Skip to main content

«ὁ Πατριάρχης Δημήτριος ἐν μνήμη»


Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν προσφώνηση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατὰ τὴν διάλεξη μὲ ἀφορμὴ τὴν συμπλήρωση εἴκοσι ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἐκδημία τοῦ ἀοιδίμου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Δημητρίου, 2 Ὀκτωβρίου 1991.

Φανάρι, 5 Ὀκτωβρίου 2011

* * *

Ὁ ἀοίδιμος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κυρὸς Δημήτριος

...Αἱ παρελθοῦσαι δύο αὗται δεκαετίαι οὐδόλως ἠδυνήθησαν νὰ ξεθωριάσουν τὴν ἱερὰν μορφὴν (τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου), τὸ γλυκὺ χαμόγελόν του, τὸ ἱλαρὸν βλέμμα του, τὸ γεμᾶτο ἀπὸ ἀγάπην καὶ καλωσύνην... Ὁ Πατριάρχης Δημήτριος ἦτο ἡ προσωποποίησις τῆς ἁπλότητος, τῆς πραότητος, τῆς ἀγάπης, τῆς καλωσύνης, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς συγχωρητικότητος. Εἶχεν ὅλας αὐτὰς τὰς ἀρετὰς κατὰ τρόπον φυσικὸν καὶ ἀνεπιτήδευτον, αὐθεντικὸν καὶ γνήσιον. Καὶ μὲ αὐτὰς ἐκόσμησε κυριολεκτικῶς τὸν πάνσεπτον Οἰκουμενικὸν Θρόνον καὶ τὴν εἰκοσαετῆ Πατριαρχείαν του. Δι’όλα αὐτὰ καὶ ἔχαιρε τῆς ἀγάπης καὶ τοῦ σεβασμοῦ ὅλων ὅσοι τὸν ἐγνώρισαν καὶ τὸν συνανεστράφησαν.

Ὁ ὁμιλῶν εἶχε τὸ μοναδικὸν προνόμιον νὰ ζήση καὶ νὰ διακονήση παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ τοῦ Γαμαλιήλ, καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς πατριαρχείας του, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ἐδέχετο πάντοτε στοργὴν πατρικὴν καὶ ἀναγνώρισιν τῶν ταπεινῶν κόπων του ὑπὲρ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας. Δι’ αὐτὸ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη ἡμῶν πρὸς αὐτὸν εἶναι ἀΐδιος καὶ δὲν σᾶς ἀποκρύπτομεν, ἀγαπητοὶ παρόντες, ὅτι πολὺ συχνὰ ζητοῦμεν τὴν εὐχὴν τοῦ ἀπὸ τοὺς οὐρανίους λειμῶνας ὅπου τώρα ἐνδιαιτάται, διὰ τὴν εὐόδωσιν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔργου, διὰ τὴν ὑπέρβασιν τῶν ἑκάστοτε δυσκολιῶν αὐτοῦ, διὰ τὴν καλὴν πορείαν τοῦ σκάφους τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνίοτε συνομιλοῦμεν μαζί του ἀτενίζοντες τὴν φωτογραφίαν του εἰς τὰ ἰδιαίτερα ἡμῶν δώματα. Τὸ πνεῦμα του πλανᾶται ἐδῶ μέσα εἰς τὸν Πατριαρχικὸν Οἶκον, τὸν ὁποῖον ἠξιώθη νὰ ἐγκαινιάση καὶ νὰ παραδώση εἰς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν καὶ τὸ Γένος ὡς ἕν ἐπὶ πλέον δῶρον διὰ νὰ στεγάζη τὰς ὑπηρεσίας καὶ τοὺς διακόνους, τὰ ὁράματα καὶ τοὺς στεναγμούς, τὰς ἐλπίδας καὶ τὰς προσευχὰς τῆς Ἐκκλησίας τῶν τοῦ Χριστοῦ Πενήτων. Τὸν εὐχαριστοῦμεν καὶ δι’αυτό του τὸ δῶρον πρὸς ἡμᾶς πάντας.

Διὰ νὰ μὴ μακρηγορῶμεν, λέγομεν ἐν ἐπιτομῇ ὅτι θὰ ἐνθυμούμεθα ἐφ’ ὅσον χρόνον ζῶμεν τὸν σεμνὸν καὶ ἄκακον μακαριστὸν Πατριάρχην Δημήτριον, τὸν ὁποῖον Ἐκκλησία καὶ Γένος θὰ εὐγνωμονοῦν ἐς ἀεί. Διότι ἐστήριξεν ἀμφότερα εἰς δυσκόλους στιγμὰς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱστορίας μας ἐνταῦθα...

Ὁμιλία (ἀποσπάσματα)

Μητροπολίτου Σεβαστείας κ. Δημητρίου

Τὸν Αὔγουστο τοῦ 1964 τὸν καμάρωσα (τὸν τότε Ἀρχιμανδρίτη Δημήτριο) σὰν νέο παιδὶ νὰ χειροτονῆται Ἐπίσκοπος στὸν Ἅγιο Δημήτριο Ταταούλων. Τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1972 τὸν συνήντησα τὸ πρῶτον ὡς Πατριάρχη στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης. Τὸν διηκόνησα ἐπὶ δεκαπενταετία στὸ Φανάρι ὡς Διάκονος καὶ Ἀρχιδιάκονός του. Καὶ τὸν συνήντησα ὡς ὁ ὑπ αὐτοῦ χειροτονηθεὶς τελευταῖος Ἀρχιερεύς, ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα τῆς 2ας Ὀκτωβρίου 1991 μαζὶ μὲ τοὺς Μητροπολίτας Χαλκηδόνος, Μελιτηνῆς καὶ Φιλαδελφείας στὸ Ἀμερικανικὸ Νοσοκομεῖο γιὰ τελευταία φορά. Δέκα λεπτὰ ἀκριβῶς πρὸ τοῦ μεσονυκτίου τῆς αὐτῆς ἡμέρας ἔφυγε.

Κατὰ τὴν δική του πρὸς ἐμὲ ἐκμυστήρευσι, οἱ συνθῆκες τῶν πρώτων δέκα μηνῶν τῆς παρουσίας τοῦ ὡς Διακόνου στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ἐδέσσης (1937-1938), ὅπου ἐστερήθη καὶ τοῦ ἐπιουσίου ἀκόμη, ὑπῆρξαν ἀντιστρόφως ἀνάλογοι τῶν συνθηκῶν ἀσφαλοῦς μερίμνης καὶ στοργῆς τῆς τροφοῦ Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης. Εἶναι βεβαίως ἱστορικῶς γνωστόν, ὅτι οἱ τραγικὲς συνέπειες τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, ἐπηρέαζαν ἀκόμη ἀρνητικῶς τὴν ἐθνικὴ οἰκονομία τῆς Ἑλλάδος καὶ μάλιστα τῶν προσφυγικῶν περιοχῶν τῶν Νέων Χωρῶν. Γι αὐτὸ καὶ ὁ πατέρας τοῦ μακαριστὸς Παναγιώτης Παπαδόπουλος, πληροφορηθεῖς ἀπὸ τρίτους -τοῦ ἰδίου ὑπομένοντος- τὴν ἐνδεὰ κατάστασί του, ἐπέβαλε στὸ παιδί του νὰ ἐπιστρέψη στὴν Πόλι.

Ἐπανακάμψας εἰς τὰ ἴδια, ἡ Ἐκκλησία τὸν ὥρισε Διάκονο, καὶ μετὰ παρέλευσιν τετραετίας, ἀπὸ τῆς 29ης Μαρτίου 1942, Κυριακῆς τῶν Βαΐων, ἱερέα καὶ ἐφημέριο τῆς Κοινότητος τῶν Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων Φερήκιοϊ, τὴν ὁποία εἰς τὴν συνέχειαν τῆς ζωῆς του καὶ μετὰ τὴν ἐνδιάμεσο πενταετῆ ἱερατικὴ παραμονή του στὴν Τεχεράνη, διηκόνησε ἐπὶ δεκατετραετία ὡς Ἀρχιμανδρίτης καὶ Ἱερατικός της Προϊστάμενος.

Κατὰ τὴν εἰρημένη πενταετία, μεταξὺ Ἰουνίου 1945 καὶ Ἰουλίου 1950, εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας, διηκόνησε τοὺς ἑπτακοσίους τότε διαβιοῦντας στὴν Περσία Ἑλληνορθοδόξους, μεριμνήσας τὸ πρῶτον συστηματικῶς γιὰ τὴν κατὰ τὰ εἰωθότα ἐκκλησιαστικὴ τοὺς ὀργάνωσι. Εἰς τὰ πλαίσια αὐτῆς, ἀνεδείχθη Κοινοτικὴ Ἐπιτροπὴ καὶ δυναμικὴ Φιλόπτωχος Ἀδελφότης Κυριῶν, ἱδρύθη δὲ καὶ Ἀστικὴ Σχολὴ μὲ εἴκοσι τακτικοὺς μαθητὰς καὶ εἴκοσι πέντε φοιτητάς, διδασκομένους ὑπ αὐτοῦ τὴν Ὀρθόδοξο πίστι καὶ τὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα κατὰ τὶς ἀπογευματινὲς ὧρες.

Σημειωτέον, ὅτι οἱ κατὰ καιροὺς δυσάρεστες ἔκτοτε πολιτειακὲς ἐξελίξεις στὴν Περσία καὶ ἡ ἐκ τούτων δυσχέρεια παραμονῆς εἰς αὐτὴν μονίμου καταλλήλου ἱερέως, συνέβαλαν εἰς τὴν σταδιακὴν παρακμὴν τῆς παροικίας.

Τὸ ἔτος 1950, ὅπως ἐλέχθη, ἀναλαμβάνει πλέον τὴν Ἱερατικὴ Προϊσταμενία τῆς ἀκμαζούσης τότε Κοινότητος Φερήκιοϊ, ποὺ ἀριθμοῦσε ἤδη ζωὴ καὶ δρᾶσι ἑνὸς περίπου αἰῶνος, ἱδρυθεῖσα τὸ 1868 ἐπὶ Γρηγορίου τοῦ 6ου, δὶς Πατριαρχεύσαντος.

Καὶ ἐρχόμεθα νοερῶς εἰς τὸν Αὔγουστο τοῦ 1964, κατὰ τὸν ὁποῖο μῆνα ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία, ἐν ἐκτιμήσει τῆς πολυετοῦς ψυχωφελοῦς ἱερατικῆς προσφορᾶς του, τὸν ἀνύψωσε εἰς τὸν βαθμὸν τοῦ Ἐπισκόπου ὑπὸ τὸν ψιλώνυμο τίτλο Ἐλαίας καὶ τοῦ ἀνέθεσε τὴν ποιμαντικὴ εὐθύνη τῆς Ἀρχιερατικῆς Προϊσταμενίας Ταταούλων, εἰς τὴν ὁποίαν τότε κατοικοῦσαν συνολικῶς εἴκοσι χιλιάδες Ρωμηοί, εἰς δὲ τὰ δύο βασικὰ Δημοτικὰ σχολεῖα της Ἁγίου Δημητρίου καὶ Δώδεκα Ἀποστόλων ἐσπούδαζαν περίπου χίλιοι μαθηταί.

Ὁ ἀοίδιμος διαπρεπὴς Πατριάρχης Ἀθηναγόρας σὰν πρακτικὸ μέτρο τυχὸν περιορισμοῦ τῆς ἀσυγκράτητης φυγῆς τῶν Ρωμηών, ἀπηγόρευσε πρὸς καιρὸν τὴν ἔκδοσι οἰουδήτινος πιστοποιητικοῦ ποὺ ὡς ἀπαραίτητο δικαιολογητικὸ γιὰ τὶς Ἑλληνικὲς ἀρχὲς θὰ τὴν διηυκόλυνε. Οἱ βοηθοί του στὶς Κοινότητες ὤφειλαν νὰ ἐφαρμόζουν τὴν ἐντολή του, χωρὶς βεβαίως νὰ προκαλοῦν τὴν ἀγανάκτησι τῶν ἀνθρώπων ἐναντίον του.

Παρατηροῦσα, λοιπόν, κατὰ τὶς ἀτελείωτες ἔκρυθμες αὐτὲς ἡμέρες καὶ μῆνες τὴν ἀσύλληπτη πραότητά του ἔναντι τῆς ποικιλίας τῶν διαμαρτυριῶν. Ἔβλεπε κανεὶς στὴν πρᾶξι τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Εὐαγγελικῆς προτροπῆς «μάθετε ἀπ ἐμοῦ, ὅτι πρᾶος εἰμι καὶ ταπεινὸς τὴ καρδία» (Μάτθ.11,29). Ἅς μοῦ ἐπιτραπῇ δὲ νὰ πώ, ὅτι θαρρεῖς καὶ τὸ εἶχε τάμα νὰ λυπῆται καὶ ὄχι νὰ λυπῇ!

Τὴν 16η Ἰουλίου 1972 ἐξελέγη ἀπροσδοκήτως Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, τοῦ κόσμου ἀποροῦντος καὶ τοῦ Θεοῦ ἐλεοῦντος διὰ τῆς Χάριτός Του. Ἡ Θεία Χάρις τοῦ προσέφερε «τὰ ἀδύνατα παρ ἀνθρώποις».

Εἰς τὸ σημεῖο αὐτό, αἰσθάνομαι τὴν ἐσωτερικὴ ἀνάγκη νὰ πώ, ὅτι ἡ Πατριαρχία Δημητρίου, ἐντὸς τῶν χρονικῶν ὁρίων τῆς ὁποίας ἠσκήθη καὶ ἔληξε ἡ Αὐλικὴ διακονία μας, παρῆλθε σὰν μία κατανυκτικὴ ἀγρυπνία, κατὰ τὴν ὁποία ὅλα τὰ τελεσιουργηθέντα πραγματοποιήθηκαν ἀθορύβως ἀλλὰ καὶ ἐπαρκῶς. Ἀπὸ τὰ ἁπλούστερα μέχρι τὰ πλέον σύνθετα. Ἂν ἐπιτρέπεται δὲ ἡ παρομοίωσις, ἀπὸ τὸ ἄναμμα ἑνὸς κεριοῦ μέχρι τὸν καθαγιασμὸ τῶν Τιμίων Δώρων! Ὅ,τι δὲ μεσολαβοῦσε, ποὺ ἀσφαλῶς περιελάμβανε ποικίλα λάθη, πτωτικὲς κηλῖδες καὶ ἀτέλειες, ἐνίοτε σοβαρές, προσέκρουε στὴν μονίμως ἀγαθὴ προαίρεσι, τὴν ἀνεπηρέαστη ἐκ τρίτων βούλησι καὶ τὴν εἰρηνική του ψυχή.

Ἡ στάσις ζωῆς τοῦ Πατριάρχου Δημητρίου ἐνσάρκωνε τὴν ἐν πνεύματι Θεοῦ ἀληθινὴ θεολογία, ποὺ λέγεται ἐν Χριστῷ ζωῇ -κατὰ τὸ ἀνθρωπίνως δυνατόν-, καὶ ἡ ὁποία μόνον ὑγιαίνει καὶ ὀμορφαίνει τὴν πολλάκις κατάξηρο ψυχή μας. Ἡ δική του ἦταν πάντοτε ἀνθισμένη. Τὴν διατηροῦσαν ἀνθοῦσα ἡ ὑποδειγματικὴ θεοφοβία, ἡ αὐθεντικὴ ταπείνωσις καὶ ἡ αὐτογνωσία του.

Μὲ τὴν ἴδια ἀπέραντη ὑπομονὴ καὶ πραότητα ἀντιμετώπισε στὴν ζωή του τὴν ἀδοξία καὶ τὴν δόξα, τὴν ὑποτίμηση καὶ τὴν τιμή, τὴν χλεύη καὶ τὸν κατὰ συνθήκην ἔπαινο. Εἶναι δὲ ἀξιοθαύμαστο ὅτι οἱ ἐναλλαγὲς καὶ ἀντιθέσεις αὐτές, τὶς ὁποῖες εἰς τὸ ἔπακρον ἔζησε, δὲν δημιούργησαν ποτὲ πλέγματα στὴν ψυχή του, ποὺ καθιστοῦν συνήθως τὸν σημερινὸ ταραγμένο ἄνθρωπο εὐμετάβλητο καὶ σχιζοφρενικό.

Τὸν παρατηροῦσα ἐπισταμένως. Ἦταν ἀπολύτως ὁ ἴδιος σὲ σεμνὴ ἔκφρασι καὶ αὐθεντικότητα, ἀκόμη καὶ στὶς μεταξύ τους ἄκρως ἀντίθετες ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς. Καὶ ὅταν π.χ. καθημερινῶς προσευχόταν μόνον μὲ τὰ μέλη τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς στὸ ἰδιαίτερο Πατριαρχικὸ Παρεκκλήσιο, ἀλλὰ καὶ ὅταν παρακολουθοῦσε καὶ εὐλογοῦσε ἀπὸ τὸ Προεδρικὸ θεωρεῖο τοῦ Kennedy Center τῆς Washington D.C. τὴν ἐξ ἑκατοντάδων μελῶν Φιλαρμονικὴ Ὀρχήστρα τῆς Ἀμερικανικῆς Πρωτευούσης, ποὺ ἔψαλλε στὰ ἑλληνικὰ τὸν εἰδικὰ ἐνορχηστρωμένο Πολυχρονισμό του, ἐνῷ οἱ χιλιάδες παριστάμενοι τὸν χειροκροτοῦσαν ὄρθιοι.

Ἦταν ὁ ἴδιος, ὅταν «τὸν ζούσαμε» κατὰ τὴν καθημερινότητά του στὸ Φανάρι, ὁ ἴδιος καὶ ὅταν τὸν παρακολουθοῦσα στὸ Blair House, τὸν οἶκο φιλοξενίας Ἀρχηγῶν Κρατῶν τῶν ΗΠΑ, ποὺ τοῦ παραχωρήθηκε ἀπὸ τὸν Πρόεδρο Μπούς, ἢ στὴν σουΐτα τοῦ Στρατηγοῦ Γιαρουζέλσκυ στὰ Ἀνάκτορα τοῦ Otwock τῆς Βαρσοβίας. Ἦταν ἀπολύτως ὁ ἴδιος κατὰ τὴν ἐπίσκεψί του π.χ. στὴν μικρὰ Κοινότητα Ἁγίου Νικολάου Ὑψωμαθείων μὲ τοὺς ἐλαχίστους πιστούς, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν ἑσπερινὸ εἰς τὸν περικαλλῆ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Ἀχαρνῶν, μὲ χιλιάδες ἀνθρώπους νὰ τὸν χειροκροτοῦν αὐθόρμητα καὶ κυριολεκτικῶς ἀσταμάτητα κατὰ τὴν ἱστορικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη ἐκείνη Πατριαρχικὴ ἐπίσκεψι στὴν Ἀθήνα τὸν Νοέμβριο τοῦ 1987.

Προσπαθοῦσα μέσα ἀπ αὐτὲς τὶς ἐναλλαγὲς νὰ διακρίνω κάποια δόσι, ἔστω, μεμψιμοιρίας ἀπὸ τὴν μιὰ καὶ σαρκασμοῦ καὶ ματαιοδοξίας ἀπὸ τὴν ἄλλη. Στάθηκε ἀδύνατο. Συγκίνησι μόνον διέβλεπα καὶ δοξολογία πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ εὐχαριστίες πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ πιστὰ τὸν διακονοῦσαν. Ψυχικὲς μεταπτώσεις, ποὺ ὁδηγοῦν σὲ αὐτόματη ἀλλαγὴ συμπεριφορᾶς, δὲν παρατηρήθηκαν ποτὲ κατὰ τὴν Πατριαρχία του.

Γι αὐτὸ κατώρθωσε νὰ διατηρήση καὶ τὸ χάρισμα τῆς συνέσεως, ποὺ ἐπίσης διέθετε καὶ ποὺ οἱ ψυχικὲς ἐναλλαγὲς τὸ περιθωριοποιοῦν συνήθως, εἰς βάρος τῆς εὐθύνης καὶ τῆς ἀνθρωπίνης συμπεριφορᾶς καὶ προσφορᾶς...

«Πατριαρχικὴ Ἀπόδειξις ἐπί τῶ Ἁγίω Πάσχα»: Ἀνάσταση καὶ κόσμος

Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου

(ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν «Πατριαρχικὴν Ἀπόδειξιν ἐπὶ τὼ Ἁγίῳ Πάσχα»)

Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι γεγονὸς ἀληθινὸν καὶ παρέχει εἰς τοὺς πιστοὺς χριστιανοὺς τὴν βεβαιότητα καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τὴν δυνατότητα τῆς ὑπερβάσεως τῶν δυσμενῶν ἐπακολούθων τῶν φυσικῶν καταστροφῶν καὶ τῶν ψυχικῶν ἐκτροπῶν.

Ἡ φύσις ἐπαναστατεῖ ὅταν ἡ ὑπερφίαλος ἀνθρωπίνη διάνοια ἀποπειρᾶται νὰ τιθασεύση τὰς ἀπειρομεγέθεις δυνάμεις τὰς ὁποίας ἔχει ἐμπερικλείσει ὁ Δημιουργὸς εἰς τὰ φαινομενικῶς ἀσήμαντα εἰς ὄγκον καὶ ἀδρανῆ στοιχεῖα της. Θεωροῦντες πνευματικῶς τὰ δυσμενῆ φυσικὰ φαινόμενα, τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν πλανήτην μας ἐπανειλημμένως καὶ διαδοχικῶς κατὰ τοὺς ἐσχάτους τούτους καιρούς, πλησιάζομεν εἰς τὴν ἀποδοχὴν τῆς ἀπόψεως ὅτι ταῦτα δὲν εἶναι ἀνεξάρτητα τῆς πνευματικῆς ἐκτροπῆς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τὰ σημεῖα τῆς ἐκτροπῆς, ὅπως ἡ πλεονεξία, ἡ ἀπληστία, ἡ ἀκόρεστος ἐπιθυμία τοῦ πλούτου ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν ἀδιαφορίαν διὰ τὴν πτωχείαν τῶν πολλῶν τὴν ὁποίαν συνεπιφέρει ὁ ὑπέρμετρος πλουτισμὸς τῶν ὀλίγων, δὲν φαίνονται διὰ τοὺς φυσικοὺς ἐπιστήμονας νὰ ἔχουν σχέσιν πρὸς τὰ φυσικὰ γεγονότα. Ἐν τούτοις, διὰ τὸν πνευματικῶς ἐρευνῶντα τὸ θέμα, ἡ ἁμαρτία διαταράσσει ὄχι μόνον τὴν ἁρμονίαν τῶν πνευματικῶν σχέσεων ἀλλὰ καὶ τῶν φυσικῶν. Ὑπάρχει μυστικὴ σχέσις μεταξὺ τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ καὶ τοῦ φυσικοῦ κακοῦ καὶ ἐὰν θέλωμεν νὰ ἀπαλλαγῶμεν ἀπὸ τὸ δεύτερον, πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἀρνηθῶμεν τὸ πρῶτον.

Ὁ Ἀναστὰς Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ νέος ἄνθρωπος καὶ Θεός, ἀποτελεῖ τὸ πρότυπον τῆς εὐεργετικῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἁγίου εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Ἐθεράπευε τὰς φυσικὰς καὶ πνευματικὰς νόσους καὶ διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ταυτοχρόνως ἐγαλήνευσε καὶ τὴν τεταραγμένην θάλασσαν καὶ ἐπολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους εἰς χορτασμὸν πεντάκις χιλίων ἀνδρῶν, συνδυάζων οὕτω τὴν ἀποκατάστασιν τῆς πνευματικῆς καὶ τῆς φυσικῆς ἁρμονίας. Ἐὰν θέλωμεν εἰς τὰς παρούσας δυσμενεῖς φυσικῶς καὶ πολιτικῶς καταστάσεις νὰ ἐπιδράσωμεν εὐμενῶς, δὲν ἔχομεν ἄλλην ὁδὸν ἀπὸ τὴν πίστιν εἰς τὸν Ἀναστάντα Χριστὸν καὶ ἀπὸ τὴν τήρησιν τῶν σωτηριωδῶν διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐντολῶν Του.

Τὸ μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως δὲν εἶναι κενὸν οὐσιαστικῆς ἐπιρροῆς εἰς τὴν ποιότητα τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καὶ τῆς εὐρύθμου λειτουργίας τῆς φύσεως. Ὅσον πληρέστερον καὶ βαθύτερον θὰ βιώσωμεν τὴν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ εἰς τὰ βάθη τῶν καρδιῶν μας, τόσον εὐεργετικωτέρα θὰ εἶναι ἡ ἐπιρροὴ τῆς ὑπάρξεώς μας εἰς τὴν ὅλην ἀνθρωπότητα καὶ εἰς τὸν φυσικὸν κόσμον. Αἱ φυσικαὶ ἐπιστῆμαι ἴσως δὲν ἔχουν ἀκόμη ἐπισημάνει τὴν σχέσιν αὐτὴν μεταξὺ ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀνακαινίσεως τῆς φύσεως, ἀλλὰ ἡ πεῖρα τῶν ἁγίων, ἡ ὁποία εἴθε νὰ εἶναι καὶ ἰδική μας πεῖρα, διαβεβαιοῖ ὅτι εἶναι ἐμπειρικῶς διαπιστωμένον ὅτι ὄντως ὁ ἀναγεννημένος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ἀποκαθιστᾶ τὴν διατεταραγμένην ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἁρμονίαν τῶν φυσικῶν φαινομένων. Ὁ ἅγιος ἐν Χριστῷ μετακινεῖ ὄρη ἐπ' ἀγαθῷ καὶ ὁ κακὸς καὶ ἀντίθεος ἄνθρωπος μετακινεῖ ἐδάφη καὶ ὑψώνει κύματα ὑπερμεγέθη ἐπὶ κακῷ.

Εἴθε νὰ προσεγγίσωμεν πρὸς τὴν ἁγιότητα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἵνα διὰ τῆς χάριτος Αὐτοῦ γαληνεύσωμεν τὰ φυσικὰ καὶ ἠθικὰ κύματα τὰ ὁποῖα πλήττουν τὸν σύγχρονον κόσμον μας.

Mustafa Akyol: «Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἔχει δίκαιο»

Mustafa Akyol - Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Ὁ Βαρθολομαῖος Α', ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ἐπισκέφθηκε τὸ τουρκικὸ Κοινοβούλιο. Αὐτὸ ἦταν ἡ πρώτη ἐπίσκεψη γιὰ τὴν Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότητα. Εἶχε ἐπισκεφθῇ τὸ τουρκικὸ Κοινοβούλιο μόνο μία φορὰ πρίν, καὶ μόνο γιὰ νὰ παραστῇ στὴν κηδεία τοῦ πρώην προέδρου Τουργκοὺτ Ὀζάλ. Ἀλλὰ αὐτὴ τὴν φορά, εἶχε προσκληθῇ ἀπὸ τὴν Ἐπιτροπὴ Συνδιαλλαγῆς τοῦ Κοινοβουλίου, στὴν ὁποία Βουλευτὲς ἀπὸ ὅλα τὰ Κόμματα συνεργάζονται γιὰ νὰ συντάξουν ἕναν νέο χάρτη γιὰ τὴν Τουρκία.

Μετὰ τὴν συνάντησή του στὴν Ἐπιτροπή, ὅπου ἐξέφρασε τὶς προσδοκίες του ἀπὸ τὸ νέο Σύνταγμα, ἡ Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότης, δήλωσε τὰ ἑξῆς στοὺς δημοσιογράφους:

«Εἶναι ἡ πρώτη ἐπίσημη πρόσκληση πρὸς τὶς μὴ μουσουλμανικὲς μειονότητες στὴ δημοκρατικὴ ἱστορία. Ἐμεῖς δὲν θέλουμε νὰ εἴμαστε πολῖτες δεύτερης κατηγορίας. Δυστυχῶς, ὑπῆρξαν ἀδικίες τοῦ παρελθόντος. Αὐτὰ ὅλα σιγά-σιγά διορθώνονται. Μιὰ νέα Τουρκία γεννιέται. Ἀφήνουμε τὴν συνάντηση μὲ ἐλπίδα καὶ εἶμαι ἐξαιρετικὰ εὐγνώμων».

Τί μεγάλη συνάντηση ποὺ ἦταν! Ὑπογράμμισε τὸ πικρὸ γεγονὸς ὅτι σὲ ὅλη τὴν ἱστορία τῆς "κοσμικῆς" Τουρκικῆς Δημοκρατίας, μή-μουσουλμᾶνοι θεωροῦνταν πολῖτες δεύτερης κατηγορίας, ἂν ὄχι ἐχθροὶ ἀπὸ μέσα. Ἐπίσης προανήγγειλε ὅτι "μιὰ νέα Τουρκία γεννιέται», στὴν ὁποία οἱ ἀντί-μή-μουσουλμανικὲς προκαταλήψεις τοῦ παρελθόντος ἔχουν ἐγκαταλειφθῇ "σιγά-σιγά." (Κι ἐγώ, ἐπιθυμῶ τὴν ἀλλαγὴ νὰ γινόταν πιὸ γρήγορα.) Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης σημείωσε ἐπίσης ὅτι ὁ παρὼν μετασχηματισμὸς στὴν Τουρκία ἔκανε τὸν ἴδιο καὶ τοὺς Χριστιανούς του νὰ ἐλπίζουν καὶ νὰ εἶναι εὐγνώμονες.

Τώρα, ἂν εἶστε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πιστεύουν ὅτι ἡ Τουρκία ἀποτραβιέται μακριὰ ἀπὸ τὸ ἔντονο κοσμικὸ παρελθόν της σὲ ἰσλαμιστικὸ "σκοτάδι", μπορεῖτε νὰ βρῆτε αὐτὰ δύσκολο νὰ τὰ πιστέψη κανείς. Ἀλλὰ σᾶς παρακαλῶ νὰ πιστέψετε στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, καὶ ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ἐξηγήσω γιατί εἶναι σωστός.

Ὁ Πατριάρχης ἔχει δίκαιο, διότι ἡ κύρια ἀπειλὴ γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Τουρκίας καὶ τοὺς Ἑβραίους δὲν ἦταν τὸ Ἰσλάμ, ἀλλὰ ὁ τουρκικὸς ἐθνικισμός. Στὴν πραγματικότητα τὸ Ἰσλὰμ σέβεται τὰ θρησκευτικὰ δικαιώματα "τῶν λαῶν τῆς βίβλου» –Ἑβραίων καὶ Χριστιανῶν– καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο οἱ μή-Μουσουλμάνοι εἶχαν τὴν ἐλευθερία τῆς λατρείας στὸ πέρασμα τῆς ὀθωμανικῆς ἐποχῆς. Στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα, ἡ ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἔδωσε ἐπίσης ἴσα δικαιώματα ἰθαγένειας σὲ μὴ μουσουλμάνους, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἐμφάνιση πολλῶν Χριστιανῶν καὶ Ἑβραίων στὴν ὀθωμανικὴ γραφειοκρατία καὶ τὸ Κοινοβούλιο.

Στὸν 20ὸ αἰῶνα, ὅμως, τόσο ἡ πτώση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ὅσο καὶ ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ μοντέλου τοῦ ἔθνους-κράτους ἀπὸ τὴν ἠπειρωτικὴ Εὐρώπη ὁδήγησε στὴν ἐμφάνιση τοῦ τουρκικοῦ ἐθνικισμοῦ. Αὐτὴ ἡ κοσμικὴ ἀλλὰ ἀνελεύθερη ἰδεολογία εἶχε λίγο σεβασμὸ γιὰ "τοὺς λαοὺς τῆς Βίβλου» καὶ θέλησε νὰ δημιουργήση μιὰ μή-μουσουλμάνικη ἐλεύθερη Τουρκία –ὄχι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ μουσουλμανισμοῦ, ἀλλὰ τοῦ τουρκισμοῦ. Ἔτσι ἦρθε ἡ ἐθνοκάθαρση τῶν Ἀρμενίων, Ἑλλήνων ἢ τῶν Ἀσσυρίων, ἢ ὁ «φόρος περιουσίας» σὲ ὅλους τοὺς μή-μουσουλμάνους, συμπεριλαμβανομένων τῶν Ἑβραίων.

Ὁ Κεμαλισμός, ἡ ἐπίσημη ἰδεολογία τῆς Τουρκικῆς Δημοκρατίας, ἦταν ἡ ἐνσάρκωση αὐτοῦ τοῦ ἐθνικιστικοῦ παραδείγματος. Ἀνίδεοι Δυτικοὶ συχνὰ ἐπαίνεσαν τὸν Κεμαλισμὸ γιὰ "ἐκκοσμίκευση" καὶ "μοντερνισμό", ἀλλὰ λίγο παρατήρησαν ὅτι ἡ δίωξη τῶν Χριστιανῶν τῆς Τουρκίας (καὶ τῶν Κούρδων, γιὰ ἐκεῖνο τὸ θέμα), γιὰ τὶς ὁποῖες δικαίως παραπονέθηκαν, πραγματοποιήθηκε ἀπὸ κανέναν ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς κεμαλικοὺς Ἰακωβίνους καὶ τοὺς sans-culottes. (Ἀναφέρομαι στοὺς χυδαῖα ὑπέρ-ἐθνικιστὲς τῆς Τουρκίας, τῶν ὁποίων ἡ ἰδεολογία εἶναι βάρβαρη, ἀλλὰ φυσικὴ ἀντανάκλαση ἀπὸ αὐτὴ τῶν πιὸ ἐξελιγμένων κεμαλικῶν ἐλίτ.)

Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο ἡ μετά-κεμαλικὴ Τουρκία, ὅπως καὶ ἡ πρό-κεμαλικὴ (ὀθωμανική), θὰ εἶναι πιὸ συμπαθὴς σὲ μή-μουσουλμάνους. Καὶ βλέπουμε τὰ στοιχεῖα αὐτὰ μέρα μὲ τὴ μέρα.

Υ.Γ.: Μπορεῖ νὰ ἔχετε σημειώσει ὅτι δὲν ὀνόμασα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο "Ροὺμ Ὀρθόδοξο Πατριαρχεῖο Φαναρίου", ὅπως τὸ τουρκικὸ Κράτος καὶ τὰ ΜΜΕ κάνουν. Γιατί πιστεύω ὅτι κάθε θρησκευτικὸ ἵδρυμα ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ αὐτοπροσδιορίζεται, ἕνα δικαίωμα ποὺ πρέπει νὰ γίνεται σεβαστὸ ἀπὸ τοὺς ἄλλους.
Mustafa Akyol Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

(Πηγή:  The Ecumenical Patriarch is right  Ἀποστολὴ Γ.Κ., μετάφραση Γ.Γ.)

Γράμμα Ναυπάκτου Ἱεροθέου γιά τήν ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καί τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου

Ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος τόν Αὔγουστο τοῦ 2004, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε ἀποστείλει Γράμμα στόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη γιά τήν ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, ἔστειλε νέο Γράμμα γιά τήν ἁγιοκατάταξη τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καί τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου. Δημοσιεύεται κατωτέρω γιά πρώτη φορά ὁλόκληρο τό Γράμμα αὐτό τοῦ Μητροπολίτου γιά τούς ἁγίους Πορφύριο καί Σωφρόνιο.

 Ἱερά Μητρόπολις Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου  Ἐν Ναυπάκτῳ τῇ 16ῃ Αὐγούστου 2004

Αρ. Πρωτ.: 467

τῷ Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­πῳ Κων­στα­ντι­νου­πό­λε­ως, Νέ­ας Ρώ­μης

καί Οἰ­κου­με­νι­κῷ Πα­τρι­άρ­χῃ

Κυ­ρί­ῳ Κυ­ρί­ῳ Βαρ­θο­λο­μαί­ῳ

εἰς Βα­σι­λεύ­ου­σαν

Πα­να­γι­ώ­τα­τε Πά­τερ καί Δέ­σπο­τα,

Μέ τήν πρό­τρι­τα ἀ­πο­στα­λεῖ­σαν τῇ Ὑ­με­τέ­ρᾳ θει­ο­τά­τῃ Πα­να­γι­ό­τη­τι ἐ­μήν ἐ­πι­στο­λήν ἐ­ζή­τουν βα­θυ­σε­βά­στως τήν συ­γκα­τα­ρί­θμη­σιν ἐν ταῖς δέλ­τοις τῶν ἁ­γί­ων ἀν­δρῶν τοῦ ἐν ὁ­σι­ό­τη­τι βι­ώ­σα­ντος καί κοι­μη­θέ­ντος πα­τρός ἡ­μῶν Πα­ϊ­σί­ου τοῦ ἁ­γι­ο­ρεί­του.

Τα­νῦν, παρρησιαζόμενος μέν, προ­σβλέ­πων δέ πρός τήν με­γά­λην μα­κρο­θυ­μί­αν τῆς Ὑ­με­τέ­ρας θει­ο­τά­της Πα­να­γι­ό­τη­τος καί μι­μού­με­νος τό ἐ­παι­νε­θέν ὑ­πό τοῦ Κυ­ρί­ου θρά­σος τῆς χή­ρας τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου (Λουκ΄ ι­η΄, 1 καί ἑ­ξῆς), οὐ δι’ ἐ­μέ, ἀλ­λά δι­ά τούς φι­λοῦ­ντας τόν Θε­όν, ὑ­πο­βάλ­λω νέαν αἴτησιν πε­ρί ἑτέρων δύ­ο ἐ­ρα­στῶν τοῦ πνεύ­μα­τος καί τῆς ἐ­νυ­πο­στά­του σο­φί­ας τοῦ Θε­οῦ, ἤ­τοι τοῦ Λό­γου τοῦ Θε­οῦ.

Ὁ σο­φός Σο­λο­μών δι­α­τρα­νοῖ: «Ταύ­την(τήν σο­φί­αν) ἐ­φί­λη­σα καί ἐ­ξε­ζή­τη­σα ἐκ νε­ό­τη­τός μου καί ἐ­ζή­τη­σα νύμ­φην ἀ­γα­γέ­σθαι ἐ­μαυ­τῷ καί ἐ­ρα­στής ἐ­γε­νό­μην τοῦ κάλ­λους αὐ­τῆς. εὐ­γέ­νει­αν δο­ξά­ζει συμ­βί­ω­σιν Θε­οῦ ἔ­χου­σα, καί ὁ πά­ντων δε­σπό­της ἠ­γά­πη­σεν αὐ­τήν· μύ­στις γάρ τῆς τοῦ Θε­οῦ ἐ­πι­στή­μης καί αἱ­ρε­τίς τῶν ἔρ­γων αὐ­τοῦ» (Σοφ. Σολ. η΄, 2-4). Αὕ­τη ἡ ἐ­νυ­πό­στα­τος σο­φί­α τοῦ Θε­οῦ, ὁ τοῦ Θε­οῦ Υἱ­ός καί Λό­γος ἐ­στίν, ὁ ἀ­πο­κα­λυ­φθείς ἀ­σάρ­κως ἐν τοῖς Προ­φή­ταις καί ἀ­πο­κα­λυ­πτό­με­νος ἐν σαρ­κί ἐν τοῖς Ἀ­πο­στό­λοις καί ἁ­γί­οις ἐν ταῖς ἐ­σχά­ταις ἡ­μέ­ραις.

 Καί οἱ τοῦ Θε­οῦ φί­λοι δι­ά μέ­σου τῶν αἰ­ώ­νων ἐ­ρα­σταί τῆς σο­φί­ας ταύ­της ἐ­γέ­νο­ντο καί ἐ­φί­λη­σαν αὐ­τήν καί ἐ­ζή­τουν ψυ­χῇ τε καί καρ­δί­ᾳ «τήν τῶν σῶν (Θε­οῦ) θρό­νων πά­ρε­δρον σο­φί­αν» (Σοφ. Σο­λ. θ΄, 4), εἰ καί ἄν­θρω­ποι ἀ­σθε­νεῖς καί ὀ­λι­γο­χρό­νι­οι καί ἐ­λάσ­σο­νες ἐν συ­νέ­σει κρί­σε­ως καί νό­μων (ἔνθ. ἀ­νωτ. στ.΄ 5) ἦ­σαν, ἀλ­λά, ἐ­μπε­πλη­σμέ­νοι Πνεύ­μα­τος Ἁ­γί­ου, ἐ­πό­θουν τόν μό­νον Πο­θη­τόν καί ἀ­νε­ζή­τουν τό ἀ­κρό­τα­τον τῶν ἐ­φε­τῶν.

Ἡ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας θε­ο­λο­γί­α ταυ­τι­ζο­μέ­νη με­τά τῆς θε­ω­ρί­ας τοῦ ἀ­κτί­στου Φω­τός καί τῆς γνώ­σε­ως τῆς προ­ερ­χο­μέ­νης ἐξ αὐτῆς ἀ­λη­θής σο­φί­α ἐ­στίν. Ἡ δέ θε­ο­λο­γί­α, ὡς γνῶ­σις ἐ­μπει­ρι­κή, ὡς «ἡ ἄ­γνοι­α ἡ ὑ­περ­τέ­ρα τῆς γνώ­σε­ως», ὡς γνῶ­σις ἥ­τις ἐ­στίν «τύ­πος τοῦ μέλ­λο­ντος ἐν τῇ ἀ­δο­λε­σχί­ᾳ μό­νῃ τῆς δι­α­νοί­ας τρυ­φῶ­σα ἐν τοῖς μυ­στη­ρί­οις τῶν μελ­λό­ντων», ἵ­να κα­τά τόν ἅ­γι­ον Ἰ­σα­άκ τόν Σύ­ρον εἴ­πω, καρ­πός ἐ­στιν τῆς κα­τά Θε­όν ἡ­συ­χί­ας. Οὕ­τως ἡ ἡ­συ­χί­α προ­ϋ­πό­θε­σίς ἐ­στιν τῆς οὕ­τω­σί κα­λου­μέ­νης ὀρ­θο­δό­ξου ἐ­μπει­ρι­κῆς θε­ο­λο­γί­ας.

Ἡ ἡ­συ­χί­α κα­τά μέν τόν τῆς Και­σα­ρεί­ας Μέ­γα Φω­στῆ­ρα «ἀρ­χή κα­θάρ­σε­ως τῇ ψυ­χῇ» ἐ­στιν, κα­τά δέ τόν τῆς Κλί­μα­κος ἅ­γι­ον «λο­γι­σμῶν ἐ­πι­στή­μη καί ἀ­σύ­λη­τος ἔν­νοι­ά ἐ­στιν». Κα­τά τόν ἅ­γι­ον Σι­να­ΐ­την Γρη­γό­ρι­ον «ἀρ­χή τῆς ἡ­συ­χί­ας ἡ σχο­λή» ἐ­στιν καί ἐκ ταύ­της «ἡ φω­τι­στι­κή δύ­να­μις καί θε­ω­ρί­α· καί τέ­λος ἡ ἔκ­στα­σις καί ἡ ἁρ­πα­γή τοῦ νο­ός πρός Θε­όν» ἐ­στιν. Κα­τά δέ τόν ἅ­γι­ον τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης Ποι­μέ­να Γρη­γό­ρι­ον τόν Πα­λα­μᾶν, ἡ ἡ­συ­χί­α «ἡ λή­θη τῶν κά­τω, ἡ μύ­στις τῶν ἄ­νω, ἡ τῶν νο­η­μά­των ἐ­πί τό κρεῖτ­τον ἀ­πό­θε­σίς ἐ­στιν».

Ταύ­την τήν κα­τά Θε­όν ἡ­συ­χί­αν ἠ­γά­πη­σαν σφό­δρα οἱ πο­θοῦ­ντες τά θεῖ­α, οἱ πει­νῶ­ντες καί δι­ψῶ­ντες τά ἐ­που­ρά­νι­α. Ταύ­την τήν σο­φί­αν ἐ­δί­ψη­σαν οἱ ἐ­ρα­σταί αὐ­τῆς ὡς ἔ­λα­φοι πο­ρευ­ό­με­ναι με­τά σπου­δῆς ἐ­πί τάς πη­γάς τῶν ὑ­δά­των κα­τά τόν προ­φη­τά­να­κτα Δαυ­ΐδ: «ὅν τρό­πον ἐ­πι­πο­θεῖ ἡ ἔ­λα­φος ἐ­πί τάς πη­γάς τῶν ὑ­δά­των, οὕ­τως ἐ­πι­πο­θεῖ ἡ ψυ­χή μου πρός σέ, ὁ Θε­ός. Ἐ­δί­ψη­σεν ἡ ψυ­χή μου πρός τόν Θε­όν, τόν ἰ­σχυ­ρόν, τόν ζῶ­ντα· πό­τε ἥ­ξω καί ὀ­φθή­σο­μαι τῷ προ­σώ­πῳ τοῦ Θε­οῦ;». (Ψαλμ. μα΄,2-3).

Ἡ  ἔκ­πει­νος καί ἔκ­δι­ψος αὕτη κα­τά­στα­σις ἐ­πι­φέ­ρει ἔ­ρω­τα ἀ­φό­ρη­τον, τόν θεῖ­ον, λέ­γω, ἔ­ρω­τα. Αὕ­τη ἡ θεί­α ἀ­γά­πη ὁ κε­κρυμ­μέ­νος ἐν ἡ­μῖν σπιν­θήρ τοῦ θεί­ου πό­θου ἐ­στίν, ὅς «φυ­σι­κῶς ἐν ἡ­μῖν ἐ­νυ­πάρ­χει» καί ὅ­τε ἐλ­λεί­πει οὗ­τος «πά­ντων κα­κῶν ἐ­στιν ἀ­φο­ρη­τό­τα­τον», κα­τά τόν Μέ­γαν Βα­σί­λει­ον.

 Καί κα­τά τόν τρί­τον τῆς θε­ο­λο­γί­ας ἐ­πώ­νυ­μον, Συ­με­ών τόν νέ­ον Θε­ο­λό­γον, «ἡ­συ­χί­α ἐ­στί νο­ός κα­τά­στα­σις ἀ­νε­νό­χλη­τος, γα­λή­νη ἐ­λευ­θέ­ρας καί ἀ­γαλ­λι­ω­μέ­νης ψυ­χῆς, καρ­δί­ας ἀ­τά­ρα­χος καί ἀ­κύ­μα­ντος βά­σις, θε­ω­ρί­α φω­τός, ἁρ­πα­γή νο­ός, ὁ­μι­λί­α κα­θα­ρά πρός Θε­όν, ἀ­κοί­μη­τος ὀ­φθαλ­μός, προ­σευ­χή νο­ε­ρά, ἕ­νω­σις με­τά Θε­οῦ καί συ­νά­φει­α καί τέ­λος θέ­ω­σις καί ἄ­πο­νος ἀ­νά­παυ­σις ἐν με­γά­λοις πό­νοις ἀ­σκή­σε­ως».

Ὁ τῆς Και­σα­ρεί­ας Φω­στήρ ᾐσθάνετο ἐν τῇ ζω­ῇ αὐ­τοῦ το­σοῦ­τον ἀ­φό­ρη­τον πό­θον καί ἑ­ώ­ρα­κεν τοι­οῦ­τον θαυ­μά­σι­ον κάλ­λος, ὥ­στε ἐ­ρω­τᾶ: «τί οὖν κάλ­λους θεί­ου θαυ­μα­σι­ώ­τε­ρον;...ποῖ­ος πό­θος ψυ­χῆς οὕ­τω δρι­μύς καί ἀ­φό­ρη­τος ὡς ὁ ἀ­πό Θε­οῦ ἐγ­γι­νό­με­νος τῇ ἀ­πό κα­κί­ας κε­κα­θαρ­μέ­νῃ ψυ­χῇ καί ἀ­πό ἀ­λη­θι­νῆς δι­α­θέ­σε­ως λε­γού­σῃ τε­τρω­μέ­νῃ ἀ­γά­πης ἐ­γώ εἰ­μι;».

Ὁ καρ­πός τῆς ἡ­συ­χί­ας ταύ­της, τῆς τόν πό­θον τοῦ θεί­ου ἔ­ρω­τος Χά­ρι­τι Θε­οῦ ἀναφλεγούσης, ὁ­δη­γεῖ τόν θε­ού­με­νον, οὐ­χί εἰς τό ποι­εῖν τήν θέ­ω­σιν, ὅ­περ ἄτοπον τοῖς ἀνθρώποις ἐπεί τοῦ Θε­οῦ τοῦτό ἐ­στιν, ἀλ­λ’ εἰς τό πά­σχειν τήν θέ­ω­σιν, εἰς τό ὁ­ρᾶν τό τοῦ Θε­οῦ ἄ­κτι­στον Φῶς, τό ἀ­θέ­α­τον μέν τοῖς ἔ­χου­σιν τυ­φλόν τόν τε νοῦν καί τήν καρ­δί­αν, θεατόν δέ τοῖς θεουμένοις, ὅ­σον ἔξε­στιν αὐτοῖς, δι­ό ὁ Μέ­γας Φω­στήρ τῆς Και­σα­ρεί­ας καί αὖ­θις ἀ­πο­φαί­νε­ται: «Ἄρ­ρη­τοι πα­ντε­λῶς καί ἀ­νεκ­δι­ή­γη­τοι τοῦ θεί­ου κάλ­λους αἱ ἀ­στρα­παί· οὐ πα­ρί­στη­σι λό­γος, οὐ δέ­χε­ται ἀ­κο­ή... Τοῦ­το τό κάλ­λος σαρ­κί­νοις μέν ὀ­φθαλ­μοῖς ἀ­θε­ώ­ρη­τον, ψυ­χῇ δέ μό­νῃ καί δι­α­νοί­ᾳ κα­τα­λη­πτόν, εἴ­που τι­νά πε­ρι­έ­λαμ­ψε τῶν ἁ­γί­ων, καί ἀ­φό­ρη­τον τοῦ πό­θου τό κέ­ντρον αὐ­τοῖς, ἐ­γκα­τέ­λι­πεν...».

Συ­με­ών δέ ὁ Νέ­ος Θε­ο­λό­γος ἐ­ρα­στής γε­νό­με­νος τῆς σο­φί­ας ταύ­της ἔ­φη:

«Σέ γάρ ὁ­ρῶν τι­τρώ­σκο­μαι τά ἐ­ντός τῆς καρ­δί­ας
καί βλέ­πειν οὐκ ἰ­σχύ­ω σε καί μή βλέ­πων οὐ φέ­ρω·
ἀ­πρό­σι­τον τό κάλ­λος σου, ἀ­μί­μη­τον τό εἶ­δος,
ἀ­σύ­γκρι­τος ἡ δό­ξα σου, καί τίς πο­τέ σε εἶ­δεν
ἤ τίς ἰ­δεῖν σε δυ­νη­θῇ ὅ­λον, σέ, τόν Θε­όν μου;...
Ὅ­μως ὡς ἥ­λι­ον ὁ­ρῶ καί ὡς ἄ­στρον σε βλέ­πω,
καί ἐν τῷ κόλ­πῳ φέ­ρω σε, κα­θά­περ μαρ­γα­ρί­την,
καί ὡς λα­μπά­δα βλέ­πω σε σκεύ­ους ἡμ­μέ­νην ἔν­δον».

Ἐ­ντεῦ­θεν ἡ ὀρ­θό­δο­ξος ἐξ ἐμπειρίας θε­ο­λο­γί­α, οὐ­χί ἡ στο­χα­στι­κή ἀ­να­λο­γί­α, ἥ­τις τοῖς λο­γι­κοῖς μό­νοις ἐ­νυ­πάρ­χει, καί ἥτις «οὐκ ἔ­στιν αὕ­τη ἡ σο­φί­α ἄ­νω­θεν κα­τερ­χο­μέ­νη, ἀλ­λ’ ἐ­πί­γει­ος, ψυ­χι­κή, δαι­μο­νι­ώ­δης» (Ἰ­ακ. γ΄,15)· ἐ­ντεῦ­θεν οἱ πο­τα­μοί τοῦ Πνεύ­μα­τος οἱ ἐκ τῆς ἠλ­λοι­ω­μέ­νης καρ­δί­ας τῶν θε­ου­μέ­νων ἐκ­πο­ρευ­ό­με­νοι· ἐ­ντεῦ­θεν ἡ ἀ­κραι­φνής τῶν θεί­ων Γρα­φῶν ἑρ­μη­νεί­α· ἐ­ντεῦ­θεν ἡ ἀ­πλα­νής τῶν πι­στῶν κα­θο­δή­γη­σις· ἐ­ντεῦ­θεν τά χα­ρί­σμα­τα τῶν ἰ­α­μά­των· ἐ­ντεῦ­θεν οἱ ἅ­γι­οι πά­σχο­ντες «τά θεῖ­α μή δι­α­νο­ού­με­νοι», ὡς ὁ ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Πα­λα­μᾶς ἔ­φη· Ἐ­ντεῦ­θεν «τό ἔ­σχα­τον ὀ­ρε­κτόν, τοῦ­τό ἐ­στιν ἡ τῆς θε­ο­λο­γί­ας Χά­ρις», ὡς ὁ ἅ­γι­ος Δι­ά­δο­χος ὁ Φω­τι­κῆς φη­σι.

Τῷ ὄ­ντι, «τέ­λος ἁ­γνεί­ας, θε­ο­λο­γί­ας ὑ­πό­θε­σις», κα­τά τόν τῆς Κλί­μα­κος ἅ­γι­ον καί «ἔ­στι γάρ καί ἡ πε­ρί Θε­οῦ καί τῶν κα­τ’ αὐ­τόν δο­γμά­των γνῶ­σις, θε­ω­ρί­α, ὅ θε­ο­λο­γί­αν ὀ­νο­μά­ζο­μεν», κα­τά τόν ἅ­γι­ον Γρη­γό­ρι­ον, τόν τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης ποι­μέ­να καί θε­ο­λό­γον.

Συ­νε­λό­ντι εἰ­πεῖν, οἱ ἐ­ρα­σταί τῆς τοῦ Θε­οῦ σο­φί­ας ἠ­γά­πη­σαν καί ἀ­γα­πῶ­σιν τήν κα­τά Θε­όν σο­φί­αν, ἥ­τις δι­ά τοῦ θεί­ου ἔ­ρω­τος ἀ­να­βι­βά­ζει τού­τους εἰς ὕ­ψος θε­ω­ρί­ας ἐξ οὗ καί ἡ τῆς θε­ο­λο­γί­ας Χά­ρις καί ἐ­νέρ­γει­α πα­ρα­γί­γνε­ται τοῖς ἀ­ξί­οις, καί ἡ ἐ­πι­στα­σί­α τῶν ἀν­θρω­πί­νων ψυ­χῶν κα­τορ­θοῦ­ται, τῇ τοῦ Πνεύ­μα­τος δυ­νά­μει, δι­ά τοῖς ἐν τῇ Ἐκ­κλη­σί­ᾳ μυ­στη­ρί­οις.

Πα­να­γι­ώ­τα­τε Πά­τερ καί Δέ­σπο­τα,

Πολ­λοί ἐ­ρα­σταί τοῦ πνεύ­μα­τος καί ἀ­κρι­βεῖς θε­ο­λό­γοι ἀ­νε­δεί­χθη­σαν ἐν μέ­σῳ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐν οἷς καί δύ­ο ἐν Ἁγίῳ Ὄρει ἀθλήσαντες ἱ­ε­ρο­μό­να­χοι, ἀμ­φό­τε­ροι ἐν ὁ­σι­ό­τη­τι βι­ώ­σα­ντες καί κοι­μη­θέ­ντες, ἤ­τοι ὁ ἱ­ε­ρο­μό­να­χος π. Πορ­φύ­ρι­ος ὁ Καυ­σοκαλυβίτης καί ὁ ἱ­ε­ρο­μό­να­χος π. Σω­φρό­νι­ος ὁ Ἡσυχαστής, πι­στά τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τέ­κνα, τόν Θε­όν ἔ­χο­ντα ἐν τοῖς στέρ­νοις αὐ­τῶν καί με­γα­λύ­να­ντα τό Ὄ­νο­μα τοῦ Με­γά­λου Θε­οῦ καί Σω­τῆ­ρος ἡ­μῶν Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ, ζῶ­ντα ἐν μέ­σῳ πολ­λῶν βλα­σφη­μού­ντων τό Ὄ­νο­μα τοῦ Θε­οῦ ἐν τοῖς ἔ­θνε­σιν. Οὗ­τοι κα­θω­δή­γη­σαν πλῆ­θος πι­στῶν τοῖς προ­φο­ρι­κοῖς τε καί γρα­πτοῖς ἐν­θέ­οις λό­γοις αὐτῶν, ἐν τῇ θε­ο­μι­μή­τῳ ἀ­να­στρο­φῇ καί χρι­στο­μι­μή­τῳ ἀ­γά­πῃ αὐ­τῶν. Οἰκεῖοι ἐγένοντο καί φίλοι Θε­οῦ καί ἐ­ποί­η­σαν πολ­λούς φί­λους Αὐτοῦ.

Ὁ ἀείμνηστος ἱ­ε­ρο­μό­να­χος πα­τήρ ἡ­μῶν Πορ­φύ­ρι­ος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ἡ ὄ­ντως πορ­φύ­ρα τοῦ Πνεύ­μα­τος, ἐκ νε­α­ρᾶς ἡ­λι­κί­ας ἐ­πο­ρεύ­θη ἐν Ἁ­γί­ῳ Ὄ­ρει, ἁ­γι­ο­ρεί­της πα­ρα­μεί­νας ἐν ὅ­λῃ τῇ ζω­ῇ αὐ­τοῦ, ἐ­φαρ­μό­σας τό τοῦ ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Θε­ο­λό­γου λέ­γο­ντος πε­ρί τοῦ Μ. Βα­σι­λεί­ου «φυ­γάς ἐν­θέν­δε πρός Πό­ντον με­τα­χω­ρεῖ, καί τοῖς ἐ­κεῖ­σε φρο­ντι­στη­ρί­οις ἐ­πι­στα­τεῖ. Αὐ­τός δέ κα­θι­στᾷ τι μνή­μης ἄ­ξι­ον, καί τήν ἔ­ρη­μον ἀ­σπά­ζε­ται με­τά Ἠ­λί­ου καί Ἰ­ω­άν­νου, τῶν πά­νυ φι­λο­σό­φων». Φλεγόμενος ὑ­πό θεί­ου ἔ­ρω­τος ἐ­πο­ρεύ­θη ἐν τοῖς φρο­ντι­στη­ρί­οις τῆς κα­τά Θε­όν φι­λο­σο­φί­ας ἐν Καυ­σο­κα­λυ­βί­οις πο­θῶν τόν τῆς ἀ­σκή­σε­ως βί­ον καί τήν μέ­θε­ξιν τοῦ ἐ­ρα­σμί­ου κάλ­λους Χρι­στοῦ τοῦ Θε­οῦ ἡ­μῶν. Ἐβίωσεν τήν ἄκραν ἡ­συ­χί­αν ἀ­γα­πή­σας τήν ὑ­πα­κο­ήν καί τήν κα­θα­ρό­τη­τα τῆς καρ­δί­ας, ἐ­γε­ώρ­γη­σεν τό γλυ­κύ­τα­τον μέ­λι τῆς ἡ­συ­χί­ας ἐν τῷ πνευ­μα­τι­κῷ τού­τῳ με­λισ­σῶ­νι. Ἔ­ζη­σεν τό ὑ­πό τοῦ ὁ­σί­ου Πέ­τρου τοῦ Δα­μα­σκη­νοῦ λε­χθέν «φεῦ­γε, σι­ώ­πα, ἡ­σύ­χα­ζε, αὗ­ται γάρ εἰ­σιν αἱ ρί­ζαι τῆς ἀ­να­μαρ­τη­σί­ας», δι­ό­περ καί ἐ­πέ­τυ­χεν τοῦ πο­θου­μέ­νου.

Ἐκ τοῦ μέ­λι­τος τῆς ἡ­συ­χί­ας ἐ­δό­θη­σαν αὐ­τῷ ὑ­πό τοῦ Πα­να­γί­ου καί Τε­λε­ταρ­χι­κοῦ Πνεύ­μα­τος μεί­ζο­να χα­ρί­σμα­τα, ὡς ἡ ἱ­ε­ρά ἐν τῇ καρ­δί­ᾳ προ­σευ­χή καί ὁ ἀ­κα­τά­παυ­στος θεῖ­ος ἔ­ρως, ἐ­νί­ο­τε ὡς πῦρ κα­τα­καῖ­ον τά πά­θη τῆς γη­ΐ­νης σαρ­κός καί ἐ­νί­ο­τε ὡς φῶς γλυ­καῖ­νον τό νο­ε­ρόν τῆς καρ­δί­ας.

Ἐ­δό­θη αὐ­τῷ τό πρῶ­τον ἡ «πε­πυ­ρω­μέ­νη καί γνη­σί­α προ­σευ­χή», κα­τά τόν λό­γον τοῦ Χρυ­σορ­ρή­μο­νος πα­τρός ἡ­μῶν Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Χρυ­σο­στό­μου, «ἡ πυ­κνή καί ἔ­μπο­νος προ­σευ­χή», κα­τά τόν Νεῖ­λον τόν ἀ­σκη­τήν, ἡ «συ­νου­σί­α καί ἕ­νω­σις ἀν­θρώ­που καί Θε­οῦ», κα­τά τόν τῆς Κλί­μα­κος ἅ­γι­ον. Ἡ ἀ­δι­ά­λει­πτος καί μο­νο­λό­γι­στος εὐ­χή «ἡ­νώ­θη τῇ πνο­ῇ» τοῦ μα­κα­ρί­ου τού­του ἀν­δρός καί ἐ­νηρ­γεῖ­το αὐ­το­κι­νή­τως, ἀ­κρι­βέ­στε­ρον ἑ­τε­ρο­κι­νή­τως, ἤ­γουν ὑ­πό τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος, ἐν νυ­κτί τε καί ἡ­μέ­ρᾳ, ἐν δι­α­κο­νί­ᾳ καί ἀ­κο­λου­θί­ᾳ, ἐν ὕ­πνῳ καί ἐν ἐ­γρη­γόρ­σει. Ἡ ἐν αὐ­τῷ ἐ­νερ­γου­μέ­νη χά­ρις ἥ­νω­σεν νοῦν καί καρ­δί­αν καί οὕ­τως ὁ μα­κά­ρι­ος ἀ­νήρ ἐ­γνώ­ρι­σεν προ­πτω­τι­κάς κα­τα­στά­σεις, τήν τοῦ Ἀ­δάμ ζω­ήν πρό τοῦ ἐν­δυ­θῆ­ναι αὐ­τόν τούς δερ­μα­τί­νους χι­τῶ­νας τῆς φθο­ρᾶς καί τῆς θνη­τό­τη­τος.

Ἐ­πεί ἡ πο­ρεί­α πρός Θε­όν ἀ­τέ­λε­στός ἐ­στιν, κα­τά τόν λό­γον τοῦ ἁ­γί­ου Γρη­γο­ρί­ου Νύσ­σης καί «ἐ­πί δέ τῆς ἀ­ρε­τῆς ἕ­ναν ὅ­ρον ἐ­μά­θο­μεν, τό μή ἔ­χειν αὐ­τήν ὅ­ρον», καί «ἡ τε­λει­ό­της ὅ­ροις οὐ δι­α­λαμ­βά­νε­ται, τῆς δέ ἀ­ρε­τῆς εἷς ὅ­ρος ἐ­στι, τό ἀ­ό­ρι­στον», ἐ­δό­θη­σαν αὐ­τῷ ποι­κί­λα πνευ­μα­τι­κά χα­ρί­σμα­τα, ὡς τό δι­ο­ρα­τι­κόν, τό ὁ­ρᾶν, δῆ­λόν ὅ­τι, τόν ἐν ταῖς ψυχαῖς κρυπτόν ἄνθρωπον καί τήν ἐ­νέρ­γει­αν τῆς Χά­ρι­τος τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­λα­βεν ἔ­τι πλέ­ον καί τό προ­ο­ρα­τι­κόν χά­ρι­σμα τοῦ γι­νώ­σκειν τά μέλ­λο­ντα τοῖς ἀν­θρώ­ποις συμ­βαί­νειν, γε­νό­με­νος οὕ­τως ἀ­πλα­νής καί δι­α­κρι­τι­κός πα­τήρ τοῖς ἐν ποι­κί­λοις βα­σά­νοις καί πει­ρα­σμοῖς πε­ρι­πί­πτου­σιν ἀν­θρώ­ποις.

Ὁ πρός τόν Θε­όν ἔ­ρως ἀ­κα­τά­παυ­στος ἦν ἐν τῇ καρ­δί­ᾳ αὐ­τοῦ. Ἐ­πεί ὁ θεῖ­ος ἔ­ρως ἐκ­στα­τι­κός ἐ­στιν «οὐκ ἐ­ᾷ ἑ­αυ­τόν εἶ­ναι τούς ἐ­ρα­στάς, ἀλ­λά τῶν ἐ­ρω­μέ­νων» κα­τά τόν λό­γον τοῦ ἀγ­γε­λό­νο­ος Δι­ο­νυ­σί­ου Ἀ­ρε­ο­πα­γί­του, ὑ­πεν­θυ­μί­ζο­ντος τόν λό­γον τοῦ θεί­ου Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου «ζῶ δέ οὐ­κέ­τι ἐ­γώ, ζῇ δέ ἐν ἐ­μοί Χρι­στός» (Γαλ. β΄, 2) καί ἑρ­μη­νεύ­ο­ντος αὖθις τοῦ Ἀ­ρε­ο­πα­γί­του ὅ­τι ὁ θεῖ­ος Ἀ­πό­στο­λος ἔ­ζη «ὡς ἀ­λη­θής ἐ­ρα­στής καί ἐ­ξε­στη­κώς τῷ Θε­ῷ καί οὐ τήν ἑ­αυ­τοῦ ζω­ήν, ἀλ­λά τήν τοῦ ἐ­ρα­στοῦ ζω­ήν ὡς σφό­δρα ἀ­γα­πη­τήν».

Ἔ­μα­θεν ὁ ἱ­ε­ρός Πα­τήρ Πορ­φύ­ρι­ος ἐν τοῖς φρο­ντι­στη­ρί­οις τῆς ἐ­ρή­μου τῶν Καυ­σο­κα­λυ­βί­ων, ἔγ­γι­στα τοῖς πε­πει­ρα­μέ­νοις κα­θη­γη­ταῖς τῆς ἐ­ρή­μου, τήν φι­λέ­ρη­μον καί ἡ­συ­χα­στι­κήν, τήν ἄλ­λως λε­γο­μέ­νην νη­πτι­κήν ζω­ήν, ἐκ τῆς ὑ­πα­κο­ῆς καί τῆς ἀ­κο­ρέ­στου νο­ε­ρᾶς προ­σευ­χῆς, τήν δι­δα­χθεῖ­σαν αὐ­τῷ ὑ­πό τοῦ Θε­οῦ καί ἐ­ντυ­πω­θεῖ­σαν ταῖς κα­θα­ραῖς πλα­ξίν τῆς καρδίας αὐ­τοῦ δι­ά τῶν ἐμπείρων εἰς τάς ὁράσεις ἐρ­γα­τῶν τῆς νο­ε­ρᾶς προ­σευ­χῆς, ὡς τοῦ Γε­ρο-Δη­μᾶ καί τῆς κε­λα­η­δού­σης ἀ­η­δό­νος. Τοῦτο, τό κληθέν ὑπό τοῦ πατρός «ἀ­η­δο­νά­κι», ἐ­δί­δα­ξεν αὐ­τόν τήν ἀ­ξί­αν τῆς ἡ­συ­χί­ας καί τό κα­τά μό­νας ἀ­νυ­μνεῖν τόν Θε­όν, καί δή τήν λε­γο­μέ­νην νο­ε­ράν ἡ­συ­χί­αν ὡς ἐρασμίαν ζω­ήν ἀ­φι­ε­ρω­μέ­νην ὅ­λως τῷ Θε­ῷ.

Ἐκ τῆς χα­ρι­σμα­τι­κῆς ταύ­της κα­τα­στά­σε­ως ὁ ἱ­ε­ρός οὗ­τος Πα­τήρ ἔμπλεος ἦν τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἥτις ἐστίν τό βάθρον τῆς ἐν πνεύ­μα­τι ζω­ῆς, ἀλ­λά καί πλή­ρης τῆς τοῦ πνεύ­μα­τος ἐ­λευ­θε­ρί­ας. Οὗτος, ὡς ἔφη, ἐξ ἰδίας πείρας ἐγίγνω­σκε ὅ­τι «ἡ θρη­σκεί­α μας εἶ­ναι ἀ­γά­πη, εἶ­ναι ἔ­ρω­τας, εἶ­ναι ἐν­θου­σι­α­σμός, εἶ­ναι τρέλ­λα, εἶ­ναι λα­χτά­ρα τοῦ θεί­ου», πνευ­μα­τι­κός οἶ­νός ἐ­στιν καί δή ὅ­τι «ὁ πνευ­μα­τι­κός οἶ­νος εἶ­ναι ἄ­κρα­τος, ἀ­νό­θευ­τος, πο­λύ δυ­να­τός καί ὅ­ταν τόν πί­νεις, σέ με­θά­ει». Με­λε­τῶν δέ τις τούς ἐκ­δο­θέ­ντας λό­γους αὐτοῦ δι­α­πι­στοῖ ὅ­τι ὁ μα­κά­ρι­ος καί εὐ­λο­γη­μέ­νος οὗ­τος ἀ­νήρ ζῶν ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ καί εὐ­ρυ­χω­ρί­ᾳ τοῦ Πνεύ­μα­τος, ἀ­νέ­βη εἰς ὕ­ψος πνευ­μα­τι­κόν, ὅ­θεν καί ὁ­ρᾶ τά πά­ντα ἐν εὐ­ρυ­χω­ρί­ᾳ καί ἐν τῇ κατά Χριστόν ἐ­λευ­θε­ρί­ᾳ.

Ἡ τοῦ Θε­οῦ ἐ­νέρ­γει­α, τοὐ­τέ­στιν τό τέ­λει­ον θέ­λη­μα τοῦ Θε­οῦ, τό κα­θαῖ­ρον τό πα­θη­τι­κόν καί νο­ε­ρόν τῆς ψυ­χῆς καί ἀ­νυ­ψοῦν τόν νοῦν εἰς θε­ω­ρί­αν Θε­οῦ, ἐ­ντός αὐ­τοῦ εἰργάζετο, κα­τά τόν ἅ­γι­ον Γρη­γό­ρι­ον Νύσ­σης, τόν εἰ­πό­ντα: «Ἔ­στιν οὖν θέ­λη­μα τέ­λει­ον τοῦ Θε­οῦ τό κα­θᾶ­ραι δι­ά τῆς χά­ρι­τος τήν ψυ­χήν πα­ντός μο­λυ­σμοῦ, τῶν τοῦ σώ­μα­τος ἡ­δο­νῶν ὑ­ψη­λο­τέ­ραν ποι­ή­σα­ντα, καί προ­σά­γειν αὐ­τήν κα­θα­ράν τῷ Θε­ῷ, πο­θοῦ­σαν καί δυ­να­μέ­νην ἰ­δεῖν τό νο­η­τόν ἐ­κεῖ­νο καί ἄ­φρα­στον φῶς». Τῆς ἱ­ε­ρᾶς ταύ­της ἀ­νό­δου πρός Θε­όν ἠ­ξι­ώ­θη ὁ μα­κά­ρι­ος ἱ­ε­ρο­μό­να­χος π. Πορ­φύ­ρι­ος.

Ὁ­δη­γη­θείς δέ ὑ­πό τῆς τοῦ Θε­οῦ Χά­ρι­τος ἐ­ξῆλ­θεν τοῦ Ὄ­ρους καί ἤ­σκη­σεν ποι­μα­ντι­κήν δι­α­κο­νί­αν ἐν μέ­σαις Ἀ­θή­ναις, ζῶν ἐν ταυ­τῷ, ἐν τῷ κατ΄ ἐ­πί­φα­σιν κλει­νῷ ἄ­στει, ὡς ἀ­σκη­τής ἐν τῇ ἐ­ρή­μῳ τοῦ Ὄ­ρους. Ἠρ­γά­σθη πνευ­μα­τι­κῶς ἐν τῇ Πο­λυ­κλι­νι­κῇ Ἀ­θη­νῶν ἐν μέ­σῳ πό­νου καί στε­να­γμῶν, ἀλλά καί ἐνδιέτριψεν ἐ­πί πολ­λά ἔ­τη ἐν τῇ Πλα­τεί­ᾳ Ὁ­μο­νοί­ας, ἐν μέ­σῳ τοῦ ἀνθρωπίνου πό­νου, τήν ἀ­λη­θῆ ἀ­να­χώ­ρη­σιν ἐκ τοῦ κό­σμου βιών, ὡς ἔ­φη ὁ Μέ­γας Βα­σί­λει­ος «κό­σμου ἀ­να­χώ­ρη­σις οὐ τό ἔ­ξω αὐ­τοῦ γε­νέ­σθαι σω­μα­τι­κῶς, ἀλ­λά τῆς πρός τό σῶ­μα συ­μπα­θεί­ας τήν ψυ­χήν ἀ­πορ­ρῆ­σαι, καί γε­νέ­σθαι ἄ­πο­λιν, ἄ­οι­κον, ἀ­νί­δε­ον, ἀ­φι­λέ­ται­ρον, ἀ­κτή­μο­να, ἄ­βι­ον, ἀ­πρά­γμο­να, ἀ­συ­νάλ­λα­κτον, ἀ­μα­θῆ τῶν ἀν­θρω­πί­ων δι­δα­γμά­των· ἕ­τοι­μον ὑ­πο­δέ­ξα­σθαι τῇ καρ­δί­ᾳ τάς ἐκ τῆς θεί­ας δι­δα­σκα­λί­ας ἐγ­γι­νο­μέ­νας δι­α­τυ­πώ­σεις». Καί ὡς ἐ­ρη­μί­της ἐν Ἀ­θή­ναις ἐ­ποί­μα­νεν τούς ἀ­πο­στα­λέ­ντας αὐ­τῷ Χρι­στι­α­νούς με­τά σο­φί­ας καί συ­νέ­σε­ως οὐ τῆς τυ­χού­σης, ἰδίᾳ με­τά τῆς κα­θα­ρᾶς ἀ­γα­πώ­σης καρ­δί­ας αὐ­τοῦ, ἥν προ­σέ­φε­ρεν καί ἐ­ξέ­χε­εν ἀ­φει­δῶς εἰς ἐγ­γά­μους τε καί ἀ­γά­μους, εἰς πόρ­νας τε καί σώ­φρο­νας, εἰς νέ­ους τε καί γέ­ρο­ντας, εἰς ἅ­πα­ντας ἀ­δι­α­κρί­τως τούς ἀν­θρώ­πους, πο­θῶν, εἰ δυ­να­τόν ἐ­στιν, κατατμηθῆναι καί καταμερισθῆναι τήν καρ­δί­αν καί δο­θῆ­ναι αὐ­τοῖς.

Οὗτος ὁ φιλόθεος ἐ­ρῶν ἀ­κο­ρέ­στως τόν Χρι­στόν, πε­ρί οὗ ἀ­ε­νά­ως ὡ­μί­λει, ἐθεώρει τούς πά­ντας, δι­καί­ους τε καί ἁ­μαρ­τω­λούς ὡς κα­τ’ εἰ­κό­να Θε­οῦ κτι­σθέ­ντας, ὡς Αὐ­τόν τόν Χρι­στόν, κα­τά τό πα­τε­ρι­κόν ἀ­πό­φθε­γμα: «εἶ­δες τόν ἀ­δελ­φόν σου, εἶ­δες τόν Θε­όν σου». Ἐβεβαιώθη καί ἐν αὐ­τῷ ὁ λό­γος τοῦ ὁ­σί­ου πα­τρός ἡ­μῶν Συ­με­ών τοῦ νέ­ου Θε­ο­λό­γου, τῆς πνευ­μα­τι­κῆς ταύτης ἀ­η­δό­νος: «Πά­ντας τούς πι­στούς ὡς ἕ­να βλέ­πειν ὀ­φεί­λο­μεν οἱ πι­στοί καί ἐ­φ’ ἑ­νί ἑ­κά­στῳ αὐ­τῶν εἶ­ναι λο­γί­ζε­σθαι τόν Χρι­στόν καί οὕ­τως τῇ πρός αὐ­τόν ἀ­γά­πῃ δι­ά­κει­σθαι, ὡς ἑ­τοί­μους εἶ­ναι ὑ­πέρ αὐ­τοῦ τι­θέ­ναι τάς ἰ­δί­ας ψυ­χάς». Πά­ντες, οἱ ἐγ­γύς καί οἱ μα­κράν, ἠ­γα­πή­θη­σαν καί κα­θω­δη­γή­θη­σαν ἀ­πλα­νῶς ὑ­πό τοῦ ἱ­ε­ροῦ τού­του πα­τρός, οὐ μό­νον ἄν­θρω­ποι πα­ντοί­ας πνευ­μα­τι­κῆς ἡλικίας, εὑρίσκοντες εὐ­λο­γη­μέ­νην κα­τα­φυγήν ἐν τῇ εὐ­ρυ­χώ­ρῳ αὐ­τοῦ καρ­δί­ᾳ, ἀλ­λά καί τά ἄ­γρι­α ζῶ­α ἠ­γά­πη­σαν καί ἠ­γα­πή­θη­σαν ὑ­π’ αὐ­τοῦ ὑ­πεί­κο­ντα αὐ­τῷ.

Οἱ τοῦ μα­κα­ρί­ου τού­του πα­τρός πε­ρί Ἐκ­κλη­σί­ας ἐκδο­θέ­ντες λό­γοι πε­ρί θεί­ου ἔ­ρω­τος, πε­ρί προ­σευ­χῆς, πε­ρί πνευ­μα­τι­κοῦ ἀ­γῶ­νος, πε­ρί τοῦ μο­να­χι­κοῦ πο­λι­τεύ­μα­τος, πε­ρί τοῦ μυ­στη­ρί­ου τῆς με­τα­νοί­ας, πε­ρί τῆς ἀ­γά­πης εἰς τόν πλη­σί­ον, πε­ρί τῆς θεί­ας προ­νοί­ας, πε­ρί τῆς ἀ­γω­γῆς τῶν παι­δι­ῶν, πε­ρί λο­γι­σμῶν καρ­δί­ας, πε­ρί τῆς κτί­σε­ως, πε­ρί ἀ­σθε­νεί­ας, πε­ρί τοῦ δι­ο­ρα­τι­κοῦ χα­ρί­σμα­τος, καρ­ποί τῆς ζώ­σης θε­ο­λο­γί­ας εἰ­σίν τῆς ἀ­πορ­ρε­ού­σης ἐκ τῆς νο­ε­ρᾶς ἡ­συ­χί­ας καί τῆς καρ­δι­α­κῆς προ­σευ­χῆς.

Τό δέ τέ­λος τοῦ ὁ­σί­ου τού­του καί εὐ­λο­γη­μέ­νου ἀν­δρός μα­κά­ρι­ον ἦν, ἐ­φά­μιλ­λον τῶν ὁ­σί­ων ἀν­δρῶν καί ὅ­μοι­ον πρός τήν ἔ­ναρ­ξιν τῆς ἀ­σκη­τι­κῆς αὐ­τοῦ ἐν τῇ ἐ­ρή­μῳ ζω­ῆς, μί­μη­σις ἀ­λη­θῶς τῆς πα­νε­ρή­μου κε­λα­η­δού­σης ἀ­η­δό­νος, «τοῦ ἀ­η­δο­νι­οῦ του». Ζῶν γοῦν ἀ­δι­α­λεί­πτως εἴ­τε ἐν Ἀ­θή­ναις εἴ­τε ἐν Ἀτ­τι­κῇ, ὡς ἐν τῇ ἐ­ρή­μῳ τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους, ἐ­πε­πό­θη­σεν ἡ ψυ­χή αὐ­τοῦ ἵ­να κοι­μη­θῇ ἐν τῷ «πε­ρι­βο­λαί­ῳ τῆς Θε­ο­τό­κου», ἐν τοῖς φρο­ντι­στη­ρί­οις τοῦ Ἄ­θω­νος, μα­κράν τῶν ἀν­θρώ­πων τῶν ἀ­γα­πώ­ντων αὐ­τόν σφό­δρα, δι­δά­σκων οὕ­τω τό κοι­μᾶ­σθαι ἐν Κυ­ρί­ῳ καί οὐ τό τε­λευ­τᾶν, ἀλ­λά τό τε­λει­οῦ­σθαι ἐν Κυ­ρί­ῳ, μα­κράν τῶν βλεμ­μά­των καί τῶν ἐ­παί­νων τῶν ἀν­θρώ­πων ἐν βα­θυ­τά­τῃ τα­πει­νώ­σει, γνω­ρί­ζων κάλ­λι­ον πα­ντός ἑ­τέ­ρου ὅ­τι «πᾶν δώ­ρη­μα τέ­λει­ον ἄ­νω­θέν ἐ­στι, ἐκ τοῦ Πα­τρός τῶν Φώ­των», ἐ­πεί «τοῦ Θε­οῦ μή ἐ­νερ­γοῦ­ντος ἐν ἡ­μῖν πᾶν τό πα­ρ’ ἡ­μῶν γε­νό­με­νον ἁ­μαρ­τί­α» ἐ­στίν, ὡς ἔ­φη ὁ τῆς Θεσ­σα­λο­νί­κης ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος, καί κα­τά τόν λό­γον τοῦ Κυ­ρί­ου Ἰ­η­σοῦ εἰ­ρη­κό­τος «χω­ρίς ἐ­μοῦ οὐ δύ­να­σθε ποι­εῖν οὐ­δέν» (Ἰ­ω. ι­ε΄, 5).

Ὁ ἀείμνηστος ἱ­ε­ρο­μό­να­χος πα­τήρ ἡ­μῶν Σω­φρό­νι­ος ὁ Ἡσυχαστής καί οὗ­τος σω­φρό­νως πο­λι­τευ­σά­με­νος καί σω­φρο­νί­σας πολ­λούς ἔ­ζη­σεν ἐν Ἁ­γί­ῳ Ὄ­ρει, καί­τοι ἐκ τῆς Τσα­ρι­κῆς Ρω­σί­ας κατήγαγεν τό γένος αὐτοῦ, καί ἀ­νε­δεί­χθη ἐν Χρι­στῷ γί­γας τοῦ πνεύ­μα­τος ἐν ταῖς ἡ­μέ­ραις ἡ­μῶν ἐν ἀ­σκή­σει καί ἡ­συ­χί­ᾳ, ἐν βα­θυ­τά­τῃ με­τα­νοί­ᾳ καί ἀ­κο­ρέ­στῳ προ­σευ­χῇ καί ἐν ὕ­ψει ὀρ­θο­δό­ξου θε­ο­λο­γί­ας, βι­ώ­σας ἀ­λη­θῶς ἐν πνεύ­μα­τι τήν ὁ­δόν τοῦ Κυ­ρί­ου, ἤ­τοι τό μυ­στή­ρι­ον τῆς ἀ­κε­νώ­του κε­νώ­σε­ως Αὐ­τοῦ μέ­χρι κα­τα­βά­σε­ως εἰς ἅ­δην, τήν Ἀ­νά­στα­σιν καί τήν θείαν Αὐ­τοῦ Ἀ­νά­λη­ψιν.

Ἀναζητῶν κατ΄ ἀρ­χήν τόν Θεόν ἐν τῇ ἀπροσώπῳ θεωρίᾳ τῶν Ἀνατολικῶν θρησκειῶν, ἐπεδόθη εἰς ἀκράτητον μετάνοιαν διά τό ὀλίσθημα τοῦτο καί οὕτω ἠ­ξι­ώ­θη θεί­ας καί σπα­νί­ας ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἐν προ­σώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἤ­τοι ἀ­πε­κα­λύ­φθη ἐν τῇ ἀ­πεί­ρῳ ἀ­γά­πῃ Αὐ­τοῦ ὁ νο­η­τός ἥ­λι­ος τῆς δι­και­ο­σύ­νης καί ἔ­μα­θεν ἀν­θ’ ὧν ἔ­πα­θεν τήν ἀ­γά­πην Αὐ­τοῦ καί τήν ὑ­πο­στα­τι­κήν Αὐ­τοῦ ὕ­παρ­ξιν. Δι­ό καί ἐν συ­νε­χεί­ᾳ ἐ­πε­δό­θη εἰς ἀ­κρά­τη­τον με­τά­νοι­αν τήν τά πά­ντα συ­ντρί­βου­σαν καί αὐ­τά ταῦ­τα τά ὀ­στέ­α αὐ­τοῦ ὡς καί εἰς ἀ­τε­λεύ­τη­τον καί ἀ­κό­ρε­στον ὁρ­μήν πρός τόν δυ­νά­με­νον σῶ­σαι ἐκ θα­νά­του, τοὐ­τέ­στιν τόν Χρι­στόν. Αὕ­τη ἡ με­τά­νοι­α οὐκ ἦν ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλ' ἐκ τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος καί τῆς προ­σω­πι­κῆς ὁ­ρά­σε­ως καί γνώ­σε­ως τοῦ Τρι­α­δι­κοῦ Θε­οῦ ἐν Προ­σώ­πῳ Ἰ­η­σοῦ Χρι­στοῦ. Ἔ­φη γάρ ὁ τῆς Νύσ­σης Πρό­ε­δρος ἅ­γι­ος Γρη­γό­ρι­ος: «ἡ τῷ Θε­ῷ συ­να­πτο­μέ­νη ψυ­χή ἀ­κο­ρέ­στως ἔ­χει τῆς ἀ­πο­λαύ­σε­ως, ὅ­σῳ δα­ψι­λέ­στε­ρον ἐμ­φο­ρεῖ­ται τοῦ κάλ­λους, το­σού­τῳ σφο­δρό­τε­ρον τοῖς πό­θοις ἀ­κμά­ζου­σα». Ἐ­ντεῦ­θεν καί ἡ ἀ­κρά­τη­τος τῆς με­τα­νοί­ας ὁρ­μή ὡς διηνεκοῦς ἀ­να­γεν­νή­σε­ως τοῦ πε­πτω­κό­τος ἀν­θρώ­που.

Οὕτως ὁ μακάριος βι­ώ­σας «ἐν αἰ­σθή­σει καί πλη­ρο­φο­ρί­ᾳ» τήν μνή­μην τοῦ θα­νά­του ὡς χα­ρι­σμα­τι­κήν κα­τά­στα­σιν καί ἀ­να­ζη­τῶν τόν ἀ­κό­ρε­στον κο­ρε­σμόν τοῦ θεί­ου ἐ­λέ­ους ἀ­νε­χώ­ρη­σεν εἰς Ἅ­γι­ον Ὄ­ρος, ἐγκαταλείψας τάς ἐν Πα­ρι­σί­οις δι­α­τρι­βάς αὐ­τοῦ, τήν τε τέ­χνην καί τάς θε­ο­λο­γι­κάς σπου­δάς, ἵ­να σπου­δά­σῃ ἐν τοῖς φρο­ντι­στη­ρί­οις τοῦ Ἄ­θω τά μυ­στή­ρι­α τοῦ Πνεύ­μα­τος. Ἠ­σκή­θη τό πρῶ­τον ἐν τῇ ἱ­ε­ρᾷ Μο­νῇ τοῦ ἁ­γί­ου Πα­ντε­λε­ή­μο­νος γνω­ρί­σας τήν κα­τά Θε­όν σο­φί­αν τοῦ ἁ­γί­ου πα­τρός Σι­λου­α­νοῦ τοῦ Ἀθωνίτου, τήν συγ­γε­νεύ­ου­σαν με­τά τῆς ἰ­δί­ας αὐ­τοῦ πεί­ρας, καί εἶ­τα ἀ­νή­χθη εἰς τήν ἔ­ρη­μον, οὐ­χί ἵνα πει­ρα­σθῇ ὑ­πό τοῦ δι­α­βό­λου, ἀλ­λ' ἵνα ζήσῃ ἐν ἀ­δι­α­λεί­πτῳ με­τα­νοί­ᾳ, ἀ­κο­ρέ­στῳ ἔ­ρω­τι καί ἀ­πο­λύ­τῳ ἡ­συ­χί­ᾳ τά τοῦ Πνεύ­μα­τος μυ­στή­ρι­α τά χα­ρι­σθέ­ντα αὐ­τῷ ὑ­πό τοῦ Θε­οῦ κα­τά τήν ἄ­κραν Αὐ­τοῦ φι­λαν­θρω­πί­αν, ἐν τῇ θνη­τῇ αὐ­τοῦ σαρ­κί.

Τά ἐν Ἁγίῳ Ὄρει κλη­θέ­ντα «φρι­κτά Κα­ρού­λι­α» ἐ­δέ­χθη­σαν τόν ἀ­θλη­τήν τοῦ Χρι­στοῦ, τόν ἐ­γνω­κό­τα τόν Κύ­ρι­ον τῆς δό­ξης, τόν δι­α­κρί­να­ντα τήν με­τα­ξύ ἀ­κτί­στου καί κτι­στοῦ δι­α­φο­ράν καί ἀ­να­ζη­τοῦ­ντα τήν ἀ­κό­ρε­στον καί ἀ­τέ­λε­στον τε­λει­ό­τη­τα, δι­ό ἄν καί «φρι­κτά» ταῦ­τα ἔ­φρι­ξαν ἐκ τοῦ κό­που καί τοῦ μό­χθου τοῦ ἱ­ε­ροῦ τού­του ἀν­δρός, ἐκ τῆς ἐ­μπό­νου νυ­χθη­μέ­ρου ἀ­δι­α­λεί­πτου προ­σευ­χῆς, ἐκ τοῦ κλαυ­θμοῦ καί ὀ­δυρ­μοῦ τοῦ ἐκ­πο­ρευ­ο­μέ­νου ἐ­ξ ὅ­λης τῆς ὑ­πάρ­ξε­ως αὐ­τοῦ, ἐκ τῆς ἐν Πνεύ­μα­τι με­τα­νοί­ας ἕ­ως τοῦ «αὐ­το­μί­σους», εὐ­χο­μέ­νου αὐ­τοῦ με­τά τοῦ Ψαλ­μω­δοῦ: «ἐ­γεν­νή­θη τά δά­κρυ­ά μου ἐ­μοί ἄρ­τος ἡ­μέ­ρας καί νυ­κτός ἐν τῷ λέ­γε­σθαί μοι κα­θ’ ἑ­κά­στην ἡ­μέ­ραν· Ποῦ ἐ­στιν ὁ Θε­ός σου;» (Ψαλμ. μα΄, 4), ἐ­πεί «ρη­το­ρι­κώ­τε­ρον ρη­τό­ρων δα­κρύ­ων ρεῖ­θρον» κα­τά τό ἀ­σκη­τι­κόν λό­γι­ον, τό γρα­φό­με­νον ἐ­πί τοῦ σχή­μα­τος δίκην τά­φου τῶν μο­να­χῶν.

 Ἐ­φηρ­μό­σθη καί ἐν αὐ­τῷ τό γε­νό­με­νον ὑ­πό τοῦ ἡ­συ­χα­στοῦ Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Σαβ­βα­ΐ­του: «ἡ­σύ­χα­σεν δέ αὐ­τό­θι ἐν σπη­λαί­ῳ χρό­νους ἕξ (πλεί­ο­νας τού­του ὁ μα­κά­ρι­ος Γέ­ρων Σω­φρό­νι­ος) πά­σης ἀν­θρω­πί­νης συ­να­να­στρο­φῆς ἀ­φι­στῶν ἑ­αυ­τόν, ὁ­μι­λεῖν τῷ Θε­ῷ ἐ­πι­πο­θῶν ἐν ἡ­συ­χί­ᾳ καί τό τῆς δι­α­νοί­ας ὀ­πτι­κόν τῇ μα­κρᾷ φι­λο­σο­φί­ᾳ ἐκ­κα­θᾶ­ραι πρός τό ἀ­να­κε­κα­λυμ­μέ­νῳ προ­σώ­πῳ τήν δό­ξαν Κυ­ρί­ου κα­το­πτρί­ζε­σθαι, πᾶ­σαν σπου­δήν ποι­ού­με­νος ἀ­πό δό­ξης εἰς δό­ξαν προ­κό­πτειν τῇ τῶν κρειτ­τό­νων ἐ­πι­θυ­μί­ᾳ».

Ἐν τῷ ἁ­γι­ω­νύ­μῳ Ὄ­ρει καί ἐν τῇ ἐ­ρή­μῳ αὐ­τοῦ πεῖραν ἔλαβεν τῆς ἀ­κρατήτου ἐ­νεργείας τῆς κα­τά Θε­όν καί δι­ά Θε­όν με­τα­νοί­ας τῆς ἀ­να­φλε­χθείσης ἐκ τῆς ὁ­ρά­σε­ως τοῦ ζῶντος Θε­οῦ εἰ­δώς τήν ἀ­νέκ­φρα­στον φι­λαν­θρω­πί­αν καί τό ἄ­πει­ρον ἔ­λε­ος Αὐ­τοῦ. Ἡ με­τά­νοι­α τοῦ μα­κα­ρί­ου τού­του Γέ­ρο­ντος, ἔ­χου­σα θείαν καί οὐκ ἀν­θρω­πί­νην ὑ­πό­στα­σιν καί μορ­φήν, ὑπομιμνήσκει τόν λό­γον τοῦ ὁ­σί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Σι­να­ΐ­του εἰ­ρη­κό­τος: «με­τα­νο­ῶν ἐ­στι δη­μι­ουρ­γός οἰ­κεί­ων κο­λά­σε­ων». Οὕτω καί ὁ φιλόθεος Γέρων ἐ­βί­ω­σεν ἐν Χά­ρι­τι τάς φλό­γας τῆς Κο­λά­σε­ως, δη­μι­ουρ­γός ὤν, ἐν Χά­ρι­τι, τῶν οἰ­κεί­ων κο­λά­σε­ων. Ἀ­νυ­πέρ­βλη­τος ἦν οὗ­τος ἐν τῇ πο­ρεί­ᾳ τῆς βα­θυ­τά­της με­τα­νοί­ας δυ­νά­με­νος ἐ­πα­να­λαμ­βά­νειν με­τά τοῦ Ψαλ­μω­δοῦ: «Πε­ρι­έ­σχον με ὠ­δῖ­νες θα­νά­του... Ὠ­δῖ­νες ᾅ­δου πε­ρι­ε­κύ­κλω­σάν με» (Ψαλμ. ι­ζ’, 5-6) καί: «ἡ ζω­ή μου τῷ ᾅ­δη ἤγ­γι­σε. Προ­σε­λο­γί­σθην με­τά τῶν κα­τα­βαι­νό­ντων εἰς λάκ­κον, ἐ­γε­νή­θην ὡ­σεί ἄν­θρω­πος ἀ­βο­ή­θη­τος ἐν νε­κροῖς ἐ­λεύ­θε­ρος» (Ψαλμ. πζ΄, 4-5).

Ἡ ψυχή συντριβομένη καί λεπτυνομένη ὑπό ἀληθοῦς μετανοίας ὡς ζύμη καί ἄλευρος «ἑνοῦται δέ πως καί, ἵν' οὕτως εἴπω, συμφύρεται Θεῷ δι' ὕδατος πέν­θους ἀψευδοῦς· ἐξ οὗ καί ἐ­ξά­ψα­σα πῦρ Κυ­ρί­ου ἀρ­το­ποι­εῖ­ται καί στε­ρε­οῦ­ται ἡ μα­κα­ρί­α τα­πεί­νω­σις ἡ ἄ­ζυ­μος καί ἄ­τυ­φος». Ἐ­ντεῦ­θεν ὁ λό­γος τοῦ Γέ­ρο­ντος προ­ερ­χό­με­νος ἐκ πρά­ξε­ως ἀ­λη­θοῦς καί με­τα­νοί­ας ἀ­κρι­βοῦς, ἄρ­τος στε­ρε­ός εἰς βρῶ­σιν τοῖς θέ­λου­σιν ἀ­πο­λαῦ­σαι τόν ἄρ­τον τόν ἐκ τοῦ οὐ­ρα­νοῦ κα­τα­βά­ντα, ἤ­γουν τόν Χρι­στόν.

Ἐκ τῶν τούτου τοῦ ἀ­οι­δί­μου με­γά­λου Γέ­ρο­ντος ἐκδοθέντων συγ­γραμ­μάτων δυ­νά­με­θα δι­α­κρί­νειν ἐν ἐ­σό­πτρῳ καί ἐν αἰ­νί­γμα­τι, τόν θε­ο­φι­λῆ ἀ­γῶ­να τοῦ φι­λο­τί­μου τού­του ἡ­συ­χα­στοῦ μο­να­χοῦ, τοῦ ὑ­περ­βά­ντος τό ἀνθρώπινον μέτρον οὐ μό­νον τοῦ θνη­τοῦ σώ­μα­τος, ἀλ­λά καί αὐ­τῆς ταύ­της τῆς ἀν­θρω­πί­νης πε­πε­ρα­σμέ­νης ὑ­πάρ­ξε­ως, οὐκ ἐ­πι­θυ­μῶν τό «ἀ­να­χω­ρῆ­σαι μό­νον ἀ­πό κα­κί­ας ἁ­πά­σης, ἀλ­λά καί ἀρ­ρε­νω­πῶς ἀ­μάλ­θα­κτον εἶ­ναι», κα­τά τόν λό­γον τοῦ θεί­ου Δι­ο­νυ­σί­ου Ἀ­ρε­ο­πα­γί­του, δι­ό­περ ἀ­πέ­κτη­σεν πεῖ­ραν οὐ μι­κράν. Ἐπανελήφθη καί ἐν αὐτῷ, κα­τ’ ἀ­να­λο­γί­αν, τό ὑ­πό τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Παύ­λου λε­γό­με­νον πε­ρί τοῦ Χρι­στοῦ, εἶχον γάρ ἀμ­φό­τε­ροι τήν αὐτήν πεῖ­ραν ὁ μέν ἐν τῇ τῆς Ἀ­ρα­βί­ας ἐ­ρή­μῳ ὁ δέ ἐν τῇ τῶν Κα­ρου­λί­ων: «ὅς (ὁ Χρι­στός) ἐν ταῖς ἡ­μέ­ραις τῆς σαρ­κός αὐ­τοῦ δε­ή­σεις τε καί ἱ­κε­τη­ρί­ας πρός τόν δυ­νά­με­νον σώ­ζειν αὐ­τόν ἐκ θα­νά­του ἐκ κραυ­γῆς ἰ­σχυ­ρᾶς καί δα­κρύ­ων προ­σε­νέ­γκας, καί εἰ­σα­κου­σθείς ὑ­πό τῆς εὐ­λα­βεί­ας...» (Ἑ­βρ. ε΄, 7). Καί ὁ μα­κά­ρι­ος Γέ­ρων προ­σή­νε­γκε δέ­η­σιν καί ἱ­κε­σί­αν ἰ­σχυ­ράν ἐν τῇ ἐ­ρή­μῳ τῶν φρι­κτῶν Κα­ρου­λί­ων με­τά δα­κρύ­ων πολ­λῶν καί πέν­θους ἀ­κο­ρέ­στου, δι­ό καί εἰ­ση­κού­σθη ὑ­πό τοῦ Θε­οῦ καί ἐ­δό­θη­σαν αὐ­τῷ χα­ρί­σμα­τα πλεῖ­στα, ἰ­δί­ᾳ τό τῆς θε­ο­λο­γί­ας χά­ρι­σμα, τό μέ­γι­στον τῶν χα­ρι­σμά­των.

Ἀ­λη­θῶς ἡ ἐν Χρι­στῷ ζω­ή οὐκ ἔ­στι ζω­ή ἠ­θι­κή τε καί θρη­σκευ­τι­κή, ἀλ­λά κοι­νω­νί­α καί ἑ­νό­της με­τά τοῦ Χρι­στοῦ καί δι' Αὐτοῦ μετά τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί, ὅ­περ ἐ­γέ­νε­το ἐν τῷ Χρι­στῷ, ἀ­να­λο­γι­κῶς γί­νε­ται καί ἐν τοῖς φί­λοις τοῦ Χρι­στοῦ τοῖς συ­νοῦ­σι με­τ’ Αὐ­τοῦ. Ὁ τῶν Ἐ­θνῶν Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος φη­σί: «Ζῶ δέ οὐ­κέ­τι ἐ­γώ, ζῇ δέν ἐν ἐ­μοί Χρι­στός» (Γαλ. β΄, 2). Ταύ­την τήν ζω­ήν ἔ­ζων οἱ φί­λοι τοῦ Χρι­στοῦ, ὡς ὁ θεῖ­ος Γρη­γό­ρι­ος ὁ Θε­ο­λό­γος ἔ­φη: «ὥ­σπερ ἐν τῷ Ἀ­δάμ ἀ­πε­θά­νο­μεν, οὕ­τως ἐν τῷ Χρι­στῷ ζή­σω­μεν, Χρι­στῷ καί συγ­γεν­νώ­με­νοι, καί συ­σταυ­ρού­με­νοι, καί συν­θα­πτό­με­νοι, καί συ­να­νι­στά­με­νοι. Δεῖ γάρ με πα­θεῖν τήν κα­λήν ἀ­ντι­στρο­φήν· καί ὥ­σπερ ἐκ τῶν χρη­στο­τέ­ρων, ἦλ­θε τά λυ­πη­ρά, οὕ­τως ἐκ τῶν λυ­πη­ρῶν, ἐ­πα­νελ­θεῖν τά χρη­στό­τε­ρα». Οἱ ἑ­νω­θέ­ντες τῷ Χρι­στῷ γεν­νῶ­νται μετ΄ Αὐ­τοῦ, συ­σταυ­ροῦ­νται μετ΄ Αὐ­τοῦ, κα­τέρ­χο­νται ἐν τῷ ᾅ­δῃ σύν Αὐ­τῷ καί συ­να­νί­στα­νται με­τ’ Αὐ­τοῦ, γε­νό­με­νοι τοῖς πι­στοῖς ἐν Χρι­στῷ πρό­ξε­νοι σω­τη­ρί­ας καί τύ­ποι ζω­ῆς ἀ­κα­τα­λύ­του.

Τῷ ἐν Χρι­στῷ ζῶ­ντι «οὐ­δέν τῶν ἀν­θρω­πί­νων τε καί ὑ­λι­κῶν πα­θη­μά­των ἐν αὐ­τῷ ζῇ, οὔ­τε ἡ­δο­νή,οὔ­τε λύ­πη, οὔ­τε θυ­μός, οὔ­τε φό­βος, οὔ­τε δει­λί­α, οὔ­τε πτό­η­σις, οὔ­τε τῦ­φος, οὔ­τε θρά­σος, οὐ μνη­σι­κα­κί­α, οὐ φθό­νος, οὐκ ἀ­μυ­ντι­κή τις δι­ά­θε­σις, οὐ φι­λο­χρη­μα­τί­α, οὔ­τε ἄλ­λο τι τῶν τήν ψυ­χήν δι­ά τι­νος σχέ­σε­ως κη­λι­δού­ντων», κα­τά τόν ἅ­γι­ον Γρη­γό­ρι­ον Νύσ­σης. Ὁ ἐ­ρῶν τόν Θε­όν καί ἐ­ρώ­με­νος ὑ­π’ Αὐ­τοῦ, ἐ­πεί ὁ Θε­ός καί ἔ­ρως καί ἐ­ρα­στόν ἐ­στι ὡς κι­νού­με­νος καί ἐν ταὐ­τῷ κι­νῶν πρός Ἑ­αυ­τόν τά τοῦ ἔ­ρω­τος δε­κτι­κά, κα­τά τόν θεῖ­ον Δι­ο­νύ­σι­ον τόν Ἀ­ρε­ο­πα­γί­την καί τόν ἅ­γι­ον Μά­ξι­μον τόν Ὁ­μο­λο­γη­τήν, ἐ­φί­ε­ται ἀ­κα­τα­λή­κτως πρός τό ἀ­κρό­τα­τον τῶν ἐ­φε­τῶν, δι­ό­τι ὁ Θε­ός «κι­νεῖ καί κι­νεῖ­ται ὡς δι­ψῶν τό δι­ψᾶ­σθαι καί ἐ­ρῶν τό ἐ­ρᾶ­σθαι καί ἀ­γα­πῶν τό ἀ­γα­πᾶ­σθαι», Θε­ός γάρ ἐ­στιν τῶν ἐ­φε­τῶν ἡ ἀ­κρό­της καί πά­σχει τήν κα­λήν ἀλ­λοί­ω­σιν ἐν τῷ ἁρ­πα­γῆ­ναι τόν νοῦν αὐ­τοῦ ἐν τῇ Βα­σι­λεί­ᾳ τῶν Οὐ­ρα­νῶν, εἰ­ρη­κό­τος τοῦ ἁ­γί­ου Μα­ξί­μου τοῦ Ὁ­μο­λο­γη­τοῦ: «ἁρ­πα­γῆ­ναι τόν νοῦν ὑ­πό τοῦ θεί­ου καί ἀ­πεί­ρου φω­τός καί μή­τε ἑ­αυ­τοῦ, μή­τε τι­νός ἄλ­λου τῶν ὄ­ντων τό σύ­νο­λον ἐ­παι­σθά­νε­σθαι, εἰ­μή μό­νον τοῦ δι­ά τῆς ἀ­γά­πης ἐν αὐ­τῷ τήν τοι­αύ­την ἔλ­λαμ­ψιν ἐ­νερ­γοῦ­ντος».

Τήν ὁ­δόν ταύ­την τήν ἀ­πλα­νῆ καί βε­βαί­αν, ἀλ­λά καί λί­αν δυ­σχε­ρῆ τοῖς ἀ­μυ­ή­τοις καί ἀ­σθε­νέ­σι, ἠ­κο­λού­θη­σεν ὁ μα­κά­ρι­ος Σω­φρό­νι­ος ταῖς εὐ­χαῖς τοῦ πνευ­μα­τι­κοῦ αὐ­τοῦ πα­τρός ἁ­γί­ου Σι­λου­α­νοῦ, μεθ' οὗ τήν αὐτήν πνευ­μα­τι­κήν πεῖ­ραν καί ἀ­πο­κά­λυ­ψιν ἔ­σχεν. Ἡ­νώ­θη με­τά τοῦ Χρι­στοῦ, ἐβίωσεν τήν προ­σευ­χήν ὑ­πέρ τοῦ σύ­μπα­ντος κό­σμου ἐν τῇ Γεθ­ση­μα­νῇ, ἐ­σταυ­ρώ­θη με­τ’ Αὐ­τοῦ, ἠ­κο­λού­θη­σεν Αὐτόν ἐν τῷ ᾍδη, ὑ­πο­στάς τήν μα­κα­ρί­αν καί εὐ­λο­γη­τήν κέ­νω­σιν καί γευσάμενος τάς φλό­γας τῆς κο­λά­σε­ως ἐν τῇ θνη­τῇ αὐ­τοῦ σαρ­κί, οὐ­χί ὡς κτι­στόν γε­γο­νός, ἀλ­λ’ ὡς θε­ο­λο­γι­κόν καί πνευ­μα­τι­κόν τοι­οῦ­τον, ἑ­ώ­ρα­κεν τό Φῶς τῆς Με­τα­μορ­φώ­σε­ως καί τῆς Ἀ­να­στά­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ, ἐ­γνώ­ρι­σεν τήν θεί­αν τοῦ Χρι­στοῦ Ἀ­νά­λη­ψιν.

Ὀ ἀγ­γε­λό­νους ἅ­γι­ος Δι­ο­νύ­σι­ος ὁ Ἀ­ρε­ο­πα­γί­της ἔ­φη: «Πε­πεί­σμε­θα δέ εἶ­ναι τόν θε­αρ­χι­κώ­τα­τον Ἰ­η­σοῦν ὑ­πε­ρου­σί­ως εὐ­ώ­δη, νο­η­ταῖς δι­α­δό­σε­σι τό νο­ε­ρόν ἡ­μῶν ἀ­πο­πλη­ροῦ­ντα θεί­ας ἡ­δο­νῆς». Δι­ό­περ καί «ὁ με­θυ­σθείς τῇ ἀ­γά­πῃ τοῦ Θε­οῦ ἐν τῷ κό­σμῳ τού­τῳ (ὅς ἐ­στιν οἶ­κος κλαυ­θμοῦ), τῶν πό­νων καί τῶν λυ­πῶν ἑ­αυ­τοῦ ἁ­πα­σῶν, καί γί­νε­ται ἀ­ναί­σθη­τος ἐ­ξ ὅ­λων τῶν πα­θῶν τῆς ἁ­μαρ­τί­ας, δι­ά τήν μέ­θην αὐ­τοῦ», κα­τά τόν ἅ­γι­ον Ἰ­σα­άκ τόν Σύ­ρον. Ὑ­πό τοι­αύ­της πνευ­μα­τι­κῆς καί νη­φα­λί­ου μέ­θης ἐ­με­θύ­σθη καί ὁ μα­κά­ρι­ος Γέ­ρων Σω­φρό­νι­ος ἐν Ἁ­γί­ῳ Ὄ­ρει, γε­νό­με­νος κα­τά­σκο­πος τῆς ἀ­κτί­στου Πο­λι­τεί­ας τῆς Ἀ­πο­κα­λύ­ψε­ως, τῆς μελ­λού­σης καί οὐ με­νού­σης Πό­λε­ως, τῆς Βα­σι­λεί­ας τοῦ Θε­οῦ, με­τα­φέ­ρων τόν ἐν πνευ­μα­τι­κῇ καί νη­φα­λί­ῳ μέ­θῃ τε­λοῦ­ντα ἑ­αυ­τόν ἐν Εὐ­ρώ­πῃ, ἐν Πα­ρι­σί­οις, εἶ­τα δέ ἐν Ἡ­νω­μέ­νῳ Βα­σι­λεί­ῳ ζῶν ἀ­δι­α­λεί­πτως ἐν πνευ­μα­τι­κῇ μέ­θῃ τήν βα­σι­λεί­αν τῶν Οὐ­ρα­νῶν.

Ἑ­ω­ρα­κώς τόν Θε­όν ἐν τῷ ἀ­κτί­στῳ Αὐ­τοῦ Φω­τί ἐ­πα­νε­λή­φθη καί ἐν αὐ­τῷ τό λε­γό­με­νον ὑ­πό τοῦ τά θεῖ­α καί ἐ­που­ρά­νι­α δι­α­σα­φοῦ­ντος ἁ­γί­ου Συ­με­ών τοῦ νέ­ου θε­ο­λό­γου:

«Ὁ ἔν­δον αὐ­τοῦ τό φῶς τοῦ πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος ἔ­χων, μή φέ­ρων τοῦ­το ὁ­ρᾷν, εἰς γῆν πρη­νής πί­πτει, κρά­ζει τε καί βο­ᾷ ἐν ἐκ­πλή­ξει καί φό­βῳ πολ­λῷ ὡς ὑ­πέρ φύ­σιν, ὑ­πέρ λό­γον, ὑ­πέρ ἔν­νοι­αν πρᾶ­γμα ἰ­δών καί πα­θών· καί γί­νε­ται ὅ­μοι­ος ἀν­θρώ­πῳ, πο­θέν ἀ­να­φθέ­ντι τά σπλά­χνα ὑ­πό πυ­ρός, ὑ­φ’ οὗ φλε­γό­με­νος καί τῆς φλο­γός τόν ἐ­μπρη­σμόν μή δυ­νά­με­νος φέ­ρειν, ὑ­πάρ­χει ὥ­σπερ ἐ­ξε­στη­κώς· καί μη­δέ ἑ­αυ­τοῦ γε­νέ­σθαι ὅ­λως ἰ­σχύ­ων, τοῖς δά­κρυ­σι δέ κα­τα­ντλού­με­νος ἀ­ε­νά­ως καί ὑ­πό τού­των κα­τα­ψυ­χό­με­νος, τό πῦρ ἐ­ξά­πτει τοῦ πό­θου σφο­δρό­τε­ρον. Ἐ­ντεῦ­θεν δέ τά δά­κρυ­α προ­χέ­ει πλει­ό­νως καί τῇ τού­των ἐκ­χύ­σει πλυ­νό­με­νος λα­μπρό­τε­ρον ἀ­πα­στρά­πτει· ὅ­τε ὅ­λως ἐκ­πυ­ρω­θείς ὡς φῶς γέ­νη­ται, τό­τε πλη­ροῦ­ται τό φά­σκον· «Θε­ός θε­οῖς ἑ­νού­με­νός τε καί γνω­ρι­ζό­με­νος», καί το­σοῦ­τον ἴ­σως ὅ­σον ἤ­δη τοῖς συ­να­φθεῖ­σιν ἡ­νώ­θη καί τοῖς ἐ­γνω­κό­σιν ἀ­πε­κα­λύ­φθη».

Τά συγγράμματα τοῦ μα­κα­ρί­ου τού­του πα­τρός, ἰ­δί­ᾳ τό ἐκ­δο­θέν βι­βλί­ον «Ὀ­ψό­με­θα τόν Θε­όν κα­θώς ἐ­στι», με­τα­φρα­σθέ­ντα εἰς πλεί­στας ὅ­σας γλώσ­σας καί προ­ξε­νοῦ­ντα πνευ­μα­τι­κάς ἀλ­λοι­ώ­σεις καί με­τα­στρο­φάς πρός τήν Ὀρ­θό­δο­ξον Ἐκ­κλη­σί­αν, δει­κνύ­ου­σιν τοῦ λό­γου τό ἀ­λη­θές, ὅ­τι ἐ­γνώ­ρι­σεν οὗ­τος τήν με­γί­στην γνῶ­σιν τῶν μυ­στη­ρί­ων τοῦ Πνεύ­μα­τος τῆς ἐν Χρι­στῷ ζω­ῇς κα­τά σπά­νι­ον καί ἴδιον τρό­πον. Οὗ­τος ὁ ἀοίδιμος ἔχων καί χω­ρη­τι­κό­τητα νο­ός καί λό­γον ὡς καί ποι­κί­λα τῆς διανοίας χα­ρί­σμα­τα, ἐ­γέ­νε­το ἐν ταῖς ἡ­μέ­ραις ἡ­μῶν ἀ­κρι­βής δι­δά­σκα­λος τῆς νο­ε­ρᾶς, ἡ­συ­χα­στι­κῆς καί θε­ο­ποι­οῦ ταύ­της ἐρ­γα­σί­ας καί ζω­ῆς ἐκ τῆς πεί­ρας τῆς προ­σγε­νο­μέ­νης ἐκ τῶν ἐ­λεύ­σε­ων καί ἀ­πο­κρύ­ψε­ων τῆς τοῦ Θε­οῦ Χά­ρι­τος. Ἀ­νε­δεί­χθη γοῦν ἀ­λη­θής δι­δά­σκα­λος καί θε­ο­λό­γος τῆς κε­νω­τι­κῆς ζω­ῆς τοῦ Χρι­στοῦ, τῆς ὁ­δοῦ τῆς τη­ρή­σε­ως τῶν ἐ­ντο­λῶν Αὐ­τοῦ, τοῦ μυ­στη­ρί­ου τῶν ὁ­δῶν τῆς σω­τη­ρί­ας, τοῦ πνευ­μα­τι­κοῦ πέν­θους, τοῦ Φω­τός τοῦ Θε­οῦ καί τῆς δι­α­κρί­σε­ως αὐ­τοῦ ἀ­πό πα­ντός ἑ­τέ­ρου φω­τός ἐκ τοῦ διαβόλου προερχομένου, τῆς Ὑ­πο­στά­σε­ως τοῦ Θε­οῦ καί πολ­λῶν ἑ­τέ­ρων με­γί­στων δι­δα­σκα­λι­ῶν τῆς ἀ­λη­θοῦς καί ἐξ ἐμπειρίας θε­ο­λο­γί­ας τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἡ ἀ­ξι­ό­λο­γος, ἀ­πο­κε­κα­λυμ­μέ­νη καί θε­ό­πε­μπτος δι­δα­σκα­λί­α αὐ­τοῦ ἡ κεφαλαιώσασα τήν σύνολον δι­δα­σκα­λίαν τῶν ἐν ἀ­σκή­σει καί θε­ο­πτί­ᾳ λαμ­ψά­ντων Πα­τέ­ρων, ἀ­νε­λύ­θη κα­τά τρό­πον αὐ­θε­ντι­κόν ὑ­πό τοῦ ἐκ τῶν ἐγ­γυ­τέ­ρων πνευ­μα­τι­κῶν αὐ­τοῦ τέ­κνων, τοῦ Ἀρ­χιμανδρίτου Ζα­χα­ρί­α Ζάχα­ρου, ἀ­δελ­φοῦ τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μο­νῆς Τι­μί­ου Προ­δρό­μου Ἔσ­σεξ Ἀγ­γλί­ας, ἐν τῇ δι­δα­κτο­ρι­κῇ δι­α­τρι­βῇ αὐτοῦ τῇ ἐ­γκρι­θεί­σῃ ὑ­πό τῆς Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Ἀ­ρι­στο­τε­λεί­ου Πα­νε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης καί τύποις ἐκδοθείσῃ ὑ­πό τόν τίτ­λον «Ἀ­να­φο­ρά στή θε­ο­λο­γί­α τοῦ Γέ­ρο­ντος Σω­φρο­νί­ου».

Ἡ τοῦ ὁ­σί­ου τού­του Πα­τρός κοί­μη­σις ὑ­πῆρ­ξεν ὄ­ντως ὁ­σι­α­κή ἐν Κυ­ρί­ῳ τελεί­ωσις ἐν βα­θυ­τά­τῳ γή­ρα­τι, αἰτήσαντος καί λα­βό­ντος τάς εὐ­χάς τῆς Ὑ­με­τέ­ρας Πα­να­γι­ό­τη­τος, δι' ἐπιστολῆς ἐκφραζούσης τό ἐκ­κλη­σι­α­στι­κόν καί ὀρ­θό­δο­ξον αὐ­τοῦ φρό­νη­μα καί ἀ­πο­νέ­μο­ντος τόν βα­θύ­τα­τον αὐ­τοῦ σε­βα­σμόν εἰς τό πρό­σω­πον τοῦ Ἐ­πι­σκό­που του, τῆς Ὑ­με­τέ­ρας ἤ­γουν Πα­να­γι­ό­τη­τος, ἥ­τις εὐ­ηρ­γέ­τη­σεν τοῦ­τον πολ­λά­κις, ἀλ­λά καί ἐ­κεῖ­νος δι­ά τῆς εὐ­γνώ­μο­νος αὐ­τοῦ καρ­δί­ας ἀ­ντα­πέ­δι­δε τόν βα­θύ­τα­τον σε­βα­σμόν καί τήν πρός Αὐ­τήν ἀ­γά­πην.

Πα­να­γι­ώ­τα­τε Πά­τερ καί Δέ­σπο­τα,

Ἔ­γνω­κα, ὅ­σον ἔ­νε­στιν ἐμοί, εἰ καί ἀ­να­ξί­ως, προ­σω­πι­κῶς τούς ἱ­ε­ρούς τού­τους καί μα­κα­ρί­ους ἱ­ε­ρο­μο­νά­χους, ἤγουν τόν π. Πορφύριον τόν Καυσοκαλυβίτην καί τόν π. Σωφρόνιον τόν Ἡσυχαστήν, ἀμφοτέρους Ἁγιορείτας, τούς ἐ­νερ­γου­μέ­νους ὑ­πό τοῦ Πα­να­γί­ου καί Ζω­αρ­χι­κοῦ Πνεύ­μα­τος, ὄ­ντας τί­μι­α μέ­λη τοῦ Σώ­μα­τος τοῦ Χρι­στοῦ, καί μαρ­τυ­ρῶ πε­ρί τού­των. Πολ­λοί γοῦν εἰ­σιν οἱ μαρ­τυ­ροῦ­ντες, ὑ­πέρ­τε­ροι ἐ­μοῦ, πε­ρί τοῦ βί­ου καί τοῦ λό­γου, οὐ μήν ἀλ­λά καί τῶν θαυ­μά­των τῶν μα­κα­ρί­ων τού­των ἀν­δρῶν, τοῦ­θ’ ὅ­περ δει­κνύ­ει ὅ­τι ἡ ἁ­γι­ό­της τού­των μαρ­τυ­ρου­μέ­νη ἐ­στί πολ­λαῖς μαρ­τυ­ρί­αις, γρα­πταῖς τε καί προ­φο­ρι­καῖς. Ἀλ­λά καί ἡ Ὑ­με­τέ­ρα Θει­ο­τά­τη Πα­να­γι­ό­της κέ­κτη­ται ἀ­λη­θῆ καί προ­σω­πι­κήν μαρ­τυ­ρί­αν πε­ρί τού­των, δι­ό­περ καί οὐκ ἔ­στι χρεί­α τῆς ἐ­μῆς μαρ­τυ­ρί­ας.

Μέ­λισ­σαι πνευ­μα­τι­καί εἰ­σιν οἱ ἱ­ε­ρο­μό­να­χοι οὗ­τοι, τό μέ­λι τῆς ἡ­συ­χί­ας γε­ωρ­γή­σα­ντες ἐν τῷ πνευ­μα­τι­κῷ με­λισ­σῶ­νι τοῦ Ἁ­γί­ου Ὄ­ρους τοῦ ὄ­ντος καί ζῶ­ντος ὑ­πό τήν πε­πνυ­μέ­νην ποι­μα­ντι­κήν εὐ­θύ­νην τοῦ Οἰ­κου­με­νι­κοῦ Θρό­νου. Μυ­ρί­πνο­α ἄν­θη τοῦ Πα­ρα­δεί­σου εἰ­σί καλ­λι­ερ­γη­θέ­ντα ἐν τῷ πε­ρι­βο­λαί­ῳ τῆς Θε­ο­τό­κου. Ἀ­στέ­ρες πο­λύ­φω­τοι τοῦ νο­η­τοῦ στε­ρε­ώ­μα­τος τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας εἰ­σί. Στρου­θί­α μο­νά­ζο­ντα ἐ­πί δώ­μα­τος καί νυ­κτι­κό­ρα­κες ἐν οἰ­κο­πέ­δῳ εἰ­σίν (Ψαλμ. ρα΄, 7 καί 8), ἄ­δο­ντες τά με­γα­λεῖ­α τοῦ Θε­οῦ καί εἶ­τα ἐ­ρη­μι­κά πτη­νά ἐν ταῖς πό­λε­σιν κη­ρύτ­το­ντα τάς δω­ρε­άς τοῦ Θε­οῦ καί τήν ἀ­νεί­κα­στον Αὐ­τοῦ φι­λαν­θρω­πί­αν. Ἀ­ε­τοί τοῦ πνεύ­μα­τός εἰ­σιν ἀ­να­βά­ντες ἐν τῷ ὕ­ψει τοῦ ὄ­ρους τῆς θε­ο­λο­γί­ας, ἕ­κα­στος τού­των ἐν ἀ­να­λό­γοις χα­ρί­σμα­σιν, κα­θώς τό Πνεῦ­μα τό Ἅ­γι­ον ἐ­δί­δου καί ἀ­πο­στεί­λα­ντες ἡμῖν, τοῖς ἐν τῷ δυ­σω­νύ­μῳ κό­σμῳ κα­τοι­κοῦ­σιν, τάς πη­γάς τάς σω­τη­ρί­ους.

Τι­μη­θῆ­ναι δέ προ­σή­κει καί τού­τους τούς μα­κα­ρί­ους καί εὐ­λο­γη­μέ­νους ἱ­ε­ρο­μο­νά­χους καί συ­γκα­τα­ρι­θμη­θῆ­ναι τού­τους τῷ κα­τα­λό­γῳ τῶν ἁ­γί­ων πα­ρά τῆς φι­λο­στόρ­γου Μη­τρός Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς φι­λού­σης τά τέ­κνα αὐ­τῆς, τά ζῶ­ντα ἐν πί­στει καί εὐ­λα­βεί­ᾳ, ἐν ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῷ φρο­νή­μα­τι και τα­πει­νώ­σει ἐν Αὐτῇ καί δι­δά­ξα­ντα καί ὠ­φε­λή­σα­ντα ποι­κι­λο­τρό­πως τούς κα­τοι­κοῦ­ντας εἰς ἅ­πα­σαν τήν γῆν καί ἀ­να­ζη­τοῦ­ντας τόν ἀ­λη­θι­νόν Θε­όν.

Ἡ τι­μή ἡ γε­νη­θη­σο­μέ­νη καί τοῖς ἱ­ε­ροῖς τού­τοις ἀν­δρά­σι, τι­μή ἔ­σται τῇ ὀρ­θο­δό­ξῳ ἐ­μπει­ρι­κῇ θε­ο­λο­γί­ᾳ καί τῇ ταύ­τῃ συν­δε­δε­μέ­νῃ ὀρ­θο­δό­ξῳ ἡ­συ­χί­ᾳ, κα­θ' ὅ­τι «καί κά­θαρ­σίς ἐ­στι καί φω­τι­σμός καί τε­λεί­ω­σις ἡ τῆς θε­αρ­χι­κῆς ἐ­πι­στή­μης με­τά­λη­ψις» κατά τόν θεῖον Διονύσιον Ἀρεοπαγίτην. Δει­χθή­σε­ται οὕ­τω πε­ρι­τρά­νως ὅ­τι ἡ ἡ­συ­χί­α πέ­ραν τῆς ἁ­πλῆς ἠ­θι­κῆς ζω­ῆς ἐστί καί ἡ θε­ο­λο­γί­α πά­νυ ἀ­νω­τέ­ρα καί ὑ­περ­τέ­ρα ἐ­στίν τῆς στο­χα­στι­κῆς ἀ­να­λο­γί­ας, ὡς καί ὅ­τι οὐ νο­εῖ­ται θε­ο­λο­γί­α ἄ­νευ τῆς ἱ­ε­ρᾶς ἡ­συ­χί­ας. Ἡ ἐνδιατριβή δέ τῶν ἀν­θρώ­πων ἐν ταῖς ἡμέραις ἡ­μῶν με­τά τῆς ἐν­νοί­ας τοῦ προ­σώ­που, οὐ­χί φι­λο­σο­φι­κῶς, ἀλ­λά ἐ­μπει­ρι­κῶς καί θε­ο­λο­γι­κῶς, ἡ ἀ­να­ζή­τη­σις τοῦ ἀ­λη­θι­νοῦ Θε­οῦ, ἡ ἐ­πί­λυ­σις τῶν οἰ­κο­λο­γι­κῶν λεγομένων προ­βλη­μά­των με­τά τῆς συνδιαλλαγῆς ἡ­μῶν με­τά τοῦ Θε­οῦ καί τῆς ἀ­λό­γου φύ­σε­ως, εὑ­ρή­σου­σι τῷ ὄ­ντι τά πρό­σω­πα τά ἁρμόδια πρός πνευ­μα­τι­κήν πο­δη­γε­σί­αν. Οὗ­τοι ὄ­ντως ἀ­πε­δεί­χθη­σαν κα­θα­ρά κά­το­πτρα τοῦ Θε­οῦ διαχέοντα ἐν ὅ­λη τῇ ἀ­λό­γῳ κτί­σει τήν δό­ξαν Αὐτοῦ.

Ὁ ἱ­ε­ρο­μό­να­χος π. Πορ­φύ­ρι­ος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ὁ ἀρ­ξά­με­νος τόν ἡσύχιον αὐτοῦ βίον ἐν Ἁ­γί­ῳ Ὄ­ρει καί κοι­μη­θείς ἐν εἰ­ρή­νῃ ἐκεῖσε, καί ὁ ἱ­ε­ρο­μό­να­χος π. Σω­φρό­νι­ος ὁ Ἡσυχαστής, ὁ ἀρ­ξά­με­νος τόν μοναχικόν αὐτοῦ βίον ὡ­σαύ­τως ἐν Ἁ­γί­ῳ Ὄ­ρει καί κοι­μη­θείς ἐν εἰ­ρή­νῃ ἐν τῇ Σταυ­ρο­πη­γι­α­κῇ καί Πα­τρι­αρ­χι­κῇ Μο­νῇ τοῦ ἁ­γί­ου Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Βα­πτι­στοῦ ἐν Ἀγ­γλί­ᾳ, ἀ­πέ­βα­λον ἐν Χά­ρι­τι τούς δερ­μα­τί­νους χι­τῶ­νας, οὕς ἐ­νε­δύ­θη με­τά τήν πτῶ­σιν ὁ Ἀ­δάμ, ἔ­ζη­σαν ἐν τῇ θνη­τῇ αὐ­τῶν ζω­ῇ τήν προ­πτω­τι­κήν κα­τά­στα­σιν καί πεῖ­ραν ἔ­λα­βον τῆς ἐν ἐσχάτοις καιροῖς κα­τα­στά­σε­ως τῶν δι­καί­ων ἐν τῇ Βα­σι­λεί­ᾳ τοῦ Θε­οῦ, δι­ό καί ἡ­μῖν, τοῖς ζῶ­σι ἐν τοῖς αἰ­γεί­οις δέρ­μα­σιν, ἐν τῇ κοι­λά­δι τοῦ κλαυ­θμῶ­νος, ἀ­πο­βή­σο­νται, ἐ­άν καί ἡ φι­λό­στορ­γος Μή­τηρ καί Με­γά­λη τοῦ Χρι­στοῦ Ἐκ­κλη­σί­α ἀ­πο­δε­χθῆ τό τα­πει­νόν τοῦ­το αἴ­τη­μα, ἱ­κέ­ται καί πρέ­σβεις πρός τόν Θε­όν, ἵ­να βα­δί­σω­μεν εὐ­χε­ρῶς τήν τρί­βον τῆς ζω­ῆς ταύ­της καί δυ­νη­θῶ­μεν οὕ­τω, ταῖς πρε­σβεί­αις τῶν ὁ­σί­ων τού­των Πα­τέ­ρων, τῶν ἀ­ε­τῶν τοῦ Πνεύ­μα­τος, προ­σεύ­ξα­σθαι τῷ Θε­ῷ ὁ­μοῦ με­τά τοῦ ἐν ἁ­γί­οις Πα­τρός ἡ­μῶν Ἰ­ω­άν­νου τοῦ Δα­μα­σκη­νοῦ:

«Ἐκ νυ­κτός ἔρ­γων, ἐ­σκο­τι­σμέ­νης πλά­νης·
ἱ­λα­σμόν ἡ­μῖν, Χρι­στέ, τοῖς ἐ­γρη­γό­ρως,
νῦν σοι τε­λοῦ­σιν ὕ­μνον, ὡς εὐ­ερ­γέ­τῃ.
ἔλ­θοις πο­ρί­ζων εὐ­χε­ρῆ τε τήν τρί­βον,
κα­θ’ ἥν ἀ­να­τρέ­χο­ντες, εὕ­ροι­μεν κλέ­ος».

Ταῦ­τα ἀ­να­φέ­ρων τῇ Ὑ­με­τέ­ρᾳ Θει­ο­τά­τῃ Πα­να­γι­ό­τη­τι καί συναποστέλλων Αὐτῇ ὡς ἀσφαλῆ καί ἀδιάψευστα τεκμήρια τρία βιβλία: «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκα­λυβίτου: Βίος καί Λόγοι», «Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ): Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι» καί «Ἀρχιμανδρίτου Ζαχαρία (Ζάχαρου): Ἀναφορά στή θεολο­γία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου», ἐ­ξαι­τού­με­νος δέ τάς Πα­τρι­αρ­χι­κάς Αὐ­τῆς εὐ­χάς, δι­α­τε­λῶ

μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ

Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος

Ἡ πρώτη ἐπίσκεψη τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Εἰρηνικὴ ἐπίσκεψη καὶ συμβίωση

Ἡ πρώτη ἐπίσκεψη τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου στὸ κέντρο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ὡς εἰρηνική, δικαίωσε καὶ τὸν χαρακτηρισμὸ καὶ τὶς προσδοκίες τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας μας, ποὺ θέλουν νὰ ὑπάρξη εἰρήνη μεταξὺ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν. Ἡ ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι ἀπαραίτητη καὶ ἀναγκαία, ἰδίως στὶς ἡμέρες μας.

Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τὸ λυκαυγὲς τῆς καταλλαγῆς καὶ τῆς εἰρήνευσης ἐμφανίσθηκε ἀπὸ τὸν Μάϊο τοῦ 2004 (28-5-2004), ὅταν ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀνακούφιση ἀποδέχθηκε τὴν πρόταση τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου νὰ γίνουν ἀποδεκτὰ τὰ δύο Καταστατικὰ κείμενα, ἤτοι ὁ Πατριαρχικὸς Τόμος τοῦ 1850 καὶ ἡ Πατριαρχικὴ Πράξη τοῦ 1928 στὸ σύνολό τους.

Εἶχε προηγηθῇ μιὰ μεγάλη κρίση ποὺ ἀπεκάλυψε τοὺς «ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμούς». Ἐμένα τοὐλάχιστον μοῦ ἔδωσε τὴν δυνατότητα, ὕστερα ἀπὸ ἐπιθέσεις ποὺ δέχθηκα ἐντὸς τῆς Ἱεραρχίας, ἐπειδὴ ἀγωνίσθηκα γιὰ νὰ μὴν ἐπέλθη ἡ ρήξη μεταξὺ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, νὰ μελετήσω τὸ θέμα καὶ νὰ γράψω δύο βιβλία, τρεῖς πολυσέλιδες ἀπαντήσεις σὲ Μητροπολίτη καὶ πολλὰ ἄρθρα στὶς Ἐφημερίδες, ἐν μέσῳ τῆς κρίσεως, ποὺ ἀνέρχονται σὲ πάνω ἀπὸ χίλιες (1.000) σελίδες. Εὐτυχῶς μερικοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Πατριάρχης, ἀναγνωρίζουν τὴν προσφορά μου.

Εἶναι ἀδιανόητο στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος –στὴν ὁποία ὑπάρχει ἕνα ἰδιότυπο, ἀλλὰ προνομιακὸ ἐκκλησιαστικὸ καθεστώς– νὰ χωρίζονται οἱ Μητροπολῖτες σὲ φιλοπατριαρχικοὺς καὶ μή. Ὁπότε, χαίρομαι ποὺ τώρα ὅλοι ἀναγνωρίζουν τὴν ἀξία καὶ τὴν προσφορὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἔστω καὶ ἂν μερικοὶ τὸ κάνουν ὄψιμα, ὅπως διακρίνεται στὰ Πρακτικὰ τῶν Συνεδριάσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ποὺ γνωρίζω. Ἐλπίζω δὲ ὅτι αὐτὸ τὸ ὄψιμο θὰ εἶναι σταθερὸ καὶ μὴ μεταβλητὸ ἀπὸ ὀπορτουνιστικὲς ἐπιδιώξεις.

Οἱ πρόσφατες συζητήσεις καὶ ἀποφάσεις στὴν Κωνσταντινούπολη κινοῦνται μέσα στὸ αὐτονόητο γιὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἄνδρες. Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο διακονεῖ θυσιαστικὰ τὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὡς θυγατέρα, ἀδελφή, σύνοικος καὶ συγκληρονόμος μεγάλου καὶ ἄφθιτου θησαυροῦ πρέπει νὰ χαίρεται γιὰ τὴν τιμητική της σχέση μὲ Αὐτό. Οἱ ἐπί μέρους λεπτομερειακὲς ρυθμίσεις πρέπει νὰ γίνουν μὲ διάκριση, σοφία, ἀγάπη καὶ μεγαθυμία στὴν προοπτικὴ τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Ἄλλωστε, ἡ συνοδικότητα τῆς Ἐκκλησίας συμπορεύεται μὲ τὴν ἰεραρχικότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος καὶ ὁ συνδυασμὸς αὐτός –συνοδικότητας καὶ ἰεραρχικότητας– πρέπει νὰ λειτουργῇ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, ἀκόμη καὶ στὸ ἐπίπεδο τῶν διορθοδόξων σχέσεων. Εἶναι γνωστὸν δὲ ὅτι ἡ λεγόμενη «αὐτοκεφαλία» δὲν μπορεῖ νὰ λειτουργῇ, ὅπως γράφει ὁ Olivier Clement, ὡς «αὐτοκεφαλαρχία», γιατί οἱ σχέσεις μεταξὺ τῶν Ἐκκλησιῶν δὲν νοεῖται νὰ λειτουργοῦν στὴν προοπτικὴ τῆς ἀνεξαρτησίας, ἀλλὰ στὰ πλαίσια τῆς ἀλληλεξάρτησης.

Νομίζω ὅτι ἐπ' οὐδενὶ λόγῳ πρέπει νὰ ἐπαναληφθοῦν οἱ ἀρνήσεις, οἱ ἀμφισβητήσεις καὶ οἱ διενέξεις μεταξὺ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, πρὸς ζημίαν ὅλων. Ἀντίθετα, μάλιστα, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας «κάθε τι ποὺ μᾶς ἀφορᾶ, ὅταν συμβαίνη σωστὰ σύμφωνα μὲ τὴν τάξη τῶν κανόνων, δὲν μᾶς προκαλεῖ καμμιὰ ταραχή, ἀλλὰ μᾶς ἀπαλλάσσει κιόλας ἀπὸ τὶς κακολογίες κάποιων ἡ καλύτερα προκαλεῖ γιὰ χάρη μας καὶ τοὺς ἐπαίνους τῶν συνετῶν».

Τελικά, οὔτε ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας πρέπει νὰ καταργῆται ἡ ἑνότητα τοῦ συνόλου, οὔτε ἐν ὀνόματι τῆς ἑνότητας νὰ καταργῆται ἡ ἐλευθερία. Γι' αὐτὸ πρέπει ὅλοι μας νὰ μάθουμε «πὼς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι» (Α Τίμ. γ , 15).–

ΙΣΤ΄ Ἱερατικό συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας

ΙΣΤ Ἱερατικό Συνέδριο Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου ΒλασσίουΤήν 30ή Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ. στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως στήν Ναύπακτο πραγματοποιήθηκε τό ΙΣΤ΄ Ἱερατικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, μέ γενικό θέμα «Μυστήρια καί Ἐκκλησία». Μετά τόν ἁγιασμό γιά τήν ἔναρξη τοῦ Συνεδρίου, ὁ Μητροπολίτης κ. Ἱερόθεος ἔκανε τήν εἰσαγωγική ὁμιλία καί ἔπειτα παρουσίασε τόν κύριο ὁμιλητή, πού ἦταν ὁ Ἀρχιμ. π. Δοσίθεος Κανέλλος, Ἡγούμενος Ἱ.Μονῆς Τατάρνης, μέ θέμα «Ἐφημεριακός Κλῆρος στήν Κωνσταντινούπολη».

Ὁ π. Δοσίθεος ἐξέφρασε τήν συγκίνησή του γιά τήν παρουσία του στήν Ναύπακτο, πόλη γνωστή ἀπό τά νειάτα του, μέ τήν ὁποία τόν συνδέουν πολλά γεγονότα καί πρόσωπα, ὅπως οἱ ἀείμνηστοι Μητροπολίτες Χριστοφόρος καί Δαμασκηνός, Ἱερεῖς π. Χρῆστος Καραγιάννης, π. Δημήτριος Θεοδοσόπουλος, π. Ἀρσένιος Κομπούγιας, π. Ἱερόθεος καί π. Κοσμᾶς Κατσάνοι, ὁ Ἱεροκήρυκας π. Ἀθηναγόρας Καραμαντζάνης πού ζῆ σήμερα στήν Ἱερά Μονή Ὁσίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ κ.ἄ. Ἀποσπάσματα τῆς ὁμιλίας του δημοσιεύουμε κατωτέρω.

Μετά τόν π. Δοσίθεο μίλησαν οἱ Ἀρχιμανδρίτες Ἱεροκήρυκες τῆς Μητροπόλεώς μας π. Εἰρηναῖος Κουτσογιάννης, μέ θέμα «Βάπτισμα καί Χρίσμα», καί π. Καλλίνικος Γεωργᾶτος, μέ θέμα «Ἐξομολόγηση». Μετά τό πέρας τῶν εἰσηγήσεων ἔγινε συζήτηση γιά θέματα πού ἀντιμετωπίζουν οἱ Ἱερεῖς στήν καθημερινή τους ποιμαντική διακονία.

* * *

Ὁ Ἐφημεριακός Κλῆρος στήν Κωνσταντινούπολη

Ἀρχιμ. π. Δοσιθέου Κανέλλου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης

Ἀποσπάσματα ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ π. Δοσιθέου στό Ἱερατικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
*

«...Ὁ νοῦς μου πετᾶ πρός τήν Κωνσταντινούπολι τήν ἀγαπημένη. Ἐκεῖ θέλω νά μεταφέρω καί τήν ἀγάπη σας. Δέν θά σᾶς μιλήσω γιά τούς ναούς της, οὔτε γιά τ’ ἁγιάσματά της, οὔτε γιά τά κάστρα της. Δέν θά σᾶς μιλήσω οὔτε γιά τόν Πατριάρχη καί τήν Πατριαρχική αὐλή. Γι’ αὐτά μιλοῦν πολλοί καί ἔχουν γράψει πολλά καί γράφουν εἰσέτι.

Θά σᾶς ἀπασχολήσω μέ κάτι πού κανείς μέχρι τώρα δέν καταπιάστηκε. Θά σᾶς μιλήσω γιά συναδέλφους. Γιά τούς δικούς σας ἀνθρώπους. Γιά τούς παπάδες τῆς Πόλης. Γι’ αὐτούς τούς ἥρωες γιά τούς ὁποίους κανείς δέν ὁμιλεῖ, κανείς δέν γράφει. Θά σᾶς μιλήσω γιά ὅσα ἔχω ἀκούσει, γιά ὅσα ἔχω δῆ, γιά ὅσα οἱ ἴδιοι μοῦ ἔχουν διηγηθῆ. Ἱερεῖς μέ οἰκογένειες, σέ μακρυνές ξεχασμένες ἐνορίες, χωρίς ἐνορίτες, σ’ ἕνα περιβάλλον ἐχθρικό. Ἱστορίες ἄγνωστες, ἄλλες συγκινητικές, ἄλλες ἡρωικές, ἀλλά ὅλες ἐνδιαφέρουσες. Φυσικά θά ἀναφερθῶ ἐνδεικτικά, σέ πολύ λίγα, διότι δέν θά ἧτο δυνατόν νά ἀναφέρω στήν ἀγάπη σας ὅλα ὅσα γνωρίζω.

Γιά νά κάνουμε καί μιά σύγκρισι μεταξύ αὐτῶν καί ἡμῶν. Διότι παραπονούμεθα πολλάκις ἀλλά χωρίς λόγο καί αἰτία. Ζοῦν οἱ ταπεινοί λευίτες τῆς Κωνσταντινουπόλεως σέ ἕνα ἐχθρικό περιβάλλον. Δέν γνωρίζουν ἀπό ποῦ καί ἀπό ποιόν θά ἔρθη ἡ βρισιά, ἡ πέτρα, τό φτύσιμο. Λίγο νά διαταραχθοῦν οἱ σχέσεις μεταξύ Ἑλλάδος καί Τουρκίας, αὐτοί πληρώνουν τά σπασμένα.

Ἐπίσης γνωρίζουν ὅτι ἐκεῖ εἶναι μόνιμοι. Κάθε φυγή πρός τά ἐδῶ ἢ τό ἐξωτερικό σημαίνει καθαίρεσις. Καί ὅμως μένουν ἐκεῖ ἀπό τοῦ χρέους μή κινοῦντες.... Ἐμεῖς πολλές φορές ἔχουμε σάν ὄνειρο τήν συνταξιοδότησι. Νά πάρουμε σύνταξι νά γλυτώσουμε ἀπό τριμηνίες, προϋπολογισμούς καί ἀπολογισμούς. Γνώρισα τόν πατέρα Φιλόθεο στήν ἡλικία τῶν 92 ἐτῶν.... Τόν ἐρώτησα: -Εἶσθε συνταξιοῦχος; Μοῦ ἀπήντησε:

-Ἐμεῖς ἐδῶ δέν γνωρίζουμε τί ἔστι σύνταξις· πεθαίνουμε στό Θυσιαστήριο!

Μετά τρία ἔτη ἔμαθα ὅτι ἐκοιμήθη. Ὅμως ἐκοιμήθη ὡς λειτουργός. Στό Θυσιαστήριο, ἀπό τοῦ χρέους μή κινῶν.

***

Ἐκεῖνο, ἀδελφοί μου, πού εἶναι πολλές φορές ἀνυπόφορο γιά τούς ἱερεῖς τῆς Πόλεως εἶναι ἡ μοναξιά. Χωρίς οἰκογένεια, χωρίς ἐνορίτες. Περιμένω μιά φορά στόν διάδρομο ἔξω ἀπό τό Πατριαρχικό Γραφεῖο νά μέ δεχθῆ ὁ Πατριάρχης. Δίπλα μου κάθεται ἕνας ἡλικιωμένος ἱερεύς. Περιμένει νά δῆ κι αὐτός τόν Πατριάρχη. Πιάνουμε κουβέντα. «Εἶμαι Ἴμβριος καί ἐφημερεύω στόν Ἅγιο Φωκᾶ στό Ὀρτάκιοϊ (Μεσοχώρι). Ἔχω 15 ἐνορίτες, ἀπ’ τούς ὁποίους οἱ μισοί εἶναι κατάκοιτοι. Δυό θυγατέρες ἔχω, ἀλλά στήν Ἀθήνα μένουν. Ἐδῶ πιά μόνος μένω. Ἔχασα τήν παπαδιά μου ἐδῶ καί δέκα ἑπτά χρόνια. Μόλις πέθανε ἡ παπαδιά μου σκέφθηκα νά φύγω. Πῶς νά ἔμενα πιά μόνος μου, μέ προβλήματα ὑγείας… Τήν ὥρα πού τῆς ἔριχνα λίγο χῶμα στόν τάφο της, πάτερ μου, σάν νά ἄκουσα τήν φωνή της: -Παπᾶ μου, τόσα χρόνια σέ ὑπηρετοῦσα πιστά, καί τώρα φεύγεις καί μέ ἀφήνεις μόνη; Ποιός θά μοῦ ἀνάβη τό καντήλι στόν τάφο; Κι ἔτσι, πάτερ, ἀποφάσισα κι ἔμεινα μόνος μου δέκα ἑπτά χρόνια, σ’ ἕνα κελλάκι τοῦ ναοῦ, στό ὁποῖο γυναίκα δέν πάτησε, μόνος μου τακτοποιοῦμαι καί συντηροῦμαι. Ὅμως ἔχει πολλά σκαλιά καί δέν μπορῶ πιά ν’ ἀνεβοκατεβαίνω. Δέν μέ βαστοῦν τά πόδια μου. Ἔχω καί πολλές ἀρρώστιες… Γι’ αὐτό ἦλθα στόν Πατριάρχη νά μέ ἀφήση νά φύγω, νά πάω στίς κόρες μου»…

Μπαίνει πρῶτος στόν Πατριάρχη. Ἐγώ δεύτερος. Μοῦ λέγει ὁ Πατριάρχης: «Τόν λυποῦμαι, ἔχει πολλές ἀρρώστιες, εἶναι ἠλικιωμένος, ἀλλά ἐάν φύγει θά κλείση ὁ Ἅγιος Φωκᾶς». Ἀπαντῶ: «Παναγιώτατε, ὅλοι ἔχουμε ἀρρώστιες. Ἄλλος λίγες, ἄλλος πολλές. Ἀλλά ὁ πατήρ ἔχει μιά ἀρρώστια ἀνίατη, τήν μοναξιά!»… Μετά ἀπό δυό χρόνια ἐκοιμήθη. Ἕνας νέος κληρικός εὔελπις τόν διεδέχθη καί λειτουργεῖ τώρα στόν Ἅγιο Φωκᾶ στό Μεσοχώρι.

***

Στά Σεπτεμβριανά ὅλες οἱ ἐκκλησίες τῆς Πόλεως καί τῶν ὁμόρων Μητροπόλεων ὑπέστησαν δηώσεις, καταστροφές καί ἱεροσυλίες ἀφάνταστες. Μιά, ὅμως, ἐγλύτωσε. Ποιά; Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι στό Φερίκιοϊ. Τό τί θά συνέβαινε ἐκείνη τήν φοβερή ἀποφράδα νύχτα, στούς λεγάμενους (στούς Τούρκους δηλαδή) ἦταν γνωστό ἀπό ἡμερῶν πολλῶν. Ἔγινε θέμα συζητήσεως στούς θαμῶνες τοῦ ἀπέναντι τοῦ ἱεροῦ ναοῦ καφενείου. Ψιλοκουβεντιάζουν οἱ Τοῦρκοι μεταξύ τους. Ἄλλοι ὑπέρ, ἄλλοι κατά. Κάποιος ἐπεμβαίνει.

— Πρέπει νά προστατέψουμε τήν ρωμαίϊκη ἐκκλησία, διότι σ’ αὐτήν, τό ξέρετε ὅλοι, εἶναι ἕνας παπᾶς πού μᾶς βοηθάει στίς ἀνάγκες μας, στίς ἀρρώστιές μας, στήν ἀνέχειά μας.
— Πάψε, ρέ! Παραμύθια! λένε οἱ φωνασκοῦντες ἀντιτιθέμενοι.
— Θά σᾶς τό ἀποδείξω! Ἀμέσως κιόλας. Δέν ἔχω οὔτε μιά λίρα πάνω μου, ψάξτε με! Θά πάω στό σπίτι τοῦ παπᾶ καί θά σᾶς φέρω 500 λίρες!

Πάει, λοιπόν, καί χτυπάει τήν πόρτα. Ζητάει τά χρήματα παρακαλώντας, λέγοντας πώς ἔχει μεγάλη ἀνάγκη, ἄρρωστη γυναίκα καί ἄλλα τέτοια. Ὁ παπᾶς ἀπαντᾶ:

— Βρέ παιδί μου, δέν ἔχω τόσα χρήματα πάνω μου, καί μάλιστα τέτοια ὥρα. Θά ζητήσω καί ἀπό τίς ἀδελφές μου, ὅμως. Περίμενε!

Συγκεντρώνει το ποσόν καί τοῦ τό δίδει. Τότε ὁ Τοῦρκος τρέχει στό καφενεῖο καί κρατώντας τά χρήματα στά χέρια του ψηλά καί δείχνοντάς τα φωνάζει στούς ὁμοφύλους του:

— Βλέπετε, ὅλοι; Αὐτός εἶναι ὁ παπάς!

Ἔτσι, λοιπόν, ἐκεῖνο τό φρικτό βράδυ τοῦ 1955, ὅλοι οἱ Τοῦρκοι γείτονες περικύκλωσαν τήν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὅταν ἄρχισαν νά ἔρχονται οἱ παρακρατικοί τραμποῦκοι καί ὁ μαινόμενος ὄχλος μέ ρόπαλα καί μαχαίρια, βρῆκαν τούς ὁμοθρήσκους τους νά προασπίζονται ἀποφασισμένοι τόν ἱερό ναό• «θά περάσετε πάνω ἀπ’ τά πτώματά μας καί ὕστερα θά πειράξετε τόν ναό καί τόν παπά»! Τό ὄνομα τοῦ ἐφημερίου; Δημήτριος Παπαδόπουλος. «Ἄνους» κατά τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Ταπεινός καί ἀπέριττος, εὐλαβής καί ἀφανής. Ποιός Δημήτριος; Ὁ κατόπιν Οἰκουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος! Ἀπό τούς καλυτέρους Πατριάρχας τοῦ 20οῦ αἰῶνος!

***

Ἂς εἶναι αὐτά τά ὀλίγα, ταπεινό μνημόσυνο γι’ αὐτόν τόν ὑπέροχο Πατριάρχη! Ὑπάρχουν, ἀδελφοί συλλειτουργοί, καί ἄλλα πολλά. Ἐνθυμοῦμαι ὅμως τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο πού λέγει ὅτι ὁ λόγος δέν πρέπει νά γίνεται «ἀηδής διά τόν κόρον» διό καί τελειώνω ἐδῶ. Αὐτοί οἱ πρεσβύτεροι ἀξίζουν τόν θαυμασμό μας. Χωρίς ποίμνιο, χωρίς «τυχερά», χωρίς κρατική ἐνίσχυσι, χωρίς καμμιά ἐξουσία (σημειωτέον πώς ἡ κρατική ἐξουσία ἐκεῖ δέν ἀναγνωρίζει καθόλου τούς κληρικούς παρά μόνον τούς ἐφοροεπιτρόπους τῶν βακουφιῶν, οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἐπίσκοποι εἶναι ὡς μή ὑπάρχοντες), γαντζωμένοι σάν τά στρείδια στόν βράχο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, χτυποῦν καμπάνα καί μ’ αὐτήν διαλαλοῦν ὅτι ὑπάρχουν, ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη ζῆ καί θά ζῆ ἕως ὅτου ἔλθη ὁ Εὐλογημένος. Ἀμήν.–

Κύριο ἄρθρο: Ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β, ὁ Τρανός

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Τελευταῖα διάβασα ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον βιβλίο πού ἐξέδωσε ὁ Σύλλογος τῶν Ἀγχιαλιτῶν τῆς Ἀθήνας «Ἡ Ἀγχίαλος» (Ἀθήνα 2017) μέ τίτλο «Ἱερεμίας Β΄ Τρανός, Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικός Πατριάρχης (1536-1595)». Συγγραφεύς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ εἶναι ὁ δρ. Κατελῆς Βίγκλας, γιά «25 ἔτη συνεργάτης τοῦ Κέντρου Ἐρεύνης τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ἰδιαίτερα τοῦ πρώτου διευθυντή του, Λίνου Μπενάκη». Τό βιβλίο αὐτό μοῦ τό ἀπέστειλε ὕστερα ἀπό παράκλησή μου ὁ Πρόεδρος τοῦ Συλλόγου Ἀγχιαλιτῶν τῆς Ἀθήνας κ. Ἀπόστολος Ζαφειρόπουλος, τόν ὁποῖον καί εὐχαριστῶ.

Τό βιβλίο ἀναφέρεται στό ἔργο καί τήν δράση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἱερεμία Β΄ τοῦ Τρανοῦ, ὁ ὁποῖος πράγματι ὑπῆρξε ἕνας λαμπρός Πατριάρχης μέ σπουδαία δράση τήν δύσκολη περίοδο τοῦ 16ου αἰῶνος μ.Χ. Ὕστερα ἀπό τούς Προλόγους καί τήν Εἰσαγωγή διαιρεῖται σέ πέντε κεφάλαια πού παρουσιάζουν τόν βίο καί τήν πολιτεία του.

1. Σύντομο βιογραφικό

Ὁ Ἱερεμίας Β΄ Τρανός γεννήθηκε τό ἔτος 1536, μόλις 83 ἔτη μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, στήν Ἀγχίαλο τοῦ Εὐξείνου Πόντου ἀπό εὔπορη οἰκογένεια, μέ διατήρηση τῶν παραδόσεων, καί τό ἐπώνυμο Τρανός δείχνει τήν εὐγενική του καταγωγή. Μαθήτευσε σέ σπουδαίους διδασκάλους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ὅπως τόν Ἱερόθεο Μονεμβασίας, τόν Ἀρσένιο Τυρνάβου καί τόν Δαμασκηνό Στουδίτη, ὁ ὁποῖος ἀργότερα διετέλεσε Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί συνέγραψε τό περίφημο βιβλίο «Θησαυρός Δαμασκηνοῦ», πού εἶχε μεγάλη ἀπήχηση στήν Τουρκοκρατία καί μάλιστα στούς Σλάβους.

Ὁ Ἱερεμίας ἐξελέγη Μητροπολίτης Λαρίσης, ἦταν εὐπαίδευτος καί ἐγκωμιάζεται ἀπό τόν Μελέτιο Πηγᾶ καί ἄλλους. Ὡς Μητροπολίτης στήν Λάρισα (1568/9-1572) «δίδαξε γραμματική, ποιητική καί ρητορική σέ σχολεῖο στά Τρίκαλα». Αὐτό δείχνει τήν παιδεία πού τόν διέκρινε.

Ἀπό τήν Λάρισα ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί ἡ Πατριαρχία του διακρίνεται ἀπό ἀγῶνες, φυλακίσεις, ἐξορίες, διωγμούς καί ἐπανόδους καί πρωτοστάτησε στήν ἐποχή του σέ διάστημα περίπου τριανταπέντε ἐτῶν. Τρεῖς φορές ἀνῆλθε στόν Θρόνο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἤτοι τήν πρώτη φορά τήν 5 Μαΐου 1572 ἕως μέσα Νοεμβρίου 1579, τήν δεύτερη φορά τόν Αὔγουστο 1580 ἕως τέλη Φεβρουαρίου 1584, καί τήν τρίτη φορά τόν Ἀπρίλιο 1587 ἕως τέλος 1595.

Ὡς Πατριάρχης τήν κρίσιμη αὐτή περίοδο ἐνδιαφέρθηκε γιά τόν ἐξωραϊσμό καί τίς ἀνακαινίσεις τοῦ Πατριαρχείου· γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς σιμωνίας· τήν προστασία τῶν Χριστιανῶν· τήν ἐγκαθίδρυση στήν Βενετία Ὀρθοδόξου Μητροπολίτου, καί ὡς πρῶτος Μητροπολίτης τοποθετήθηκε ὁ Μητροπολίτης Φιλαδελφείας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας Γαβριήλ Σεβῆρος, γι’ αὐτό ἔκτοτε οἱ προϊστάμενοι τῆς Βενετίας φέρουν τόν τίτλο Φιλαδελφείας καί ὁ Μητροπολίτης Φιλαδελφείας εἶναι ἔξαρχος Βενετίας· γιά τήν διάσωση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας μέ τήν ἵδρυση Σχολείων σέ διάφορα μέρη τῆς ἐπαρχίας τοῦ Πατριαρχείου· γιά τήν Ἵδρυση τοῦ ἑλληνικοῦ Κολλεγίου τῆς Ρώμης, ὅπου ἐφοίτησαν πολλά παιδιά, καί πολλά ἄλλα ἔργα. Ἐκοιμήθη τό ἔτος 1595.

2. Τρία σημαντικά γεγονότα

Ἐκεῖνο, ὅμως, πού χαρακτήρισε τήν Πατριαρχία τοῦ Ἱερεμία Β΄ Τρανοῦ καί δείχνει τήν προσωπικότητά του ἦταν τρία μεγάλα γεγονότα.

Τό πρῶτον ἦταν ὁ διάλογος μέ τούς Λουθηρανούς. Τόν 16ο αἰώνα ξέσπασε στήν Δύση ἡ Μεταρρύθμιση, δηλαδή τό κίνημα τοῦ Λουθηρανισμοῦ καί γενικά τοῦ Προτεσταντισμοῦ, ὅταν μεγάλα τμήματα τῆς Εὐρώπης ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν Ρωμαιοκαθολικισμό καί ἀπετέλεσαν ἄλλες Χριστιανικές ὁμάδες στηριζόμενες μόνο στήν Ἁγία Γραφή καί ἀπορρίπτοντας τήν Παράδοση, ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπό τόν Σχολαστικισμό. Αὐτό ἔγινε ἀπό τόν Λούθηρο στήν Γερμανία, τόν Σβίγγλιο στήν Ἑλβετία καί τόν Καλβίνο στήν Γαλλία καί τήν Ἑλβετία. Οἱ Λουθηρανοί τῆς Τυβίγγης τῆς Γερμανίας ἄνοιξαν ἀλληλογραφία μέ τόν Ἱερεμία Β΄ Τρανό, στήν προσπάθειά τους νά ἔλθουν σέ διάλογο μέ τούς Ἀνατολικούς Ὀρθοδόξους. Στό βιβλίο ἀναφέρονται τά θέματα τῶν ἐπιστολῶν, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετώπισε τόν διάλογο ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄, ἀλλά καί οἱ κρίσεις ἐπιστημόνων γιά τόν πρῶτο αὐτόν διάλογο μεταξύ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί Λουθηρανῶν. Γιά παράδειγμα, κατά τόν Ἰωάννη Καρμίρη οἱ ἀποκρίσεις τοῦ Ἱερεμία Β΄ ἐκθέτουν μέ δύναμη καί πειστικότητα τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ἀναιροῦν τίς κακοδοξίες τῶν Διαμαρτυρομένων. Καί κατά τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι «οἱ ἀπαντήσεις τοῦ Ἱερεμία ἦταν ἡ τελευταία δογματική ἔκθεση στήν Ἀνατολή, στήν ὁποία δέν μπορεῖ νά ἐντοπιστεῖ δυτική ἐπίδραση ἀκόμη καί στήν ὁρολογία». Ὁ διάλογος δέν εἶχε αἴσιο τέλος, γιατί αὐτή ἡ προσέγγιση ἦταν πρόωρη, ἐπειδή «γιά τούς Ὀρθοδόξους οἱ Λουθηρανοί φαίνονταν νά συνδυάζουν κάποια ρωμαιοκαθολικά σφάλματα μέ μιά νοσηρή εὐαγγελική τάση καί μιά ἀξιόμεμπτη εἰκονοκλαστική διάθεση».

Τό δεύτερο σημαντικό γεγονός, κατά τήν Πατριαρχία τοῦ Ἱερεμία Β΄ ἦταν ἡ μεταρρύθμιση τοῦ ἡμερολογίου ἀπό τόν Πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄, ὁ ὁποῖος ἔγινε Πάπας τό 1572, τό ἴδιο ἔτος πού ἀνῆλθε στόν Οἰκουμενικό θρόνο καί ὁ Ἱερεμίας Β΄. Τό ἔτος 1582 μ.Χ. εἰσήχθη στόν Ρωμαιοκαθολικισμό τό λεγόμενο Γρηγοριανό Ἡμερολόγιο, τό νέο ἡμερολόγιο πού ἀντικατέστησε τό παλαιό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο. Οἱ σχέσεις μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἦταν ὀξυμένες, γιά λόγους θεολογικούς καί πολιτικούς, καί στίς προτάσεις τῶν Δυτικῶν νά ἀκολουθήσουν καί οἱ Ὀρθόδοξοι τό Γρηγοριανό (νέο) ἡμερολόγιο, ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄ ἀπάντησε ἀρνητικά. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν δέχθηκε τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο ἀπό φόβο μήπως αὐτό γίνη μέσο παραπλάνησης τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τόν Πάπα. Τό ἔτος 1583 οἱ Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας καί Ἀντιοχείας σέ Σύνοδο, καταδίκασαν τήν Γρηγοριανή μεταρρύθμιση τοῦ ἡμερολογίου πού δημιουργοῦσε προβλήματα στό ἑορτολόγιο τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Τό τρίτο σημαντικό γεγονός ἐπί τῆς Πατριαρχίας τοῦ Ἱερεμία Β΄ ἦταν ἡ μεγάλη περιοδεία πού ἔκανε στήν Κοινοπολιτεία Πολωνίας-Λιθουανίας καθ’ ὁδόν πρός τήν Μόσχα, ὅπου ἵδρυσε τό Πατριαρχεῖο τῆς Ρωσίας. Ἡ περιοδεία αὐτή τοῦ Πατριάρχου ἔγινε κατά τήν τρίτη Πατριαρχία του ἡ ὁποία ἄρχισε τό 1587, καί ὁ σκοπός τῆς περιοδείας ἦταν «ἡ ἐνίσχυση τῶν Ὀρθοδόξων στήν Κοινοπολιτεία Πολωνίας-Λιθουανίας, ἡ ζητεία στήν Μόσχα καί ἡ γνωριμία μέ τόν νέο Τσάρο».Ὁ Πατριάρχης μέ τήν Συνοδεία του βρέθηκε τόν Μάϊο τοῦ 1588 στήν Κοινοπολιτεία Πολωνίας-Λιθουανίας μέ σκοπό νά φθάση στήν Μόσχα, διέσχισαν τά πολωνικά-λιθουανικά ἐδάφη καί ἔπειτα ἔφθασαν στήν Μόσχα στίς 3 Ἰουνίου 1588. Ἀπό ἐκεῖ ἀνεχώρησαν τόν Μάϊο τοῦ 1589, μετά ἀπό ἕναν χρόνο, περνώντας γιά δεύτερη φορά ἀπό τά ἐδάφη τῆς Κοινοπολιτείας Πολωνίας-Λιθουανίας, ὁπότε ἔφθασε στίς 2 Ἰανουαρίου 1590 στήν Μολδοβλαχία καί τήν ἄνοιξη τοῦ ἰδίου ἔτους ἐπανῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη. Δηλαδή ὅλη ἡ περιοδεία αὐτή κράτησε δύο χρόνια (1588-1590).

Κατά τήν διάρκεια τῆς περιοδείας αὐτῆς ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας Β΄, ἐνεργώντας ὡς ὑπεύθυνος στό κανονικό ἔδαφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διόρθωσε διάφορες καταστάσεις κακῶς κειμένων πραγμάτων, ἀντιμετώπισε ἀντικανονικά προβλήματα, συγκάλεσε Συνόδους γιά τήν ρύθμιση ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, ἐπέβαλε ἐπιτίμια καί ποινές σέ Κληρικούς κ.ἄ.

Τό κυριότερο ἦταν ὅτι κάτω ἀπό τήν πίεση τοῦ Τσάρου ἵδρυσε τό Πατριαρχεῖο Ρωσίας, ὁπότε ἐξελέγη πρῶτον Πατριάρχης Ρωσίας ὁ Ἰώβ καί στίς 23 Ἰανουαρίου 1589 μετά τόν ἑσπερινό ὁ ἐκλεγμένος Ἱεράρχης ἐνθρονίσθηκε ὡς Πατριάρχης. Μετά τήν ἀνακήρυξη τοῦ Πατριαρχείου ὁ Ἱερεμίας προέβη καί σέ ἄλλες ἐνέργειες, δηλαδή τήν ἵδρυση ἕξι νέων Ἐπισκοπικῶν ἑδρῶν στήν Ρωσική Ἐπικράτεια.

Μετά τήν ἐπιστροφή του στήν Κωνσταντινούπολη σέ Σύνοδο μέ τούς ἄλλους δύο Πατριάρχες (Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων), ἐπειδή ὁ θρόνος τῆς Ἀλεξανδρείας χήρευε, ἐπιβεβαιώθηκε ἡ πράξη αὐτή τοῦ Πατριάρχου Ἱερεμίου καί ἡ Μόσχα ἐτέθη στήν πέμπτη θέση τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, πράγμα πού δυσαρέστησε τόν Τσάρο ὁ ὁποῖος διεκδικοῦσε τήν τρίτη θέση.

Ἡ ἀνακήρυξη τοῦ Ρωσικοῦ Πατριαρχείου προκάλεσε πολλές ἀντιδράσεις καί ὁ Πατριάρχης Ἱερεμίας ἔφθασε στό σημεῖο «νά ἀπειλήση ὅτι θά ἀποχωροῦσε ἀπό τό Πατριαρχεῖο γιά νά μονάση ἥσυχος κατά τήν διάρκεια τοῦ ὑπόλοιπου βίου του». Αὐτό δέν πραγματοποιήθηκε.

Πάντως, τόν Φεβρουάριο τοῦ 1593 ἡ νέα Σύνοδος πού συνεκλήθη μέ τούς Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς, μεταξύ τῶν ὁποίων καί τόν νέον Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Μελέτιον (Πηγᾶ) ἐπιβεβαίωσε τήν πατριαρχική τιμή καί ἀξία τοῦ Πατριαρχείου Ρωσίας, καί τό Πατριαρχεῖο παρέμεινε στήν πέμπτη θέση.

3. Λαμπρή Πατριαρχία

Ἀπό ὅλα αὐτά πού ἀναφέρθησαν πολύ συνοπτικά φαίνεται ἡ λαμπρή Πατριαρχία τοῦ Ἱερεμία Β΄ τοῦ Τρανοῦ, ὁ ὁποῖος «εἶχε μιά δική του τιτάνια προσωπικότητα», στά τριανταπέντε χρόνια Πατριαρχικῆς ζωῆς μέ ἐξορίες, φυλακίσεις, διωγμούς καί ἐπανόδους στόν θρόνο.

Ὅπως γράφεται στό βιβλίο «ὁ Ἱερεμίας Β΄, κατά τίς τρεῖς περιόδους τῆς Πατριαρχίας του, εἶχε τοποθετηθῆ πολλές φορές ἐπί διαφόρων σημαντικῶν ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων μέ μοναδική δύναμη, χαρακτήρα καί εὐθυκρισία. Μέ τήν ἄνοδο στόν πατριαρχικό θρόνο τῆς Κωνσταντινούπολης ὁ Ἀγχιαλίτης Πατριάρχης δημιούργησε μιά νέα τάξη πραγμάτων καί προσέδωσε σέ ὅλα ἕναν νέο ρυθμό. Ὁ Ἱερεμίας Β΄ ἦταν φύση μεγαλόπρεπη καί αὐστηρή, ἀτρόμητος ποιμενάρχης, πού ὕψωσε καταλυτική πυγμή ἐνάντια στήν διαφθορά, ἐπιδιώκοντας τήν ἀνόρθωση καί τό φωτισμό τοῦ ἑλληνικοῦ γένους».

Τελικά, «ἡ λαμπρή περίοδος τῆς Πατριαρχίας τοῦ Ἱερεμία Β΄ στηρίχθηκε σέ ἕνα γόνιμο ἑλληνογενές ἀνατολικό καί χριστιανικό ὑπόβαθρο καί σέ διαπραγμάτευση μέ τό δυτικό κόσμο, ἀλλά καί σέ συνδιαλλαγή μέ τούς Σλάβους, δημιούργησε χωρίς ἄλλο μιά μορφή νεοελληνικῆς ἀναγέννησης».

Ὀφείλονται εὐχαριστίες στόν συγγραφέα τοῦ βιβλίου Κατελῆ Βίγκλα καί τόν Σύλλογο Ἀγχιαλιτῶν τῆς Ἀθήνας «ἡ Ἀγχίαλος» πού τό ἐξέδωσε καί ἔτσι μποροῦμε νά παρακολουθήσουμε τήν ζωή καί τήν πολιτεία ἑνός λαμπροῦ Πατριάρχη, μαθητοῦ τοῦ ἁγίου Δαμασκηνοῦ τοῦ Στουδίτου, μετέπειτα Μητροπολίτου Ναυπάκτου.

Κύριο θέμα: Ἐπίσημη ἐπίσκεψη τοῦ Παναγιωτάτου κ. Βαρθολομαίου - Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο

 

Φωτογραφίες ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στὴν Ναύπακτο

 

Μεγάλη ἦταν ἡ τιμὴ καὶ ἡ εὐλογία γιὰ τὴν πόλη μας, τὴν ἱστορικὴ Ναύπακτο, τὴν ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, ὅταν τὴν Τρίτη 4 Νοεμβρίου τὴν ἐπισκέφθηκε ἐπίσημα ὁ Παναγιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως - Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, προσκεκλημένος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη κ. Ἰερόθεο καὶ συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο.

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο

Καὶ ἡ Μητρόπολή μας καὶ εἰδικότερα ἡ Ναύπακτος ἐπεφύλαξε μιὰ μεγαλόπρεπη ἀλλὰ καὶ σεμνή, μιὰ μετρημένη, θερμὴ καὶ ἐγκάρδια ὑποδοχή, ἀποδίδοντας στοὺς ὑψηλοὺς ἐπισκέπτες τὴν τιμή, τὸν σεβασμό, τὴν ἀγάπη.

Ἦταν ἡ πρώτη ἐπίσημη ἐπίσκεψη Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ποὺ καταγράφεται στὴν ἱστορία της. Ὑπάρχει ἄλλη μιὰ ἀναφορὰ ὅτι τὸ 1550 μ.Χ. ὁ Πατριάρχης Διονύσιος Β' πέρασε ἀπὸ τὴν Ναύπακτο κατευθυνόμενος πρὸς τὴν Μητρόπολη τῶν Παλαιῶν Πατρῶν, ὅπου θὰ συγκαλοῦσε τοπικὴ Σύνοδο γιὰ τὴν ἐπίλυση κάποιων προβλημάτων. Αὐτὴν τὴν φορὰ ὁ Πατριάρχης ἦλθε στὴν Ναύπακτο, ἀφοῦ πρῶτα ἐπισκέφθηκε τὴν Πάτρα στὰ πλαίσια τῶν Πρωτοκλητείων καὶ τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν 80 ἐτῶν ἀπὸ τὴν θεμελίωση τοῦ μεγαλοπρεποῦς Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου, προσκεκλημένος ἀπὸ τὸν οἰκεῖο Ποιμενάρχη κ. Χρυσόστομο. Νὰ ὑπενθυμίσουμε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας εἶναι ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ συγχρόνως ὁ πολιοῦχος τῶν Πατρῶν.

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης συνοδευόταν ἀπὸ τοὺς Μητροπολῖτες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Μύρων κ. Χρυσόστομο, Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλίας κ. Πολύκαρπο (Σταυρόπουλο, Ναυπάκτιο τὴν καταγωγὴ) καὶ Χὸγκ Κὸγκ κ. Νεκτάριο, ἀπὸ τὸν Μ. Ἀρχιμανδρίτη π. Ἀθηναγόρα Χρυσάνη, ἀπὸ τὸν Μ. Ἀρχιδιάκονο π. Μάξιμο (Πατρινὸ στὴν καταγωγή), τὸν Διάκονο π. Ἀνδρέα, τὸν φωτογράφο κ. Νικόλαο Μαγγίνα καὶ ἕναν κλητῆρα τοῦ Πατριαρχείου.

Στὴν ὑποδοχὴ συμμετεῖχαν οἱ Μητροπολῖτες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος: Ζακύνθου Χρυσόστομος, Ἠλεῖας Γερμανός, Μηθύμνης Χρυσόστομος, Φωκίδος Ἀθηναγόρας, Μυτιλήνης Ἰάκωβος, Ἄρτης Ἰγνάτιος, Πατρῶν Χρυσόστομος, Ἀκαρνανίας Κοσμᾶς, Γόρτυνος Ἰερεμίας, Τριφυλλίας Χρυσόστομος, Λευκάδος Θεόφιλος καὶ Θηβῶν καὶ Λεβαδείας Γεώργιος, οἱ πολιτικές, ἀστυνομικὲς καὶ στρατιωτικὲς Ἀρχὲς τῆς πόλεως καὶ τοῦ νομοῦ, καὶ ὁ λαὸς τῆς πόλεως.

Ὁ Πατριάρχης ἔφθασε στὴν Ναύπακτο τὸ μεσημέρι. Μπροστὰ στὸ Ἐπισκοπεῖο ἦταν παρατεταγμένα τὰ ἀγήματα τῶν τριῶν Σωμάτων Στρατοῦ, μὲ τὴν στρατιωτικὴ σημαία καὶ τὴν στρατιωτικὴ μουσικὴ μπάντα. Ἀπὸ τὸ Ἐπισκοπεῖο μέχρι τὸ λιμάνι περίμεναν τὸν Πατριάρχη μαθητὲς τῶν Σχολείων τῆς πόλεως. Στὶς σκάλες τῆς πλατείας τὸν περίμεναν παιδιὰ ντυμένα παραδοσιακὰ καὶ τοῦ προσέφεραν παραδοσιακὰ κεράσματα καὶ δῶρα: κρασί, γλυκό, ἕνα κάδρο τῆς πόλεως, μιὰ καλλιτεχνημένη ἐπιστολὴ καὶ μιὰ ἀνθοδέσμη λουλούδια. Ἀπὸ τὶς σκάλες τῆς πλατείας μέχρι τὴν ἐξέδρα στὸ κέντρο τῆς πλατείας εἶχε σχηματισθῇ ἕνας διάδρομος ἀπὸ νέους καὶ παιδιὰ ποὺ ἦταν ντυμένα μὲ τὶς παραδοσιακὲς στολές.

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν ΝαύπακτοΣτὴν πλατεῖα περίμεναν τὸν Πατριάρχη μαζὶ μὲ τὸν λαὸ τὸν Πατριάρχη ὁ Μακαρ. Ἀρχιεπίσκοπος κ. Ἱερώνυμος καὶ οἱ Ἀρχιερεῖς. Στὴν στολισμένη ἐξέδρα ἀνέβηκαν ὁ Παναγιώτατος, ὁ Μακαριώτατος, ὁ Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου καὶ ὁ Δήμαρχος Ναυπάκτου, κ. Ἀθανάσιος Παπαθανάσης, ὁ ὁποῖος προσεφώνησε τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη ἐκ μέρους τοῦ λαοῦ τῆς Ναυπάκτου καὶ τοῦ προσέφερε τὸ Χρυσὸ Κλειδὶ τῆς πόλεως.

(σ.σ.: ὅλες οἱ ὁμιλίες δημοσιεύονται αὐτούσιες στὸ παρὸν τεῦχος).

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης στὴν ἀντιφώνησή του ἀναφέρθηκε στὴν ἱστορία τῆς πόλεως, τὸν πολιτισμό της, στὴν σχέση της μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, στὴν σημερινὴ κατάσταση καὶ σημασία της, στοὺς ἁγίους ποὺ τὴν προστατεύουν, τὴν Παναγία τὴν Ἀμπελακιώτισσα, τὸν ἅγιο Πολύκαρπο καὶ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό, στὸν Ποιμενάρχη τῆς κ. Ἰερόθεο. Εὐχαρίστησε γιὰ τὴν τιμὴ νὰ τοῦ ἀποδώση ἡ πόλη τὸ «χρυσὸ κλειδί» της καὶ εὐλόγησε τὸν λαό.

Ἔπειτα σχηματίσθηκε πομπὴ πρὸς τὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου. Τὴν πομπὴ σχημάτισαν: ἡ Παπαχαραλάμπειος Φιλαρμονική, τὰ μέλη τῶν παραδοσιακῶν καὶ χορευτικῶν συλλόγων μὲ τὶς παραδοσιακές τους φορεσιές, τὰ τρία στρατιωτικὰ ἀγήματα μὲ τὴν σημαία καὶ τὴν στρατιωτικὴ φιλαρμονική, τὰ μέλη τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ, οἱ Μοναχοὶ καὶ Μοναχές, οἱ Ἱερεῖς, οἱ Ἀρχιερεῖς, οἱ Ἀρχὲς καὶ ὁ λαὸς τῆς Ναυπάκτου.

Στὸν Ἱερὸ Ναὸ τελέσθηκε πανηγυρικὴ Δοξολογία. Χοράρχης ἦταν ὁ Πρωτοψάλτης τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ναυπάκτου κ. Πέτρος Παρρᾶς, συνοδευόμενος ἀπὸ τὸν Πρωτοψάλτη τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Διονύσιο Μίραρη, τὸν ἀριστερὸ ψάλτη τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Δημήτριο Καλογερῆ καὶ ἄλλους δόκιμους ἱεροψάλτες.

Μετὰ τὸ πέρας τῆς Δοξολογίας προσεφώνησε τὸν Πατριάρχη ὁ Νομάρχης Αἰτωλοακαρνανίας κ. Εὐθύμιος Σῶκος. Ὁ κ. Νομάρχης καλωσόρισε, ἐκ μέρους τῶν Ἀρχῶν καὶ τῶν Αἰτωλοακαρνάνων, τὸν Παναγιώτατο στὴν Αἰτωλοακαρνανία καὶ στὸ τέλος τῆς ὁμιλίας του δώρισε στὸν Πατριάρχη μιὰ ποιμαντορικὴ ράβδο καὶ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο ἕνα ἐγκόλπιο.

Στὴν συνέχεια προσεφώνησε τὸν Πατριάρχη ὁ Μητροπολίτης κ. Ἰερόθεος, ὁ ὁποῖος προσέφερε στὸν Πατριάρχη καὶ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο ἀπὸ ἕναν περίτεχνο σταυρὸ εὐλογίας καὶ χρυσοκεντημένες κορδέλλες γιὰ τὰ δικηροτρίκηρα, καὶ μιὰ ἁγιογραφημένη πέτρα, στὸν Πατριάρχη μὲ τοὺς Ἀποστόλους Ἀνδρέα καὶ Βαρθολομαῖο μὲ φόντο τὴν Ἁγία-Σοφιὰ καὶ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο μὲ τὸν ἅγιο Ἱερώνυμο.

oik-patriarxis-18Ὁ Παναγιώτατος, εὐχαρίστησε τὸν Μακαριώτατο γιὰ τὴν συνοδεία, παρὰ τὸ βεβαρυμένο πρόγραμμά του, τὸν Νομάρχη καὶ τὸν Μητροπολίτη, ἀναφέρθηκε στὴν ἱστορία καὶ τὴν σημασία τῆς πόλεως καὶ τῆς Μητροπόλεως Ναυπάκτου, στὰ «ὑψικόρυφα ὄρη τῆς Ναυπακτίας», στὰ ἱερὰ σεβάσματα τῆς Παναγίας τῆς Ἀμπελακιώτισσας καὶ τῆς Καβαδιώτισσας, στὸν προστάτη ἅγιο Πολύκαρπο, στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, στὸν Μητροπολίτη κ. Ἰερόθεο, «τὸν θεολογικώτατον νούν», τὸν ὁποῖον συνεχάρη γιὰ τὴν ἐπάξια ἀναγόρευσή του σὲ ἐπίτιμο Διδάκτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, εὐχαρίστησε τὸν Μητροπολίτη καὶ τὸν Νομάρχη γιὰ τοὺς λόγους καὶ τὰ προσφερθέντα. Στὸ τέλος τῆς ὁμιλίας του προσέφερε δῶρα, ἀπὸ ἕναν ἀσημένιο δίσκο τοῦ Πατριαρχείου στὸν Μητροπολίτη καὶ τὸν Νομάρχη, καὶ ἕνα περίτεχνο ἐγκόλπιο στὸν πρῶτο, στὸν δὲ Ἱερὸ Ναὸ προσέφερε ἕνα ἀσημένιο δισκοπότηρο, κατασκευασμένο στὴν Πόλη. καὶ προσέφερε δῶρα, ἀπὸ ἕναν ἀσημένιο δίσκο τοῦ Πατριαρχείου στὸν Μητροπολίτη τὸν Νομάρχη καὶ καὶ ἕνα περίτεχνο ἐγκόλπιο στὸν πρῶτο, στὸν δὲ Ἱερὸ Ναὸ προσέφερε ἕνα ἀσημένιο δισκοπότηρο, κατασκευασμένο στὴν Πόλη. Περάτωσε δὲ τὸν λόγο του μὲ τὶς εὐλογίες του καὶ τὴν προτροπὴ πρὸς τοὺς Ναυπακτίους:

«Ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν, πορεύεσθε εἰς πάσας τὰ ὁδοὺς Αὐτοῦ, φυλάσσετε τὰς ἐντολὰς Τοῦ καὶ μείνατε προσκεκολλημένοι πάντοτε εἰς Αὐτόν, εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Τοῦ καὶ εἰς τὰς ἁγίας μας Παραδόσεις».

Μετὰ τὸ πέρας τῆς Δοξολογίας καὶ τῶν ἐπισήμων λόγων, ὁ Παναγιώτατος ἀπεκάλυψε ἀναμνηστικὴ πλάκα τῆς ἐπισκέψεώς του στὸν πρόναο. Ἡ πλάκα ἀναγράφει τὰ ἑξῆς:

«Ἐν Ναυπάκτῳ καὶ ἐν τῷ Μητροπολιτικῷ Ναῷ τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, ἐν ἔτει σωτηρίῳ δισχιλιοστῷ ὀγδόῳ, τῇ τετάρτη τοῦ μηνὸς Νοεμβρίου, ὁ Παναγιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως – Νέας Ρώμης καὶ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, χοροστατήσας εἰς Δοξολογίαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ, Παρέσχε τῷ Κλήρω καὶ τῷ λαῷ τὴν Πατριαρχικὴν Αὐτοῦ εὐλογίαν».

Ἔπειτα ἐπισκέφθηκε τὸ Ἐπισκοπεῖο, γιὰ μιὰ σύντομη ἀνάπαυση, ὅπου ξεναγήθηκε στὰ Γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως καὶ τὴν Ἐπισκοπικὴ κατοικία. Ἀκολούθησε τὸ ἐπίσημο γεῦμα σὲ ἑστιατόριο τῆς πόλεως, τὸ ὁποῖο προσέφερε ὁ Δῆμος Ναυπάκτου. Προπόσεις ἔκαναν ὁ Μητροπολίτης, ὁ Δήμαρχος Ναυπάκτου καὶ ὁ Παναγιώτατος, ὁ ὁποῖος μίλησε γιὰ τοὺς συνοδούς του Ἀρχιερεῖς, Κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς καὶ τὴν ἀποστολή τους, ἐξέφρασε τὴν ἀγάπη του καὶ ἔδωσε τὶς εὐλογίες του.

Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ γεύματος τραγούδησε γιὰ τὸν Πατριάρχη ἡ Μικτὴ Χορωδία Ναυπάκτου, μὲ πρόεδρο τὸν κ. Γεώργιο Βαρελᾶ καὶ μαέστρο τὸν Θεόδωρο Καμπακτσίεφ, ἡ ὁποία καὶ τοῦ ἀπέδωσε τιμητικὴ πλακέτα, καὶ οἱ Ἱεροψάλτες τῆς πόλεως μὲ πρῶτο τὸν κ. Πέτρο Παρρᾶ. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ γεύματος ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος βγῆκαν μιὰ ἀναμνηστικὴ φωτογραφία μὲ τὰ μέλη τῆς Μικτῆς Χορωδίας. Φεύγοντας ἀπὸ τὴν Ναύπακτο ὁ Πατριάρχης καὶ ἡ συνοδεία του ἐπισκέφθηκαν τὰ Γραφεῖα τῆς Ἑταιρείας «Γέφυρα Α.Ε.», στὴν γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, ἡ ὁποία ἦταν καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς χορηγοὺς τῆς ἐκδήλωσης, ὅπου ὁ Παναγιώτατος εὐλόγησε τὰ ἔργα τους καὶ ἐκφώνησε λόγο γιὰ τὴν σημασία τῆς ὕπαρξης γεφυρῶν ποὺ ἑνώνουν τὸν διεσπασμένο κόσμο.

Οἱ ἐντυπώσεις ἀπὸ τὴν ὑποδοχή

oik-patriarxis-64Οἱ Ναυπάκτιοι συμμετεῖχαν στὴν ὑποδοχὴ μὲ πολλὴ χαρά, ἐνθουσιασμό, αὐθορμητισμό, ὑπερηφάνεια γιὰ τὸν τόπο τοὺς καὶ μὲ τιμὴ γιὰ τοὺς μεγάλους ἐπισκέπτες της, τὸν Πατριάρχη καὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο. Καὶ αὐτὸ ἐκφράσθηκε φανερὰ στὰ πρόσωπα καὶ τὶς ἐκδηλώσεις ὅλων.

Αὐτοῦ τοῦ θετικοῦ κλίματος ἔγιναν ἀποδέκτες οἱ ἐπίσημοι ἐπισκέπτες τῆς πόλης μας.

Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐξεδήλωσε τὴν ἰδιαίτερη συγκίνηση καὶ χαρά του. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ἀλλὰ καὶ οἱ συνοδοί τους, καθὼς καὶ οἱ ἄλλοι Ἀρχιερεῖς, ποὺ ἐκφράσθηκαν μὲ τὰ καλύτερα λόγια.

Ἐντυπωσιασμένοι δήλωσαν ἐπίσης οἱ ἀξιωματοῦχοι τῆς Πολιτείας, τῆς Ἀστυνομίας κλπ., οἱ Ἀστυνομικοὶ ποὺ τὸν συνόδευσαν ἀπὸ τὴν Πάτρα. Καὶ γενικὰ δεχθήκαμε πολλὰ συγχαρητήρια ἀπ' ὅλους τοὺς ἐπισκέπτες.

Οἱ παράγοντες

Νομίζουμε ὅτι ἡ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα ποὺ ἔζησε ἡ πόλη μας ὀφείλεται κυρίως στὸ ὅτι ὁ προσκαλέσας τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη στὴν Ναύπακτο, ὁ Μητροπολίτης κ. Ἰερόθεος, ἔχει ἀποδεδειγμένα μιὰ διαχρονικὴ ἀγάπη καὶ σεβασμὸ πρὸς τὸν θεσμὸ καὶ τὰ πρόσωπα τοῦ Πατριαρχείου. Ἡ πρόσκληση ποὺ ἀπηύθυνε δὲν ἦταν εὐκαιριακή, ἀλλὰ εἰλικρινής, οὐσιαστικὴ καὶ ἐλεύθερη. Γι' αὐτὸ καὶ χειρίσθηκε τὸ ὅλο θέμα τῆς συνεργασίας μὲ τοὺς ἄλλους φορεῖς μὲ ἐλευθερία καὶ σεβασμό.

Αὐτὴν τὴν ἀγάπη καὶ τὸν σεβασμὸ ἐνέπνευσε καὶ στοὺς συνεργάτες του καὶ αὐτοὶ ἔδωσαν τὸν καλύτερό τους ἑαυτὸ γιὰ τὴν ἐκδήλωση.

Καί, βεβαίως, βοήθησαν:

  • Ὁ Δῆμος Ναυπάκτου ποὺ ἦταν συνδιοργανωτὴς μὲ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη καὶ ἡ Ἀναπτυξιακὴ Ναυπάκτου μὲ Πρόεδρο τὸν Νῖκο Κούμπιο.
  • Ὁ κ. Νομάρχης ποὺ συμμετεῖχε μὲ τὴν παρουσία του, τὸν λόγο του καὶ μὲ τὴν χορηγία τῆς Νομαρχίας.
  • Οἱ Ἀρχές, πολιτικές, ἀστυνομικές, στρατιωτικές, ποὺ τὸ θεώρησαν μεγάλη τους τιμή. Ἰδιαίτερα οἱ Διοικητὲς τῆς Ἀστυνομίας, Τροχαίας, Πυροσβεστικῆς καὶ Λιμενικοῦ Σώματος Ναυπάκτου, Ἰωάννης Σιαμάς, Κωνσταντῖνος Κακούσης, Εὐθύμιος Γεωργακόπουλος καὶ Ἀλέξης Τσαφαλόπουλος.
  • Οἱ Ἐκπαιδευτικοὶ τῆς πόλεως, ἰδίως τῶν Λυκείων (1ου, 2ου καὶ πρωϊνοῦ Ἐπαγγελματικοῦ), Γυμνασίων (1ου, 2ου καὶ 3ου), Δημοτικῶν (1ου, 2ου καὶ 7ου) Ναυπάκτου καὶ τοῦ Εἰδικοῦ Σχολείου, οἱ ἐπί κεφαλῆς καὶ τὰ μέλη συλλόγων κλπ. ποὺ ἤδη ἀναφέρθηκαν ἀνωτέρω, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν συνειδητὰ καὶ μὲ ἐνθουσιασμό.
  • Οἱ πιστοὶ ποὺ τρέφουν σεβασμὸ καὶ ἀγάπη στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη.
  • Οἱ οἰκονομικοὶ χορηγοὶ τῆς ἐκδήλωσης: Νομαρχία Ἄιτ/νίας, Γέφυρα Α.Ε., Τράπεζα Πειραιῶς καὶ Lepanto T.V.
  • Πολλοὶ ἐπώνυμοι καὶ ἀνώμυμοι πολῖτες ποὺ δώρισαν εἴδη ἢ ποσὰ ἢ ἐργασία γιὰ χάρη τοῦ μεγάλου γεγονότος. Νομίζουμε πρέπει νὰ ἀναφερθοῦν ἰδιαιτέρως: ὁ ἀνθοπώλης Εὐθύμιος Πέτσας καὶ ἡ σύζυγός του, ὁ ζωγράφος Νῖκος Καλαϊτζῆς, οἱ φωτογράφοι Πάνος Τσούσης, Ζωὴ Δενδραμή, ὁ γραφίστας καὶ φωτογράφος Χρῆστος Πετσίνης, τὰ φωτογραφεία Κουρμούση καὶ Κανέλλου, ὁ εἰκονολήπτης Δημήτρης Ἰωάννου, οἱ τοπικὲς Ἐφημερίδες «Ἐμπρὸς» καὶ «Ναυπακτία».
  • Νὰ ἀναφέρουμε τὸν τελετάρχη ἐκ μέρους τοῦ Δήμου Δημήτριο Ἀσημακόπουλο καὶ τὸν δημοτικὸ ὑπάλληλο Βασίλη Ἀϋφαντή, ποὺ «ἔζησαν» τὸ γεγονός.
  • Ἡ Παπαχαραλάμπειος Φιλαρμονική.
  • Τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Συμβούλιο τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, μὲ Πρόεδρο τὸν Πρώτ. π. Ἀθανάσιο Λαουρδέκη καὶ ὁ Σύνδεσμος Ἀγάπης τοῦ Ναοῦ.
  • Ἡ Ἐπιτροπὴ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ποὺ λειτούργησε ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Σεβασμιωτάτου καὶ ἀποτελεῖτο ἀπὸ τοὺς Ἀρχιμανδρῖτες Καλλίνικο Γεωργᾶτο, τελετάρχη, καὶ Πολύκαρπο Θεοφάνη, τοὺς Πρωτοπρεσβυτέρους Θεμιστοκλῆ Τσιτσιρίκη, Θωμᾶ Βαμβίνη καὶ Γεώργιο Παπαβαρνάβα, καὶ τὶς Πρεσβυτέρες Παρθένα Βαμβίνη καὶ Μαρία Τσιτσιρίκη.

Ὅλοι αὐτοὶ ὀργανώθηκαν μὲ πολλὲς συσκέψεις ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Σεβασμιωτάτου, ἑνώθηκαν καὶ μετέδωσαν τὸν ἐνθουσιασμό τους, ὥστε νὰ ὀργανωθῇ αὐτὴ ἡ λαμπρὴ καὶ θερμὴ ὑποδοχὴ καὶ ἡ Ναύπακτος νὰ ἀφήση θετικὲς ἐντυπώσεις, ὡς πόλη ποὺ σέβεται τοὺς θεσμούς, τὶς παραδόσεις, τὰ πρόσωπα ποὺ ἀγωνίζονται γιὰ τὸ καλὸ ὅλης τῆς οἰκουμένης, ὡς πόλη μὲ ἑνότητα, μὲ ζωντάνια, μὲ πολιτισμὸ μὲ παράδοση καὶ μὲ ἐλπιδοφόρο μέλλον.

Συμπερασματικά

Κατὰ κοινὴ ὁμολογία ὅσων συμμετεῖχαν στὴν ὑποδοχὴ τοῦ Πατριάρχη στὴν Ναύπακτο, ἄφησε μιὰ γλυκιὰ ἀνάμνηση. Ὑπῆρχε ζωντάνια, συγκίνηση, χαρά. Οἱ κληρικοί, οἱ μοναχοὶ καὶ μοναχές, οἱ ψάλτες, οἱ ἄρχοντες, οἱ καθηγητὲς καὶ οἱ δάσκαλοι, οἱ μαθητές, οἱ νέοι καὶ τὰ παιδιὰ ποῦ ντύθηκαν παραδοσιακά, τὰ μέλη τῶν συλλόγων καὶ τῶν διαφόρων φορέων, ὅλος ὁ λαὸς ποῦ συμμετεῖχε ἔχουν μείνει μὲ τὶς καλύτερες τῶν ἐντυπώσεων καὶ μιλᾶνε γι' αὐτό. 

Ὁ Πατριάρχης γοήτευσε τοὺς Ναυπακτίους, διότι εἶναι ἕνας σεβάσμιος Ἱεράρχης, εἶναι ἄρχοντας ἀπέναντι στοὺς ἄρχοντες, ἡγέτης ἀπέναντι στοὺς ἡγέτες, πατέρας γιὰ τοὺς νέους καὶ τὰ παιδιά. Εὐχαριστοῦμε τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη καὶ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ μᾶς ἔκαναν, τὸν Μητροπολίτη μας ποὺ ἔγινε αἰτία γιὰ τὴν μοναδικὴ αὐτὴ ἐμπειρία καὶ ὅσους βοήθησαν θετικὰ σὲ αὐτό.

Α.Κ.Γ.

Κύριο θέμα:  Ἐπίσκεψη Ἀρχῶν καὶ Χορωδίας στὴν Βασιλεύουσα - Ἦχοι τῆς Πόλεως

«Τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινησίμου ἑορτάζουμε τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν καὶ Θεομήτορος, τῆς Ζωηφόρου Πηγῆς• ἀκόμη ἐνθυμούμαστε καὶ τὰ ὑπερφυῆ θαύματα ποὺ ἔγιναν στὸν Ναὸ αὐτὸ ἀπὸ τὴν Μητέρα τοῦ Θεοῦ».

Επίσκεψη Αρχών και Χορωδίας στην Βασιλεύουσα -Ήχοι της ΠόλεωςἩ γιορτὴ ἀναφέρεται στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας, γνωστοῦ ὡς «Ἡ Ζωοδόχος Πηγὴ στὸ Μπαλουκλί», ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου ὑπάρχει πηγὴ ἁγιάσματος ποὺ ἐπιτελοῦσε καὶ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα.

Εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ ἀξιωθῇ κάποιος νὰ λειτουργηθῇ στὸ ἱερὸ αὐτὸ προσκύνημα τῆς Παναγίας τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς καὶ μάλιστα τὴν Παρασκευή της Διακαινησίμου, ὅπου, ὅταν ἡ Πόλη ἑκατοικεῖτο ἀπὸ Ρωμηούς, ἔπρεπε νὰ περιμένη κανεὶς ἡμέρες γιὰ νὰ προσκυνήση την χάρη Της.

Αὐτὴ τὴν εὐλογία, ἀνάμεσα σὲ πολλὲς ἄλλες, εἶχε καὶ μιὰ σημαντικὴ ἀντιπροσωπεία Ναυπακτίων ποὺ ἐπισκέφθηκε τὴν Βασιλεύουσα, τὴν ἕδρα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὴν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα. Πρόκειται γιὰ τὰ μέλη τῆς Μικτῆς Χορωδίας Ναυπάκτου, ποὺ εἶχαν «ὄνειρο ζωῆς» τὸ ταξίδι αὐτό, συνδυαζόμενο μάλιστα μὲ μιὰ συναυλία ἐνώπιον τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου.

Τὸ ταξίδι εἶχε προετοιμασθῇ ἤδη ἀπὸ τὸν Νοέμβριο τοῦ περασμένου ἔτους, ὅταν, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πατριάρχου στὴν πόλη μας, ἡ Χορωδία τραγούδησε γιὰ τὸν Παναγιώτατο καὶ ὁ Πρόεδρος τῆς Χορωδίας κ. Γιῶργος Βαρελὰς εἶχε ἐκφράσει τὴν ἐπιθυμία τῶν χορωδῶν νὰ ἐπισκεφθοῦν τὴν Πόλη καὶ νὰ τραγουδήσουν ἐκεῖ πρὸς τιμὴν τοῦ Πατριάρχου καὶ πρὸς τιμήν των Ρωμηὼν τῆς Πόλεως. Καὶ ὁ Παναγιώτατος εἶχε ἀπαντήσει: «Βεβαίως! Μὲ μίαν προϋπόθεσιν• νὰ ἔλθη καὶ ὁ Σεβασμιώτατος ἅγιος Ναυπάκτου μαζί σας».

Καὶ ἡ εὐλογημένη αὐτὴ στιγμὴ τῆς ἐπισκέψεως στὴν Βασιλεύουσα ἦλθε μέσα στὴν ἀναστάσιμη ἀτμόσφαιρα τῆς Διακαινησίμου Ἑβδομάδος.

Ἡ Μικτὴ Χορωδία ταξίδευσε ὁδικῶς καὶ ἔμεινε στὴν Πόλη σχεδὸν ὅλη τὴν ἑβδομάδα. Ὁ Σεβασμιώτατος, ἀφοῦ λειτούργησε τὴν ἑορτὴ τοῦ Τροπαιοφόρου στὸν πανηγυρίζοντα Ἱερὸ Ναό της Ναυπάκτου, ταξίδευσε ἀμέσως ἀεροπορικῶς μαζὶ μὲ τὸν Νομάρχη Αἰτωλοακαρνανίας κ. Εὐθύμιο Σῶκο. Ὁ Δήμαρχος Ναυπάκτου κ. Ἀθ. Παπαθανάσης μὲ τὴν σύζυγό του ἔφθασαν τὴν ἑπομένη, προερχόμενοι ἀπὸ τὴν Εὐρώπη.

Ἔτσι, τὴν ἡμέρα τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, κατόπιν ἐπιθυμίας τοῦ Παναγιωτάτου, ὁ Σεβασμιώτατος προεξῆρχε στὴν τρισαρχιερατικὴ θεία Λειτουργία ποὺ τελέσθηκε στὸ ἱερὸ προσκύνημα τῆς Παναγίας στὸ Μπαλουκλί. Συλλειτούργησαν οἱ Ἱεράρχες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Ἰκονίου κ. Θεόληπτος καὶ ὁ Θεοφ. Ἐπίσκοπος Συνάδων κ. Διονύσιος. Συμετείχαν ἐπίσης ὁ Μ. Σύγκελλος τοῦ Πατριαρχείου π. Νεκτάριος, ὁ Ἄρχιμ. π. Καλλίνικος Γεωργάτος καὶ ἕνας ἀκόμη Ἱερεὺς ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Ἔψαλε ὁ Βυζαντινὸς Χορὸς τῆς Πολυφωνικῆς Χορωδίας Πατρῶν, ποὺ εἶχε ἐπισκεφθῇ τὴν Πόλη εἰδικὰ γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό. Ὁ Ἱερὸς Ναὸς ἦταν κατάμεστος ἀπὸ προσκυνητὲς ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν Ρουμανία καὶ ἄλλες Ὀρθόδοξες Χῶρες. Τιμητικὴ θέση προσφέρθηκε στὸν κ. Νομάρχη Αἰτωλοακαρνανίας. Ὁ Παναγιώτατος παρέστη στὴν θεία Λειτουργία συμπροσευχόμενος.

Τὸν θεῖο λόγο κήρυξε ὁ Σεβασμιώτατος, ἀναφερόμενος στὸν Ἀναστάντα Χριστό, τὴν Θεοτόκο Μαρία καὶ τὴν Νέα Σιών, τὴν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Μετὰ τὸ πέρας τῆς θείας Λειτουργίας, ὁ Σεβασμιώτατος προσεφώνησε τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, ἐκφράζοντας καὶ ἐκ μέρους τῶν μελῶν τῆς Χορωδίας καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ τόπου, τοῦ κ. Νομάρχη καὶ τοῦ κ. Δημάρχου Ναυπάκτου, τὰ αἰσθήματα χαρᾶς καὶ εὐγνωμοσύνης. Ὁ Πατριάρχης καλωσόρισε τὸν Σεβασμιώτατο, τοὺς Ναυπακτίους, τοὺς Πατρινούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς ὑπόλοιπους πολυπληθεῖς προσκυνητὲς δίνοντας τὴν πατριαρχική του εὐλογία. Στὸ τέλος ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἰερόθεος μοίρασε τὸ ἀντίδωρο καὶ ὁ Πατριάρχης μοίρασε πασχαλινὰ αὐγὰ σὲ ὅλους τοὺς προσκυνητές. (Ὅλοι οἱ λόγοι δημοσιεύονται στὸ παρὸν τεῦχος).

Μετὰ τὸ πέρας τῆς θείας Λειτουργίας, προσφέρθηκε πολίτικο κέρασμα σὲ αἴθουσα τῆς Μονῆς καὶ μέλη τῆς Χορωδίας προσέφεραν ἀναμνηστικὰ δῶρα στὸν Πατριάρχη. Ἔπειτα προσφέρθηκε ἑορταστικὸ γεῦμα στὴν μικρὴ τράπεζα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, στὴν ὁποία παρακάθισαν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, ὁ Σεβασμιώτατος, οἱ λειτουργήσαντες Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου, ὁ Σέβ. Μητροπολίτης Σασσίμων κ. Γεννάδιος στοῦ ὁποίου τὴν ἐπιστασία ὑπάγεται ἡ Ἱερὰ Μονὴ καὶ εἶχε τὴν ὑπευθυνότητα γιὰ νὰ εἶναι ὅλα –τὰ τῆς θείας Λειτουργίας καὶ τὰ τῆς φιλοξενίας– ἕτοιμα καὶ περιποιημένα ὁ Νομάρχης κ. Ἔυθ. Σῶκος, ὁ Πρόεδρος τῆς Χορωδίας, ὁ π. Καλλίνικος, παράγοντες τῆς Μονῆς καὶ τῶν Ἱδρυμάτων καὶ ὁ κατὰ σάρκα ἀδελφὸς τοῦ Πατριάρχη μὲ τὴν σύζυγό του. Στὴν τράπεζα ὁ Πατριάρχης μόλις πρόλαβε νὰ γευθῇ ἀπὸ τὸ πιάτο του καὶ ἔφυγε γιὰ τὸ Πατριαρχεῖο, ὅπου ἔπρεπε νὰ δεχθῇ ἐπισκέπτες. Κατὰ τὴν σύντομη διάρκεια τοῦ γεύματος ὁ Σεβασμιώτατος προσέφερε στὸν Πατριάρχη ἕνα πολὺ ὡραῖο μεγάλο φωτογραφικὸ ἄλμπουμ, ἀναμνηστικὸ τῆς ἐπισκέψεώς του στὴν Ναύπακτο. (Ἦταν προσφορὰ τοῦ φωτογραφείου Π. Τσούση καὶ περιεῖχε φωτογραφίες Π. Τσούση, Χρ. Πετσίνη, Ἔυθ. Σοφούλη, Ζ. Δενδραμή).

Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἰδίας λαμπρῆς ἡμέρας ἡ Μικτὴ Χορωδία παραγματοποίησε τὸ «ὄνειρό» της, νὰ δώση συναυλία πρὸς τιμὴν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη ἐνώπιον τῶν Ρωμηὼν τῆς Πόλεως. Αὐτὸ ἔγινε στὴν Αἴθουσα τοῦ Ζωγράφειου Λυκείου στὰ πλαίσια μάλιστα τοῦ ἑορτασμοῦ τῶν 115 ἐτῶν ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του.

Ὅσοι παρευρεθήκαμε στὸ Ζωγράφειο ἐκεῖνο τὸ ἀπόγευμα μποροῦμε νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι ἦταν ἴσως ἡ καλύτερη ἐμφάνιση τῆς Χορωδίας. Ὁ μαέστρος, Θεόδωρος Kabakchiev, ἔδωσε τὸν καλύτερό του ἑαυτό, το ἴδιο καὶ ἡ πιανίστας κ. Ζιζὴ Κορκοντζέλου καὶ οἱ χορωδοί, ποὺ ἦταν συγκινημένοι καὶ ὅσο περνοῦσε ἡ ὥρα μᾶλλον ξεκουράζονταν καὶ ἀνέβαινε ἡ ἀπόδοσή τους, παρὰ τὸ ἀντίθετο, καὶ ἀπέσπασαν τὸ θερμὸ χειροκρότημα τῶν ἀκροατῶν. Χαιρετισμὸ ἐκ μέρους τῆς Μικτῆς Χορωδίας ἀπηύθυνε ὁ Πρόεδρός της. Τὴν χορωδία χαιρέτησε ὁ Διευθυντὴς τοῦ Λυκείου κ. Ἰωάννης Δεμιρτζόγλου, ἐνῷ στὸ τέλος εὐλόγησε τὴν ἐκδήλωση ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ποὺ τὴν παρακολούθησε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τὸ τέλος. (Οἱ λόγοι αὐτοὶ ἐπίσης δημοσιεύονται στὸ παρὸν τεῦχος).

Στὴν ἐκδήλωση συμμετεῖχε ἐκτάκτως καὶ τὸ Βυζαντινὸ Τμῆμα τῆς Πολυφωνικῆς Χορωδίας Πατρῶν μὲ ὀλιγόλεπτη, ἀλλὰ πολὺ καλὴ παρουσία καὶ ἀπόδοση ἐκκλησιαστικῶν μελῶν. Μετὰ τὸ πέρας τῆς ἐκδηλώσεως οἱ ἐπισκέπτες ξεναγήθηκαν ἀπὸ τὸν Διευθυντὴ τοῦ Λυκείου στὸ κτίριο καὶ στὴν ἔκθεση ποὺ εἶχε ἑτοιμασθῇ καὶ τοὺς προσφέρθηκε κέρασμα.

Ὅμως οἱ εὐλογίες δὲν τελείωσαν ἐδῶ. Τὸ βράδυ ὁ Παναγιώτατος προσέφερε δεῖπνο, πρὸς τιμὴν τοῦ Μητροπολίτου μας, στὴν προσωπική του κατοικία στὸν Βόσπορο. Στὸ δεῖπνο παρακάθισαν οἱ ἐκ τῆς Ναυπάκτου, δηλαδὴ ὁ κ. Νομάρχης Αἰτωλοακαρνανίας, ὁ κ. Δήμαρχος Ναυπάκτου καὶ ἡ σύζυγός του, ὁ Πρόεδρος τῆς Χορωδίας καὶ ὁ π. Καλλίνικος Γεωργάτος. Ἐπίσης παρακάθισε ὁ Γενικὸς Πρόξενος τῆς Ἑλλάδος μετὰ τῆς συζύγου του, ὁ Χοράρχης καὶ Διευθυντὴς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου Πατρῶν κ. Ἰω. Κόττορος καὶ οἱ συνοδοὶ τοῦ Πατριάρχου. Πρὶν τὸ δεῖπνο ὁ Σεβασμιώτατος προσέφερε καὶ τὰ ὑπόλοιπα δῶρα στὸν Παναγιώτατο, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἕναν ψηφιακὸ δίσκο (DVD) ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Πατριάρχη στὴν Ναύπακτο (τὸ DVD ἦταν ἐργασία καὶ προσφορὰ τοῦ κ. Δήμ. Ἰωάννου). Δῶρα, κυρίως βιβλία ἀπὸ τὴν Αἰτωλοακαρνανία, προσέφερε ἐπίσης καὶ ὁ κ. Νομάρχης.

Ἐκεῖ, στὴν πατριαρχικὴ οἰκία, οἱ συνδαιτημόνες μπόρεσαν νὰ χαροῦν ἀπὸ κοντὰ τὴν ἁπλότητα τοῦ Πατριάρχη μέσα στὴν μεγαλωσύνη του, τὴν ἀμεσότητα μέσα στὴν ἀρχοντιά του, τὸ σύννουν μέσα στὴν ἀτμόσφαιρα τῆς φιλοξενίας• νὰ θαυμάσουν τὰ ποικίλα χαρίσματά του μέσα ἀπὸ μιὰ οἰκεία συμπεριφορὰ ποὺ σκλαβώνει τὸν φιλοξενούμενο. Ἦταν πράγματι ἕνα «ὄνειρο ζωῆς», ποὺ μᾶς γέμισε εὐλογίες. Γιὰ λίγες ἡμέρες τὰ μέλη τῆς Μικτῆς Χορωδίας, οἱ ἐκκλησιαστικὲς καὶ πολιτικὲς Ἀρχὲς τοῦ τόπου (Μητροπολίτης, Νομάρχης, Δήμαρχος) ἔκαναν αἰσθητῆ τὴν παρουσία της Ναυπάκτου στὴν Πόλη.

Α.Κ

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: Ἐπίσημη δοξολογία, ἱερὸς ναὸς Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος καὶ φίλτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφὲ κ. Ἱερώνυμε.

Σᾶς εὐχαριστοῦμεν διὰ μίαν ἀκόμη φοράν, διότι χθὲς ἐπιστρέψατε πάραυτα εἰς Ἀθήνας καὶ σήμερα ὁδεύσατε ὁδὸν μακρὰν διὰ νὰ εἴσαστε καὶ πάλιν μαζί μας. Δὲν φαντάζεσθε πόσον ἐκτιμοῦμεν τὴν ἀδελφικὴν ἀγάπην σας καὶ τὰς ἐκδηλώσεις της καὶ σᾶς εὐγνωμονοῦμεν.

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεε, Ποιμενάρχα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως ταύτης,
Ἱερώτατοι ἀδελφοί,
Ἐξοχότατοι κ. Ὑπουργοί, Βουλευταί, κ. Γενικὲ Γραμματεῦ Περιφερείας Δυτικῆς Ἑλλάδος, κ. Νομάρχα, κ. Δήμαρχε,
Εὐλαβέστατοι Πρεσβύτεροι καὶ Διάκονοι,
Εὐλογημένα καὶ προσφιλέστατα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας.

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου:  Ἐπίσημη δοξολογία, ἱερὸς ναὸς Ἁγίου Δημητρίου ΝαυπάκτουΕὐλογητὸς ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ εὐλογήσας ἡμᾶς ἐν πάσῃ εὐλογίᾳ πνευματικὴ καὶ ἀξιώνων ἡμᾶς σήμερον νὰ ἴδωμεν ἀλλήλους καὶ νὰ ἀπολαύσωμεν τῶν προσφιλῶν σας προσώπων, τοῦ τε ἀξιονομάστου Ποιμενάρχου καὶ τοῦ πεπιστευμένου εἰς αὐτὸν εὐαγοῦς Ἱεροῦ Κλήρου καὶ Χριστωνύμου της Ναυπακτίας λαοῦ.

Χαίρετε πολλά, ἀδελφοί μου, ὅπως λέγει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη. Τὴν ἀναφαίρετον χαρὰν τοῦ Χριστοῦ νὰ χαίρεσθε πάντοτε. Καὶ ἡμεῖς χαίρομεν εὑρισκόμενοι εἰς τὴν περιάκουστον Ναύπακτον, τὴν προκαθεζομένην πόλιν τῆς Αἰτωλίας, ἡ ὁποία ὄχι μόνον νῆας ἐπήγνυεν εἰς τὸ παρελθόν, κατὰ τὸ ὄνομά της, ἀλλὰ καὶ σπουδαίαν καὶ περίοπτον θέσιν ἐκκλησιαστικὴν εἶχεν, ὡς ἀρχαία ἕδρα μεγάλης Μητροπόλεως, ἡ ὁποία ἐκάλυπτεν κάποτε ὅλην τὴν Δυτικὴν Ἑλλάδα μέχρις Ἄρτης καὶ Χιμάρας, καὶ τῆς ὁποίας ἐπίσκοποι, ὅπως τὸ εἶπε ἤδη ὁ ἅγιος Ναυπάκτου, ἔλαβον μέρος εἰς Οἰκουμενικὰς καὶ ἄλλας μεγάλας τοπικὰς Συνόδους, ὡς οἱ: Καλλικράτης, Εἰρηναῖος, Μαρτύριος καὶ Ἀντώνιος, ἐνῷ ἄλλοι διεκρίθησαν ἐπὶ λογιότητι ὡς: Κων/νὸς ὁ Μανασσής, Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης καὶ Ἰωάννης Ἀπόκαυκος, ὁ ἀρχαῖος κτήτωρ τοῦ ἀρχαίου μνημειώδους ναοῦ τῆς Θεοτόκου καὶ ἄλλοι, ὡς ὁ Ἰγνάτιος ὁ Λέσβιος, ὁ μετὰ ταῦτα διαπρεπὴς Μητροπολίτης Οὐγγροβλαχίας, προσέφεραν πολυτίμους ὑπηρεσίας εἰς τὸ Γένος.

Ἠθέλαμεν νὰ καμαρώσωμεν τὴν ἱστορικὴν πόλιν τοῦ Ἀνεμογιάννη καὶ τὰ ὑψικόρυφα ὄρη της Ναυπακτίας, ὅπου ἐτίμα τὸ ὄνομά της ἡ Ρωμηοσύνη καὶ ὅπου ὁ λαὸς ἐνεφρόνησεν τὴν πρὸς τὴν Θεοτόκον εὐλάβειάν του, εἰς τὴν Καβαδιώτισσαν καὶ τὴν Ἀμπελακιώτισσαν, τὸ σεβάσμιον ἐκεῖνο Πατριαρχικὸν Σταυροπήγιον καὶ παλάτιον τῆς Ναυπακτιακῆς εὐσεβείας, ὀπόθεν ἡ τιμία δεξιὰ τοῦ Ἱερομάρτυρος ἁγίου Πολυκάρπου, Ἀρχιεπισκόπου Σμύρνης, ἐξακολουθεῖ νὰ εὐλογῇ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Μᾶς εἶχεν ἰδιαιτέρως συγκινήσει ὁ ἀνυποχώρητος ἀγὼν τοῦ πιστοῦ λαοῦ τῆς περιοχῆς πρὸς διάσωσιν τῆς Ἀμπελακιώτισσας καὶ τῆς Καβαδιώτισσας ἀπὸ τὴν δεινὴν ἀντιμοναχικὴν μανίαν τῆς Ὀθωνικῆς Ἀντιβασιλείας καὶ τοῦ Φαρμακίδου, ἥτις δὲν ἐσεβάσθη οὔτε κἂν τὴν Σταυροπηγιακὴν ἀξίαν τῆς πρώτης, καὶ χαίρομεν διότι τοὐλάχιστον ἡ Ἀμπελακιώτισσα σήμερον εὑρίσκεται ἐν λειτουργίᾳ, ὡς ἐν ἐνεργείᾳ μονή.

Ἤλθομεν, λοιπόν, σήμερον κατόπιν εὐγενοῦς προσκλήσεως τοῦ Ἱερωτάτου καὶ φιλτάτου Μητροπολίτου κ. Ἱεροθέου, τὸν ὁποῖον καὶ ἀπὸ καρδίας εὐχαριστοῦμεν. Δὲν ηὕραμεν βεβαίως τὴν μικρὰν γερόντισσα ἐκκλησιὰ τοῦ ἀφέντη Ἀη-Δημήτρη, περὶ τῆς ὁποίας ὁμιλοῦσε ὁ συμπατριώτης σας ποιητής, ἀλλὰ ναὸν Μητροπολιτικόν, μεγαλοπρεπῆ καὶ ὡραιότατον, ἀφιερωμένον εἰς τὸν Μυροβλήτην Μεγαλομάρτυρα, τὸν καὶ παιδιόθεν προστάτην ἡμῶν (ἐβαπτίσθημεν μὲ τὸ ὄνομα Δημήτριος), καθ’ ὅσον τὸ ὄνομα τοῦτο καὶ ἡ χάρις τοῦ ἁγίου μᾶς συνοδεύει καθ’ ὅλην μας τὴν ζωήν, καὶ εἰς τὸν ὁποῖον νέον ναὸν τοῦ Θεοῦ τὸ μεγαλεῖον τὸ αἰσθανόμερα τρανό.

Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν!

Ἐλθόντες κομίζομεν πρὸς ὑμᾶς ὀλόθυμον τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν ἀγάπην τοῦ Ἀποστολικοῦ καὶ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου της Βασιλευούσης, ἐγκάρδιον τὴν στοργὴν καὶ τὴν εὐχὴν τῆς κοινῆς ἡμῶν πνευματικῆς Μητρός, Ἁγιωτάτης Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἐκκλησίας πρὸς ὅλους. Πρὸς τὸν Μητροπολίτην, τὸν λόγιον καὶ θεολογικώτατον νοῦν, κ. Ἰερόθεον, τὸν ὁποῖον καὶ ἐπαξίως ἀνηγόρευσεν προσφάτως ἡ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν εἰς Ἐπίτιμον Διδάκτορα τῆς Θεολογίας, πρᾶγμα διὰ τὸ ὁποῖον καὶ δραττόμεθα τῆς εὐκαιρίας νὰ τὸν συγχαρῶμεν δημοσίως. Ὁμοίως καὶ πρὸς τὸν θεοφιλῆ Ἱερὸν Κλῆρον, τοὺς πιστοὺς Ἄρχοντας, τοὺς Μοναχοὺς καὶ τὰς Μοναχὰς καὶ τὸν φιλόχριστον λαόν.

Εὐχαριστοῦμεν καὶ πάλιν ἀπὸ καρδίας τὸν Ἱερώτατον Ποιμενάρχην τῆς Μητροπόλεως ταύτης διά τε τὴν ἐγκάρδιον ὑποδοχήν, διὰ τοὺς ἀγαθοὺς λόγους τῆς ἀγάπης του καὶ διὰ τὸν φιλόστοργον κουφισμόν, τὸν ὁποῖον παρέχει εἰς ἡμᾶς, εἰς τὴν ἄρσιν τοῦ σταυροῦ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας. Σᾶς εὐχαριστοῦμεν, ἅγιε ἀδελφέ, καὶ διὰ τὰ πολλὰ καὶ ὄμορφα δῶρα σας.

Εὐχαριστοῦμεν ἐπίσης τὸν ἐξοχώτατον Νομάρχην Αἰτωλοακαρνανίας κ. Εὐθύμιον Σῶκον διὰ τοὺς καλοὺς καὶ πλήρεις εὐλαβείας λόγους του καὶ τὸν συγχαίρομεν διὰ τὴν εὐαισθησίαν του σχετικὰ μὲ τὸ ζοφοὺν οἰκολογικὸν πρόβλημα. Μὲ τὴν εὐχήν μας, κ. Νομάρχα, νὰ προοδεύετε πάντα εἰς ἔργα συντελεστικὰ εἰς τὴν διαφύλαξιν τοῦ περιβάλλοντος καὶ εἰς πρωτοβουλίας ἀφυπνιστικὰς τῆς οἰκολογικῆς συνειδήσεως τῶν πολιτῶν. Σᾶς εὐχαριστοῦμεν ὅλως ἰδιαιτέρως καὶ διὰ τὴν πολύτιμον ποιμαντορικὴν ράβδον, τὴν ὁποίαν μᾶς ἐχαρίσατε, ἐπὶ τῆς ὁποίας στηριζόμενοι θὰ συνεχίσωμεν ὅση ἡμῖν δύναμις νὰ διαποιμαίνοωμεν τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐκπληρῶμεν τὴν οἰκουμενικὴν ἀποστολὴν τοῦ πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.

Εὐλογοῦντες πάντας μετὰ πολλῆς ἀγάπης σας ἀφήνομεν μὲ τὴν προτροπήν: Ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν, πορεύεσθε εἰς πάσας τα ὁδοὺς Αὐτοῦ, φυλάσσετε τὰς ἐντολάς Του καὶ μείνατε προσκεκολλημένοι πάντοτε εἰς Αὐτόν, εἰς τὴν Ἐκκλησίαν Του καὶ εἰς τὰς ἁγίας μας Παραδόσεις. Ἀμήν.

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: Ἐπίσημο γεῦμα στὴν Ναύπακτο

(Ἀπομαγνητοφωνημένος)

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου:  Κατὰ τὸ ἐπίσημο γεῦμα στὴν Ναύπακτο

Θέλω νὰ ἀρχίσω μὲ κάτι τὸ ὁποῖο ξέχασα νὰ πῶ στὴν Ἐκκλησία, μοῦ διέφυγε. Καὶ αὐτὸ εἶναι νὰ χαιρετήσω τὴν παρουσία μαζί μας, ὡς μέλους τῆς συνοδείας μου, ἑνὸς Ναυπακτίου Ἱεράρχου. Εἶναι ὁ καινούργιος Μητροπολίτης μας στὴν Ἱσπανία καὶ στὴν Πορτογαλλία, κ. Πολύκαρπος, ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπὸ τὴν πόλιν σας, τὸν ὁποῖον γνωρίζω ἀπὸ φοιτητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τὸν ὁποῖον ἐχειροτόνησα καὶ εἰσήγαγα εἰς τὰς τάξεις τοῦ ἱεροῦ Κλήρου. Παρηκολούθησα τὴν ἐκκλησιαστικήν του πορείαν ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν εἰς τὴν Ἰταλίαν καὶ ὅταν ἦτο φοιτητής, καὶ ἀργότερα ἐφημέριος καὶ Πρωτοσύγγελος Ἱερὰς Μητροπόλεως Ἰταλίας. Καὶ ὅταν ἐπέστη ἡ στιγμή, ἡ Σύνοδός μας, μὲ τὴ δική μου πρόταση, τὸν προήγαγε εἰς Μητροπολίτην, εἰς δεύτερον κατὰ σειράν, Μητροπολίτην τῆς νεοσυστάτου Μητροπόλεως Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλλίας, ὅπου ἐργάζεται μὲ τὸν δυναμισμὸν τῆς ἡλικίας του, μὲ τὴν ἀγάπην ποὺ ἔχει διὰ τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ ἰδιαιτέρως διὰ τὸ Πατριαρχεῖον μας. Καὶ συγχαίρω τὸν ἴδιον διὰ τὸ ἔργον, τὸ ὁποῖον ἐπιτελεῖ, ἀλλὰ συγχαίρω καὶ τὴν Ναύπακτον ἀπὸ τὰ σπλάγχνα καὶ ἀπὸ τοὺς κόλπους τῆς ὁποίας προῆλθεν ὁ νέος Ἱεράρχης. Ἄξιος!

Τὰ ἄλλα μέλη τῆς συνοδείας μου εἶναι: ὁ Μητροπολίτης Μύρων κ. Χρυσόστομος ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν, ἕνας λόγιος Ἱεράρχης, ὁ ὁποῖος ἔχει κάνει σπουδὲς εἰς τὸ ἐξωτερικόν, ὁ ὁποῖος ἔχει γράψει πολλὰ βιβλία. Διότι κάθε μέρα ἀπὸ τὸ πρωΐ ὡς τὸ βράδυ, ἐργάζεται εἰς τὸ Ἀρχειοφυλάκιον τοῦ Πατριαρχείου μας, ποὺ εἶναι ἕνα πραγματικὸν χρυσωρυχεῖον καὶ μαζεύει ὑλικό, σὰν τὴν μέλισσαν ποὺ μαζεύει τὴν γῦριν ἀπὸ τὰ λουλούδια, καὶ κάνει ὡραῖα ἐπιστημονικά, ἱστορικὰ κυρίως, συγγράμματα. Ἐπιπλέον δὲ κάθε χρόνο πηγαίνει στὰ Μύρα της Λυκίας, τῶν ὁποίων εἶναι ὁ Ποιμενάρχης, καὶ μὲ εἰδικὴ ἄδεια τῶν τοπικῶν ἀρχῶν, λειτουργεῖ καὶ τιμᾶ τὴν μνήμην τοῦ ἁγίου προκατόχου του, ἁγίου Νικολάου. Εἶναι διάδοχος τοῦ ἁγίου Νικολάου.

Καὶ ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Χόγκ-Κογκ κ. Νεκτάριος, ἀκόμη νεώτερος τοῦ ἁγίου Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλλίας, ἀκόμη δὲν συμπλήρωσε χρόνον ὡς Μητροπολίτης. Ὑπηρετοῦσε μέχρι πρό τινος εἰς τὴν Μητρόπολιν Σάμου καὶ Ἰκαρίας, τῆς ὁποίας Μητροπόλεως ὁ Ποιμενάρχης, ὁ ἀδελφὸς Εὐσέβιος, μᾶς τὸν ἐξεχώρησε λόγῳ τῶν ὑπαρχουσῶν ἀναγκῶν. Τὸν χειροτονήσαμεν εἰς Ἐπίσκοπον καὶ τὸν στείλαμε νὰ κάνη Ἱεραποστολικὸν ἔργον στὶς χῶρες τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφόν του, τὸν κατὰ σάρκα, τὸν π. Κωνσταντῖνον, ὁ ὁποῖος εἶναι Πρωτοσύγγελός του. Καὶ τὰ δύο ἀδέλφια ἐργάζονται ἱεραποστολικῶς μὲ πολλὲς δυσκολίες, μὲ πολλὲς στερήσεις. Ἐὰν ὑπάρχουν μεταξύ σας πρόσωπα ἡ θεσμοὶ ἡ Ὀργανισμοὶ ποὺ θὰ εἶχαν τὴν διάθεσιν νὰ βοηθήσουν ὑλικῶς τὸ ἱεραποστολικὸν ἔργον τῆς Ἐκκλησίας, τοὺς παρακαλῶ νὰ ἔχουν ὑπ’ ὄψιν τους πάντοτε καὶ τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Χόγκ-Κογκ.

Καὶ τὰ ἄλλα μέλη τῆς συνοδείας μου εἶναι: ὁ Μέγας Ἀρχιμανδρίτης, ὁ Μέγας Ἀρχιδιάκονος καὶ ὁ Τριτεύων. Οἱ δύο εἶναι ἀπὸ τὴν Πάτρα καὶ ὁ Μέγας Ἀρχιμανδρίτης, ὁ π. Ἀθηναγόρας, εἶναι ἀπὸ τὴν Μητρόπολιν Θηβῶν καὶ Λεβαδείας. Μᾶς τὸν ἔδωσεν ὁ Μακαριώτατος, ὅταν ἦταν Θηβῶν καὶ Λεβαδείας. Καὶ εἴμεθα εὐγνώμονες διότι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐξυπηρετεῖ καὶ τὶς εἰς κληρικὸν δυναμικὸν ἀνάγκες τοῦ Πατριαρχείου μας, ἐπειδὴ ὑπάρχει ἡ γνωστὴ λειψανδρία εἰς τὴν Πόλιν μετὰ τὴν συρρίκνωσιν τῆς Ὁμογενείας, διὰ τοὺς γνωστοὺς πολιτικοὺς λόγους καὶ πολιτικὲς συγκυρίες. Ἀφοῦ εἶπα ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ διαβάσω τὸ κείμενο ποὺ ἔχω γράψει. Τὸ κείμενο λέει ὅτι σᾶς ἀγαπῶ, θὰ σᾶς θυμοῦμαι, ὅτι εὐχαριστοῦμε τὸν κ. Δήμαρχο, ποὺ μᾶς παραθέτει αὐτὸ τὸ γεῦμα καὶ κλπ κλπ, τὰ ὁποῖα μπορεῖτε νὰ φαντασθῆτε.

Καλὴ ὄρεξη!

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: Ὑποδοχή, πλατεία Λιμένος Ναυπάκτου

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος,
πολυφίλητε ἐν Χριστῷ ἀδελφὲ καὶ συλλειτουργέ, κύριε Ἱερώνυμε,
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου, κύριε Ἰερόθεε, Ποιμενάρχα τῆς θεοσώστου ταύτης ἐπαρχίας,
καὶ λοιποὶ Ἱερώτατοι ἐν Χριστῷ ἀδελφοί
Ἐξοχώτατοι κ. ὑπουργοί, ἐντιμότατε κ. Δήμαρχε Ναυπάκτου, ἐντιμότατε κ. Νομάρχα, καὶ λοιποὶ ἐκπρόσωποι τῶν ἀρχῶν, κ. Βουλευταί,
Εὐλογημένε λαέ της Ναυπάκτου.

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου:  Κατὰ τὴν ὑποδοχή του στὴν πλατεία Λιμένος Ναυπάκτου

Δὲν εἶναι συνήθης ἡ χαρὰ καὶ ἡ συγκίνησις τὴν ὁποίαν αἰσθανόμεθα εὑρισκόμενοι εἰς τὴν ἱστορικὴν καὶ ὡραίαν πόλιν σας, τὴν Καστροπολιτείαν της Ὀζολέας Λοκρίδος, τὸ καμάρι της εὐάνδρου Ρούμελης, τὸν τόπο ὅπου ἡ ἱστορία γεφυρώνεται μὲ τὸν πολιτισμόν. Ἤλθομεν εἰς τὴν Ναύπακτον τοῦ Ἀριστοδήμου καὶ τοῦ Ἀγελάου, δηλαδή την Ναύπακτον τῆς ἑνότητος, τῆς ὁμοφροσύνης καὶ τῆς εἰρήνης τῶν Ἑλλήνων. Εἰς την Ναύπακτον τοῦ Χωνιάτου, τοῦ Μανασσῆ καὶ τοῦ Ἀποκαύκου, δηλαδὴ τὴν Ναύπακτον τῶν γραμμάτων καὶ τῆς βαθείας εὐσεβείας τοῦ Γένους μας. Ἤλθομεν διότι σᾶς ἀγαπῶμεν, διότι εἶστε λαὸς θεοσεβὴς καὶ φιλογενής, διότι πολλὰς ὡραίας σελίδας ἔχει ἐγγράψει ἡ πόλις σας εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους. Σᾶς φέρομεν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν τὴν μητρικὴν στοργήν, τὴν ὀλόθυμον εὐχὴν καὶ τὴν ἐγκάρδιον εὐλογίαν τῆς ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας εἰς τὸ παρελθόν, ἀπὸ τὸ 731 μέχρι τοῦ 1850, ἤτοι διὰ περισσότερον ἀπὸ 1100 χρόνια ὑπήρξατε διακεκριμένα τέκνα.

Τὸ ἱστορικὸν μοναστήρι της Ἀμπελακιώτισσας, τὸ ὁποῖον ἦτο Πατριαρχικὸν Σταυροπήγιον, ὑπενθυμίζει τὸ στοργικὸν ἐνδιαφέρον, τὸ ὁποῖον τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἐδείκνυε εἰς τὸ τόπον σας. Τώρα πλεὸν εἶστε τέκνα τῆς ἁγιωτάτης Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τοῦτο ὅμως οὐδόλως ἐμείωσε τὴν πρὸς ὑμᾶς ἀγάπην της Βασιλευούσης. Εἶστε πάντοτε εἰς τὰς καρδίας μας καὶ εἰς τὰς προσευχάς μας. Ἡ χαρά σας εἶναι χαρά μας, ἡ πρόοδός σας εἶναι καύχημά μας, τὰ κατὰ καιροὺς προβλήματα καὶ αἱ θλίψεις σᾶς διατρυποῦν τὴν καρδίαν μας.

Εὑρίσκεσθε εἰς κομβικὸν γαιοπολιτικὸν σημεῖον. Εἶστε γέφυρα ἑνώνουσα τὸν κεντρικὸν κορμὸν τῆς χώρας μὲ τὸν Μοριᾶν, τὴν Δυτικὴν Ἑλλάδα μὲ τὴν ὑπόλοιπον Ἑλλάδα. Ἡ μεγαλοπρεπὴς γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου , τὴν ὁποίαν μόλις διασχίσαμεν, ἡ φέρουσα τὸ ὄνομα τοῦ μεγάλου Χαριλάου Τρικούπη, τρανῶς διακηρύσσει αὐτὴν τὴν ἀλήθειαν. Εἰς παλαιᾶς ἐποχὰς ὅσοι εἶχον τὴν Ναύπακτον ἤλεγχον τὴν ὅλην περιοχήν, διὰ τοῦτο καὶ ἦτο διαρκῶς ἐπιθυμητὴ ὑπὸ πολλῶν. Εἰς τοῦτο ἀκριβῶς ὀφείλεται καὶ ἡ ὀχύρωσις τῆς πόλεως μὲ τὸ μεγαλοπρεπὲς φρούριον πρὸς προστασίαν.

Ἀλλὰ σεῖς δὲν ἔχετε ἀνάγκην τειχῶν καὶ λίθων πρὸς προστασίαν. Ἔχετε τὴν Θεομητορικὴν προστασίαν ἀπὸ τὸ ὕψος της Ἀμπελακιώτισσας καὶ τῆς Καβαδιώτισσας. Ἔχετε τὴν εὐλογοῦσαν δεξιὰν τοῦ πολλὴν πρὸς τὸν Θεὸν παρρησίαν ἔχοντος ἁγίου Ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου, Ἐπισκόπου Σμύρνης, ἡ ὁποία καθημερινῶς ὑψώνεται ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τῶν Δυνάμεων ὑπὲρ ὑμῶν καὶ τῆς πόλεώς σας. Ἔχετε ἀκόμη τὸν ἰσαπόστολον Ἱερομάρτυρα Κοσμᾶν τὸν Αἰτωλόν, ὁ ὁποῖος διαρκῶς πρεσβεύει ὑπὲρ ὑμῶν. Καὶ πολλοὺς ἄλλους οὐρανίους προστάτας ἔχετε. Εὐχόμεθα ὁ μετ’ ἐκείνων σύνδεσμός σας νὰ εἶναι ἀδιάκοπος καὶ αἱ εὐχαί των νὰ λειαίνουν τὴν ὁδὸν τῆς κατὰ Θεὸν πορείας σας.

Ἄλλωστε θρησκευτικῶς ἔχετε τὸ προνόμιον νὰ εὑρίσκεσθε ὑπὸ τὴν πνευματικὴν καθοδήγησιν πολυταλάντου, φωτισμένου καὶ κατὰ πάντα διαπρεποῦς Ἱεράρχου, τοῦ ἀδελφοῦ Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος καθημερινῶς δαπανᾶται ὡς φιλόστοργος πατὴρ ὑπὲρ ὑμῶν μὲ περίσσειαν ὑγιαίνοντος θεολογικοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ ἔργων εὐαγγελικῶν καὶ φιλανθρώπων, καὶ ὁ ὁποῖος ἀνέκαθεν ἀξιεπαίνως διεκρίθη διὰ τὴν ἀγάπην καὶ στοργικὴν ἀφοσίωσίν του πρὸς τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει Μητέραν Ἐκκλησίαν ἐκφραζομένην δι’ ἔργων καὶ λόγων καὶ σοφῶν συγγραφῶν.

Εὐχαριστοῦμεν ἀπὸ καρδίας, κ. Δήμαρχε, διὰ τὴν θερμότητα τῆς ὑποδοχῆς, διὰ τοὺς καλοὺς λόγους τῆς ἀγάπης σας καὶ διὰ τὰς τιμὰς, τὰς ὁποίας μετὰ τοῦ περὶ ὑμᾶς ἐντίμου Δημοτικοῦ Συμβουλίου ἐπεφυλάξατε εἰς τὴν Μετριότητα ἡμῶν κατὰ τὴν ἐπίσημον αὐτὴν ὑποδοχήν μας. Τὰ κρατοῦμεν ὅλα ὡς τιμαλφεῖς ἀναμνήσεις εἰς τὸ ταμεῖον τῆς καρδίας μας. Νὰ εἶστε βέβαιος, κ. Δήμαρχε, ὅτι σεῖς καὶ ἡ εὐλογημένη πόλις σας θὰ ἔχετε πάντοτε ξεχωριστὴν θέσιν εἰς τὰς ταπεινὰς πατριαρχικὰς προσευχάς μας.

Εὐλογία Κυρίου, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα προσφιλέστατα, ἔλθοι πρὸς ὑμᾶς. Εἰρήνην καὶ χαρὰν νὰ ἔχετε καὶ νὰ εὐοδοῦσθε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν φιλογενὲς καὶ θεάρεστον.

Καλῶς σᾶς βρήκαμεν.

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: Γέφυρα «Χαρίλαος Τρικούπης»

(ἀπομαγνητοφωνημένος)

Κύριε πρόεδρε, εὐχαριστοῦμε γιὰ τὸν καλωσορισμὸ εἰς τὴν Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, τὴν ὁποία γιὰ πρώτη φορὰ πέρασα σήμερα ἐρχόμενος πρὸς τὴν Ναύπακτο καὶ ἐθαύμασα τὸ ἔργον ἀπὸ κοντά. Εἶχα δεῖ στὴν τηλεόραση τὰ ἐγκαίνιά του, εἶχα διαβάσει διάφορα δημοσιεύματα γιὰ τὴν κατασκευή, γιὰ τὴν ποιότητα, γιὰ τὸν σεβασμὸ τοῦ ἔργου πρὸς τὸ περιβάλλον καὶ γιὰ ὅλα αὐτὰ δὲν μπορῶ παρὰ νὰ συγχαρῶ ἐσᾶς καὶ τοὺς συνεργάτες σας καὶ νὰ εὐχηθῶ γιὰ τὴν στερεότητα, γιὰ τὴν ὁποία δὲν ἀμφιβάλλω, διότι ἔγινε μὲ ὅλες τὶς ἐπιστημονικὲς προδιαγραφές.

Λόγος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου:  Στὰ γραφεῖα τῆς Γέφυρας «Χαρίλαος Τρικούπης»

Αὐτὸ ὅμως ποὺ θέλω νὰ τονίσω εἶναι ὁ συμβολισμὸς τῆς Γέφυρας Ρίου- Ἀντιρρίου, ποὺ ἑνώνει τὶς δύο πλευρὲς τοῦ Πατραϊκοῦ καὶ τοῦ Κορινθιακοῦ, δύο ἐξαιρετικὰ σημαντικῶν ἐκ περιβαλλοντικῆς ἀπόψεως κόλπων, ἀποτελῶντας παράλληλα σύμβολο ἑνότητος. Ἐπεκτείνω καὶ διευρύνω τὴν σημασία τοῦ συμβολισμοῦ λέγοντας ὅτι κάθε γέφυρα ἑνώνει δύο κόσμους, δύο ἀκτές, δύο πλευρές. Ἔχουμε σήμερα περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη φορὰ ἀνάγκη γεφυρῶν, καὶ ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν, οἱ ὁποῖες θὰ γεφυρώνουν χάσματα ἰδεολογίας, προκαταλήψεων, δυσαρέστων ἱστορικῶν συμβάντων καὶ θὰ λειτουργοῦν ὡς σύνδεσμος φιλίας, ἀγάπης, δημιουργικῆς συνεργασίας τῶν κόσμων καὶ τῶν πλευρῶν ποὺ ἑνώνει κάθε γέφυρα.

Τονίζω σὲ κάθε ὁμιλία μου ὅτι σήμερα ἔχουμε ἀνάγκη κάθε εὐκαιρίας γιὰ συνεργασία τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν, διότι ὁ κόσμος ταλαιπωρεῖται ὄχι μόνον μὲ τὴν πρόσφατον παγκόσμια οἰκονομικὴ κρίση, ἀλλὰ καὶ μὲ πολλὰ προβλήματα κυρίως ἠθικῆς καὶ φυσικῆς τάξεως, διότι ὁ ἄνθρωπος σήμερα ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ὡς μὴ ὤφειλε. Ὅλα αὐτὰ δημιουργοῦν κονωνικὰ προβλήματα, κοινωνικὲς ἀταξίες καὶ ἀκαταστασίες, γι’ αὐτὸ χρειαζόμαστε τὸ πλησίασμα τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν λαῶν καὶ τὴν δημιουργικὴ συνεργασία τους. Μέσα εἰς αὐτὰ τὰ πλαίσια εἶναι ποὺ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο διεξάγει διαλόγους καὶ μεταξὺ τῶν διηρημένων Χριστιανῶν καὶ μεταξὺ τῶν πιστῶν τῶν διαφόρων μονοθεϊστικῶν θρησκευμάτων, ἀλλὰ καὶ εὐνοεῖ τὸν διάλογο μεταξὺ ἀνθρώπου καὶ περιβάλλοντος.

Ὅλες αὐτὲς τὶς ἀξίες τὶς διακονεῖ τὸ Πατριαρχεῖο μας μὲ σκοπὸ νὰ φέρη πλησιέστερα τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς λαοὺς πρὸς ἀλλήλους, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸ Περιβάλλον. Αὐτὸ τὸ πλησίασμα μπορεῖ νὰ γίνη μόνο μὲ τὸν διάλογο. Ὄχι μὲ τὰ ὅπλα, ὄχι μὲ τὴν βία, ἀλλὰ μὲ τὸ νὰ καθόμαστε ἐμεῖς τὰ λογικὰ ὄντα, ποὺ ἐδημιούργησε ὁ Θεός, γύρω ἀπὸ τὸ ἴδιο τραπέζι καὶ νὰ συζητοῦμε σὰν πολιτισμένοι ἄνθρωποι ἕως ὅτου βροῦμε λύση εἰς τὸ κοινὸν πρόβλημα ποὺ ἀπασχολεῖ καὶ τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ. Ὁ διάλογος ὡς λέξις εἶναι ἑλληνική. Λένε οἱ φίλοι μας οἱ Γάλλοι «ντιαλόγκ», λένε οἱ Ἰταλοὶ «ντιάλογκο», λένε οἱ ἀγγλόφωνοι «ντάϊαλογκ», ἀλλὰ ἡ λέξις εἶναι ἑλληνικὴ καὶ ἑπομένως ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πρέπει νὰ δίνουμε τὸ καλὸ παράδειγμα τοῦ διαλόγου, γιὰ νὰ λύνουμε τὰ ἑκάστοτε ἀναφυόμενα προβλήματα. Καὶ ἡ γέφυρα εἶναι ἕνα εἶδος «διαλόγου», ἀφοῦ φέρνει κοντὰ δύο κόσμους καὶ τοὺς ἑνώνει καὶ τοὺς ὁδηγεῖ στὸν πραγματικὸ διάλογο, κάνοντας τὰ προβλήματα νὰ ἐπιλύονται μὲ περισσοτέραν ἀλληλογνωριμίαν, μὲ ἀμοιβαία κατανόηση, μὲ καλὴ διάθεση καὶ θέληση. Ἔτσι θὰ βασιλεύη ἡ εἰρήνη ἀντὶ τῶν ἁψιμαχιῶν καὶ τῶν ἀντιπαραθέσεων, ποὺ ἔχουν προκαλέσει τόσα δεινὰ εἰς τὴν ἀνθρωπότητα.

Εὔχομαι νὰ ὑπηρετῆτε μὲ τὸν ἴδιο ζῆλο καὶ μὲ τὴν ἴδια πιστότητα καὶ ἐσεῖς καὶ οἱ συνάδελφοί σας αὐτὰ τὰ ἰδεώδη τοῦ διαλόγου, τῆς συμφιλιώσεως, τῆς δημιουργικῆς συνεργασίας, μὴ παραλείποντας τὴν προστασίαν τοῦ Περιβάλλοντος. Ὅπως φαίνεται ἐδῶ Γάλλοι, Ἕλληνες, καὶ εἰ τις ἄλλος, μὲ καλὴ συνεργασία ἐπετέλεσαν ἀπὸ κοινοῦ αὐτὸ τὸ σπουδαῖο Ἔργο, ποὺ λέγεται Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, ἡ ὁποία-πέραν τῆς χρησιμότητός της- εἶναι ἕνα κομψοτέχνημα καὶ σᾶς συγχαίρω ὅλους, ὅπως συγχαίρω τὴν Ἑλληνικὴ Κυβέρνηση, τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, τὴν Ἑλληνικὴ Πολιτεία, ποὺ ἔκανε αὐτὸ τὸ θαυμάσιο Ἔργο, γιὰ νὰ ἔχετε ἐσεῖς ὅλοι οἱ διακονοῦντες ἐδῶ ὅλα τὰ καλὰ τοῦ Θεοῦ.

Σᾶς εὐχαριστῶ γιὰ τὴν πρόσκληση καὶ γιὰ τὴν ἐγκαρδιότητα τῆς ὑποδοχῆς σας.

Μητροπολίτου Ἐσθονίας κ. Στεφάνου: Νέα – ὄχι δεύτερη – Ρώμη

Μητροπολίτου Ταλλίνης καὶ πάσης Ἐσθονίας κ. Στεφάνου

(δημοσιεύθηκε στo περιοδικὸ "Ἐκκλησία & Διπλωματία", "CHURCH & DIPLOMACY" τ. 2).

Ὑπάρχει ἕνα ἄφατο καὶ ἄρρητο μυστήριο ποὺ ἐκτυλίσσεται μέσα στὰ μυστικὰ ρειθρα τῆς Ἱστορίας καὶ ποὺ ὀνομάζεται Κωνσταντινούπολη, ἡ Νέα Ρώμη, ἡ ἄλλη Ρώμη. Ἀγκαλιάζει τοὺς αἰῶνες ἀλλὰ καὶ τὶς Ἐκκλησίες ποὺ ἀνέδειξε. Γι' αὐτὸ καὶ ὑπῆρξε μία γόνιμη καὶ πληθωρικὴ μητέρα Ἐκκλησιῶν. Ἡ αὐθεντία της θεμελιώθηκε καὶ ἐπιβεβαιώθηκε ἀπὸ ἐκείνη τῶν κανόνων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων (κανόνες 3 τῆς Β' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, 28 τῆς Δ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ 36 τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου της ἐν Τρούλλῳ).

Νέα – όχι δεύτερη – Ρώμη

Καὶ αὐτὴ ἡ Νέα Ρώμη βρέθηκε πάντοτε στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν ἀγώνων γιὰ τὴν διάσωση τῆς ἀλήθειας ἐναντίον τῶν αἱρέσεων. Αὐτὴ κράτησε καὶ διατήρησε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τὴν ἀληθινὴ Πίστη καὶ τὴν κρατᾶ στὶς μέρες μας στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας ὅπου γῆς, αὐτὴ ἡ διαφυλάσσουσα τὴν Ἀλήθεια καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη.

Μία Νέα Ρώμη καὶ ὄχι μία δευτέρα Ρώμη!... Ὁ χρόνος τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει κατ' εἰκόνα τοῦ χρόνου τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ὅπου κάθε αἰῶνας ποὺ περιδιαβαίνει χαρακτηρίζεται ἀπὸ σχετικότητα καὶ χρονικότητα, ἀκριβῶς γιατί εἶναι ἀλλοιωμένος ἀπὸ τὴν ἀδυσώπητη πραγματικότητα τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου.

Λόγια ὅπως π.χ. αὐτὰ τῆς ἐπικείμενης ἀνάδειξης τῆς Τρίτης Ρώμης — ἡ ὁποία σὲ αὐτὴν τὴν λογικὴ δὲν θὰ ἀπέκλειε μία τέταρτη ἡ μία πέμπτη Ρώμη, κ.ὀ.κ.. εἶναι λόγια προορισμένα γιὰ νὰ ἱκανοποιήσουν ἀποκλειστικὰ φιλοδοξίες ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι παντελῶς ξένες πρὸς τὴν χριστιανικὴ ἀποκάλυψη ἡ ὁποία συνιστᾶ οὐσιαστικὰ μία ἀποκάλυψη τῆς ἐσχατιᾶς αὐτοῦ τοῦ κόσμου καὶ τὸν ἐρχομὸ τῆς Βασιλείας τῶν ἐσχάτων.

Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ Παλαιὰ Ρώμη, παρὰ τὸ πληθωρικὰ ἐκχυθὲν αἷμα τῶν μαρτύρων της καὶ τὴν σημαντικὴ συμβολή της γιὰ τὴν εὐστάθεια καὶ τὸν στηριγμὸ τοῦ Χριστιανισμοῦ, βρέθηκε μία μέρα ἀπὸ δική της πράξη ἐκτὸς τοῦ ἐκκλησιολογικοῦ χώρου τῶν ὀρθοδόξως διαγόντων Ἐκκλησιῶν, καὶ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε νὰ εἶναι γιὰ αὐτοὺς ἡ Νέα Ρώμη.

Αὐτὸ λέει πολὺ καλὰ αὐτὸ ποὺ θέλει νὰ πῇ. Οὔτε τὸ ἐπιχείρημα τῆς νεωτερικότητας, οὔτε αὐτὸ τῆς πλειονότητας, οὔτε αὐτὸ τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς, οὔτε αὐτὸ τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ, οὔτε ὁποιοδήποτε ἄλλο, πυροδοτούμενο ἀπὸ τὶς ἐντάσεις ποὺ ἐγείρει αὐτὸς ὁ κόσμος, δὲν μποροῦν νὰ ἐνταχθοῦν συσχηματικὰ στὴν ζωὴ καὶ στὶς ὑποθέσεις τῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, διότι ὁ "Χριστὸς εἶναι ὁ ἴδιος, χθὲς καὶ σήμερα καὶ ὁ αὐτὸς καὶ στοὺς αἰῶνες" (Ἔβρ. 13, 8), διότι ἐντὸς αὐτοῦ τοῦ Σώματος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ ἐπιτελεῖ ὅλα σὲ ὅλους καὶ τὸ ἴδιο καὶ τὸ μοναδικὸ πνεῦμα ποὺ διαμοιράζει τὰ ἴδια χαρίσματα στὸν καθένα (Α' Κόρ. 12, 4 καὶ 11), γιατί τίποτα δὲν χωρίζει οὔτε διακρίνει τὴν Ἐκκλησία τῶν πρώτων αἰώνων ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν παρόντων χρόνων: ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι ἡ κεφαλὴ εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος, ὅπως μᾶς τὸ τονίζει μὲ ἔμφαση καὶ χωρὶς καμιὰ ἀμφιβολία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἐπίσης, οἱ ἱεροὶ κανόνες, ποὺ ἀποκρυσταλλώνουν καὶ ὁρίζουν τὴν θέση καὶ τὸν ρόλο τῆς Κωνσταντινουπόλεως στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὑπάρχουν ἀκριβῶς ἐδῶ ὄχι γιὰ νὰ τροποποιηθοῦν σύμφωνα μὲ τὶς ἀπαιτήσεις τῶν ἐποχῶν καὶ τὰ συμφέροντα τῆς στιγμῆς, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀντανακλοῦν τὴν ἀδιάκοπη συνέχεια τῆς διηνεκοῦς ἐκκλησιαστικῆς Παραδόσεως κατὰ τὸ ἀρχέτυπο αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τριαδικοῦ μυστηρίου, ὥστε νὰ ἐκπληρωθῇ, στὴν μοναδικὴ Ἀλήθεια, τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς μᾶς ἐν Χριστῷ.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ἐκτὸς καὶ ἐὰν ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐκπέση ἀπὸ αὐτὸν τὸν λόγο τῆς Ἀληθείας, οὐδὲν ἐπιχείρημα δὲν ἐπιτρέπει σὲ κάποια ἄλλη Ὀρθόδοξη κατὰ τόπον Ἐκκλησία νὰ διεκδικήση τὴν πρωτεύουσα θέση καὶ νὰ ἀντιποιηθῇ ὑποχρεώσεις, δικαιώματα, τιμὲς ποὺ τῆς ἔχουν ἐκκλησιολογικὰ ἀποδοθῇ. Κάθε φορὰ ποὺ θὰ ἰσχύη κάτι διαφορετικό, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὀφείλει νὰ διατηρῇ τὴν τάξη καὶ τὸν ρόλο του στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ νὰ προΐσταται τῆς κοινωνίας τῶν Ἐκκλησιῶν μὲ τὴν ἰδιότητά του ὡς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης.

Εἶναι σημαντικὸ ἀκόμα ἐδῶ νὰ τονισθῇ ὅτι ἡ Κανονικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας δὲν προσφέρει καμμιὰ ἄλλη ἐναλλαγὴ παρὰ αὐτὴν τῆς ἀκριβείας σὲ θέματα ἐκκλησιολογίας, ἔστω καὶ ἐὰν αὐτὴ σήμερα διασπαθίζεται ἀσταμάτητα, καὶ γι' αὐτὸ ἐπαφίεται στὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ διαφυλάσσοντα αὐτὴν τὴν ἀκρίβεια, νὰ τὴν προστατέψη καὶ νὰ ἐπαγρυπνῇ γιὰ τὴν ἀκριβὴ φύλαξή της.

«Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι ὁ "πρῶτος μεταξὺ ἴσων" μόνον γιὰ τὸ σύνολο τῶν ἐπισκόπων ποὺ ἀνήκει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, δὲν ἀσκεῖ μία διοικητικὴ ἐξουσία, ὅπως εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Δύσεως. Ἡ δραστηριότητα τοῦ συνίσταται πάνω ἀπὸ ὅλα στὸ νὰ συντονίζη καὶ νὰ διατρανώνη τὴν ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν. Τοῦ ἀνήκουν ἐπίσης καὶ κάποια πνευματικὰ προνόμια καὶ τὸ ἔκκλητο κάθε φορὰ ποὺ οἱ ἄλλες Ὀρθόδοξες κατὰ τόπους Ἐκκλησίες δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ ἐπιλέξουν ἡ νὰ θέσουν σὲ ἐκκίνηση τὰ δικά τους ἐκκλησιαστικὰ ὄργανα ἐξ αἰτίας διωγμῶν, λόγῳ ἔλλειψης κατάλληλων προσώπων ἡ ἀκόμη καὶ γιὰ ἄλλους λόγους» (Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, στὸ Περιοδικὸ Πληροφορία, Ἀθήνα, Μάϊος-Αύγουστος 1999).

Δυὸ πρόσφατα καὶ συγκεκριμένα περιστατικὰ διαλευκαίνουν αὐτὸν τὸν τελευταῖο σχολιασμό: ἡ Ἀλβανία καί, ἔστω καὶ ἐὰν δὲν ἀρέση αὐτὸ σὲ μερικούς, ἡ Ἐσθονία.

Ὑπάρχει ἕνα μυστήριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Προσωπικὰ τὸ ἀποδέχομαι μὲ σεβασμὸ καὶ ἐμπιστοσύνη, κάνοντας δικά μου σὲ σχέση μὲ αὐτὸ τὰ λόγια ἐκεῖνα τοῦ Ἀγγέλου τῆς Ἀποκαλύψεως: «Οἴδα σου τὰ ἔργα καὶ τὴν ἄγαπην καὶ τὴν πίστιν καὶ τὴν διακονίαν καὶ τὴν ὑπομονὴν σοῦ» (Ἄποκ. 2, 19).

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο: Πρόποση, ἐπίσημο γεῦμα πρὸς τιμὴν Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,

Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν ὅτι «τράπεζα ἄνευ λόγων φάτνη ἀλόγων». Αὐτὸ γνωρίζουν καὶ οἱ μοναχοί, γι' αὐτὸ κατὰ τὴν ἀκολουθία τῆς Τραπέζης ἀναγινώσκουν λόγους, καθὼς ἐπίσης κατὰ τὶς ἐπίσημες ἑορταστικὲς ἡμέρες, μετὰ τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν θεία Λειτουργία στὴν ἐπίσημη Τράπεζα γίνονται προσφωνήσεις καὶ ἀντιφωνήσεις. Καὶ ἐμεῖς ὡς λογικοὶ ἄνθρωποι αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη, κατὰ τὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς ἐπισήμου Τραπέζης, νὰ ἀνταλλάξουμε ἀναλόγους λόγους.

Προηγουμένως στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ καὶ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου δεχθήκαμε τὴν πατριαρχικὴ Σᾶς εὐλογία καὶ τώρα κατὰ τὸ γεῦμα τοῦτο ποῦ εἶναι προσφορὰ τοῦ Δήμου Ναυπάκτου πρὸς τιμή Σας ἀνταποδίδουμε τὰ δῶρα μας. Ἀλλὰ χαιρόμαστε καὶ τὴν παρουσία τοῦ σεβαστοῦ καὶ ἀγαπητοῦ σὲ ὅλους μας Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου. Τὰ πνευματικὰ συνδέονται μὲ τὰ ὑλικά. Στὴν Ἐκκλησία μᾶς δὲν πιστεύουμε σὲ ἕναν ἰδεαλισμὸ οὔτε σὲ ἕναν ματεριαλισμό, ἀλλὰ στὴν συνύπαρξη τῶν πνευματικῶν μετὰ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Ἔτσι, τὰ ὑλικὰ συνδέονται μὲ τὰ πνευματικά, θεωροῦνται δῶρα τοῦ Θεοῦ ποῦ τὰ προσφέρουμε ὡς ἀντίδωρα στὸν Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους μας.

Αὐτὴν τὴν στιγμὴ ἐφαρμόζεται τὸ Ἀντίφωνο τῶν Ἀναβαθμῶν: «κύκλῳ τῆς τραπέζης σου εὐφράνθητι καθορών σου Ποιμενάρχα, τὰ ἔκγονα φέροντα κλάδους ἀγαθοεργίας». Εἶσθε ὁ ποιμενάρχης μας, μὲ τὴν εὐρύτερη τοῦ ὅρου ἔννοια, εἴμαστε τὰ ἔκγονά Σας, τὰ ὁποῖα ἀνέθρεψε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ στὴν συνέχεια μὲ ἀγάπη καὶ φιλοστοργία μᾶς παρέδωσε στὴν θυγατέρα του γιὰ νὰ μᾶς συντηρήση πνευματικά. Αὐτὴν τὴν στιγμὴ ἐμεῖς τὰ πνευματικὰ Σᾶς παιδιὰ κυκλώνουμε τὴν τράπεζά Σας καὶ ἐλπίζουμε νὰ φέρουμε κλάδους ἀγαθοεργίας, σεβασμοῦ καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν θεσμὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ στὸ σεβαστὸ προσωπὸ Σᾶς ἰδιαίτερα, ἀφοῦ περιέρχεσθε ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, εἰσερχόμενος σὲ οἴκους λαμπροὺς καὶ ταπεινούς, ἐπισκεπτόμενος ἡγεμονικὲς καὶ πληγωμένες χῶρες, συγκακουχούμενος μὲ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, πάντοτε ὅμως εὐαγγελιζόμενος τὴν εἰρήνη, εὐαγγελιζόμενος τὰ ἀγαθά. Γι’ αὐτὸ καὶ «ὡς ὡραῖοι οἱ πόδες» Σᾶς ποῦ ἤλθατε μέχρι τὴν μικρὴ καὶ ταπεινή μας Μητρόπολη, ποῦ ὅμως ἔχει μεγάλη ἱστορία καὶ παράδοση.

Γνωρίζουμε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Χριστὸς συμπορεύθηκε μὲ τοὺς δύο Μαθητές του, Λουκᾶ καὶ Κλεόπα, πρὸς Ἐμμαούς. Στὴν ἀρχὴ τοὺς παρηγόρησε μὲ τοὺς λόγους του, ἐθέρμανε τὴν καρδιά τους καὶ στὴν συνέχεια, ὅταν ἐκεῖνοι Τὸν παρεβίασαν νὰ μείνη μαζί τους, ἀποκαλύφθηκε κατὰ τὴν κλάση τοῦ ἄρτου. Αὐτὸ τὸ γεγονὸς γίνεται πάντοτε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας Εὐχαριστίας. Στὴν ἀρχὴ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἁγιογραφικῶν περικοπῶν, καὶ στὴν συνέχεια, κατὰ τὴν Λειτουργία τῶν πιστῶν γνωρίζουμε καὶ κοινωνοῦμε τὸν Ἴδιο τὸν Χριστό.

Αὐτό, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, συνέβη καὶ σὲ μᾶς σήμερα. Ἀκούσαμε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τὸν παρακλητικὸ καὶ παρηγορητικὸ λόγο Σας καὶ στὴν συνέχεια κατὰ τὴν κλάση τοῦ αἰσθητοῦ ἄρτου, σὲ αὐτὸ τὸ ταπεινὸ γεῦμα, ἔχουμε τὴν δυνατότητα νὰ ἐπικοινωνήσουμε μαζί Σας, νὰ ἐκδηλώσουμε τὰ συναισθήματα ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ πρὸς τὸ τετιμημένο πρόσωπό Σας, νὰ ἀνταλλάξουμε ἀπόψεις γιὰ διάφορα θέματα καὶ γενικὰ νὰ γνωρισθοῦμε ἀκόμη περισσότερο σὲ μιὰ οἰκεία ἀτμόσφαιρα. Αὐτὸ μᾶς χαροποιεῖ ἀκόμη περισσότερο, μᾶς ἐνδυναμώνει νὰ πορευθοῦμε τὴν δύσκολη ζωὴ τῆς ποιμαντικῆς διακονίας, μᾶς ἐνισχύει στὴν πορεία μας.

Ἐκφράζουμε τὸν σεβασμὸ μας πρὸς τὸ πρόσωπό Σας, ὅλοι οἱ παριστάμενοι, οἱ Βουλευτὲς τοῦ Νομοῦ μας, ὁ Νομάρχης, ὁ Δήμαρχος Ναυπάκτου καὶ οἱ ὅμοροι Δήμαρχοι, οἱ Κληρικοί, οἱ ἀρχὲς τῆς ἐπαρχίας μας καὶ γενικὰ ὅλοι οἱ συνδαιτημόνες στὴν τράπεζα αὐτή. Καὶ εὐχόμαστε ταπεινά, ὅπως γευθήκαμε σήμερα τοῦ λόγου σας καὶ τῆς παρατιθέμενης αὐτῆς τροφῆς, ἔτσι νὰ συμμετάσχουμε στὸν μακαρισμὸ «μακάριος ὃς ἂν φάγηται ἄριστον ἐν τῇ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Λούκ. ἰδ', 15).

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο: Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Προσφώνηση στόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη

Ἱερὸς Μητροπολιτικὸς Ναὸς Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,

Ἡ ἐπίσκεψή Σας στὴν Ναύπακτο μαζὶ μὲ τὴν τίμια Συνοδεία Σας προσδίδει ἰδιαίτερη χαρὰ τόσο στὸν Μητροπολίτη καὶ τὸν Ἱερὸν Κλῆρο ὅσο καὶ στὸ εὐσεβὲς πλήρωμα τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως, γιατί εἶναι ἡ πρώτη φορὰ τὰ τελευταῖα πεντακόσια χρόνια, ποὺ ἐπισκέπτεται τὴν Ναύπακτο Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Διασώζεται μιὰ πληροφορία ὅτι περὶ τὸ 1550 πέρασε ἀπὸ τὴν Ναύπακτο μὲ προορισμὸ τὴν Μητρόπολη τῶν Παλαιῶν Πατρῶν ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Διονύσιος ὁ Β' (17 Ἀπριλίου 1546 - Αὔγουστος 1555). Πάντως ἐμεῖς σήμερα ἔχουμε τὴν εὐκαιρία νὰ ἐπικοινωνήσουμε προσωπικῶς μαζὶ Σας καὶ νὰ λάβουμε τὴν Πατριαρχικὴ Σας εὐλογία. Ἡ χαρά μας αὐξάνεται, γιατί σήμερα μαζί Σας ὑποδεχόμαστε καὶ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, ποὺ εἶναι πολὺ ἀγαπητὸς σὲ ὅλους μας καὶ πολὺ γνώριμος ἀπὸ πολλὰ χρόνια στοὺς Ναυπακτίους γιὰ τὶς πνευματικές του σχέσεις μὲ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου καὶ μὲ τὸν Ἐπίσκοπό της προσωπικά. Χαιρόμαστε δὲ ἰδιαίτερα γιατί, Παναγιώτατε, εἶναι ἀγαπητὸς καὶ σὲ Σας καὶ συμπαραστάτης Σας ἀπὸ πολλῶν ἐτῶν στὴν καλὴ πορεία τῶν Διορθοδόξων πραγμάτων, μὲ σεβασμὸ στὸν κανονικὸ θεσμὸ διαρθρώσεως τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὴν συνείδηση ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων ἀποτελεῖ εὐλογημένο καὶ ἱερὸ θεσμό, ὁ ὁποῖος καθιερώθηκε ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους, λαμπρύνθηκε ἀπὸ ἐξέχουσες Πατριαρχικὲς μορφὲς καὶ καθαγιάσθηκε ἀπὸ τοὺς ἱδρῶτες ὁσίων Πατριαρχῶν, ἀλλὰ καὶ τὰ αἵματα Ὁμολογητῶν καὶ Μαρτύρων Πατριαρχῶν καὶ Ἐπισκόπων. Ἑπομένως, δὲν εἶναι ἕνας χῶρος ἐξουσιαστικὸς καὶ κοσμικός, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν ἐκκλησιαστικὸς καὶ αἱματοβαμμένος. Εἶναι γνωστὰ τὰ γραφόμενα στὴν νομολογία τῶν «Βασιλικῶν» καὶ τὴν λεγομένη «Ἐπαναγωγή», κείμενο τοῦ 9ου αἰῶνος, περὶ τοῦ τί εἶναι Πατριάρχης καὶ ποιά εἶναι τὰ γνωρίσματά του: «Πατριάρχης ἐστὶν εἰκῶν ζῶσα Χριστοῦ καὶ ἔμψυχος, δ' ἔργων καὶ λόγων χαρακτηρίζουσα τὴν ἀλήθειαν... Ἴδια Πατριάρχου τὸ εἶναι διδακτικόν, τὸ πρὸς πάντας ὑψηλούς τε καὶ ταπεινοὺς ἀστενοχωρήτως ἐξισοῦσθαι, καὶ πρᾶον μὲν εἶναι ἐν δικαιοσύνῃ, ἐλεγκτικὸν δὲ πρὸς τοὺς ἀπειθοῦντας, ὑπὲρ δὲ τῆς ἀληθείας καὶ τῆς ἐκδικήσεως τῶν δογμάτων λαλεῖν ἐνώπιον βασιλέως καὶ μὴ αἰσχύνεσθαι».

Ἀπὸ τοὺς Πατριάρχες ποὺ ἐλάμπρυναν τὸν θρόνον αὐτὸ ἐξαίρουμε τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, τὸν ὑψιπέτη τῆς θεολογίας ἀετό, τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, τὸ καλλικέλαδο αὐτὸ ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνος, ἀκόμη δὲ τὸν ἱερὸ Φώτιο, τὸν Μέγα καὶ θαυμαστὸ στὸ πνεῦμα, τὴν ἔμπνευση καὶ τὴν ζωή, τὸν ἅγιο Φιλόθεο τὸν Κόκκινο, τὸν μεγάλο αὐτὸν ἡσυχαστὴ Πατριάρχη. Στοὺς νεωτέρους χρόνους τῆς πονεμένης Ρωμηοσύνης ἐξέχουσα μορφὴ εἶναι ὁ Γεννάδιος Σχολάριος, ὁ πρῶτος Πατριάρχης τῆς ἁλώσεως, ἀπὸ τὸν ὁποῖον προῆλθε μιὰ ὁλόκληρη σειρὰ μαρτύρων Πατριαρχῶν ποὺ ἐκράτησαν ἄσβεστη τὴν δᾶδα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐλπίδος στὸ ὑπόδουλο Γένος.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, προκάτοχός Σας στὸν θρόνο, ἐξύμνησε τὴν Νέα Ρώμη μὲ ὡραίους λόγους. Αὐτὴν τὴν ὥρα θὰ χρησιμοποιήσω μερικοὺς στίχους του ἀπὸ τρία ποιήματά του, σὲ μετάφραση, ἐπειδὴ ἡ γραφή τους εἶναι ἀρχαιοπρεπής, ποὺ δείχνουν τὴν δόξα τῆς Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης. Σὲ ἕνα ποίημά του χαρακτηρίζει τὴν Κωνσταντινούπολη-Νέα Ρώμη ὡς ἔναστρο οὐρανὸ ποὺ εἶναι λαμπρότερος ἀπὸ τὴν γῆ. Γράφει:

«Κλεινὴ καθέδρα τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ μεγάλου,
Ρώμη νεότερη ποὺ τόσο ξεπερνᾶς τὶς πόλεις
ὅσο τὴ γῆ ὁ ἀστροστολισμένος οὐρανός».

Σὲ ἄλλο ποίημά του, ἀναφερόμενος στὴν Νέα Ρώμη, τὴν χαρακτηρίζει ὡς τὸν δεύτερο ὀφθαλμὸ τῆς οἰκουμένης. Γράφει:

«Τῆς οἰκουμένης τὸ ἔνδοξο, ὧ ἄνδρες μάτι,
τὸ δεύτερο ποὺ ὡς βλέπω κόσμο κατοικεῖτε,
γήϊνα στολίδια καὶ θαλασσινὰ φορᾶτε,
νέα Ρώμη, νέων εὐγενῶν πατρίδα,
πόλη τοῦ Κωνσταντίνου, στήριγμα τοῦ Κράτους».

Σὲ τρίτο ποίημά του, μιλῶντας γιὰ τὶς δύο Ρῶμες, τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Νέα Ρώμη τὶς χαρακτηρίζει ὡς δύο ἡλίους τῆς οἰκουμένης. Γράφει:

«Δυὸ ἡ φύσις ἥλιους δὲν μᾶς ἔχει δώσει,
ἀλλὰ δύο Ρῶμες ποὺ τὴν οἰκουμένη ὅλη
φωτίζουν, τὴν παλιὰ καὶ νέα αὐτοκρατορία,
κι εἶναι τόσο ἡ μιὰ ἀπ' τὴν ἄλλη ἀλλιώτικες,
ὅσο ἡ μιὰ προβάλλει ἀπ' τὴν ἀνατολή, ἡ ἄλλη στὴ δύση
κι ἰσοζυγίζει ἡ ὀμορφιὰ τῆς μιᾶς τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἄλλης».

Αὐτὰ γιὰ τὴν Νέα Ρώμη, τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐπισκοπὴ κατ’ ἀρχὰς καὶ Μητρόπολη στὴν συνέχεια τῆς Ναυπάκτου εἶναι μεγαλώνυμος ἀρχαία Ἐπισκοπὴ καὶ σημαντικὴ Μητρόπολη, ἀφοῦ ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους-Μητροπολίτες της ὁ Μαρτύριος ὑπογράφει τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου τῆς Σαρδικής, ὁ Καλλικράτης ὑπογράφει τὰ Πρακτικὰ τῆς Γ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ ὁ Εἰρηναῖος ὑπογράφει τὰ Πρακτικὰ τῆς Δ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ καθιέρωσε τὸν 28ο Κανόνα, βάσει τοῦ ὁποίου ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης ἔχει τὰ ἴσα πρεσβεία τιμῆς μὲ αὐτὴν τῆς Παλαιᾶς Ρώμης. Ἐξέχοντες Ἱεράρχες ἐλάμπρυναν τὸν θρόνο τῆς Ναυπάκτου, μεταξὺ τῶν ὁποίων ὁ μεγαλόνους Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἰωάννης ὁ Ἀπόκαυκος, τοῦ ὁποίου ἡ λιπαρὰ γνώση, ἡ εὐαισθησία του καὶ τὰ πάμπολλα χαρίσματά του φαίνονται ἀνάγλυφα στὰ κείμενα τὰ ὁποῖα διεσώθηκαν μέχρι τῶν ἡμερῶν μας. Ὁ Μητροπολίτης Ἰωάννης Ἀπόκαυκος ἦταν Κωνσταντινουπολίτης, ἔτυχε ἰδιαίτερης παιδείας στὴν Πόλη, ἦταν νοτάριος στὸ Πατριαρχεῖο καὶ ἀναμιμνησκόταν συχνὰ στὰ κείμενά του τὴν Βασιλεύουσα. Σὲ μιὰ ἐπιστολή του σὲ φίλο του ποὺ ἦταν χαρτοφύλακας στὴν Νίκαια, μετὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1204 στοὺς σταυροφόρους, κάνει λόγο γιὰ τὴν ἀγάπη τοὺς «ὅτε ὁ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἠύγει λύχνος καὶ τὸ μεγαλοπρεπὲς πατριαρχεῖον εἶχεν ἡμᾶς ἐπεὶ δ’ ἐκεῖνος ἐσβέσθη καὶ ἡμεῖς ὡς ἐν τὼ σκότῳ ἄλλος ἄλλη πλαζόμεθα». Γενικῶς, ὅπως γνωρίζετε, Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου ἀνεδείχθη ἐξέχουσα Μητρόπολη στὸ θέμα τῆς Ἠπείρου, καὶ μέχρι τὸν 13ο αἰῶνα ἐπεκτεινόταν μέχρι τὴν Χιμάρρα καὶ εἶχε δεκατρεῖς (13) ἐπισκοπές.

Ἀπὸ τὸ ἔτος 732 ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου ὑπήχθη στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο λαμπρύνθηκε καὶ δοκιμάσθηκε μαζί του καὶ θεωρεῖ μεγάλη τιμὴ ποὺ συμμετεῖχε στὴν δόξα καὶ τὴν ἀτιμία του, στὴν χαρὰ καὶ τὴν λύπη του, στὴν εὐφημία καὶ τὴν δυσφημία του. Καίτοι μετὰ τὴν ἀπευλευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἡ Ἐπισκοπὴ Ναυπάκτου συμπεριλήφθηκε στὶς Ἐπισκοπὲς καὶ Μητροπόλεις τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δὲν παύει νὰ σέβεται τὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο καὶ τὸν Προκαθήμενό του, νὰ ἀναγνωρίζη τὶς θυσίες τοῦ καὶ τοὺς ἀγῶνας τοῦ καὶ νὰ συμμετέχη στὸ μαρτύριό του, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν δόξα καὶ τὸν στέφανό του, κατὰ τὸν λόγο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἰωάννου Ἀποκαύκου ποὺ γράφει σὲ κάποιον Ἐπίσκοπο: «σοῦ καὶ τῶν ὑπὸ σὲ καὶ ἡμῶν ὑπερέχουσα ἐξουσία ἡ πατριαρχικὴ ἐστίν».

Αὐτὸν τὸν σεβασμὸ στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο καὶ τὸν ἑκάστοτε Προκαθήμενό του, ἰδιαιτέρως πρὸς τὸν εὑρισκόμενο ἐν μέσῳ ἡμῶν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Κύριο Βαρθολομαῖο τρέφει καὶ ἡ ἐλάχιστότητά μου. Γεννημένος βιολογικὰ στὰ Ἰωάννινα καὶ γεννημένος ἱερατικὰ στὴν Ἔδεσσα, ποὺ καὶ οἱ δύο αὐτὲς ἐκκλησιαστικὲς Ἐπαρχίες εἶναι Μητροπόλεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐν Ἑλλάδι, ἀγάπησα τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, σεβάσθηκα τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖ, σεβόμουν καὶ σέβομαι ἀπεριόριστα τὸν Προκαθήμενο αὐτοῦ. Ἰδιαιτέρως αὐτὸ ἔγινε ἐπὶ τῶν ἡμερῶν Σας, διότι ἐξετίμησα τὰ ἰδιαίτερα χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα Σᾶς ἐπροίκισε ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ τὴν εὐαισθησία καὶ τὴν ἰδιαίτερη ἀγάπη μὲ τὴν ὁποῖα περιέβαλε καὶ περιβάλλει καὶ τὴν ἐλαχιστότητά μου. Αὐτὸ εἶναι τὸ μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴν ὁποῖα οἱ μεγάλοι δέχονται καὶ ἐπαινοῦν καὶ τοὺς μικρούς. Ἐκφράζω δημοσίως τὶς εὐχαριστίες μου καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μοῦ πρὸς τὸ τίμιο πρόσωπό Σας.

Ἀλλὰ καὶ ὁ Ρουμελιώτικος λαὸς σέβεται τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὸν θεσμὸ καὶ τὰ πρόσωπα τὰ ὁποῖα τὸ ὑπηρετοῦν. Πράγματι, μὲ τὴν σημερινὴ ἔλευσή Σας ἐδῶ συναντᾶτε ἕναν λαό, Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, ἄρχοντες καὶ ἀρχομένους, ἕναν λαὸ ποὺ ἀγαπᾶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν παράδοσή της, σέβεται τοὺς Ἐπισκόπους καὶ τὴν λατρευτικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή. Ἄλλωστε, αὐτὰ τὰ γνωρίζετε καὶ ὁ ἴδιος, γιατί πολλοὶ Ναυπάκτιοι ζοὺν στὴν Ἀμερική, εἶναι ποίμνιό Σας καὶ διαπρέπουν στὶς ἑλληνικὲς ἐκεῖ Κοινότητες τῆς Ν. Ὑερσέης, τοῦ Σικάγου καὶ ἀλλοῦ καὶ ἀγαποῦν τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἀμερικῆς ποὺ ὑπάγεται στὴν δική σας ποιμαντικὴ καθοδήγηση.

Γνωρίζουμε καλῶς, Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, ὅτι ἡ πορεία τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν τέκνων της εἶναι σταυροανάστασιμη. Ἡ γεύση τοῦ ποτηρίου τοῦ μαρτυρίου εἶναι προοίμιο τῆς ἀναστάσεως, ὁδηγεῖ σὲ αὐτήν, ἀλλὰ καὶ εἶναι ἔκφραση καὶ ζωὴ τῆς ἀναστάσεως. Οἱ δύο Μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης ζητοῦσαν πρωτοκαθεδρίες καὶ δόξες, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοὺς ὑπέδειξε τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου. «Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ πίνω καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι;» (Μάρκ. ι',38). Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ «δύνασθε» εἶναι ἔργο τῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς συνεργείας τοῦ ἀνθρώπου. Ποιός μπορεῖ μὲ τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις τοῦ νὰ συμμετάσχη στὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ, ἂν δὲν τὸν ἐνδυναμώση ἡ θεία Χάρη «ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα»; Ἐπειδὴ γνωρίζουμε καλῶς ὅτι κατὰ τὴν Πατριαρχική σας διακονία πίνετε αὐτὸ τὸ ποτήριο τῆς Γεθσημανὴ καὶ τοῦ Γολγοθᾶ, γι’ αὐτὸ ἀφ' ἑνὸς μὲν στεκόμαστε δίπλα σας ὡς συγκυρηναῖοι, ἀφ' ἑτέρου δὲ εὐχόμαστε ὁ Θεὸς νὰ Σᾶς δίνη πολλὲς δυνάμεις γιὰ νὰ ἀνταποκρίνεσθε σὲ αὐτὸ μὲ ἔμπνευση καὶ ὀρθόδοξη μαρτυρία. Ἄλλωστε, ἡ μαρτυρία προηγεῖται τοῦ μαρτυρίου καὶ τὸ μαρτύριο ἐπικυρώνει τὴν καλὴ μαρτυρία.

Πρὶν δύο ἡμέρες, ἤτοι τὴν 2α Νοεμβρίου, ἑορτάσαμε τὴν ἐπέτειο τῆς ἐνθρονίσεώς Σας στὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως-Νέας Ρώμης καὶ τῆς ἐνάρξεως μιᾶς σημαντικῆς Πατριαρχείας. Τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα Σᾶς προίκισε ὁ Θεὸς Σᾶς κατέστησαν ἕναν μεγαλόπνοο Πατριάρχη. Τὴν ἡμέρα αὐτή, κατὰ τὸ Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας, ἑορτάζει ὁ ἅγιος μάρτυς Ἐλπιδοφόρος. Καὶ ἐμεῖς ἀπὸ τὴν πρώτη ἡμέρα τῆς ἀναδείξεώς Σας σὲ Πατριάρχη Σᾶς θεωρήσαμε ἐλπιδοφόρον γιὰ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὴν σύνολη Ὀρθοδοξία. Ἀπὸ τότε, γιὰ δεκαεπτὰ χρόνια, παρακολουθοῦμε τὴν ἐλπιδοφόρα διακονία Σᾶς τὶς Συνάξεις τῶν Ἀρχιερέων τοῦ Θρόνου τὴν στερέωση καὶ ἀναδιάρθρωση τῆς συνοδικότητος τῆς Ἐκκλησίας τὶς Πανορθόδοξες Συνάξεις μὲ τὶς ὁποῖες κατοχυρώνεται ὁ θεσμὸς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς πρώτου στὴν σύνολη Ὀρθοδοξία καὶ ὡς ἐγγυητοῦ τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας τὶς διακριτικὲς παρεμβάσεις Σας, κατὰ τὶς ἀνάγκες τῶν καιρῶν, ὅπως στὴν Ἀλβανία, τὴν Βουλγαρία, τὴν Σερβία, τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν Κύπρο, τὴν Ἐσθονία, τὴν Ἑλλάδα καὶ ἐσχάτως στὴν Οὐκρανία τὴν εἰρηνικὴ πορεία σας σὲ ὅλο τὸν κόσμο γιὰ νὰ κηρύξετε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰρήνη, τὸν σεβασμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσεως τὴν ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ὅπως καὶ πρόσφατα ἐπράξατε στὸ Ἅγιον Ὅρος, καὶ τόσα ἄλλα.

Μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Ἐλπιδοφόρο, ὅμως, τὴν ἡμέρα τῆς ἐνθρονίσεώς Σας ἑορτάζουν καὶ οἱ ἅγιοι μάρτυρες Πηγάσιος καὶ Ἀφθόνιος, ποὺ φανερώνουν μαζὶ μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀφθονία τῶν οὐρανίων χαρίτων ποὺ ἐμπνέουν τὸ ἔργο Σας, ἀλλὰ ἑορτάζουν καὶ οἱ ἅγιοι μάρτυρες Ἀνεμπόδιστος καὶ Ἀκίνδυνος, καὶ γι' αὐτὸ εὐχόμαστε ἡ μαρτυρικὴ Σᾶς διακονία νὰ συνεχίζη νὰ εἶναι ἀνεμπόδιστος καὶ ἀκίνδυνος, δηλαδὴ χωρὶς κινδύνους, ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης νὰ συντρίψη «τὸν σατανᾶν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει» (Ρώμ. ἰς', 20).

Ὡς ἔκφραση αὐτῆς τῆς εὐχῆς καὶ τῆς ἀγάπης μας θὰ θέλαμε σήμερα, αὐτὴν τὴν ἐπίσημη στιγμή, νὰ Σᾶς προσφέρουμε ἕναν Σταυρὸ ἁγιασμοῦ καὶ εὐλογίας, γιὰ νὰ εὐλογῆτε συνεχῶς τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐνθυμῆσθε ὅτι «ἀεὶ ἕπεται τὴ θυσία ἡ νίκη καὶ τὼ Σταυρῶ ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάστασις» καὶ ἕνα ζεῦγος κορδέλλες, περίτεχνα κατασκευασμένες, γιὰ τὰ δικηροτρίκηρα καὶ πάλι γιὰ νὰ μᾶς εὐλογῆτε. Ἐπίσης, Σᾶς προσφέρουμε, ὡς ἔκφραση ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ, μιὰ πέτρα ἐπάνω στὴν ὁποῖα ζωγραφίζονται δυὸ προστάτες Σᾶς Ἀπόστολοι, ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Βυζαντίου καὶ ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Βαρθολομαῖος τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα φέρετε, δύο πραγματικὰ μεγάλοι Ἀπόστολοι, μὲ φόντο τὴν Ἅγια-Σοφιά. Ἡ ὅλη παράσταση, ζωγραφισμένη ἐπάνω στὴν ἄγονη πέτρα, ἡ ὁποία δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου λαμβάνει ζωή, δείχνει ὅτι ἡ ἄγονος καὶ πετρώδης γῆ, μπορεῖ νὰ εὐλογηθῇ καὶ νὰ γίνη ἱερὸς τόπος, ὁ φρικτὸς Γολγοθᾶς μπορεῖ νὰ μεταβληθῇ σὲ ἔνδοξο τάφο ποὺ διαλαλεῖ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ σύγχρονος ἄλογος κόσμος μπορεῖ νὰ λογοποιηθῇ, ὁπότε καὶ τὸ περιβάλλον ποὺ μολύνεται ἀπὸ τὸν ἐμπαθῆ ἄνθρωπο μπορεῖ νὰ μεταμορφωθῇ.

Καὶ σὲ Σᾶς Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος Κύριε Ἱερώνυμε, προσφέρουμε ἕναν Σταυρὸ εὐλογίας, κορδέλλες γιὰ τὰ δικηροτρίκηρα καὶ τὸν προστάτη Σας ἅγιο Ἱερώνυμο, ἁγιογραφημένο πάνω στὴν πέτρα, γιὰ νὰ Σᾶς προστατεύη ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ νὰ Σᾶς στηρίζη στὶς δύσκολες στιγμὲς τῆς Ἀρχιεπισκοπικῆς Σας διακονίας.

Καλῶς ἤλθατε, Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, ἀπὸ τὴν Νέα Σιών, τὴν Νέα Ἱερουσαλήμ, ποὺ εἶναι ἡ ἔνδοξη καὶ πονεμένη Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, ἡ καλλίτεκνη Μητέρα μας, στὴν πόλη τῆς Ναυπάκτου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου. Εὐλογήσατε τὸν λαὸ τῆς ἐπαρχίας αὐτῆς καὶ δεχθῆτε τὸν εἰλικρινῆ σεβασμὸ καὶ τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη μας.

Παναγιώτατε, Πάτερ καὶ Δέσποτα πολλὰ τὰ ἔτη Σας.

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο: Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος

Πρὸς τοὺς Κληρικοὺς καὶ λαϊκούς της καθ' ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

 

Ἱερόθεος ἐλέῳ Θεοῦ Ἐπίσκοπος καὶ Μητροπολίτης

Θεοσώστου Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου

Ἀγαπητοὶ Πατέρες καὶ ἀδελφοί,

Εἶναι νωπὲς ἀκόμη οἱ ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸ σημαντικὸ γεγονὸς τῆς ἐλεύσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κυρίου Βαρθολομαίου στὴν Ναύπακτο καὶ γενικότερα στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.

Χαίρομαι, γιατί ὅλοι, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι, Κληρικοὶ καὶ λαϊκοί, ἡλικιωμένοι καὶ νέοι εἶχαν ἀποδεχθῇ θετικὰ τὴν ἔλευση τοῦ Πατριάρχου καὶ τὴν ἀνέμεναν μὲ ἀγάπη καὶ σεβασμό. Αὐτὸ συνδέεται τόσο μὲ τὸν θεσμὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ ὁποῖος ἀκτινοβολεῖ τόσους αἰῶνες καὶ προσέφερε πολλὰ στὴν Ἐκκλησία, τὸ Γένος καὶ τὴν ἀνθρωπότητα, ὅσο καὶ μὲ τὰ πρόσωπα ποὺ τὸν ὑπηρετοῦν.

Αὐτὴ ἡ χαρὰ καὶ ὁ σεβασμὸς φάνηκε ἀπὸ τὴν θερμὴ καὶ ἐγκάρδια ὑποδοχὴ ποὺ ἐπεφύλαξε ὁ λαός της Ναυπάκτου πρὸς τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη, πρᾶγμα ποὺ ἱκανοποίησε καὶ τὸν ἴδιο. Πολλὲς φορές μου εἶπε γιὰ τὴν συγκίνηση ποὺ αἰσθάνθηκε ἀπὸ τὴν θερμὴ ὑποδοχὴ ποὺ τοῦ ἐπεφύλαξε ὁ λαός της Ναυπάκτου, γιὰ τὴν παρουσία πολλῶν, ἀλλὰ πρὸ παντὸς τῶν νέων ποὺ ἀγαπᾶ. Πράγματι, οἱ νέοι μας, μαθητὲς καὶ μαθήτριες, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἦταν ἐνδεδυμένοι μὲ παραδοσιακὲς στολές, ἔδωσαν ἕναν ἰδιαίτερο τόνο στὴν ὅλη ἐκδήλωση.

Διαβιβάζω τὴν ἀγάπη καὶ τὶς εὐχὲς τοῦ Πατριάρχου πρὸς τοὺς κατοίκους τῆς Πόλεως καὶ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας. Μοῦ εἶπε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὶς πιὸ θερμὲς ὑποδοχὲς ποὺ γνώρισε.

Ὡς Μητροπολίτης τῆς ἱστορικῆς καὶ παλαιφάτου Ἱερᾶς Μητροπόλεως θέλω νὰ εὐχαριστήσω ὅλους ὅσοι παρευρέθηκαν στὴν ἐκδήλωση αὐτὴ καὶ ἰδιαιτέρως ὅσους κοπίασαν, ἐργάσθηκαν πολὺ γιὰ νὰ τὴν προετοιμάσουν καὶ ἔδωσαν ὅλες τὶς δυνάμεις τους γιὰ νὰ δείξουν τὸν σεβασμὸ ποὺ τρέφουμε στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὸν ἑκάστοτε Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη.

Ὅλοι ἀντιλαμβανόμαστε τὶς δυσκολίες ποὺ διέρχεται τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ τὴν μαρτυρική του πορεία διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἀλλὰ καταλαβαίνουμε καὶ τὴν δόξα ποὺ ἔχει ὡς θεσμὸς ποὺ ἔχει εὐλογηθῇ ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας. Γι' αὐτὸ προσευχόμαστε ὁ Θεὸς νὰ στηρίζη τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη καὶ τοὺς Κληρικοὺς ποὺ ἐργάζονται ἐκεῖ, ὥστε νὰ δίνουν τὴν ὁμολογία τῆς πίστεως καὶ νὰ σηκώνουν μὲ καρτερία τὸν σταυρὸ τοῦ μαρτυρίου.

Εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ εἶναι μαζί σας καὶ νὰ σᾶς εὐλογῇ στὰ ἔργα σας. Θὰ πρέπει νὰ μείνη ὡς παρακαταθήκη ὁ λόγος του «Ἀγαπᾶτε τὸν Θεόν. Πορεύεσθε εἰς πάσας τὰς ὁδοὺς Αὐτοῦ, φυλάσατε τὰς ἐντολάς Του καὶ μείνατε προσκεκολλημένοι πάντοτε εἰς Αὐτόν, εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ εἰς τὰς ἁγίας παραδόσεις μας».

Μὲ πατρικὲς εὐχές

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

+ Ο ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο: Στιγμιότυπα ἀπό τήν ὑποδοχή τού Πατριάρχη

Φωτογραφίες ἀπὸ τὴν Ἱστορικὴ Ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στὴν Ναύπακτο

Κατωτέρω καταγράφουμε μερικὰ ἀξιοσημείωτα στιγμιότυπα, δεδομένου ὅτι οἱ λεπτομέρειες ἑνὸς πίνακα τοὺ ἀποδίδουν τὴν ὁλοκληρωμένη ὀμορφιά. Ὁ φωτεινὸς πίνακας τῆς ἐπιβλητικῆς Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου «Χαρίλαος Τρικούπης» ἦταν αὐτὸς ποὺ καλωσόρισε πρῶτος τὸν Πατριάρχη στὴν Αἰτωλοακαρνανία, μὲ τὴν φράση: «Παναγιώτατε, καλῶς ὁρίσατε».

Στὰ Διόδια τῆς Γέφυρας, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες τοῦ τόπου, περίμεναν τὸν Πατριάρχη καὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Γυμνασίου Ἀντιρρίου, μὲ πρωτοβουλία τῶν Καθηγητῶν τους, καὶ ἰδιαιτέρως τῆς Διευθύντριας κ. Ἑλένης Χαρακίδα. Ὁ Πατριάρχης κατέβηκε ἀπὸ τὸ αὐτοκίνητο καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὰ παιδιὰ ποὺ τὸν ὑποδέχθηκαν μὲ ἐνθουσιασμό, τοὺς μίλησε, τοὺς μοίρασε εἰκονίτσες καὶ τὰ εὐλόγησε ἕνα πρὸς ἕνα. Ἡ Ναύπακτος ἦταν σημαιοστολισμένη, μὲ σημαῖες καὶ γιγάντια πανὸ ποὺ καλωσόριζαν τὸν Πατριάρχη. Οἱ καμπάνες ὅλων τῶν Ἐνοριῶν ἀπὸ τὸ Ἀντίρριο μέχρι τὴν Ναύπακτο κτυποῦσαν χαρμόσυνα κατὰ τὴν διέλευσή του.

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο

Μόλις ὁ Πατριάρχης πάτησε τὸ πόδι τοῦ στὴν Ναύπακτο, ἕνα μικρὸ κοριτσάκι, παρακινούμενο ἀπὸ τὴν μητέρα του, ἄφησε στὸν δρόμο, ἀπο ὅπου θὰ περνοῦσε ὁ ὑψηλὸς ἐπισκέπτης, ἕνα κλαδὶ γιασεμί, σὲ ἔνδειξη σεβασμοῦ. Ὁ Πατριάρχης, ἔσκυψε, εὐλόγησε τὸ παιδάκι, πῆρε τὸ γιασεμὶ καὶ τὸ κράτησε στὰ χέρια του. Εἶναι αὐτὸ ποὺ διακρίνεται στὶς φωτογραφίες νὰ κρατᾶ μαζὶ μὲ τὴν ράβδο.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πορείας του μέχρι τὴν ἐξέδρα τῆς πλατείας, τὰ παιδιὰ τὸν ἔραιναν μὲ ἄνθη. Πολλὲς φορὲς κυριολεκτικὰ τὸν σκέπασαν μὲ λουλούδια. Τὰ πλησίασε, πῆρε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὰ καλαθάκια τους καὶ ἀνταπέδιδε μὲ εὐλογία, ραίνοντας ὁ ἴδιος τὰ παιδιὰ μὲ ἄνθη.

Στὶς ἀναβαθμίδες στὴν εἴσοδο τῆς πλατείας ἀπὸ τὴν μεριὰ τοῦ λιμανιοῦ, ὑποδέχθηκαν τὸν Πατριάρχη νέοι καὶ παιδιὰ ἐνδεδυμένοι παραδοσιακά, καὶ τοῦ προσέφεραν συμβολικὰ δῶρα:

Μιὰ παρέα δυὸ νέων καὶ δυὸ παιδιῶν τοῦ προσέφεραν σὲ ἕναν δίσκο γλυκὸ τοῦ κουταλιοῦ καὶ ἕνα ποτήρι κόκκινο κρασί. Ἀκολούθησε ὁ διάλογος –«Παναγιώτατε, καλῶς ὁρίσατε. Σᾶς προσφέρουμε ἀγαθὰ τοῦ τόπου μας, σὲ ἔνδειξη φιλοξενίας, τιμῆς καὶ ἀγάπης». –«Ὅλα συμβολικά. Αὐτὸ (τὸ κρασὶ) θὰ τὸ πιῶ στὴν ὑγεία σας. Αὐτὸ τὸ γλυκάκι τὸ προσφέρω στὸ μικρὸ παιδάκι τῆς παρέας σας». –«Εὐχαριστῶ».

Ἔπειτα, δύο νέοι προσέφεραν ἀπὸ ἕνα κάδρο μὲ ἱστορικὴ γκραβούρα τῆς Ναυπάκτου (προσφορὰ τοῦ Συλλόγου «Πολιτιστικὲς Διαδρομὲς») στὸν Πατριάρχη καὶ στὸν Ἀρχιεπίσκοπο (ὁ ὁποῖος εἶχε περάσει λίγο νωρίτερα καὶ περίμενε τὸν Πατριάρχη στὴν πλατεῖα), μὲ τὰ λόγια:

–«Σᾶς προσφέρουμε εἰκόνες τῆς πατρίδας μας, γιὰ νὰ μᾶς θυμάσθε καὶ νὰ εὔχεσθε γιὰ μᾶς».

–«Πολὺ ὄμορφη ἡ Ναύπακτος μὲ τὸ κάστρο της».

Στὴν συνέχεια δύο παιδιὰ προσέφεραν στὸν Πατριάρχη μιὰ καλλιτεχνημένη ἐπιστολή, ἡ ὁποία ἔγραφε:

«Σημαίνει ὁ Θιός, σημαίνει ἡ γῆς,
σημαίνουν τὰ πουράνια,
σημαίνει κι ἡ Ἅγια-Σοφιὰ τὸ μέγα μαναστήρι...
Ψάλλει ζερβὰ ὁ Βασιλιᾶς, δεξιὰ ὁ Πατριάρχης...
Ἔθεσες πάνω στὴν κεφαλή του στέμμα ἀπὸ πολύτιμους λίθους.
Σοῦ ζήτησε ζωὴ καὶ Σὺ τοῦ χάρισες ἡμέρες πολλὲς καὶ ἀπογόνους ποὺ θὰ τὸν διαδέχονται αἰώνια.
Στὸν Πατριάρχη τῆς Πόλης, τῆς Ἅγια-Σοφιᾶς,
τοῦ Γένους καὶ τῆς Οἰκουμένης
κύριο Βαρθολομαῖο
μὲ ἀγάπη, μὲ εὐλάβεια
καὶ μὲ αἰσθήματα παιδιῶν πρὸς τὸν Πατέρα.
Νέοι καὶ νέες τῆς Ναυπάκτου
Ναύπακτος, 4 Νοεμβρίου 2008».

–«Ἄφησε νὰ τὴν διαβάση ὁ Παναγιώτατος».

–«Τὴν διάβασα, καὶ συγκινήθηκα, καὶ θὰ τὴν πάρω μαζί μου, γιὰ νὰ σᾶς θυμᾶμαι».

Τέλος, δύο μικρὲς κοπέλες προσέφεραν ἀπὸ μιὰ ἀνθοδέσμη λουλουδιῶν μὲ τὰ λόγια:

–«Σᾶς προσφέρουμε ἄνθη τῆς πατρίδας μας, μὲ ἀγάπη καὶ σεβασμό».

–«Καὶ στὸν γάμο σου».

Δυόμιση χιλιάδες φωτογραφίες τοῦ Πατριάρχη μὲ χειρόγραφη ἀφιέρωσή του πρὸς τοὺς νέους τῆς Ναυπάκτου μοιράσθηκαν ὡς εὐλογία καὶ ἀνάμνηση λίγα λεπτὰ πρὶν τὴν ἄφιξή του στοὺς νέους καὶ τὰ παιδιὰ ποὺ εἶχαν ἔλθει νὰ τὸν ὑποδεχθοῦν:

ὡς εἰκονα, τὸ χειρογραφο κείμενο τοῦ Πατριαρχη, καὶ τὸ σῆμα του

 

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο

Νὰ θυμήσουμε ὅτι ὁ Δῆμος Πυλήνης, ὁ Σύλλογος Ἠπειρωτῶν Ναυπάκτου καὶ ἡ Σχολὴ Χοροῦ Βαφειάδη ἀνταποκρίθηκαν ἀμέσως στὴν πρόσκληση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καὶ συμμετεῖχαν στὴν ὑποδοχὴ μὲ ζῆλο. Συγκέντρωσαν τὰ μέλη τους καὶ τὰ ἔντυσαν μὲ παραδοσιακὲς στολές. Ὁ Δήμαρχος Πυλήνης Ἰωάννης Μπουλὲς πρότεινε εὐχαρίστως τὴν συμμετοχὴ τοῦ χορευτικοῦ τοῦ Δήμου. Ὁ Γιάννης Βαφειάδης παρουσίασε ἑβδομῆντα περίπου νέους καὶ παιδιὰ παραδοσιακὰ ντυμένους καὶ μάλιστα τὰ ἑτοίμασε γιὰ νὰ χορέψουν σὲ περίπτωση ποὺ τὸ ἐπέτρεπε τὸ πρόγραμμα. Ὁ Σύλλογος Ἠπειρωτῶν (μὲ Πρόεδρο τὸν Κωνσταντῖνο Τζίκερα καὶ δάσκαλο τὸν Νῖκο Ζωργιὸ) ἐπειδὴ θεώρησε ὅτι τὸ γεγονὸς ἦταν μοναδικὸ γιὰ τὴν πόλη καὶ ἀπὸ σεβασμὸ στὸν Πατριάρχη ἐνοικίασε 25 στολὲς ἀπὸ τὰ Μέγαρα (τὶς κατηφένιες νυφικὲς τῶν Μεγάρων, ἀπὸ τὶς καλύτερες τῆς Ἑλλάδος) καὶ μαζὶ μὲ ἄλλες 45 δικές του στολὲς (Μικρᾶς Ἀσίας, Ἠπείρου καὶ Ρούμελης) ἔντυσε τὰ μέλη του, ποὺ εἶχαν ὄντως ἐντυπωσιακὴ ἐμφάνιση καὶ ἔδωσαν χρῶμα στὴν ὑποδοχή.

Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐπισήμου γεύματος, ὅπως προαναφέρθηκε, τραγούδησε ἡ Μικτὴ Χορωδία Ναυπάκτου, ἡ ὁποία ἐπέδωσε στὸν Πατριάρχη Τιμητικὴ Πλακέτα καὶ ὁ Πατριάρχης ἔγραψε στὸ βιβλίο ἐντυπώσεων τῆς Χορωδίας τὰ ἑξῆς:

«Κατὰ τὸ ἐπίσημον γεῦμα τοῦ κ. Δημάρχου Ναυπάκτου πρὸς τὴν ἡμετέραν Μετριότητα καὶ τὴν Α. Μακαριότητα τὸν Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμον ἔτερψε τὰς ἀκοάς μας ἡ Μικτὴ Χορωδία Ναυπάκτου, πρὸς τὴν ὁποίαν ἐκφράζομεν τὴν Πατριαρχικὴν εὐαρέσκειαν καὶ τὰ συγχαρητήριά μας, μὲ τὴν πατρικὴν προτροπὴν νὰ συνεχίζη τὰς παραδόσεις μας καὶ τὴν πολιτισμικὴν δραστηριότητά της, διὰ τὸ καλὸν τοῦ τόπου καὶ εἰς καύχησιν καὶ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεὸς μαζί σας!

Διάπυρος πρὸς Θεὸν εὐχέτης

Ὁ Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαῖος

4-ΧΙ-2008-Ναύπακτος».

Τὸ παρακάτω περιστατικὸ ποὺ ἀφορᾶ στὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο διέσωσε ἡ τοπικὴ Ἐφημερίδα «Ἐμπρὸς» σὲ σχόλιό της, τὸ ὁποῖο παραθέτουμε αὐτούσιο, μαζὶ μὲ τὴν φωτογραφία ποὺ δημοσίευσε:

«Χωρὶς πολλά-πολλά

Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης στὴν Ναύπακτο

Ἀπὸ τὰ παραλειπόμενα τῆς ἐπίσκεψης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στὴν πόλη τῆς Ναυπάκτου. Ἂν μπορῇ, βέβαια, αὐτὴ ἡ κίνηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος νὰ χαρακτηρισθῇ παραλειπόμενο.

Μόλις ἔφθασε, λίγη ὥρα πρὶν τὴν ἀκολουθία τοῦ Πατριάρχη, ὁ κ. Ἱερώνυμος στὴν Ναύπακτο, ἔκανε μία στάση, χωρὶς νὰ τὸ ἀντιληφθῇ κανείς, ἐκεῖ στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου (δίπλα στὴν Παπαχαραλάμπειο Αἴθουσα).

Στὴν συνέχεια τέλεσε τρισάγιο στὸν τάφο τοῦ ἀποδημήσαντος, πρώην Μητροπολίτη Ναυπάκτου κυροῦ Νικοδήμου καὶ ἀκολούθως συνέχισε τὴν πορεία τοῦ πρὸς τὴν πλατεῖα λιμανιοῦ γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Πατριάρχη. Ἀκριβῶς τέτοιες κινήσεις καταδεικνύουν τόσο τὸ «εἰδικὸ βάρος» ὅσο καὶ τὴν «εἰδοποιὸ διαφορὰ» τοῦ ἐπί κεφαλῆς τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας» («Ἐμπρός», 7-11-2008).

Ὅλα αὐτὰ καὶ πολλὰ ἄλλα παραλειπόμενα τὰ κατέγραψε μὲ συγκίνηση ὁ λαὸς τῆς Ναυπάκτου στὴν μνήμη του καὶ ἕνα ἐλάχιστο δεῖγμα ἀποτυπώθηκε καὶ στὶς φωτογραφίες, μέρος τῶν ὁποίων δημοσιεύουμε στὸ παρὸν τεῦχος, ἀλλὰ καὶ στὴν ἱστοσελίδα μας parembasis.gr.

Ἱστορικὴ ἐπίσκεψη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου στὴν Ναύπακτο

Α.Κ.

Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου: Στὸν Ἅγιο Φωκᾶ Μεσαχώρου Κωνσταντινουπόλεως

Ἀποσπάσματα ὁμιλίας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως – Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου

Εὐχαριστίαν πολλὴν ἀναπέμπομεν εἰς τὸν ἐν Τριάδι, χθὲς καὶ σήμερον καὶ εἰς τὸν αἰῶνα, Ἅγιον Θεόν μας, διὰ τὴν αἰσίαν συμπλήρωσιν ἑνὸς καὶ ἡμίσεος αἰῶνος ἀπὸ τὸν ἐγκαινιασμὸν καὶ τὴν ἔναρξιν τῆς λειτουργίας τοῦ πανσέπτου τούτου Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς εὐλογημένης Κοινότητός μας του Μεσαχώρου...

Ἀναλογιζόμεθα σήμερον πόσοι ἐκ τῶν μακαρία τὴ λήξει γενομένων προγόνων μας προσῆλθον καὶ διέβησαν κατὰ τὰ 150 αὐτὰ ἔτη τὴν πύλην τοῦ οὐρανίου τούτου παραρτήματος, κομίζοντες τὰς ἀποσκευὰς τοῦ καθ ?¬μ?¬ραν ἀνάντη βίου, τὰς θετικὰς καὶ ἀρνητικάς, τὰς κοσμικὰς καὶ πνευματικὰς βιωματικὰς ἐμπειρίας των. Τὰς ἀμώμους ἡ τὰς ρυπαρᾶς. Τὰ πολύτιμα θησαυρίσματα ἡ τὰ ἀποκρουστικὰ τῆς καθημερινότητος λύματα. Τὰ σκιρτήματα τῆς χαρᾶς ἡ τὰ ἀλγεινὰ ἐπιφωνήματα τοῦ πόνου. Τὴν δοκιμὴν τῆς εὐτυχίας ἡ τὴν ἀποκαρδιωτικὴν γεῦσιν τῆς ζοφερᾶς ἀπογοητεύσεως.

...Ὀφειλετικὼς δέον ὅπως μνησθῶμεν τῶν φιλογενῶν ἀνιδρυτὼν αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι ἐν μέσῳ πλείστων ὅσων ἐμποδίων ἐξωτερικῶν καὶ ἐσωτερικῶν, πολιτικῶν καὶ οἰκονομικῶν, κατώρθωσαν καὶ ἤγαγον εἰς πέρας τὸ πολυέξοδον ἔργον τῆς ἐκ βάθρων ἀνοικοδομήσεως, ἐπὶ τῶν βάθρων τοῦ προϋπάρξαντος Βυζαντινοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Φωκά, καταθέσαντες εὐλαβῶς ἄλλος μὲν τὸ περίσσευμα, ἄλλος δὲ τὸ ὑστέρημα τῶν οἰκονομιῶν αὐτοῦ, τὸν κόπον, τὴν χειρωνακτικὴν ἐργασίαν, τὴν προσευχήν, τὴν πίστιν, τὴν ἐλπίδα.

Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ Ἅγιος προκάτοχος ἡμῶν ἐν τῇ Ἁγιωτάτῃ Ἀρχιεπισκοπὴ ταύτη, τοῦ ὁποίου τὴν 1600ην ἐπέτειον τῆς κοιμήσεως ἑορτάζομεν ἐφέτος, εἰς τὸν εἰδικὸν λόγον, τὸν ὁποῖον ἐξεφώνησεν, ἐπὶ τῇ ἱερὰ μνήμῃ τοῦ Ἁγίου Φωκά, λέγει μὲ θαυμαστὴν εὐκρίνειαν: «Ἡ Ἐκκλησία μήτηρ ἐστὶ τῶν οἰκείων τέκνων, καὶ τούτους δεχομένη, καὶ τοῖς ξένοις τοὺς κόλπους ἐφαπλοῦσα. Κοινὸν θέατρον ἡ κιβωτὸς ἡ τοῦ Νῶε ἤν, ἀλλ ἡ Ἐκκλησία καὶ ταύτης βελτίων. Ἐκείνη μὲν γὰρ ἐλάμβανεν ἄλογα, καὶ ἐφύλαττεν ἄλογα• αὕτη δὲ λαμβάνει ἄλογα, καὶ μεταβάλλει. Οἴόν τί λέγω; Ἔαν εἰσέλθη ἐνταῦθα ἀλώπηξ αἱρετικός, ποιῶ τοῦτον πρόβατον• ἐὰν εἰσέλθη λύκος, ποιῶ αὐτὸν ἀρνίον τὸ ἐμὸν μέρος• ἐὰν δὲ μὴ βούληται, οὐδὲν παρ ἐμέ, ἀλλὰ παρὰ τὴν οἰκείαν ἀγνωμοσύνην».

Δὲν ὑπάρχει ὁ Ἱερὸς αὐτὸς Ναὸς διὰ νὰ διακοσμῇ τὸν κοινωνικὸν περίγυρον, οὔτε διὰ νὰ βραβεύη ἐντὸς αὐτοῦ ἀνθρωπίνας ἀγαθοεργίας. Ὑπάρχει διὰ νὰ νοσηλεύη μυστηριακῶς τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς καὶ νὰ γιγαντώνη τὴν ἀποσταμένην ἐλπίδα εἰς ὅσους ἡμιθανεῖς προφθάνουν εἰς αὐτόν, παραπαίοντες ἀπὸ τὰς θανασίμους ἐπιφορὰς τοῦ κατακλυσμοῦ τῆς ἀνομίας.

Μὲ τὴν προσδοκίαν αὐτὴν τὸν παραδίδομεν καὶ εἰς τὸ μέλλον, εὐχόμενοι νὰ ἀποτελῇ μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος διάτορον σάλπισμα Ὀρθοδόξου ὁμολογίας καὶ μαρτυρίας τοῦ Γενους μας, τῆς ταλαιπωρημένης καὶ ἐσταυρωμένης Ρωμηωσύνης μας, εἰς τὴν εἴσοδον τοῦ Βοσπόρου, εἰς τὴν πόλιν μας αὐτήν. Καί, ὡς εἰς τὸ παρελθὸν ἐσκέπασε τὸν Ναὸν αὐτὸν ἡ ἀνείκαστος τοῦ Κυρίου Χαρις καὶ φιλανθρωπία ἀπὸ συστροφὴς πονηρευομένων εἰς τὸ δοξάζειν διὰ παντὸς τὸ Ὄνομα τὸ Ἅγιον Αὐτοῦ, οὕτω καὶ ἐν τῷ μέλλοντι νὰ σώζη αὐτὸν ἐκ πάσης τοῦ ἀνθρωποκτόνου ἐπιβουλῆς «καὶ τοὺς υἱοὺς Σιών, τοὺς τιμίους καὶ ἰσοστασίους χρυσίῳ, τοὺς ἔτι διεσπαρμένους, τοὺς ξένους τε καὶ παροίκους, καὶ ὡς οἰκείαν διατρέχοντας τὴν ἀλλοτρίαν» (Ἁγ. Γρηγόριος Θεολόγος) νὰ ἐπανίδη ὑπὸ τοὺς θόλους αὐτοῦ, τὴν σωτήριον ὁμολογίαν διατόρως ἀναφωνοῦντας καὶ τὸν οὐράνιον Ἄρτον τοῦ Τροφέως τῆς Κτίσεως εὐλαβῶς μεταλαμβάνοντας.

Ἀπευθύνομεν θερμὸν πατρικὸν χαιρετισμὸν καὶ ἀγάπην καὶ στοργὴν καὶ διαπύρους εὐχὰς πρὸς τοὺς ἀπανταχοῦ τῆς δεσποτείας Κυρίου εὑρισκομένους Μεσαχωρίτας (Ὀρτακιοϊλῆδες) καὶ δεόμεθα τοῦ Παναγάθου Κυρίου, τοῦ ἐν Τριάδι ἀποκαλυφθέντος καὶ λατρευομένου ἐν τῷ Ναῷ τούτῳ τῆς γενετείρας τῶν, νὰ εὐλογῇ αὐτούς τε καὶ τοὺς ἐνταῦθα γρηγοροῦντας καὶ φυλάσσοντας φυλακὰς ἡμέρας καὶ νυκτὸς Μεσαχωρίτας, καθιστῶν αὐτοὺς ἐμψύχους καὶ ζῶντας ναούς, διηγουμένους τοῖς πλησιάζουσιν αὐτοὺς τὴν δόξαν καὶ τὸ μεγαλεῖον τῆς πατρώας Ὀρθοδόξου Πιστεως καὶ τὸ μεγαλεῖον τοῦ Γενους μας καὶ τῶν ἠθῶν καὶ ἐθίμων μας ἐδῶ, τὰ ὁποῖα μετὰ τοσούτου ζήλου καὶ εὐλαβείας διακρατεῖτε ὅλοι σας.

Προσευχόμεθα σήμερα ἀκόμη νὰ ἀναπαύση ὁ Δεσπότης τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καὶ τὰς μακαρίας ψυχὰς τῶν ἀοιδίμων κτιτόρων καὶ ἀνακαινιστῶν, τῶν Ἐπιτρόπων, εὐεργετῶν, μεγάλων εὐργετών, δωρητῶν καὶ ἀφιερωτῶν τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, οἵτινες ἐν πολλαῖς στερήσεσι καὶ οἰκονομικαῖς θυσίαις ἔπηξαν τὸ ἅγιον τοῦτο Θυσιαστήριον, ὡς καὶ τὰς ψυχὰς ὅλων τῶν προαπελθόντων πατέρων καὶ ἀδελφῶν μας, τῶν συντηρησάντων ἐπὶ αἰῶνας τὸν ἱερὸν θεσμὸν τῆς Κοινότητος αὐτῆς τοῦ Ἁγίου Φωκά, ἐργαζόμενοι τὸ ἀγαθόν.

Τὰ πνεύματα τῶν πατέρων μας ἀγάλλονται μαζὶ μᾶς σήμερον. Καὶ ἡμεῖς ἐδῶ, μαζὶ μὲ τὴν προσευχὴν τῶν ἀπανταχοῦ τέκνων τῆς Ἐκκλησίας, τὴ ἐλπίδι ζέοντες, τῷ Κυρίω καὶ τὴ ἱστορία τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Γενους δουλεύομεν μέχρι τελευταίας μας ἀναπνοῇς, ποτὲ ἀπὸ τὸ χρέος μὴ κινοῦντες.

Ἡ καθ ἡμᾶς μαρτυρικὴ Μητηρ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, γνωρίζει νὰ πορεύεται καὶ εὐθηνοῦσα καὶ δοκιμαζομένη, καὶ περισσεύουσα καὶ ὑστερουμένη, ὡς καλῶς πιστεύουσα ὅτι ὁ χρόνος οὗτος ὀψέποτε θὰ καταργηθῇ καὶ σὺν αὐτῷ πᾶσαι αἱ συνακολουθοῦσαι θλίψεις τοῦ παρόντος βίου καὶ ἐν παντὶ καὶ ἐν πᾶσι θὰ βασιλεύση ὁ Χριστός.

Δὲν λογιζόμεθα ἀριθμητικῶς, ἀλλὰ θεολογικῶς καὶ ἐκκλησιαστικῶς, καὶ ὡς ἐκ τούτου ἕως τέλους τοῦ κόσμου τούτου πιστεύομεν ὅτι καὶ οἱ μεθ ἡμᾶς ἐπιγενόμενοι θὰ συνέρχωνται ἐνταῦθα πρὸς συνάντησιν μετὰ τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ προσωπικὸν ἁγιασμὸν μετὰ τῆς αὐτῆς πίστεως καὶ ἐλπίδος, ἴσως καὶ μεγαλυτέρας της ἢν σήμερον ἔχομεν ἡμεῖς.

Εἰς ἔτη πολλὰ καὶ εὐλογημένα! Βοήθειά μας ὁ Ἅγιος Φωκὰς καὶ καλὴν καὶ καρποφόρον πνευματικῶς νὰ ἔχωμεν τὴν ἀρχομένην ἀπὸ τῆς αὔριον Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, τὴν ὁδηγοῦσαν ὁσονούπω μετὰ τὸν Γολγοθᾶν εἰς τὴν Ἀνάστασιν, εἰς τὸ ἅγιον καὶ κοσμοχαρμόσυνον Πασχα. Ἀμήν.

Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου: Συναξαριστικός λόγος γιά τόν Ὅσιο Σωφρόνιο

Ὁ πρόλογος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου γιά τό βιβλίο «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ»

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἀγαπητέ ἀδελφέ καί συλλειτουργέ τῆς ἡμῶν Μετριότητος κύριε Ἱερόθεε, χάρις εἴη τῇ ὑμετέρᾳ Ἱερότητι καί εἰρήνη παρά Θεοῦ.

Ἡ ἐπικειμένη ἔκδοσις τῆς ὑπό τῆς ὑμετέρας φίλης Ἱερότητος συγγραφείσης ὑπό τόν τίτλον «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ» βιογραφίας τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Σωφρονίου ἰδιαιτέρως ἐχαροποίησε τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν καί ἡμᾶς προσωπικῶς. Ἡ ὑμετέρα δέ παράκλησις ἵνα προλογίσωμεν τήν ἔκδοσιν ταύτην προεκάλεσεν ἡμῖν δισταγμόν τινα καί περίσκεψιν, μήπως ὁ λόγος ἡμῶν φανῇ πτωχός νά ἀποδώσῃ τό μέγεθος τοῦ πνευματικοῦ ἀναστήματος τοῦ ἀγαπητοῦ Γέροντος καί τήν ὑπέρ φύσιν πολιτείαν του. Ἀλλά, θαρροῦντες ἐκ τῆς πολλῆς ἡμῶν ἀγάπης πρός τό σεπτόν πρόσωπον τοῦ Γέροντος καί ἀνταποκρινόμενοι εἰς τήν ἐπιθυμίαν τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος, σημειοῦμεν ταπεινάς τινας σκέψεις περί τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας αὐτοῦ.

Ὁ μακαριστός π. Σωφρόνιος ἦτο εἷς ἄνθρωπος ὅστις ἀνέλαβεν ἐν ἑαυτῷ τήν «ἐσχάτην εὐθύνην», τήν ὁποίαν ἀναμένει ἀπό τούς χριστιανούς ὁ Θεός, παραδώσας ἑαυτόν εἰς τόν «Ἅδην τῆς μετανοίας», ὡς χαρακτηριστικῶς γράφει εἰς τά συγγράμματα αὐτοῦ, διά νά γίνη τοιουτοτρόπως ὅμοιος πρός τόν Χριστόν, τόν κατελθόντα εἰς τόν ῾Εαυτοῦ «Ἅδην τῆς ἀγάπης». Συνεπῶς, ἡ ὑψηλή θεολογία τοῦ π. Σωφρονίου, ἥτις καί μεγάλως ἐδόξασεν αὐτόν, δέν ἦτο καρπός ἀκαδημαϊκῶν σπουδῶν καί ψιλή διανοητική ἐνασχόλησις. ῏Ητο ἀληθῶς τό ἀπαύγασμα τῆς πεφωτισμένης διά τῆς ἐλλάμψεως τοῦ ἀκτίστου θείου φωτός καρδίας του, κεκαθαρμένης διά τῆς ἄχρι τελείας λήθης ἑαυτοῦ καί τοῦ σωτηρίου αὐτομίσους ἀφικνουμένης μετανοίας του.

Γενόμενος δέ «νοῦς ὁρῶν τόν Θεόν», ἐπάσχιζεν ὁ ἀοίδιμος νά ποιήσῃ πάντας κοινωνούς τῆς ἰδίας κενωτικῆς πολιτείας, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς τήν θείαν μέθεξιν: «Ἀγωνίζομαι ἀπεγνωσμένως νά περιγράψω τήν ἐπιστήμην, τήν πλέον μεγαλειώδη ἐξ ὅσων γνωρίζει ἡ γῆ καί ὁ οὐρανός. Ἀφομοιοῦται αὕτη οὐχί ἐν ὀλίγοις χρόνοις ἀκαδημαϊκῶν σπουδῶν, ἀλλά.... διά τῆς φλογερᾶς μετανοίας καί τῆς διαμονῆς ἡμῶν ἐν τῷ πνεύματι τῶν ἐντολῶν («Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι»)». Ὁ μακαριστός Γέρων ἐτόνιζε πάντοτε ὅτι ὁ στόχος ἡμῶν εἷναι ἡ ἐκπλήρωσις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ἡ αἰωνία ζωή, ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, καί οὐχί ἡ ἠθική βελτίωσις.

Ἡ ὅρασις τοῦ θείου φωτός, τό ὁποῖον ἐπεσκέφθη αὐτόν ἤδη ἐκ τῆς νεότητός του, ὅτε ἔζη ἐν τῇ Δύσει, ὡδήγησεν αὐτόν εἰς τόν ῾Ιερόν Ἄθωνα, τήν κληρουχίαν ταύτην τῆς καθ' ἡμᾶς Μητρός ᾽Εκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τό καταφύγιον τῆς σωτηρίας καί τόπον ἁγιασμοῦ πλείστων θεοφιλῶν ψυχῶν. ᾽Εκεῖ παρεδόθη εἰς τήν ἄσκησιν καί τήν ἀδιάλειπτον νοεράν προσευχήν, ὑπό τήν ἀσφαλῆ καθοδήγησν τοῦ ἐν ὁσίοις πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου. ᾽Ηκολούθησε τόν Κύριον συναποθνήσκων μετ' Αὐτοῦ διά τῆς ὑπακοῆς καί τῆς ἐκκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος, ἐγνώρισε Πνεύματι Ἁγίῳ τόν Χριστόν, ὡς ὁ πνευματικός του πατήρ, καί, ὁμοιωθείς πλήρως πρός Αὐτόν κατά τά παθήματα, συνανέστη μετά τοῦ Κυρίου καί ἐδέχθη «τοιοῦτον φῶς, τοιαύτην δύναμιν ζωῆς καί σοφίαν», αἱ ὁποῖαι μόνον παρά τῆς Πηγῆς τοῦ φωτός καί τῆς ζωῆς δύνανται νά προέλθουν.

῞Ομως, ἡ ἀνεξιχνίαστος Πρόνοια τοῦ Θεοῦ δέν ἀφῆκε τόν Γέροντα νά τελειώσῃ τήν ζωήν του εἰς τόν ἱερόν Ἄθωνα, ὡς ἐπεθύμει. ῎Επρεπε νά τεθῇ ὁ λύχνος ἐπί τήν λυχνίαν, ἵνα λάμπῃ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. Οὕτως, ἐπορεύθη εἰς τήν Δύσιν, ἔνθα θά ἔλαμπεν οὐχί ὡς λύχνος ἀλλ' ὡς ἀστήρ ὑπέρλαμπρος καί νά ὁδηγήσῃ εἰς τό φῶς τῆς θεογνωσίας πλῆθος ἀπεγνωσμένων ψυχῶν, ποθουσῶν τόν Κύριον. ᾽Εκεῖ, ὑπό τήν εὐλογίαν καί σκέπην τῆς Μητρός ᾽Εκκλησίας, ἥν ὑπερηγάπα καί βαθέως ἐσέβετο, ἵδρυσεν ἀληθῶς μίαν «καινήν πολιτείαν», ἕν νέον ὑπερῷον τῆς Πεντηκοστῆς, ἔνθα μοναχοί καί ἁπλοῖ πιστοί ἐκ διαφόρων ἐθνῶν, γλωσσῶν καί παραδόσεων, συνήρχοντο καί συνέρχονται ἄχρι τοῦδε ἐπί τό αὐτό, ζῶντες καί ἀναπνέοντες διά τοῦ ὀνόματος τοῦ γλυκυτάτου ᾽Ιησοῦ καί διά τῆς μετοχῆς εἰς τό κοινόν ποτήριον.

Ἡ ἀνύστακτος ποιμαντική μέριμνά του καί τό μέγα χάρισμα τῆς διακρίσεως, ὅπερ ἐκόσμει αὐτόν, συνήνωναν ἀρραγῶς τοσοῦτον διαφορετικῶν καταβολῶν ἀνθρώπους καί αὐτή ἡ αἴσθησις τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος ἐβιοῦτο ἔτι ἐντονώτερον κατά τήν ὑπό τοῦ Γέροντος ἱερουργίαν τῆς ἀναιμάκτου μυσταγωγίας, ἡ ὁποία ἦτο ἕν ἀνεπανάληπτον καί συγκλονιστικόν γεγονός διά πάντας τούς συμμετέχοντας. Ὡς γευθείς Πνεύματος Χριστοῦ ὁ π. Σωφρόνιος, δέν ἠδύνατο νά ἀποψύγῃ ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ τήν συνάντησιν «μετά τοῦ ὠκεανοῦ τῶν δυστυχιῶν» τοῦ κόσμου τούτου. Λειτουργῶν ὅμως ἐπανελάμβανε τήν θείαν πρᾶξιν τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ κόσμου, προσφέρων θυσίαν καί προσφερόμενος ὁ ἴδιος ὡς ἐξίλασμα ὑπέρ τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ἀνθρωπότητος, ὑπέρ ὅλου τοῦ Ἀδάμ.

Καίτοι ὁ ἴδιος εἶχεν ἀνέλθει εἰς τό ὕψος τῆς θεοπτίας, διετήρει πάντοτε μέγιστον σεβασμόν καί τιμήν πρός τούς ποιμένας τῆς ᾽Εκκλησίας, καί δή τό σεπτόν Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί τόν Πατριάρχην. Ἀντί νά ὑπεραίρηται «τῇ ὑπερβολῇ τῶν θείων ἀποκαλύψεων» καί διά τόν πλοῦτον τῶν χαρισμάτων, δι' ὧν ἐπροίκισεν αὐτόν ὁ Θεός, διαρκῶς ἐταπεινοῦτο, ἀφοῦ, ὡς γράφει, «ἰδών ἐν πνεύματι τόν Χριστόν, τόν ἀγαπήσαντα ἡμᾶς ῾εἰς τέλος᾽, προσευχόμενον ἐν Γεθσημανῇ καί ἐν συνεχείᾳ ἐπί τοῦ Γολγοθᾷ, μή ἀντιστάμενον τῷ πονηρῷ», ἐμίσησεν ἑαυτόν.

῞Οθεν, ἔχοντες πρό ὀφθαλμῶν μίαν τοιαύτην πνευματικήν προσωπικότητα, ἥν καί ὑμεῖς ἐκ τοῦ σύνεγγυς ἐγνωρίσατε καί ἐγεύθητε τό νέκταρ τῆς ἡδυτάτης διδασκαλίας της, δέν δυνάμεθα νά κρύψωμεν τήν ἡμετέραν πνευματικήν ἀγαλλίασιν, δι' ἧς ὑποδεχόμεθα τήν παροῦσαν βιογραφίαν, ἔχοντες βεβαίαν τήν πεποίθησιν ὅτι θέλει συντελέσει εἰς μεγάλην ὠφέλειαν τῶν πιστῶν. Διά τοῦτο καί ἐνθέρμως συγχαίρομεν τῇ ὑμετέρᾳ προσφιλεῖ ῾Ιερότητι διά τόν κόπον εἰς ὅν ὑπεβλήθητε ἵνα ὁ βίος καί τά θεῖα διδάγματα τοῦ ἐν οὐρανοῖς ἀναπαυομένου Γέροντος γένωνται κτῆμα πάντων ὅσων ποθοῦν νά πορευθοῦν τήν ἰδίαν ὁδόν τῆς θεώσεως.

῞Οσοι ἔχουν ἀνοικτά τά ὦτα τῆς ψυχῆς των, ἀναγινώσκοντες τάς σελίδας τοῦ παρόντος βιβλίου, θά ἀκούσουν ἐναργῶς αὐτόν νά τούς καλῇ καί σήμερον εἰς τήν ὁδόν ταύτην, λέγοντα τοσοῦτον ἐπικαίρως καί διαχρονικῶς: «Συμπορευθεῖτε, ἀγαπητοί, μέ ἐμᾶς τούς πένητες πρός τόν Σταυρό, πρός τούς ὀνειδισμούς, τίς ἐξουθενώσεις, τήν πτωχεία, τίς θλίψεις, καί ἀργότερα, ἴσως, καί στό θάνατο, Δέν ὑπάρχει ἄλλη ὁδός πρός τόν ἀληθινό, αἰώνιο δοξασμό. Γιά τό ὄνομά Του διωκόμαστε ἀπό παντοῦ...» (᾽Επιστολή πρός Δαβίδ Μπάλφουρ).

Εὐχόμενοι, οὖν, πλουσίαν τήν θείαν εὐλογίαν καί πνευματικήν καρποφορίαν πᾶσι τοῖς ἀγαπητοῖς ἀναγνώσταις, τῇ δέ ὑμετέρᾳ φίλῃ Ἱερότητι δαψιλῆ καί ἑκατονταπλασίονα τήν οὐράνιον ἀντιμισθίαν παρά τοῦ φιλοτέκνου μακαριστοῦ Πατρός, διά τῶν πατρικῶν αὐτοῦ πρεσβειῶν πρός Κύριον, καί κατασπαζόμενοι ἀπό τῆς Βασιλευούσης ὑμᾶς φιλήματι ἁγίῳ, ἐπικαλούμεθα ἐφ’ ὑμᾶς προσωπικῶς καί ἐπί τούς ἐντευξομένους εἰς τήν ἔκδοσιν τήν

Χάριν καί τό ἄπειρον Ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
͵βζ΄ ᾽Ιουνίου ζ΄

+ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός Βαρθολομαῖος