Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν Αἰχμαλωσίᾳ» κλπ. Θά πῶ γιά τήν κατάσταση αὐτή πρῶτον ἀπό ἐθνικῆς πλευρᾶς καί ὕστερα ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς.

Ἀπό πλευρᾶς ἐθνικῆς ἡ τότε Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία δεχόταν πιέσεις καί ἀπό ἀνατολή καί ἀπό δύση. Ἀπό τήν ἀνατολή οἱ Σελτζοῦκοι Τοῦρκοι μετά τήν μάχη τοῦ Ματζικέρτ τό 1071 ἄρχισαν νά καταλαμβάνουν διαδοχικά ὁλόκληρη τήν Μικρά Ἀσία καί τήν Θράκη, ὁπότε οἱ Ὀθωμανοί παραμονές τῆς Ἁλώσεως ἦταν ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀπό τήν δύση μέ τήν Δ΄ Σταυροφορία τό 1204 οἱ Φραγκολατίνοι κατέλαβαν τήν Κωνσταντινούπολη καί πολλές ἄλλες περιοχές, ὁπότε ἄρχισε ἡ Φραγκοκρατία. Ἐλευθερώθηκε μέν ἡ Κωνσταντινούπολη τό 1261, ἀλλά ἦταν πιά ἡ σκιά τοῦ ἑαυτοῦ της. Ἀπό βορρᾶ οἱ Σλαῦοι κατέρχονταν καί κατελάμβαναν διάφορες περιοχές. Μάλιστα τόν 14ο αἰώνα ὁ Στέφανος Δουσάν εἶχε καταλάβει σχεδόν ὅλη τήν Μακεδονία καί παρά λίγο θά καταλάμβανε καί τήν Κωνσταντινούπολη. Ἐπί πλέον ἐμφανίζονταν διάφορες πανδημίες, ὅπως ἡ πανούκλα, ὁ μαῦρος θάνατος τό 1347, πού ἐξόντωσε τό 1/3 τοῦ πληθυσμοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἑπομένως, ὅλα αὐτά ἀποδυνάμωσαν τόν πληθυσμό τῆς Αὐτοκρατορίας, οὐσιαστικά παρέμεινε μόνον ἡ Κωνσταντινούπολη, καί ὁ ἑλληνικός πληθυσμός τῆς Πόλεως τίς παραμονές τῆς Ἁλώσεως ἀνερχόταν περίπου στίς 50.000 κατοίκους. Εἶναι χαρακτηριστκό ὅτι ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος, κατά τήν πολιορκία τῶν Ὀθωμανῶν ἔδωσε ἐντολή στόν γραμματέα του Φραντζῆ νά κάνη ἀπογραφή τῶν ἀνδρῶν μαζί μέ τούς μοναχούς πού θά μποροῦσαν νά φέρουν ὅπλα. Ὅταν ἀνεκοίνωσε στόν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο ὅτι ὑπῆρχαν μόνον 4.983 Ρωμηοί καί 2.000 περίπου ξένοι, τότε ἐκεῖνος ἐξεπλάγη καί εἶπε στόν Φραντζῆ νά μήν ἀνακοινώση αὐτό τό γεγονός στόν κόσμο γιά νά μή πανικοβληθοῦν. Ἀντίθετα ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Πόλεως ἦταν 80.000 Ὀθωμανοί.

Ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς ὑπῆρχε ἀντιπαλότητα μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Λατίνων. Κυρίως ἀπό τόν 11ο αἰώνα, πού ἔγινε τό πρῶτο Σχίσμα, μέχρι τήν Δ΄ Σταυροφορία. Ἐπίσης, αὐτή ἡ ἀντιπαλότητα αὐξήθηκε μέ τίς συζητήσεις μεταξύ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ Βαρλαάμ, ὅπως ἐπίσης καί μέ τίς προσπάθειες ἑνώσεως μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Λατίνων, ὅπως ἦταν ἡ Σύνοδος στήν Φερράρα-Φλωρεντία τό 1438-1439. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι τήν κρίσιμη αὐτή περίοδο, δηλαδή τίς παραμονές τῆς Ἁλώσεως, δέν ὑπῆρχε Πατριάρχης. Ὁ Γρηγόριος Γ΄ Μάμμας πού ἦταν ἑνωτικός εἶχε παραιτηθῆ τό 1450 καί εἶχε πάει στήν Ἰταλία. Τότε ἀπεστάλη τό 1452 ἀπό τόν Πάπα ὡς Καρδινάλιος ὁ Ἰσίδωρος πρώην Κιέβου, ὡς Λεγάτος στήν Κωνσταντινούπολη. Μάλιστα πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι στίς 12 Δεκεμβρίου τοῦ 1452 ἔγινε ἐπίσημη Λειτουργία στήν Ἁγία Σοφία μέ τήν παρουσία τοῦ Αὐτοκράτορα, τοῦ Καρδινάλιου Ἰσίδωρου, στήν ὁποία μνημονεύθηκε ὁ Πάπας καί διαβάστηκαν οἱ ἀποφάσεις τῆς ἕνωσης τῶν Ἐκκλησιῶν στήν Φλωρεντία. Οἱ ἀνθενωτικοί δέν συμμετεῖχαν σέ αὐτή τήν θεία Λειτουργία. Μόνον τό τελευταῖο βράδυ πρίν τήν Ἅλωση, πού ἔγινε ἡ τελευταία θεία Λειτουργία, ἡ πίκρα εἶχε παραμεριστεῖ καί ὅλος ὁ λαός εἶχε ἔρθει στήν Ἁγία Σοφία νά ἐξομολογηθῆ, νά κοινωνήση, ἀδιαφορώντας, ὅπως λέγει ὁ Ράνσιμαν, «ἄν τήν Κοινωνία θά τοῦ τήν ἔδινε Ὀρθόδοξος ἤ Καθολικός».

Πρόκειται γιά τραγική κατάσταση, ἡ ὁποία προηγήθηκε τῆς Ἁλώσεως.

Κ.Χ.: Ἄρα, Σεβασμιώτατε, δέν θά ἦταν ὑπερβολικό νά ποῦμε ὅτι εἶναι τραγική ἡ κατάσταση λίγο πρίν τήν Ἅλωση. Σεβασμιώτατε, σέ αὐτήν τήν κατάσταση, λοιπόν, πῶς ἀντιμετωπίζει ἡ αὐτοκρατορία τόν κίνδυνο πού ἔρχεται ἀπό ἀνατολάς; 

ΝΙ: Τό βασικό εἶναι ὅτι χρόνια πρίν ἀπό τήν Ἅλωση ὅλοι ἔβλεπαν ὅτι ἐρχόταν ἡ καταστροφή στήν ἀπομείνασα τότε Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, ὅλοι ἔβλεπαν ὅτι πλησιάζουν οἱ Ὀθωμανοί καί φυσικά γίνονταν πολλές συζητήσεις γιά τό τί πρέπει νά κάνουν γιά νά διασώσουν τήν πρωτεύουσα τῆς Αὐτοκρατορίας ἀπό τόν ὄλεθρο. Τότε  διατυπώθηκαν τρεῖς προτάσεις γιά τήν διάσωση τῆς Πόλεως, πού ἐκπροσωποῦσαν τρία βασικά ρεύματα.

Τό πρῶτο ρεῦμα ἐκφράσθηκε ἀπό τόν Μητροπολίτη Νικαίας Βησσαρίωνα, ὅτι ἡ Αὐτοκρατορία θά σωζόταν ἄν ὑποτασσόταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στόν Πάπα καί ἐκεῖνος ἔστελνε δυνάμεις γιά νά ἀναχαιτίσουν τούς Τούρκους, καί αὐτό σήμαινε τήν ἕνωση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μέ τό Βατικανό.

Τό δεύτερο ρεῦμα ἐκφράσθηκε ἀπό τόν Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα, ὁ ὁποῖος πρότεινε νά ἐπιστρέψη τό Κράτος στά ἀρχαῖα πλατωνικά πρότυπα μέ διάφορες μεταρρυθμίσεις. Ὁ ἴδιος ἦταν πλατωνιστής φιλόσοφος. Ἦταν ἕνα οὐτοπιστικό σχέδιο.

Τό τρίτο ρεῦμα ἐκφράσθηκε ἀπό τόν Γεώργιο Γεννάδιο – Σχολάριο, ὁ ὁποῖος ἐξέφραζε καί τίς ἀπόψεις τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, Μητροπολίτου Ἐφέσου, ὁ ὁποῖος πίστευε ὅτι τό Γένος γιά νά σωθῆ ἀπό τήν καταστροφή ἔπρεπε νά στηριχθῆ στίς δικές του πνευματικές δυνάμεις, ὅπως ἐκφραζόταν ἀπό τήν διδασκαλία τῶν ἡσυχαστῶν Πατέρων.

Ἀπό τά τρία αὐτά ρεύματα τελικά ἡ ἱστορία δικαίωσε τήν ἀπόφαση τοῦ Γενναδίου Σχολάριου, ὁ ὁποῖος ἔγινε καί ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ ὑποδούλου Γένους καί ἐφήρμοσε στήν πράξη τήν διάσωση τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, γιατί μέσα ἀπό αὐτήν τήν παράδοση θά μποροῦσα νά ἀντιμετωπίσουν καί τούς ἐξωτερικούς κινδύνους. Τελικά αὐτό τό ρεῦμα ἦταν τό πιό ρεαλιστικό καί σωτήριο γιά τό Γένος, γιατί τό διαφύλαξε καθ'  ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, ὥστε νά μή χάση τήν ἐκκλησιαστική παράδοση, τήν ἑλληνική γλώσσα καί ὅλο τόν ρωμέϊκο πολιτισμό.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, νά μείνουμε λίγο στόν πρῶτο Πατριάρχη μετά τήν Ἅλωση, τόν Γεννάδιο Σχολάριο. Θά θέλετε νά μᾶς δώσετε κάποια στοιχεῖα παραπάνω γιά τό πῶς ἀντιμετώπισε τήν ὅλη κατάσταση πού δημιουργήθηκε μετά τήν Ἅλωση πιά; 

ΝΙ: Ὅπως εἶπα προηγούμενως, ὅταν ἔπεσε ἡ Πόλη δέν ὑπῆρχε Πατριάχης στήν Κωνσταντινούπολη. Οἱ κάτοικοι τῆς Πόλεως ὕστερα ἀπό τήν Φερράρα-Φλωρεντία (1438-39) ὅπου ἔγινε ἡ ἔνωση τῶν Ἐκκλησιῶν, εἶχαν διαιρεθῆ σέ ἑνωτικούς καί ἀνθενωτικούς. Ὁ Γρηγόριος Μάμμας ἐπειδή ἦταν ἐνωτικός εἶχε παραιτηθῆ τό 1450 καί ἔφυγε στήν Ἰταλία. Ὑπάρχει μιά πληροφορία ὅτι τότε ἐξελέγη Πατριάρχης ὁ Ἀθανάσιος Β΄, ἀλλά ἀμφισβητεῖται, γιατί δέν εὑρέθησαν οὔτε καί τά Πρακτικά τῆς ἐκλογῆς του.

Ὁ Μωάμεθ ὁ Πορθητής, ὅταν κατέλαβε τήν Κωνσταντινούπολη βρῆκε μιά πόλη ἀποδεκατισμένη. Σᾶς εἶπα προηγουμένως ὅτι πρίν τήν Ἅλωση κατοικοῦσαν περίπου 50.000 κάτοικοι. Μετά τήν Ἅλωση τῆς Πόλεως σφαγιάσθηκαν καί χάθηκαν πάρα πολλοί κατά τήν πολιορκία, πολλοί αἰχμαλωτίστηκαν καί ἄλλοι ἔφυγαν. Ὁ Σουλτάνος κράτησε μερικές συνοικίες μέ Χριστιανούς. Ἀλλά ἐπειδή δέν ἤθελε νά εἶναι ἄδεια ἡ Πόλη μετέφερε Ρωμηούς ἀπό ἄλλες περιοχές, ἀκόμη καί ἀναγκαστικά. Πάντως, ἕναν αἰώνα μετά τήν Ἅλωση, στά μέσα στοῦ 16ου αἰῶνος, στήν Κωνσταντινούπολη ζοῦσαν περίπου 30.000 οἰκογένειες, δηλαδή περίπου 150.000 ἄνθρωποι. Μέσα σέ ὅλη αὐτήν τήν προοπτική ὁ Μωάμεθ ὁ Πορθητής ἀναζητοῦσε νά βρῆ ἕναν ἀρχηγό τῶν Ρωμηῶν, δηλαδή ἕναν Πατριάρχη. Εἶχε διαιρέσει τήν ἐπικράτειά του  σέ μιλέτ, δηλαδή ἔθνη, ἤτοι Μουσουλμάνους, Ρωμηούς, Ἑβραίους κλπ. καί ἤθελε νά θέση σέ κάθε ἔθνος καί ἕναν ἡγέτη, πού θά δίνη ἀναφορά στόν Μωάμεθ καί νά ἔχη εὐθύνη γιά τήν διοίκηση τῶν Ρωμηῶν.

Ὁ Ράνσιμαν γράφει ὅτι ἀφοῦ ὁ Μωάμεθ ἔκανε μερικές ἔρευνες, κατέληξε στό νά προτείνη ὡς Πατριάρχη τόν Γεώργιο Γεννάδιο Σχολάριο, πού τότε ἦταν μοναχός. Ὅπως εἶπα προηγουμένως, ὁ Σχολάριος ἀκολουθοῦσε τήν παράδοση τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, συμμετεῖχε στήν Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας, κατάλαβε ὅμως ὅτι ἐν ὄψει τοῦ ἐπερχόμενου κινδύνου ἔπρεπε οἱ Ρωμηοί νά σταθοῦν στά δικά τους πόδια, στήν δική τους παράδοση. Ἑπομένως, ἦταν ἔνας ἐπιφανής λόγιος, ἦταν σεβαστός ἀπ' ὅλους γιά τήν εὐθύτητά του καί ἐξέφραζε τήν ἀνθενωτική τακτική.

Ὁ Γεώργιος Σχολάριος εἶχε αἰχμαλωτιστεῖ κατά τήν Ἅλωση καί βρισκόταν στήν κατοχή ἑνός πλουσίου Τούρκου στήν Ἀδριανούπολη –ὁ ὁποῖος εἶχε ἐντυπωσιασθῆ ἀπό τήν σοφία του– καί εἶχε ἀπευλευθερωθῆ. Ὅταν ὁ Σουλτάνος διαπίστωσε ὅλα αὐτά τά προσόντα αἰσθάνθηκε ὅτι δέν θά εἶχε ἐπικοινωνία μέ τήν Δύση. Ἠ ἐνθρόνισή του ἔγινε τήν 5η Ἰανουαρίου 1454. Ὁ Μωάμεθ τοῦ ἔδωσε τά ἐμβλήματα τοῦ ἀξιώματός του, δηλαδή ἄμφια, ποιμαντορική ράβδο καί ἐπιστήθιο σταυρό. Καί τοῦ εἶπε: «ἔσο Πατριάρχης μέ καλή τύχη καί νά εἶσαι βέβαιος γιά τήν φιλία μας καί γιά ὅλα τά προνόμια πού εἶχαν οἱ Πατριάρχες πρίν ἀπό σένα».  Ἔτσι, λοιπόν, ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ Γένους μετά τήν Ἅλωση γίνεται Ἐθνάρχης. Ἄρχισε νά συγκροτῆ τήν ἐκκλησιαστική ζωή. Ὁ Μωάμεθ τοῦ ἔδωσε φιρμάνι, μέ τό ὁποῖο τοῦ ἔδινε διάφορα προνόμια, ἤτοι σεβασμό τοῦ προσώπου του, ἀπαλλαγή ἀπό τούς φόρους, ἐλευθερία κινήσεως, ἀσφάλεια στήν κίνησή του καί τό δικαίωμα νά μεταβιβάζη αὐτά τά προνόμια στούς διαδόχους του. Ὡς Πατριάρχης τοῦ Γένους ἔγινε καί ἀρχηγός τοῦ Ρωμαίϊκου Μιλέτ, δηλαδή Ἐθνάρχης. Τά Πατριαρχικά δικαστήρια εἶχαν πλήρη δικαιοδοσία γιά ὅλες τίς ὑποθέσεις πού ἀφοροῦσαν τούς Ρωμηούς, δηλαδή γιά γάμους, διαζύγια, ἐπιτροπεία ἀνηλίκων, διαθῆκες κλπ.

Ἑπομένως, ὁ λόγιος  αὐτός Πατριάρχης, ἔθεσε τό σχέδιο τῆς συγκροτήσεως καί διατηρήσεως τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως καί, βεβαίως, ἦταν ἐπιφυλακτικός πρός τήν δύση, ἡ ὁποία στό παρελθόν εἶχε διαψεύσει ὅλες τίς προσδοκίες τῶν Ρωμηῶν γιά βοήθεια ἐναντίον τῶν Τούρκων.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, οἱ Πατριάρχες πού ἀκολούθησαν συνέχισαν τήν ἴδια πορεία; Θά μπορούσαμε νά ποῦμε δηλαδή ὅτι τό Πατριαρχεῖο κράτησε τήν ὀρθόδοξη πίστη καθ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς τουρκοκρατίας; 

ΝΙ: Βεβαίως, αὐτό ἰσχύει κατά βάση. Ὁ ἑκάστοτε Πατριάρχης κληρονομοῦσε ὅλα τά προνόμια τοῦ Ἐθνάρχου, διοργάνωνε τήν ἐκκλησιαστική ζωή, ὕστερα ἀπό τό μεγάλο σόκ τό ὁποῖο ὑπέστησαν ἀπό τήν Ἅλωση τῆς Πόλεως καί τήν ὁλοσχερῆ καταστροφή τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας. Οἱ κατά τόπους Μητροπολίτες ἦταν ὑπεύθυνοι ἔναντι τοῦ Πατριάρχου νά διευθύνουν τούς Ρωμηούς καί ἦταν καί πρόεδροι τῆς Δημογεροντίας. Διοργάνωσαν τήν λατρεία, ἀνέπτυσσαν ὅπου ἦταν δυνατόν τήν λατρεία καί προστάτευαν τούς Ρωμηούς. Αὐτό τό ἔκαναν μέ πολλές θυσίες, στερήσεις καί ἀντιδράσεις. Ἁπλῶς ἐδῶ νά ἀναφέρω τό παράδειγμα τοῦ Μεγάλου Πατριάρχου Ἱερεμία Β΄ τοῦ  Τρανοῦ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε 83 χρόνια μετά τήν Ἅλωση (1536-1595) καί ἔγινε Πατριάρχης τό 1572.

Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι τό 1593 συγκάλεσε Σύνοδο καί ἀποφάσισε νά παροτρύνη τούς Μητροπολίτας νά ἱδρύσουν σχολεῖα στίς Ἐπαρχίες τους γιά νά μαθαίνουν  οἱ Ρωμηοί τήν ἑλληνική γλώσσα καί τήν ὅλη παράδοση τοῦ Γένους. Στήν ἀπόφαση αὐτή καθορίζεται ὁ σκοπός τῆς δημιουργίας τῶν Σχολείων, «ὥστε τά θεῖα καί ἱερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι, βοηθεῖν δέ κατά δύναμιν τοῖς ἐθέλουσιν διδάσκειν καί τοῖς μαθεῖν προαιρουμένοις». Μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Ἱερεμίου Β΄ ὑπῆρχε μόνον ἕνα ἑλληνικό ἐκπαιδευτικό Ἵδρυμα στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, δηλαδή ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή. Τότε ἄνοιξαν 7 ἑλληνικά σχολεῖα, ἤτοι στήν Ἀθήνα, τήν Λιβαδειά, τήν Χίο, τήν Σμύρνη, τίς Κυδωνιές, τήν Πάτμο, τά Ἰωάννινα. Στήν συνέχεια ἵδρυσε καί ἄλλα 40 σχολεῖα σέ ὅλη τήν Ἐπικράτεια. Ἡ Ἐκκλησία καλλιέργησε σέ μεγάλο βαθμό τήν παιδεία, κρατώντας τήν ἑλληνική γλώσσα καί τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί ὅπου δέν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα ἱδρύσεως σχολείων γιά τήν συμπλήρωση περισσοτέρων γνώσεων, εἶχε καθιερωθῆ ἡ μυστική διδασκαλία, διαβάζοντας τό ψαλτήρι, τά μηναῖα καί εἶναι αὐτό πού λέμε «Κρυφά Σχολειά».

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, στή ροή τοῦ λόγου σας εἴπατε ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας συγκάλεσε τή Σύνοδο καί σκεφτόμουν τό ἑξῆς, τό ὁποῖο εἶναι πολύ σημαντικό, συνήθως δέν στεκόμαστε σ’αὐτό. Στά 400 χρόνια τῆς σκλαβιᾶς συνεχίζεται ἡ λειτουργία τῆς Συνόδου. Λέμε πολλές φορές ὁ Πατριάρχης, ἴσως δέν μένουμε λίγο καί στό γεγονός ὅτι συγκαλεῖται ἡ Σύνοδος, συνέρχεται ἡ Σύνοδος, ἀποφασίζει. Δέν εἶναι πολύ σημαντικό ὅτι ἀκόμη καί ἐκεῖνα τά χρόνια ὁ συνοδικός θεσμός ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ζωντανός; 

ΝΙ: Βεβαίως, γίνονταν Σύνοδοι συνεχῶς, καί στό Πατριαρχεῖο, Πατριαρχικές Σύνοδοι, ἀλλά γινόταν καί Σύνοδοι τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς.  Δηλαδή, ὁ ἑκάστοτε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν, ὅπως εἶπα, ἐθνάρχης, ἦταν ὁ μόνος ὁ ὁποῖος ἔδινε λόγο στόν Σουλτάνο καί ἐν ὀνόματι καί τῶν ἄλλων Πατριαρχείων τῆς Ἀνατολῆς. Ὁπότε στήν συγκεκριμένη ἐδῶ περίοδο, πού εἶναι ὁ Ἱερεμίας ὁ Β΄ ὁ Τρανός, καί ἀνέφερα τήν Σύνοδο τοῦ 1593, εἶναι Σύνοδος ὅλων των Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς, δηλαδή ἐννοῶ καί τοῦ Ἀλεξανδρείας καί τοῦ Ἀντιοχείας καί τοῦ Ἱεροσολύμων. Καί ἦταν σημαντική ἡ Σύνοδος αὐτή πού ἀποφάσισε διάφορα ζητήματα μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί τό θέμα τῶν σχολείων.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, θά θέλατε τώρα νά δοῦμε ποιά ἦταν ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Πατριαρχῶν ἀπέναντι στόν Ρωμαιοκαθολικισμό καί τόν Λουθηρανισμό; 

ΝΙ: Αὐτό εἶναι ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον ἐρώτημα. Γνωρίζουμε ὅτι γιά τήν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας τό 1438-39, λίγα χρόνια πρίν τήν Ἅλωση, πού ἐπιχειρήθηκε ἡ ἕνωση μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τῶν Λατίνων, ὑπῆρχαν ἀντιδράσεις καί ἐπιφυλάξεις, γιατί οἱ Ὀρθόδοξοι ἔβλεπαν τά λάθη καί τίς αἱρέσεις πού εἰσήγαγαν οἱ Λατίνοι στίς θεολογίες τους. Αὐτά ὅμως τά λάθη πού προέρχονταν ἀπό τόν Πάπα, τά ἔβλεπαν οἱ ἵδιοι οἱ Χριστιανοί τῆς Δύσεως, γι' αὐτό στίς ἀρχές τοῦ 16ουαἰώνα, λίγες δεκαετίες μετά τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ξέσπασε μιά μεγάλη ἐπανάσταση στήν Εὐρώπη, ἡ ὁποία λέγεται Μεταρρύθμιση. Ὁ Λούθηρος ἀντέδρασε στίς ὑπερβολές τοῦ Πάπα, τό ἴδιο ἔκαναν καί ἄλλοι Μεταρρυθμιστές, ὅπως ὁ Καλβῖνος, ὁ Ζβίγγλιος καί οἱ Ἀγγλικανοί, γιά διαφόρους λόγους ὁ καθένας ἀπό αὐτούς. Ἀπό αὐτήν τήν θρησκευτική ἐπανάσταση συνταράχθηκε συνθέμελα ἡ δυτική Εὐρώπη. Νομίζω ὅτι αὐτό δικαίωσε τούς ὀρθοδόξους ἀνθενωτικούς, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν τά λάθη τοῦ Πάπα καί δέν ἤθελαν νά ἑνωθοῦν μαζί του.

Ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν στό βιβλίο του «Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσίᾳ» Β΄ τόμος, περιλαμβάνει τέσσερα κεφάλαια πολύ ἐνδιαφέροντα.

Τό πρῶτο κεφάλαιο ἔχει τίτλο «Κωνσταντινούπολη καί Ρώμη». Ἡ Ρώμη ἤθελε τήν ἕνωση μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλα οἱ Ὀρθόδοξοι δέν ξεχνοῦσαν τίς προσπάθειες πού ἔκαναν οἱ Πάπες νά καθυποτάξουν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὅπως ἔγινε μέ τήν Δ΄ Σταυροφορία, τό 1204, καί μέ τήν Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, κυρίως ὅτι δέν τούς βοήθησαν καθόλου νά ἀντιμετωπίσουν τήν ἐπέλαση τῶν Τούρκων.

Τό δεύτερο κεφάλαιο  ἔχει τίτλο «Ἡ Λουθηρανική προσέγγιση» καί ἀναλύεται ὅτι οἱ Λουθηρανοί θεολόγοι τῆς Τυβίγγης προσπάθησαν νά προσεγγίσουν τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ὅταν Πατριάρχης ἦταν ὁ Ἱερεμίας ὁ Β' ὁ Τρανός. Τότε ἀναπτύχθηκε μιά ἀλληλογραφία μεταξύ τους, ἔγινε ἕνας θεολογικός διάλογος, οἱ Λουθηρανοί διατύπωσαν τίς θεολογικές θέσεις τους, ὁ Πατριάρχης ἀπαντοῦσε μέ ὀρθόδοξα ἐπιχειρήματα καί ἀντέκρουσε τίς ἀπόψεις τους καί τελικά ὁ διάλογος αὐτός δέν εἶχε κάποιο ἀποτέλεσμα.

Τό τρίτο κεφάλαιο ἔχει τίτλο «Ὁ Καλβινιστής Πατριάρχης» καί ἀναφέρεται στόν Πατριάρχη Κύριλλο Λούκαρη, πού ἐξελέγη Πατριάρχης τό 1620. Δηλαδή, στήν ἐποχή του κυκλοφόρησε μιά ὁμολογία ὀρθόδοξου πίστεως μέ καλβινστικές ἀρχές καί ἐφημολογεῖτο ὅτι συντάκτης ἦταν ὁ Πατριάρχης Κύριλλος. Ὑπῆρξαν μεγάλες ἀντιδράσεις ἀπό πλευρᾶς Ὀρθοδόξων, ἀλλά καί ἀπό τούς Ρωμαιοκαθολικούς, οἱ ὁποῖοι δέν ἤθελαν τήν ἐπικοινωνία μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Λουθηρανῶν, οἱ Λατίνοι τόν κατηγόρησαν στούς Τούρκους ὅτι ἑτοίμαζε ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων μέ τήν βοήθεια τῶν Ρώσων καί οἱ Τοῦρκοι τόν συνέλαβαν καί τόν στραγγάλισαν.

Τό τέταρτο κεφάλαιο φέρει τίτλο «Τό Ἀγγλικανικό πείραμα». Δηλαδή, διάφοροι ὀρθόδοξοι θεολόγοι πλησίασαν τούς Ἀγγλικανούς, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀπομακρυνθῆ ἀπό τόν Πάπα καί ἤθελαν νά ἔχουν σχέση μέ τούς Ὀρθόδοξους. Τότε ἱδρύθηκε ἕνα κοινό Κολλέγιο στήν Ὀξφόρδη, στό ὁποῖο σπούδαζαν καί Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Ἔγιναν συζητήσεις Ὀρθοδόξων και Ἀγγλικανῶν, κυρίως γιά τόν ὅρο «μετουσίωση» στό Μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀλλά δέν εὐοδώθηκε αὐτή ἡ προσπάθεια.

Τά ἀνέφερα αὐτά, γιά νά δῆτε ὅτι κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἐπεδίωκαν τόσο οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ὅσο καί οἱ Προτεστάντες καί Ἀγγλικανοί νά ἔχουν ἐπικοινωνία μέ τούς Ὀρθοδόξους γιά νά τούς προσεταιριστοῦν στόν πόλεμο πού εἶχαν μεταξύ τους, ἀλλά οἱ Ὀρθόδοξοι Πατριάρχες κράτησαν τήν ὀρθόδοξη πίστη.

Μάλιστα δέ καθ' ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἔγιναν διάφορες Γενικές Σύνοδοι πού ἔχουν πολύ μεγάλο ἐνδιαφέρον, γιατί στίς ἀποφάσεις τους φαίνεται καθαρά ὅτι κράτησαν τήν ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση. Νά ἀναφέρω τίς Συνόδους αὐτές.

Τό 1638 ἔγινε Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπως καί τό 1642 στήν Κωνσταντινούπολη καί στό Ἰάσιο ἐναντίον τῆς Λουκαρείου Ὁμολογίας, οὐσιαστικά ἐναντίον τῶν Προτεσταντῶν. Τό 1672 ἔγινε Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη καί τά Ἱεροσόλυμα καί ἀπαντήθηκαν ἐρωτήματα πού ἐτέθηκαν ἀπό τούς Ρωμαιοκαθολικούς καί τούς Διαμαρτυρόμενους. Τό 1691 ἔγινε Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη μέ ἀφορμή τίς ἀπόψεις τοῦ καλβινίζοντος Ἰωάννου Καρυοφύλλη. Τό 1716-25 ἔχουμε τήν ἀπόφαση τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς γιά τούς Ἀγγλικανούς. Τό 1722 ἐκδίδεται Ἐγκύκλιος τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως πρός τούς ὀρθοδόξους Ἀντιοχεῖς γιά τήν Λατινική προπαγάνδα. Τό 1727 δημοσιεύθηκε ἡ Ὁμολογία Πίστεως τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως γιά τήν Λατινική προπαγάνδα. Τό 1836 δημοσιεύθηκε Ἐγκύκλιος τῆς Συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τῶν Διαμαρτυρομένων Ἱεραποστόλων. Τό 1838 ἔγινε Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη κατά τῶν λατινικῶν καινοτομιῶν. Τό 1848 δημοσιεύθηκε ἡ ἀπάντηση τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς στόν Πάπα Πίο Θ΄, ὅπου ἐκτίθενται οἱ θεολογικές διαφορές μεταξύ Ὀρθοδόξων καί Λατίνων.

Ἀπ' ὅλα αὐτά φαίνεται ὅτι καθ' ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο μαζί μέ τά Πατριαχεῖα τῆς Ἀνατολῆς, ἡ λεγόμενη Τετραρχία, κράτησαν τούς Ρωμηούς μέσα στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τήν Ἐκκλησία καί ταυτόχρονα ἔκαναν διάλογο καί μέ τούς Λατίνους καί τούς Προτεστάντες, ὁ ὁποῖος κατά βάση ἔγινε μέσα στά πλαίσια τῆς ὀρθοδόξου θεολογικῆς παραδόσεως. Ἔτσι ἡ περίοδος τῆς Τουρκοκρατίας ἀπό αὐτή τήν πλευρά ἔχει νά ἐπιδείξη ἕνα ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον.

Ἐδῶ πρέπει νά ἀναφέρω τήν περίπτωση τοῦ Ἱερεμία τοῦ Β΄ τοῦ Τρανοῦ, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνον ἔκανε διάλογο μέ τούς Λουθηρανούς θεολόγους τῆς Τυβίγγης καί δέν ἐπηρεάστηκε καθόλου ἀπό τίς δικές τους ἀρχές, ἀλλά ἀρνήθηκε νά εἰσάγη στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό νέο ἡμερολόγιο πού καθιέρωσε ὁ Πάπας Γρηγόριος, γιά νά μή γίνη αἰτία προπαγάνδας τῶν Λατίνων στούς Ὀρθοδόξους. Καί στίς δυό περιπτώσεις ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας κράτησε ὀρθόδοξη στάση ἀπέναντι σέ αὐτές τίς προσπάθειες δεισδύσεως στήν ὀρθόδοξη ἀνατολή. Συγχρόνως ἔκανε μιά περιοδεία πού κράτησε περίπου δύο χρόνια στήν Ρωσία, γιά νά ἀποκτήση τήν εὔνοια τοῦ Τσάρου, ὥστε ἐκεῖνος νά πιέση τούς Ὀθωμανούς νά ἀφήσουν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐλεύθερη. Κατά τήν περιοδεία αὐτή ἔδωσε καί τήν Πατριαρχική ἀξία καί τιμή στόν Μητροπολίτη Μόσχας τό 1589.

Κ.Χ.: Μᾶς εἴπατε, λοιπόν, Σεβασμιώτατε, ὅτι οἱ Πατριάρχες, σχεδόν στό σύνολό τους μένουν πιστοί στό ὀρθόδοξο δόγμα. Ὅμως ἕνα ζήτημα πού ἀντιμετώπισε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία αὐτήν τήν περίοδο εἶναι καί ἡ ἔλευση μισιοναρίων, τῶν δυτικῶν ἱεραποστόλων δηλαδή, οἱ ὁποῖοι μέ πρόσχημα τήν παροχή οἰκονομικῆς ἤ ἄλλης βοήθειας ἐκεῖνα τά χρόνια ἤ καί χωρίς πρόσχημα σέ μερικές περιπτώσεις, ἐπιχείρησαν νά προσηλυτίσουν τόν λαό.  Πῶς ἀντιμετώπισε αὐτό τό ζήτημα τό Πατριαρχεῖο; 

ΝΙ: Ὅπως φάνηκε ἀπό τήν προηγούμενη ἀπάντηση, καθ' ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχαν ἔντονες προσπάθειες διεισδύσεως τῶν δυτικῶν Χριστιανῶν, Λατίνων καί Προτεσταντῶν, μέσα στίς ὀρθόδοξες περιοχές καί ἡ προπαγάνδα ὑπέρ τῶν ἀπόψεών τους. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τά ἄλλα Πατριαρχεῖα ἀντιδροῦσαν μέ σθένος. Αὐτή ἡ διείσδυση γινόταν μέ πολλούς τρόπους, ὅπως γιά παράδειγμα μέσα ἀπό τίς διπλωματίες, τούς πρεσβευτές τῶν διαφόρων δυτικῶν κρατῶν πού ἦταν στήν Κωνσταντινούπολη καί σέ ἄλλα τμήματα τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατίας. Οἱ πρεσβευτές τῶν δυτικῶν κρατῶν προσπαθοῦσαν νά πιέσουν καί νά ἐπηρεάσουν τήν Ὑψηλή Πύλη μέ διαφόρους τρόπους, γιά νά ἔχουν ἐλευθερία κινήσεων καί νά ἐνεργοῦν προσηλυτιστικά.

Ἐπί πλέον δημιουργήθηκαν διάφορες κινήσεις μισιοναρίων, δηλαδή Ἱεραποστόλων, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦσαν μία ἱεραποστολή μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων γιά νά προσηλυτίσουν τούς Ὀρθοδόξους στίς παραδόσεις τους καί στίς ὁμολογίες τους. Αὐτό ἔγινε καί κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας καί μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Γιά τό θέμα τῶν μισιοναρίων ἔκανε σπουδαία ἔρευνα ὁ ἀείμνηστος π. Γεώργιος Μεταλληνός, ὀ ὁποῖος ἀνέλυσε τά θέματα αὐτά σέ πολλά βιβλία του. Ἀναφέρει ὅτι ἀπό τόν 19ο αἰώνα πιό ὀργανωμένα γίνεται ἐπέκταση τῶν προτεσταντικῶν αὐτῶν Ὁμολογιῶν στόν ἐλληνικό χῶρο. Πρόκειται γιά ἱεραποστολικές ἑταιρεῖες Διαμαρτυρομένων Μισιοναρίων, οἱ ὁποῖες ἐμφανίσθηκαν πρίν τό 1821 στόν ἑλλαδικό χῶρο πού προέρχονταν ἀπό τήν Μάλτα καί εἶχαν ὡς κέντρα δράσεως τήν Ζάκυνθο, τήν Κέρκυρα, τήν Σύρο, τήν Σμύρνη. Ἐπίσης, δημιουργήθηκε καί ἡ λεγόμενη Φιλεκπαιδευτική Ἑταιρεία γιά ἐκπαίδευση γιά προτεσταντικό κατηχητικό. Μεταξύ αὐτῶν ἐργάσθηκαν καί ἡ Γερμανόφωνη Εὐαγγελική Ἐκκλησία, οἱ Πεντηκοστιανοί κ.ἄ..

Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο βλέποντας ὅλες αὐτές τίς κινήσεις, ἀντιδροῦσε μέ Συνόδους, μέ Ἐγκυκλίους, μέ ἀποφάσεις, μέ ἐνέργειες τῶν κατά τόπους Μητροπολιτῶν, μέ τά Μοναστήρια, μέ τούς Νεομάρτυρες. Πρόκειται γιά ἕναν πραγματικό ἆθλο. Γιατί ἐνῶ τό Πατριαρχεῖο δραστηριοποιεῖτο μέσα στήν σκληρή δουλεία, ἐν τούτοις ὅμως ἔκανε ταυτόχρονα καί ἀγώνα διατηρήσεως τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, μέ ὅλες αὐτές τίς ἱεραποστολικές κινήσεις καί προπαγάνδες, πού προέρχονταν ἀπό δυτικούς Χριστιανούς.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, ἕνα ἄλλο θέμα πού θά θέλαμε νά συζητήσουμε σήμερα μαζί σας εἶναι καί τό φαινόμενο τοῦ Διαφωτισμοῦ. Θά θέλαμε νά σᾶς ρωτήσουμε τό ἑξῆς: Τό φαινόμενο τοῦ Διαφωτισμοῦ θεωρεῖτε ὅτι δημιούργησε πρόβλημα; Γνωρίζουμε παραδείγματος χάρη ὅτι ἐπηρέασε τόν συγγραφέα τῆς «Ἑλληνικῆς Νομαρχίας» καί ἄλλους. Τελικά τί εἶχε νά ἀντιτάξη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία; Χρειαζόταν ὁ Ὀρθόδοξος Ἕλληνας τόν δυτικό Διαφωτισμό; 

ΝΙ: Ὁ Διαφωτισμός ἀναπτύχθηκε τέλος 17ου αἰῶνος καί τόν 18ο αἰώνα στήν δυτική Εὐρώπη, ὡς ἀντίδραση στήν νοοτροπία τοῦ Πάπα καί στόν δυτικό σχολαστικισμό τῶν Λατίνων. Προηγήθηκε, βέβαια, ὁ Νομιναλισμός, τόν 14ο αἰώνα, ἡ Ἀναγέννηση τόν 15ο αἰώνα, ἡ Μεταρρύθμιση τόν 16ο αἰώνα καί ἔφθασε στόν Διαφωτισμό τόν 17ο καί 18ο αἰώνα. Ὅπως βλέπετε ὁλόκληρη ἡ Εὐρώπη συνταράχθηκε ἀπό τήν σχολαστική θεολογία πού ἀναπτύχθηκε τόν 11ο μέ 13ο αἰώνα καί ἀπό τήν ἀλαζονεία τοῦ Πάπα.

Ὁ Διαφωτισμός διακρίνεται σέ πολλά ρεύματα. Εἶναι ὁ Ἀγγλικός Διαφωτισμός, τοῦ Τζών Λόκ καί τοῦ Ντέϊβιντ Χιούμ, ὁ Γαλλικός Διαφωτισμός μέ τόν Βολταῖρο καί ἄλλους, ὁ Ἰταλικός Διαφωτισμός πού ἐκφράσθηκε ὡς ἀντικληρικαλισμός, καί ὁ Γερμανικός Διαφωτισμός, πού ἐκφράσθηκε ὡς Γερμανικός ἰδεαλισμός μέ τόν Κάντ, τόν Σέλλιγκ κλπ. Γενικά, ὁ Διαφωτισμός ἔδωσε βαρύτητα στίς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως τήν λογική ἐπεξεργασία, στήν παιδεία, τήν ἐλευθερία ἀπό τήν θρησκεία κλπ.

Ἦταν ἑπόμενο, ὅτι τά ποικίλα αὐτά ρεύματα τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἐπηρέασαν κατά ποικίλους βαθμούς καί ὀρθοδόξους Ἕλληνες οἱ ὁποῖοι ἐσπούδαζαν στά διάφορα Κέντρα, ὅπως Βενετία, Βιέννη, Ἀγγλία, κλπ. Ἀλλά ἐπειδή εἶχαν καί τήν ὀρθόδοξη ὑποδομή, ἦταν διαφορετικός ἀπό τά ἄλλα ρεύματα τά ὁποῖα ἐπικρατοῦσαν στήν Δύση.

Ἀναφέρατε προηγουμένως τήν «Ἑλληνική Νομαρχία». Πρόκειται γιά ἕνα βιβλίο, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε τό 1806 καί ὡς χῶρος ἐκδόσεως γράφεται στό ἐξώφυλλο ἡ Ἰταλία. Ὅμως φαίνεται δέν ἐκδόθηκε στήν Ἰταλία, γιατί ποτέ δέν βάζουν ὡς τόπο ἐκδόσεως μιά χώρα, ἀλλά πιθανόν ἐκδόθηκε στό Παρίσι. Ὁ ἄγνωστος συγγραφεύς του ὁμιλεῖ μέ πάθος γιά τήν ἐλευθερία, γιά τήν παιδεία τοῦ Γένους, στρέφεται ἐναντίον τοῦ Ὀθωμανοῦ κατακτητοῦ, ἀλλά  εἶναι ἐπηρεασμένος ἀπό διαφωτιστικές ἀρχές καί κυρίως προτεσταντικές ἀρχές. Αὐτό φαίνεται ἀπό τό ὅτι εἶναι πολύ ἐπιθετικός πρός τήν Ἐκκλησία, χρησιμοποιεῖ πολύ σκληρά καί ὑπερβολικά παραδείγματα, γιά τούς Ἱεράρχες, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονταν νά διαφυλάξουν 400 καί 500 χρόνια σκλαβιᾶς τήν ὀρθόδοξη Παράδοση, καταφέρεται ἐναντίον τῶν νηστειῶν, τῶν λειψάνων, τῶν εἰκόνων, τῶν λιτανειῶν, ἐνῶ αὐτά ἦταν ἐκεῖνα πού κράτησαν τούς Ρωμηούς στήν πίστη τους, παρά τίς πιέσεις τῶν Τούρκων καί τίς ἐπιδράσεις τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θέλω νά τονίσω ὅτι σχεδόν τήν ἴδια ἐποχή ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης συνέγραψε καί κυκλοφόρησε τό βιβλίο του Νέο Μαρτυρολόγιο, τό 1794, στό ὁποῖο περιγράφονται οἱ βίοι τῶν Νεομαρτύρων, καί οἱ ὁμολογίες πού ἔδιναν ἐνώπιον τῶν Τούρκων καί φυσικά καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο μαρτύρησαν. Αὐτό ἔπαιξε σημαντικό ρόλο στό νά παραμείνουν οἱ Ρωμηοί σταθεροί στήν παράδοσή τους καί νά μήν ἀλλαξοπιστήσουν, γιατί τότε θά ἔχαναν ὄχι μόνον τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά καί τήν ἑλληνική γλώσσα.

Ὅταν συγκρίνη κανείς  τά δύο αὐτά βιβλία, δηλαδή τήν Ἑλληνική Νομαρχία τοῦ ἀγνώστου συγγραφέως, πού μᾶλλον ἦταν ὁ Ἰωάννης Κωλέττης ὁ μετέπειτα Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος, καί τό Νέο Μαρτυρολόγιο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, βλέπει τήν μεγάλη διαφορά μεταξύ τους καί καταλαβαίνει ὅτι τελικά τό Νέο Μαρτυρολόγιο ἔπαιξε σημαντικότερο ρόλο στό νά παραμείνουν οἱ Ρωμηοί Ὀρθόδοξοι καί Ἕλληνες καί νά ἀγωνιστοῦν στήν συνέχεια γιά τήν ἀποτίναξη τῆς σκλαβιᾶς.

Κ.Χ.:Σεβασμιώτατε, μετά τήν Ἐπανάσταση, ἄν θελήσουμε νά κάνουμε ἕνα χρονικό ἅλμα, μετά τήν Ἐπανάσταση τί εἴδους διχασμός δημιουργήθηκε; 

ΝΙ: Ὅταν ἄρχισαν νά διοργανώνονται οἱ Ἕλληνες μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ὑπῆρξαν πολλές συγκρούσεις μεταξύ τῶν δύο αὐτῶν ρευμάτων, ὅπως τοῦ ρεύματος τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως μέ τήν ρωμέϊκη συνείδηση καί τοῦ ρεύματος τοῦ δυτικοῦ Διαφωτισμοῦ. Αὐτό φαίνεται καθαρά στίς συγκρούσεις μεταξύ τῶν στρατιωτικῶν καί τῶν πολιτικῶν.

Ἤδη ἀπό τά πρῶτα Συντάγματα στίς πρῶτες Συνελεύσεις προσπαθοῦσαν νά καθορίσουν ποιοί θά λέγονται Ἕλληνες. Ἀκριβῶς αὐτή ἡ συζήτηση δείχνει ὅτι προσπαθοῦσαν νά βροῦν μιά ταυτότητα, τό τί σημαίνει Ἕλληνες πού θά κατοικοῦσαν στό ἑλληνικό αὐτό κράτος. Γι' αὐτό καί ὁ Σπυρίδων Τρικούπης, ὁ ὁποῖος θεωρεῖτο ὁ ἱστορικός τῆς Ἐπαναστάσεως, κάνει λόγο γιά «ἐπανάσταση καί ἀποστασία», δηλαδή ἀπέκτησαν τήν ἐλευθερία ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.

Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μετά τήν δολοφονία τοῦ Ἰωάννου Καποδίστρια, ὁ ὁποῖος ἦταν ὀρθόδοξος Κυβερνήτης καί ἐξέφρασε καί τήν Ρωσική πολτική, οἱ δυτικές Δυνάμεις ἐξέλεξαν ὡς βασιλέα τόν Ὄθωνα, πού ἦταν Ρωμαιοκαθολικός καί μέχρι τήν ἐνηλικίωσή του ὅρισαν μιά τριμελῆ ἀντιβασιλεία πού ἦταν Προτεστάντες. Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό γιά νά δοῦμε τό κλίμα στό ὁποῖο βρέθηκαν οἱ Ἔλληνες μέ τήν συγκρότηση τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά σημειώσω ἕνα κατά τήν γνώμη μου πολύ σημαντικό βιβλίο τῆς Ἕλλης Σκοπετέα, μέ τίτλο «Τό πρότυπο Βασίλειο καί ἡ μεγάλη Ἰδέα». Αὐτό τό βιβλίο δείχνει τόν διχασμό πού ἐπικρατοῦσε στό πρῶτο ἑλληνικό  Κράτος. Ἀπό τήν μιά μεριά ἤθελαν νά δημιουργηθῆ ἕνα πρότυπο βασίλειο στήν Ἀνατολή, ὅπως τό ἐξέφρασε ὁ Βασιλεύς Γεώργιος στήν προκήρυξή του στόν ἑλληνικό λαό τό 1863, πού θά εἶναι ἕνα  «ἁπλό συνώνυμο τοῦ σύγχρονου εὐρωπαϊκοῦ κράτους». Ἀπό τήν ἄλλη μεριά εἶναι «ἡ Μεγάλη Ἰδέα», τῆς ὁποίας ἐμπνευστής ἦταν ὁ Ἰωάννης Κωλέτης σέ μιά ἀγόρευσή του στήν Βουλή στίς 14 Ἰανουαρίου τοῦ 1844, πού ἀπέβλεπε στήν ἐπέκταση τῶν ὁρίων τοῦ Κράτους μέ ἀναφορά τήν Κωνσταντινούπολη.

Ἔτσι, ἀπό τήν συγκρότηση τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους ἐπικρατεῖ μιά ἰδεολογική σύγχυση στόν λαό γιά τό ποιό εἶναι τό κέντρο, ἡ Ἀθήνα ἤ ἡ Κωνσταντινούπολη; Ἔτσι, ἀμέσως μετά τήν Ἐπανάσταση καί τήν συγκρότηση τοῦ πρώτου Ἑλληνικοῦ Κράτους γίνεται ἕνας διχασμός στήν συνείδηση τοῦ Γένους. Αὐτό φαίνεται στήν συζήτηση πού ἔγινε γιά τό ποιά εἶναι τά σύνορα τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους, γιά τούς αὐτόχθονες Ἕλληνες καί τούς ἑτερόχθονες Γραικούς-Ρωμηούς, γιά τούς ἐντός καί τούς ἐκτός τοῦ Κράτους Ἕλληνες, γιά τούς Ἑπτανησίους καί τούς Φαναριῶτες, γιά τούς Ἕλληνες καί τούς Εὐρωπαίους, γιά τήν Μεγάλη Ἰδέα καί τούς Βαλκανικούς λαούς.

Πρόκειται γιά μιά μεγάλη ἰδεολογική καί ἐθνική σύγκρουση, ἡ ὁποία φθάνει μέχρι τίς ἡμέρες μας. Οἱ δυτικές Δυνάμεις, ἀποδέχθηκαν τήν συγκρότηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους μέ τρεῖς βασικές προϋποθέσεις. Ἡ πρώτη νά ἀποδεσμευθῆ ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἡ δεύτερη νά συνδεθῆ μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα καί ἡ τρίτη νά προσανατολισθῆ πρός τήν Εὐρώπη, δηλαδή ἔδωσαν μιά καινούρια ταυτότητα στούς Ἕλληνες. Αὐτή ἡ ἐθνική καί ἰδεολογική σύγχυση ἐπικρατεῖ μέχρι τίς ἡμέρες μας.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐπικράτησε καί ἐπικρατεῖ ἡ διαπάλη μεταξύ Ρωμηῶν καί δυτικοποιημένων Ἑλλήνων.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, σκεφτόμαστε ὅτι τελικά ἄν δέν γνωρίζουμε τήν ἱστορία καί ἄν δέν ἐμβαθύνουμε σ’ αὐτήν, δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε καί σύγχρονα θέματα καί ζητήματα.

Ν.Ι.: Φυσικά δέν μποροῦμε, γιατί ἐδῶ στήν Ἑλλάδα τόν τελευταῖο καιρό, καί πάντοτε, ὅλα αὐτά τά χρόνια, ὑπάρχουν αὐτές οἱ δύο παραδόσεις. Εἶναι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἕλκονται ἀπό διαφωτιστικές ἀρχές, ἀπό τόν Διαφωτισμό ἤ ἀπό ἄλλα προτεσταντικά ρεύματα τά ὁποῖα κυκλοφοροῦν στήν Εὐρώπη, καί οἱ ἄλλοι εἴμαστε ἐμεῖς, οἱ ὁποῖοι βεβαίως εἴμαστε στήν Εὐρώπη, δέν εἴμαστε ἐναντίον τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προσανατολισμοῦ, ἀλλά θέλουμε νά στηριχθοῦμε στίς ρωμαίϊκες καί ὀρθόδοξες παράδοσεις. Καί τό βλέπουμε αὐτό καθαρά. Συνήθως αὐτοί οἱ ὁποῖοι μᾶς διοικοῦν ἔχουν διαφωτιστικές καί σύγχρονες εὐρωπαϊκές ἀρχές καί ἀγνοοῦν ἐν πολλοῖς τήν ρωμαίϊκη παράδοση. Καί ὁ λαός, ὁ ὁποῖος ἐκκλησιάζεται, ὁ ὁποῖος ἔχει σχέση μέ τό Ἅγιον Ὄρος, μέ τά Μοναστήρια, μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἐμπνέεται ἀπό τίς ρωμαίϊκες παραδόσεις. Ἐδῶ, λοιπόν, πρέπει νά δοῦμε ὅλη αὐτή τήν διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ μας.

Καί ἄν θέλετε, ἐπειδή καταλαβαίνω ὅτι περνάει καί ἡ ὥρα, νά διαβάσω, ὡς ἐπίλογο αὐτῶν πού ἤθελα νά πῶ, μιά παρατήρηση τοῦ Στῆβεν Ράνσιμαν στό τέλος τοῦ ὀγκώδους βιβλίου του γιά τήν «Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν αἰχμαλωσίᾳ», πού ἀναφέρεται στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, γιατί εἴπαμε ὅτι πολύ σημαντικό ρόλο ἔπαιξαν οἱ Πατριάρχες καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί πρίν τήν Ἅλωση καί μετά τήν Ἅλωση, καθ' ὅλη τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, καί στήν συνέχεια καί ἀκόμη τώρα παίζει πάρα πολύ σημαντικό ρόλο. Γράφει, λοιπόν, ὁ Στῆβεν Ράνσιμαν:

«Τό Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως δέν συνῆλθε ποτέ ἀπό τά γεγονότα τοῦ 1821. Ὁ Πατριάρχης ἐξακολούθησε νά παραμένει ἐπί κεφαλῆς τοῦ ὀρθοδόξου μιλέτ, ἀλλά ἡ διοίκησή του ὑφίστατο στενότερη ἐπίβλεψη καί οἱ ἐξουσίες του περιορίζονταν σταθερά». 

Ἀκολούθησε ἡ συγκρότηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, οἱ πόλεμοι τοῦ 1912-1913 καί ἡ Μικρασιατική Καταστροφή. Καί γράφει στήν συνέχεια:

«Ἡ ἀντίληψη τοῦ (Κεμάλ) Ἀτατούρκ περί διακυβερνήσεως δέν εἶχε θέση γιά τά μιλιέτ. Ἔκτοτε ἡ ἐξουσία τοῦ Πατριάρχη ὑπῆρξε καθαρῶς ἐκκλησιαστική: Ἔγινε ἁπλῶς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος μιᾶς φθίνουσας θρησκευτικῆς κοινότητας σέ ἕνα κοσμικό κράτος, τοῦ ὁποίου οἱ κυβερνῆτες δυσπιστοῦσαν πρός αὐτόν καί τόν ἀντιπαθοῦσαν γιά τήν πίστη του καί γιά τήν φυλή του. Τό ποίμνιό του, πού περιορίσθηκε τώρα μέσα στήν Τουρκία, στήν Ἰνστανμπούλ –τό ὄνομα Κωνσταντινούπολη ἀπογορεύθηκε– καί στά προάστειά της, μποροῦσε νά ἀποβλέπει σέ αὐτόν μόνον γιά ἠθική καθοδήγηση καί παρηγοριά. Ἡ κατάστασή του κάθε ἄλλο παρά βελτιώθηκε κατά τίς ἑπόμενες δεκαετίες»,

καταλήγει ὁ Ράνσιμαν. Καί αὐτό εἶναι ὄντως μιά μιά τραγική διαπίστωση καί φυσικά πρέπει νά χαροῦμε γιά τήν ἐλευθερία μας, γιά τήν συγκρότηση τοῦ Κράτους μας, ἀλλά δέν πρέπει νά ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, νά τό σεβόμαστε καί νά τό ἀγαποῦμε, γιατί ἔχυσε πάρα πολύ αἷμα καί ἔκανε πολλούς ἀγῶνες, γιά νά διατηρήση καί τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί γιά νά παραμείνη ἡ Ὀρθοδοξία σέ αὐτόν τόν τόπο, ἡ Ρωμαίϊκη Παράδοση.

Κ.Χ.: Σεβασμιώτατε, σᾶς εὐχαριστοῦμε πολύ.

Ν.Ι.: Νά εἶστε καλά, καί ἐγώ εὐχαριστῶ γιά τήν συνομιλία.–

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ἡ Ἐκκλησία στήν Τουρκοκρατία καί τήν Ἐθνεγερσία

Τό ἔτος πού διερχόμαστε, δηλαδή τό 2021, ἑορτάζουμε τήν ἐπέτειο τῶν 200 ἐτῶν ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 καί ἔχουν προσδιοριστεῖ πολλές ἐκδηλώσεις ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο καί ἀπό τήν Πολιτεία γιά νά μελετηθοῦν ὅλες οἱ πλευρές τῆς σημαντικῆς αὐτῆς Ἐπαναστάσεως. Μιά σοβαρή πλευρά τοῦ ζητήματος εἶναι ἡ προσφορά τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, πού κράτησε ἀναμμένη τήν δάδα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης, ἀλλά καί ἡ προσφορά της κατά τήν διάρκεια τῆς Ἐπαναστάσεως καί μετά ἀπό αὐτήν. Δέν μποροῦν νά ἑρμηνευθοῦν τά γεγονότα τοῦ 1821, ἐάν δέν τά συσχετίσουμε μέ τήν «Πονεμένη Ρωμηοσύνη», ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Φώτης Κόντογλου, κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας. Κατά τήν Τουρκοκρατία, πού ἦταν μιά μεγάλη δοκιμασία γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, διαφυλάχθηκε ἡ ὀρθόδοξη πίστη, γιατί οἱ Χριστιανοί στηρίχθηκαν στίς πνευματικές τους δυνάμεις, ὅπως αὐτές εἶχαν ἀναπτυχθῆ καί καλλιεργηθῆ τούς προηγούμενους αἰῶνες. Θά ἐντοπισθοῦν μερικοί οὐσιαστικοί παράγοντες πού συνετέλεσαν στήν διατήρηση τῆς αὐτοσυνειδησίας καί τῆς ταυτότητος τοῦ Γένους. Στήν συνέχεια θά τονισθοῦν μερικά ἐνδιαφέροντα σημεῖα, πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπ' ὄψη μας γιά νά ἑρμηνεύσουμε τά θέματα αὐτά, ὅπως ἡ Ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία, οἱ ἅγιοι καί τά μοναστικά κέντρα, ἡ παιδεία, ἡ «Ἑλληνική Νομαρχία», οἱ Νεομάρτυρες, οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες – Κολλυβάδες, καί ἡ Ἐθνεγερσία τοῦ 1821.

1.  Ἡ Ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία

Μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς, ἄρχισε μιά νέα περίοδος στήν μέχρι τότε Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ὁ Μωάμεθ ὁ Πορθητής, κατά τόν Runciman, γνώριζε πολύ καλά τό τί προβλήματα καί δυσαρέσκειες εἶχε δημιουργήσει ἡ προσπάθεια μερικῶν δυτικοφρόνων νά ἐπιβληθῆ ἡ ἕνωση τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν μέ τήν Ρώμη καί γι' αὐτό ἀνεζήτησε νά βρῆ τόν Γεώργιο-Γεννάδιο Σχολάριο, πού εἶχε ἀποσυρθῆ σέ Μονή καί ὁ ὁποῖος ἐξέφραζε τήν ὁμάδα τῶν ἀνθενωτικῶν καί τόν ἔπεισε νά δεχθῆ νά ἐκλεγῆ Πατριάρχης. Ἡ ἐνθρόνισή του ἔγινε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1454 καί ὁ Μωάμεθ τοῦ δώρισε ἕναν καινούριο σταυρό, τόν περιέβαλε μέ τά ἐμβλήματα καί τοῦ εἶπε: «Ἔσο Πατριάρχης μέ καλή τύχη καί νά εἶσαι βέβαιος γιά τήν φιλία μας, καί γιά ὅλα τά προνόμια πού εἶχαν οἱ Πατριάρχες πρίν ἀπό σένα». Ὁ Γεννάδιος Σχολάριος ἀνέλαβε νά σηκώση ἕναν μεγάλο σταυρό κατά τά ἑπόμενα χρόνια.

Ὁ Μωάμεθ ἐπέβαλε στό Ὀθωμανικό κράτος τό σύστημα τῶν μιλέτ, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο κάθε ἔθνος θά ἀσκοῦσε μιά διοίκηση, ὅπως τό ἐπιβάλλει ἡ θρησκεία του. Ἔτσι, ὁ Πατριάρχης θεωρήθηκε Ἐθνάρχης, ἀρχηγός τοῦ ρωμαίϊκου μιλιέτ. Τά Πατριαρχικά δικαστήρια εἶχαν δικαιοδοσία σέ ὅλες τίς ὑποθέσεις πού ἀφοροῦσαν τούς Ρωμηούς, ἤτοι τούς γάμους, τά διαζύγια, τίς ἐπιτροπεῖες τῶν ἀνηλίκων, τίς διαθῆκες καί τούς διαδόχους, ἐκδίκαζαν ἐμπορικές ὑποθέσεις ἄν οἱ διάδικοι ἦταν ὀρθόδοξοι. Δηλαδή, «τά πατριαρχικά δικαστήρια ἀπένεμαν δικαιοσύνη σύμφωνα μέ τόν κανονικό νόμο τῶν Βυζαντινῶν καί μέ τό ἀστικό καί ἐθιμικό βυζαντινό δίκαιο».

Ὁ Charles Frazee γράφει ὅτι ἡ ὀργάνωση τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων καί τῶν Χριστιανῶν μέσα στήν κοινωνική καί πολιτική διάρθρωση τοῦ Ὀθωμανισμοῦ ἔγινε βάσει τοῦ ἰσλαμικοῦ δικαίου καί τῆς ἰσλαμικῆς παράδοσης, ὁπότε «οἱ Χριστιανοί θά ἀποτελοῦσαν ἕνα μιλέτ, ἕνα "ἔθνος" ὑπό τή θρησκευτική καί πολιτική διοίκηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν τους ἡγετῶν». Μέ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως δέν ἦταν μόνον θρησκευτικός ἡγέτης ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά καί «ἡ κεφαλή τοῦ ἔθνους», δηλαδή ἕνας μιλέτ-μπασί, ὁ ὁποῖος ἦταν ὑπεύθυνος ἐνώπιον τοῦ Σουλτάνου. Ἀκόμη, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι οἱ Κληρικοί καί λαϊκοί πού ἀσκοῦσαν τά ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα προέρχονταν ἀπό τήν ἑλληνική κοινότητα τῆς πρωτεύουσας πού εἶχε συγκεντρωθῆ στό Φανάρι, ἐξ οὗ καί ὀνομάσθηκαν Φαναριῶτες. Ἡ δύναμη τῶν Φαναριωτῶν πού ἄρχισε τόν 16ο αἰώνα, ἀναπτύχθηκε ἀκόμη περισσότερο στήν συνέχεια καί αὐτοί ἀπέκτησαν παντοδυναμία τόν 18ο αἰώνα. Αὐτό εἶχε σχέση καί μέ τήν «αὐξανόμενη ἑλληνοποίηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στά Βαλκάνια», ὅπως τό βλέπουμε κυρίως στίς Παραδουνάβειες Ἡγεμονίες.

Ὁ Gerhard Podskalsky (Γκέρχαντ Ποντσκάλσκυ) στό ἔργο του μέ τίτλο Ἡ ἑλληνική θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας, γράφει ὅτι ὁ Σουλτάνος Μεχμέτ Β΄ (Μωάμεθ ὁ Πορθητής) καθιέρωσε νέο νομικό καθεστώς, τό ὁποῖο οὐσιαστικά δέν ἄλλαξαν οἱ μετέπειτα Σουλτάνοι μέχρι τόν 19ο αἰώνα, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ἀντιμετώπισε τήν Ἐκκλησία ὡς διάδοχο τῶν βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων καί τῆς ἀνεγνώρισε «τήν νομική θέση θρησκευτικῆς κοινότητας». Βεβαίως, «πολλά μέτρα τοῦ κράτους δέν ἐπέτρεπαν στούς Ἕλληνες νά λησμονήσουν τή θέση τους ὡς λαοῦ ὑποτελοῦς».

Σημαντικές πληροφορίες γιά τό πῶς ζοῦσαν οἱ Ρωμηοί κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση καί διοίκηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί γενικά τῆς Ἐκκλησίας, μᾶς δίνει ὁ Καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός στό βιβλίο του μέ τίτλο Τουρκοκρατίακαί ὑπότιτλο Οἱ Ἕλληνες στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Στό βιβλίο αὐτό βλέπουμε ἀναλυτικά τήν μεγάλη ἀξία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, τῶν Ἐνοριῶν καί τῶν Ἱερῶν Μονῶν στήν ζωή τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν, τήν πολιτική δράση τῶν Φαναριωτῶν, τήν ἀνάπτυξη τῆς παιδείας μέ πρωτοβουλία τῆς Ἐκκλησίας, τό πρόβλημα τοῦ ἐξισλαμισμοῦ καί τήν ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας σέ αὐτό καί γενικά τό πῶς ἡ Ρωμανία ἐπιβίωσε μέ τήν συμπαράσταση καί τήν πνευματική βοήθεια πού προσέφερε ἡ Ἐκκλησία.

Μέσα στά πλαίσια αὐτά τῆς ἐθναρχίας λειτουργοῦσαν οἱ Ρωμηοί καί κέντρο τῆς ρωμαίϊκης κοινότητας ἦταν ἡ Ἐκκλησία μέ τόν Ἐπίσκοπό της. Ἄν διαβάση κανείς τούς Κανονισμούς μέ τούς ὁποίους διοικοῦνταν οἱ κατά τόπους Δημογεροντίες στίς τουρκοκρατούμενες περιοχές, ἰδίως μετά τόν 17ο αἰώνα, θά διαπιστώση τήν μεγάλη προσφορά τῶν Ἐπισκόπων στήν ὅλη διοικητική διάρθρωση τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν.

Ἔχω μελετήσει διεξοδικά καί ἔχω ἀναλύσει τόν Κανονισμό λειτουργίας τῆς Δημογεροντίας τῶν Βοδενῶν (Ἐδέσσης) καί διεπίστωσα τήν θέση πού κατεῖχε ὁ Μητροπολίτης στήν διοίκηση, τήν παιδεία καί τήν ὅλη λειτουργία της. Ὁ Καθηγητής Χαράλαμπος Παπαστάθης δημοσίευσε τέτοιους Κανονισμούς, στούς ὁποίους φαίνεται ὅτι κέντρο τῆς κοινότητας τῶν Ρωμηῶν ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος καί ἡ ὅλη ὀργανωτική δομή εἶχε κέντρο τήν Ἐκκλησία. Μάλιστα γράφει ὁ ἴδιος συμπερασματικά:

«Κύτταρο τῆς συλλογικῆς δράσης ἦταν ἡ ἐνορία-κοινότητα· οἱ κοινοτικές ἀρχές του ἀναδεικνύονταν μέ ψηφοφορία καί εἶχαν ἐπικεφαλῆς τόν ἐπιχώριο ἐπίσκοπο, δημιουργώντας ἔτσι τή γέφυρα ἀνάμεσα στή βυζαντινή μας παράδοση, πού ἐκφραζόταν στό πολιτικό-εθνικό πεδίο μέ τή Μεγάλη Ἰδέα, καί στά δημοκρατικά ἰδεώδη τῆς δεύτερης πεντηκονταετίας τοῦ εὐρωπαϊκοῦ 19ου αἰώνα· συνάμα συνιστοῦσαν τό ἰδανικώτερο, μέ τά μέτρα πάντοτε τῆς ἐποχῆς, σύστημα αὐτοδιοίκησης, –ἀνέφικτο πρότυπο ἀκόμη γιά τή σύγχρονή μας Ἑλλάδα. Ἡ πολιτική καί θρησκευτική κεφαλή, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ἐκλεγόταν ἀπό μικτή συνέλευση κληρικῶν καί λαϊκῶν. Ἀμόλυντη ἀπό ξενικές ἐπιρροές ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία μπόρεσε, μολονότι ἐπιβίωνε σέ ἀλλόθρησκη και ἀπολυταρχική χώρα, νά συστήσει ἕνα ἑλληνοκεντρικό κρατικό μόρφωμα μέσα στόν κορμό τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, νά εἰσαγάγει –ἔστω σέ προδρομική μορφή– τήν ἀρχή τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας στήν ὀργάνωση τοῦ ποιμνίου της, νά τό συντηρήσει, ἀναπτύξει καί ἑτοιμάσει γιά τή μεγάλη ἐκείνη ὥρα τῆς Ἀνάστασης, πού ποιμένες καί ποιμαινόμενοι ὀνειρεύονταν νά λειτουργήσουν καί νά λειτουργηθοῦν στήν Ἁγιά-Σοφιά».

Ἔτσι δέν ἀλλοιώθηκε ἡ ταυτότητα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης καί τοῦ Γένους μας, παρά τίς διάφορες ξενοκρατίες πού περάσαμε καί τά τραγικά ἀποτελέσματά τους.

2.  Ἅγιοι καί μοναστικά κέντρα

Σέ ὅλη τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία συναντοῦμε τήν μεγάλη σημασία καί σπουδαιότητα τῶν Μοναστηριῶν, μέσα στά ὁποῖα καλλιεργήθηκε ἡ ὀρθόδοξη θεολογία στήν πρακτική της ἐφαρμογή. Εἶναι γνωστόν ὅτι κατά τήν διάρκεια τῆς ἐνδόξου Ρωμηοσύνης στό Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας στήν Κωνσταντινούπολη δέν διδασκόταν ἡ θεολογία, ἀλλά ἡ θύραθεν ἐπιστήμη καί ἡ φιλοσοφία, διότι ὅποιος ἤθελε νά μάθη ὀρθόδοξη θεολογία πήγαινε στά Μοναστήρια, ὅπου ζοῦσαν ἀσκητές, οἱ ὁποῖοι γνώριζαν τήν θεολογία ἐμπειρικῶς.

Ἔτσι, τά Ὀρθόδοξα Μοναστήρια καί κατά τήν Τουρκοκρατία ἀπέβησαν τά πνευματικά φροντιστήρια τοῦ ὀρθοδόξως καί θεολογικῶς ζῆν καί στήριξαν τόν λαό. Ἦταν, πράγματι, τά πνευματικά θεραπευτήρια πού βοήθησαν τόν λαό νά ζῆ ὀρθόδοξα καί νά πιστεύη ὀρθόδοξα. Ἄλλοτε λειτουργοῦσαν ὡς πνευματικοί μαγνῆτες πού εἵλκυαν τόν λαό πρός αὐτά καί ἄλλοτε ἦταν τά ὁρμητήρια ἀπό τά ὁποῖα, μέ τήν εὐλογία τῶν ἡγουμένων καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν, ἐξέρχονταν ἐξαγιασμένοι μοναχοί καί ἐπιτελοῦσαν ἕνα θαυμαστό ἱεραποστολικό ἔργο, στήριζαν τόν λαό.

Στήν εἰσαγωγή τοῦ βιβλίου «Βίος καί πολιτεία Ἰακώβου τοῦ νέου ὁσιομάρτυρος» (ὑπό Πατέρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας τῆς Χρυσοποδαριτίσσης, εἰς Νεζερά Πατρῶν) γίνεται ἀναφορά σέ μερικά τέτοια πνευματικά μοναστικά κέντρα καί σέ θεοκίνητους Κληρικούς πού ἔζησαν τόν 16ον αἰώνα, τόν πρῶτο αἰώνα τῆς δουλείας καί ὑπῆρξαν πνευματικές ἑστίες πού ἔθρεψαν τόν λαό καί τόν κράτησαν στήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Κοινό γνώρισμα ὅλων αὐτῶν ἦταν ὅτι ὑπήγονταν στήν κανονική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί συνδέονταν μέ τό Ἅγιον Ὄρος. Θά τούς ἀναφέρω περιληπτικῶς.

  • Ὁ ἅγιος Θεωνᾶς (+1541) προερχόταν ἀπό τήν Ἱερά Μονή Παντοκράτορος Ἁγίου Ὄρους, ἔγινε ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας, στήν Χαλκιδική, καί μετά Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
  •  Ὁ ὅσιος Διονύσιος ἐν Ὀλύμπῳ (+1541) πού ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, καί κτήτωρ δύο Μονῶν, τῆς Ἁγίας Τριάδος Ὀλύμπου καί τῆς Σούρβιας Πηλίου.
  • Ὁ ὅσιος Νικάνωρ (+1549) κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τῆς Ζάβορδας, στήν Δυτική Μακεδονία, πού μετέφερε ἐκεῖ τό ἡσυχαστικό καί κοινοβιακό «πνεῦμα» τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
  •  Ὁ ὅσιος Συμεών (+1594), κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φλαμουρίου Πηλίου, πού λειτούργησε μέ βάση τόν ἀθωνιτικό μοναχισμό καί μετέφερε στήν περιοχή τό «πνεῦμα» αὐτό μέ τίς περιοδεῖες καί τίς ὁμιλίες του.
  • Ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Νέος (τέλη 16ου αἰῶνος) ἔζησε ἀσκητικά στό Ἅγιον Ὄρος καί στήν Σκήτη Βεροίας, καί δίδαξε τήν εὐσεβῆ πίστη στούς Χριστιανούς τῆς Μακεδονίας.

Πολλοί ἅγιοι ἔζησαν στίς ἀρχες τοῦ 16ου αἰῶνος στά Μετέωρα, ὅπου παρετηρεῖτο ἄνθηση τοῦ μοναχισμοῦ.

  • Οἱ ἅγιος Βησσαρίων Β΄ (+1540) Μητροπολίτης Λαρίσης, ὑπῆρξε κτήτωρ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως Σωτῆρος-Δουσίκου, μέ τυπικό ἁγιορείτικο καί μεγάλη πνευματική παρουσία στήν περιοχή.
  • Ὁ ἅγιος Δαυίδ ἐν Εὐβοίᾳ (16ον αἰώνα) ἦταν ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βαρνακόβης Δωρίδος.

Τήν ἐποχή αὐτή παρατηρεῖται ἄνθηση τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ καί ὡς πρός τόν ἀριθμό καί ὡς πρός τήν ἀνοικοδόμηση κτιρίων καί τήν ἁγιογράφηση, ἀλλά καί ὡς πρός τήν ἐμφάνιση πολλῶν πνευματικῶν καί λογίων μοναχῶν, ὅπως τοῦ ὁσίου Θεοφίλου τοῦ Μυροβλύτου (+1548) καί τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ τοῦ Βατοπαιδινοῦ (+1556). Ἐπίσης, αὐτήν τήν ἐποχή ἀνεδείχθησαν πολλοί Οἰκουμενικοί Πατριάρχες πού ζοῦσαν ἀσκητικά καί ἀσκοῦσαν ποιμαντική δράση, ὅπως ὁ ἅγιος Διονύσιος Α΄, ὁ ἅγιος Μάξιμος Γ΄, ὁ ἅγιος Νήφων Β΄.

Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς δουλείας στούς Ὀθωμανούς, τά Μοναστήρια καί οἱ ἅγιες προσωπικότητες, Κληρικοί, καί Μοναχοί ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν διαπαιδαγώγηση τοῦ λαοῦ προκειμένου νά παραμείνη σταθερός στήν ὀρθόδοξη παράδοση. Πρέπει νά ἐξάρουμε τήν μεγάλη προσφορά τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας, τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πού ἦταν πάντοτε ἡ κονίστρα τῶν πνευματικῶν ἀγώνων, μέσα στήν ὁποία ἁγιάσθηκαν πολλοί Κληρικοί καί μοναχοί, καί ἀπό ἐκεῖ στήν συνέχεια ἐξῆλθαν στόν κόσμο κηρύσσοντας τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί διατηρώντας τόν λαό στήν εὐλάβεια τοῦ Γένους.

Ὁ καθηγητής Παναγιώτης Χρήστου ἀναφέρεται στήν ἀτμόσφαιρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, κατά τήν ἐποχή τῆς Τουρκοκρατίας, ἀπό τόν 16ο αἰώνα καί μετά, μέ τούς λογίους πού συνδέονταν μέ τό Ἅγιον Ὄρος, τήν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία καί τήν ὅλη φιλοκαλική ἀναγέννηση πού παρατηρήθηκε στό Ἅγιον Ὄρος. Ἐπίσης, ἀναφέρεται καί στό γεγονός ὅτι τήν περίοδο αὐτήν παρατηρεῖται μιά πνευματική συναλλαγή, ἀφοῦ μοναχοί ἔρχονται ἀπό τόν κόσμο γιά νά μονάσουν στό Ἅγιον Ὄρος καί ἀπό ἐκεῖ ἐξέρχονταν μοναχοί καί ἐπισκέπτονταν τόν κόσμο, παρά τίς δύσκολες συνθῆκες ζωῆς. Ἐπισκέπτονταν τό πλῆθος τῶν μετοχίων πού εἶχαν στήν Σερβία, τήν Βουλγαρία, τήν Ρουμανία, τήν Ρωσία, ὅπου ἔμεναν καί μετέφεραν τήν ζωή τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας, μέ τό ὀρθόδοξο ἡσυχαστικό πνεῦμα. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ὄχι μόνο παρηγοροῦσαν τόν λαό, ἀλλά τοῦ ἀνέπτυσσαν τήν συνείδηση τῆς ὀρθόδοξης ταυτότητας, ἀλλά καί τήν συνείδηση τῆς ἐθνικῆς ὑποστάσεώς του.

Εἰδική μνεία πρέπει νά γίνη τῆς μεγάλης προσφορᾶς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Μέ τήν εὐλογία τῶν Πνευματικῶν του Πατέρων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καί τήν κανονική ἄδεια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἀλλά καί τῶν τοπικῶν ἐκκλησιαστικῶν καί κοσμικῶν ἀρχόντων, περιόδευε ἐπανειλημμένως σέ πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος καί κήρυττε θεοφώτιστα καί ἐμπνευσμένα, ἔκανε θαύματα, προέλεγε τά μέλλοντα καί ὁδηγοῦσε στήν μετάνοια καί σωτηρία πολλούς ἀνθρώπους, ἀλλά συγχρόνως ἀνεπτέρωνε τήν ἐλπίδα σέ πολλούς ἀνθρώπους γιά τήν πνευματική καί ἐθνική ἐλευθερία.

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅπως τό βλέπουμε στίς ὁμιλίες του, δίδασκε τούς Χριστιανούς νά ἀγαποῦν τόν Θεό, νά παραμένουν μέσα στήν Ἐκκλησία, νά μαθαίνουν γράμματα προκειμένου νά διαβάζουν τά Εὐαγγέλια, τούς βίους τῶν ἁγίων καί τήν ἱστορία τοῦ Γένους, νά ὑπομένουν στίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, νά ταπεινώνονται, νά δείχνουν ἀγάπη στούς πτωχούς κλπ.

Μέ τίς ὁμιλίες του μετέφερε τήν ἡσυχαστική παράδοση πού εἶχε ζήσει στό Ἅγιον Ὄρος. Ὅταν μελέτηση κανείς τίς ὁμιλίες του, διαπιστώνει ὅτι εἶναι γεμάτες ἀπό ἡσυχαστικά στοιχεῖα.

Σέ μιά ὁμιλία τονίζει δύο σημεῖα πού πρέπει νά ἔχουν πάντοτε στόν νοῦ τους οἱ Χριστιανοί. Τό ἕνα νά μή κάνουν στούς ἄλλους αὐτό πού οἱ ἴδιοι μισοῦν καί τό δεύτερο νά προσεύχωνται συνεχῶς στόν Χριστό. Γιά τό δεύτερο αὐτό γράφει:

«Τό δεύτερον εἶναι νά μή σᾶς λείπη ποτέ ἐτούτη ἡ προσευχή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων σου τῶν ἁγίων ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλον σου. Αὐτό, ἀδελφοί μου, πάντοτε νά τό λέγετε καί μέ τό στόμα σας καί μέ τόν νοῦ σας καί ἡμέραν καί νύκτα, ὅπου καί ἄν εἶστε, ἤ τρῶτε ἤ περιπατεῖτε ἤ δουλεύετε ἤ κάθεσθε, αὐτό πάντα νά μελετᾶτε. Καί ἄν δέν τό ἐξεύρετε, νά τό γράψετε, νά τό μάθετε καί αὐτό σᾶς ὠφελεῖ κατά πολλά καί ἐδῶ σᾶς ἐλευθερώνει ἀπό κάθε κακόν καί ἐκεῖ σᾶς λυτρώνει ἀπό τήν αἰώνιον Κόλασιν καί σᾶς ἀξιώνει καί πηγαίνετε εἰς τόν Παράδεισον, εἰς τήν αἰώνιον πατρίδα μας».

Καί σέ ἄλλη ὁμιλία του κάνει λόγο γιά τήν ἀξία τῆς εὐχῆς μέ τό «κομπολόγι»-κομποσχοίνι, ἀλλά καί τήν ἀξία τοῦ σημείου τοῦ Σταυροῦ. Γράφει:

«Τώρα είς τό τέλος σᾶς συμβουλεύω νά κάμετε ὅλοι σας ἀπό ἕνα κομπολόγι, μικροί καί μεγάλοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, παιδιά καί κορίτσια καί νά ἔχη ἑκατόν τρία σπυριά καί νά τό κρατῆτε μέ τό ἀριστερόν χέρι καί μέ τό δεξιόν νά σμίγης τά τρία σου δάκτυλα, νά κάνης τόν σταυρόν σου καί νά λέγης: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, διά τῆς Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν καί ἀνάξιον δοῦλον σου». Μέσα εἰς τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» θεωρεῖται ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, ἡ ἔνσαρκος οἰκονομία τοῦ Χριστοῦ μας, ἡ Δέσποινά μας ἡ Θεοτόκος καί πάντες οἱ Ἅγιοι.

Ὁ πανάγαθος Θεός τόν σταυρόν μᾶς ἐχάρισεν, μέ τόν σταυρόν νά εὐλογοῦμεν καί τά Ἄχραντα Μυστήρια, μέ τόν σταυρόν νά ἀνοίγωμεν καί τόν Παράδεισον, μέ τόν σταυρόν νά κατακαίωμεν καί τούς δαίμονας, μά πρῶτα καί ἐμεῖς νά ἔχωμεν τό χέρι μας καθαρόν ἀπό ἁμαρτίες καί ἀμόλυντο καί τότε, ὡσάν κάνωμεν τόν σταυρόν, κατακαίεται ὁ Διάβολος καί φεύγει. Εἰδέ καί εἴμεσθεν μεμολυσμένοι μέ ἁμαρτίες, δέν πιάνεται ὁ σταυρός ὁπού κάνομεν. Ὅθεν, ἀδελφοί μου, ἤ τρῶτε ἤ πίνετε κρασί ἤ νερόν ἤ περιπατεῖτε ἤ δουλεύετε νά μή σᾶς λείπει αὐτός ὁ λόγος ἀπό τό στόμα σας καί ὁ σταυρός ἀπό τό χέρι σας. Καί ἄν ἠμπορῆτε τό ἡμερόνυκτο νά κάμετε πενῆντα καί ἑκατό κομποσχοίνια, καλόν καί ἅγιον εἶναι ἔργον. Καί νά προσεύχεσθε πάντοτε τήν αὐγήν καί τό βράδυ καί μάλιστα τό μεσόνυκτον ὅλον ὁπού εἶναι ἡσυχία».

3. Ἡ παιδεία

Ἕνας ἀπό τούς οὐσιαστικούς παράγοντας πού συνετέλεσε στήν διατήρηση τῆς ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας ἦταν καί ἡ παιδεία τήν ὁποία καλλιεργοῦσε ἡ Ἐκκλησία μέ τά Σχολεῖα, ἀμέσως μετά τήν ὑποδούλωση τοῦ Γένους στούς Ὀθωμανούς. Βεβαίως, στά πρῶτα χρόνια τῆς δουλείας δέν ὑπῆρχε δυνατότητα νά λειτουργήσουν πολλά Σχολεῖα, ἐπειδή οἱ δυσκολίες ἦταν ἀρκετές, ἀλλά καί τότε πού ἐπιτράπηκε ἡ λειτουργία Σχολεῖων, ἤτοι ἀπό τόν 17ο αἰώνα καί μετά, ἦταν περιορισμένα.

Ὁ πρῶτος Πατριάρχης τοῦ Γένους, Γεννάδιος Σχολάριος τό 1454 ἵδρυσε τήν Πατριαρχική Σχολή στήν Κωνσταντινούπολη πού ὀνομαζόταν Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή. Ἀργότερα ἡ Σύνοδος πού συγκροτήθηκε στήν Βασιλεύουσα τό 1593 ἐπί πατριαρχείας Ἱερεμία Β΄ τοῦ Τρανοῦ προέτρεψε τούς Μητροπολίτας νά ἱδρύσουν κατά τόπους Σχολεῖα καί νά ὑποστηρίζουν τήν παιδεία. Συγκεκριμένα: «Ὥρισεν ἡ ἁγία Σύνοδος ἕκαστον ἐπίσκοπον ἐν τῇ ἑαυτοῦ παροικοίᾳ φροντίδα καί δαπάνην τήν δυναμένην ποιεῖν, ὥστε τά θεῖα καί ἱερά γράμματα δύνασθαι διδάσκεσθαι· βοηθεῖν δέ κατά δύναμιν τοῖς ἐθέλουσι διδάσκειν καί τοῖς μαθεῖν προαιρουμένοις, ἐάν τῶν ἐπιτηδείων χρείαν ἔχουσιν».

Ὁ Τρύφων Εὐαγγελίδης στό περισπούδαστο πολυσέλιδο δίτομο ἔργο του μέ τίτλο Ἡ Παιδεία ἐπί Τουρκοκρατίας, καί ὑπότιτλο Ἑλληνικά Σχολεῖα ἀπό τῆς Ἁλώσεως μέχρι Καποδιστρίου, στήν μέν μακρά εἰσαγωγή ἀναφέρεται στήν παιδεία στό Βυζάντιο καί στήν Τουρκοκρατία μέχρι τῆς ἐποχῆς τοῦ Καποδιστρίου, στό δέ κύριο μέρος ἀναγράφει λεπτομερῶς τά Σχολεῖα τά ὁποῖα λειτούργησαν σέ διάφορες περιοχές τοῦ ὑποδούλου Γένους ἀπό τήν ἐποχή τῆς Ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Ἰωάννου Καποδιστρίου (1453-1831).

Μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει ὅτι ἡ Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή πού ἱδρύθηκε ἀμέσως μετά τήν Ἅλωση ἦταν συνέχεια τῆς λεγομένης Οἰκουμενικῆς Σχολῆς ἤ Οἰκουμενικοῦ Φροντιστηρίου Κωνσταντινουπόλεως. Ἀπό τήν Σχολή αὐτή βγῆκαν μεγάλες προσωπικότητες πού κατέλαβαν σημαντικές θέσεις στήν Ἐκκλησία καί τήν τουρκική διοίκηση καί βοήθησαν τό Γένος. Στήν συνέχεια ἱδρύθηκαν καί ἄλλες Σχολές, ὅπως στήν Θεσσαλονίκη, τά Ἰωάννινα, τήν Πάτμο, τήν Ἄρτα, τήν Χίο, τήν Δημητσάνα, τήν Βέροια, τήν Σμύρνη, τήν Κύπρο, τήν Τραπεζοῦντα, τήν Ἀδριανούπολη, τήν Κοζάνη, τήν Ἀθήνα, τήν Ρόδο καί ἀλλοῦ.

Τά Σχολεῖα τά ὁποῖα λειτουργοῦσαν ἦταν δύο εἰδῶν, ἤτοι τά κοινά καί τά ἀνώτερα. Τά κοινά Σχολεῖα λειτουργοῦσαν στά Μητροπολιτικά Μέγαρα τῶν πόλεων ἤ στούς Ἱερούς Ναούς τῶν κωμοπόλεων καί τίς παρακείμενες Ἱερές Μονές. Ὡς ἀναγνωστικά χρησιμοποιοῦσαν διάφορα ἐκκλησιαστικά βιβλία, ὅπως τήν Ὀκτώηχο, τόν Ἀπόστολο, τό Ψαλτήριο, τό Ὡρολόγιο. Τά παιδιά συνήθως κάθονταν στήν ψάθα ἤ στόν τάπητα τοῦ δαπέδου, μάλιστα δέ ὁ διδάσκαλος τοῦ Γένους Γ. Γεννάδιος εἰσήγαγε πρῶτος τά θρανία στήν Βλαχία. Ἐπίσης χρησιμοποιοῦσαν τήν ἀρίθμηση, τήν λογαριθμητική κλπ. Τά ἀνώτερα Σχολεῖα εἶχαν διάφορα ὀνόματα, ὅπως Ἀκαδημία, Λύκειον, Μουσεῖον, Ἑλληνομουσεῖον, Παιδαγωγεῖον, Φροντιστήριον, Ὁμακόϊον, Γυμνάσιον, Σχολεῖον, Σχολή. Σημαντική εἶναι ἡ καταγραφή καί ἡ περιγραφή τήν ὁποία κάνει ὁ συγγραφεύς κατά περιοχές ἐντός τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου καί γενικότερα τοῦ βαλκανικοῦ.

Ὁ Gerhard Podskalsky στό μνημονευθέν ὀγκῶδες σύγγραμμά του, Ἡ ἑλληνική θεολογία ἐπί Τουρκοκρατίας, πού ἀναφέρεται στήν θεολογία κατά τήν Τουρκοκρατία, καί μάλιστα στά κεφάλαια «Τά νέα ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα καί τυπογραφεῖα ὡς στοιχεῖο μετεξέλιξης», «Προσήλωση στήν παράδοση. Ἡ ἑλληνική θεολογία 1455-1581», «Ὁ θρησκευτικός ἀνθρωπισμός. Προσπάθεια συνδιαλλαγῆς μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως 1581-1629», «Ἡ ἀντιπαράθεση μέ τόν Διαφωτισμό. Ἡ Ὀρθοδοξία ἐπιστρέφει στίς δικές της πηγές 1727-1821», παρουσιάζει ἀνάγλυφα καί διεξοδικά ἕνα «πανόραμα» τῆς ὅλης πολιτιστικῆς καί πνευματικῆς ἀτμόσφαιρας τῆς Ρωμηοσύνης κατά τήν Τουρκοκρατία, στήν ὁποία σημαντικό ρόλο διεδραμάτισε ἡ Ἐκκλησία μέ τά σημαίνοντα μέλη της, Κληρικούς καί λαϊκούς. Φυσικά δέν εἶναι ὁ χῶρος κατάλληλος γιά νά δοθοῦν μερικά παραδείγματα καί νά ἐκτεθοῦν τά βασικά συμπεράσματα τῆς μελέτης αὐτῆς.

Ὁ Βασίλειος Ἀρβανίτης στό βιβλίο του μέ τίτλο Ἡ Ἐκπαίδευσις τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐπί Τουρκοκρατίας, μέ συνοπτικό τρόπο περιγράφει τίς ἕδρες τῶν Σχολείων, τούς διδάξαντες διδασκάλους, τήν μέθοδο διδασκαλίας τους καί τήν ὕλη τῶν μαθημάτων σέ διάφορες περιοχές τοῦ ὑπόδουλου Γένους.

Ἀξιόλογη εἶναι ἡ προσφορά καί τοῦ Καθηγητοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ πού ἀναφέρεται στήν Παιδεία πού ἀναπτύχθηκε κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἀπό τόν 15ο αἰώνα καί μετά καί τήν καταγραφή συγκεκριμένων διδασκάλων καί Σχολῶν.

Εἶναι σημαντικό, ὅπως σημειώνει ὁ Θεοχάρης Προβατάκης σέ σχετική μελέτη του, ὅτι ἀπό τόν 17ο αἰώνα στούς νάρθηκες τῶν Ἱερῶν Ναῶν ζωγραφίζονται οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, ὅπως ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ Πλούταρχος, ὁ Σοφοκλῆς, ὁ Ὅμηρος, ὁ Πυθαγόρας, κλπ. οἱ περισσότεροι μέ φωτοστέφανο καί ἀνοικτό εἰλητάριο, ἀκόμη καί ὁ Ἀριστοφάνης. Καί αὐτό γίνεται ὄχι μόνον στούς Ναούς τοῦ ἑλλαδικοῦ χώρου, ἀλλά ὁλοκλήρου τῆς Βαλκανικῆς.

Τήν ἤδη ὑπάρχουσα παιδεία ἐπηρέασαν καί οἱ νέες ἰδέες πού εἶχαν ἀναπτυχθῆ στήν Δύση καί μέ ἀργούς ρυθμούς εἰσέρχονταν καί στήν τουρκοκρατούμενη ἑλληνική περιοχή. Μεταξύ τῶν Κληρικῶν πού δίδασκαν στά Σχολεῖα, μπορεῖ νά συναντήση κανείς τρεῖς τάσεις. Τήν πρώτη τήν ἐξέφραζαν οἱ φιλελεύθεροιΚληρικοί, πού ἀπεδέχθησαν πλήρως τίς διαφωτιστικές ἰδέες, ἀπορρίπτοντας τήν Ἑλληνορθόδοξη παράδοση. Τήν δεύτερη τήν ἐξέφραζαν οἱ συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριπταν τίς νέες αὐτές ἰδέες γιά νά παραμείνουν στήν παλαιά φιλοσοφία καί κοσμοθεωρία. Καί τήν τρίτη τάση ἐξέφραζαν οἱ πατερικοίΚληρικοί, στούς ὁποίους συγκαταλέγονταν ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης καί οἱ φιλοκαλικοί Πατέρες, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, οἱ ὁποῖοι ἐπέτυχαν τήν ἰσορροπία, ἀφοῦ ἔκαναν λόγο γιά τήν διπλῆ γνωσιολογική μέθοδο καί ἀναφέρονταν στήν γνώση πού προέρχεται ἀπό τόν νοῦ καί τήν γνώση πού προέρχεται ἀπό τήν λογική.

Ὑπῆρξαν βέβαια περιπτώσεις κατά τίς ὁποῖες ἔγιναν διώξεις ἐναντίον Κληρικῶν, αὐτό δέν ὀφειλόταν ἁπλῶς στήν ἔλλειψη σεβασμοῦ τῆς ἐλευθερίας τους, ἀλλά στό γεγονός ὅτι μαζί μέ τίς νέες ἰδέες μετέφεραν καί τήν ἀθεΐα. Γιά παράδειγμα, τό 1721 ἀφορίσθηκε ὁ Μεθόδιος Ἀνθρακίτης, «γιατί κατηγορήθηκε γιά ἀντιτριαδικές τάσεις». Ἀργότερα τό Πατριαρχεῖο τόν ἀθώωσε καί τόν ἀποκατέστησε. Ὁ Θεόφιλος Καΐρης καταδικάστηκε γιά τήν θρησκεία τήν ὁποία δημιούργησε, τήν λεγόμενη «Θεοσέβεια», ἡ ὁποία ἀπέρριπτε τήν χριστιανική πίστη, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τόν ἐπήνεσε γιά τήν προσφορά του στό Γένος. Ἀκόμη, οἱ Ἐγκύκλιοι τοῦ Πατριαρχείου ἐναντίον τῶν «καινοφανῶν διδασκαλιῶν», ὀφειλόταν στό ὅτι ὁ Σεΐχης τοῦ Ἰσλάμ μέ φετφά, λόγῳ τοῦ ἀραβικοῦ φανατισμοῦ, ἀπέρριψε «τά βιβλία τῆς ἀστρονομίας ἱστορίας καί φιλοσοφίας». Τό Πατριαρχεῖο ζώντας σέ αὐτό τό Κράτος δέν μποροῦσε νά ἐνεργήση διαφορετικά.

Πάντως, ἡ Ἐκκλησία κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας ἀνέπτυξε τήν Παιδεία, ἄλλοτε κρυφά καί ἄλλοτε φανερά. Ἐδῶ ἐντάσσεται καί τό λεγόμενο «Κρυφό Σχολειό». Ἐπειδή κατά καιρούς δημιουργεῖται μιά ἀμφισβήτηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος καί θεωρεῖται ὅτι τό Κρυφό Σχολειό εἶναι ἕνας μύθος πού πρέπει νά ἀπαλειφθῆ ἀπό τήν ἱστορία πού διδάσκονται τά παιδιά στά Σχολεῖα, θά πρέπη νά γίνουν μερικές ἐπισημάνσεις.

Κατ' ἀρχάς κάθε γεγονός τό ὁποῖο εἶναι θρύλος, δηλαδή κάθε τί πού παραμένει στήν μνήμη τοῦ λαοῦ καί ἐπιδεικνύονται οἱ τόποι στούς ὁποίους πραγματοποιήθηκε, δέν εἶναι μύθος, ἀφοῦ οἱ θρύλοι κατά κανόνα παραπέμπουν σέ ἕνα ἱστορικό γεγονός. Ἔπειτα, κάθε μύθος δέν εἶναι καί ἀπόβλητος, ἀλλά εἶναι ἕνα στοιχεῖο τοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ μυθολογία ἐμπεριέχεται στόν πολιτισμό τοῦ κάθε λαοῦ. Γιά παράδειγμα, ἐάν θελήσουμε νά ἀφαιρέσουμε ἀπό τήν διδασκαλία τῆς ἱστορίας τούς μύθους τοῦ Αἰσώπου, τά ἔργα τοῦ Ὁμήρου, τήν Θεογονία τοῦ Ἠσιόδου κλπ., τότε ἀποβάλλουμε ἕνα πολύ μεγάλο τμῆμα τῆς παραδόσεώς μας. Ἄλλωστε, οἱ μύθοι συνήθως ἐκφράζουν μιά ἀλήθεια.

Ἐπί πλέον, τό λεγόμενο Κρυφό Σχολειό ἑρμηνεύεται ὡς συμπληρωματική διδασκαλία πού γινόταν στήν ἐλεγχόμενη ἀπό τό Ὀθωμανικό Κράτος, κατά διαστήματα καί καιρούς, ἐπιτρεπόμενη παιδεία. Ἐννοῶ ὅτι καί σέ μέρη που ἐπιτρεπόταν ἡ λειτουργία τῶν Σχολείων, καί ὁπωσδήποτε ἐλεγχόταν ἡ ὕλη τήν ὁποία διδάσκονταν τά παιδιά, ἡ ἐπίσημη διδασκαλία συμπληρωνόταν εἴτε ἀπό τήν οἰκογένεια εἴτε ἀπό τούς Κληρικούς καί μοναχούς στούς ὁποίους προσέφευγαν τά παιδιά.

Πέρα ἀπό τούς θρύλους καί τίς παραδόσεις, ἀλλά καί ἀπό τό ποίημα τοῦ Ἰωάννη Πολέμη καί τόν γνωστό πίνακα τοῦ Νικολάου Γκύζη μέ περιεχόμενο τό Κρυφό Σχολειό, πού παραπέμπουν σέ πραγματικά γεγονότα, ὑπάρχουν σημαντικές μαρτυρίες πού φανερώνουν ὅτι πράγματι λειτουργοῦσαν μερικά ὑποτυπώδη Σχολεῖα μέ διάφορες μορφές, πού ἄλλοτε προσέφεραν στοιχειώδη παιδεία στόν λαό, ὅταν δέν ὑπῆρχαν ἐπίσημα Σχολεῖα, καί ἄλλοτε συμπλήρωναν τήν παιδεία πού δέχονταν στά ἐπιτρεπόμενα ἀλλά καί ἐλεγχόμενα τότε Σχολεῖα. Δύο τέτοιες μαρτυρίες θά ἀναφέρω.

Ἡ πρώτη προέρχεται ἀπό τόν Charles Tuckermann (Τάρκεμαν), πρῶτο ἀμερικανό Πρόξενο στήν Ἀθήνα, στό βιβλίο του Οἱ Ἕλληνες τῆς σήμερον. Ὁ ἀμερικανός αὐτός διπλωμάτης παρουσιάζει τήν προφορική παράδοση τήν ὁποία εἶχε ἀκούσει ἀπό συνομιλητές του στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα καί τήν καταγράφει. Ἀφοῦ ἐκθέτει τό γνωστό ποίημα «φεγγαράκι μου λαμπρό / φέγγε μου νά περπατῶ / νά πηγαίνω στό σχολειό / νά μαθαίνω γράμματα / τοῦ Θεοῦ τά πράμματα», στήν συνέχεια γράφει:

«Τοιοῦτον περίπου ἦτο τό ᾆσμα, ὅπερ ἐτραγώδουν οἱ Ἑλληνόπαιδες, πορευόμενοι ἐν καιρῷ νυκτός εἰς τό σχολεῖον ἐπί τουρκοκρατίας. Τό ᾆσμα τοῦτο εἶναι γνωστόν εἰς πάντα Ἕλληνα νῦν ὡς καί πρότερον, καί οἱ πατέρες,  δεικνύοντες εἰς τά τέκνα των τήν σελήνην, ἐπαναλαμβάνουσι τούς στίχους τούτους, ἀφηγούμενοι αὐτοῖς πόσον τοῖς ἐχρησίμευσεν αὕτη κατά τούς σκοτεινούς χρόνους τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας. Μή ἐπιθυμοῦντες, ἔστω καί κατ' ἐλάχιστον, νά ἐρεθίσωσι τούς δεσπότας αὐτῶν δυναμένους νά παρακωλύσωσιν τάς πρός ἰδίας παίδευσιν προσπαθείας των, οἱ παῖδες οὐχί δέ σπανίως καί αὐτοί οἱ πατέρες, ἐφοίτων διά νυκτός καί κρύφα εἰς τήν οἰκίαν τοῦ διδασκάλου, ὅπως ἐξακολουθήσωσι τάς σπουδάς των».

Ἡ δεύτερη μαρτυρία προέρχεται ἀπό τόν Γάλλο συγγραφέα René Puaux (Πηώ), ὁ ὁποῖος περιόδευσε τήν Ἤπειρο τό 1913, ἀμέσως μετά τήν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τόν ἑλληνικό στρατό καί συνομίλησε μέ ἕλληνες Ἠπειρῶτες, οἱ ὁποῖοι τοῦ διηγήθηκαν ἱστορίες ἀπό τήν ζωή τους, κατά τήν διάρκεια τῆς τουρκικῆς κατοχῆς. Μεταξύ τῶν ἄλλων περιγράφει μιά συνάντηση σέ ἕνα σαλόνι μέ τόν δάσκαλο, τήν δασκάλα καί μερικούς μαθητές. Γράφει:

«Τήν ὥρα πού γυρόφερνε, σύμφωνα μέ τό ἔθιμο, ὁ δίσκος μέ τά γλυκά, κουβεντιάζω μέ τούς ἐκπαιδευτικούς. Ἡ περιγραφή τῶν προσπαθειῶν τους νά συντηρήσουν τήν ἑλληνική ἰδέα κάτω ἀπό τουρκική ἐξουσία, προσπάθειες πού τίς περιγράφαν ἁπλά, σάν νά ἦταν γιά κάτι τελείως φυσικό, ἀποκάλυπταν χαρακτηριστικά ἀξιοθαύμαστα. Θά μποροῦσε κανείς νά ἀφιερώσει ἕνα ὡραῖο κεφάλαιο στό σῶμα τῶν Ἑλλήνων δασκάλων τῆς Ἠπείρου πού, ἀντιμετωπίζοντας τόσες ἀντιξοότητες καί ταπεινώσεις, δέν ἔπαυαν γι᾿ αὐτό νά προχωροῦν τό πατριωτικό τους ἔργο. Κανένα ἑλληνικό βιβλίο δέν γινόταν δεκτό, ἄν εἶχε τυπωθεῖ στήν Ἀθήνα. Ἔπρεπε ὅλα νά ἔλθουν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ ἑλληνική ἱστορία ἦταν ἀπαγορευμένη. Ἔτσι, ἔκαναν συμπληρωματικές μυστικές παραδόσεις, ὅπου χωρίς βιβλίο, χωρίς τετράδιο, ὁ μικρός Ἠπειρώτης μάθαινε νά γνωρίζει τήν πατρίδα μητέρα του, τόν ἐθνικό του ὕμνο, τά ποιήματα καί τούς ἥρωές του. Οἱ μαθητές κρατοῦσαν στά χέρια τους τήν ζωή τῶν δασκάλων τους. Ἕνας λόγος ἀστόχαστος ἤ μιά καταγγελία θά ἦταν μοιραία. Δέ μᾶς συγκινοῦν αὐτά τά διακόσια ἀγοράκια καί τά διακόσια πενήντα κοριτσάκια πού ἀποδέχονταν τίς ὥρες τῆς συμπληρωματικῆς διδασκαλίας –σέ ἡλικία, ὅπου τά παιδιά τόσο ἀγαποῦν τά διαλείμματα– γιά νά μιλήσουν γιά τήν Ἑλλάδα, κι ὕστερα γύριζαν στό σπίτι τους μέ σφραγισμένα τά χείλη καί μέ τό μυστικό ἐνθουσιασμό στήν καρδιά τους;».

Μιά παρόμοια πληροφορία μοῦ ἔδωσε ὁ ἀείμνηστος καθηγητής μου στό Πανεπιστήμιο Ἰωάννης Καλογήρου, ὁ ὁποῖος μοῦ περιέγραψε περιστατικό ἀπό τήν διδασκαλική δράση τῆς μητέρας του στήν τουρκοκρατούμενη Βόρειο Ἤπειρο, πού τούς μάθαινε τραγούδια, σύμφωνα μέ τήν μουσική τοῦ ἐθνικοῦ ὕμνου τῆς Ἑλλάδος, ὥστε μυστικά νά τούς δίνουν τό μήνυμα τοῦ ἐρχομοῦ τῆς ἐλευθερίας. Ἑπομένως, ἡ Ἐκκλησία μέ τά μέλη της, Κληρικούς, Μοναχούς καί λαϊκούς, βοήθησε ἀποτελεσματικά στήν διατήρηση τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ Γένους, μέ ὅλη τήν παράδοσή της, τήν διοίκηση καί τήν παιδεία τήν ὁποία προσέφερε στόν λαό.

4. Ἑλληνική Νομαρχία

Μερικοί ὑποστηρίζουν ὅτι τά πράγματα δέν ἦταν τόσο ἰδεώδη, ἀφοῦ στά τετρακόσια χρόνια τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς ἔγιναν καί διάφορα λάθη ἀπό ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας, Κληρικούς καί μοναχούς. Ὅμως, τά μεμονωμένα παραδείγματα δέν μποροῦν ποτέ νά διαγράψουν ὅλη τήν μεγάλη προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, Κληρικῶν, μοναχῶν καί λαϊκῶν, στήν διάσωση τῆς αὐτοσυνειδησίας τοῦ Γένους. Μερικοί διαφωτιστές, ἐνοχλημένοι ἐνδεχομένως ἀπό τήν προσφορά τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἐπιρροή της στόν λαό, προσπάθησαν νά ὑπερτονίσουν μερικές μεμονωμένες περιπτώσεις καί νά τίς παρουσιάσουν καθ' ὑπερβολήν ἀρνητικά. Ἕνα τέτοιο παράδειγμα εἶναι ἡ ἔκδοση τοῦ βιβλίου Ἑλληνική Νομαρχία, γιά τήν ὁποία θά γίνη λόγος πιό κάτω.

Πρέπει νά λεχθῆ ὅτι τόν 18ο αἰώνα στήν Δύση ἀναπτύχθηκε ὁ Διαφωτισμός μέ πολλές ἐκφράσεις, ἤτοι ὁ ἀγγλικός ἐμπειρισμός, ὁ γαλλικός ἐγκυκλοπαιδισμός, ὁ γερμανικός ἰδεαλισμός καί ὁ ἰταλικός ἀντικληρικαλισμός. Γενικῶς, ὁ δυτικός διαφωτισμός ἦλθε σέ διάσταση ἀφ' ἑνός μέν μέ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖον διοικοῦσε ὁ Πάπας τήν Ἐκκλησία, ἀφ' ἑτέρου δέ μέ τόν σχολαστικισμό τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας καί συνδεόταν μέ τόν οὐμανισμό καί τήν Μεταρρύθμιση (Προτεστάντες). Ἔτσι, ἡ Ἑλληνική Νομαρχίαἦταν ἀπαύγασμα αὐτῶν τῶν διαφωτιστικῶν ἀντικληρικαλιστικῶν ἀρχῶν πού παρατηροῦνταν στήν Δύση καί μεταφέρθηκαν ὑπερβολικά καί στήν Ἀνατολή.

Ὁ Steven Runciman ἀναφέρει ὅτι τά συγγράμματα τοῦ Ἀδαμαντίου Κοραῆ, τά ὁποῖα ἐξέφραζαν τίς γαλλικές ἐγκυκλοπαιδιστικές διαφωτιστικές ἀπόψεις, διαβάζονταν καί ἀπό τούς νέους Φαναριῶτες, οἱ ὁποῖοι ἀπομακρύνονταν ἀπό τήν θρησκεία, τόν ἱερό Κλῆρο καί οἱ ὁποῖοι ἐπέκριναν τήν Ἱεραρχία, παραθεωρώντας τήν διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ δυτικῆς καί ὀρθοδόξου θεολογίας καί παραδόσεως. Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐπιρροῆς ἦταν ἡ ἐμφάνιση ἑνός βιβλίου στήν Βιέννη, τό 1791, γραμμένου στά ἑλληνικά μέ τίτλο Γεωγραφία νεωτερική, ἀπό δύο Ἕλληνες μοναχούς, τόν Δημήτριο Φιλιππίδη καί τόν Γεώργιο Κώνσταντα. Ἐπρόκειτο γιά ἕνα βιβλίο ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, πού κατηγοροῦσε τούς Ἱεράρχες γιά φιλοχρηματία καί δουλικότητα ἔναντι τῶν Τούρκων, τόν δέ κατώτερο Κλῆρο γιά σκοταδιστική ἀμάθεια.

Ὡς ἀπάντηση στό βιβλίο αὐτό δημοσιεύθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό ἔτος 1798 ἕνα ἔργο μέ τίτλο Διδασκαλία πατρική, τό ὁποῖο δημιούργησε μεγάλες ἀντιδράσεις. Κατά τόν Runciman, «ὁσοδήποτε κι ἄν ἦταν χωρίς τάκτ, ἡΔιδασκαλία Πατρική δέν ἦταν θεολογικῶς χωρίς βάση. Δέν ἦταν ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ν' ἀναμιγνύεται σέ ἀνατρεπτικές ἐθνικιστικές δραστηριότητες. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶχε κάνει τήν διάκριση μεταξύ τῶν πραγμάτων πού ἦταν τοῦ Καίσαρος καί τῶν πραγμάτων πού ἦσαν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Παῦλος εἶχε διατάξει τούς χριστιανούς νά ὑπακούουν στόν βασιλέα, ἔστω καί ἄν ὁ βασιλεύς ἦταν ὁ εἰδωλολάτρης Ρωμαῖος αὐτοκράτωρ. Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία ἦρθε σέ ἀντίθεση μέ τήν ἐξουσία μόνο ὅταν τῆς ἀπαγορευόταν ἡ Ἐλευθερία τῆς λατρείας ἤ ὅταν ζητοῦσαν ἀπό τά μέλη της νά προβοῦν σέ πράξεις ἀντίθετες πρός τήν χριστιανική συνείδηση. Οἱ Τοῦρκοι δέν εἶχαν προβάλει τέτοιες ἀπαιτήσεις. Οἱ καλοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἔπρεπε ἀσφαλῶς νά εἶναι καλοί πολίτες, καί ὄχι ἐπαναστάτες ἤ συνωμότες. Ἀπό τήν πρακτική ἄποψη ἐπίσης ἡΔιδασκαλία δέν ἦταν ἀδικαιολόγητη».

Ὅμως, ἡ δημοσίευση τῆς Διδασκαλίας Πατρικῆςἦταν, ὅπως θά λέγαμε σήμερα, ἐπικοινωνιακά ἄκαιρη, ὁπότε δημιούργησε ἀντίδραση στούς διαφωτιστικούς κύκλους καί ὁ Κοραῆς ἐξέδωσε μιά πραγματεία μέ τίτλο Ἀδελφική διδασκαλία, μέ τήν ὁποίαν προσπάθησε νά ἀνατρέψη τά ἐπιχειρήματα τῆς Διδασκαλίας Πατρικῆς. Παράλληλα τήν ἐποχή ἐκείνη «ἕνα ἐξ ἴσου σκληρό βιβλίο, πού δημοσιεύθηκε ἀνωνύμως στήν Ἰταλία τό 1806 καί εἶχε τόν τίτλοἙλληνική Νομαρχία ἤτοι λόγος περί ἐλευθερίας, ἐπανελάμβανε τίς κατηγορίες ἐναντίον τῆς ὅλης ἐκκλησιαστικῆς ὀργανώσεως», ὅπως τό ἔκανε ἡ Γεωγραφία Νεωτερική.

Πάντως, ἀπ' ὅ,τι φαίνεται ἡ Ἑλληνική Νομαρχίαεἶναι ἕνα βιβλίο πού ἐμπνεόταν ἀπό τόν πόθο τῆς ἐλευθερίας, ἀλλά ἦταν γραμμένο μέ φανατισμό καί ἀπό κάποιον πού γνώριζε τόν δυτικό Χριστιανισμό, ἀγνοώντας τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο λειτουργοῦσε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Κατά συνέπεια, ἀπέδιδε τίς κακές ἐνέργειες τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Τό ὅτι ἐγράφη ἀνωνύμως καί τό ὅτι ὁ τόπος ἐκδόσεως θεωρεῖται γενικά ἡ Ἰταλία, πράγμα τό ὁποῖο δέν συνηθίζεται γιά ἕνα βιβλίο, διότι πάντοτε σέ αὐτό ἀναγράφεται ἡ πόλη τῆς ἐκδόσεως καί ὄχι ἡ χώρα, καθώς ἐπίσης τό ὅτι ἐξέφραζε τίς διαφωτιστικές γαλλικές ἀρχές θεωρεῖται ἀπό πολλούς ὅτι ἦταν γραμμένο ἤ ἀπό τόν Ἀδαμάντιο Κοραῆ ἤ πάντως ἀπό μαθητές του. Εἶναι σημαντικές μερικές ἐπισημάνσεις γιά τό βιβλίο αὐτό.

Ὁ ἀνώνυμος συγγραφεύς τῆς Ἑλληνικῆς Νομαρχίαςεἶναι ὑπερβολικός, ἄδικος καί ὑβριστικός σέ πολλές περιπτώσεις, ὅπως φαίνεται σέ μερικά παραδείγματα. Ἀποκαλεῖ τούς Ἀρχιερεῖς βαρβάρους καί μωρούς γιά τούς ὁποίους ἔπρεπε νά ξαναγυρίση ὁ Χριστός καί νά τούς φωτίση, ὥστε νά ἀνοίξουν κανένα βιβλίο καί νά λαμπρύνουν τόν ἐσκοτισμένο νοῦ. Δηλαδή, ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς ἦταν ἀγράμματοι, κατά τόν ἀνώνυμο συγγραφέα, πού εἶναι ὑπερβολικό, ὅπως ἔχει ἀποδείξει ἡ σύγχρονη ἱστορική βιβλιογραφία. Οἱ λέξεις πού χρησιμοποιεῖ γιά τούς Συνοδικούς Μητροπολίτες εἶναι πολύ βαριές: «ἡ διεστραμμένη ψυχή αὐτῶν τῶν δώδεκα μωρῶν τῆς Συνόδου». Ὑπερβολικός εἶναι ὁ συγγραφεύς καί στήν προσπάθεια νά καταγράψη τήν διαγωγή τῶν ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι «κοιμῶνται δεκατέσσαρας ὥρας τήν νύχτα καί δύο ὥρας μετά τό μεσημέρι». Ποιός ἄνθρωπος μπορεῖ νά κοιμηθῆ 16 ὧρες τό εἰκοσιτετράωρο; Ποιός μπορεῖ νά φάγη γιά πρόγευμα δυό ὀκάδες γιαούρτι καί τό ἀπόγευμα μισή ὀκᾶ σαρδέλλες ξεκοκκαλισμένες;. Καί μάλιστα αὐτό ἀναφερόταν γιά τόν τότε Μητροπολίτη Ἰωαννίνων. Ὅμως γνωρίζουμε ὅτι τότε στά Ἰωάννινα ἀρχιεράτευε ὁ Ἱερόθεος, μεγάλο πνευματικό ἀνάστημα, ὅπως φαίνεται ἀπό τήν ἀλληλογραφία πού ἀντήλλαξε μέ τόν ἐξάδελφό του ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη. Καί ἀπό παράκλησή του ὁ τελευταῖος ἔγραψε τό περίφημο βιβλίο Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον, ἤτοι περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων.

Πάντως, τά κοσμητικά ἐπίθετα τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦνται στήν Ἑλληνική Νομαρχία γιά τούς Ἀρχιερεῖς φανερώνουν τόν ἀντικληρικαλισμό καί ἀκόμη τό ὅτι στρέφεται ἐναντίον τους ὄχι τόσο γιά τά τυχόν σφάλματά τους, ὅσο γιά τό ὅτι εἶναι Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας. «Ἀναίσχυντοι», «λύκοι καί καθέδρα τοῦ σκότους», «ἄπιστε τῆς Ἐκκλησίας» κλπ. Ἡ ὑπερβολή του φαίνεται καί στήν περίπτωση πού καταφέρεται ἐναντίον τῶν πλουσίων. Λέγει τά ἑξῆς ὑπερβολικά: «Πόσοι ἤθελον κατακοπρισθῆ ἐπάνω των μή ἠξεύροντες πῶς νά λύσουν τά δεσίματα τῶν φορεμάτων των! Πόσοι ἤθελον σκωληκιάσει καθήμενοι, μήν ἠξεύροντες νά περιπατήσουν! Πόσοι ἄλλοι ἤθελον μείνει γυμνοί μήν ἠξεύροντες πῶς νά ἐνδυθῶσι». Ἐπίσης, ὑπερβολική εἶναι καί ἡ γλώσσα πού χρησιμοποιεῖ ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων πού βρίσκονταν ἐκείνη τήν ἐποχή στήν Δύση.

Φαίνεται ἀκόμη ὅτι ὁ συγγραφεύς ἔχει δυτική σκέψη καί νοοτροπία. Διαβάζοντας κανείς αὐτό τό ἔργο νομίζει ὅτι περισσότερο ἀναφέρεται στήν Δυτική Ἐκκλησία παρά στήν Ὀρθόδοξη. Ἀποδίδει τήν κατηγορία τῆς φεουδαρχίας στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἐνῶ εἶναι ἀποδεδειγμένο ὅτι ποτέ δέν ὑπῆρξε ὁ ρατσιστικός φεουδαλισμός στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή. Οἱ σελίδες 122 -128 ἀπό τό βιβλίο Ἑλληνική Νομαρχία, ἄν διαβασθοῦν μέ τά λεγόμενα ἀπό τόν Καθηγητή π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, φανερώνουν ὅτι ὁ συγγραφεύς της ἑρμηνεύει τόν ὀρθόδοξο Κλῆρο μέ τά δεδομένα τῆς φεουδαρχίας τῶν Φράγκων.

Πέρα ἀπό αὐτά, ὁ ἀνώνυμος συγγραφέας τοῦ βιβλίου Ἑλληνική Νομαρχίαδείχνει τήν δυτική του προέλευση, ἀφοῦ χρησιμοποιεῖ φράσεις πού δείχνουν ὅτι ἀγνοεῖ τήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή. Ἡ Σύνοδος τοῦ Πατριαρχείου ἀποκαλεῖται σύγκλητος. Οἱ Κληρικοί λέγεται ὅτι ἀνήκουν σέ τάγμα, ἡ Ἱερωσύνη εἶναι σύστημα, κλάση: «ἡ κλάσις τῆς ἱερωσύνης τῶν Ἑλλήνων». Οἱ λέξεις αὐτές εἶναι καθαρά δυτικῆς προελεύσεως. Ἀλλά καί τό περιεχόμενό τους εἶναι «εἰσαγόμενο». Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν ὑπῆρχαν ποτέ τάξεις, καί οἱ Κληρικοί προέρχονταν ἀπό ὅλα τά στρώματα τοῦ λαοῦ. Τό ὅτι ὁ ἀνώνυμος Ἕλληνας εἶχε ἄγνοια τῶν ἑλληνικῶν πραγμάτων φαίνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι τό ράσο, τό ἰδιαίτερο ἔνδυμα τῶν Κληρικῶν, τό ὀνομάζει «φόρεμα», «τό φόρεμα τῆς ἱερωσύνης». Ποιός Ἕλληνας ἀγνοοῦσε καί ἀγνοεῖ τό ράσο καί ποιός τό ἀποκαλεῖ φόρεμα;

Ἀκόμη, ὁ ἀνώνυμος συγγραφεύς φαίνεται καθαρά ὅτι δέν διακρίνεται γιά ὀρθόδοξο φρόνημα. Ζητᾶ νά λιγοστεύσουν οἱ νηστεῖες, ἐπειδή ἀφανίζουν τήν ὑγεία τοῦ λαοῦ καί νά μεταφερθοῦν οἱ ἑορτές τήν Κυριακή, ἐπειδή ἐμποδίζουν τό κέρδος. Ἀκόμη ζητᾶ νά ἀποβάλουν ἤ νά σμικρύνουν τίς περισσότερες σαρακοστές. Καταφέρεται ἐναντίον τῶν μοναχῶν καί τῶν Μοναστηριῶν. Οἱ μοναχοί ἀποκαλοῦνται «τέρατα», τρέφονται ἀπό τόν ἱδρώτα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἄν καί διασώζονται μαρτυρίες τοῦ Μακρυγιάννη καί ἄλλων ὅτι τά Μοναστήρια ἦταν ἑστίες ζωῆς γιά τούς ὑποδούλους Ἕλληνες. Ζητᾶ νά κλείσουν τά Μοναστήρια καί νά διορθωθοῦν πολλά πράγματα τῆς θρησκείας. Προτρέπει τούς Μοναχούς νά καταγίνωνται «εἰς τήν μελέτην τῶν σοφῶν τῆς ἐκκλησίας καί εἰς τόν ὀρθόν λόγον». Ζητᾶ νά ἐμποδίσουν τά θαύματα, γιατί εἶναι δεισιδαιμονία.

Ὅλα αὐτά πού ἀνεφέρθησαν, καθώς ἐπίσης καί τό ὅτι ἐπαινεῖται ὁ Κοραῆς, δείχνουν καθαρά ὅτι ὁ ἀνώνυμος συγγραφεύς διαπνέεται ἀπό προτεσταντικό καί εἰκονοκλαστικό πνεῦμα, ἔχει ἄγνοια τῆς παραδόσεως τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καί προσπαθεῖ νά εἰσάγη στόν Ἑλληνικό Ὀρθόδοξο χῶρο τίς μεταρρυθμιστικές προσπάθειες τῶν δυτικῶν, κυρίως τῶν Προτεσταντῶν. Εἶναι προτεστάντης καί ξεκομμένος ἀπό ὅλη τήν παράδοση τοῦ Γένους. Ὅταν κατηγορῆ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τό κάνει μέ τά δεδομένα τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας καί ὅταν θέλη νά διορθώση μερικά πράγματα τό κάνει μέσα ἀπό τήν προτεσταντική προβληματική.

Θεωρῶ ὅτι ἡ Ἑλληνική Νομαρχίαεἶναι ἕνα ἐμπαθές κείμενο, γεμάτο ἀπό ὑπερβολές καί ὕβρεις, ὑποκειμενικό, καί δέν βοήθησε στήν Ἐπανάσταση, πού τήν ἔκανε ὁ ἑλληνικός λαός μέ τούς ποιμένες του. Οἱ διαφωτιστές παρακίνησαν κυρίως τούς λογίους.

5. Οἱ Νεομάρτυρες

Σημαντικό ρόλο στήν διατήρηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς, ἀλλά καί ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας εἶχαν οἱ Νεομάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας. Στήν κατηγορία αὐτή ὑπάγονται ὅλοι οἱ μάρτυρες πού μαρτύρησαν μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Ὀθωμανούς τό 1453. Οἱ Νεομάρτυρες ἀρνήθηκαν νά ἀλλαξοπιστήσουν, ἄλλοι, ἐπειδή εἶχαν ἀλλαξοπιστήσει, ἐπέστρεφαν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καί ἄλλοι ἀπό Μουσουλμάνοι γίνονταν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, καί γι΄ αὐτό ὑποβάλλονταν σέ διάφορα μαρτύρια καί τελικά ἀπέθνησκαν γιά τόν Χριστό. Τό μαρτύριο καί ἡ ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου ἦταν σημαντικά γεγονότα γιά τήν περιφέρεια ἐκείνη, γίνονταν ἑορταστικές ἐκδηλώσεις, ἦταν στήν πραγματικότητα μιά διαμαρτυρία ἐναντίον τῶν Ὀθωμανῶν, ὑπόσχεση παραμονῆς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί διαφύλαξη τῶν ἱερῶν καί ὁσίων τοῦ Γένους, καί, βεβαίως, ἦταν μιά ὑπόμνηση τῆς ἐλευθερίας.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809) συγκέντρωσε ὅσα μαρτυρολόγια Νεομαρτύρων κυκλοφοροῦσαν, καθώς ἐπίσης καί ὁ ἴδιος συνέταξε ἄλλα μαρτυρολόγια καί στήν συνέχεια τά ἐξέδωσε σέ βιβλίο ἐπωνομαζόμενο «Νέον Μαρτυρολόγιον» μέ ὑπότιτλο «ἤτοι μαρτύρια τῶν νεοφανῶν μαρτύρων, τῶν μετά τήν ἅλωσιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά διαφόρους καιρούς καί τόπους μαρτυρησάντων, συναχθέντα ἐκ διαφόρων Συγγραφέων καί μετ΄ ἐπιμελείας ὅτι πλείστης διορθωθέντα, ἐν οἷς καί ἱκαναί ἀκολουθίαι προσετέθησαν, παρά τοῦ ὁσίου Νικόδημου τοῦ Ἁγιορείτου». Στό βιβλίο αὐτό καταγράφονται ἑκατό περίπου συναξάρια Νεομαρτύρων. Μπορεῖ κανείς νά ἀντιληφθῆ τήν μεγάλη σημασία τους, ἀφοῦ οἱ τόποι πού μαρτύρησαν οἱ ἅγιοι αὐτοί καί ὅπου εὑρίσκονταν οἱ τάφοι τους, ὑπῆρξαν, τοὐλάχιστον, ἑκατό πνευματικές ἑστίες πού τροφοδοτοῦσαν τόν λαό μέ δύναμη, ἀλλά καί ὑπόμνηση νά παραμείνουν πιστοί στίς παραδόσεις πού εἶχαν παραλάβει. Ἦταν καί εἶναι ἑκατόν πνευματικές ἀντιστάσεις ἐναντίον κάθε ἐκκοσμίκευσης τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.

Θά γίνη μιά σύντομη παρουσίαση τοῦ βιβλίου αὐτοῦ πού θεωρῶ πολύ σημαντικό, γιατί βοήθησε πολύ στήν διατήρηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας.

Σκοπός τοῦ βιβλίου εἶναι νά καταγραφοῦν οἱ ὁμολογίες καί τά μαρτύρια τῶν νεοφανῶν μαρτύρων καί νά γίνουν ἀνάγνωσμα ἀπό τούς Χριστιανούς πού βρίσκονταν κάτω ἀπό τήν δουλεία τῶν Ὀθωμανῶν, σέ μιά περίοδο πολύ κρίσιμη, ὅπου παρατηροῦνταν πολλές ἀλλαξοπιστίες καί μέ αὐτόν τόν τρόπο ἀλλοιωνόταν ἡ ταυτότητα τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν.

Μέσα στό πλαίσιο αὐτό σκοπός τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἦταν νά προτρέψη τούς Ρωμηούς νά ὑπομένουν τούς πολλούς πειρασμούς πού ἀντιμετώπιζαν, νά παραμείνουν σταθεροί στήν πίστη τους στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, νά ἐπιστρέψουν στήν Ἐκκλησία ὅσοι εἶχαν ἀρνηθῆ τόν Χριστό καί ἀλλαξοπίστησαν καί ἀκόμη νά μαρτυρήσουν γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Πρόκειται γιά ἕνα σάλπισμα πνευματικῆς ἐλευθερίας, πού δινόταν μέσα ἀπό τά σπλάχνα τῆς Ρωμηοσύνης καί ὄχι ἔξω ἀπό αὐτήν.

Συνήθως κάνουμε λόγο γιά τήν συμβολή τῶν διαφωτιστῶν στήν ἐξέγερση τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν. Καί αὐτοί ἔπαιξαν ἕναν ρόλο, μεταξύ τῶν λογίων, ἀλλά ποτέ δέν πρέπει νά παραβλέπουμε τήν σημαντική προσφορά τῶν Νεομαρτύρων, καθώς καί τοῦ βιβλίου αὐτοῦ τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου πού ἦταν μιά οὐσιαστική συμβολή στό νά διαφυλαχθῆ ἡ πνευματική ἐλευθερία καί ἡ αὐτοσυνειδησία τῶν Ρωμηῶν. Γιατί ἄν δέν προηγεῖτο ὁ ἀγώνας τῶν Νεομαρτύρων οἱ λόγιοι δέν θά εὕρισκαν ἀνταπόκριση στά λαϊκά στρώματα.

Ὅταν διαβάση κανείς τά συναξάρια τῶν Νεομαρτύρων, ἐκπλήσσεται ἀπό τό «πνεῦμα» πού διακατεῖχε τούς Χριστιανούς αὐτούς, πού προέρχονταν ἀπό ὅλη τήν Βαλκανική καί ἀγωνίσθηκαν μέ τόν τρόπο τους, δέχθηκαν νά μαρτυρήσουν παρά νά χάσουν τήν πνευματική τους ἐλευθερία, τό ὁποῖο τούς ξεχωρίζει σαφέστατα ἀπό τούς ἥρωες τῆς Πατρίδος. Οἱ Νεομάρτυρες ἦταν ἐμποτισμένοι ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἐνῶ οἱ ἥρωες ἀγωνίζονταν γιά κάποιο ὑψηλό ἰδανικό.

Κατά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν τό Ἅγιον Πνεῦμα ἔλθη πλούσια στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, καί στήν συνέχεια διαπορθμευθῆ καί στό σῶμα του, τότε ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά μαρτυρήση γιά τόν Χριστό, ἀπό ἐσωτερική πληρότητα καί ἀγάπη καί μπορεῖ νά ὑπομείνη τά βασανιστήρια. Αὐτό σημαίνει ὅτι τῆς πληρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα προηγεῖται ἡ ἡσυχαστική ζωή, καί ἀκολουθοῦν ἡ μαρτυρία καί τά μαρτύρια.

Τό «Νέον Μαρτυρολόγιον» εἶναι γεμάτο ἀπό τήν ἀτμόσφαιρα πού διακατεῖχε τούς ὁσίους ἀσκητές, τούς μάρτυρες καί τούς μεγάλους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Στήν ζωή τῶν Νεομαρτύρων βλέπει κανείς τήν εὐαγγελική ἄσκηση, διάφορα στοιχεῖα τῆς ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, καί τήν ἐμπειρία τῆς θέας τοῦ Θεοῦ, τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων. Στά συναξάρια αὐτά συναντᾶ κανείς τήν σωστή πνευματική καθοδήγηση πού λάμβαναν οἱ Χριστιανοί ἀπό διαφόρους ἁγίους πνευματικούς Πατέρες, οἱ ὁποῖοι τούς συνιστοῦσαν τό μαρτύριο· βλέπει τήν ἀτμόσφαιρα πού διακατεῖχε τούς μάρτυρες, δηλαδή τήν προσευχή μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Υἱέ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν», τήν νοερά καρδιακή προσευχή, τήν ἔλευση τῆς εὐχῆς στήν καρδιά, τόν φωτισμό τοῦ νοός· τήν ἔκσταση, ὡς ἁρπαγή τοῦ νοός· τήν δίψα τοῦ μαρτυρίου, τά μαρτύρια μέ ἔκσταση, ὥστε νά μποροῦν νά βαστάσουν τούς πόνους τῶν βασάνων· τήν ἔκφραση τῆς μετανοίας τῶν ἤδη ἀλλαξοπισθέντων μέ τό μαρτύριό τους· τήν ἔλλαμψη στό σῶμα ὑπό τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, τήν συνανάκραση σώματος καί Φωτός, τήν θέωση· τόν φωτισμό τοῦ χώρου τῆς φυλακῆς ἀπό κάποιο ἄλλο φῶς· τά ἐκδηλούμενα διάφορα σημεῖα κατά τήν διάρκεια τοῦ μαρτύριου· τήν ἐμφάνιση τῶν ἁγίων μέσα στό φῶς· τήν ἔλλαμψη τῶν λειψάνων τῶν μαρτύρων· τά διάφορα θαύματα πού γίνονταν μετά τό μαρτύριο κλπ.

Τό «Νέον Μαρτυρολόγιον» εἶναι ἕνα συναξάριο πού δείχνει τό «πνεῦμα» πού διακατεῖχε τούς Νεομάρτυρες πού ἦταν τό ἴδιο τό «πνεῦμα» τῶν ἀρχαίων ἀσκητῶν καί ἀρχαίων μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν μέτοχοι τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί ὁδηγοῦντο ἀπό αὐτό στό μαρτύριο.

Πέρα ἀπό τούς βίους τῶν ἁγίων Νεομαρτύρων, μεγάλη σημασία ἔχει καί τό «προοίμιο» τό ὁποῖο συνέγραψε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου. Φαίνεται ὅτι ὁ Ἅγιος ἐμπνεύσθηκε πολύ ἀπό τά θαυμαστά μαρτύρια αὐτῶν τῶν εὐλογημένων ἀνθρώπων καί καρπός τῆς ἐμπνεύσεώς του ἦταν αὐτό τό θαυμάσιο πράγματι «προοίμιο».

Στήν ἀρχή τοῦ «προοιμίου» ὁ ἅγιος Νικόδημος δοξάζει τόν Θεό γιατί ἀνέδειξε τόσους Νεομάρτυρες κατά τήν δύσκολη αὐτή περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας

«ὑποκάτω εἰς τόν σκληρόν ζυγόν, καί τήν αἰχμαλωσίαν τῶν νῦν κρατούντων… Οἱ ὁποῖοι διά νά φυλάξουν τήν ἐλευθερίαν, καί εὐγένειαν τῆς Χριστιανικῆς ἡμῶν πίστεως, κατεφρόνησαν πλοῦτον, δόξαν, ἡδονάς, καί κάθε ἄλλην σωματικήν ἀπόλαυσιν, καί παρέδωκαν προθύμως τόν ἑαυτόν τους εἰς θάνατον». Καί μάλιστα αὐτό τό ἔκαναν μέ χαρά σέ μιά περίοδο πού ἔλλειψε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἠσθένησε ἡ πίστη καί λιγόστευσε ἡ ἐλπίδα. Πρέπει νά δοξασθῆ ὁ Θεός, γιατί αὐτό εἶναι ἕνα θαῦμα «παρόμοιον ὡσάν νά βλέπῃ τινας μέσα εἰς τήν καρδίαν τοῦ χειμῶνος, ἑαρινά ἄνθη, καί τριαντάφυλλα· μέσα εἰς τήν βαθυτάτην νύκτα, ἡμέραν καί ἥλιον· μέσα εἰς τό ψηλαφητόν σκότος, φῶτα λαμπρότατα· ἐν καιρῷ τῆς αἰχμαλωσίας, νά βλέπῃ ἐλευθερίαν· καί ἐν καιρῷ τῆς τωρινῆς ἀσθενείας, ὑπερφυσικήν δύναμιν».

Ἔπειτα, καταγράφει τά πέντε αἴτια γιά τά ὁποῖα ὁ Θεός ἀνέδειξε τούς Νεομάρτυρας κατά τήν διάρκεια τῆς δουλείας. Γράφει:

«Εἰδέ καί ἐρωτᾷ τινάς, διά ποῖα αἴτια εὐδόκησεν ὁ Θεός νά γίνωνται οὗτοι οἱ νέοι Μάρτυρες εἰς τούς τωρινούς καιρούς; Ἀποκρίνομαι, ὅτι διά πέντε τινά: α΄. διά νά ἦναι ἀνακαινισμός ὅλης τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως. β’. διά νά μένουν ἀναπολόγητοι ἐν τῆ ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως οἱ ἀλλόπιστοι. γ΄. διά νά ἦναι δόξα μέν καί καύχημα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἔλεγχος δέ καί καταισχύνη τῶν ἑτεροδόξων. δ΄. διά νά ἦναι παράδειγμα ὑπομονῆς εἰς ὅλους τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς ὁπού τυραννοῦνται ὑποκάτω εἰς τόν βαρύν ζυγόν τῆς αἰχμαλωσίας. ε΄. δέ καί τελευταῖον, διά νά ἦναι θάρρος, καί παρακίνησις εἰς τό νά μιμηθοῦν διά τοῦ ἔργου τό μαρτυρικόν τους τέλος, καί ὅλοι μέν οἱ Χριστιανοί οἱ κατά περίστασιν εἰς τό μαρτυρῆσαι ἀναγκαζόμενοι. Ἐξαιρέτως δέ καί μάλιστα, ὅσοι ἔφθασαν νά ἀρνηθοῦν πρότερον τήν Ὀρθόδοξον πίστιν».

Ὕστερα ἀπό τήν ἀνάπτυξη τῶν πέντε αὐτῶν αἰτίων, ἐγκωμιάζει τούς ἀθλητές καί Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ «τά γλυκύτατα πᾶσι Χριστιανοῖς καί πράγματα, καί ὀνόματα, τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως παρεμβολή καινή, καί γεναιότατον στράτευμα…»· τούς ὀνομάζει ἀγγέλους, διότι ἐνίκησαν τόν ἀσώματο διάβολο ὡς ἀσώματοι ὄντες· φωστῆρες πού ἔλαμψαν μέ τίς ἀκτίνες τοῦ μαρτυρίου «ἀνάμεσα εἰς τήν βαθείαν ταύτην νύκτα καί ψυχρότητα τῆς αἰχμαλωσίας» καί λάμπουν «εἰς τάς διανοίας τῶν Ὀρθοδόξων τρανώτερον τό φῶς τῆς θεογνωσίας»· ποταμούς, διότι «μέ τήν πλημμύραν τῶν αἱμάτων» τους κατεβύθησαν «τήν πλάνην τῶν ἀλλοπίστων· ἰατρούς, διότι θεραπεύουν μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τίς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος αὐτῶν πού τούς ἐπικαλοῦνται μέ πίστη· πύργους τῆς εὐσεβείας, φύλακας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, μυρίπνοα ἄνθη καί ρόδα τοῦ Παραδείσου, προστάτας, βοηθούς καί σωτήρας τῶν Ὀρθοδόξων».

Στό τέλος δέ ζητᾶ τίς πρεσβεῖες τους πρός τόν Θεό γιά νά γίνη ἵλεως γιά τίς ἁμαρτίες.

Νομίζω εἶναι καλό νά γραφοῦν μερικά ἐνδιαφέροντα σημεῖα ἀπό τό σημαντικό αὐτό «προοίμιο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, γιατί συνδέονται μέ τό θέμα πού θίγουμε στήν ἑνότητα αὐτή καί σχετίζονται μέ τήν μεγάλη προσφορά τῆς Ἐκκλησίας, καί διά τῶν Νεομαρτύρων, στήν διάσωση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλά καί τοῦ Γένους σέ μιά περίοδο κρίσιμη, κατά τήν περίοδο τῆς δουλείας στούς Ὀθωμανούς.

Οἱ Νεομάρτυρες ἐκήρυτταν ὅτι ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἀπλανής καί ἀληθινή καί ὁμολογοῦσαν ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός ἀληθινός, ἄν καί ἦταν «γεννηθέντες καί ἀνατραφέντες, ἀνάμεσα εἰς τά πλήθη τῶν ἀλλοπίστων, τελευταῖον, ἐνώπιον τῶν ἰδικῶν τους ἡγεμόνων, καί κριτῶν, μέ μεγάλην ἀνδρείαν» Τήν δέ ὁμολογία τους ἐβεβαίωσαν «μέ τά διάφορα θαύματα, τά ὁποῖα ἐνήργησε δι’ αὐτῶν ὁ Θεός, τόσον ἐν τῷ καιρῷ τοῦ μαρτυρίου των, ὅσον καί μετά τήν τοῦ Μαρτυρίου των τελείωσιν». Ὅλα αὐτά ἦταν γεγονότα κοινωνικά, πού γίνονταν γνωστά σέ ὁλόκληρες περιφέρειες καί ἐνεργοῦσαν ἀποτελεσματικά στίς καρδιές τῶν ὑποδούλων Ρωμηῶν.

Ἄλλο σημεῖο εἶναι ὅτι οἱ Νεομάρτυρες, μέ τό μαρτύριό τους, συνιστοῦσαν στούς Χριστιανούς νά κάνουν ὑπομονή στά βάσανα πού ἀντιμετώπιζαν καί νά μή ἐγκαταλείψουν τήν πίστη τους στόν Χριστό. Βάζοντας ὁ ἅγιος Νικόδημος τούς Νεομάρτυρες νά ὁμιλοῦν ἐκεῖνοι, γράφει:

«Ἀδελφοί μας Χριστιανοί. Ἀδελφοί μας ἀγαπητοί, καί παμπόθητοι. Ὁ λαός τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁ ἐκλεκτός, καί περιούσιος, λάβετε παράδειγμα ὑπομονῆς τῶν θλίψεων ὁπού δοκιμάζετε, καί ἀπό ἡμᾶς τούς συναδελφούς σας. Ἡμεῖς διά νά ὑπομείνωμεν ἀνδρείως διά τόν Χριστόν τά παρά τῶν ἀλλοπίστων διάφορα μαρτύρια, ἐκληρονομήσαμεν μίαν Βασιλείαν αἰώνιον, καί ἐσυναριθμήθημεν μέ τούς παλαιούς, καί Ἁγίους Μάρτυρας. Καί ἐσεῖς ἄν ὑπομένετε μετά εὐχαριστίας, διά τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τούς δαρμούς, τάς φυλακάς, τάς ἁλύσεις, τάς ἀγγαρείας, τάς ζημίας, τά ἀνυπόφορα δοσίματα, καί τά ἄλλα βάσανα ὁπού σᾶς κάμνουν οἱ νῦν κρατοῦντες, βέβαια ὡς Μάρτυρες τῇ ποαιρέσει λογίζεσθε κοντά εἰς τόν Θεόν».

Καί πιό κάτω τούς συνιστᾶ νά μή ἀλλαξοπιστήσουν, καίτοι εὑρίσκονται ἐν μέσῳ λύκων:

«Φυλαχθῆτε ἀγαπητοί ἀδελφοί μας, φυλαχθῆτε διά ἀγάπην Θεοῦ καί διά τήν σωτηρίαν τῶν ψυχῶν σας, νά μή σᾶς κλέψουν τόν θησαυρόν τῆς Ἁγίας σας πίστεως, τῆς ὁποίας ὅλος ὁ Κόσμος μέ ὅλας του τάς δόξας, καί ἀναπαύσεις, καί τά βασίλεια, δέν εἶναι ἀντάξιος. Ἐνθυμηθῆτε πώς ὁ δεσπότης μας Χριστός ὁπού σᾶς ἔβαλεν ὡσάν τά πρόβατα ἀνάμεσα εἰς τά ἀνήμερα θηρία, σᾶς ἔδωκε τοιαύτην παραγγελίαν, νά ἦσθε φρόνιμοι ὡσάν τό ὀφίδι».

Καί κατωτέρω γράφει:

«Φυλαχθῆτε νά μήν ἀρνηθῆτε τήν Ὀρθόδοξον πίστιν σας, καί νά ὁμολογήσετε τήν ἐκείνων θρησκείαν. Μή τυφλωθῆτε τόσον, ὁπού νά προτιμήσετε τό σκότος ἀπό τό φῶς· τό ψεῦδος ἀπό τήν ἀλήθειαν· τό χαλκοῦν καί κάλπικον νόμισμα ἀπό τό καθαρόν καί δοκιμασμένον μάλαγμα· τό γυαλί καί ἄτιμον χαλίκι ἀπό τό ἀτίμητον πετράδι· μέ ἕναν λόγον, τόν ἅδην ἀπό τόν οὐρανόν, καί τήν κόλασιν ἀπό τόν Παράδεισον· μή τό καταδεχθῆτε ποτέ, μή, νά ἀφήσετε τήν ἁγιωτάτην πίστιν σας, ἥτις κάμνει ἐκείνους ὁπού τήν πιστεύουν, ἀπό ἀνθρώπους Ἀγγέλους· ἀπό ἐπιγείους οὐρανίους· ἀπό ὑλικούς, υἱούς Θεοῦ κατά χάριν, λαμπροτάτους ἡλίους, κληρονόμους τῆς οὐρανῶν βασιλείας. Καί ἁπλῶς εἰπεῖν, μή τό στέρξετε ποτέ, ποτέ ἀδελφοί, νά ἀρνηθῆτε τόν πρᾳότατον, τόν γλυκύτατον Ἰησοῦν Χριστόν, τόν ἀληθινόν υἱόν τοῦ Θεοῦ, καί Θεόν, δι’ οὗ ἐκτίσθησαν ὅλα τά πάντα, οὐράνια, ἐπίγεια, καί καταχθόνια, τόν πλάστην σας· τόν προνοητήν σας· τόν πατέρα σας· τόν εὐεργέτην σας· τόν σωτῆρα σας· τόν διδάσκαλόν σας· ὅστις ἐγένετο ἄνθρωπος, καί ἔπαθε, καί ἐσταυρώθηκε, καί ἀπέθανε, καί ἀνέστη διά τήν σωτηρίαν τήν ἐδικήν σας· ὅστις σᾶς ἔπλυνε μέ τό θεῖον του βάπτισμα· σᾶς ἔθρεψε μέ τό σῶμα του· σᾶς ἐπότισε μέ τό αἷμα του· ὅστις σᾶς ἐξαγόρασεν ἀπό τάς χεῖρας τοῦ διαβόλου· σᾶς ἐλύτρωσεν ἀπό τήν κόλασιν· καί σᾶς ἔκαμε κληρονόμους τῆς βασιλείας του· ἀλλ’ οὐδέ μέ λόγον ψιλόν νά στέρξετε, ἀλλ’ οὐδέ μέ νεῦμα μόνον ἁπλοῦν, νά φανῆτε πώς ἀρνεῖσθε τόν Χριστόν, καί δέχεσθε ἄλλην θρησκείαν, κἄν μυρία βάσανα σᾶς κάμουν, κἄν χιλίους θανάτους σᾶς δώσουν· διά τί καί ὁ ψιλός ἐκεῖνος λόγος, καί τό ἁπλοῦν ἐτοῦτο νεῦμα, σᾶς χωρίζουν ἀπό τόν Χριστόν, καί τήν βασιλείαν του, καί σᾶς καταδικάζουν εἰς τήν αἰώνιον κόλασιν».

Ὁ ἅγιος Νικόδημος διά τῶν Νεομαρτύρων ἐνθαρρύνει τούς ὑποδούλους Ρωμηούς νά μή φοβηθοῦν ἀπό τίς ἀπειλές τῶν τυράννων:

«Μή σᾶς φοβίζουν ἀδελφοί, τά ἄγρια πρόσωπα τῶν τυράννων, οὔτε τό πλῆθος αὐτῶν, οὔτε ἡ φωναῖς τους, οὔτε οἱ φοβέραις τους. Μή σᾶς φοβίσουν ἡ πληγαῖς, ἡ σπάθαις, ἡ ἁλυσίδες, ἡ φυλακαῖς. Μή σᾶς φοβίζουν ἡ φούρκαις, τά τζεγγέλια, ἡ πυρκαϊαῖς».

Γνώρισε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὅτι ὑπῆρχαν πολλοί πού εἶχαν ἀλλαξοπιστήσει, δηλαδή ἀρνήθηκαν τόν Χριστό, καί ἀπεδέχθησαν τόν Μουσουλμανισμό καί ἔτσι ἀπέκτησαν δόξες, τιμές, ἀξιώματα, πλοῦτο, ἀπό τούς Ὀθωμανούς. Ὁ ἅγιος εἶχε σαφῆ γνώση ὅτι μέ τόν τρόπο αὐτό ἔρριψαν τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί ἔλαβαν τό «χάραγμα» πού τούς «ἔδωκε τό θηρίον, δηλαδή ὁ διάβολος, καί ἡ εἰκών τοῦ θηρίου δηλαδή ὁ ἀρχηγός τῆς θρησκείας τῶν ἀλλοπίστων». Γι’ αὐτό, χρησιμοποιώντας τά στόματα τῶν Νεομαρτύρων, τούς συνιστᾶ νά μετανοήσουν καί νά ἐπιστρέψουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέ πραγματική μετάνοια καί κυρίως μέ τό μαρτύριό τους. Γράφει:

«Σᾶς παρακινοῦμεν λοιπόν ἀδελφοί, νά μιμηθῆτε ἡμᾶς τούς ὁμοιοπαθεῖς ἀδελφούς σας, καί νά πιασθῆτε δεύτερον εἰς τόν πόλεμον μέ τόν ἐχθρόν ὁπού σᾶς ἐνίκησε, καί νά μή τόν ἀφήσετε πλέον ἕως ὁπού κατά κράτος νά τόν νικήσετε· τό λέγομεν καθαρώτερον· α΄. Πρέπει νά ὑπάγετε εἰς κανένα πνευματικόν ἔμπειρον, καί ἐνάρετον, νά ἐξομολογηθῆτε τήν ἄρνησιν ὁπού ἐκάματε, καί ὅλας τάς λοιπάς ἁμαρτίας σας· φανερώνοντες εἰς αὐτόν καί τόν σκοπόν ὁπού ἔχετε διά τό μαρτύριον· β΄. Νά ζητήσετε νά λάβετε τήν δευτέραν χρίσιν τοῦ Ἁγίου μύρου, κατά τήν διάταξιν τῆς Ἐκκλησίας μας· γ΄. Νά τραβηχθῆτε εἰς ἕνα μέρος ἥσυχον, καί ἐκεῖ καθήμενοι νά παρακαλέσετε τόν Θεόν μέ νηστείαν, ἀγρυπνίαν, καί δάκρυα, διά νά γένῃ ἵλεως εἰς τό μέγα σφάλμα ὁπού ἐκάμετε· καί μάλιστα διά νά ἀνάψῃ τήν θείαν του ἀγάπην εἰς τήν καρδίαν σας, καί νά σᾶς ἐνδυναμώσῃ εἰς τό Μαρτύριον, διά νά καταισχύνετε τόν διάβολον, καί τούς ὑπηρέτας του· δ΄. Νά κοινωνήσετε τά θεῖα μυστήρια μέ κατάνυξιν καί εὐλάβειαν. Καί ε΄. ὕστερα ἀπό ὅλα ταῦτα, νά σηκωθῆτε νά ὑπάγετε εἰς τόν τόπον ἐκεῖνον ὁπού ἠρνήθητε τόν Χριστόν πρότερον, καί ἐκεῖ νά ἀρνηθῆτε τήν θρησκείαν ἐκείνην ὁπού ἐδέχθητε, καί νά ὁμολογήσετε τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, καί ἐν τῇ ὁμολογίᾳ ταύτῃ νά χύσετε τό αἷμα σας, καί νά ἀποθάνετε· ἔτζη ἐκάμαμεν ἡμεῖς, καί μέ τήν χάριν τοῦ Χριστοῦ ἐνικήσαμεν· ἔτζη νά κάμετε καί ἐσεῖς διά νά νικήσετε».

Τό ἐκπληκτικτό σημεῖο ἀπό τό «προοίμιο» τοῦ ἁγίου Νικοδήμου εἶναι ἡ προτροπή του, διά στόματος τῶν Νεομαρτύρων, πρός τούς ἀρνηθέντες τόν Χριστόν νά προχωρήσουν πρός τό μαρτύριο: «Τρέχετε, τρέχετε λοιπόν ἀδελφοί, διά νά φυλάσσετε τόν ποθούμενον· δράμετε, δράμετε, διά νά μή φύγῃ τό κυνῆγι ἀπό τάς χείρας σας· ἀγωνισθῆτε, ἀγωνισθῆτε, διά νά μή σᾶς πάρουν ἄλλοι τόν Στέφανον». Μάλιστα τούς διαβεβαιώνει ὅτι μόλις θά εἰσέλθουν στό μαρτύριο μέ πίστη γιά νά κηρύξουν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ «ἐνώπιον τῶν ἀλλοπίστων», τότε ὁ Θεός «θά στείλει μυστικῶς, καί ἀοράτως τήν θείαν Του χάριν καί βοήθειαν, διά νά σᾶς παρηγορήσῃ, καί νά σᾶς ἐνδυναμώσῃ εἰς τό Μαρτύριον».

Σέ ἕνα σημεῖο τοῦ «προοιμίου» του ὁ ἅγιος Νικόδημος λέγει ὅτι μέ τούς Νεομάρτυρες χαίρεται ἡ Ἐκκλησία, γιατί ὅσο περνᾶ ὁ καιρός αὐξάνονται τά νέα παιδιά της. Καί γράφει: Ἡ Ἐκκλησία «αὐξάνει τήν χαράν της… ἐπειδή κατά τό ἐνεστός ἔτος (1794) εἰς διάστημα ἐννέα μηνῶν, εἶδεν, ὅτι ἤνθισαν εἰς τόν νοητόν της παράδεισον, ὡς ρόδα ἐρυθρά, καί εὔοσμα, πέντε νέοι Μάρτυρες, ἐν διαφόροις τόποις ἀθλήσαντες». Ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας φαίνεται κυρίως σέ χρόνους μαρτυρικούς, μέσα στούς διωγμούς καί ὄχι τόσο σέ περίοδο ἐξωτερικῆς εἰρήνης καί ἐλευθερίας.

Γενικά, ὄχι μόνον τό «προοίμιον», ἀλλά καί ὅλο τό περιεχόμενο τῶν μαρτυρολογίων τῶν Νεομαρτύρων εἶναι θαυμαστό καί μεγάλη προσφορά στούς Ρωμηούς πού ἦταν κάτω ἀπό τήν τουρκική σκλαβιά. Εἶναι ἀνυπολόγιστη ἡ προσφορά τῶν Νεομαρτύρων στό Γένος, ἀλλά καί σημαντική ἡ προσφορά τοῦ ἁγίου Νικοδήμου μέ τό βιβλίο μέ τά συναξάρια τῶν Νεομαρτύρων καί τήν συγγραφή τοῦ καταπληκτικοῦ προοιμίου.

6. Οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες-Κολλυβάδες

Τό δεύτερο μισό τοῦ 18 αἰῶνος ἀναπτύχθηκε στό Ἅγιον Ὄρος μιά πνευματική κίνηση, πού ἐπεκτάθηκε καί ἔξω ἀπό αὐτό, ἡ λεγόμενη νηπτική καί φιλοκαλική κίνηση καί παράδοση, στήν ὁποία συγκαταλέγονταν πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως ἱερομόναχοι καί μοναχοί. Στούς ἀνθρώπους αὐτούς ἀπέδωσαν τόν χαρακτηρισμό «κολλυβάδες», ἐπειδή ἡ κίνηση αὐτή ἄρχισε ἀπό ἕνα γεγονός ὅτι δέν ἀνέχονταν καί δέν ἐπιθυμοῦσαν νά γίνονται μνημόσυνα τήν Κυριακή, λόγῳ τοῦ ἀναστασίμου χαρακτήρα τῆς ἡμέρας αὐτῆς, ἀλλά τά κόλλυβα νά διαβάζωνται τό Σάββατο πού εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν νεκρῶν.

Ὅμως, ἡ πνευματική αὐτή κίνηση δέν μπορεῖ νά κλεισθῆ μέσα στόν χαρακτηρισμό κολλυβάδες, ἀλλά ὅσοι συγκαταλέγονταν στήν πνευματική αὐτή κίνηση πρέπει νά ὀνομασθοῦν φιλοκαλικοί Πατέρες, γιατί, ὅπως ἀποδείχθηκε, βοήθησαν πολύ τούς Χριστιανούς καί τελικά τό Γένος νά παραμείνουν στήν πίστη τῶν Πατέρων τους καί νά διαφυλάξουν τήν πνευματική ταυτότητά τους.

Τήν ἐποχή ἐκείνη στό Ἅγιον Ὄρος παρατηρεῖται μιά ἄνθηση, μέ τήν παρουσία λογίων, ἀλλά καί πατερικῶν μοναχῶν. Ἤδη τόν 17ο αἰώνα παρατηρήθηκε τό ἐκπληκτικό καί παράδοξο νά παραχωρηθῆ τό δικαίωμα νά ἀνοίξουν οἱ Λατίνοι στό Ἅγιον Ὄρος Σχολή πού λειτούργησε γιά μερικά χρόνια, μέχρις ὅτου κλείσθηκε ἀπό τούς Τούρκους. Τό παράδοξο ἀκόμη εἶναι ὅτι κλήθηκε ἕνας προτεστάντης Καθηγητής γιά νά διδάξη στήν ὑπό ἵδρυση Ἀκαδημία φιλοσοφία καί θεολογία. Ὅμως, ταυτόχρονα ὑπῆρξαν καί ζηλωτές μοναχοί, φωτισμένοι θεολόγοι μέ πολλά διανοητικά καί πνευματικά χαρίσματα (Παναγιώτης Χρήστου).

Τέτοιοι φωτισμένοι Πατέρες καί θεολόγοι ἦταν οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες, οἱ ὁποῖοι γνώρισαν καί ἔζησαν ὅλη τήν ἡσυχαστική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καί τήν παρουσίασαν στήν ἐποχή τους, γι' αὐτό καί ἔχουν χαρακτηρισθῆ ὡς «ἀνανεωταί τῆς πατερικῆς σκέψεως». Πρόκειται γιά τόν Νεόφυτο Καυσοκαλυβίτη πού προερχόταν ἀπό γονεῖς ἑβραϊκῆς καταγωγῆς, ἀλλά προσήλυτους στήν Ὀρθοδοξία, τόν Ἀθανάσιο Πάριο (1721-1813), τόν Μακάριο Κορίνθου Νοταρᾶ (1731-1805), τόν Νικόδημο Ἁγιορείτη (1749-1809) καί ἄλλους. Πέρα ἀπό αὐτούς, ὡς Κολλυβάδες χαρακτηρίζονταν καί οἱ Χριστοφόρος Προδρομίτης, Ἰάκωβος Πελοποννήσιος, Παΐσιος Καλλιγράφος, Παρθένιος Ζωγράφος, Ἀγάπιος Κύπριος κ.ἄ. Οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες-Κολλυβάδες ἦταν σχολάρχες καί διδάσκαλοι σέ διάφορες Σχολές, παιδαγωγοί τοῦ Γένους, ἡγέτες στόν μοναχισμό, Πνευματικοί Πατέρες καί καθοδηγητές μαρτύρων, συγγραφεῖς, μεταφραστές καί σχολιαστές διαφόρων κειμένων κλπ.. Ἡ σημαντικότερη φυσιογνωμία εἶναι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε πράγματι πρωτεργάτης σέ αὐτήν τήν πνευματική κίνηση, ὅπως εἴδαμε καί προηγουμένως.

Εἶναι γνωστόν ὅτι στήν Δύση ἀναπτύχθηκε τήν ἐποχή ἐκείνη ὁ Διαφωτισμός ὡς ἀντίδραση στήν μεταφυσική θεολογία τῆς Δύσεως, ὁ ὁποῖος Διαφωτισμός ἔδινε προτεραιότητα στόν ὀρθό λόγο καί τίς αἰσθήσεις. Τίς ἀρχές τοῦ Διαφωτισμοῦ προσπάθησαν νά περάσουν μέσα στόν χῶρο τῆς ὀρθοδόξου ἀνατολῆς, μέ τόν λεγόμενο «νεοελληνικό Διαφωτισμό», Ἕλληνες λόγιοι πού σπούδαζαν στήν Δύση καί διακατέχονταν ἀπό ἀρχαιολατρεία.

Πρός ἀντιμετώπιση τοῦ κινήματος τοῦ νεοελληνικοῦ Διαφωτισμοῦ ἐργάσθηηκαν οἱ φιλοκαλικοί-Κολλυβάδες Πατέρες πού διακόνησαν τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ διαφόρους τρόπους

«μέ ἔργο καί λόγο, μέ γραφίδα καί βίο, μέ συγγραφές καί ἐκδόσεις, μέ μεταφραστικό πλουτισμό καί πρωτότυπη θεολογική λειτουργική καί κανονική παραγωγή, μέ συναξαριστικές συλλογές καί νεομαρτυρικές προαλείψεις, μέ ἄσκηση καί μαρτύριο συνειδήσεως, μέ ἔνταση ὑπέρ τῆς παραδόσεως, καί ὡς πρός τήν ἀνόθευτη πίστη, καί ὡς πρός τό ἀπαραχάρακτο ἦθος, καί ὡς πρός τίς καταλυτικές τῆς θείας λατρείας τυποποιήσεις καί ἀνατροπές, τόν ἀληθῆ ἁγιοπατερικό καί ρωμαίϊκο διαφωτισμό τοῦ Γένους».

Οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες, ὅπως φαίνεται ἀπό τό ἔργο τό ὁποῖο ἄφησαν, πρόβαλαν τήν ἐμπειρική θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως τήν συναντοῦμε στά κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί τούς βίους τῶν ἁγίων· ἀντέταξαν στόν δυτικό σχολαστικισμό τά ἐμπειρικά κριτήρια τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, τόν ἡσυχαστικό τρόπο ζωῆς· ἀντιπαρέθεσαν «στόν δρόμο τῆς ἀλαζονικῆς καί νοησιαρχικῆς πολυγνωσίας τόν ἁγιοπατερικό δρόμο τῆς καθαιρόμενης, φωτιζόμενης καί θεούμενης χαρισματικά ὕπαρξης» καί στούς κατά κόσμον σοφούς, τούς θεουμένους ἁγίους καί τούς Νεομάρτυρας· ἐξισορρόπησαν ὡς πατερικοί τόν ἀνατρεπτικό φιλελευθερισμό μέ τόν τυποποιημένο συντηρητισμό ὅπως καί συνέδεσαν τό δόγμα μέ τό ἦθος· διακίνησαν «τήν ἐνίσχυση τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καί τήν ἀφύπνιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ» · καί τελικά σκόπευαν στήν «ἀπό πάσης πλευρᾶς πνευματική ἄνοδο τοῦ λαοῦ τῆς ἐποχῆς τους, ἀλλά καί τήν προφύλαξή του ἀπό τούς δυτικότροπους νεωτερισμούς».

Τό ἔργο τῶν Φιλοκαλικῶν Πατέρων εἶναι μεγάλο καί μελετήθηκε ἀπό πολλές πλευρές καί μελετᾶται ἀκόμη καί σήμερα. Πολλοί ἀπό τούς συγχρόνους Χριστιανούς ἀνεκάλυψαν τόν θησαυρό τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, μελετώντας τά κείμενα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.

Σημαντικό εἶναι τό ἔργο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου, σέ συνεργασία μέ τόν ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, μέ τίτλο «Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν συνερανισθεῖσα παρά τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων» καί ὑπότιτλο πού δείχνει τό περιεχόμενο, «ἐν ᾗ διά τῆς κατά τήν πρᾶξιν καί θεωρίαν ἠθικῆς φιλοσοφίας ὁ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται καί τελειοῦται». Τό ἔργο αὐτό εἶναι μιά ἀνθολόγηση νηπτικῶν κειμένων τῶν Πατέρων πού ἀναφέρονται στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο βιώνει κανείς τήν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Ἀπό τήν τίτλο καί ἀπό τόν ὑπότιτλο φαίνεται τό «πνεῦμα» πού διακατεῖχε τούς δύο αὐτούς Φιλοκαλικούς Πατέρας, τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη καί τόν Μακάριο Νοταρᾶ, καί τό πῶς ἤθελαν νά μορφώσουν τούς ὑποδούλους ἀδελφούς τους. Διαβάζοντας κανείς τά κείμενα τῆς Φιλοκαλίας, παρατηρεῖ ὅλο τόν πλοῦτο καί τήν ἀξία τῶν νηπτικῶν αὐτῶν κειμένων. Σήμερα ὅσοι ἀπό τούς δυτικούς γίνονται Ὀρθόδοξοι μαγεύονται ἀπό τήν ἀξία αὐτῶν τῶν ἡσυχαστικῶν κειμένων πού συνέλεξαν ὁ ἅγιος Μακάριος Νοταρᾶς καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καί τά ἐξέδωσε μέ εἰσαγωγές καί κριτικές παρεμβάσεις ὁ τελευταῖος.

Εἶναι σημαντικό τό «προοίμιο» πού συνέγραψε ὁ ἅγιος Νικόδημος καί γιά τήν ἔκδοση τῆς «Φιλοκαλίας», στό ὁποῖο συνδέει ἀναπόσπαστα τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ καί ὅλο τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας μέ τήν ἡσυχαστική-νηπτική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Στήν ἀρχή ἀναφέρεται στήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, τήν πτώση του καί τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, πού εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἐπαναφορά τοῦ ἀνθρώπου στήν κοινωνία μέ τόν Θεό πού γίνεται μέ τό ἅγιο Βάπτισμα, μέ τό ὁποῖο εἰσέρχεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «οἱονεί σπέρμα θεῖον». Ἔπειτα, παρουσιάζει πῶς ἡ Χάρη αὐτή σκεπάζεται ἀπό τά πάθη καί ἀπαιτεῖται ἡ εὕρεσή της, προκειμένου ὁ ἄνθρωπος νά ἐπιτύχη τήν σωτηρία του. Αὐτό ἐπιτυγχάνεται μέ τήν νήψη, τήν προσοχή καί τήν φυλακή τοῦ νοός, τήν προσευχή μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σέ συνδυασμό μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του, ἀφοῦ διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ ἀναπτύσσεται ἡ καρδιακή θέρμη καί ἔτσι κατανα­λίσκονται τά πάθη, καθαίρονται ὁ νοῦς καί ἡ καρδία καί ἑνώνονται μεταξύ τους. Στήν συνέχεια τηροῦνται εὐκολότερα οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἐκχέονται οἱ καρποί τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί μέ τόν τρόπο αὐτόν μέ συντομώτερη ὁδό εὑρίσκεται ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού βρίσκεται στήν καρδιά καλυμμένη ἀπό τά πάθη.

Ἀφοῦ ἀναφέρεται στά ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων πού κάνουν λόγο γιά τήν ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τήν κάθαρση τοῦ νοός καί τῆς καρδίας, στήν συνέχεια περιγράφει τήν κατάσταση τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀφοῦ ὄχι μόνον οἱ λαϊκοί, ἀλλά καί οἱ μοναχοί διακρίνονταν γιά τήν «ἀγνωσία» καί τήν «ἀμέλεια» αὐτῶν τῶν νηπτικῶν κειμένων, τά ὁποῖα βοηθοῦν στήν θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Μάλιστα, καί αὐτά τά νηπτικά κείμενα παρέμειναν μέχρι τότε στό σκοτάδι καί τήν γωνία «ἀκλεῆ καί σητόβρωτα καί τῇδε κἀκεῖσε παρερριμμένα τε καί διεσπαρμένα». Κατά τόν ἅγιο Νικόδημο οἱ περισσότεροι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς διάκεινται μέ ἀμέλεια ὡς πρός τήν ἱερά αὐτή ἐργασία καί κατατρίβονται στήν ζωή τους μόνο μέ τά ἐργαλεῖα τῶν ἀρετῶν, ἐνῶ ἀμελοῦν τήν ἐσωτερική ἱερά ἐργασία, τήν φυλακή τοῦ νοός καί τῆς καθαρᾶς προσευχῆς ἡ ὁποία μόνο ὁδηγεῖ πρός θέωσιν τόν ἄνθρωπο. Μάλιστα δε, ὅπως γράφει «καί παρά τοῖς μοναχοῖς αὐτοῖς καί ἡσύχως μονάζουσι, σπανιώτατον ἐστιν, ὤ τῆς ζημίας! καί πάνυ δυσεύρετον». Πιστεύει δέ ὅτι, ἐπειδή ἐγκαταλείφθηκε αὐτή ἡ ἱερά ἐργασία, ἡ ἱερά ἡσυχία, γι΄ αὐτό καί ἐξέλειπαν οἱ διαπρέποντες ἐν ἁγιότητι καί ἀπό τούς ζῶντας καί ἀπό τούς μετά τόν θάνατον καί ἔτσι λίγοι εἶναι οἱ σωζόμενοι στήν ἐποχή μας. Γιατί «δίχα δέ τοῦ θεωθῆναι τόν νοῦν, ἔφη τις, οὐχ ὅπως ἁγιάσαι, ἀλλ’ οὐδέ σωθῆναι τόν ἄνθρωπον ἐνδέχεται», ἀφοῦ ταυτίζεται ἡ θέωση μέ τήν σωτηρία, διότι «ταυτόν γάρ ἐστι σωθῆναι καί θεωθῆναι». Γράφοντας ὅλα αὐτά καί ἀναφερόμενος στήν ἀγνωσία καί τήν ἀμέλεια τῶν συγχρόνων του γιά θέματα ἱερᾶς ἡσυχίας γράφει: «Θρηνῶ δέ τό ἐντεῦθεν· καί μοι τό πάθος ἐπικόπτει τόν λόγον». Τήν μέθοδο τῆς ἱερᾶς ἡσυχίας τήν χαρακτηρίζει «ἁγία», διότι δι΄ αὐτῆς ἀπαλλάσσεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν πλάνη.

Ἐπειδή ὑπῆρχαν ὁρισμένοι πού εἶχαν ἀντίρρηση γιά τήν δημοσίευση τῶν νηπτικῶν αὐτῶν κειμένων, διότι δῆθεν ἀπό τήν ἀνάγνωσή τους ἀκολουθεῖ κάποιος κίνδυνος, ὁ ἅγιος Νικόδημος χρησιμοποιεῖ χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρας μέ τά ὁποῖα ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐξάσκηση σέ αὐτό τό ἔργο «μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πενθικῆς διαθέσεως» συνιστᾶται ἀπό ὅλη τήν Ἀποστολικοπατερική παράδοση γιά τήν ἀπαλλαγή μας ἀπό τήν πλάνη.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος κάνει μιά θεολογική ἀνάλυση τῆς ἡσυχαστικῆς μεθόδου, πού συνδέεται μέ τήν νήψη καί τήν προσευχή, καί πρός τό τέλος τοῦ προοιμίου καταγράφει τό περιεχόμενο τῆς συλλογῆς αὐτῶν τῶν κειμένων πού συμπεριλαμβάνονται στήν «Φιλοκαλία»:

«Καί ἔχεις τοιγαροῦν, ὦ φίλτατε Ἀναγνῶστα, διά τοῦ πάντ' ἀρίστου Κυρίου Ἰωάννου, ἄπονον τοῦ λοιποῦ καί εὐπόριστον, τήν παροῦσαν πνευματικήν Βίβλον. Βίβλον, τό τῆς νήψεως ταμιεῖον· τό τοῦ νοός φυλακτήριον· τό μυστικόν διδασκαλεῖον τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Βίβλον, τῆς πρακτικῆς τήν ἐξαίρετον ὑποτύπωσιν· τῆς θεωρίας τήν ἀπλανῆ ὁδηγίαν· τόν τῶν Πατέρων Παράδεισον· τῶν ἀρετῶν τήν χρυσῆν σειράν. Βίβλον, τό πυκνόν τοῦ Ἰησοῦ ἀδολέσχημα, τήν ἀνακλητικήν τῆς χάριτος σάλπιγγα καί, συνελόντα φάναι, αὐτό δή αὐτό τό τῆς θεώσεως ὄργανον, χρῆμα εἴπέρ τι ἄλλο μυριοπόθητον, καί πρό πολλῶν ἐτῶν μελετώμενον μέν καί ζητούμενον, ἀλλ’ οὐχ εὑρισκόμενον».

Στό τέλος δέ προτρέπει τούς ἀναγνώστας νά μελετήσουν τά κείμενα αὐτά γιατί θά τούς θρέψουν καί θά τούς μεθύσουν μέ τήν νηφάλιο μέθη τοῦ Πνεύματος καί θά τούς ἐλευθερώσουν ἀπό τήν δουλεία στά πάθη:

«Ἔλθετε τοίνυν, ἔλθετε· φάγετε τόν ἐν αὐτῇ γνωστικόν τῆς σοφίας ἄρτον, καί πίετε οἶνον τόν εὐφραίνοντα μέν νοητῶς τήν καρδίαν, ἐξιστῶντα δέ πάντων αἰσθητῶν ὁμοῦ τε καί νοητῶν διά τήν κατ’ ἔκστασιν θέωσιν, καί μεθύσθητε μέθην τῷ ὄντι νηφάλιον. Ἔλθετε πάντες ὅσοι κλήσεως ὀρθοδόξου τυγχάνετε μέτοχοι, συνάμα Λαϊκοί τε καί Μοναχοί, οἱ τήν ἐντός ὑμῶν οὖσαν τοῦ Θεοῦ βασιλείαν καί τόν ἐν τῷ ἀγρῷ τῆς καρδίας κεκρυμμένον εὑρηκέναι σπουδάζοντες θησαυρόν· ὅς ἔστιν ὁ γλυκύς Ἰησοῦς Χριστός· ἵν’ ὅπως, τῆς περί τά κάτω αἰχμαλωσίας, καί τῆς περιφορᾶς τοῦ νοός ἐλευθερωθέντος, καί τῆς καρδίας τῶν παθῶν καθαρθείσης, διά τῆς ἀδιαλείπτου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ φοβερᾶς ἐπικλήσεως, καί τῶν λοιπῶν συνεργῶν ἀρετῶν, τῶν ἐν τῇ παρούσῃ Βίβλῳ διδασκομένων, ἑνωθείητε μέν πρός ἑαυτούς, δι’ ἑαυτῶν δέ καί πρός Θεόν, κατά τήν πρός τόν Πατέρα τοῦ Κυρίου παράκλησιν, ἵνα ὦσι, λέγοντος, ἕν, ὡς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν· καί οὕτως αὐτῷ ἡνωμένοι καί ὅλως ἠλλοιωμένοι τῇ κατοχῇ καί ἐκστάσει τοῦ Θείου ἔρωτος δαψιλέστατα θεωθείητε, ἐν αἰσθήσει νοερᾷ καί ἀδιστάκτῳ πληροφορίᾳ καί πρός τόν πρῶτον σκοπόν τοῦ Θεοῦ ἐπανέλθοιτε, δοξάζοντες Πατέρα, Υἱόν καί Πνεῦμα Ἅγιον, τήν μίαν Θεαρχικωτάτην Θεότητα».

Τά κείμενα τῆς «Φιλοκαλίας» τά ὁποῖα παρέδωκαν οἱ ἅγιοι Πατέρες στά τέκνα τους «καθάπερ τινα πατρικήν κληρονομίαν», ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν ἀναγέννηση πολλῶν Χριστιανῶν, τούς ὁποίους καθοδήγησαν νά ἀσχοληθοῦν μέ τήν ἱερά ἡσυχία καί τήν κάθαρση τοῦ νοός καί τῆς καρδίας, ὥστε νά μεθέξουν τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καί θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ἔγινε ὄχι μόνον γιά τούς ἑλληνοφώνους Χριστιανούς, ὅταν δημοσιεύθηκε ἡ «Φιλοκαλία» στήν Βενετία τό 1782, ἀλλά καί γιά τούς Σλαύους καί Ρώσσους, ὅταν μεταφράσθηκε ἀπό τό Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ (1722-1794), καί ἐκδόθηκε στήν Ἁγία Πετρούπολη τό 1793, καθώς ἐπίσης καί ἀπό ἄλλους λαούς πού ἀκολουθοῦν ἄλλες ὁμολογίες, ἀφοῦ μεταφράσθηκε καί σέ εὐρωπαϊκές γλῶσσες, ὅπως σημειώνουν οἱ ἐκδότες στήν ἑλληνική γλώσσα. Ἡ «Φιλοκαλία» «ὡς μορφή συνοδικῆς, τρόπον τινα, κωδικοποιήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Μυστικῆς Θεολογίας» προκαλεῖ ἰδιαίτερη ἐντύπωση καί σέ ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας, γιατί περιέχει κείμενα μεγάλης διαχρονικῆς ἀξίας καί σπουδαιότητος.

Πάντως, ἡ ἱερά ἡσυχία πού καταγράφεται στό βιβλίο αὐτό ἐκφράζεται ὡς «ἡ Καθαρτική, Φωτιστική καί Τελειωτική ἐργασία» καί βοηθᾶ στό νά ἐνεργοποιηθῆ ἡ Χάρη τοῦ Βάπτισματος, πού ὑπάρχει μέσα στήν ψυχή, νά γεμίση τήν ψυχή καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπό Ἅγιον Πνεῦμα καί τότε μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ὑπομένη τά βάσανα καί τούς πειρασμούς, νά κρατᾶ τήν πίστη, νά δίνη τήν ὁμολογία καί νά γίνεται μάρτυς Ἰησοῦς Χριστοῦ. Μέ αὐτές τίς προϋποθέσεις κρατήθηκαν οἱ Χριστιανοί στήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἀπέφυγαν τούς βίαιους ἐξισλαμισμούς. Ἀλλά ἡ «Φιλοκαλία» συνετέλεσε καί στήν μεγάλη ἡσυχαστική ἀναγέννηση στούς σλαυϊκούς λαούς καί δημιούργησε τόσους ἁγίους, πού βοήθησαν ἀποτελεσματικά τόν λαό.

Ἐκτός ἀπό τήν «Φιλοκαλία» θεωροῦνται ἐπίσης σημαντικά τά ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου πού ἐπιγράφονται «Ἑορτοδρόμιον» καί «περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων» πού ἔχουν ἐπίσης διαχρονική ἀξία καί σπουδαιότητα.

7. Ἐκκλησία καί ἐθνεγερσία

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τό διοικητικό της σύστημα κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, μέ τήν λατρεία της, μέ τήν διδασκαλία της καί κυρίως μέ τήν ἡσυχαστική παράδοση πού ἀνέδειξε τούς Νεομάρτυρες, τούς ὁποίους μποροῦμε νά θεωρήσουμε ὡς τούς πραγματικούς «ἀντιστασιακούς» τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, συνετέλεσε σέ μεγάλο βαθμό στήν διατήρηση τῆς Ἑλληνορθόδοξης Παράδοσης καί στήν ἀπελευθέρωσή της. Ἄλλωστε, οἱ πρωτεργάτες τῆς ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως ἐμπνέονταν ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί ὄχι ἀπό τόν διαφωτισμό.

Σχετικά μέ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ἐλευθερωνόταν τό Γένος ἀπό τόν τουρκικό ζυγό ἀνεπτύχθηκαν διαφορετικές ἀπόψεις. Πολλοί πού ἔβλεπαν τά πράγματα πού ἐκτυλίσσονταν μέσα στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, μεταξύ τῶν ὁποίων Ἱεράρχες καί Φαναριῶτες, θεωροῦσαν ὅτι ἡ διάβρωση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας θά γινόταν ἔσωθεν. Ἄλλωστε, τήν ἐξωτερική πολιτική καί τό ἐμπόριο τῶν Ὀθωμανῶν τό ἐξασκοῦσαν τήν ἐποχή ἐκείνη οἱ Φαναριῶτες. Ἄλλοι, ὅμως, θεωροῦσαν ὅτι ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους θά γινόταν μέ ἐπανάσταση τῶν Ρωμηῶν, ἔστω καί ἄν αὐτό ἐπέφερε ζημιές καί θανάτους. Κανείς δέν μπορεῖ νά θεωρήση ὅτι ἡ πρώτη ἄποψη συνιστᾶ προδοσία.

Ὁ καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός στό βιβλίο του πού προαναφέραμε μέ τίτλο Τουρκοκρατίαἀναλύει διεξοδικά τό δίλημμα πού ἐπικρατοῦσε στούς ὑπευθύνους κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας καί ἰδίως πρός τό τέλος της: «συνύπαρξη ἤ ἀντίσταση;», καί περιγράφει τίς δύο αὐτές τάσεις. Ἔτσι, τήν συνύπαρξη ὑποστήριζαν οἱ ἀντιρρητικοί ἤ ἀνθενωτικοί καί τήν ἀντίσταση οἱ ἑνωτικοί, πού ἦταν καί φιλοδυτικοί. Μέ ἐπιχειρήματα ὑποστηρίζει ὅτι καί ἡ λεγόμενη συνύπαρξη πού «εἶχε καί μιά δυναμική διάσταση», ἀφοῦ συνδέεται μέ «τήν πίστη γιά μιά βαθμιαία ὑποκατάσταση τῶν Ὀθωμανῶν στή διακυβέρνηση τοῦ κράτους καί τή δημιουργία ἑνός "Ὀθωμανικοῦ κράτους τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους"» δέν ἦταν τελείως ἀνεδαφική, ἀλλά ὑπῆρχε μιά τέτοια προοπτική. 

Πάντως, ὅταν ὡρίμασαν τά πράγματα καί φάνηκε ὅτι γιά τήν ἀπελευθέρωση τοῦ Γένους ἀπαιτεῖται ἐπανάσταση μέ ὅπλα, τότε ἡ Ἐκκλησία βοήθησε μέ ὅλες τίς δυνάμεις της. Κληρικοί καί μοναχοί, λαϊκοί ἄνδρες καί γυναῖκες, ἀκόμη καί παιδιά πολέμησαν σκληρά καί ἔχυσαν τό αἷμα τους «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία».

Ἐπειδή μερικοί ὑποστηρίζουν ὅτι κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ '21 θυσιάστηκε κυρίως ὁ λεγόμενος «κατώτερος» Κλῆρος, ἐννοοῦν τούς Πρεσβυτέρους καί Διακόνους, ἐνῶ οἱ Ἀρχιερεῖς ἦταν ἀπρόθυμοι γιά τήν Ἐπανάσταση, θά πρέπη νά ἀναφερθῆ ὅτι ἔχει ἐκδοθῆ ἕνα σημαντικό βιβλίο μέ τίτλο Ἀρχιερεῖς καί '21, γραμμένο ἀπό τόν ἱστορικό Πέτρο Γεωργαντζῆ, στό ὁποῖο βρίσκει κανείς πολύ ἐνδιαφέρουσες ἱστορικές πληροφορίες.

Ἡ Ἐπανάσταση ἦταν, κατά τόν συγγραφέα, θρησκευτική καί ἐθνική καί ὄχι κοινωνική, ταξική. Αὐτό τό τεκμηριώνει πρῶτον ἀπό τίς ἀπόψεις συγχρόνων μαρξιστῶν, ὅπως διατυπώθηκαν σέ ἐπιστημονικό συμπόσιο πού ἔγινε στό Κέντρο Μαρξιστικῶν Ἐρευνῶν τῆς Ἑλλάδας τόν Αὔγουστο τοῦ 1981 στήν Ἀθήνα, πού σέ μερικά σημεῖα ἀναθεωροῦν τίς θέσεις παλαιῶν μαρξιστῶν, δεύτερον ἀπό τίς μαρτυρίες τῶν δημιουργῶν τοῦ Εἰκοσιένα, τρίτον ἀπό τίς διακηρύξεις τῶν Ἐθνοσυνελεύσεων καί τέταρτον ἀπό τίς κρίσεις τῶν συγχρόνων μέ τήν Ἐπανάσταση ἱστορικῶν.

Σχετικά μέ τήν στάση τῶν Ἀρχιερέων πρό τῆς Ἐπαναστάσεως καί κατά τήν Ἐπανάσταση ὁ συγγραφεύς εἶναι πολύ ἀποκαλυπτικός. Μέ βάση ἱστορικές πηγές καί μαρτυρίες ἀποδεικνύει ὅτι οἱ Πατριάρχες καί οἱ Ἀρχιερεῖς προέρχονταν ἀπό τά κατώτατα στρώματα τοῦ λαοῦ καί ὄχι ἀπό τήν λεγομένη «ἄρχουσα τάξη». Ἔπειτα, οἱ Ἀρχιερεῖς δέν ἦταν οἱ εὐνοούμενοι τῶν Τούρκων, γιατί δέν εἶχαν καθόλου ἐλευθερία κινήσεως, δέν εἶχαν ἐλευθερία λόγου καί, ὅπως ἀποδεινύεται ἀπό πολλές μαρτυρίες, ἡ στάση τῶν κρατούντων στά αἰτήματα τῶν Ἀρχιερέων ἦταν σκληρή. Ἀκόμη, οἱ φόροι τούς ὁποίους ἐπέβαλαν οἱ Τοῦρκοι στούς Ἀρχιερεῖς ἦταν δυσβάστακτοι, ἀφοῦ ἀναφέρονται περιπτώσεις, κατά τίς ὁποῖες Ἀρχιερεῖς ἤ παρητοῦντο ἤ ἀπέθαναν ἀπό μελαγχολία, γιατί δέν μποροῦσαν νά ἐξοφλήσουν τούς φόρους, πού ἔπρεπε νά ἀποδώσουν στούς Τούρκους κατακτητές.

Πέρα ἀπό αὐτά ὁ συγγραφεύς ἀποδεικνύει, μέ βάση τίς πηγές καί ἄλλες μαρτυρίες ὅτι κατά τόν καιρό τῆς Ἐπαναστάσεως σέ ὁλόκληρο τό Ὀθωμανικό κράτος ὑπῆρχαν 195-200 Ἀρχιερεῖς. Ἀπό αὐτούς ἀποδεδειγμένα οἱ 81 εἶχαν μυηθῆ στήν Φιλική Ἑταιρεία, χωρίς νά ὑπολογισθοῦν καί οἱ ἄλλοι πού τυχόν ἦταν Φιλικοί, ἀλλά δέν ἔχουμε ἐπίσημες μαρτυρίες. Ἐπίσης ἀποδεικνύει ὅτι ἀπό τούς 200 Ἀρχιερεῖς οἱ 73, ποσοστό 36,5%, ἔλαβαν ἐνεργό μέρος στόν ἀγώνα «ἐπώνυμα καί ἀδιαμφισβήτητα», οἱ 42 Ἀρχιερεῖς, ποσοστό 21,0%, δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν καί βασανίσθηκαν, καί οἱ 45 Ἀρχιερεῖς, ποσοστό 22,5%, «θυσιάσθηκαν γιά τήν ἐλευθερία, εἴτε ἀπό βασανιστήρια καί θανατώσεις τῶν Τούρκων, εἴτε σέ πολεμικές συρράξεις». Τό συνολικό ποσοστό αὐτῶν πού συμμετεῖχαν ἐνεργῶς στόν ἀγῶνα ἀνέρχεται στό 80%. «Ἄν ὅμως ληφθῆ ὐπόψη ὅτι οἱ πλεῖστοι Ἀρχιερεῖς τῆς Μ. Ἀσίας, τῆς Συρίας, τῆς Σερβίας ἤ Βουλγαρίας, λόγῳ ἀδιαφορίας ἤ ἀδυναμίας τῶν Χριστιανῶν τῶν περιοχῶν αὐτῶν, δέν ἔλαβαν μέρος στούς ἀγῶνες, τότε τό ποσοστό τῶν ἀρχιερέων τῆς Ἑλληνικῆς χερσονήσου, δηλ. ἀπό τήν Θράκη, τήν Μακεδονία καί τά δυτικά παράλια τῆς Μ. Ἀσίας καί κάτω, εἶναι ἀσφαλῶς πολύ ὑψηλότερο, πού φθάνει ὁπωσδήποτε γύρω στά 90% τοῦ συνολικοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἀρχιερέων».

Ἐπειδή πολλοί κάνουν λόγο γιά τόν λεγόμενο «ἀφορισμό» πού ἐξεδόθη ἀπό τόν Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ ἐναντίον τοῦ Ὑψηλάντου, θά πρέπη νά γίνη μιά ἀναφορά καί στό θέμα αὐτό καί πρέπει νά ἐπισημανθῆ ἡ προσφορά τοῦ Πέτρου Γεωργαντζῆ, ὁ ὁποῖος μελέτησε τό ζήτημα ἀπό ἱστορικῆς καί κανονικῆς πλευρᾶς καί παρουσίασε ὅλες τίς σημαντικές παραμέτρους σέ βιβλίο του μέ τίτλο Ὁ «ἀφορισμός» τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντου. Ἡ μελέτη τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ὁδηγεῖ σέ τρία συμπεράσματα.

Τό πρῶτον, ὅτι ὁ «ἀφορισμός» δέν ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς βουλήσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, οὔτε κἄν τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων, ἀλλά ἦταν ἀπόφαση μιᾶς μεγάλης Κληρικολαϊκῆς Συνελεύσεως, πού ἀποτελεῖτο ἀπό 72 ἐγκρίτους Ρωμηούς τῆς Πόλης, ἐκ τῶν ὁποίων οἱ 49 ἦταν λαϊκοί καί οἱ 23 Κληρικοί - Ἀρχιερεῖς. Στήν Κληρικολαϊκή αὐτή συνέλευση ἀποφασίσθηκε, οἱ μέν λαϊκοί νά ὑποβάλλουν ἀναφορά ἀποκηρύξεως τῆς ἐπαναστάσεως καί δήλωση ὑποταγῆς, οἱ δέ Κληρικοί νά συνθέσουν τήν πράξη τοῦ ἀφορισμοῦ πού τούς ζητήθηκε ἀπό τήν Ὑψηλή Πύλη, καί αὐτό, βέβαια, γιά νά καθησυχάσουν τούς Τούρκους, ἐπειδή οἱ συνθῆκες ἦταν τραγικές. Στούς 49 λαϊκούς πού ἦταν παρόντες, συμμετεῖχαν ὁ πρώην ἡγεμόνας τῆς Βλαχίας, ὁ μεγάλος διερμηνέας τῆς Πύλης, ὁ διερμηνέας τοῦ στόλου, ὅλοι οἱ ἔγκριτοι «πολιτικοί», δηλαδή «ἐπίτροποι τοῦ κοινοῦ», οἱ Ἕλληνες μεγαλέμποροι τῆς Πόλεως, οἱ ἀρχιτεχνίτες, οἱ προϊστάμενοι τῶν συντεχνιῶν κλπ. Καί στούς 23 Κληρικούς συγκαταλέγονταν 2 Πατριάρχες, καί 21 Ἀρχιερεῖς. Ὅλοι αὐτοί βρίσκονταν κάτω ἀπό ἀσφυκτική πίεση, ζοῦσαν τό δράμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Πόλης καί ἔπρεπε νά λάβουν μιά ἀπόφαση γιά νά διασώσουν τούς Ρωμηούς τῆς Πόλης ἀπό βέβαιη σφαγή.

Τό δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι ἡ Πατριαρχική Σύνοδος ἀνέλαβε τό χρέος νά συντάξη ἕνα «ἀφοριστικό» κείμενο, μέ τρόπο ὅμως πού νά μήν προκαλέση κακό στό Ἔθνος. Αὐτό ἐπιτεύχθηκε μέ πολλούς τρόπους.

Κατ᾿ ἀρχάς, οἱ Πατριαρχικοί κωλυσιεργοῦσαν στήν σύνταξη τοῦ «ἀφοριστικοῦ» ἐγγράφου. Ἡ κήρυξη τῆς Ἐπαναστάσεως ἔγινε ἀπό τόν Ὑψηλάντη στό Ἰάσιο τῆς Μολδαβίας τήν 24η Φεβρουαρίου 1821. Τό πρῶτο «ἀφοριστικό» ἔγγραφο ἔγινε μετά ἀπό ἕνα μήνα, ἤτοι τήν 23 Μαρτίου 1821, καί, βέβαια, ἔφθασε στόν προορισμό του μετά ἀπό λίγες ἡμέρες, ὅταν ἡ Ἐπανάσταση εἶχε ἀρχίσει στήν Πελοπόννησο.

Ἔπειτα, χρειάστηκε νά γίνουν δύο «ἀφοριστικά» ἔγγραφα, καί αὐτό ἦταν μέσα στόν διπλωματικό τρόπο μέ τόν ὁποῖον ἐνεργοῦσαν οἱ Πατριαρχικοί. Τό πρῶτο ἐστάλη σέ ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς (23 Μαρτίου) καί ἦταν γραμμένο κατά τέτοιον τρόπο πού δέν μπορεῖ νά χαρακτηρισθῆ ἀφορισμός «ἐφ᾿ ὅσον δέν εἶχε οὔτε κἄν τίς τυπικά συνηθισμένες ἀφοριστικές ἐκφράσεις», καί τό δεύτερο ἀφοριστικό ἐγράφη μετά ἀπό 4 ἡμέρες, ἤτοι τήν 27 Μαρτίου, ὅταν οἱ Τοῦρκοι κατάλαβαν τήν πλεκτάνη καί τήν ἀπάτη, καί τό ὁποῖο ἀπεστάλη μόνο σέ ἕναν Μητροπολίτη, τόν Μητροπολίτη Οὐγγροβλαχίας. Μέ αὐτόν τόν τρόπο καί τά δύο αὐτά «ἀφοριστικά» κείμενα δέν ἐξετέλεσαν τόν προορισμό τους.

Τό τρίτο σημεῖο εἶναι ὅτι οἱ Πατριαρχικοί Ἱεράρχες πλήρωσαν πολύ ἀκριβά τήν ἐνέργειά τους αὐτή, ἀκριβῶς γιατί ἀκόμη καί αὐτοί οἱ Τοῦρκοι ἀντελήφθησαν τήν πλεκτάνη τους. Ἀπό τούς 23 Ἀρχιερεῖς πού ὑπέγραψαν τό «ἀφοριστικό» κείμενο, τό ἕνα τρίτο (1/3), συμπεριλαμβανομένου καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, πλήρωσαν μέ τήν ζωή τους τήν «ἀπιστία» τους πρός τόν Σουλτάνο, τό ἄλλο 1/3 δοκιμάστηκε σκληρά μέ φυλακίσεις, ἐξορίες καί περιορισμούς. Ἐπίσης, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι τό 1/5 ἀπό τούς Συνοδικούς Ἀρχιερεῖς ἔλαβε μέρος στήν Ἐπανάσταση καί ὅτι τό 1/3 τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων, ἐνῶ ἦταν «πλεγμένοι στίς μηχανορραφίες» τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, ἐν τούτοις στά «ἀφοριστικά» κείμενα γράφουν ὅτι πρώτη φορά λάμβαναν γνώση γιά τήν σύσταση καί τούς σκοπούς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας.

Γενικά, ἡ Ἐκκλησία μέ τά μέλη της, Κληρικούς καί λαϊκούς, βοήθησε τό Γένος τόσο κατά τήν διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας, ὅσο καί κατά τόν ἀγώνα τῆς ἐλευθερίας, χύνοντας ποταμηδόν τό αἷμα της.

Κείμενο ἀπό τό βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Παλαιά καί Νέα Ρώμη, ἐκδόσεις Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Θεοτόκου (Πελαγίας), β΄ ἔκδοση 2016,  σελ. 270-316.

Τό νόημα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821

Συνέντευξη τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου στόν ραδιοφωνικό σταθμό τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

Ἀπομαγνητοφωνημένη συνέντευξη στήν δημοσιογράφο τοῦ Ρ/Σ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ἀδαμαντία Μπούρτζινου, 21 Ἰανουαρίου 2021.

 

Ἀδαμαντία Μπούρτζινου: Ἔχουμε τήν ἰδιαίτερη χαρά καί τήν τιμή νά εἶναι στήν τηλεφωνική μας γραμμή ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεος. Καλή σας μέρα, Σεβασμιώτατε. Τήν εὐχή σας.

Σεβασμιώτατος: Καλημέρα. Νά εἶστε καλά καί καλημέρα σέ ὅλους τούς ἀκροατές μας.

 

Α.Μ. Εὐχαριστοῦμε πολύ πού εἶστε μαζί μας σήμερα καί θά ἔχουμε τήν δυνατότητα νά συζητήσουμε γιά τήν πρώτη ἐκδήλωση πού ἔγινε στήν Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου γιά τά 200 χρόνια ἀπό τήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Φέτος ἡ Ἱερά Σύνοδος ἔχει ὁρίσει ἑορτασμούς σέ ὅλες τίς Μητροπόλεις καί ἐσεῖς ἤδη ξεκινήσατε.

ΣΕΒ. Εὐχαριστῶ πάρα πολύ. Πραγματικά ἦταν ἡ πρώτη ἐκδήλωση στήν Ἱερά Μητρόπολη γιά τό γεγονός αὐτό, γιά τήν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ἀλλά ἔτυχε νά εἶναι καί ἡ πρώτη ἐκδήλωση στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Γιατί; Διότι ἐδῶ στήν Ναύπακτο κάθε χρόνο, στίς 2 Ἰανουαρίου, ἔχω συνάντηση μέ τούς φοιτητές. Εἴκοσι πέντε (25) χρόνια πού εἶμαι ἐδῶ στήν Ἱερά Μητρόπολη αὐτήν τήν ἡμέρα συναντῶμαι μέ τούς φοιτητές καί τούς ἀποφοίτους τῶν Λυκείων καί κάνουμε μία συζήτηση, τούς ἀναπτύσσω ἕνα θέμα, συζητοῦμε, κόβουμε τήν Πρωτοχρονιάτικη πίτα καί γίνεται μία δεξίωση.

Ὁπότε, ἔτυχε αὐτό νά γίνη καί νά εἶναι ἡ πρώτη ἐκδήλωση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ἐπέτειο τῆς Ἐθνεγερσίας τοῦ 1821.

Τό θέμα τό ὁποῖο ἐπέλεξα εἶναι «Τό νόημα τῆς ἐπετείου ἤ τοῦ ἑορτασμοῦ τῆς ἐπετείου τοῦ 1821». Δέν μποροῦσε, βέβαια φέτος, νά γίνη ὁμιλία καί ἡ συνάντηση ὅπως γινόταν κάθε χρόνο, ἀλλά ἀνήρτησα στό διαδίκτυο, στήν ἱστοσελίδα τῆς Μητροπόλεώς μου μία ὁμιλία τήν ὁποία ἔκανα καί αὐτή ἀναρτήθηκε καί στήν ἀνάλογη ἱστοσελίδα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, πού παρουσιάζει πραγματικά το νόημα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Καί χαίρομαι γι’ αὐτό, γιατί εἶναι καί ἡ πρώτη ἐκδήλωση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ἡ πρώτη ἐκδήλωση γενικότερα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

 

Α.Μ. Εἶναι γεγονός ὅτι πολλά κατά καιρούς ἔχουν εἰπωθῆ καί λέγονται γιά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, Σεβασμιώτατε. Τά τελευταῖα χρόνια ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει κάνει 10 ἐπιστημονικά συνέδρια τό 10ο ἔγινε πρίν ἀπό λίγο καιρό, πρίν ἀπό τήν ἐκπνοή δηλαδή τοῦ 2020 καί ἔχουν εἰπωθῆ πολλά καί ἐνδιαφέροντα πράγματα. Ὅμως ἐσεῖς εἴχατε μία ὁμιλία στίς 2 τοῦ μηνός Ἰανουαρίου, ὅπως εἴπατε, πού μιλᾶτε γιά τό νόημα τοῦ ἑορτασμοῦ, ἀλλά δίνετε καί ὅλο τό ὑπόβαθρο ἐκεῖνο καί τό ἱστορικό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο κατ’ ἀρχάς γεννήθηκε ἡ Ἐπανάσταση. Θά θέλατε νά μᾶς δώσετε κάποια στοιχεῖα γι’ αὐτήν τήν ἐσωτερική ταυτότητα τῶν ἐπαναστατῶν, τῶν ἐπαναστατημένων Ἑλλήνων, ἀλλά καί γιά ὅλα αὐτά πού τούς ὁδήγησαν. Τί ἦταν αὐτό πού τούς ὤθησε στήν Ἐπανάσταση, ποιά ἦταν ἡ ταυτότητά τους;

ΣΕΒ. Εὐχαριστῶ πάρα πολύ γιά τό ἐρώτημα. Πραγματικά, ὅταν θέλη κανείς νά μελετήση ὅλο αὐτό τό μεγάλο γεγονός, τό γεγονός τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, δέν μπορεῖ νά σταθῆ σέ μερικά μεμονωμένα περιστατικά, δέν μπορεῖ, δηλαδή, νά ἑστιάση τόν φακό του σέ μερικά γεγονότα, πρέπει δηλαδή νά δῆ τό σύνολο. Ἄρα, λοιπόν, θεωρῶ -καί αὐτή ἦταν ἡ ὅλη ὁμιλία μου- θεωρῶ ὅτι γιά νά μπορέση κανείς νά δῆ τί ἦταν αὐτό, ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ὅτι, δηλαδή, ἦταν μία ἁγία Ἐπα-νάσταση. Δέν εἶχε καμία σχέση οὔτε μέ τήν Γαλλική Ἐπανάσταση οὔτε μέ ἄλλες ἐπαναστάσεις. Ὅμως, πρέπει νά δῆ τί ἔγινε πρίν ἀπό τήν Ἐπανάσταση, τί ὑπῆρχε πρίν ἀπό τήν Ἐπανάσταση, τί ἔγινε κατά τήν διάρκεια τῆς Ἐπαναστάσεως καί τί ἔγινε μετά τήν συγκρότηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους.

Γι’ αὐτό θεωρῶ ὡς μία κλασική ἔκφραση τοῦ Σπυρίδωνος Τρικούπη, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ ἱστορικός τῆς Ἐπαναστάσεως πού λέει ὅτι ἡ Ἐπανάσταση αὐτή, ὅλος αὐτός ὁ ἀγώνας τῶν Ἑλλήνων ἔχει διπλό χαρακτηρισμό: Ἦταν «ἐπανάσταση καί ἀποστασία». Θέλει συζήτηση αὐτό τό θέμα, τί θά πῆ ἀποστασία, ἀλλά ἄς δοῦμε αὐτό τό πρῶτο πού θέτετε.

Ἦταν, πράγματι οἱ Ρωμηοί, 400 χρόνια στήν σκλαβιά καί σέ μερικές περιοχές πῆγε καί 500 καί 600 χρόνια, ἄν σκεφθῆ κανείς ὅτι πρίν ἀπό τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία, πρίν ἀπό τόν ὀθωμανικό ζυγό ὑπῆρχε ἡ Ἐνετοκρατία, ἡ Φραγκοκρατία ἀπό τό 1204 σέ διάφορες περιοχές. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἦταν περιοχές πού ἦταν 500 καί 600 χρόνια κάτω ἀπό ξένη δυναστεία, εἶχαν χάσει τήν ἐλευθερία. Λοιπόν, ὅλη αὐτήν τήν περίοδο πρέπει νά τήν μελετήση κανείς.

Εἶναι ἡ Ἐκκλησία ἡ ὁποία λειτούργησε ὡς ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη, τίς κατά τόπους Ἱερές Μητροπόλεις, μέ τήν λατρεία, μέ τήν θεία Λειτουργία πού κρατοῦσε ὅλη αὐτήν τήν παράδοση τήν ὁποία εἶχαν οἱ Ἕλληνες ἤ Ρωμηοί τότε, ὅπως λέγονταν. Ἦταν οἱ Νεομάρτυρες, οἱ ὁποῖοι καθ’ ὅλη τήν διάρκεια αὐτῶν τῶν ἐτῶν πού ἦταν κάτω ἀπό τόν τουρκικό ζυγό, ὄχι μόνο στό χῶρο τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά καί σέ ἄλλους χώρους τῶν Βαλκανίων, στήν χερσόνησο τοῦ Αἵμου, μαρτύρησαν γιά νά μήν γίνουν μουσουλμάνοι, μαρτύρησαν γιά νά ὁμολογήσουν τόν Χριστό. Ὑπῆρχαν πολλά κύματα ἀνθρώπων πού ἐξισλαμίζονταν καί αὐτοί παρέμειναν στήν πίστη στόν Χριστό. Καί κάθε φορά πού ἕνας Νεομάρτυρας μαρτυροῦσε, ὅπως εἶναι ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ μεγαλύτερος ἀπό τούς μάρτυρες αὐτούς, καί σέ κάθε μέρος ὑπῆρχαν, ἦταν μία «ἐθνική ἑορτή» καί ἦταν ἕνα ἰσχυρό μήνυμα ὅτι πρέπει νά παραμείνουν στίς ὀρθόδοξες παραδόσεις.

Ὁπότε, λοιπόν, ἦταν οἱ Νεομάρτυρες, ἦταν ὅλη ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν ἡ παιδεία τήν ὁποία καλλιεργοῦσε ἡ Ἐκκλησία, πού κράτησαν στήν γλώσσα καί στήν ἐκκλησιαστική ζωή ὅλους τους ὑπόδουλους Ἕλληνες. Αὐτό ποῦ φαίνεται; Φαίνεται στόν τύπο τοῦ ἐπαναστάτη, δηλαδή αὐτῶν πού ἐπαναστάτησαν, τῶν ὁπλαρχηγῶν. Καί πρέπει νά μελετήση κανείς ποιός ἦταν ὁ τύπος αὐτός. Ἦταν ὁ τύπος τοῦ Ρωμηοῦ πού πίστευε στόν Θεό, στήν Ἐκκλησία καί στήν πατρίδα.

Ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα νά σᾶς πῶ, τό ὁποῖο τό λέει ὁ Κολοκοτρώνης στά Ἀπομνημονεύματά του, ὅτι κάποιος Ἄγγλος, ὁ Hοmilton, ὅταν μπῆκαν μέσα στήν Τρίπολη, συνάντησε τόν Κολοκοτρώνη καί τοῦ εἶπε ὅτι πρέπει νά συμβιβαστοῦν. Καί ὁ Κολοκοτρώνης τοῦ ἀπάντησε, ὅπως ὁ ἴδιος το περιγράφει: «Αὐτό δέν γίνεται ποτέ. Ἐλευθερία ἤ θάνατος. Ἐμεῖς Καπετάν Ἄμιλτον ποτέ συμβιβασμό δέν ἐκάμαμε μέ τούς Τούρκους». Καί συνεχίζει: «Ὁ βασιλεύς μας ἐσκοτώθη –ἐννοεῖ τόν Κωνσταντῖνο τόν Παλαιολόγο– καμμιά συνθήκη δέν ἔκαμε. Ἡ φρουρά του εἶχε παντοτινό πόλεμο μέ τούς Τούρκους καί δύο φρούρια ἦταν πάντοτε ἀνυπότακτα». Τόν ρωτάει ὁ Hοmilton: «Ποιά εἶναι ἡ βασιλική φρουρά του; Ποιά εἶναι τά φρούριά του;». Καί ὁ Κολοκοτρώνης ἀπάντησε: «Ἡ φρουρά τοῦ βασιλέως μας εἶναι οἱ λεγόμενοι κλέφτες καί τά φρούρια εἶναι ἡ Μάνη καί τό Σούλι καί τά βουνά».

Κοιτάξτε συνείδηση πού εἶχε, ὅτι ὑπῆρχε πάντοτε μία ἑτοιμότητα, ἕνας ἀγώνας, ἕνας ἀγώνας ἐλευθερίας, χωρίς συμβιβασμό. Ὅμως, ὑπῆρχαν καί ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι συμβιβάστηκαν.

 

Α.Μ. Καί ὑπῆρχε καί ἡ συνέχεια, Σεβασμιώτατε, δηλαδή αὐτή ἡ ἁλυσίδα δέν διασπάστηκε ποτέ, δέν κόπηκε.

ΣΕΒ. Ἀκριβῶς. Γι’ αὐτό καί ἔχουμε διαρκεῖς ἐπαναστάσεις καί αὐτόν τόν ρόλο τόν ἔπαιξε ἡ Ἐκκλησία μέ τήν ὅλη παράδοσή της μέ τούς Ἀρχιερεῖς, μέ τούς Ἱερεῖς μέ τούς μοναχούς, μέ τά Μοναστήρια. Ὅταν οἱ Ρωμηοί πήγαιναν στίς Ἐκκλησίες καί διάβαζαν τήν ἀκολουθία κατά τά Χριστούγεννα, τό Πάσχα, μέ τούς ἰαμβικούς κανόνες παρέμειναν πιστοί καί στήν παράδοση καί στήν γλώσσα καί στήν ἐκκλησιαστική ζωή. Κράτησαν ἄσβεστη τήν δάδα τῆς ἐλευθερίας. Καί γι’ αὐτό ὅταν ἔγινε ἡ Ἐπανάσταση, ὑπῆρχαν ἄνθρωποι πού ἤθελαν νά ἐπαναστατήσουν, ἤθελαν νά συγκροτήσουν τό Ρωμαίϊκο, ὅπως λεγόταν.

 

Α.Μ. Καί αὐτό δέν σταματάει ποτέ, καί ὅπως εἴπατε ἔγιναν πολλές ἐπαναστάσεις πού βάφτηκαν στό αἷμα, σκοτώθηκαν ἄνθρωποι. Ἔχουμε τούς Νεομάρτυρες καί συνεχίζεται καί αὐτή ἡ παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καί μιλᾶμε καί ἐφαρμόζεται ἄς ποῦμε καί ἡ φιλοκαλική ἀναγέννηση; Γυρίζουμε πρός τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί πάλι;

ΣΕΒ. Ὑπάρχει μεγάλη εὐλογία ἀπό τόν Θεό τό ὅτι τίς παραμονές τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως τό 1453, ἕναν αἰώνα προηγουμένως εἶχε ἀναπτυχθῆ ὅλη αὐτή ἡ θεολογία τοῦ ἡσυχασμοῦ, ὅλη αὐτή ἡ παράδοση πού ἀργότερα ὀνομάστηκε φιλοκαλική παράδοση. Ὅλη αὐτή ἡ θεολογία τοῦ ἡσυχασμοῦ μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἔδειξε τήν διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς θεολογίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ Βαρλαάμ, πού ἦταν ἕνας δυτικός θεολόγος. Λοιπόν, ὅλο αὐτό τό ἡσυχαστικό ρεῦμα, μέ τήν προσευχή, μέ τήν σχέση μεταξύ νοερᾶς προσευχῆς καί θείας Λειτουργίας, ἦταν εὐλογία ἀπό τόν Θεό πού προηγήθηκε πρίν ἀπό τήν ὑποδούλωση καί ὅλο αὐτό τό ρεῦμα πέρασε στή διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας. Αὐτό δίδασκε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.

 

Α.Μ. Καί ἦταν αὐτό πού τούς κράτησε ἀπό ὅ,τι φαίνεται, δηλαδή κράτησε τήν ψυχή τους.

ΣΕΒ. Ναί, εἶναι αὐτό πού σᾶς ἔλεγα προηγουμένως, ἦταν ἡ ρωμαίϊκη ζωή, ἡ φιλοκαλική παράδοση πού τό ἀποκορύφωμά της ἦταν μέ τόν ἅγιο Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη. Ὅταν διαβάση κανείς τά κείμενα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ἰδιαιτέρως δέ τό «Νέο Μαρτυρολόγιο», πού περιγράφει 100 περίπου βίους Νεομαρτύρων, βλέπει αὐτό πού πολλοί λένε καί θεωροῦν ὅτι αὐτό τό κείμενο ἦταν ἕνα ἐπαναστατικό κείμενο. Τό βιβλίο αὐτό ἦταν ἐθνεγερτικό, γιατί μέσα ἀπό κεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος πετοῦσε διάφορα συνθήματα: Νά παραμείνετε πιστοί στήν πίστη σας, ἀδελφοί, νά μή χάσετε τό Θεό, νά μή χάσετε τόν Χριστό, νά παραμείνετε στήν Ἐκκλησία. Ἦταν ἕνα ἐπαναστατικό βιβλίο τό ὁποῖο κυκλοφοροῦσε τότε καί τό διάβαζαν.

Ἀλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Εἶναι καί τό ὅτι σέ κάθε τόπο ὑπάρχει ἕνας Νεομάρτυρας. Ἐδῶ στήν Αἰτωλοακαρνανία ἔζησε, μεγάλωσε καί μεγαλούργησε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, περιόδευσε στήν Ἤπειρο καί ἐμαρτύρησε στήν Βόρεια Ἤπειρο. Στά Γιάννενα ἐγώ μεγάλωσα μέ τόν ἅγιο Γεώργιο τόν Νεομάρτυρα, στό Ἀγρίνιο ἐδῶ εἶναι ἅγιος Ἰωάννης ὁ μαρτυρήσας ἐν Βραχωρίῳ, ὅπως λεγόταν τότε τό Ἀγρίνιο, στήν Μυτιλήνη, στήν Ὕδρα, παντοῦ ὅπου νά ψάξη κανείς, θά βρῆ κάποιον Νεομάρτυρα πού ἐμαρτύρησε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιά νά παραμείνη πιστός στήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Καί γύρω ἀπό τόν τάφο του καί γύρω ἀπό τήν ἑορτή του συνέρχονταν οἱ Χριστιανοί καί αὐτό ἦταν μία ἑστία θά ἔλεγα ἐπαναστατική καί μία ἑστία ἐλευθερίας, πέρα ἀπό τούς κλέφτες καί τούς ἁρματωλούς πού ἀγωνίζονταν στά βουνά.

 

Α.Μ. Ξέρετε μέ αὐτά πού λέτε, Σεβασμιώτατε, μοῦ θυμίσατε τήν Ναυμαχία τοῦ Γέροντα -καί τό λέω αὐτό μιᾶς καί μιλᾶτε γιά τό ὀρθόδοξο ἦθος τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων- θυμήθηκα λοιπόν ὅτι 29 τοῦ μηνός Αὐγούστου τοῦ 1824 γίνεται αὐτή ἡ Ναυμαχία, νικᾶνε οἱ Ἕλληνες μέ ναύαρχο τόν Ἀνδρέα Μιαούλη τόν τουρκικό καί αἰγυπτιακό στόλο καί ὅταν τελειώνη ἡ μάχη καί εἶναι ὅλοι μπαρουτοκαπνισμένοι, ὁ Μιαούλης δίνει στό πλήρωμα ψωμί καί ἐλιές γιατί εἶναι μεγάλη νηστεία ἐκείνη μέρα, εἶναι τοῦ Ἁη Γιαννιοῦ καί παρότι θά εἶχαν κάθε λόγο νά φᾶνε κάτι διαφορετικό, ἀκολουθοῦν τήν νηστεία τῆς Ἐκκλησίας.

ΣΕΒ. Ναί, αὐτό τό βλέπουμε σέ ὅλους τούς ὁπλαρχηγούς τῆς Ἐπαναστάσεως, πού εἶχαν αὐτό τό ἦθος. Καί κυρίως βέβαια αὐτό τό βλέπουμε στόν Μακρυγιάννη. Ὅταν διαβάση κανείς «τά Ἀπομνημονεύματα» τοῦ Μακρυγιάννη, βλέπει ὅλη αὐτήν τήν παράδοση τήν ὁποία εἶχαν. Καί ἐκεῖνο πού θέλω νά πῶ εἶναι ὅτι αὐτή ἦταν ἡ παράδοση μέ τήν ὁποία μεγάλωσαν οἱ Ρωμηοί, εἶναι ἡ ρωμαίϊκη παράδοση, ἡ φιλοκαλική παράδοση, ἡ ἡσυχαστική παράδοση.

 

Α.Μ. Πῶς ἀλλάζει αὐτό, Σεβασμιώτατε, καί ἐρχόμαστε στήν ἄλλη φάση μέ τήν ἵδρυση τοῦ Κράτους; Τί ἀλλάζει καί διαφοροποιεῖται ἡ ζωή;

ΣΕΒ. Νομίζω ὅταν διαβάση κανείς διάφορα κείμενα, φαίνεται καθαρά τό τί ἀκριβῶς ἔγινε. Ἐγώ διάβασα ἕνα πολύ σημαντικό βιβλίο –βέβαια τά περιγράφει ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός, ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης, ἀλλά θά ἔλεγα τά εἶδα καθαρά– ἕνα ἄλλο βιβλίο πού μπορεῖ κανείς νά τό θεωρήση ὡς ἀντικειμενικό βιβλίο. Μπορεῖ νά κατηγορήση κανείς καί νά πεῖ, ἐσεῖς οἱ Ἱερεῖς τά λέτε αὐτά ἐπειδή εἴσαστε Ἱερεῖς καί εἴσαστε στήν Ἐκκλησία. Ἀλλά διάβασα ἕνα βιβλίο τῆς Ἕλλης Σκοπετέα, ἡ ὁποία πέθανε τώρα καί ἦταν καθηγήτρια στό Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης, πού εἶναι καταπληκτικό βιβλίο. Ὅσοι ἐνδιαφέρονται γιά νά δοῦν τί ἀκριβῶς ἔγινε μέ τήν Ἐπανάσταση, καί κυρίως μετά τήν Ἐπανάσταση ἄς τό διαβάσουν. Γιατί ἡ συγγραφέας συλλέγει τό ὑλικό μέσα ἀπό ἐφημερίδες καί περιγράφει τήν περίοδο 1830 μέ 1880, καταγράφει τό τί ἀκριβῶς ἔγινε ἐκείνη τήν περίοδο. Τό βιβλίο της τιτλοφορεῖται: «Τό πρότυπο Βασίλειο καί ἡ Μεγάλη Ἰδέα».

Στό βιβλίο αὐτό, μεταξύ τῶν ἄλλων, γράφεται ὅτι στήν πρώτη περίοδο μετά τήν Ἐπανάσταση καί τήν συγκρότηση τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους ὑπάρχει μία τεράστια διαφωνία μεταξύ τῶν αὐτοχθόνων καί τῶν ἑτεροχθόνων. Γίνεται μιά μεγάλη συζήτηση γιά τά πρῶτα Συντάγματα, γιά τό ποιοί ἀκριβῶς εἶναι οἱ Ἕλληνες, δηλαδή γιά τό Σύνταγμα τῆς Ἐπιδαύρου τό 1822, πού ἦταν καί ἡ διακήρυξη τῆς ἀνεξαρτησίας, τό Σύνταγμα τοῦ Ἄστρους τό 1823, τό Σύνταγμα τῆς Τροιζήνας τό 1827. Ὅταν γράφουν τό Σύνταγμα προσπαθοῦν νά καθορίσουν ποιοί εἶναι Ἕλληνες, γιατί μέχρι τότε λέγονταν Ρωμηοί. «Ἐγώ Ρωμηός γεννήθηκα, Ρωμηός καί θά πεθάνω». Λοιπόν, ἄρχισαν νά συζητοῦν ποιοί τελικά εἶναι οἱ Ἕλληνες.

Καί γράφεται ὅτι Ἕλληνες εἶναι ὅσοι εἶναι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος καί πιστεύουν στόν Χριστό, Ἕλληνες εἶναι καί αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά ἔρθουν, οἱ ἑτερόχθονες πού θά ἔρθουν καί θά κατοικήσουν ἐδῶ καί θά ἀγωνιστοῦν. Προσπαθοῦν νά δώσουν ταυτότητα γιά τό ποιοί εἶναι τελικά οἱ Ἕλληνες.

Γιατί τό λέω αὐτό; Διότι περιγράφεται στό καταπληκτικό αὐτό βιβλίο, πού προανέφερα καί εἶναι ἐντελῶς ἀντικειμενικό, ἐπειδή παρουσιάζει γεγονότα, ὅτι οἱ Μεγάλες Δυνάμεις πού ἀντιδροῦσαν στήν Ἐπανάσταση τό 1821 καί ἦταν ἐναντίον κάθε ἐπαναστάσεως, τελικά δέχθηκαν νά συγκροτηθῆ ἕνα πρῶτο Κράτος στήν Πελοπόννησο, καί μετά ἐπεκτάθηκε στήν Στερεά Ἑλλάδα μέ τόν Καποδίστρια, μέ τρεῖς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις: Ἡ πρώτη εἶναι, τό κρατικό αὐτό μόρφωμα πρέπει νά συνδεθῆ μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα, νά πάψη νά ἔχη σχέση μέ τό Βυζάντιο, αὐτό πού λένε Ρωμηοσύνη, Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, δηλαδή νά μή γίνη ἀνασύσταση τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας. Καί ἄρχισαν λοιπόν νά ἱδρύονται ἀρχαιολογικές ἑταιρεῖες, νά γίνονται ἀνασκαφές, γιά νά συνδεθῆ αὐτό τό νέο Κράτος μέ τήν ἀρχαία Ἑλλάδα. Τό δεύτερον, εἶναι νά ἀποσυνδεθῆ ἀπό τόν ὀμφάλιο λῶρο μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, καί ἔτσι ἀνακηρύχθηκε τό Αὐτοκέφαλο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, νά παύση νά ὑπάρχη αὐτή ἡ σχέση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Καί τό τρίτον, εἶναι νά προσανατολισθῆ πρός τήν Εὐρώπη.

Οἱ τρεῖς αὐτές προϋποθέσεις ἐτέθησαν καί ἔγιναν ἀποδεκτές. Γι’ αὐτό καί στά Συντάγματα ἀρχίζουν καί λένε ποιοί εἶναι Ἕλληνες. Γιατί ποιοί εἶναι Ἕλληνες; Γιατί δέν ὑπῆρχε τότε αὐτή ἡ νοοτροπία. Διερωτῶνται ποιοί εἶναι Ἕλληνες οἱ ὁποῖοι θά εἶναι στήν ἐπικράτεια τῆς Ἑλλάδος; Δέν ὑπῆρχε αὐτή ἡ νοοτροπία τῆς Ἑλλάδος ὡς ἰδιαίτερο Κράτος πού ἀποτελεῖτο ἀπό Ἕλληνες. Δηλαδή, προσπάθησαν νά δώσουν ταυτότητα στό νέο Κράτος, ὅτι Ἕλληνες εἶναι αὐτοί πού πιστεύουν στόν Χριστό καί εἶναι αὐτόχθονες ἤ αὐτοί πού θά ἔρθουν ἀπό τά ἄλλα μέρη τά ὁποῖα δέν ἐλευθερώθηκαν. Ἔτσι, λοιπόν, δημιουργεῖται μία καινούργια πραγματικότητα.

Τό βιβλίο λέγεται «Πρότυπο Βασίλειο καί Μεγάλη Ἰδέα». Τό «Πρότυπο Βασίλειο» εἶναι μία ἔκφραση ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τόν Γεώργιο τόν Βασιλιά τό 1863, πού στήν πρώτη ὁμιλία τήν ὁποία ἔκανε εἶπε θά κηρύξουμε τό «Πρότυπο Βασίλειο ἐν τῇ Ἀνατολῇ». Καί «ἡ Μεγάλη Ἰδέα» εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι κατάλαβαν ὅτι ἐμεῖς δέν ἀγωνιστήκαμε γιά νά ἀπελευθερώσουμε τήν Πελοπόννησο καί τήν Στερεά Ἑλλάδα, ἐμεῖς ἀγωνιστήκαμε γιά νά ἀνασυσταθῆ ὅλη ἡ Ρωμηοσύνη. Ὁπότε, λοιπόν, ἀναπτύσσεται ἡ Μεγάλη Ἰδέα ἀπό τόν Ἰωάννη Κωλέττη. Αὐτός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος «ἔγραψε» τήν ληξιαρχική πράξη γεννήσεως τῆς «Μεγάλης Ἰδέας» μέ μία ὁμιλία τήν ὁποία ἔκανε στήν Ἐθνοσυνέλευση τῶν Ἑλλήνων στίς 14-1-1844, γιά νά ἐλευθερωθοῦν κι ἄλλα μέρη καί τά λοιπά.

Καί εἶναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό τό γεγονός, πού τό ἔχει σημειώσει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καί τώρα ἔχει ἀποκαλυφθῆ καί ἀπό διάφορες ἔρευνες πού γίνονται, ὅτι ὁ μέν Βασιλεύς Ὄθων ὀνομάστηκε Βασιλεύς τῆς Ἑλλάδος, τότε λεγόταν Βασίλειο τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ὅταν ἦρθε ἀργότερα ὁ Γεώργιος, λεγόταν Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων. Ξέρετε τί σημασία ἔχει αὐτό; Πάρα πολύ μεγάλη σημασία.

Ὁ μέν Ὄθων λέγεται Βασιλεύς τῆς Ἑλλάδος, αὐτῆς τῆς συγκεκριμένης περιοχῆς, ὁ δέ Γεώργιος τό 1863 λέγεται βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων, ἐπειδή ἐν τῷ μεταξύ στίς 31 Ἰανουαρίου 1836 στό Λονδίνο ὑπεγράφη ἕνα Πρωτόκολλο γιά τήν μετανάστευση καί ἐκεῖ ἔκαναν τήν διάκριση μεταξύ Ἑλλήνων πού κατοικοῦν στήν Ἑλλάδα καί τῶν Γραικῶν πού παρέμεναν στίς ἄλλες περιοχές τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Γιατί δέν λεγόταν ἀπό τήν ἀρχή Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων, ἀλλά λεγόταν Βασιλεύς τῆς Ἑλλάδος; Ἀκριβῶς, ὅταν πιά καθορίστηκε ποιοί εἶναι οἱ Ἕλληνες καί οἱ ἐκτός τῆς Ἑλλάδος δέν θεωροῦνται Ἕλληνες, λέγονται Γραικοί καί Ρωμαῖοι, τότε ὁ Γεώργιος ὀνομάστηκε Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων. Θέλω νά πῶ ὅτι ἔγινε μία ἀποστασία ἀπό τήν Ρωμηοσύνη.

Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό πού θέλω νά σᾶς πῶ εἶναι ὅτι ὁ Καποδίστριας πού ἐξελέγη πρῶτος Κυβερνήτης Ἑλλάδος, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1828, καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, ὑπέβαλε σχέδιο στόν Τσάρο γιά ἀναδιοργάνωση τῶν Βαλκανίων καί θεωροῦσε ὡς πρωτεύουσα τήν Κωνσταντινούπολη καί πρότεινε νά δημιουργηθοῦν πέντε ἡμιαυτόνομα κράτη. Ποιά εἶναι αὐτά τά ἡμιαυτόνομα κράτη; Τῆς Δακίας (σημερινή Ρουμανία), τῆς Σερβίας, τῆς Ἠπείρου, τῆς Μακεδονίας καί τῆς Ἑλλάδος. Αὐτό εἶναι τό σχέδιο τό ὁποῖο ὑπέβαλε ὁ Καποδίστριας στόν Τσάρο.

Κοιτάξτε ὁ πρῶτος Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδος τί γνώμη εἶχε γιά τήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, τό λεγόμενο Βυζάντιο. Ἀπερρίφθη αὐτή ἡ πρόταση τοῦ Καποδίστρια ἀπό τόν Τσάρο, ὁ ὁποῖος προχώρησε καί μέ μερικούς δίγλωσσους Ρωμαίους, βλαχό-φωνους, σλαβόφωνους κλπ. καί καλλιέργησε τήν ρουμανική, τήν βουλγαρική καί τήν σερβική συνείδηση. Καί ἔτσι ἔχουμε τά ἀνεξάρτητα Κράτη στά Βαλκάνια γιά νά σπάσουν τήν δυνατότητα τῆς ἀνασυστάσεως τῆς παλαιᾶς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.

 

Α.Μ. Πού εἶναι ὅλα τά ἔθνη βαπτισμένα στό Χριστό, δηλαδή ὅλα τά ἔθνη πού εἶναι Ὀρθόδοξα;

ΣΕΒ. Ναί, αὐτό θέλω νά πῶ. Θέλω νά πῶ ὅτι πρῶτον, οἱ ἐπαναστάτες, οἱ ὁπλαρχηγοί εἶχαν τήν αἴσθηση τῆς Ρωμηοσύνης, πίστευαν στόν Χριστό, στήν Ἐκκλησία, μέ κέντρο τό Πατριαρχεῖο· δεύτερον ὁ Καποδίστριας πού ἔρχεται ὡς πρῶτος Κυβερνήτης πάλι ἔχει αὐτή τήν συνείδηση γι’ αὐτό ὑποβάλλει στόν Τσάρο αὐτό τό σχέδιο δημιουργίας ἡμιαυτόνομων Κρατῶν μέ πρωτεύουσα τήν Κωνσταντινούπολη· ἔρχεται ὁ Ἰωάννης Κωλέττης τό 1844 καί δημιουργεῖ τήν Μεγάλη Ἰδέα, ὑπάρχει αὐτή ἡ Μεγάλη Ἰδέα, δηλαδή ἀκόμη καί τέταρτον ὁ Ὄθων καλλιεργεῖ αὐτήν τήν Μεγάλη Ἰδέα, καί ἴσως εἶναι μία αἰτία, τό λένε αὐτό πολλοί, γιά τήν ὁποία τόν ἐκθρόνισαν. Καί τόν Καποδίστρια τόν σκότωσαν, ἐπειδή ὁ Καποδίστριας εἶχε αὐτήν τήν ἄποψη, νά ἐπεκταθῆ τό νέο Κράτος μέ πρωτεύουσα τήν Κωνσταντινούπολη. Ἔρχεται ὁ Ὄθων τόν ὁποῖον ἐκθρόνισαν, γιατί εἶχε ὄντως τήν Μεγάλη Ἰδέα. Ἄν δῆτε μερικά βιβλία τά ὁποῖα ἔχουν δημοσιευθῆ γιά τόν Ὄθωνα, θά δῆτε ὅτι μέχρι τέλους εἶχε τήν ἄποψη αὐτή, ὅτι δέν πρέπει ἐμεῖς νά μείνουμε στά στενά ὅρια τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά πρέπει νά ἐπεκταθοῦμε.

Καί ἔπειτα ἔρχεται ὁ Βασιλεύς Γεώργιος ὡς Βασιλεύς τῶν Ἑλλήνων τό 1863 καί ὄχι ἁπλῶς τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά τῶν Ἑλλήνων καί ἔλεγαν, αὐτοί εἶστε οἱ Ἕλληνες πέρα ἀπό αὐτήν τήν ἐπικράτεια δέν ὑπάρχουν Ἕλληνες, εἶναι Γραικοί, δέν ὑπάρχουν Ἕλληνες πρός ἀπελευθέρωση, οἱ ἐκτός τῆς Ἑλλάδος εἶναι Γραικοί, εἶναι Ρωμηοί.

 

Α.Μ. Ὁπότε στενεύουν τά ὅρια καί ἐξυπηρετοῦνται τά συμφέροντα τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, ὅπως πολλές φορές στήν ἱστορία τό βλέπουμε, ἐπανέρχεται ξανά καί ξανά. Συγγνώμη πού σᾶς διέκοψα, Σεβασμιώτατε, ἔχουμε περίπου δύο λεπτά στήν διάθεσή μας γιά νά ὁλοκληρώσουμε αὐτήν τήν συζήτηση. Πολλά καί ἐνδιαφέροντα μᾶς εἴπατε καί βέβαια μᾶς δίνετε καί τήν ἀφορμή νά μελετήσουμε, νά διαβάσουμε πολύ περισσότερο τά γεγονότα, ψάχνοντάς τα καί διαβάζοντάς τα μέσα ἀπό τίς πηγές τους.

ΣΕΒ. Ναί, εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό νά διαβάσουμε μέσα ἀπό τίς πηγές, ὄχι γιά νά γίνη ἡ ἐθναποδόμηση. Γιατί ὑπάρχουν μερικοί σύγχρονοι ἱστορικοί πού προσπαθοῦν νά ἀποδομήσουν τήν ἱστορία, ἀλλά πρέπει νά τά βλέπουμε μέσα ἀπό τήν Ρωμηοσύνη. Νά δοῦμε τί ἦταν τελικά αὐτή ἡ Ρωμηοσύνη, καί γιατί οἱ ξένες δυνάμεις ἤθελαν νά τήν καταργήσουν καί δημιούργησαν αὐτά τά ἀνεξάρτητα Κρατίδια, καί ἀργότερα τήν διέλυσαν μέ τήν Μικρασιατική Καταστροφή; Τί εἶναι αὐτή ἡ Ρωμηοσύνη; Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση μέ τήν ἑλληνικότητα.

Τώρα, μέ τήν ἀνεξαρτησία τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους δημιουργήθηκε μία πραγματικότητα, δέν θά ἐπανέλθουμε στά παλιά. Ὁπότε τώρα τί πρέπει νά κάνουμε ἀπό δῶ καί στό ἑξῆς; Θά πρέπει νά παραμείνουμε σέ αὐτή τήν φιλοκαλική παράδοση, ἡ ὁποία ἐνέπνευσε καί κράτησε τούς Ρωμηούς στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί στήν ἑλληνική συνείδηση. Νά παραμείνουμε σέ αὐτήν τήν παράδοση, στό πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης, νά δοῦμε πῶς θά συγκροτηθοῦμε τώρα καί πῶς ζώντας στήν Εὐρώπη φυσικά -δέν μπορεῖ κανείς νά καταργήση αὐτήν τήν πραγματικότητα- νά δοῦμε καί πῶς στήν Εὐρώπη ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἔχουν τέτοιες παραδόσεις καί ἐπιστρέφουν καί στήν Ὀρθοδοξία, νά δοῦμε κι ἄλλους Ρωμηούς πού ὑπάρχουν στήν Εὐρώπη καί στήν Ἀνατολή. Ἑπομένως, νά μήν σταθοῦμε ἁπλῶς στό ὅτι ἀποκτήσαμε τήν ἐλευθερία μας, γίναμε Κράτος καί τελειώσαμε. Θά παραμείνουν τά ὅρια αὐτά, αὐτό εἶναι τό Κράτος, τό Ἑλληνικό Κράτος, δέν ἔχουμε καμμία ἐπεκτατικότητα, ἀλλά πρέπει νά δοῦμε τό πνεῦμα τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, τό πνεῦμα τῶν Ρωμηῶν στά 400, 500 καί 600 χρόνια σκλαβιᾶς καί νά παραμείνουμε σέ αὐτό τό πνεῦμα ζώντας μέσα στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί μεταδίδοντας Ὀρθοδοξία, Χριστό, Ἐκκλησία.

 

Α.Μ. Ἐμεῖς θά θέλαμε πολύ νά σᾶς εὐχαριστήσουμε, Σεβασμιώτατε, γιά ὅσα μᾶς εἴπατε σήμερα, ἦταν πολύ ἐνδιαφέροντα καί νομίζω ὅτι δίνουν στόν καθένα μας ἀφορμή νά δῆ ξανά τά γεγονότα αὐτά καί, γιατί ὄχι, ἴσως χρειάζεται νά αὐτοπροσδιοριστοῦμε, νά ξεκινήσουμε πάλι ἀπό τήν ἀρχή.

ΣΕΒ. Νά εἶστε καλά, δέν μπορεῖ βέβαια κανείς νά ἀναλύση ὅλα αὐτά σέ λίγα λεπτά, ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἁπλῶς τόνισα μερικές πραγματικότητες.

 

Α.Μ.Ἔχετε δίκιο, Σεβασμιώτατε, πραγματικά θά μπορούσαμε πολλή ὥρα νά μιλήσουμε γιά τό θέμα αὐτό. Θέλουμε πολύ νά σᾶς εὐχαριστήσουμε πού ἀξιοποιήσατε τό χρόνο μέ τόν καλύτερο τρόπο.Καλή σας μέρα.

ΣΕΒ. Να εἶστε καλά, εὐχαριστῶ πάρα πολύ.–