Skip to main content

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Εἰσήγηση Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου - Ὁ Τριαδικός Θεός καί ὁ ἄνθρωπος

 Ὁ Τριαδικός Θεός –ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα– δημιούργησε τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο, κατά τήν εὔστοχη φράση τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου «ὁ Πατήρ, δι’ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ποιεῖ τά πάντα». Ἑπομένως, ὑπάρχει στενή σχέση μεταξύ Τριαδολογίας καί ἀνθρωπολογίας.

Τά θέματα αὐτά, ἤτοι τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου δέν πρέπει νά τά ἐξετάζουμε ἀπό πλευρᾶς φιλοσοφίας, ψυχολογίας, κοινωνιολογίας, ἀλλά πάντοτε μέσα ἀπό τήν ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων. Ὁ στοχασμός, δηλαδή οἱ σκέψεις μέ βάση τήν λογική καί τήν φαντασία, δέν πρέπει νά εἰσέρχωνται στά θέματα αὐτά.

Ἀναγκαστικά τά ὅσα θά ἀναπτύξω στήν συνέχεια, μέσα στά στενά χρονικά πλαίσια τοῦ προγράμματος, εἶναι περιληπτικά καί δέν ἐξαντλοῦν τό θέμα.

1. Τριαδικός Θεός

Ὑπάρχει μιά διδασκαλία ὅτι ὁ Χριστός ἀπεκάλυψε τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γνωστόν ὅτι καί στήν Παλαιά Διαθήκη οἱ Προφῆτες εἶχαν γνώση τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅμως μέ τήν καθαρή γνώση πού ἀπέκτησαν οἱ Ἀπόστολοι μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ.

Ὅταν διαβάση κανείς προσεκτικά τήν Παλαιά Διαθήκη, θά δῆ ὅτι ἀλλοῦ γίνεται λόγος γιά Θεό, ἀλλοῦ γιά Γιαχβέ, ἀλλοῦ γιά Πνεῦμα Κυρίου. Ἀκόμη γίνεται λόγος γιά Θεό, γιά Κύριο τῆς δόξης, γιά Πνεῦμα Κυρίου. Αὐτή εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, πού φαίνεται καθαρά στήν δοξολογία τῶν Σεραφείμ, κατά τήν θεωρία πού εἶχε ὁ Προφήτης Ἡσαΐας: «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ» (Ἡσ. στ΄, 1-3). Τρεῖς φορές λέγεται τό ἅγιος καί μιά φορά τό Κύριος.

Ὁ Γιαχβέ, ὁ ἄγγελος τῆς δόξης, πάντοτε ἐμφανίζεται στούς Προφῆτες καί Αὐτός τούς μεταφέρει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Γιαχβέ δέν ἐνεργεῖ ἀνεξάρτητα ἀπό τόν Θεό καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά οἱ Προφῆτες πάντοτε ἔβλεπαν τόν Γιαχβέ, τόν Ἄσαρκο Λόγο. Ἀργότερα, αὐτός ὁ Γιαχβέ, ὁ Ἄσαρκος Λόγος ἔγινε σεσαρκωμένος, δηλαδή σαρκώθηκε γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, κατά τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καί ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν. καί ἐθεασάμεθα τόν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρά πατρός, πλήρης χάριτος καί ἀληθείας» (Ἰω. α΄, 14).

Ἡ δόξα τοῦ Λόγου εἶναι τό Φῶς τοῦ Λόγου, ἡ θεότητά Του, πού φανερώνεται ὡς Φῶς. Αὐτό φαίνεται καθαρά στό ὄρος Θαβώρ, ὅταν τό πρόσωπο τοῦ Λόγου «ἔλαμψε ὡς ὁ ἥλιος», ἀλλά συγχρόνως ἀκούστηκε ἡ φωνή τοῦ Πατρός πού ἦταν δυνατή λάμψη, καί ἡ φωτεινή Νεφέλη ἐπεσκίασε τούς Μαθητές, πού εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἔτσι, τόν Τριαδικό Θεό, πού στήν Παλαιά Διαθήκη οἱ Προφῆτες ὀνόμαζαν Θεό - Γιαχβέ, Ἄσαρκο Λόγο - Πνεῦμα Κυρίου, ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ὀνόμασε Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα. Μέ τήν νέα πληρέστερη ἀποκάλυψη πού ἔκανε ὁ Χριστός, ὁ Θεός ὀνομάστηκε Πατέρας, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ὑπάρξεως τῶν δύο ἄλλων, ὁ Γιαχβέ ὀνομάσθηκε Λόγος καί Υἱός, καί τό Πνεῦμα Κυρίου ὀνομάσθηκε Πνεῦμα ἀληθείας, Πνεῦμα Ἅγιον. Πρόκειται γιά μιά ἀλλαγή ὁρολογίας μέ εἰκόνες ἀπό τήν κτιστή πραγματικότητα, γιά νά δηλωθῆ ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ ἀπό τόν Πατέρα καί ἡ ἐκπόρευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό τόν Πατέρα καί ἡ ἀποστολή Του διά τοῦ Υἱοῦ.

Στήν ἐμπειρία τῆς θεοπτίας δέν βλέπει κανείς Πατέρα, πού γεννᾶ τόν Υἱό καί ἐκπορεύει τό Πνεῦμα, ἀλλά βλέπει τρία Φῶτα, πού εἶναι ἡ δόξα-λάμψη τῆς θεότητος, γι’ αὐτό καί ἡ θεοπτία λέγεται ἔλλαμψη. Αὐτήν τήν ὁμολογία τήν συναντᾶμε στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου γίνεται διαρκής λόγος γιά Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα. Δέν ὑπάρχει διαφορά στήν ἐμπειρία τῆς Τριαδικότητας τοῦ Θεοῦ μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, ἀλλά ὑπάρχει διαφορά ὁρολογίας.

Στούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας παρατηροῦμε μιά διαφοροποίηση τῆς ὁρολογίας, ἤτοι ὁ Τριαδικός Θεός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (Θεός, Γιαχβέ, Πνεῦμα Κυρίου) καί ὁ Τριαδικός Θεός τῆς Καινῆς Διαθήκης (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα), χαρακτηρίζονται Πρόσωπα, ἤτοι τρία Πρόσωπα (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα) τρεῖς ὑποστάσεις, μία οὐσία-φύση καί μία ἐνέργεια. Τό κοινό Φῶς χαρακτηρίζεται ἐνέργεια, ἡ πηγή ἀπό τήν ὁποία προέρχεται τό Φῶς, λέγεται οὐσία-φύση. Αὐτό ἔγινε γιά νά ἀντιμετωπισθοῦν οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι χρησιμοποιώντας ἀριστοτελική-φιλοσοφική ὁρολογία ἀλλοίωναν τήν ἀποκαλυπτική ἀλήθεια τῆς Τριαδικότητας τοῦ Θεοῦ.

Ὅμως, στήν ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας διατηροῦνται ὅλες οἱ ὁρολογίες, γιατί ὑπάρχει ἴδια ἐμπειρία στούς Προφῆτες, τούς Ἀποστόλους, τούς Πατέρες. Σέ ἄλλα τροπάρια γίνεται λόγος γιά ἄσαρκο καί σεσαρκωμένο Λόγο, σέ ἄλλα τροπάρια ψάλλουμε γιά Πατέρα, Υἱό καί Ἅγιο Πνεῦμα, σέ ἄλλα τροπάρια ψάλλουμε γιά τρία Πρόσωπα-Ὑποστάσεις καί γιά οὐσία-φύση καί ἐνέργειες, σέ ἄλλα τροπάρια ψάλλουμε γιά τρία Φῶτα, καί σέ ἄλλα τροπάρια γίνεται συνδυασμός μεταξύ αὐτῶν. Γιά παράδειγμα, σέ κάποια τροπάρια ψάλλουμε: «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καί τό Ἅγιον Πνεῦμα».

Ἔτσι, χρησιμοποιοῦνται ὅλες αὐτές οἱ ὁρολογίες πού εἶναι ὁ πλοῦτος τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ἀλλά ὅπως μᾶς διαβεβαιώνουν «οἱ πείρᾳ μεμυημένοι», οἱ «πάσχοντες τά θεῖα καί οὐ διανοούμενοι», οἱ ὁποῖοι φθάνουν στήν θεία ἐποψία, κατά τήν ἐμπειρία τους βλέπουν τρία Φῶτα, δέν βλέπουν Πατέρα, Υἱό καί Ἅγιον Πνεῦμα, δέν βλέπουν τρεῖς ὑποστάσεις, τρία πρόσωπα, δηλαδή τήν ὁρολογία αὐτή, ὅπως τά ὀνομάζουμε ἀπό τήν κτιστή πραγματικότητα. Γιατί ἄλλο εἶναι ἡ θεοπτική ἐμπειρία πού γίνεται μέ ἄκτιστα ρήματα καί ἄλλο εἶναι ἡ καταγραφή τῆς ἐμπειρίας πού γίνεται μέ κτιστά ρήματα, νοήματα καί εἰκονίσματα.

Αὐτήν τήν θεολογική ἀλήθεια τήν συναντᾶμε καί στήν διδασκαλία τῶν Πατέρων. Ὑπάρχει μιά καταπληκτική προσευχή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ στήν ὁποία παρουσιάζεται αὐτή ἡ πραγματικότητα.

2. Ὁ ἄνθρωπος

Ὅπως προαναφέρθηκε, ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ποτέ ὁ Τριαδικός Θεός δέν ἐνεργεῖ αὐτόνομα, δηλαδή κάθε Πρόσωπο δέν ἐνεργεῖ μόνο Του, ἀλλά πάντοτε ἐνεργεῖ ἑνωμένο μέ τά ἄλλα Πρόσωπα. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Γιά τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καθοριστικές δύο φράσεις πού δείχνουν τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος καί ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς δημιουργίας του. Γράφεται στό βιβλίο τῆς Γενέσεως: «ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γεν. α΄, 26). Τό ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, καίτοι ὁ ἄνθρωπος ἔγινε ἀπό τόν Τριαδικό Θεό, εἶναι ὁ Λόγος, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αὐτήν τήν ἔννοια ἔχει ἡ διαφορά τῶν φράσεων «εἰκών Θεοῦ» καί «κατ’ εἰκόνα» Θεοῦ. Ἀπαράλλακτος εἰκόνα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ὅς (ὁ Λόγος) ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. δ΄, 4), «ὅς ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» (Κολ. α΄, 15). Ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, δηλαδή εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Λόγος εἶναι τό ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου.

Αὐτό τεκμαίρεται ἀπό τό ὅτι ἐνηνθρώπησε ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο, καί δέν ἐνηνθρώπησαν τά ἄλλα Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αὐτό ἔγινε, πρῶτον γιατί ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε πρό πάντων τῶν αἰώνων ἀπό τόν Πατέρα, καί Αὐτός ἔπρεπε ἐν χρόνῳ νά γεννηθῆ ἀπό παρθένο μητέρα, ὥστε νά παραμείνη ἀκίνητο τό ὑποστατικό ἰδίωμα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ (τό γεννητό), ὁ Ὁποῖος Λόγος ἦταν τό ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, καί γι’ αὐτό Αὐτός ἔπρεπε νά γίνη καί τό ἀρχέτυπο τῆς ἀναδημιουργίας του.

Ἐπειδή, ὅμως, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ δέν ἐνεργεῖ ἀποκεκομμένα ἀπό τά ἄλλα Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀφοῦ κοινή εἶναι ἡ ἐνέργεια, ἡ βούληση, ἡ θέληση τῶν Τριῶν Προσώπων, γι’ αὐτό μέσα στόν ἄνθρωπο, ὅπως καί σέ ὅλη τήν κτίση, ὑπάρχουν τά εἰκονικά «ὑποδείγματα» τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἤτοι ὁ νοῦς, ὁ λόγος καί τό πνεῦμα. Ὅμως, ἐνῶ ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι τρία ἰδιαίτερα Πρόσωπα –Νοῦς, Λόγος καί Πνεῦμα– ἐν τούτοις ὁ νοῦς, ὁ λόγος καί τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι πρόσωπα, ὑποστάσεις, ἀλλά ἐνέργειες τῆς ψυχῆς. Τό σημαντικό εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀρχέτυπο τῆς δημιουργίας του τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος γιά τήν σωτηρία του ἔγινε Χριστός, ἤτοι ἐχρίσθη ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν θεία φύση.

Τό κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μετοχή στήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἐφ’  ὅσον ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι τρία Φῶτα, γι’ αὐτό καί ὁ ἄνθρωπος ὡς κατ’  εἰκόνα καί καθ’  ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, κλήθηκε νά μετάσχη τοῦ Φωτός. Κατά τήν ἐνσάρκωση τοῦ Χριστοῦ, ὅπως φάνηκε στό ὄρος Θαβώρ, ἔλαμψε τό Πρόσωπό Του ὡς ὁ ἥλιος καί τά ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά «ὡς τό φῶς», πράγμα τό ὁποῖο δείχνει καθαρά τί εἶναι τό κατ’ εἰκόνα καί τό καθ’ ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ δοξάστηκε, ἔτσι πρέπει νά γίνη γιά τόν ἄνθρωπο, γιά νά ἐκπληρώση τόν σκοπό τῆς δημιουργίας του.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐπιμένουν πολύ στό νά τονίζουν τούς βιβλικούς ὅρους κατ’  εἰκόνα καί καθ’  ὁμοίωσιν, γιατί θέλουν νά τονίσουν τήν θεολογική σημασία τῆς δημιουργίας καί τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος Λουγδούνου γράφει ὅτι μέσα στόν ἄνθρωπο ὑπάρχουν ρυθμοί καί ὁρμή, ὥστε ὁ γεννητός καί πεπλασμένος ἄνθρωπος κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ νά φθάση στόν δοξασμό καί νά δῆ τόν Δεσπότη του. Αὐτός ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου γίνεται «τοῦ μέν Πατρός εὐδοκοῦντος καί κελεύοντος, τοῦ δέ Υἱοῦ πράσσοντος καί δημιουργοῦντος, τοῦ δέ Πνεύματος τρέφοντος καί αὐξάνοντος», ἀλλά καί «τοῦ ἀνθρώπου ἠρέμᾳ προκόπτοντος, καί πρός τέλειον ἀρχομένου».

Ἑπομένως, τούς ὅρους κατ’  εἰκόνα καί καθ’  ὁμοίωσιν χρησιμοποιοῦν κατ’ ἐξοχήν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, γιατί αὐτοί οἱ ὅροι ἐξυπηρετοῦν τόν θεολογικό σκοπό τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Δέν χρησιμοποιοῦν γιά τόν ἄνθρωπο τούς ὅρους πρόσωπο-ὑπόσταση, τούς ὁποίους ὅμως χρησιμοποιοῦν γιά τόν Τριαδικό Θεό καί ἔχουν τήν ἰδιαίτερη σημασία πού εἴδαμε προηγουμένως. Ἄν σέ κάποια σημεῖα τῆς πατερικῆς διδασκαλίας φαίνεται ὅτι χρησιμοποιοῦνται οἱ λέξεις πρόσωπο-ὑπόστασις, τότε αὐτές οἱ λέξεις χρησιμοποιοῦνται μέ τήν ἔννοια τῆς ὕπαρξης, γιατί οἱ λέξεις αὐτές στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό ἀποδίδονται καί στά ζῶα, καί πάντως ποτέ οἱ Πατέρες δέν κάνουν θεολογική ἀνάλυση αὐτῶν τῶν ὅρων γιά τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἀποδίδουν κατ’ ἐξοχήν τούς ὅρους πρόσωπο-ὑπόσταση-οὐσία στόν Θεό, ἐνῶ γιά τούς ἀνθρώπους χρησιμοποιοῦν τούς ὅρους κατ’  εἰκόνα καί καθ’  ὁμοίωσιν καί πάνω σέ αὐτούς στηρίζουν ὅλη τήν θεολογία περί τοῦ ἀνθρώπου.

Εἶναι νεώτερο ἐφεύρημα καί νεώτερη διδασκαλία τό νά γίνεται λόγος γιά τόν ἄνθρωπο ὅτι εἶναι πρόσωπο, ὑπόσταση. Αὐτή ἡ νοοτροπία τῶν νεωτέρων θεολόγων προῆλθε ἀπό τήν ὑπαρξιακή φιλοσοφία, ὅπως τήν εἰσήγαγαν στήν ὀρθόδοξη θεολογία οἱ Ρῶσοι θεολόγοι, καί οἱ δικοί μας τήν μετέφεραν στόν ἑλλαδικό χῶρο. Γι’ αὐτό ἡ φράση ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο, ἡ διαφορά μεταξύ προσώπου καί ἀτόμου, ἡ φράση «ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου» κ.ἄ. εἶναι ξένες πρός τήν πατερική παράδοση, καί μάλιστα τήν ὑπονομεύουν γιά νά ἐξυπηρετήσουν ὑπαρξιακούς, οὑμανιστικούς καί κοινωνικούς σκοπούς. Γι’  αὐτό πρέπει ὡς ὀρθόδοξοι θεολόγοι νά παραμένουμε στούς ὅρους κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση, νά χρησιμοποιοῦμε τόν ὅρο ἄνθρωπο καί νά μήν ἀντικαθιστοῦμε τήν λέξη ἄνθρωπο μέ τήν λέξη πρόσωπο.

Πάντως, ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, πού θεωρεῖται ὡς φιλοσοφικότερος τῶν Πατέρων, ὅταν παρακλήθηκε νά ὁμιλήση ποιός εἶναι ὁ τέλειος βίος, παρουσίασε ὡς τέλειον βίο, ὡς τέλειον ἄνθρωπο τόν Προφήτη Μωϋσῆ, ὁ ὁποῖος διά τῆς καθάρσεως καί τοῦ φωτισμοῦ ἀνέβηκε στό ὄρος Σινᾶ, καί ἔζησε μέσα στόν γνόφο σαράντα ἡμέρες καί νύκτες καί ἔγινε θεόπτης καί μέγας θεολόγος.

3. Διαφορά μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ

Εἶναι βασική διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὑπάρχει διαφορά μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ, καμμία ὁμοιότητα δέν ὑπάρχει μεταξύ τους. Τό ἄκτιστο εἶναι ἀΐδιο, ἐνῶ τό κτιστό ἔρχεται στό ὄν ἀπό τό μή ὄν, εἶναι δημιούργημα. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα πρό πάντων τῶν αἰώνων, καί εἶναι Ὤν, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό σέ μιά δεδομένη στιγμή. Ἔτσι, δέν ὑπάρχει ὁμοιότητα μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ, ὁ δημιουργός εἶναι ἄκτιστος, τό δημιούργημα εἶναι κτιστό.

Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο δέν μποροῦμε ὅ,τι γίνεται στόν Θεό νά τό ἀποδίδουμε στόν ἄνθρωπο, δέν ἰσχύει στήν περίπτωση αὐτή τό analogia entis, γιατί αὐτή ἡ διδασκαλία τῆς σχολαστικῆς θεολογίας προέρχεται ἀπό τήν πλατωνική φιλοσοφία περί τοῦ κόσμου τῶν ἰδεῶν, μέ τήν ἔννοια ὅτι ὅ,τι ὑπάρχει στόν κόσμο, ὅπως καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἀντίγραφο τοῦ κόσμου τῶν ἰδεῶν.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀναφερόμενος στά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, γράφει ὅτι οἱ τρεῖς θεῖες ὑποστάσεις συνδέονται μεταξύ τους καί περιχωροῦν ἡ μία στήν ἄλλη «φυσικῶς, ὁλικῶς, ἀϊδίως καί ἀνεκφοιτήτως (ἀμεταδότως)», συγχρόνως δέ «ἀφύρτως καί ἀσυγχύτως», ὥστε μία νά εἶναι καί ἡ ἐνέργειά τους «ὅπερ ἐπ’ οὐδενός ἄν τις εὕροι τῶν κτιστῶν». Θά πρέπει νά ὑπογραμμισθῆ αὐτή ἡ ἀλήθεια ὅτι ὅ,τι γίνεται στίς θεῖες ὑποστάσεις, στό πῶς ἑνώνονται μεταξύ τους, δέν μπορεῖ κανείς νά τά βρῆ σέ κανένα κτιστό, ἑπομένως οὔτε καί στόν ἄνθρωπο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά χρησιμοποιήση τήν θεολογία περί ἑνώσεως καί διακρίσεως τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅτι ἔχουν κοινή οὐσία-φύση καί ἰδιαίτερες ὑποστάσεις καί ὑποστατικά ἰδιώματα, γιά νά ἑρμηνεύση τόν ἄνθρωπο καί τήν σχέση του μέ τόν συνάνθρωπό του.

Στήν συνέχεια, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἐξηγεῖ  ὅτι στόν Τριαδικό Θεό μία εἶναι ἡ ἐνέργεια καί ἡ βούληση, μία εἶναι ἡ κίνηση τοῦ θείου βουλήματος, πού ξεκινᾶ ἀπό τόν Πατέρα ὡς προκαταρκτικό αἴτιο, προχωρεῖ διά τοῦ Υἱοῦ καί ἐκδηλώνεται στό Ἅγιον Πνεῦμα. Στούς ἀνθρώπους ὅμως δέν συμβαίνει αὐτό, «ἀλλά ἑκάστης ὑποστάσεως καθ’  ἑαυτήν ἐνεργούσης ἰδία καί ἡ ἐνέργεια» (8, σελ. 210).

Αὐτό σημαίνει ὅτι στόν Τριαδικό Θεό ἡ ἐνέργεια τῆς βουλήσεως δέν εἶναι κίνηση τῆς ὑποστάσεως, ἀλλά κίνηση τῆς φύσεως πού εἶναι κοινή σέ ὅλα τά Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Δέν ἔχει ἄλλη βούληση ὁ Πατήρ, ἄλλη ὁ Υἱός καί ἄλλη τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἀλλά κοινή εἶναι ἡ βούληση τῶν Προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος. Στούς ἀνθρώπους, ὅμως, συμβαίνει τό ἀντίθετο, ἀφοῦ κάθε ἄνθρωπος ἔχει τήν δική του βούληση πού διαφέρει ἀπό τήν βούληση τῶν ἄλλων. Δέν ἔχουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἴδια θέληση-βούληση, ὅπως συμβαίνει στόν Τριαδικό Θεό. Γι’ αὐτό καί δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι πρόσωπο, ὅπως συμβαίνει στόν Τριαδικό Θεό.
Ὁ ἁγιογράφος Ἰωάννης Βράνος παρουσίασε αὐτή τήν ἀλήθεια μέ ἕναν πίνακα. Στό πάνω μέρος τοῦ πίνακος γράφεται· «ἡ θεϊκή φύση», ἄν καί εἶναι ἄγνωστη, ἀλλά τό κάνει συγκαταβατικά, ὡς ἕνα ὁμοιόμορφο παραλληλόγραμμο σχῆμα μέσα στό ὁποῖο γράφει τά ὀνόματα Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα, ἀφοῦ ἔχουν κοινή φύση καί ἐνέργεια, ὁπότε, γράφει «ἡ θεϊκή Φύση εἶναι ἄτμητη, κοινή τῶν τριῶν Προσώπων». Στό κάτω μέρος τοῦ πίνακος γράφει: «ἡ ἀνθρώπινη φύση» καί ζωγραφίζει ὀκτώ ἀνθρώπους διαφόρων ἡλικιῶν, πού ἀνήκουν σέ διαφορετικούς χρόνους ἡλικίας καί γράφει: «ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι τεμαχισμένη σέ ἄτομα, σέ ἀνθρώπους».

Σέ ἄλλον πίνακα εἰκονίζει τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί τίς κτιστές ἐνέργειες τῶν ἀνθρώπων. Στό πάνω μέρος ζωγραφίζει τίς ἐνέργειες πού ἐξέρχονται ἀπό τήν οὐσία καί μέσα στήν οὐσία (κατ’ οἰκονομίαν) γράφει τά ὀνόματα Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιον Πνεῦμα καί σημειώνει: «Ἀπό τήν ἄκτιστη Φύση τοῦ Θεοῦ πηγάζουν οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες. Ἐπειδή ἡ Φύση εἶναι κοινή τῶν Τριῶν Προσώπων καί οἱ ἐνέργειες τῆς Φύσης εἶναι κοινές τῶν τριῶν προσώπων». Στό κάτω μέρος τοῦ πίνακα γράφει: «οἱ κτιστές ἐνέργειες» καί ζωγραφίζει δύο ἀνθρώπους πού εἶναι χωριστά μεταξύ τους καί κάνουν διαφορετικό ἔργο, δηλαδή ἔχουν διαφορετικές ἐνέργειες καί σημειώνει: «Ἐπειδή ὁ κάθε ἄνθρωπος ἔχει δική του ἰδιαίτερη φύση, ἀτομική, αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά ἔχουμε καί ἰδιαίτερες ἀτομικές ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες πηγάζουν ἀπό τήν δική μας φύση. Ἐνῶ ὁ ἕνας γράφει, ὁ ἄλλος σκάβει».

Ἀπό αὐτά πού παρουσιάσθηκαν πολύ περιληπτικά καί σύντομα ἐξάγεται τό συμπέρασμα ὅτι δέν πρέπει νά προσαρμόζουμε ἐπακριβῶς στόν ἄνθρωπο ὅ,τι γίνεται στόν Θεό. Ὁ Τριαδικός Θεός εἶναι Θεός, Γιαχβέ, Πνεῦμα Κυρίου· Πατήρ, Υἱός, Ἅγιον Πνεῦμα· τρία Πρόσωπα, μία οὐσία, μία δόξα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση Θεοῦ καί ὄχι πρόσωπο πού ἐνδιαφέρεται γιά τήν κατοχύρωση τῶν δικαιωμάτων καί τήν «ἀξιοπρέπεια καί τήν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου του». Πρέπει νά θεολογοῦμε παραδοσιακά καί ὄχι νά φιλοσοφοῦμε κοινωνιολογικά, ὑπαρξιακά καί στοχαστικά.–

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου

Ἐν Ἀθήναις τῇ 2α Ὀκτωβρίου 2015

Χαιρετισμός γιά τά 20 χρόνια Ἀρχιερατείας τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου καί τήν σύγκληση Συνεδρίου μέ θέμα «Θεολογία καί Ποιμαντική»

Χαιρετίζω τόν ἑορτασμό τῶν 20 χρόνων ἀρχιερατείας τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κου. Ἱεροθέου καί τήν σύγκληση τοῦ Συνεδρίου μέ θέμα «Θεολογία καί Ποιμαντική».

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. ἹερωνύμουΑὐτή τήν ὥρα δέν μπορῶ παρά νά θυμηθῶ τίς παύλειες ὑποδείξεις καί ἀπαιτήσεις γιά τόν Ἐπίσκοπο. Ὁ Ἐπίσκοπος πρέπει νά εἶναι νηφάλιος, σώφρων, κόσμιος, διδακτικός. Νά εἶναι δίκαιος, ἐγκρατής, ἀντεχόμενος τοῦ κατά τήν διδαχήν πιστοῦ λόγου, διδάσκαλος τῆς ὑγιαινούσης πίστεως. (Ἐπιστολές πρός Τιμόθεον καί πρός Τίτον). Εἶναι μεγάλη ἡ χαρά τῆς Ἐκκλησίας, πραγματική ἑορτή, ὅταν βεβαιώνεται ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος πληροῖ τά παραπάνω χαρακτηριστικά. Ἡ 20ετής παρουσία τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἱεροθέου στήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀποτελεῖ μεγάλο πνευματικό πλοῦτο. Ἔχει ἤδη ἀφήσει ἀγαθό τό στίγμα του, τόσο ὡς ποιμένας Μητροπολίτης, ὅσο καί ὡς διδάσκαλος τῆς Θεολογίας. Ἡ σοβαρή ἐνασχόλησή του μέ τόν θησαυρό τῆς πατερικῆς γραμματείας, ἡ ἀνάδειξη καί προβολή τῆς ὀρθοδόξου πνευματικότητας, καθώς καί ἡ ἀρχιερατική του δράση στήν ἐπαρχία του, προσδίδουν στήν ποιμαντορία του μυσταγωγικά χαρακτηριστικά, καί στή θεολογική του ἐνασχόληση τή σοφία τῆς ποιμαντικῆς πράξης, τῆς ἱερῆς ἀγωνίας τοῦ πατέρα γιά κάθε ψυχή, γιά τόν πολύμορφο ἀγῶνα κάθε ἀνθρώπου. Ὁ Σεβασμιώτατος εἶναι ἄνθρωπος μέ ἱερό πάθος γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀγαπᾶ καί προβάλλει τούς ἁγίους. Χαράσσει καί δείχνει μέ τό λόγο του καί μέ τήν ἐν γένει ἀρχιερατική του διακονία τήν ἀνηφορική καί ἁγιασμένη πορεία πρός τήν καθαρή ζωή, πρός τή φωτισμένη ζωή, πρός τήν θεωμένη ζωή.

Ἐξάλλου τό Συνέδριο πού λαμβάνει χώρα μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τῶν 20 χρόνων ποιμαντορίας τοῦ Σεβασμιωτάτου δέν θά μποροῦσε παρά νά συνοψίζει αὐτούς τούς δύο ἄξονες τῆς πνευματικῆς ζωῆς κάθε χριστιανοῦ καί ἰδιαζόντως τοῦ τιμωμένου ἀδελφοῦ, τήν Θεολογία καί τήν Ποιμαντική.

Εὔχομαι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός νά χαρίζει στόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου πολυετῆ καί ἀγλαόκαρπη τήν ἀρχιερατική διακονία, πρός ἁγιασμό τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί πρός ὀρθοτόμηση τῆς ὀρθόδοξης πίστης μας, νά εὐλογήσει δέ πλουσίως τίς ἐργασίες τοῦ παρόντος Συνεδρίου.

+  Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος
ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ Β΄

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Ἡγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους

Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου - Ἅγιον Ὄρος

Σεβασμιώτατον
Μητροπολίτην Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου
Κύριον Κον Ἱερόθεον

Σεβασμιώτατε Δέσποτα,

Κατά τήν σημερινή ἡμέρα τῶν σεπτῶν Ὀνομαστηρίων Σας καί ἐπί τῇ συμπληρώσει εἴκοσι ἐτῶν θεοφιλοῦς ἀρχιερατείας καί ποιμαντορίας, μαζί μέ ὅλη τήν Ἐκκλησία καί ἐμεῖς οἱ ἐλάχιστοι, εὐχαριστοῦμε τόν Ἀρχιποίμενα Χριστόν πού Σᾶς ἀξίωσε νά διανύσετε τήν εἰκοσαετία αὐτή μέ ὑγεία καί πλουσία καρποφορία τῶν ποιμαντικῶν καί θεολογικῶν Σας ἀγώνων καί κόπων.

Θά ἐνθυμηθοῦμε καθηκόντως μερικές ἀπό τίς ἐκφράσεις τοῦ μακαριστοῦ Γέροντός μας, Καθηγουμένου Γεωργίου, τίς ὁποῖες δικαίως ἀπηύθυνε σέ δεδομένη στιγμή πρός τό πρόσωπό Σας, διότι περιγράφουν μέ αὐθεντικότητα καί τά αἰσθήματά μας.

«Ἀφ’ ἧς δέ ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος Σᾶς ἀνέδειξεν εἰς τόν ὑπερμέγιστον βαθμόν τῆς ἀρχιερωσύνης καί ἡ Ἐκκλησία Σᾶς ἀνεβίβασεν εἰς τόν ὑψηλόν ἐπισκοπικόν θρόνον, διά νά ποιμαίνετε τόν λαόν τοῦ Θεοῦ, δέν ἐπαύσατε νά ἀγρυπνῆτε καί νά ἐκδαπανᾶσθε, ὑπέρ τῶν δικαιωμάτων Κυρίου Παντοκράτορος καί τῶν δικαίων στήριγμα τῆς ἀκραιφνοῦς θεολογίας τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας. Μέ τήν κοσμοῦσαν Ὑμᾶς σύνεσιν, μέ θεολογικήν βαθύνοιαν καί ποιμαντικήν διάκρισιν ἀγωνίζεσθε διά τά μεγάλα προβλήματα πού ἀπασχολοῦν τήν Ἐκκλησίαν.

Τιμῶμεν πέραν τούτων, Σεβασμιώτατε, καί τήν θεολογικήν Σας προσφοράν εἰς τήν Ἐκκλησίαν διά τε συγγραμμάτων καί διά τῆς ἐν γένει συμμετοχῆς Σας εἰς τάς θεολογικάς συζητήσεις καί ἀναζητήσεις. Γνωρίζομεν ὅτι ἀγωνίζεσθε νά προβάλετε τόν πλοῦτον τῆς Ὀρθοδόξου πατερικῆς θεολογίας, ὥστε ἡ Ἐκκλησία νά τρέφεται ἀπό αὐτήν καί ὄχι ἀπό ξενόφερτα νοησιαρχικά θεολογικά σχήματα.

Εἰς τήν γραμμήν αὐτήν Σᾶς κατηύθυνε, πιστεύομεν, καί ἡ μαθητεία παρά τόν μακαριστόν Γέροντά Σας, ἅγιον ἱεράρχην, Μητροπολίτην Ἐδέσσης κυρόν Καλλίνικον. Διά τῆς ὑπακοῆς Σας εἰς αὐτόν ἡ καρδία Σας ἐνεφορήθη ὄχι μόνον μέ ἀγάπην πρός τήν Ἐκκλησίαν καί τόν μοναχισμόν, ἀλλά καί μέ πόθον διά τήν θεολογίαν τῶν Ἁγίων Πατέρων. Διότι μόνον αὐτή ἡ θεολογία ἦτο ἱκανή νά ἑρμηνεύσῃ καί ἐκφράσῃ ὅ,τι βιωματικῶς εἴδατε καί παρελάβατε ἀπό τόν Γέροντά Σας».

Καί ἐμεῖς εὐχαριστοῦντες γιά τήν πολύπλευρη προσφορά Σας πρός τήν Ἐκκλησία καί συγχαίροντες εὐλαβῶς εὐχόμεθα ὁ Κύριος νά Σᾶς μακροημερεύῃ καί νά Σᾶς ἀναδεικνύῃ στήριγμα τῆς ἀκραιφνοῦς θεολογίας καί ἐκφραστή τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησιολογίας. Σύμπασα ἡ ἡμετέρα Ἀδελφότης ὑποβάλλει βαθύτατα σέβη καί υἱικάς εὐχάς.

Μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ 21ῃ Σεπτεμβρίου/4η Ὀκτωβρίου 2015
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου
Ἀρχιμανδρίτης Χριστοφόρος καί οἱ σύν ἐμοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Μητροπολίτου Ἰσπανίας κ. Πολυκάρπου

Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον
Ἱερὰ Μητρόπολις Ἰσπανίας καὶ Πορτογαλίας
καὶ Ἑξαρχία Μεσογείου Θαλάσσης

Πρός τήν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα,
τόν Μητροπολίτην Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεον
Εἰς Ναύπακτον Αἰτωλοακαρνανίας

Σεβασμιώτατε Δέσποτα καί πολυσέβαστε Γέροντα, Ἅγιε Ναυπάκτου!

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Μητροπολίτου Ἰσπανίας κ. ΠολυκάρπουΜέ πολλή χαρά ἔλαβα τήν ἐνημέρωσιν τῆς Ὑμετέρας πολυσεβάστου μοι Γεραρᾶς καί Περισπουδάστου Σεβασμιότητος σχετικά μέ τό Θεολογικό Συνέδριο πού θά πραγματοποιηθῆ στήν Ναύπακτο (Σάββατον 3.10.2015) καί τό ὁποῖο θά ἀσχοληθῆ μέ θέματα πού ἀντιμετωπίζει Αὕτη στό συγγραφικόν Αὐτῆς ἔργον, ἐκδήλωσις πού διοργανώνεται μέ τήν εὐκαιρία τῶν σεπτῶν Ὀνομαστηρίων Αὐτῆς (Κυριακή 4.10.2015) καί τήν συμπλήρωσιν εἰκοσαετίας καρποφόρου διακονίας στόν μεγαλώνυμο καί παλαίφατο Μητροπολιτικό Θρόνο τῆς κατά Ναύπακτον καί ἅγιον Βλάσιον παροικούσης Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ.

Συγχαίρω ἀπό καρδίας γιά τήν θεολογική καί ποιμαντική αὐτήν ἐκδήλωσιν καί εὔχομαι «καλήν ἐπιτυχίαν». Ἀκόμη περισσότερον, ὅμως, συγχαίρω τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα γιά τήν Ὀνομαστική Ἑορτή καί τήν συμπλήρωσιν εἰκοσαετίας ὅλης Ἀρχιερατικῆς διακονίας Αὐτῆς στόν Ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου μας. Ἡ Ὀνομαστική Ἑορτή καί ἐπέτειοι ἑνός Ἱεράρχου, ὅπως αὐτή τῆς Ὑμετέρας Σεβασμιότητος, δέν ἀφοροῦν μόνο τό πρόσωπον αὐτοῦ, ἀλλά ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία, Τοπική καί Καθολική.

Ὡς Ναυπάκτιος Ἱεράρχης τοῦ πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου μέ διακατέχει ὑπερηφάνεια σεμνοπρεπῆ, κατά τήν Παύλειον ρῆσιν, διότι Αὕτη κοσμεῖ τόν ἱστορικόν Ἐπισκοπικόν Θρόνον τῆς ἰδιαιτέρας πατρίδος μου Ναυπάκτου, τῆς ὄμορφης νύμφης τοῦ Κορινθιακοῦ καί καστρόπολης τῆς ἡρωϊκῆς Ρούμελης, τῆς ὁποίας γέννημα καί θρέμμα καί ὁσιακόν ἀνάστημα τυγχάνει ἡ ἁγία μορφή τοῦ Γέροντος Αὐτῆς.

Μέ τό πολύκαρπο καί καλλίκαρπο καί πλουσιώτατο συγγραφικό ἔργον Αὐτῆς ἔχει καταστήσει Αὕτη τόν Ἔπαχτόν μας γνωστόν εἰς τά πέρατα τῆς Οἰκουμένης. Πράγματι, ἐάν ἡ πόλις μας εἶναι γνωστή ὡς Lepanto ἀπό τήν περίφημη Ναυμαχία τοῦ 1571 μ.χ., ὡς Ναύπακτος εἶναι γνωστή περισσότερον ἀπό τόν ἄξιον Ποιμενάρχην καί Μητροπολίτην καί Πρόεδρον τῶν Ναυπακτίων Σεβασμιώτατον κ. Ἱερόθεον Βλάχον.

Καθ’ ὅλα αὐτά τά εἴκοσι ἔτη ἡ Ὑμετέρα Σεβασμιότητα ἐδοκιμάσθη στό δύσκολο χωνευτήριο τῆς λαχούσης εἰς Αὐτήν Θεοσώστου Ἐπαρχίας καί μέ τήν χάριν τοῦ Παναγάθου Θεοῦ ἐξῆλθεν ἀλώβητος καί πλέον δυνατός καί ἐνισχυμένος, γενόμενος παράδειγμα πρός μίμησιν, ἰδίως ἡμῶν τῶν νεωτέρων Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.

Καί παρά τό δύσκολον καί πτωχόν τῆς Μητροπόλεώς μας οὐδέποτε ἐσκέφθη Αὕτη νά ἀνταλλάξῃ αὐτήν μέ ἄλλην καλύτερη καί πλουσιώτερη Ἐπαρχία, μή ἐξαιρουμένου καί αὐτοῦ τούτου τοῦ εὐκλεοῦς Μητροπολιτικοῦ Θρόνου τῆς ἰδιαιτέρας Αὐτῆς πατρίδος, τοῦ 13ου στό Συνταγμάτιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου. Οὕτως Αὕτη δέν ἐδελεάσθη καί δέν ἀπεχωρίσθη τῆς μικρᾶς, πτωχῆς καί δυσκόλου Ναυπακτίδος Νύμφης τοῦ Χριστοῦ καί Αὐτῆς προσωπικῶς.

Εὔχομαι καί προσεύχομαι διακαῶς τά ἔτη τῆς Ὑμετέρας Σεβασμιωτάτης Ἀγάπης νά εἶναι πολλά, ἱερόθεα, εὐλογημένα καί πολύκαρπα, πλήρη ὑγείας σωματικῆς καί πνευματικῆς ἀδιαπτώτου, χαρᾶς, φωτισμοῦ, ὑπομονῆς καί κατά Χριστόν αὐξήσεως καί προκοπῆς γιά τό καλό τῆς φιλτάτης Μητρός μας Ἁγιωτάτης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καθόλου, τῆς ὁποίας ἐπίλεκτος καί στρατηγικός Ἱεράρχης τυγχάνει Αὕτη, καί ἰδιαιτέρως τῆς ὑπό τήν πεπνυμένην Αὐτῆς καθηγεσίαν τελούσης κατά Ναύπακτον ἱστορικῆς Τοπικῆς τοιαύτης, μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ προσωπικοῦ Αὐτῆς προστάτου Ἁγίου Ἱεροθέου, Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν.

Ἐπί δέ τούτοις, χαιρετῶ ἐγκαρδίως καί ἑορτίως τήν Ὑμετέραν πολιάν καί γερασμίαν Σεβασμιότητα καί διατελῶ μετά πολλῆς τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης, βαθυτάτου σεβασμοῦ, ἐνθυμήσεως ἀγαθοτάτης, ἀπείρου εὐγνωμοσύνης καί ἐνθέρμων συγχαρητηρίων προσρήσεων.

Ἐν Μαδρίτῃ τῇ 22α Σεπτεμβρίου 2015
Τῆς ὑμετέρας Σεβασμιωτάτης ἀγάπης ὅλως ὑπόχρεος.

+ Ὁ Ἱσπανίας καί Πορτογαλίας Πολύκαρπος

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Ἐπιστολὴ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου

Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Ἱερόθεε, χάρις εἴη τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι καί εἰρήνη παρά Θεοῦ.

Ἀσμένως ἐπληροφορήθημεν ἐκ τοῦ ἀπό Σεπτεμβρίου ἐ. ἔ. γράμματος τῆς ὑμετέρας ἀγαπητῆς Ἱερότητος περί συμπληρώσεως εἰκοσαετοῦς διακονίας ἐν τῇ λαχούσῃ αὐτῇ Θεοσώστῳ Ἱερᾷ Μητροπόλει, τήν ὁποίαν πρό ἐτῶν εἴχομεν τήν εὐκαιρίαν ἵνα ἐπισκεφθῶμεν καί εὐλογήσωμεν τόν θεόλεκτον λαόν αὐτῆς, καθώς καί περί τοῦ αὐτόθι ὀργανουμένου τῇ γ΄ Ὀκτωβρίου ἐ. ἔ. Θεολογικοῦ Συνεδρίου, τῇ συμμετοχῇ ἐκλεκτῶν ἐπιστημόνων, ὑπό τόν τίτλον «Θεολογία καί Ποιμαντική», τό ὁποῖον θέλει ἀσχοληθῆ μέ θέματα τά ὁποῖα ἐπεξειργάσθη καθ’ ὅλον τοῦτο τό χρονικόν διάστημα ὁ ὀξυγράφος κάλαμος τῆς ὑμετέρας ἀγάπης.

Ἐπί τήν ἀπάντησιν νῦν ἤκοντες, πρωτίστως συγχαίρομεν ἀδελφικῶς καί ἀπό τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῇ ὑμετέρᾳ φίλῃ Ἱερότητι τόσον ἐπί τοῖς ὀνομαστηρίοις αὐτῆς, ἧς καί εὐχόμεθα τά ἔτη ὡς ἔτι πλεῖστα, ὑγιεινά καί καρποφόρα ἐν τῇ διακονίᾳ τοῦ ἱερωτάτου Θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ὑμετέρου θεοφιλοῦς ποιμνίου, ὅσον καί ἐπί τῷ ὀργανουμένῳ Θεολογικῷ Συνεδρίῳ, κατά τάς ἐργασίας τοῦ ὁποίου θέλει ἀξιολογηθῆ καί ἀποτιμηθῇ ὑπό διακεκριμένων ὁμιλητῶν τό ὅλον συγγραφικόν ἔργον ὑμῶν, ἁπτόμενον πολλῶν τομέων τῆς θεολογικῆς μαρτυρίας καί ζωῆς, ἀλλά καί ἡ ποιμαντική, τήν ὁποίαν ἤσκησεν ἐπί εἰκοσαετίαν μέχρι σήμερον ἡ ὑμετέρα ἀγάπη ἐν Ναυπάκτῳ καί περιχώροις.

Ὡς εἰκός, ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία παρακολουθεῖ ἀπ’ ἀρχῆς τό πολύπλευρον διακονικόν τοῦτο ἔργον τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος, τόσον ἐκ τῶν κατά καιρούς ἐκδιδομένων συγγραμμάτων αὐτῆς, τά ὁποῖα προφρόνως ὑποβάλλει ἡμῖν, ὅσον ἐκ τῶν ἐτησίων ἐκδόσεων ὁμιλιῶν καί ἐγκυκλίων αὐτῆς, καθώς καί ἐκ τῆς περιοδικῆς ἐκδόσεως τῆς κατ’ αὐτήν Ἱερᾶς Μητροπόλεως «Ἐκκλησιαστική Παρέμβαση».

Ὡς γνωστόν καί ὑμῖν ὡς εἰδήμονι, ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία ἔχει κατατάξει ἐπισήμως εἰς τήν χορείαν τῶν θεολόγων τρεῖς καί μόνον ἐκκλησιαστικάς μορφάς, ἀπονείμασα αὐταῖς ἐπισήμως τόν τίτλον τοῦ θεολόγου, ἤτοι τόν «υἱόν τῆς βροντῆς» ὑψιπέτην Ἅγιον Ἰωάννην τόν Θεολόγον καί Εὐαγγελιστήν, τόν διακηρύξαντα ὅτι «ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος καί ὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν καί Θεός ἦν ὁ Λόγος»΄ τόν εἰσελθόντα εἰς τόν γνόφον τῆς ἀγνωσίας, ἤτοι τόν ψηλαφήσαντα τήν ἀπρόσιτον Θεότητα Ἅγιον Γρηγόριον τόν Θεολόγον, Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ ὁποίου «ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας τάς τῶν ρητόρων ἐνίκησε φάλαγγας»΄ καί, τέλος, Συμεών, τόν Νέον Θεολόγον, τόν διερευνήσαντα τά βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί καρδίας καί θεολογήσαντα, ὅτι μόνος Κύριος «ἐτάζει καρδίας καί νεφρούς».

Ἰδιαιτέρως Γρηγόριος ὁ Θεολόγος περιγράφει τόν ἀληθῆ θεολόγον: «Ἐπειδή ἀνεκαθήραμεν τῷ λόγῳ τόν θεολόγον, οἷόν τε εἶναι χρή διελθόντες, καί οἷστισι φιλοσοφητέον, καί ἡνίκα, καί ὅσον΄ ὅτι ὡς οἷόν τε καθαρόν, ἵνα φωτί καταλαμβάνηται φῶς΄ καί τοῖς ἐπιμελεστέροις ἵνα μή ἄγονος ᾖ εἰς ἄγονον χώραν ἐμπίπτων ὁ λόγος΄ καί ὅταν γαλήνην ἔχωμεν ἔνδον ἀπό τῆς ἔξω περιφορᾶς, ὥστε μή καθάπερ οἱ λύζοντες τῷ πνεύματι διακόπτεσθαι΄ καί ὅσον ἔχωρήσαμεν ἤ χωρούμεθα» (Λόγος ΚΗ΄. Θεολογικός Β΄, PG. 36,25 C)

Τοιουτοτρόπως, ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία κατωχύρωσε τό ἔργον τοῦ ἀληθοῦς θεολόγου ἀλλά καί συγχρόνως τοῦ πραγματικοῦ ποιμένος, λαμβανομένου ὑπ’ ὄψιν ὅτι ποιμαντική καί θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας συνάπτονται εἰς ἕν, εἰς τήν διακονίαν ὀρθοδόξως τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀποτελοῦν δέ πρότυπα οἱ ὄντως οὗτοι θεολόγοι καί ποιμένες διά πάντας τούς κληθέντας ἀνά τούς αἰῶνας ἐπί τήν λυχνίαν Ἐπισκόπους, ἵνα διακονοῦν τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ καί «φαίνουν πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ», δηλονότι παντί τῷ κόσμῳ.

Ἀπό τῆς σκοπιᾶς ταύτης, δέν θά ἦτο δυνατόν ἀσφαλῶς νά ἐκτιμηθῇ καί ἀποτιμηθῇ ἄνευ μελέτης καί ἐμβαθύνσεως τό εὐρύ συγγραφικόν καί θεολογικόν ἐπιστημονικόν ἔργον καί τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος, δεδομένου ὅτι οἱ τρεῖς εἰρημένοι Θεολόγοι καλύπτουν τό ὅλον φάσμα τῆς ἀληθοῦς καί ἀκραιφνοῦς Ὀρθοδόξου θεολογίας, κατά τήν ὁποίαν ἡ «χάρις καί ἡ ἀλήθεια διά Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο». Ἡμεῖς δέ οἱ μεταγενέστεροι ἐπίσκοποι καί θεολόγοι τυγχάνομεν ἁπλῶς ἑρμηνευταί, καί τοῦτο κατά τό ἐνόν τῇ ἀνθρωπίνῃ ἀσθενείᾳ, τῇ χρηζούσῃ πάντοτε τοῦ θείου φωτισμοῦ καί τῆς θείας ἐλλάμψεως, πρός «τήν τῶν εὐαγγελικῶν κηρυγμάτων κατανόησιν», πολλῷ δέ μᾶλλον εἰς τήν ἀληθῆ ἐμβάθυνσιν καί ἑρμηνείαν αὐτῶν.

Πᾶς ἐργάτης ὅμως τοῦ Εὐαγγελίου ἄξιος τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ τυγχάνει, πολλῷ δέ μᾶλλον οἱ ἐργαζόμενοι πολυχρονίως ἀλλά καί πολυκάρπως ἐν τῷ μυστικῷ Ἀμπελῶνι τοῦ Κυρίου δικαιοῦνται τιμῆς καί ἀναγνωρίσεως τῆς πνευματικῆς καί θεολογικῆς προσφορᾶς αὐτῶν πρός σύνολον τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὡς τοιοῦτον ἄνδρα φιλόθεον καί πεπληρωμένον ἀποστολικοῦ ζήλου γνωρίζοντες τήν ὑμετέραν Ἱερότητα, ἀξιολογοῦμεν ἀκροθιγῶς τό συγγραφικόν ὑμῶν ἔργον ὡς στοιχοῦν τῇ καθ’ ἡμᾶς Ὀρθοδόξῳ Ἁγιοπατερικῇ ἑρμηνευτικῇ παραδόσει ἐν ἐκκλησιαστικῷ φρονήματι καί Ὀρθοδόξῳ ἤθει, οὐχί δέ πολεμικῷ, ὅπερ ἀποπνέουν ἥ τε προσωπική ζωή καί αἱ μελέται ὑμῶν, ἐφ’ ᾧ καί ἐκφράζομεν τήν εὐαρέσκειαν καί τάς εὐχαριστίας τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, καυχωμένης ἐπί τοῖς τοιούτοις ἐκλεκτοῖς καί φιλοστόργοις ἀδελφοῖς, σεβομένοις τόν Θεσμόν αὐτῆς, συνδυάζουσι δέ ἁρμονικῶς τήν θύραθεν μετά τῆς κατά Θεόν σοφίας.

Ἐπί δέ τούτοις, καταστέφομεν τήν ὑμετέραν φίλην Ἱερότητα διά τῶν ἑορτίων εὐχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου καί, εὐλογοῦντες ἀπ’ αὐτοῦ τό ἔργον καί τήν μακράν προσφοράν αὐτῆς, εὐχόμεθα ἐπιτυχίαν τῶν ἐκδηλώσεων καί ἀξίαν ἐπί μήκιστον συνέχισιν τῆς προσφορᾶς αὐτῆς, ἐκκλησιαστικῆς, ποιμαντικῆς καί θεολογικῆς, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν.

αβιε΄  Ὀκτωβρίου α΄
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός Βαρθολομαῖος Β΄

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Μήνυμα Μητροπολίτου Νικαίας κ. Ἀλεξίου

Μέ βαθύτατη συγκίνηση καί ἱκανοποίηση συμμετέχω στή σημερινή ἐκδήλωση ἐπί τῆ συμπληρώσει 20ἐτούς θεοφιλοῦς ποιμαντορίας τοῦ λίαν ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ ἐν Ἱεράρχαις, Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου.

Πρωτοσύγκελλος ἐγώ, Ἱεροκῆρυξ ἐκεῖνος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, ἅμα δέ καί Προϊστάμενος τοῦ Γραφείου Νεότητος κατά τήν περίοδον 1989-1995, ἐπί ἀρχιεπισκοπείας τοῦ εὐψύχου καί σοφοῦ οἰακοστρόφου τῆς Ἐκκλησίας, Πρωθιεράρχου Σεραφείμ, εἶχα τήν εὐκαιρία νά ἐκτιμήσω τόν ἄνθρωπο, νά θαυμάσω τόν Θεολόγο, τόν ἱεροπρεπῆ Λειτουργό τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, καί βέβαια νά μελετήσω τόν λόγιο συγγραφέα, ὁ ὁποῖος τιμήθηκε ἀπό τό Ἀνώτατο Πνευματικό Ἵδρυμα τῆς Χώρας, τήν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν τό ἔτος 1996, γιά τό πόνημά του «Τό πρόσωπο στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση», τό ὁποῖο θεωρήθηκε ὡς «τό καλύτερο θεολογικό ἔργο (ἐκείνης) τῆς πενταετίας».

Ἐπαξίως ἀνηγορεύθη καί ἐπίτιμος Διδάκτωρ τῆς Θεολογίας, γιά τή συνολική θεολογική-συγγραφική του προσφορά, πού ἀριθμεῖ ἤδη πάνω ἀπό δύο ἑκατοντάδες τίτλων καί ἐπί πλέον ἔχει μεταφρασθεῖ σέ πολλές γλῶσσες. Δίδαξε καί παραγωγικά σέ διάφορες σχολές, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ἡ Θεολογική Σχολή τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας στό Λίβανο.

Ὁ ἀδελφός ἐν Χριστῶ Ἱεράρχης Ἱερόθεος ἔχει ἀφιερώσει τήν ζωή του στόν Τριαδικό Θεό Καί στήν Ἁγία μας Ἐκκλησία καί ἔχει συνάψει μέ αὐτή τήν ἀφιέρωσή του στήν Μυσταγωγία καί τήν Ποιμαντορία του, πλουτίζοντάς την μέ μεστό προφορικό λόγο καί μέ συμαντικές συγγραφές, οἱ ὁποῖες διδάσκουν τούς συγχρόνους καί θά ἀποτελέσουν πολύτιμες πηγές γιά τίς μελλοντικές γενεές τῶν ἐρευνητῶν, ὅταν ὁ ἴδιος θά παρεδρεύει, ὡς εἴμεθα βέβαιοι, στό Οὐράνιο Θυσιαστήριο.

«Ἱερόθεον ἐπαινοῦντες, ἀρετήν ἐπαινέσωμεν», δεόμενοι πρός Κύριον ὑπέρ ὑγείας καί αἰσιοδοξίας τοῦ ἀξίως προβεβλημένου καί φιλτάτου πνευματικοῦ ἀδελφοῦ Ἱεράρχου.

+ Ὁ Νικαίας Ἀλέξιος

Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»: Πρόλογος τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου

 Παρουσίαση ἀπὸ τὸ κανάλι τῆς «Ἐκκλησιαστικῆς Παρέμβασης»: Θεολογικό Συνέδριο «Θεολογία καί Ποιμαντική»

Αἰδεσιμολογιώτατε, ἐκπρόσωπε τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, π. Ἀδαμάντιε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. Ἱερεμία,
κ. Δήμαρχε, κ. Πολιτευτά, κ. Διοικηταί Ἀστυνομίας καί Πυροσβεστικῆς,
ἀγαπητοί πατέρες, ἀγαπητοί μοναχοί καί ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Εἶναι γνωστόν, σέ ὅσους ἀσχολοῦνται μέ τά γράμματα τά θεολογικά, ὅτι ἡ θεολογία εἶναι  ἡ φωνή τῆς Ἐκκλησίας, δέν ὑπάρχει διαφορετική φωνή παρά μόνο ἡ θεολογία. Ἐτυμολογικά ἡ θεολογία προέρχεται ἀπό τό λέγειν περί τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τό νά ὁμιλῆ κανείς γιά τόν Θεό. Φυσικά, γιά νά ὁμιλήσης γιά τόν Θεό, πρέπει νά γνωρίσης τόν Θεό. Ἄρα, ἡ θεολογία εἶναι λέγειν περί τοῦ Θεοῦ, λόγος περί τοῦ Θεοῦ καί συγχρόνως εἶναι γνῶσις Θεοῦ. Δέν μπορεῖ κανείς νά μιλήση διαφορετικά γιά κανένα θέμα, ἄν δέν τό γνωρίζη. Αὐτή ἡ γνώση δέν εἶναι ἐγκεφαλική γνώση, δέν εἶναι δηλαδή, ἀνακάλυψη τῆς λογικῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, κατά τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. ε΄, 8). Ἡ θεολογία εἶναι, ἑπομένως, ἀποκαλυπτικός λόγος τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο καί συγκεκριμένα πρός τούς Προφήτας, τούς Ἀποστόλους καί τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας διά μέσου τῶν αἰώνων.

Μιλώντας ὅμως γιά θεολογία πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε ὅτι ὑπάρχουν δύο εἴδη θεολογίας: Πρῶτον ἡ ἐμπειρική ἤ χαρισματική θεολογία, καί ὑπάγονται στήν κατηγορία αὐτή οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶχαν προσωπική ἐπικοινωνία καί γνώση τοῦ Θεοῦ. Καί βεβαίως ὑπάρχει καί ἡ λεγόμενη ἀκαδημαϊκή θεολογία, ἡ ὁποία ἀφ’ ἑνός μέν παρουσιάζει τήν διδασκαλία τῶν θεοπτῶν Πατέρων, ἀφ’ ἑτέρου ἐξετάζει τά ποικίλα θεολογικά ρεύματα τά ὁποῖα κυκλοφοροῦν στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο.

Συμβαίνει, δηλαδή, καί στήν θεολογία αὐτό πού γίνεται μέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες. Ὅπως μέ τήν ποίηση γιά παράδειγμα: πρωτογενής ποίηση παράγεται ἀπό αὐτούς πού ἔχουν τό χάρισμα, ὅπως εἶναι γιά παράδειγμα ὁ Καβάφης, καί ἔρχονται οἱ ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι μελετοῦν ὅλη αὐτήν τήν ποίηση τοῦ Καβάφη καί προσπαθοῦν νά παρουσιάσουν τά ρεύματα τά ὁποῖα εἶχε μέσα του, ὅταν ἔγραφε τά ποιήματα. Ἄρα, ὑπάρχει πρωτογενής θεολογία, τήν ὁποία ἐκφράζουν οἱ θεόπτες καί οἱ θεούμενοι ἅγιοι, καί ὑπάρχει, βέβαια, καί ἡ ἀκαδημαϊκή θεολογία, ἡ ὁποία ἑρμηνεύει τά ρεύματα τά ὁποῖα ὑπάρχουν καί παρουσιάζει τά κείμενα καί τήν διδασκαλία τῶν θεοπτῶν αὐτῶν Πατέρων.

Μέ τήν συμπλήρωση εἴκοσι ἐτῶν ἐπισκοπικῆς μου διακονίας στήν Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου καί γενικότερα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ –γιατί κάθε Ἱεράρχης δέν εἶναι Ἱεράρχης μόνο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ταυτόχρονα καί τῆς καθ’ ὅλου Ἐκκλησίας– θελήσαμε μαζί μέ τούς συνεργάτες μου νά κάνουμε μιά μικρή θεολογική ἡμερίδα, ἡ ὁποία θά περιγράψη μερικά θεολογικά θέματα μέ τά ὁποῖα ἀσχολοῦμαι γραπτῶς καί προφορικῶς ὄχι μόνο τά εἴκοσι αὐτά χρόνια, πού εἶμαι Μητροπολίτης καί ἔχω τήν ἐξαιρετική τιμή νά εἶμαι Μητροπολίτης στήν Ἱερά αὐτή Μητρόπολη, ἀλλά καί γενικότερα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὡς κληρικός.

Εὐχαριστῶ τούς ἐκλεκτούς εἰσηγητές πού ἀκολουθοῦν καί πού δέχθηκαν νά εἰσηγηθοῦν θέματα τά ὁποῖα εἶναι τῆς ἁρμοδιότητός τους. Νά εὐχαριστήσω τούς Μητροπολίτας πού ἦρθαν –ἦρθε ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί θά ἔρθουν καί ἄλλοι καί σήμερα τό ἀπόγευμα καί αὔριο τό πρωΐ– τούς Κληρικούς καί τούς λαϊκούς, τόν Δήμαρχο, τούς ἄρχοντας τῆς πόλεως καί τῆς περιοχῆς, τούς ἀγαπητούς μου συνεργάτες πού ἀνέλαβαν τήν διοργάνωση τῆς ἡμερίδος αὐτῆς καί τούς χορηγούς, καθώς ἐπίσης καί τόν τηλεοπτικό σταθμό «Λύχνος» τῶν Πατρῶν, πού θά καλύψη ὅλες αὐτές τίς ἐκδηλώσεις. Μάλιστα ἡ αὐριανή θεία Λειτουργία θά μεταδοθῆ ἀπευθείας «ζωντανά», ὅπως λέγεται, δορυφορικά σέ ὅλον τόν κόσμο.

Πρίν δώσω τόν λόγο στόν κ. Δήμαρχο γιά ἕναν χαιρετισμό καί στούς εἰσηγητές στήν συνέχεια, θά ἤθελα νά παρακαλέσω τόν Ἀρχιμανδρίτη π. Καλλίνικο Γεωργᾶτο νά διαβάση ἕνα γράμμα-μήνυμα πού ἀπέστειλε στήν ἡμερίδα μας ὁ Παναγιώτατος Πατριάρχης μας κ. Βαρθολομαῖος, χωρίς νά τό ζητήσω, ἁπλῶς ἔστειλα μιά ἐπιστολή γιά ἐνημέρωση ὅτι θά γίνη αὐτή ἡ ἡμερίδα. Καί χθές παραδόξως μέ τό φάξ ἐστάλη ἕνα μήνυμα τοῦ Παναγιωτάτου, ὁ ὁποῖος, ὅπως θά ἀκούσετε προσδιορίζει ὅτι ἡ πραγματική ἐκκλησιαστική θεολογία καί ποιμαντική ἐκφράζεται στήν πληρότητά της ἀπό τούς τρεῖς μεγάλους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία ὀνόμασε καί θεολόγους, ὅπως εἶναι ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος καί ἀπό ὅσους τούς ἀκολουθοῦν καί τούς ἑρμηνεύουν. Καί στήν συνέχεια θά ἀκούσουμε τό μήνυμα πού ἀπέστειλε ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος, ὁ ὁποῖος λόγῳ τοῦ σημερινοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς ὁρκωμοσίας πού θά γίνη στήν Βουλή δέν μπόρεσε νά παραστῆ. Ἤθελε νά ἔρθη καί σήμερα, ἀλλά τελικά θά ἔρθη αὔριο στήν θεία Λειτουργία. Καί γιά τόν λόγο αὐτόν δέν μπόρεσα κι ἐγώ νά πάω στήν Βουλή, γιατί εἶμαι μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί θά ἔπρεπε νά εἶμαι στή Βουλή γιά τήν ὁρκωμοσία. Ὁ Μακαριώτατος, λοιπόν, ἀπέστειλε μήνυμα καί θά τό διαβάση ὁ αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἀδαμάντιος Αὐγουστίδης.
Παρακαλῶ τόν π. Καλλίνικο νά διαβάση τό μήνυμα.

Θεολογικό Συνέδριο στήν Ναύπακτο: Θεολογία καί Ποιμαντικὴ

Τό Σάββατο 3 Ὀκτωβρίου, ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου διοργανώνει Θεολογική Ἡμερίδα, μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπλήρωσης εἴκοσι ἐτῶν ἀπό τήν ἐνθρόνιση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ. Ἱεροθέου στήν ἱστορική ἕδρα τῆς Ναυπάκτου.

Ἡ Ἡμερίδα θά πραγματοποιηθῆ στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τό Σάββατο 3 Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ., ὥρα 9:00 - 13:30, σύμφωνα μέ τό παρακάτω πρόγραμμα:

09.00 π.μ. Χαιρετισμοί.

  • Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Τριαδικός Θεός καί ἄνθρωπος
  • Μητροπολίτης Γόρτυνος Ἱερεμίας: Ἡ Παλαιά Διαθήκη στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
  • Βασίλειος Τσίγκος: Οἱ προϋποθέσεις τῆς θεώσεως διά τῆς θείας Εὐχαριστίας στόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ.
  • Γεώργιος Δ. Παναγόπουλος: Τά σύγχρονα θεολογικά ρεύματα στήν Ἑλλάδα.
  • Γεώργιος Σίσκος: Ἡ περσοναλιστική ἑρμηνεία τῶν κειμένων τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητοῦ.
  • Πρωτοπρεσβύτερος Ἀδαμάντιος Αὐγουστίδης: Ἐπιστημολογικές προσεγγίσεις στήν ἔννοια τῆς ψυχοθεραπείας.
  • Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός: Ἡ Ὀρθόδοξη νηπτική παράδοση ὡς θεμέλιο τῆς Ρωμηοσύνης

12:00 Συζήτηση - Διάλειμμα.

  • Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργᾶτος: Σύντομη ἐπισκόπηση ἐκδοθέντων στήν 20ετία βιβλίων τοῦ Μητροπολίτου
  • Πρωτ. Θωμᾶς Βαμβίνης: Παρουσίαση τῶν τεσσάρων ἐπετειακῶν βιβλίων

13.00. Λήξη.

Τό ἀπόγευμα τῆς ἰδίας ἡμέρας θά τελεσθῆ Ἀρχιερατικός Πανηγυρικός Ἑσπερινός γιά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου Α΄ Ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, καί τήν ἑπομένη, 4 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα πού ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος ἄγει τά ὀνομαστήριά του, θά τελεσθῆ Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου.