Skip to main content

«Ἦτο, ἐν ὀλίγοις, μοναδικός»

«Ὁ δὲ πατὴρ Φλωρόφσκι, χωρὶς ἀμφιβολία, ἦτο θαυμαστὴς τοῦ ἔργου τοῦ πατρὸς Ρωμανίδη καὶ ἔτρεφε τὰ συναισθήματα τῆς πατρικῆς ἀγάπης καὶ ἐκτιμήσεως ἀπέναντί του. Ὁ πατὴρ Φλωρόφσκι τὸν θεωροῦσε διάδοχό του εἰς τὸ ἔργο τῆς ἀλλαγῆς ὁλοκλήρου τοῦ προσανατολισμοῦ τῆς συγχρόνου καὶ μέχρι τότε δυτικιζούσης ὀρθοδόξου θεολογίας.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀπελευθέρωσι τῆς θεολογίας μας ἀπὸ τὰς ἐπιδράσεις τῶν ἑτεροδόξων, αὐτὸ ποὺ ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα ὁ πατὴρ Φλωρόφσκι ἦτο ἡ ἔντονη προσπάθεια τοῦ πατρὸς Ρωμανίδη νὰ τονίση ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος θεολογία δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ διανοητικὴ ἄσκησις ἢ γνῶσις, ἀλλ’ ἀντιθέτως εἶναι ἕνα βίωμα ποῦ ἐπιδρᾶ στὸ βαθύτερο μέρος τοῦ εἶναι μας, καὶ μᾶς ὁδηγεῖ, βαθμηδὸν καὶ κατ’ ὀλίγον πρὸς τὴν θέωσιν. Ἡ θεολογία αὐτή, ἑπομένως, δὲν εἶναι μία ἁπλὴ ἐπιστήμη, ἀλλὰ τοὐναντίον, εἶναι μία ζωὴ καὶ ἐμπειρία ὁλόκληρη, ἡ ὁποία ἔχει ἀρχή, ἀλλά, χάριν Θεοῦ, δὲν ἔχει τέλος.

«Πρόσεχε, υἱέ μου», μοῦ ἔλεγε ὁ πατὴρ Φλωρόφσκι, «αὐτὰ ποὺ σοῦ διδάσκει ὁ πατὴρ Ἰωάννης ὄχι μόνον θὰ σώσουν τὴν ψυχή σου, ἀλλὰ θὰ σὲ κάνουν φάρο τῆς Ὀρθοδοξίας σὲ ἕναν κόσμο ποὺ σπαράσσεται ἀπὸ τὴν ἀφομοίωσιν καὶ τὸν σχετισμόν. Ἡ ἀποστολή σου ὡς ἱερεὺς θὰ εἶναι νὰ διδάξης τὴν ἀλήθειαν ποὺ μένει στοὺς αἰῶνες, καὶ αὐτὴ τὴν ἀλήθειαν θὰ τὴν μάθης ἀπὸ τὸν πατέρα Ἰωάννην».

Ἐπὶ πλέον, ὁ πατὴρ Φλωρόφσκι ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ πατὴρ Ρωμανίδης ἦτο ἄφοβος μαχητὴς ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτὸς μοῦ ἐξήγησε ὅτι δὲν ἐδίστασε νὰ παλέψη ὁ πατὴρ Ρωμανίδης μὲ τὰ τότε μεγαλύτερα ἀναστήματα τῆς θεολογίας τῆς ἐποχῆς του...

Ἦτο ριζοσπάστης, ἀλλὰ ὅλως ἀπροσδόκητα ἦτο συνάμα καὶ ὑπερασπιστὴς τῆς ἀρχαίας καὶ γνησίας παραδόσεως καὶ ὄχι ἑνὸς νέου καὶ συγχρόνου θεολογικοῦ φρονήματος. Ἦτο, ἐν ὀλίγοις, μοναδικός».

(Πρωτοπρεσβύτερος Ἀνδρέας Δημότσης, εἰς Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος...»)

«Τό ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» - 13 Νοεμβρίου 2011, Ναύπακτος

«Τό ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» - Δεκαετὲς Μνημόσυνο π. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου, 13 Νοεμβρίου 2011, Ναύπακτος

«Τό ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» - Δεκαετὲς Μνημόσυνο π. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου, 13 Νοεμβρίου 2011, Πνευματικὸ Κέντρο Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου. 

Τήν Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011, πραγματοποιήθηκε στὴν Ναύπακτο ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ἀρχιερατικὸ Μνημόσυνο καὶ ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα γιὰ τὸν ἀείμνηστο διδάσκαλο καὶ καθηγητὴ τῆς Δογματικῆς π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς συμπληρώσεως δέκα ἐτῶν (2001-2011) ἀπὸ τὴν κοίμησή του. Ὁ π. Ἰωάννης, κατὰ τὰ τελευταία ἔτη τῆς ζωῆς του, ἦταν ἐγγεγραμμένος στὸν ἱερατικὸ κατάλογο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. 

Διαβᾶστε σχετικά:  Τεῦχος 184 - Νοέμβριος 2011

Δεῖτε τὰ video τῆς Ἡμερίδος: «Τό ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη» 13 Νοεμβρίου 2011, Ναύπακτος

  • Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Εἰσαγωγὴ στὴν Ἡμερίδα,
  • Εἰσήγηση π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ: «Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, σημεῖον ἀντιλεγόμενον»
  • κ. Δέσπω Λιάλιου: «Θεολογικές προϋποθέσεις τῆς ἑρμηνευτικῆς στὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη»
  • Εἰσήγηση κ. Ἀντωνίου Παπαδόπουλου: « Ἀναμνήσεις μου ἀπὸ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη»
  • Εἰσήγηση κ. Σταύρου Γιαγκάζογλου: «Ἡ σημασία τοῦ περὶ τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἔργου τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιἀ τἠν Ἐκκλησία καὶ τὴν θεολογία».
  • Εἰσήγηση κ. Λάμπρου Σιάσου: «Ρωμανιδικά ἀλεξίπυρα καὶ ἀκαδημαϊκὲς φλογώσεις».
  • Εἰσήγηση π. Γεώργιου Δράγα: «Ἡ Πατερικὴ θεολογία ὡς βάση τῆς συγχρόνου Ὀρθοδόξου Ἐρμηνευτικῆς»

 

 

† Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης

Ὁ διδάσκαλος τῆς Ρωμηοσύνης, «Κορυφαῖος Δογματικός Θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας»

† Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης Τὴν 1η Νοεμβρίου 2001 ἐκοιμήθη ὁ Πρωτοπρεσβύτερος π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, Καθηγητὴς τῆς Θεολογίας, ὁ «διδάσκαλος τῆς Ρωμαίϊκης ὑποστάσεως τοῦ Γένους», ὁ «Κορυφαῖος Δογματικός Θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (Ναυπάκτου Ἱερόθεος).

Ἡ κηδεία του ἔγινε τὴν Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2001, στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν. Συμμετεῖχαν οἱ Ἀρχιερεῖς: Τυρολόης Παντελεήμων, Ναυπάκτου Ἱερόθεος, ὁ ὁποῖος καὶ ἐκπροσώπησε τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστόδουλο, Ἱεραπύτνης Εὐγένιος καὶ πρώην Ἀτλάντας κ. Ἰωάννης, ὁ Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός καὶ ἄλλοι Ἱερεῖς, ἡ οἰκογένειά του, ἡ ἀδελφή καὶ ὁ ἀνηψιός τοῦ ἐκλιπόντος, καὶ ἄλλοι μαθητές καὶ φίλοι του.

Τήν ἐξόδιο ἀκολουθία ἔψαλε ὁ χορός τοῦ Συλλόγου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως.

Σήμερα, 2 Νοεμβρίου 2020 ἡμέρα τῆς ἐπετείου τῆς κοιμήσεως τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰωάννη, ἡ ἱστοσελίδα μας κάνει ἕνα μικρό ἀφιέρωμα, εἰς τιμήν καί μνήμην του.

Δημοσιεύονται:

–ὁ ἄμωμος, τά εὐλογητάρια, οἱ εὐχές καί ἡ ἀπόλυση τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας του (ἠχητικά)

Ἄμωμος Ἐξοδίου Ἀκολουθίας 1/3

Εὐλογητάρια Ἐξοδίου Ἀκολουθίας 2/3

Εὐχὲς Ἐξοδίου Ἀκολουθίας 3/3

Ὁμιλία Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου

– Ὁμιλία Πρωτοπρεσβύτερου καὶ Καθηγητοῦ π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ

– Ὁμιλία Καθηγητοῦ κ. Λάμπρου Σιάσου

– Ὁμιλία Καθηγήτριας κ. Δέσπως Λιάλιου

– Ὁμιλία Καθηγητοῦ κ. Χριστινάκη

Παρουσίαση γιά τόν π. Ἰωάννη πού προβλήθηκε κατά τήν παρουσίαση τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» (προβολή-ἦχος)

Thomas Shaw: Μιλώντας γιὰ τὸν Διάβολο

Ὁ π. Ἰωάννης κοιμήθηκε, ὅμως δὲν ἔπαψε νὰ μιλᾶ: «Μύσας ὁ... Ἰωάννης τὸ στόμα, ἀφῆκεν ἡμῖν ἄλλο τάς βίβλους στόμα» (στίχοι στὸν ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο). Ὁ λόγος του, λόγος σύγχρονος καὶ παραδοσιακός, διεισδυτικός καὶ διακριτικός, ὀξύς καὶ θεραπευτικός, πατερικός, θεολογικός, θὰ ἀκούγεται ἔντονα, ὅπου ἡ μικρά ζύμη θὰ ζυμώνη ὅλο τὸ φύραμα.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ὁ ἀδελφός μου Ἰωάννης. Χαιρετισμὸς κ. Παρθενίας Ρωμανίδη-Ott

Παρουσιάστρια: Εὐθυμία Μαυρομιχάλη

κ. Παρθενία Ρωμανίδη-Ott

Εἶναι μεγάλη μας τιμὴ καὶ χαρὰ νὰ ἔχουμε ἀπόψε κοντά μας ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀγαπημένα πρόσωπα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδου, τὴν ἀδελφή του κυρία Παρθενία Ρωμανίδη-Ὄττ. Ἡ κ. Παρθενία ἀνέλαβε ἕνα μακρὺ καὶ κοπιαστικὸ ταξίδι εἴκοσι δύο καὶ πλέον ὡρῶν, ἀπὸ τὴν Νέα Ζηλανδία μέχρι τὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ εἶναι σήμερα ἐδῶ. Τὴν εὐχαριστοῦμε θερμὰ καὶ τὴν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς σκιαγραφήση τὴν δική της εἰκόνα τοῦ πατρὸς Ἰωάννου.

κ. Παρθενία Ρωμανίδη-Ott:

Μακαριώτατε,

Πάντα, ὅταν μὲ ρωτοῦν ἀπὸ ποῦ εἶμαι, ἀπαντῶ ὅτι εἶμαι πρόσφυγας ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, γεννημένη στὴν Ἀμερικὴ καὶ τώρα ζὼ στὴν Νέα Ζηλανδία. Στὸ πρῶτο μου ταξίδι στὴν Ἑλλάδα, ὅταν ἦρθα νὰ ἐπισκεφθῶ τὸν ἀδερφό μου πέρασα πολὺ χρόνο μαζί του. Ὅποτε βγαίναμε ἔξω μὲ τοὺς φίλους του ἢ μὲ τοὺς συναδέλφους του μὲ κοίταζε διακριτικὰ καὶ μοῦ ἔλεγε: "Μὴ μιλᾶς ἑλληνικά". Ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο μοῦ τὸ ἔλεγε αὐτὸ ἦταν γιατί τὰ ἑλληνικὰ μου ἦταν καππαδοκικὰ ἑλληνικά, μὲ τὰ ὁποῖα μεγάλωσα στὸ πατρικό μου σπίτι, στὸ Μανχάταν τῆς Νέας Ὑόρκης.

Ὁ ἀδελφός μου κι ἐγὼ μεγαλώσαμε σὲ ἕνα σπίτι, ὅπου οἱ γονεῖς μας μιλοῦσαν τὰ τουρκικὰ ὡς πρώτη τους γλῶσσα μεταξύ τους καὶ χρησιμοποιοῦσαν τὰ καππαδοκικὰ ἑλληνικά, ὅταν μιλοῦσαν σὲ μᾶς. Καὶ ὅταν βγαίναμε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι, ἀπὸ τὸ διαμέρισμά μας στὴν Νέα Ὑόρκη, τότε μπαίναμε σὲ ἕναν κόσμο τῶν ἀγγλικῶν τῆς Ἀμερικῆς.

Ὅταν ὁ ἀδελφός μου ἔκανε αἴτηση γιὰ νὰ ἐγγραφῆ στὴν Θεολογικὴ Σχολή, αὐτὴ ποὺ τώρα εἶναι γνωστὴ ὡς Holly Cross, τοῦ ζήτησαν νὰ διαβάση λίγα ἑλληνικά, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἔκανε μὲ πολὺ μεγάλη δυσκολία. Μετὰ βίας μποροῦσε νὰ διαβάση ἑλληνικά. Ἀλλὰ βέβαια δὲν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ ἀγνοηθοῦν οἱ προσευχὲς τῆς μητέρας μου, γι' αὐτὸ καὶ ἐγγράφηκε μὲ ἐπιτυχία.

Ὁ ἀδελφός μου ἦταν εὐφυὴς σὲ ὁτιδήποτε ἀποφάσιζε νὰ κάνη. Μία ἀπὸ τὶς μεγάλες του ἀδυναμίες ἦταν νὰ πετάη μὲ ἀεροπλάνο. Μέσα σὲ χρόνο ρεκὸρ μάθαινε νὰ πετάη διάφορους τύπους ἀεροπλάνων. Ἦταν ἕνας προικισμένος ποιητής, ἀθλητής. Ἔπαιζε ἀμερικάνικο ποδόσφαιρο, μπέϊζ μπόλ, μπάσκετ μπόλ, καὶ ἦταν ἕνας πρωταθλητὴς στὴν κολύμβηση. Ἔχω ἀκόμα τὴν μελόντικα τοῦ ἀδελφοῦ μου μὲ τὴν ὁποῖα μὲ πρωτομάθαινε νὰ παίζω. Ἔπαιζε σάλπιγγα καὶ ἀνῆκε σὲ μία μουσικὴ μπάντα. Πόσο μοῦ ἄρεσε νὰ τὸν βλέπω νὰ παρελαύνη στὴν 5η Λεωφόρο, στὴν Νέα Ὑόρκη, κυρίως τὴν ἡμέρα τῆς Ἑλληνικῆς Ἀνεξαρτησίας, τὴν 25η Μαρτίου.

Εἶχα πάρα πολὺ καλὴ σχέση μὲ τὸν ἀδελφό μου, ἂν καὶ ζούσαμε κυριολεκτικὰ στὰ ἀντίθετα ἄκρα τοῦ κόσμου. Εἴχαμε διαρκῆ ἐπικοινωνία μέσῳ τοῦ τηλεφώνου καὶ κατὰ καιροὺς βρισκόμασταν κιόλας. Μοιραζόταν μαζί μου τὶς ἀνησυχίες του, σὲ σχέση μὲ τὴν ἐργασία του καὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀνησυχοῦσε ὅτι δὲ θὰ μποροῦσε νὰ ὁλοκληρώση τὴν ἐργασία του.

Εἶμαι συγκινημένη ποῦ βρίσκομαι ἀνάμεσα στοὺς φίλους του καὶ στοὺς συναδέλφους του σήμερα ἐδῶ σὲ αὐτὴν τὴν πολὺ σημαντικὴ στιγμή. Εἶμαι σίγουρη ὅτι βρίσκεται μαζί μας ἀπόψε καὶ ὅτι θὰ εἶναι πολὺ ἀνακουφισμένος ποὺ μιλάω στὰ ἀγγλικά.

Σεβασμιώτατε Ἰερόθεε,

Σᾶς ἤξερα πολὺ καλὰ πρὶν σᾶς γνωρίσω κάν. Πόσο λυπηρὸ ἦταν ποὺ ἡ πρώτη φορὰ ποῦ συναντηθήκαμε ἦταν στὴν κηδεία τοῦ ἀδελφοῦ μου. Σᾶς εὐχαριστῶ θερμὰ γιὰ τὴν εὐγένειά σας, γιατί στηρίζατε πάντα τὸν ἀδελφό μου καὶ ἤσασταν δυναμικὰ ἀφοσιωμένος καὶ πιστὸς σ' αὐτόν. Ὁ ἀδελφός μου μαζὶ μὲ τὴν μητέρα μου χαμογελοῦν καὶ εἶναι πολὺ χαρούμενοι.

Σεβασμιώτατε σᾶς χαιρετῶ.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Οἰμωγὲς καὶ ἀλάλητοι στεναγμοὶ ἑνὸς ἀγρυπνοῦντος Ἐπισκόπου, τοῦ Λάμπρου Χρ. Σιάσου

Λάμπρου Χρ. Σιάσου, καθηγητοῦ Δογματικῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης

Τόσον ὁ μακαριστὸς Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μὲ ὀξύτατο τρόπο τὴν "ἐμπειρική - ἐκκλησιαστική -θεολογία" ἀπὸ τὸν στοχασμό, ἄλλως τὴν "στοχαστικὴ θεολογία". Εἰς τοὺς παλαιοὺς καιρούς, ὅπου ἔχω τὴν προνομία νὰ θητεύω κάποιες δεκαετίες τώρα, ἐδιάβαζαν βιβλία γιὰ νὰ μαθαίνουν. Οἱ τρανοὶ μάλιστα δάσκαλοί τους, ὡς Ἀρίσταρχος ὁ Σάμιος, παρέδιδαν καὶ τὸν τρόπο τῆς μελέτης: "Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν"!

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη  Οιμωγές καί αλάλητοι στεναγμοί ενός αγρυπνούντος Επισκόπου  τού Λάμπρου Χρ. Σιάσου

Πέτρος, ὁ δικός μας καὶ Δαμασκηνός, ναὶ αὐτὸς ὁ ἄσημος τῆς Φιλοκαλίας, ὑπερυψώνει τὴν παλαιὰ διδαχή: «Ἡ Γραφὴ ἑρμηνεύεται μὲ τὴν Γραφή». Πλὴν καὶ προστάσσει: «Νὰ ἐμβαίνετε ἀπὸ τὴν θύρα στὶς ἅγιες Γραφές! Μὴ φτιάχνετε δικές σας ἀνεμόσκαλες νὰ ἐμβῆτε (ὡς κλέπτες) ἀπὸ τὰ παράθυρα".

Μὲ ὁδηγὸν τὸν δίκαιο δρόμο τοῦ ἑλληνικοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ τρόπου μας ἔκυψα, Ὑψηλοὶ Προσκεκλημένοι ἀγαπητοὶ φίλοι, εἰς τὸ προκείμενον ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου Ναυπάκτου: Νὰ μαθητεύσω, νὰ τὸ διαβάσω μὲ τὶς δικές του κλεῖδες καὶ κριτήρια. Καὶ ἂν ἀξιωθῶ νὰ λάβω τί, νὰ τὸ ἀντιχαρίσω στὸν Πονήσαντα. Ὁ ὁποῖος μὲ ἐτίμησε μὲ τὴν βαρεῖα τιμὴ μαζὶ καὶ εὐθύνη νὰ εἰσηγηθῶ, ἂν καὶ μιγάς, γιὰ ὑψηλὸ ἐπισκοπικὸ ἐργόχειρο.

Τίτλος τοῦ ἔργου, ὑπότιτλος, ὑλικό, διάθεση, δομή, μέθοδος, σχῆμα, ἐξώφυλλο, χαρτί: ἐργόχειρα λεπτοφυῆ χειρῶν φιλοκαλικῶν ἀσυνήθη, καινοφανῆ, ἀρτιπαγή! Ὅλα; Ναί! Ἴσως ναί!

Ἅς ἀρχίσουμε ἀπὸ τὸ κριτικότερο, ὡς κινδυνωδέστερο: Ἕνας Ἐπίσκοπος, γνωστὸς εὐφήμως στὴν Ἑλλάδα καὶ διεθνῶς, μεταξὺ ἄλλων καὶ γιὰ τὸ χάρισμα τῆς γραφῆς του, ἐπιλέγει αὐτὴ τὴν φορὰ νὰ χειρισθεῖ ἕνα τεράστιο ὑλικὸ προφορικῶν παραδόσεων. Ἐρώτημα μεῖζον: Μὲ ποῖο κριτήριο θὰ ἐπιλέξει τὰ χύδην καὶ τὰ ἀτάκτως εἰρημένα; Ἀπάντηση εὐθεῖα καὶ παρρησιασμένη τοῦ ἰδίου: "Ἐμεῖς, παραβλέποντας ὅ,τι ἀρνητικό, προσβλέπαμε μόνο στὴ θεολογία τοῦ π. Ἰω. Ρωμανίδη καὶ τὴν προσωπικὴ σχέση τοῦ Ρωμανίδη μὲ τὴν θεολογία. Θαυμάζαμε δὲ τὴν ἀσκητικότητα καὶ τὴν διὰ Χριστὸν σαλότητά του καὶ ὅλη τὴν προσήλωσή του στὴν πατερικότητα".

Ἡ γραφὴ εἶναι στὸ βιβλίο. Τὸ πνεῦμα ὅμως τῆς φωνῆς εἶναι τοῦ γνωστοῦ μας καὶ ἀκριβοῦ δασκάλου παπα-Γιώργη Μεταλληνοῦ. Γνώρισμα τοῦ βιβλίου πρῶτον, τοῦ συγγραφέα δεύτερον. Μαζὶ καὶ κλειδὶ γιὰ τὴν ἀνάγνωση. Ὁ Ναυπάκτου χειρίζεται κάποιες χιλιάδες προφορικὰ fragmenta. Καὶ μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ ἄτακτο χάος δὲν συστήνει ἰδικό του ἐργαλεῖο-μέθοδο. Ἀλλὰ αὐτός, Ἐπίσκοπος ὧν, δανείζεται ἀπὸ ἕνα πρεσβύτερο (...).

Μὲ ὁδηγὸ τὸ ἀνωτέρω κριτήριο ὁ Ναυπάκτου χωρίζει τὰ κρείσσονα ἀπὸ τὰ ἐλάσσονα. Μετά, εἰκάζω, λαμβάνει δύο ἐν χρήσει τίτλους: "Ἐμπειρικὴ Θεολογία", "Δογματικὴ καὶ Συμβολικὴ Θεολογία", τοὺς συναιρεῖ σὲ ἕνα, καὶ ἔτσι δημιουργεῖ τὴν "Ἐμπειρικὴ Δογματική". Εἰκάζω ἐκ δευτέρου: Ὁ Ναυπάκτου δὲν ἐξύπνησε μίαν ὡραίαν πρωΐαν μὲ τὸ ὄνειρο νὰ γίνει καθηγητὴς ἢ συγγραφέας Δογματικῆς. Ὁ Ναυπάκτου ἀπὸ ἐτῶν μαθητεύει στὸν Ρωμανίδη. Αὐτὴ ἡ μαθητεία, μαζὶ μὲ ἄλλες, τοῦ ἔθρεψαν τὸν ποιμαντικὸ καὶ συγγραφικὸ λόγο. Καὶ τώρα, πρᾶγμα τίμιον, τιμᾶ τὸν διδάσκαλόν του. Μάλιστα τὸ ἐσχεδίασε ὡς μνημόσυνο γιὰ τὰ δέκα χρόνια ἀπὸ τῆς ἐκδημίας του. Εἶπα: εἰκασίες δύο. Κὰν μία δὲν ἀποβαίνει πειστικὴ σὲ ὅποιον διαβάσει ἀργά, ὑπομονετικὰ τὸ δισσὸ βιβλίο. Ὅπερ καὶ ἔπραξα.

Εὐτυχῶς, ὅταν ἐφώτιζαν τὰ Φῶτα, ηὗρα μαζὶ καὶ ἄκουσα σχῆμα θεσπέσιο ποὺ φωτίζει –θαρρῶ- τὸ διάβασμα τοῦ βιβλίου: Λέει τὸ ἰδιόμελο γιὰ τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ: "...ἐπίγειον τὸ φαινόμενον, καὶ ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς τὸ νοούμενον..."! Τὸ ἀπέσπασα, λοιπόν, (ἀναγνωστικὴ ἀδεία) ἀπὸ τὰ τρισάγια Θεοφάνεια καὶ τὸ ἔφερα τροπικῶς στὴν γραφὴ τοῦ Ναυπάκτου.

Τὸ συνοψίζω: Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου ἔγραψεν ἀληθῶς καὶ ἀκριβῶς αὐτὸ ποὺ λέει τὸ ἐξώφυλλο. Δηλαδὴ δογματικὴ θεολογία. Πλήν, αὐτὸ εἶναι τὸ φαινόμενο. Κάτωθεν αὐτοῦ κρύπτεται ὁ νοὺς τῆς γραφῆς του. Ὅπως συμβαίνει σ' ὅλες τὶς γραφές, καὶ ἰδιαζόντως στὶς ἱερές. Καὶ ὅπως συν-ἐπι-θεματίζει Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης.

Γνωρίζοντας μετρίως τὸν Ρωμανίδη, διδάσκαλο καὶ διδασκαλία, ἐπίσης καὶ τὸν ἐπίσκοπο Ἰερόθεο, ἔχοντας μελετήσει πάντως καλὴ τὴ προαιρέσει τὸ προκείμενο ἔργο, ἔχω τὴν διαίσθηση ὅτι μοῦ χαρίσθηκε νὰ ψηλαφήσω, νὰ ἀκούσω ἀπὸ τὶς ὑπώρειες τοῦ ὅρους, ἐκεῖ ὅπου ἵστανται περιδεεῖς οἱ μὴ ἠξιωμένοι, τὸ νοούμενο τοῦ δισσοῦ βιβλίου. Ἡ βραχύλεκτη μαζὶ καὶ κρυφιόμυστη θησαύριση-κατάθεσή του γίνεται πεντακόσιες σελίδες μετὰ τὴν ἐκκίνηση σὲ τέσσερεις διάδοχες διατυπώσεις.

"Ἡ μέθεξη τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ γίνεται μὲ τὸν συνδυασμὸ τῶν Μυστηρίων καὶ τῆς ἀσκήσεως". Ἰδού, λοιπόν, ὁ ἔσω νούς, ὁ κεκρυμμένος σκοπὸς τοῦ ἔργου. Ποὺ κρύπτεται μαζὶ καὶ φανερώνεται, ἤγουν ξενοδοχεῖται, σὲ ἕνα ἄσημο σμικρὸ κεφάλαιο ἐπτάμισης καὶ μόνον σελίδων. Τὸ ὁποῖο ὅμως περιέχει τὸ παραδοξότερο γεγονὸς τῆς λογικῆς καὶ τῆς καθόλου ἱστορίας: "Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ".

Ἐξ αὐτοῦ λοιπὸν ἐγράψαμε ἄτεχνη ζωγραφία δεύτερη: Ὅλο τὸ δισσὸ βιβλίο, ἕνας σταυρός. Καὶ στὰ πόδια τοῦ Σταυροῦ ἀγρυπνῶν ἕνας Ἐπίσκοπος. Ποὺ θρηνεῖ ὁλοφυρόμενος, ποὺ οἰμώζει ὀδυρόμενος οἰμωγὲς ἀσταμάτητες. Πλὴν καὶ θαρρεῖ, καὶ ἐλπίζει, καὶ ἀνίσταται. Οἱ οἰμωγὲς εἶναι οἱ κλαυθμοὶ καὶ τὰ δάκρυα ἑνὸς Ποιμένα πάνω στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Ποὺ ἐμφανίζει ἐμφανῆ τὰ συμπτώματα τῆς προ-κωματικῆς ἀφασίας, σὲ ὅλα σχεδὸν τὰ φαινόμενα ἐπίπεδά του:

-ἱερουργίες ὡς μαγεῖες,
-ἐξορκισμοὶ καὶ βαπτίσεις πρὸς τὸ θεαθῆναι,
-κατηχητικὰ ποὺ φορτώνουν τὴν λογικὴ καὶ σκοτίζουν τὸν νούν,
-ἠθικισμοὶ καὶ εὐσεβισμοὶ μὲ τὸν τρόπο τῆς ἀκάρπου συκῆς,
-θεολογικὲς σχολὲς ποὺ παράγουν θεολόγους μέν, πλὴν ἀθεολογήτους,
-λειτουργία ἐπισκοπικῶν συνόδων ὡς τυπικῶν σχημάτων καὶ συνελεύσεων,
-ἔκλειψη ἀνησυχαστικὴ θεραπευτηρίων, θεραπευτῶν, θεραπευομένων (ἢ μείωσή τους ἀπὸ τὸ (85) στὸ (15), (10), (5)%.

Παρένθεση ἐξηγητικὴ τοῦ ὑπότιτλου, τῆς μεθόδου, τῆς ἐπίκλησης Ρωμανίδη. Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου, ἂν καὶ δεινὸς τῆς πνευματικῆς διαγνώσεως, δὲν καταθέτει προσωπικὲς ἰατρικὲς ἀκτινο-γραφήσεις. Ἀντιθέτως προσφεύγει σὲ πρεσβύτερο καὶ καθηγητὴ τοῦ αὐτοῦ Σώματος. Ὁ ὁποῖος τὰ ἱστοροῦσε παρρησία ἐν ὅσῳ ζοῦσε (ἴσως καὶ σὲ αὐτὸ νὰ ὀφείλεται ποὺ ἔφυγε μὲ ἐπιτίμηση). Καὶ βάζει τὴν φωνὴ αὐτοῦ τοῦ ἀτίθασου Καππαδόκη νὰ τὰ ἀνιστορήσει καταλεπτῶς. Ἀκριβέστερα: νὰ τὰ ἀνιστορεῖ ἀκαταπαύστως στὸ διηνεκές.

Ὡστόσο κι ἐπειδὴ οἱ οἰμωγὲς τοῦ Ἐπισκόπου (ποὺ ἀγρυπνεῖ, ποὺ γίνεται ἐξ ὕπνου) ἐξαγορεύονται δημοσία καὶ παρρησία, γιαυτὸ τοῦ χαρίζεται –αἰσθάνομαι- ἡ ἀπὸ τοῦ Σταυροῦ παραμυθία ἅμα καὶ ἐλπίδα. Στὸ δισσὸ βιβλίο λαμβάνουν τὴν ἡδείᾳ μορφὴ "στεναγμῶν τῶν ἀλαλήτων"!

Ἅς ἐγγίσουμε καὶ στὸ φαινόμενο καὶ στὸ νοούμενο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου ἐσχεδίασε δέκα μείζονα κεφάλαια Δογματικῆς. Τύποις ἀκολουθεῖ τὴν πανεπιστημιακὴ θεματική. Καὶ πλεῖον αὐτῆς ἐμπιστεύεται τὴν δωρικὴ κοφτὴ δομὴ τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, ἰδία στὸν Β' Τόμο.

Ἐνῷ ὅμως φαίνεται νὰ βαδίζει τὴν πεπατημένη, ὡστόσο ἀναποδίζει καὶ τὴν τροφοδοσία καὶ τὴν στήριξη καὶ τὴν ἱεράρχηση. Παθαίνει καὶ αὐτὸς τὸ πάθος τοῦ Ἰορδάνου.

Ὁ κεντρικός, ὁ σταθερὸς ἄξων ποὺ φέρει καὶ κυλίει τὶς οκτακόσιες πενῆντα σελίδες ἠμπορεῖ νὰ πυκνωθεῖ σὲ μία ἁπλὴ πρόταση:

Προηγεῖται τὸ ἐμπειρικὸ γεγονὸς τῆς αὐτοφανέρωσης τοῦ Θεοῦ στοὺς κεκαθαρμένους Προφήτας, Ἀποστόλους καὶ Ἁγίους, καὶ ἕπεται ἡ καταγραφὴ αὐτῆς τῆς φανέρωσης–αποκάλυψης μὲ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα. Κορύφωση καὶ ὕψιστη μορφὴ τῆς Θεοφανείας, ἡ Πεντηκοστὴ καὶ γενέθλη ἐν ταυτῷ τοῦ Κυριακοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος'' .

Ὡς ἐδῶ τὰ πράγματα φαίνεται νὰ παρουσιάζονται μὲ τὸν γνωστὸ στὴν ρωμανίδεια ἀνάγνωση τρόπο. Ὅταν ὅμως ἐμβαίνουμε στὴν καρδία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, τότε διαπιστώνουμε ὅτι ἀνεπαισθήτως μᾶς ἔχει ζωγρήσει ἡ σαργάνη καὶ τὸ δίχτυ τοῦ Ἐπισκόπου. Τὸ κέφ. «Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία θεώσεως» καλύπτει (200) σελίδες (1/4 περίπου τοῦ ὅλου ἔργου). Καὶ ἐξ αὐτῶν: (80) σελίδες (1/10 περίπου τοῦ ὅλου ἔργου) περιέχουν τὴν (φιλοκαλικὴ) διδασκαλία «Περὶ πνευματικῆς τελειώσεως» (δηλ. κάθαρση /φωτισμός /θέωση) καὶ μόνον (50) ἢ (30) ἢ (20) ἀναφέρονται στὰ μυστήρια – ἀκριβέστερα σὲ τρία: βάπτισμα, χρῖσμα, θ. εὐχαριστία.

Στὸ κεφάλαιο αὐτὸ ψηλαφοῦμε ἀνάγλυφη τὴν νοούμενη σκοποθεσία τοῦ ἔργου, ὅ,τι δηλαδὴ σχεδὸν ἱεροκρυφίως λέχθηκε στὸ κέφ. «Περὶ Σταυροῦ» σχετικὰ μὲ τὰ μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση.

Ὁ Ναυπάκτου τολμᾶ θαρσαλέως καὶ ἐπιχειρεῖ δυσεπιχείρητον ἆθλο:

ἀξιοποιῶντας τὸν διδάσκαλόν του Ρωμανίδη ὁλοκληρώνει ὅ,τι ἐκεῖνος δὲν ἐπρόκαμε,
εἰσάγει (ἀκριβέστερον, μήπως ἀναστηλώνει;) τὴν ἀσκητική -ἡσυχαστική – (ἐμπειρικὴ) παράδοση,

πρῶτον: σὲ ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ καθιερωμένα ἀπὸ αἰώνων κεφάλαια τῆς ἐκκλησιαστικῆς θεολογίας, ἰδία τῆς δογματικῆς,

δεύτερον: στὸ μέσον τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, δηλαδὴ στὰ ἱερὰ μυστήρια.

Διακινδυνεύοντας τὴν ἔκφραση, θὰ τολμοῦσα νὰ ἰσχυρισθῶ ὅτι τὰ ἱερὰ μυστήρια, ποὺ ἀκολουθοῦν στὸ βιβλίο, ἑρμηνεύονται πλέον μὲ τὰ τρία στάδια τῆς πνευματικῆς τελειώσεως ποὺ προηγοῦνται!

Ἐπειδὴ τὰ σχετικὰ ἀπορήματα ποὺ προκύπτουν μὲ ξεπερνοῦν, τὰ παραδίδω στοὺς εἰδικοὺς δογματολόγους.

Τὸ κατ’ ἐμέ, σπεύδω σ’ ἕνα μικρὸ στάσιμον, νὰ πάρουμε δύο ἀνάσες βιβλιογραφικές:

Γιὰ νὰ ἀναποδίζονται τὰ ὕδατα τοῦ Ἰορδάνη, τεκμαίρεται ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου Ἰερόθεος παρακολουθεῖ ἀπὸ κοντὰ τὶς πανεπιστημιακὲς συζητήσεις περὶ θεσμοῦ ἢ χαρίσματος στὴν Ἐκκλησία. Καὶ πάντως μὲ ὅσα ἐσχεδίασε καὶ ἔγραψε στὴν «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» λαμβάνει ξεκάθαρη θέση. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο -ἐκτιμῶ- δίδει ἀπάντηση καὶ στὴν βιβλιογραφικὴ ἄποψη ὅτι ἡ μοναχικὴ παράδοση παρέχει τὸ πρωτεῖο στὶς ἀτομικὲς ἀσκητικὲς ἐπιδόσεις καὶ ἀφήνει δεύτερη τὴν ἔνταξη καὶ λειτουργία στὴν ἐκκλησιαστικὴ μυστηριακὴ ζωή.

Ἐπειδὴ ὁ χρόνος μοῦ παραχωρήθηκε ὁρισμένος, ἅς σπεύσουμε νὰ ἀναδείξουμε δύο κεντρικές, κατὰ τὴν κρίση μας, θέσεις τοῦ ὅλου ἔργου. Καὶ οἱ δύο ἔχουν ἕνα κοινό: διατυπώνονται μὲ δύο μέλη σὲ ὀξεῖα διαστολή.

Ἀρχίζω ἀπὸ τὸ δεύτερο κατὰ τὴ σειρὰ τῆς ἐμφάνισής του στὴ Δογματική. Πρόκειται γιὰ τὴν ὀξεῖα διαστολὴ νοῦ καὶ λογικῆς.

Ὅλο τὸ ἔργο θεμελιώνει καὶ οἰκοδομεῖ τὴν ἐμπειρικὴ ἐκδοχὴ τοῦ θεολογεὶν στὴν παρὰ Θεοῦ φώτιση τοῦ ἀνθρωπίνου νοός. Αὐτὸ καθίσταται δυνατὸ καὶ χαρίζεται, ἀφοῦ προηγουμένως καθαρθεῖ ὁ νοὺς ἀπὸ τρία πράγματα:

  1. ἀπὸ τὴν λογικὴ (λογισμούς),
  2. ἀπὸ τὰ πάθη
  3. καὶ ἀπὸ τὸ περιβάλλον.

Ἐπιτρέψατέ μου τὴν ὁμολογία, μαζὶ καὶ εὐχαριστία. Ἂν καὶ διαβάζω χρόνια τώρα τὰ σχετικὰ θέματα ἀπὸ τὶς πηγές, ἂν καὶ ἔχω ἀποκτήσει κάποια μικρὰ ἐξοικείωση μὲ τὰ φιλοσοφικὰ ἰσότοπα (ἀπ' ὅπου καὶ οἱ σχετικοὶ ὅροι), ὡστόσο μόλις τώρα, δηλαδὴ ἀντιπροχθές, ἐσυλλάβισα αὐτὴν τὴν δύσκολη νηπτικὴ ἀλφάβητο. Καὶ ξανὰ ὁμολογῶ, γιὰ ἕνα τουπίκλην μὲν καθηγητή, τὼ ὄντι δὲ θηρευτὴ κενοδοξίας, εἶναι ἀλφάβητος ζόρικος.

Γιὰ τὸ τέλος τῆς Εἰσήγησής μας κρατήσαμε, χάριν ἀντιδόσεως καὶ εὐχαριστιῶν, τὴν πρώτη, τὴν πανταχοῦ παροῦσα θέση καὶ βεβαιότητα τοῦ ἔργου.

Τόσον ὁ μακαριστὸς Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ναυπάκτου διαστέλλουν μὲ ὀξύτατο τρόπο τὴν "ἐμπειρική - ἐκκλησιαστική -θεολογία" ἀπὸ τὸν στοχασμό, ἄλλως τὴν "στοχαστικὴ θεολογία". Ἐπιτρέψατέ μου νὰ εἰπῶ δύο λόγια ἐπιπρόσθετα γι’ αὐτὸ τὸ θέμα.

Ἡ ὡς ἄνω διαστολὴ ἔχει μία ἰδιοτυπία. Δηλαδὴ σηκώνει ἕνα ἑτεροβαρὲς φορτίο: τὸ ἕνα μέλος, ἡ ἐμπειρικὴ θεολογία, εἶναι μονοειδής, σταθερά, ἡ αὐτὴ εἰς τοὺς αἰῶνας: Ὁ αὐτὸς Τριαδικὸς Θεὸς ἀποκαλύπτεται μέσα στὴν ἱστορία στοὺς κεκαθαρμένους φίλους του καὶ φανερώνει τὰ αὐτὰ πράγματα. Ἡ συγκεκριμένη, λοιπόν, ἐμπειρικὴ θεολογία δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τοὺς περὶ θεοῦ στοχασμοὺς τῶν παντοίων ἀνθρώπων.

Ἡ ὡς ἄνω θέση, ἂν καὶ ἐπαναλαμβάνεται ἀμέτρητες φορὲς μέσα στὸ ἔργο, γνωρίζει μία θαυμαστή, δηλαδή, ἀσυνήθη πολυείδεια. Ἐνῷ κάθε φορὰ ὡς στοχασμὸς θεωρεῖται πάντοτε μία ἀνθρώπινη λογικὴ κατασκευή, ἐν τούτοις αὐτὸς ἀποδίδεται σὲ διαφορετικὴ κατασκευή. Ἅς κατατάξουμε σὲ εἴδη τις πιὸ ἐνδιαφέρουσες, αὐτὲς μὲ τὶς πυκνότερες ἀναφορές:

-στοχασμοὶ φιλοσόφων, ἰδία πλατωνικῶν καὶ νεοπλατωνικῶν, μὲ ἐσώτερο σκληρὸ πυρῆνα τὰ ἀρχέτυπα,
-στοχασμοὶ θρησκευτικοὶ πασῶν τῶν ἐποχῶν,
-στοχασμοὶ ἑτεροδόξων, δυτικῆς, ἰδία φραγκικῆς προέλευσης,
-στοχασμοὶ αἱρετικῶν ὀνομαστῶν, παλαιῶν τε καὶ νέων,
-στοχασμοὶ καθηγητῶν θεολογίας σὲ δυτικὰ Πανεπιστήμια,
-στοχασμοὶ καθηγητῶν ὀρθόδοξης θεολογίας ποὺ ἐπηρεάζονται ἀπὸ τὴν δυτικὴ θεολογικὴ ἔρευνα,
-στοχασμοὶ διανοητῶν παντὸς τόπου καὶ χρόνου.

Κρίνοντας ἀπὸ τὴν συχνότητα τῶν σχετικῶν ἀναφορῶν, συμπεραίνει κανεὶς ὅτι τόσον ὁ πρεσβύτερος Ρωμανίδης ὅσον καὶ ὁ Ἐπίσκοπος Ἰερόθεος ταξιθετούν, στὴν θέση «δύο» (μετὰ τὸν ἐξαποδὼ) αὐτὸν τὸν κίνδυνο ἢ ἐχθρὸ γιὰ τὴν ἐμπειρική-ἐκκλησιαστικὴ θεολογία (τὸ ὑπαινιχθήκαμε ἤδη ἐνωρίτερα μὲ τὶς ἀνεμόσκαλες Πέτρου τοῦ Δαμασκηνοῦ).

Εἰς αὐτήν, λοιπόν, τὴν καίρια θεολογική-θεραπευτικὴ διάγνωση μαζὶ καὶ βάση τοῦ ἔργου, ἅς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ συνεισφέρω ἕνα παλαιὸ ὀβολό. Τὸν ἔλαβα ἀπὸ τὴν διαμάχη τοῦ κακοδόξου Βαρλαὰμ πρὸς τὸν ἅγιο καὶ Ἐπίσκοπο Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶ. Κατὰ τὶς ἀνταλλαγές, λοιπόν, γραπτῶν ὁ Βαρλαὰμ ὁδηγήθηκε νὰ ὑποστηρίξει ὅτι καὶ οἱ ἔξω σοφοὶ (κάποιοι ὀνομαστοὶ ἀρχαῖοι ἕλληνες φιλόσοφοι) "εἶναι φωτισμένοι παρὰ Θεοῦ". Αὐτὴ ἡ ἄποψη τοῦ Βαρλαὰμ ἐξόργισε ἀπαθῶς τὸν ἅγιον Ἐπίσκοπο. Ὁ ὁποῖος ἐν τῇ διακρίσει μαζὶ καὶ ἐν τῇ μακρὰ παιδεύσει του ἐννόησε καὶ ἐμέτρησε τὸν κίνδυνον. Καὶ σπεύδει νὰ καταθέσει μία ἀπὸ τὶς μνημειωδέστερες κριτικὲς ἀναγνώσεις τῆς ἔξω σοφίας.

Ἐξ αὐτῆς ἐνδιαφέρει τὸ θέμα μας ἡ ἀκόλουθη διάγνωση Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ: οἱ ἔξω σοφοί, ὅταν ὁμιλοῦν περὶ Θεοῦ, λαμβάνουν ἐνίοτε ὑπὸ τοῦ διαβόλου καὶ ἐμπειρικὴ ἔμπνευση-φώτιση. Δίκην μάλιστα δείγματος ἢ δήγματος ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Παλαμᾶ ὁ ὄφις-δράκων τοῦ Πλωτίνου καὶ συγκεκριμένες ψευδο-φωτοφάνειες Πλωτίνου καὶ Πρόκλου.

Τὸ γεγονὸς εἶναι γνωστὸ βεβαίως στὸν πολυίστορα Ρωμανίδη -κρίνοντας ἀπὸ κάποιους ἀπόηχους ποὺ ὑπάρχουν σὲ δύο προφορικὰ fragmenta καὶ περιλαμβάνονται στὸ βιβλίο. Ἐκ τῆς παλαμικὴς λοιπὸν διαγνώσεως ὁρμώμενοι, προσφέρουμε τὸν συμβολικό μας ὀβολὸ στὸ προκείμενο ἔργο: Δηλαδή, ἐνῷ στὶς πλείονες τῶν περιπτώσεων ἡ διαστολὴ καλῶς ὁρίζεται μεταξὺ ἐμπειρικῆς παρὰ Θεοῦ καὶ στοχαστικῆς παρὰ ἀνθρώπων θεολογίας, σὲ κάποιες εἰδικὲς περιπτώσεις ἡ διαστολὴ πρέπει νὰ ζωγραφεῖται βιαιότερη: ἡ ἀπὸ θεοῦ φωταυγὴς ἐμπειρικὴ θεολογία ἐξ ἑνός, παλαίει καὶ νικᾶ τὴν ἐξίσου ἐμπειρικὴ πλὴν δαιμονικὴ σκοτόμαινα ἐξ ἑτέρου.

Ὑπογραμμίσαμε ἐμφαντικότερα αὐτὸ τὸ σημεῖο, διότι καὶ ἐμεῖς οἱ δάσκαλοι (ὅπως καὶ οἱ Ἐπίσκοποι) πονᾶμε γιὰ πράγματα ποὺ αἱμάσσουν τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα. Καὶ ἀρχίζει νὰ μᾶς πιάνει ἱδρῶτας κρυός, ὅταν σὲ βίβλους περιοδικὲς τῆς "ἐπίσημης Ἐκκλησίας" δημοσιεύονται ἄρθρα ἀπὸ ἐπιστήμονες θεολόγους, ποὺ προτρέπουν χωρὶς αἰδῶ ὅτι οἱ σωστοὶ δογματολόγοι ὀφείλουν παρ' ἐκτὸς τῶν ἁγίων Πατέρων νὰ μελετοῦν ἰσοτίμως πρὸς αὐτοὺς ὅπως δή, καὶ νὰ χρησιμοποιοῦν τὰ ἔργα τῶν κακοδόξων καὶ αἱρετικῶν.

Ἐπιτρέψατέ μας τὴν διάγνωση: αὐτὸ ποὺ ἀκούσατε ἔχει πρὸ πολλοῦ μετακομίσει ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο ἢ ἐπιστημονικὸ στοχασμό. Αὐτὸ ὁδεύει μεσίστιον, ἴσως καὶ πορεύεται πλησίστιον πρὸς τὴν δαιμονικὴ παρενόχληση.

Ἐρώτημα πρὸ τῆς ἀποφωνήσεως: «θὰ ἐπιτύχει τὸν στόχον της ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματική»;

Ἀπάντηση: ἕνας Θεὸς τὸ ξέρει! Ἐξ ἐπόψεως κυκλοφορίας εἶναι περισσότερον ἀπὸ βέβαιον.

Ὅμως ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» δὲν ἐξαντλεῖται στὸν πεζὸ στόχο τῆς κοσμικῆς ἀγορᾶς. Ἡ ἐπιτυχία της κρίνεται οὐχὶ ἐκ τῆς κυκλο-φορίας ἀλλὰ κρίνεται ἐκ τῆς ἄνω-φορίας. Ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κυρίου Ἱεροθέου

Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ κάποιο πλάσμα τοῦ Θεοῦ θὰ βαπτίζεται ἡτοιμασμένον, ἔχοντας ἀσκηθεῖ καὶ καθαρθεῖ, ὁδεύοντας πρὸς τὸν ἄνωθεν φωτισμό!
Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ ἕνας ἁπλὸς ἱερουργὸς θὰ θεραπεύει καὶ θὰ φωτίζει μὲ τὸ ἄλλο φώς!
Θὰ ἐπιτυγχάνει, κάθε φορὰ ποὺ θὰ πέφτει ὁ κλῆρος καὶ ἔτσι θὰ ἐκλέγεται ἐπίσκοπος οὐχὶ ἀπὸ λίστα ΑΝΑΜΟΝΗΣ ἀλλὰ ἀπὸ σπήλαια, ἀπὸ τὶς ὀπὲς τῆς ΓΗΣ!

Ἀντὶ ἐπιλόγου, δύο εὐχὲς καὶ μία ἄσκηση.

Ὅσοι πιστοί, συνεχίζετε νὰ διαβάζετε ἐν ἀφελότητι καρδίας τὶς ἱεροπρεπεῖς καταθέσεις καὶ τοὺς ἄθλους τῶν παλαιῶν μας καὶ νέων παλαιστῶν.

Ὅσοι δύσπιστοι, ὅσοι διερευνητικοί, ὅσοι διυλιστικοὶ τοῦ κώνωπος ὡσὰν τὸν ὁμιλοῦντα, λάβετε γιὰ τὸ κελλίον σας ἄσκηση, μικράν, ἑσπερινή! Ἀναγνώσατε τὸν βίον Ὁσίου Μαξίμου τοῦ Καυσοκαλύβη.

Ἐν ὧ βίῳ περὶ ἁρπαγῆς νοὸς καὶ πάλιν συλλογῆς τοῦ νοῦ καὶ εὐκολοκατανύξεως τὰ κάλλιστα μεταξὺ δύο Ὁσίων διαμείβονται (Συναξάριον Μηνὸς Ἰανουαρίου εἰς τὰς 13).

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Πρό καί Μετά Ρωμανίδη Ἐποχή»

Πρωτοπρεσβύτερου Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Παν/μίου

Ἂν τὸ πέρασμα τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ πραγματικότητα ὑπῆρξε σεισμὸς ἀναστάσιμος, ποὺ μᾶς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν θεολογικοεκκλησιαστικὴ βαβυλώνεια αἰχμαλωσία μας, τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ δίτομο ἔργο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου γιὰ τὴν θεολογία τοῦ π. Ἰωάννη, τὸ ὁποῖο ἔχουμε τὴν τιμὴ σήμερα νὰ παρουσιάζουμε.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη:  «Πρό καί Μετά Ρωμανίδη Εποχή»  Π. Γεωργίου Μεταλληνού

Μὲ τὸ σπουδαῖο ἐγχείρημα τοῦ ὁ Σεβασμιώτατος προσφέρει στὸ ἑλληνικὸ καὶ ἑλληνόφωνο ἀναγνωστικὸ κοινὸ τὴν πεμπτουσία τῆς θεολογίας τοῦ μεγίστου τῶν νεωτέρων δογματολόγων μας, σὲ μία ἔκδοση ὑποδειγματικὴ καὶ ἀπὸ πλευρᾶς διατάξεως τοῦ περιεχομένου, ἀλλὰ καὶ ἐμφανίσεως, ποὺ πληροῖ ὅλες τὶς προϋποθέσεις σεμνότητος καὶ καλαισθησίας. Πιστεύω δὲ ὅτι ὁ Ἅγιος Ναυπάκτου ἦταν ὁ καταλληλότερος γιὰ τὴν σύνθεση αὐτοῦ τοῦ μνημειώδους ἔργου καὶ θεολογικὰ ὡς ὁ ἄριστος συνεχιστὴς τοῦ π. Ἰωάννη καὶ ἐκκλησιαστικὰ ὡς Ἱεράρχης, ποὺ ἔστω καὶ ἀνεπίσημα ἐκφράζει τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας διακηρυκευόμενος τὴν ἐμπειρικὴ θεολογία τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ὄντως δηλαδὴ Θεολογία μας. Ἡ φιλόφρων δὲ ἀφιέρωση τοῦ ἔργου στὸν κ. Ἀθανάσιο Σακαρέλλο καὶ στὴν ταπεινότητά μου δὲν μᾶς περιποιεῖ μόνο ἰδιαίτερη τιμή, ἀλλὰ λειτουργεῖ γιὰ μᾶς καὶ ὡς ὑπόμνηση τοῦ χρέους μας ἀπέναντι στὸν μακαριστὸ Διδάσκαλο καὶ τὴν ἱερὴ παρακαταθήκη ποὺ μᾶς ἄφησε.

Ἡ ἔκδοση κυκλοφορεῖται σὲ μιὰ ἐποχὴ κρίσεως -καὶ δὲν ἐννοῶ ἐδῶ τὴν οἰκονομικὴ καὶ ἐθνικὴ κρίση, ποὺ καὶ αὐτὴ ἔχει τὴν σημασία της. Ἐννοῶ τὴν πνευματικὴ κρίση, ποὺ διερχόμεθα, καὶ κυρίως στὸν χῶρο τῆς Θεολογίας, ὅταν μὲ ἀνούσια καὶ ψυχοφθόρα ὑποκατάστατα, μὲ τὰ καινοφανῆ μάλιστα ὀνόματα "μεταπατερικὴ θεολογία" ἢ "συναφειακὴ θεολογία" -θέματα γιὰ τὰ ὁποῖα πάλι ἔχει καταθέσει τὴν σοφὴ καὶ ἀκριβοδίκαιη ἄποψή του ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης- ἐπιδιώκεται κατάφωρα περιθωριοποίηση τῆς ἀποστολικοπατερικὴς θεολογίας μας, μὲ σκοπὸ τὴν κατίσχυση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, τῆς μεγαλύτερης ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἀρνήσεως καὶ ἀναιρέσεως τῆς σωζούσης Πίστεώς μας. Θὰ συμπληρώσω δὲ ὅτι ἡ ἔκδοση ἀποτελεῖ τὸ εὐλαβικότερο μνημόσυνο στὸν π. Ἰωάννη, τὸν μεγάλο διδάσκαλό μας, πρὸς τὸν ὁποῖο στρέφεται πάντοτε μὲ εὐγνωμοσύνη ἡ σκέψη καὶ ἡ καρδιά μας.

Ἐπειδὴ θὰ ἀκολουθήσουν σημαντικὲς ἀναφορὲς στὸ παρουσιαζόμενο ἔργο καὶ τὸ περιεχόμενό του, θὰ περιορισθῶ ἀπὸ τὴν διακονικὴ θέση τοῦ συντονιστοῦ, ποὺ τιμητικὰ μοῦ ἀνετέθη, στὴν σύντομη ὑπενθύμιση κάποιων ἐκφράσεων τῆς ταπεινῆς ἀποτιμήσεως ἐκ μέρους μοῦ τῆς παρουσίας καὶ προσφορᾶς τοῦ π. Ρωμανίδη στὸν τόπο μας. Μένω, κατ' ἀρχάς, ἀμετακίνητος στὴν πεποίθησή μου ὅτι μπορεῖ ἄνετα νὰ γίνεται λόγος γιὰ ἐποχὴ "πρὸ Ρωμανίδη" καὶ "μετὰ Ρωμανίδη" στὸν χῶρο τῆς Θεολογίας μας, καὶ μάλιστα τῆς πανεπιστημιακῆς. Διότι αὐτὸς μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν βαθειὰ πατερικότητά του, μᾶς ἄνοιξε τὸν δρόμο τῆς ἀπελευθερώσεως ἀπὸ τὴν σχολαστικὴ αἰχμαλωσία μας, ὁδηγῶντας μας καὶ πάλι στὴν ἐμπειρικὴ θεολόγηση τῶν Ἁγίων μας, Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων. Ἐπανέφερε ἔτσι τὴν ἀληθινὴ κατανόηση τῶν ὅρων θεολογία καὶ θεολόγος, προσδιορίζοντας συνάμα τὸ ἀντικειμενικὸ περιεχόμενο τῶν ὅρων Ἀνατολή-Δύση, στὴν πνευματική τους διάσταση. Συχνὰ διερωτῶμαι, πλήρης εὐγνωμοσύνης, τί θὰ ἤμαστε θεολογικὰ χωρίς τον π. Ρωμανίδη.

Ὁ π. Ἰωάννης ἐξάλλου ἀνέτρεψε ὅλα τὰ αὐτονόητα, τὸν εὐσεβισμὸ καὶ τὴν μαγικὴ ἀντίληψη ποὺ εἴχαμε γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν ἀποστολή της στὸν κόσμο. Ἔφερε καὶ πάλι στὴν ἐπιφάνεια τὴν ἄσκηση ὡς ἁγιοπνευματικὴ ζωή, τὴν ἀνάγκη τῆς ἄκτιστης θείας χάρης καὶ τὸν τρόπο προσλήψεώς της, στὰ ὅρια τῆς συνεργείας μας μὲ τὸν Θεό. Κυρίως δέ, ἀποσπῶντας μας ἀπὸ τὴν διανοητικὴ θεολόγηση, ἐπανασύνδεσε τὸ δόγμα μὲ τὴν λατρεία καὶ ἀμφότερα αὐτὰ μὲ τὴν ἱστορία, φωτίζοντας μὲ τὸ φὼς τῆς παραδόσεώς μας καὶ αὐτὸν τὸν ἤδη ἐκδυτικισμένο ἀκαδημαϊκὸ χῶρο. Ὁμολογῶ δὲ ὅτι θεωρῶ ἀληθινὴ εὐλογία τὴν ἀνάγνωση, στὰ 1973, τῆς δακτυλογραφημένης Δογματικῆς τοῦ π. Ἰωάννη, ποὺ μοῦ ἔστειλε στὴν Γερμανία ἡ μακαρίτισσα μητέρα μου. Ἀμέσως διεπίστωσα ὅτι ἦταν Δογματικὴ ἄλλου εἴδους, διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν Δογματικὴ ποὺ γνωρίσαμε στὶς σπουδές μας. Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη γνωριμία μου μὲ τὸν π. Ἰωάννη καὶ δοξάζω τὸν Θεὸ γι' αὐτό.

Δὲν εἶμαι δὲ ὁ μόνος ποὺ δέχθηκε αὐτὴν τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση τοῦ π. Ἰωάννη, ὥστε νὰ θεωρῶ τὸν ἑαυτό μου μαθητῆ του καὶ νὰ καυχῶμαι ἐν Χριστῷ γι' αὐτό. Σημασία ἔχει ὅτι καὶ ὁ Σεβασμιώτατος ἅγιος Ναυπάκτου, ὁμολογεῖ τὸ ἴδιο γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὅπως καὶ ὁ λίαν ἀγαπητὸς "συνιωαννίτης" -κατὰ τὸ συλλουκιανιστής- κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος. Ὑπάρχουν μαθηταί του ποὺ θεωροῦν τιμὴ νὰ τὸ ὁμολογοῦν, ἀλλὰ καὶ κρυφοὶ μαθηταί του, ποὺ τὸ ἀποφεύγουν, ἀλλὰ τὸν καταλεηλατοῦν ἀνομολογήτως. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὸν κατηγοροῦν καὶ τὸν ἀπορρίπτουν, μετέχοντες σὲ μιὰ θλιβερὴ συνωμοσία ἐναντίον του, διότι ἡ "θεολογία" τους, καθαρὰ φράγκικη καὶ οἰκουμενιστική, ἀνατρέπεται κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὴν θεολογία ἐκείνου. Ἀναζητοῦν δὲ συστηματικὰ λάθη τοῦ καὶ παραλείψεις, ποὺ ὡς ἄνθρωπος καὶ αὐτὸς μπορεῖ νὰ ἔχη, διὰ νὰ ἀκυρώσουν, ἀντιμαχόμενοι στὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἀειμνήστου διδασκάλου μας, τὴν ἴδια τὴν θεολογικὴ παράδοση τῶν Ἁγίων μας Πατέρων. Αὐτὸς εἶναι ὁ στόχος τους καὶ ὄχι ὁ π. Ἰωάννης.

Ἡ ἔκδοση ἔχει καὶ ἕνα ἄλλο προσόν. Ἀποκαλύπτει τὸν φυσικὸ καὶ ἄμεσο, τὸν ἄνθρωπο, π. Ἰωάννη. Μολονότι καὶ στὸ πανεπιστημιακὸ βῆμα ἦταν πάντα φυσικὸς καὶ αὐθόρμητος, στὶς ἐκτὸς Πανεπιστημίου παραδόσεις-διδαχές του εἶχε ὅλη τὴν ἄνεση νὰ προσφέρη τὴν βιωματικὴ θεολογία του "ἐν ἀφελότητι καρδίας", ἀποκαλύπτοντας τὸν ἀνθρώπινο καὶ πατερικὸ π. Ἰωάννη, ποὺ συνεδύαζε τὸ ἐκκλησιαστικὸ βάθος τῆς σκέψης του μὲ τὴν ἁπλότητα καὶ σαφήνεια τῆς ὄντως σοφίας, προδίδοντας ἐμπειρικὴ γνώση τῆς πατερικῆς θεολόγησης.

Ὅσοι γνωρίσαμε ἀπὸ πολὺ κοντὰ τὸν π. Ἰωάννη εἴμεθα σὲ θέση νὰ προσυπογράψουμε τὸν λόγο γι' αὐτὸν τοῦ μακαριστοῦ π. Θεοκλήτου Διονυσιάτη: "Εἶναι κυριολεκτικῶς καλόγηρος, φερόμενος ἀπὸ τοὺς Πατέρας καὶ μὲ τὴν ἁγίαν λειτουργικὴν ζωὴν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὑμνῶν τὸν Θεὸν "ἐπτάκις τῆς ἡμέρας".

Εἴη ἡ μνήμη του αἰωνία!

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ἀρχ. Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου, Ἔκφραση συγκίνησης καί ἐμπιστοσύνης

Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν &Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου

Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Αρχιερείς, Ἐλλογιμώτατοι κ. Καθηγηταί, Ἀγαπητοί ἀδελφοί, Πατέρες,

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ἀρχ. Ἀθηνῶν κ. Ιερωνύμου,  Έκφραση συγκίνησης καί εμπιστοσύνης

Προλαμβάνω νὰ πάρω τὸν λόγο. Θὰ ἤθελα νὰ μιλήσω στὸ τέλος γιὰ νὰ ἀκούσω τὶς ὡραῖες εἰσηγήσεις καὶ τὴν ἐμβάθυνση στὰ θέματα αὐτὰ τοῦ πατρὸς Ἰωάννου Ρωμανίδου, μάλιστα ἐπεξεργασμένα ἀπὸ πολὺ δυνατὰ χέρια καὶ δυνατὸ μυαλό, ἀλλὰ λόγοι ὑπηρεσιακοὶ μὲ ὑποχρεώνουν ὀχτὼ παρὰ τέταρτο νὰ φύγω ἀπὸ τὸν χῶρο αὐτὸ γιὰ νὰ βρεθῶ σὲ ἄλλον χῶρο.

Πράγματι νιώθω πολὺ συγκινημένος ἀπόψε καὶ θὰ’ θελα νὰ ὑπογραμμίσω γιὰ ποιούς λόγους. Ὅπως εἶπε ἡ Γερόντισσα Σιλουανή, μπροστὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ὁ Θεὸς ἔφερε τὴν εὐλογία τὴν ἰδιαίτερη νὰ συναντηθοῦμε μετὰ τὴν γνωριμία καὶ τὴν συνεργασία μὲ τὸν τότε Ἱεροκήρυκά μας, Πνευματικό μας καὶ τώρα Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεο, νὰ γνωρισθοῦμε καὶ ἡ Ἀδελφότης νὰ ἐγκατασταθῇ σὲ ἕνα ἐρειπωμένο, γκρεμισμένο μοναστῆρι στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκραιφνίου. Ἡ ἀγάπη τοῦ Σεβασμιωτάτου καὶ Πνευματικοῦ των Πατρός, ἡ ἐργατικότητα τῶν μοναχῶν, ἡ συστηματικὴ ἐμμονή τους στὰ καθήκοντα τὰ μοναχικὰ καὶ πνευματικὰ συνετέλεσε ὥστε νὰ δημιουργηθῇ ἕνας δυνατὸς δεσμὸς πνευματικὸς καὶ συνεργασίας ἐπὶ πολλὰ χρόνια. Αὐτὴ ἡ πορεία τοῦ μοναστηριοῦ συνεχίζεται καὶ τώρα κάτω ἀπὸ τὴν σκιά, τὴν καθοδήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου, διαδόχου μου Μητροπολίτου, τοῦ κ. Γεωργίου, καὶ πάντοτε ὑπὸ τὸ βλέμμα καὶ τὴν καθοδήγηση τοῦ Πνευματικοῦ Πατρός, τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου.

Ὁ δεύτερος λόγος ποῦ μὲ κάνει νὰ εἶμαι συγκινημένος εἶναι αὐτὴ ἡ χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση ποῦ νιώθω κάθε φορά, ὅταν βλέπω ἕνα ἔργο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ἱεροθέου μὲ πάντοτε τὸ ἐρώτημά μου: "Πότε τὰ προλαβαίνει ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα; Πότε προλαβαίνει νὰ εἶναι πανταχοῦ παρὼν σὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις, νὰ δίνη λόγο σὲ κάθε θέμα, νὰ ἀνταποκρίνεται σὲ δημοσιεύματα καὶ νὰ μᾶς προλαμβάνη ὅλους σὲ ἐκπλήξεις, ὅπως αὐτὸ τὸ βιβλίο;".

Ὁ τρίτος λόγος εἶναι ὅτι εἶχα γνωρίσει κι ἐγὼ τὴν προσωπικότητα τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδου, εἴχαμε κάνει πάρα πολλὲς συζητήσεις, ἂν καὶ τὰ θέματα τοῦ δικοῦ του ἐνδιαφέροντος ἀπὸ τοῦ δικοῦ μου ἐνδιαφέροντος ἦταν διαφορετικά, ἀλλὰ εὕρισκε κανεὶς πάρα πολλὰ σημεῖα στὰ ὁποῖα μποροῦσε νὰ συζητάη ἐπὶ πολλὲς ὧρες.

Ἐπίσης εἶμαι πολὺ χαρούμενος, δὲν ξέρω ἂν προλάβω νὰ ἀκούσω ὅλους τοὺς εἰσηγητάς, ἀλλὰ εἶναι ἐκλεκτοὶ ἐργάτες τοῦ Εὐαγγελίου, τῆς διακονίας τῆς θεολογικῆς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, καὶ ὅλα αὐτὰ σὲ μιὰ ἐποχὴ δύσκολη, σὲ μιὰ ἐποχὴ συγχύσεως, σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ ὅλοι μας προσπαθοῦμε νὰ βροῦμε τὰ σταθερὰ σημεῖα πάνω στὰ ὁποῖα θὰ πατήσουμε γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ξεπεράσουμε τὶς δυσκολίες.

Πιστεύω πὼς, ὅταν ἔχουμε τέτοιους καθοδηγητάς, εἴτε καθηγητὲς στὸ Πανεπιστήμιο μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα εἴτε σεβαστοὺς Ἱεράρχες τῆς Ἐκκλησίας μας εἴτε μελετητὲς αὐτῶν τῶν ἔργων καὶ παρουσιαστές, νομίζω αὐτὰ εἶναι ἰδιαίτερα τὰ ἀντισώματα σὲ αὐτὴν τὴν ἐποχὴ ποὺ θὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὶς πολλὲς ἀσθένειες καὶ νὰ βροῦμε τὸν δρόμο ποὺ μᾶς χρειάζεται.

Σᾶς εὐχαριστοῦμε πάρα πολὺ Σεβασμιώτατε, Ἅγιε Ναυπάκτου, καὶ εὐχόμαστε μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μας ὁ Θεὸς νὰ σᾶς δίνη πολλὴ δύναμη, ὑπομονές –ὄχι ὑπομονή– δύναμη, ὥστε τὸ ἔργο σας τὸ καρποφόρο νὰ εἶναι γιὰ μᾶς μιὰ αἰσιοδοξία, μιὰ ἐλπίδα σὲ ἕναν δύσκολο δρόμο.

Εὐχαριστῶ.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ἐναρκτήρια Προσφώνηση Γερόντισσας Σιλουανῆς Μοναχῆς

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν & πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε,

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Θηβῶν & Λεβαδείας κ. Γεώργιε,

Σεβασμιώτατοι Ἀρχιερεῖς,

Σεβαστοὶ Πατέρες καὶ ἀγαπητὲς ἀδελφές

Ἐλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές

Κυρίες καὶ Κύριοι

Εὐλογεῖτε

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη: Στοὰ τοῦ Βιβλίου 19 Ιανουαρίου 2011

Μὲ τὴν Χάρη τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ τὴν εὐλογία τοῦ πρώην Μητροπολίτου Θηβῶν καὶ Λεβαδείας καὶ νὺν Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου καὶ τοῦ καθ’ ὅλα ἀξίου διαδόχου τοῦ καὶ Ποιμενάρχου μᾶς κ. Γεωργίου ἡ ἱερὰ Μονή μας Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, ἡ ἐπιλεγομένη Μονὴ Πελαγίας, παράλληλα μὲ τὰ λοιπὰ μοναχικὰ καθήκοντα καὶ διακονήματα τῶν μοναχῶν, ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἐπιμέλεια, τὴν ἔκδοση, τὴν μετάφραση καὶ τὴν διακίνηση τῶν συγγραφικῶν ἔργων τοῦ Πνευματικοῦ μας Πατέρα, Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ’ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου. Εἶναι διακόνημα ποῦ προέκυψε ἀπὸ τὴν πολυετῆ ποιμαντικὴ διακονία του, τὴν ἐνασχόλησή του μὲ τὰ κείμενα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ συμβάλλει στοὺς ἱεραποστολικοὺς σκοποὺς καὶ στὴν συντήρηση τῆς Μονῆς μας.

Μέχρι τώρα δὲν ἔχει γίνει στὴν Ἑλλάδα παρουσίαση κανενὸς βιβλίου του, ὅμως, θεωρήθηκε ἀναγκαία αὐτὴ ἡ παρουσίαση τοῦ δίτομου ἔργου τοῦ ‘’Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη’’, γιὰ νὰ προβληθῇ καὶ νὰ τιμηθῇ ἡ προσωπικότητα τοῦ ἀειμνήστου πρωτοπρεσβυτέρου καὶ πανεπιστημιακοῦ καθηγητοῦ, πατρὸς Ἰωάννου, μὲ τὴν εὐκαιρία μάλιστα τῆς δεκαετίας ἀπὸ τὴν κοίμησή του.

Ἔγκριτοι συνάδελφοί του καὶ ὁ συγγραφέας θὰ ἐξάρουν τὴν προσφορὰ τοῦ στὸν ἡσυχασμὸ καὶ τὴν ἐμπειρικὴ δογματικὴ τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας.

Εὐχαριστίες ἀναπέμπουμε στὴν Κυρία Δέσποινα Θεοτόκο, τὴν ἔφορο τῆς Μονῆς μας, ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ ἐκδώσουμε τὸ ἔργο αὐτὸ• στὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο κ. Ἱερώνυμο γιὰ τὴν ἀγάπη μὲ τὴν ὁποῖα μᾶς περιέβαλε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ἐγκαταβίωσής μας στὴν Ἱερὰ Μονὴ ὅπως καὶ στὸν νὺν Ποιμενάρχη μας κ. Γεώργιο γιὰ τὴν καλωσύνη καὶ τὴν στοργὴ ποῦ μᾶς δείχνει.

Εὐχαριστοῦμε ὅλους ἐσᾶς καὶ σᾶς παρακαλοῦμε νὰ εὔχεσθε νὰ ἀποκτήσουμε προσωπικὴ βίωση τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ νὰ ἐπιτύχουμε τὴν σωτηρία μας διὰ τῆς καθάρσεως τῆς καρδίας, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοῦ καὶ τῆς θεώσεως, ὅπως ἡ ὀρθόδοξη πατερικὴ παράδοση διαφυλάσσει.

Εὔχεσθε.–

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματική»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω ἐκ καρδίας τοὺς τρεὶς διακεκριμένους εἰσηγητὰς τῆς σημερινῆς παρουσιάσεως τῶν δύο τόμων τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς, κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη», ποὺ μὲ τὸν λόγο τους ἔκαναν ἕνα μνημόσυνο στὸν μεγάλο αὐτὸν διδάσκαλο τῆς Ρωμηοσύνης καὶ τῆς θεολογίας τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων.

Νὰ μνημονεύσω τὸν ἀγαπητὸ Πρωτοπρεσβύτερο καὶ Καθηγητὴ π. Γεώργιο Μεταλληνό, ποὺ συντόνισε τὴν σημερινὴ συνάντηση καὶ ὁμίλησε γιὰ τὸν πεφιλημένο διδάσκαλο μὲ καρδιακὰ αἰσθήματα, ὅπως καὶ τὸ κάνει ἐπανειλημμένως. Ὁ ἴδιος θεωρεῖ τιμὴ ποὺ τὸν ἀποκαλοῦν μαθητὴ τοῦ π. Ἰωάννου, ἂν καὶ δὲν διετέλεσε ποτὲ φοιτητής του. Νὰ εὐχαριστήσω τὸν Πρωτοπρεσβύτερο π. Στέφανο Ἀβραμίδη, μαθητὴ τοῦ π. Ἰωάννου στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης, ὁ ὁποῖος πολλάκις τὸν ἀνέπαυσε καὶ τὸν βοήθησε ποικιλοτρόπως καὶ στὸ γραφεῖο τοῦ ὁποίου κατέφευγε πολλὲς φορὲς ὁ ἀείμνηστος π. Ἰωάννης. Ἐπίσης, νὰ εὐχαριστήσω τὸν καθηγητὴ κ. Λάμπρο Σιάσο, ὁ ὁποῖος ἦταν μαθητής του στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης καὶ ἐπηρεάσθηκε ἀπὸ αὐτόν.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου, Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματική»

Εὐχαριστῶ καὶ τοὺς τρεῖς, γιατί δέχθηκαν νὰ παρουσιάσουν τὸ δίτομο αὐτὸ ἔργο, νὰ ὁμιλήσουν γιὰ τὸν μακαριστὸ διδάσκαλο τῆς Ρωμηοσύνης καὶ τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καὶ νὰ ποῦν λόγο καρδιακὸ καὶ γιὰ τὴν ἐλαχιστότητά μου. Ἐξομολογούμενος θὰ ἤθελα νὰ πὼ ὅτι, παρὰ τὸ ὅτι ἐξέδωσα πολλὰ βιβλία στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, ἐν τούτοις ἀρνήθηκα προτάσεις γιὰ δημόσια παρουσίαση γιὰ κάποιο ἀπὸ αὐτά. Ἐξαίρεση γίνεται γιὰ τὸ δίτομο αὐτὸ ἔργο τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς», γιατί θέλω νὰ προβληθῇ τὸ πρόσωπο τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ἰδίως ἐφέτος ποὺ συμπληρώνεται δεκαετία ἀπὸ τὴν κοίμησή του.

Θὰ ἤθελα κλείνοντας τὴν σημερινὴ ἐκδήλωση νὰ τονίσω τέσσερα «πῶς», δηλαδὴ τέσσερα σημεῖα ποὺ συνδέονται μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ μακαριστοῦ Διδασκάλου τῆς ὀρθοδόξου Πνευματικότητας.

1. ΠΩΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΑ ΤΟΝ Π.ΙΩΑΝΝΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ

Ἡ ἀνακάλυψη ἐκ μέρους μου τοῦ π. Ἰωάννου ἔγινε προοδευτικά. Τὸν γνώρισα, ὅπως περίπου γνωρίζει κανεὶς κάποιον καλλιτέχνη, ἀφοῦ πρῶτα ἀκούει γι’ αὐτόν, ἔπειτα θαυμάζει τὰ ἔργα του καὶ στὴν συνέχεια συναντᾶ καὶ τὸν ἴδιο προσωπικά.

Στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης, ὅπου σπούδαζα (1964-1968) καὶ στὰ ἐπιλεγόμενα μαθήματα ἄκουσα γι’ αὐτόν, γιὰ πρώτη φορά, πρὶν ἔλθη στὴν Ἑλλάδα. Στὸ ἐπιλεγόμενο μάθημα τῆς Πατρολογίας, μὲ τὸν καθηγητὴ Παναγιώτη Χρήστου, ἔγινε κάποτε τὸ 1967 συζήτηση γιὰ ἕνα θεολογικὸ ζήτημα. Μερικοὶ μεταπτυχιακοὶ ἀπὸ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης Ἀμερικῆς ἀναφέρθησαν διεξοδικῶς στὸν ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο καὶ μετὰ σὲ ἄλλους Ἀποστολικοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Τότε ὁ καθηγητὴς Παναγιώτης Χρήστου εἶπε: «γνήσιοι μαθητὲς τοῦ Ρωμανίδη». Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὁ π. Ἰωάννης δίδασκε στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Βοστώνης καὶ βέβαια ἠσχολεῖτο ἰδιαιτέρως μὲ τοὺς ἀγαπητούς του Ἀποστολικοὺς Πατέρας.

Στὸ τέλος τοῦ τετάρτου ἔτους τῶν σπουδῶν μου ὁ καθηγητὴς Ἰωάννης Καλογήρου, ποὺ μᾶς δίδασκε κατὰ ἀνάθεση τὸ μάθημα τῆς Δογματικῆς, ἀφοῦ ἡ ἕδρα ἦταν κενή, μᾶς ἀνήγγειλε, μὲ μεγάλη χαρὰ ὅτι ἐξελέγη νέος Καθηγητὴς γιὰ τὴν Δογματική, ἕνας μεγάλος θεολόγος ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ καὶ θὰ ἄρχιζε τὰ μαθήματα τὴν ἑπομένη χρονιά. Βέβαια, ἀκούγαμε γι’ αὐτόν, γιὰ τὴν συζήτηση ποὺ προκάλεσε, πρὶν λίγα χρόνια στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν, ἡ διδακτορική του διατριβὴ ποὺ εἶχε ὑποβληθῇ. Ὅμως, ἔλαβα τὸ πτυχίο τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς, χωρὶς νὰ ἔχη ἀρχίσει τὴν παράδοση τῶν μαθημάτων του καὶ ἔτσι δὲν τὸν γνώρισα τότε προσωπικά. Ἄκουγα γι’ αὐτὸν ἀπὸ τὰ πνευματικά μου παιδιὰ ποὺ σπούδαζαν στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ὁμιλοῦσαν μὲ ἐνθουσιασμὸ γι’ αὐτόν. Μοῦ ἔφερναν νὰ ἀκούσω διάφορες μαγνητοφωνημένες κασέτες καὶ τὰ πρῶτα κείμενά του. Ἀγόρασα τὸ βιβλίο τῆς «Δογματικῆς» του καὶ ἄρχιζα νὰ τὴν διαβάζω μὲ ἱκανοποίηση καὶ ἐνθουσιασμό.

Ἀργότερα τὸν γνώρισα προσωπικὰ στὴν Ἀθήνα, μετὰ τὴν ἀναγκαστική, πλὴν ὅμως μέσα στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, μετακίνησή μου ἐκεῖ ἀπὸ τὴν Ἐδεσσα, στὸ Γραφεῖο τοῦ δικηγόρου κ. Ἀθανασίου Σακαρέλλου, τὸν ὁποῖον ἀγαποῦσε πολύ, ὅπου παρέδιδε μαθήματα σὲ ἕναν κύκλο εἴκοσι μὲ τριάντα μαθητῶν, καὶ ἤμουν ἀκροατὴς διαφόρων παραδόσεών του στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Μαρίνης Ἰλισίων. Θυμᾶμαι μιλοῦσε μὲ σταθερὸ καὶ αὐθεντικὸ τρόπο, χωρὶς νὰ ἔχη μπροστά του σημειώσεις καὶ συνέδεε στενὰ τὴν θεολογία μὲ τὴν ἱστορία. Στὴν παράδοσή του εἶχε στόχο. Μὲ τὸν καιρὸ γνωρισθήκαμε καλύτερα, τὸν ἐπισκεπτόμουν στὸ σπίτι του, συμφάγαμε σὲ διάφορα φιλικὰ σπίτια, πήγαμε μαζὶ στὸ Βανκοῦβερ τοῦ Καναδᾶ γιὰ νὰ παραδώσουμε μαθήματα γιὰ τρεὶς ἡμέρες σὲ εἰδικὸ σεμινάριο ποὺ διοργάνωσε ἡ Orthodox Church of America (OCA) καὶ εἴχαμε καθημερινὴ σχεδὸν τηλεφωνικὴ ἐπικοινωνία. Τελικά, μοῦ ζήτησε νὰ τὸν προσλάβω στὴν Ἱερὰ Μητρόπολή μου ὡς Ἱερέα, πρᾶγμα ποὺ ἔγινε μετὰ ἀπὸ ἀπολυτήριο ποὺ ἐξεδόθη ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς, χωρὶς βεβαίως νὰ ἐγγραφὴ στοὺς μισθολογικοὺς κατάλόγούς. Τὸν ἐκτιμοῦσα, τὸν ἀγαποῦσα καὶ τὸν σεβόμουν γιὰ τὴν θεολογία ποὺ δίδασκε, ἀλλὰ κυρίως γιὰ τὸ ταπεινὸ καὶ εὐγενικὸ τοῦ ὕφος. Δικά μου πνευματικὰ παιδιὰ τὸν βοηθοῦσαν σὲ διάφορες ἐργασίες του, ἀφιερώνοντας πολὺ χρόνο μαζί του, ἀκόμη καὶ τὶς νυκτερινὲς ὧρες.

2. ΠΩΣ ΕΞΕΤΙΜΗΣΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ

Εἶχα τὴν ἐξαιρετικὴ εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἶμαι φοιτητὴς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης, μέσα στὸ κέντρο τῆς μελέτης τῶν ἔργων τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἔτσι, διάβαζα γιὰ τὴν θεολογία τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἁγιορείτου καὶ θεόπτου Πατρός, ὅπως ἐπίσης διάβαζα καὶ τὰ ἔργα τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἐπισκεπτόμουν τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ εἶχα ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἐρημίτας πατέρας, τοὺς ὁποίους ρωτοῦσα γιὰ τὴν εὐχὴ καὶ γενικὰ γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Στὴν Ἔδεσσα, ὁ ἀείμνηστος γέροντάς μου Μητροπολίτης Καλλίνικος μὲ προέτρεψε νὰ μελετῶ τὰ ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου, ἰδίως τὸ Συμβουλευτικὸν Ἐγχειρίδιον καὶ τὸ Ἐορτοδρόμιον, καὶ τῶν ἄλλων φιλοκαλικῶν Πατέρων. Ἔπειτα, γνώρισα τὸν γέροντα Σωφρόνιο ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὠφελήθηκα πολύ. Ἀργότερα διάβασα ὅλα τὰ ἐκδοθέντα κείμενα τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου.

Εὑρισκόμενος μέσα σὲ αὐτὴν τὴν ἀτμόσφαιρα γνώρισα τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καὶ τὰ ἐκτίμησα δεόντως. Κατάλαβα τὴν πνευματική τους συγγένεια μὲ τὰ ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Στὴν πραγματικότητα ὁ π. Ἰωάννης συνδύαζε ἄριστα τὴν ἡσυχία μὲ τὴν θεολογία, τὴν ἄσκηση μὲ τὴν καθηγητικὴ ἕδρα, τὴν προσευχὴ μὲ τὴν θεολογικὴ ἔκφραση.

Ἔτσι, μπορῶ νὰ πὼ ὅτι δὲν διάβασα πρῶτα τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καὶ στὴν συνέχεια ἀνέτρεξα στὰ ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων, ἀλλὰ πρῶτα εἶχα μελετήσει τὰ ἔργα ὅλων τῶν γνωστῶν καὶ μεγάλων ἡσυχαστῶν Πατέρων καὶ στὴν συνέχεια γνώρισα τὰ ἔργα τοῦ μακαριστοῦ καθηγητοῦ. Ἔνοιωσα ὅτι εἶχε καταλάβει τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων καὶ εἶχε συλλάβει τὴν πεμπτουσία τῆς διδασκαλίας τους. Καταλάβαινα ὅτι ἐξέφραζε τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων μὲ ἕναν σύγχρονο τρόπο, χωρὶς ὅμως νὰ τὰ ἀλλοιώνη, χωρὶς νὰ εἶναι νεοπατερικὸς ἢ μεταπατερικὸς θεολόγος. Ὁ προφορικὸς λόγος του ἦταν μιὰ ζωντανὴ ἀφομοιωμένη τροφή. Ὁ ἴδιος εἶχε γνωρίσει τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸν ἠθικισμὸ τῶν δυτικῶν Χριστιανῶν στὴν Ἀμερική, γνώρισε δὲ καὶ τὸν ἡσυχασμὸ σὲ διαφόρους ἁγιορεῖτες καὶ ἀσκητὲς καὶ γι' αὐτὸ ὁ λόγος του ἦταν αὐθεντικός, ὀρθόδοξος. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ ὅσα εἶπε σὲ μιὰ ὁμιλία του:

«Ἐγώ, ἐπειδὴ πέρασα τὰ στάδια τῆς σχολαστικῆς θεολογίας στὴν δική μου ζωή, ὅταν ἦλθα στὴν Ἑλλάδα μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση ὅταν ἔβλεπα τοὺς σημερινοὺς ὀρθοδόξους θεολόγους στὸ Πανεπιστήμιο τῶν Ἀθηνῶν νὰ ζητοῦν συγγνώμη ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο, γιατί καὶ ἐμεῖς δὲν εἴχαμε σχολαστικὴ θεολογία, ὅπως ἔχουν οἱ δυτικοὶ καὶ σταματήσαμε στοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μέχρι τὸν Δαμασκηνὸ καὶ τὸν Ἰσίδωρο Σεβίλλης ἢ τὸν Μέγα Φώτιο».

Ἔτσι, μελετῶντας τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη διέκρινα τὸν καθαρό, ὀρθόδοξο, πατερικὸ λόγο, ὁ ὁποῖος στὴν πραγματικότητα ἀπαντοῦσε σὲ ὅλες τὶς προκλήσεις τῆς δυτικῆς θεολογίας, ἀλλὰ καὶ τῆς δικῆς μας θεολογίας ποὺ εἶχε ἐπηρεασθῇ ἀπὸ τὴν σχολαστικὴ θεολογία, δηλαδὴ τὸν σχολαστικισμὸ καὶ ἠθικισμό. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, μὲ τὸν λόγο του καὶ τὰ γραπτά του, εἶχε ἕναν σημαντικὸ στόχο, παρουσίαζε τὴν καθαρὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἦταν ἡσυχαστικὴ καὶ θεωτική.

3. ΠΩΣ ΕΡΓΑΣΘΗΚΑ ΓΙΑ ΝΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΩ ΤΟ ΔΙΤΟΜΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ «ΕΜΠΕΙΡΙΚΗΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗΣ»

Ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ τὸ γράψιμο, ποὺ καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα χάρισμα τοῦ Θεοῦ καὶ μιὰ τέχνη, γνωρίζουν ὅτι δὲν εἶναι εὔκολο ἔργο. Τὸ ἔργο αὐτὸ εἶναι στὴν πραγματικότητα καλλιτεχνικό, ὅπως ἡ ζωγραφικὴ καὶ ἄλλες τέχνες, ποῦ πολλὲς φορὲς κανεὶς δυσκολεύεται γιὰ νὰ συντονίση τὴν σκέψη καὶ τὸν σκοπὸ μὲ τὸν διατυπωμένο λόγο. Πολὺ περισσότερο τὸ ἐπιστημονικὸ ἔργο εἶναι δυσχερές, γιατί πρέπει κανεὶς νὰ συγκεντρώση πολὺ ὑλικὸ καὶ θὰ πρέπει νὰ τὸ τιθασεύση καὶ στὴν συνέχεια νὰ τὸ συρράψη μὲ ἕναν βασικὸ σκοπό.

Αὐτὴν τὴν δυσκολία τὴν αἰσθάνθηκα κυρίως στὴν συγγραφὴ αὐτοῦ τοῦ ἔργου. Μὲ κούρασε περισσότερο ἀπὸ ὁποιοδήποτε ἄλλο βιβλίο στὴν σύνθεση καὶ τὴν ὁλοκλήρωση. Βέβαια, μὲ βοήθησαν πολλὰ πνευματικά μου παιδιὰ σὲ διάφορες φάσεις τοῦ ἔργου, τοὺς ὁποίους εὐχαρίστησα στὸν πρόλογο τοῦ Α’ Τόμου, δηλαδὴ μὲ βοήθησαν στὴν συλλογὴ κασετῶν, στὴν ἀπομαγνητοφώνησή τους, στὸ πέρασμα τῶν ἀπομαγνητοφωνήσεων στὸν ὑπολογιστή, στὴν εὐρετηρίαση τῶν κειμένων. Στὴν συνέχεια ἐγὼ ἔπρεπε νὰ ἐπιλέξω τὰ θεολογικὰ χωρία καὶ νὰ τὰ ξεχωρίσω μέσα ἀπὸ πληθώρα ἄλλων ἀναφορῶν. Καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο συγκέντρωσα πάνω ἀπὸ δυὸ χιλιάδες μεγάλα ἢ μικρὰ χωρία ἀπὸ τὶς ἀπομαγνητοφωνημένες ὁμιλίες ἢ παραδόσεις του.

Γιὰ ἕνα μεγάλο χρονικὸ διάστημα, σχεδὸν ἕναν χρόνο, μελετοῦσα γιὰ τὸ ποιά μορφὴ θὰ πάρη ἡ ἐπεξεργασία τοῦ θέματος καὶ πῶς θὰ παρουσιασθῇ ἡ «ἐμπειρικὴ δογματική». Ὅταν κατέληξα στὸ σχῆμα ποὺ ἔπρεπε νὰ λάβη, ἄρχισε ἡ δυσχέρεια τοῦ χωρισμοῦ τοῦ ὑλικοῦ κατὰ μεγάλες ἑνότητες, κεφάλαια, ὑποκεφάλαια, ὑποδιαιρέσεις. Καὶ στὴν συνέχεια ἀκολούθησε τὸ ἐξαιρετικὰ δύσκολο ἔργο νὰ συνδέσω καὶ νὰ συρράψω τὰ χωρία, καθὼς ἐπίσης νὰ γεμίσω τυχὸν κενὰ μέσα ἀπὸ τὴν σκέψη τοῦ π. Ἰωάννου, γιὰ νὰ μὴ ἀλλοιωθῇ ὁ λόγος του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν ἀνέτρεξα καὶ διάβασα ὅλα τὰ γνωστὰ καὶ ἄγνωστα κείμενά του, γραμμένα κυρίως στὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα καὶ τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν δημοσιευθῇ μεταφρασμένα στὰ ἑλληνικά. Εἶναι γνωστὸν ὅτι ὁ π. Ἰωάννης πέρασε τὸν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς τοῦ στὴν ἔρευνα, παρὰ στὸ γράψιμο, ἀλλὰ καὶ τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τῶν ἐπιστημονικῶν του ἐρευνῶν εἶναι γραμμένο στὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα καὶ εἶναι ἀκόμη ἀμετάφραστο.

Γιὰ τὴν συγγραφὴ διαφόρων κειμένων μου, χρησιμοποιῶ τρεὶς τρόπους, ἤτοι τὸν ὑπολογιστή, τὴν ὑπαγόρευση καὶ τὴν ἰδιόχειρη γραφή. Τὸ ἔργο αὐτὸ «Ἐμπειρικὴ Δογματική», ποὺ τελικὰ ὁλοκληρώθηκε σὲ 850 περίπου σελίδες, γράφηκε ὁλόκληρο ἰδιοχείρως, μὲ μολύβι, γιατί μὲ διευκόλυνε στὴν σύνθεση τῶν δεκάδων καὶ ἑκατοντάδων ἀποσπασμάτων τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ποὺ εἶχα ὑπ' ὄψιν μου.

Πάντως, δὲν γνωρίζω ἂν πέτυχα ἀπόλυτα αὐτὴν τὴν σύνδεση, πρᾶγμα ποὺ θὰ τὸ ποῦν οἱ ἀναγνῶστες. Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ἐπειδὴ ὁ π. Ἰωάννης ὁμιλοῦσε μὲ πυκνὸ λόγο καὶ τρόπο καὶ ἐπανελάμβανε τὶς ἴδιες ἀπόψεις, ἀφοῦ συνήθως δὲν εἶχε κατὰ τὴν ὁμιλία τοῦ ἕνα σχεδιάγραμμα, καὶ οἱ ὁμιλίες ποὺ εἶχα ὑπ’ ὄψη μου ἦταν ἀπὸ διαφορετικοὺς χρόνους καὶ ἀπὸ διαφορετικὰ ἀκροατήρια, γι’ αὐτὸ ἦταν ἑπόμενο νὰ δυσκολευθῶ στὴν ὀργάνωση καὶ τὸν διαχωρισμό, κατὰ ἑνότητες, τοῦ ὑλικοῦ ποὺ συγκέντρωσα. Ἐπίσης, πρέπει νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι κάθε τόμο τὸν δούλευσα μὲ διαφορετικὸ τρόπο, ποὺ δὲν εἶναι κατάλληλη ἡ ὥρα νὰ ἀναλύσω.

Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη καταγραφή. Στὴν συνέχεια ἔπρεπε νὰ ξεκαθαρισθοῦν τὰ κεφάλαια ἀκόμη περισσότερο, νὰ εὑρεθοῦν τὰ ἐπαναλαμβανόμενα χωρία καὶ νὰ ἀποφασισθῇ ποιό θὰ παραμείνη καὶ ποιό θὰ ἀπομακρυνθῇ. Διάβασα κάθε τόμο προσεκτικὰ ὀκτὼ μὲ δέκα φορὲς καὶ κάθε φορὰ ἔκανα τὶς ἀναγκαῖες διορθώσεις. Ἀκόμη καὶ τώρα ποὺ τὸ διαβάζω δὲν τὸ χορταίνω, ἀλλὰ καὶ βρῆκα μερικὰ ὀρθογραφικὰ καὶ φραστικὰ λάθη, τὰ ὁποῖα θὰ διορθωθοῦν στὴν δεύτερη ἔκδοση.

Ἐπὶ πλέον, ἔδωσα αὐτὰ τὰ κείμενα καὶ σὲ διάφορα πνευματικά μου παιδιά, καθηγητὲς Πανεπιστημίων, Θεολόγους, Κληρικούς, μοναχούς, γιὰ νὰ διατυπώσουν τὶς κρίσεις τους. Σὲ πολλὰ σημεῖα οἱ παρατηρήσεις τους μὲ βοήθησαν νὰ βελτιώσω τὸ κείμενο καὶ ἔτσι ἔλαβαν οἱ δύο Τόμοι τὴν τελική τους μορφή. Ἐπίσης καὶ κυριολεκτικὰ τὴν τελευταία στιγμή, πρὶν νὰ ἀρχίση ἡ ἐκτύπωση, ἔκανα διορθώσεις. Τὴν μεγαλύτερη βοήθεια μοῦ προσέφερε ὁ Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργάτος, σὲ ὅλες τὶς φάσεις τῆς συγγραφῆς καὶ τῆς ἐπεξεργασίας τοῦ ἔργου.

Πάντως, παρὰ τὸ ὅτι τὸ ἔργο ἦταν δυσχερὲς καὶ παρὰ τὸ ὅτι δὲν ὑπῆρχε κάποια παρόμοια δογματικὴ γιὰ νὰ τὴν ἔχω ὡς πρότυπο, ὁπότε τὸ ἔργο εἶναι κατ' ἐξοχὴν πρωτότυπο, ἐν τούτοις τὸ ἔκανα μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ μπορῶ νὰ προσθέσω μὲ μεγάλη ἔμπνευση, ἀλλὰ καὶ προσευχή. Δὲν αἰσθανόμουν καθόλου κόπωση καίτοι ἔγραφα ἰδιοχείρως τὶς νυκτερινὲς καὶ πρωϊνὲς ὧρες. Ζοῦσα περίπου ὅπως ὁ καλλιτέχνης ὁ ὁποῖος καὶ ὅταν βρίσκεται μέσα σὲ πολυκοσμία δουλεύει ἐσωτερικὰ τὸ θέμα του καὶ βιάζεται νὰ ἐπιστρέψη στὸ σπίτι του γιὰ νὰ συνεχίση τὸ ἔργο του καὶ νὰ ἀποτυπώση τὴν ἔμπνευσή του. Καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς ὅταν ἐργάζεται πολλὲς ὧρες ἀπορροφᾶται τελείως ἀπὸ τὸ ἀντικείμενο ποὺ συνθέτει ἢ ἐπεργάζεται. Ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα κείμενα τοῦ Β’ τόμου, τὸ περὶ σταδίων τῆς πνευματικῆς τελειώσεως (κάθαρση, φωτισμός, θέωση) τὸ ἔγραψα κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Συνεδριάσεων τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Ὀκτωβρίου 2009, γιὰ πολλὲς ἡμέρες καὶ ὅμως μὲ εἶχε ἀπορροφήσει τελείως τὸ θέμα τοῦ βιβλίου, χωρὶς νὰ παύσω νὰ συμμετέχω ἐνεργῶς στὶς Συνεδριάσεις τῆς καὶ νὰ ἐνημερώνω τοὺς δημοσιογράφους ὡς ἐκπρόσωπος Τύπου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

Δοξάζω τὸν Θεὸ γι’ αὐτὴν τὴν δωρεὰ καὶ τὴν ἔμπνευση ποὺ μοῦ ἔδωσε. Κάποιος μοῦ εἶπε ὅτι, διαβάζοντας τὸ βιβλίο, αἰσθάνθηκε μιὰ αὔρα προσευχῆς. Αὐτὸ αἰσθανόμουν καὶ ἐγὼ συνθέτοντας καὶ ἑνοποιῶντας τὸν ζωντανὸ προφορικὸ λόγο τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη.

4. ΠΩΣ ΑΙΣΘΑΝΘΗΚΑ ΤΟΝ Π. ΙΩΑΝΝΗ ΡΩΜΑΝΙΔΗ, ΚΥΡΙΩΣ ΟΣΟ ΔΟΥΛΕΥΑ ΜΕ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ

Στοὺς προλόγους, τὶς εἰσαγωγὲς καὶ τοὺς ἐπιλόγους καὶ τῶν δύο τόμων ἔχω γράψει μερικὰ γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ καὶ ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ ἀνατρέξη σὲ αὐτά. Ἐδῶ κυρίως θὰ ἤθελα νὰ τονίσω ὅτι αἰσθανόμουν ὅτι ὁ π. Ἰωάννης εἶχε ἕνα εἶδος κατὰ Χριστὸν σαλότητος. Συμπεριφερόταν, μιλοῦσε, ἐπικοινωνοῦσε θεολογικὰ μὲ τοὺς ἀνθρώπους, συμμετεῖχε στὰ Συνέδρια καὶ τοὺς διαλόγους ὡς ἕνας κατὰ Χριστὸν σαλός. Εἶχε καταλήξει στὴν αὐθεντικὴ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων, τῶν Πατέρων, κατάλαβε τί ἀλλοιώσεις ἐπέφερε ἡ σχολαστικὴ θεολογία καὶ ἡ Φραγκολατινικὴ παράδοση, καὶ ἦταν ἀπόλυτος στὸν λόγο του καὶ στὶς φράσεις του, σχεδὸν «τσεκουράτος».

Μεγάλωσε στὸ Μανχάταν τῆς Νέας Ὑόρκης, σὲ ἕνα ὅμως καππαδοκικὸ περιβάλλον, μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Τὶς γυμνασιακές του σπουδὲς τὶς ἔκανε σὲ παπικὸ Γυμνάσιο φοίτησε στὴν Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης ἔκανε εὐρύτερες σπουδὲς στὴν προτεσταντικὴ Σχολὴ τοῦ Γέϊλ κατὰ καιροὺς σπούδασε στὸ Πανεπιστήμιο Κολούμπια τῆς Νέας Ὑόρκης, στὴν Ρωσικὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ἁγίου Βλαδιμήρου Νέας Ὑόρκης, στὴν Ρωσικὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ ἁγίου Σεργίου στὸ Παρίσι, στὴν προτεσταντικὴ Σχολὴ τοῦ Μονάχου Γερμανίας καὶ μετὰ ἦλθε στὴν Ἀθήνα γιὰ τὴν ἐκπόνηση τῆς διδακτορικῆς του διατριβῆς. Ἔπειτα, ἔκανε διδακτορικὸ στὴν Σχολὴ Ἱστορίας καὶ Φιλοσοφίας τῆς Θρησκείας τοῦ Χάρβαρντ, δίδαξε στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης, στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης καὶ στὴν Μπελεμέντειο Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Λιβάνου.

Τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι μετὰ ἀπὸ τέτοιες σπουδὲς τὰ ἐγκατέλειψε ὅλα, ὅσα εἶχε μάθει, κυριολεκτικὰ τὰ ἀπαρνήθηκε, «τὰ ἔφτυσε», κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, καὶ μιλοῦσε συνέχεια γιὰ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, τὴν προσευχή, τὴν θεωρία τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ μιλοῦσε γιὰ τὴν ἐμπειρία καὶ τὴν θεολογία τῶν ἡσυχαστῶν μοναχῶν καὶ τῶν Πατέρων, ποὺ τὴν θεωροῦσε ὡς τὴν βάση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας.

Αὐτὸν τὸν θεολογικὸ λόγο, μαζὶ μὲ τὶς παρατηρήσεις του γιὰ τὴν Ρωμηοσύνη καὶ τὴν Φραγκοσύνη, τὸν περνοῦσε σὲ Συνέδρια, σὲ διαλόγους, σὲ μεγάλα ἀκροατήρια, χωρὶς νὰ ὑπολογίζη τὶς ἀντιδράσεις τῶν ἀκροατῶν του. Ἕνας ἁγιορείτης Ἡγούμενος ποὺ τὸν εἶχε ἀκούσει νὰ ὁμιλῇ καὶ νὰ εἰσηγῆται ἕνα θέμα σὲ συνάντηση Θεολογικῶν Σχολῶν μοῦ εἶπε ὅτι τὸν αἰσθάνθηκε «ὡς ταῦρον ἐν ὑαλοπωλείῳ». Αὐτὴν τὴν νοοτροπία του καὶ τὴν ἰσχυρὰ παρρησία του τὴν χαρακτηρίζω ὡς ἕνα εἶδος κατὰ Χριστὸν σαλότητος. Μιλοῦσε στὸν 20ο αἰῶνα μὲ τὴν νοοτροπία τοῦ 4ου αἰῶνος, μιλοῦσε ὡς ἕνας ἐρημίτης καὶ Πατέρας τῶν πρώτων αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς νὰ ὑπολογίζη τὶς ἀντιδράσεις τῶν ἀνθρώπων.

Στὴν περίπτωσή του ἰσχύει ἀναλογικὰ ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ κατὰ Χριστὸν σαλοῦ, ὅταν πῆρε ἀπόφαση νὰ κατέβη στὴν πόλη καὶ νὰ κτυπήση τὴν ὑποκρισία καὶ τὸν φαρισαϊσμὸ τῶν ἀνθρώπων. Τότε εἶπε στὸν συνασκητή του: «Πίστευσον ἐγὼ οὐ μένω, ἀλλ' ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Χριστοῦ ὑπάγω ἐμπαίζων τὼ κόσμῳ». Καὶ ὁ π. Ἰωάννης ἦταν ἕνας τέτοιος κατὰ Χριστὸν σαλὸς ποὺ ἐνέπαιζε τὴν ὑποκρισία, τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸν εὐσεβισμὸ τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως τὸν δυτικὸ χριστιανισμὸ ποὺ ζοῦσαν στὴν πράξη.

Θεωρῶ σημαντικὴ τὴν σύμπτωση ποὺ γίνεται ἡ σημερινὴ παρουσίαση, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποῖα ἑορτάζουν ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, ἕνας ἡσυχαστὴς Πατέρας ποὺ μιλοῦσε γιὰ τὴν ἐπάνοδο τοῦ νοῦ στὴν καρδιά, καὶ ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός, ὁ ἀτρόμητος αὐτὸς ὁμολογητὴς τῆς πίστεως, στὴν Σύνοδο τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας. Καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶχε στοιχεῖα καὶ ἀπὸ τοὺς δύο αὐτοὺς ἁγίους, γι' αὐτὸ ἦταν διδάσκαλος τοῦ ἡσυχασμοῦ καὶ ὁμολογητὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, τόσο στὴν Ἑλλάδα, ὅσο καὶ ἀκτὸς αὐτῆς στὴν Δύση καὶ τὴν Ἀνατολή.

Τὸ θέμα εἶναι πῶς ἔφθασε στὸ σημεῖο αὐτὸ ὁ π. Ἰωάννης. Στὴν Ἀμερικὴ κατάλαβε καλὰ ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι βρίσκονταν σὲ μιὰ σύγχυση, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο παρατηρεῖ κανεὶς καὶ σὲ ἄλλους χώρους. Δηλαδή, ὅταν ἤθελαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς προτεστάντες χρησιμοποιοῦσαν ἐπιχειρήματα παπικά, καὶ ὅταν ἤθελαν νὰ ἀντιμετωπίσουν τοὺς παπικοὺς χρησιμοποιοῦσαν ἐπιχειρήματα προτεσταντικά. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι δὲν εἶχαν δικό τους ὀρθόδοξο λόγο. Αὐτὸ παρατηροῦσε κανεὶς παλαιότερα, ἴσως καὶ τώρα, καὶ σὲ μερικοὺς δικούς μας θεολογικοὺς κύκλους.

Ἔχοντας αὐτὸ ὑπ’ ὄψη του ὁ π. Ἰωάννης προσπάθησε νὰ βρὴ τὸν αὐθεντικὸ ὀρθόδοξο λόγο. Γι’ αὐτὸ στράφηκε στὸ εὐχολόγιο τῆς Ἐκκλησίας, τὶς προσευχές, τὶς εὐχὲς καὶ τὸν τρόπο τῶν Μυστηρίων, δηλαδὴ τὸ lex orandi τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς ἐπίσης ἐπιδόθηκε στὴν ἀνάγνωση τῶν ἔργων τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων, τῶν μεγάλων Πατέρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ τῶν λεγομένων Φιλοκαλικῶν, δηλαδὴ τὸ lex credendi τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως λέγει καὶ ὁ Andrew Sopko στὸ ἐξαιρετικὸ βιβλίο τοῦ Ὁ προφήτης τῆς Ρωμαϊκῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ θεολογία τοῦ Ἰωάννου Ρωμανίδη. Γι’ αὐτὸ ὁ λόγος του εἶναι ἀτόφια ὀρθόδοξος. Καὶ ἐπειδὴ ὁ ἴδιος ἦταν εὐφυὴς καὶ εἶχε ἔκτακτα διανοητικὰ χαρίσματα, τὰ διετύπωνε μὲ πολὺ ὡραῖο τρόπο. Ἡ δὲ ἔντονη καὶ βαθειὰ φωνή του, καθὼς ἐπίσης, ἡ ἠρεμία τοῦ λόγου του, ἀλλὰ ἐνίοτε καὶ ὁ παλμός του, ὅταν καυτηρίαζε αἱρετικὲς ἀποκλίσεις μερικῶν ὀρθοδόξων θεολόγων, ἐνθουσίαζε τοὺς ἀκροατές του καὶ μετέδιδε προσωπικὰ βιώματα καὶ ἔδινε ἔμπνευση.

Σὲ μερικοὺς ἔχει σχηματισθῇ ἡ ἐντύπωση ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἦταν μονομανῇς καὶ ἐπιθετικὸς ἐναντίον τῶν Φραγκολατίνων καὶ τοῦ Αὐγουστίνου, τὸν ὁποῖον ἐκεῖνοι ἐχρησιμοποίησαν γιὰ νὰ στηρίξουν τὶς ἀπόψεις τους. Πράγματι, αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ μιὰ πρόχειρη καὶ ἐπιφανειακὴ ἀνάγνωση τῶν κειμένων τοῦ π. Ἰωάννη. Ὅμως, ἂν μελετήση κανεὶς στὸ βάθος τὴν θεολογική του σκέψη, ὅπως καταγράφεται κυρίως στοὺς δύο τόμους τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» καὶ σὲ ἄλλα κείμενά του, θὰ διαπιστώση ὅτι τὸ ὅλο θεολογικό του ἔργο ἦταν ἔργο ἑνότητας καὶ ὁδηγοῦσε πρὸς τὴν ἑνότητα.

Ἤδη ἔχω ἀρχίσει νὰ μελετῶ αὐτὴν τὴν πλευρὰ τοῦ π. Ἰωάννη καὶ ἐπεξεργάζομαι τὸ θέμα τῆς ἑνότητας στὸ θεολογικό του ἔργο σὲ τέσσερα κυρίως σημεῖα, ἤτοι ἑνότητα μεταξὺ Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης, στὴν ἑνότητα μεταξὺ ἑβραϊκῆς σκέψης καὶ ἑλληνικῆς νοοτροπίας, στὴν ἑνότητα μεταξὺ ἑλληνοφώνων καὶ λατινοφώνων Ρωμαίων Πατέρων τῶν πρώτων αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας καὶ στὴν ἑνότητα μεταξὺ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ ἄλλων Χριστιανῶν. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν νοοτροπία ἔβλεπε τὸ διασπαστικὸ ἔργο τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν Φράγκων, γι' αὐτὸ καὶ καταφερόταν ἐναντίον τους. Στὴν πραγματικότητα μέσα ἀπὸ αὐτὲς τὶς τέσσερεις πλευρὲς ἔβλεπε τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Χριστιανῶν στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ἕνα θέμα τὸ ὁποῖο δὲν εἶναι τῆς παρούσης ὥρας.

Πρὶν περατώσω τὸν λόγο, θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω τὴν Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου - Πελαγίας, τὴν Γερόντισσα Σιλουανὴ καὶ τὶς μοναχὲς ποὺ ἐξέδωσαν καὶ τοὺς δύο αὐτοὺς τόμους, μὲ πολὺ μεγάλο ζῆλο, ἀλλὰ νὰ εὐχαριστήσω καὶ τὸν Σέβ. Μητροπολίτη Θηβῶν καὶ Λεβαδείας κ. Γεώργιον, ἀγαπητὸ ἐν Χριστῷ ἀδελφό, ποὺ εὐλογεῖ αὐτὴν τὴν προσπάθεια, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καὶ τὸ ἐργόχειρο τῶν μοναζουσῶν της. Ἐπίσης, νὰ εὐχαριστήσω θερμότατα τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, ὁ ὁποῖος ὡς Μητροπολίτης Θηβῶν καὶ Λεβαδείας προστάτευσε ἐμένα καὶ τὸ Μοναστήρι καὶ ὑπῆρξε ὁ κύριος αἴτιος ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἔργου, ἀκόμη καὶ τοῦ ἐκδοτικοῦ.

Ὁπωσδήποτε, θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω καὶ ὅλους ἐσᾶς ποὺ ἤλθατε σήμερα στὴν παρουσίαση αὐτή, ἰδιαιτέρως τοὺς τρεὶς εἰσηγητές, ἀλλὰ καὶ τὸν κ. Ἀθανάσιο Σακαρέλλο, ποὺ μοῦ ἔδωσε τὸ περισσότερο ὑλικὸ (κασέτες), μὲ τὴν προτροπὴ νὰ ἀξιοποιήσω τὴν διδασκαλία τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναπαύση τὴν ψυχὴ τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, τοῦ Θεολόγου καὶ «Προφήτου τῆς Ρωμηοσύνης» γιὰ τοὺς κόπους ποὺ κατέβαλε γιὰ νὰ διδάξη τὴν «ἐμπειρικὴ δογματικὴ» καί, φυσικά, μὲ τὴν ὑπόμνηση ὅτι ἔχουμε καθῆκον νὰ φροντίζουμε γιὰ τὸ πῶς τὸ δόγμα θὰ γίνη τροφὴ καὶ ζωή.

Θὰ τελειώσω μὲ ἕναν λόγο τοῦ Ρώσου θεολόγου Ἀλέξη Χομιακὼφ (1804-1860), συγχρόνου τοῦ μεγάλου Ρώσου λογοτέχνη Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, ὁ ὁποῖος ἔγραψε σὲ μιὰ ἐπιστολή του: «Ὑπάρχει ἕνας νόμος, τὸν ὁποῖον δὲν θὰ βρῆτε σὲ ἱστορικὰ συγγράμματα, ἀλλὰ ἀσφαλῶς ἰσχύει στὴν πραγματικὴ ἱστορία: ἡγετικοὶ ἄνδρες δὲν μποροῦν νὰ γίνουν ἡγήτορες τῆς δικῆς τους ἐποχῆς αὐτοὶ ἡγοῦνται μόνον ἐκείνων ποὺ τοὺς ἀκολουθοῦν, διότι οἱ σύγχρονοί τους δὲν εἶναι ἀκόμη ἕτοιμοι». Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἦταν ἕνας θεολόγος ἡγέτης, ποὺ ἄνοιξε δρόμους καὶ προοπτικές, ἐπηρέασε ὁπωσδήποτε πολλοὺς θεολόγους τῆς ἐποχῆς του, ἂν καὶ ἡ πλειονότητα δὲν ἦταν ἀκόμη ἕτοιμη νὰ τὸν δεχθῇ, ἀλλὰ κυρίως θὰ ἐπηρεάση τὶς ἑπόμενες γενιὲς καὶ θὰ δημιουργήση μιὰ ἄλλη αἴσθηση τῶν θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων.–

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Ὁ διδάσκαλός μου π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ὁ πνευματικός μου π. Γεώργιος Φλωρόφσκι, τοῦ π. Στεφάνου Ἀβραμίδη

Πρωτοπρεσβύτερου π. Στέφανου Ἀβραμίδη, Γραμματέως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπὶ τῶν Διορθοδόξων καὶ Διαχριστιανικῶν Σχέσεων

Μὲ τὴν ἀποψινὴ βιβλιοπαρουσίαση τοῦ Ἁγίου Ναυπάκτου μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ σκιαγραφήσουμε μιὰ φωτεινὴ καὶ ἐξέχουσα προσωπικότητα ποὺ σημάδεψε τὴ σύγχρονη Θεολογικὴ σκέψη. Εὐχαριστῶ τὸν Ἁγιον Ναυπάκτου γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ μοῦ ἔκανε νὰ καταθέσω τὶς ἁπλὲς καὶ ταπεινὲς σκέψεις καὶ ἀναμνήσεις μου γιὰ τὸν ἀείμνηστο π. Ἰωάννη Ρωμανίδη.

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη, Λάμπρος Σιάσος, π. Γεώργιος Μεταλληνός, π. Στέφανος Ἀβραμίδης

Ἡ γνωριμία μου μὲ τὸν π. Ἰωάννη ἀνάγεται στὸ ἔτος 1959, ὅταν ὡς τριτοετὴς φοιτητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης τὸν εἶχα γιὰ πρώτη φορὰ Καθηγητὴ στὸ Μάθημα τῆς Δογματικῆς.

Ἡ προσωπικότητά του, ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος τῆς διδασκαλίας του εἶχαν τὴν δύναμη νὰ σὲ συνεπαίρνουν. Μιλοῦσε κατὰ τρόπο ἁπλὸ καὶ κατανοητό, μάλιστα οἱ διαλέξεις του γίνονταν πότε στὴν Ἑλληνικὴ καὶ πότε στὴν Ἀγγλικὴ γλῶσσα, τῆς ὁποίας ὁ παπα Γιάννης ἦταν ἄριστος χειριστής.

Ἐπιπλέον ὁ π. Ἰωάννης ἦταν ὅπως καὶ γὼ Καραμανλῆς, Καππαδόκης στὴν καταγωγή. Ἀλλὰ ἐπίσης σὰν καὶ μένα ἦταν Ἑλληνο-ἀμερικανόπουλο, ἀφοῦ, ἂν καὶ γεννημένος στὴν Ἑλλάδα, σὲ ἡλικία μόλις 4 μηνῶν ἦρθε στὴν Ἀμερικὴ ὅπου ἔζησε, μεγάλωσε καὶ σπούδασε. Ἔτσι, ἤξερε τὴν Ἀμερικανικὴ νοοτροπία: πῶς σκεπτόμασταν ἐμεῖς τὰ παιδιὰ τῶν ἑλλήνων μεταναστῶν, καὶ ποιές πενιχρὲς γνώσεις εἴχαμε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, γνώσεις ποὺ εἴχαμε ἀποκομίσει ἀπὸ τὰ διάφορα διαφωτιστικὰ φυλλάδια ποὺ κατὰ καιροὺς ἐξέδιδε ἡ Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς.

Κύριο γνώρισμα τῶν φυλλαδίων αὐτῶν ἦταν ἡ χρησιμοποίηση Ρ/Καθολικών ἐπιχειρημάτων ἐναντίον τῶν Προτεσταντῶν καὶ ἀντιστοίχως Προτεσταντικῶν ἐπιχειρημάτων ἐναντίον τῶν Ρ/Καθολικών, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δίνεται ἡ ἐντύπωση ὅτι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δὲν ἔχουμε μιὰ σαφῆ καὶ ἑνιαία θεολογικὴ γραμμή, ἀλλὰ ὅτι βρισκόμαστε κάπου στὴ μέση τῶν δύο καὶ ὅτι ἡ θεολογία μας ρυθμίζεται ἀπὸ τὶς ἀκρότητες τῶν ἄλλων.

Πρὶν γνωρίσουμε τὸν π. Ἰωάννη εἴχαμε τὴν αἴσθηση ὅτι δὲν ὑπῆρχε καμιὰ σχέση ἀνάμεσα σ' ὅ,τι ἔγραφαν αὐτὰ τὰ ἐντὸς εἰσαγωγικῶν διαφωτιστικὰ φυλλάδια, μὲ τὴν εὐσέβεια καὶ ἁπλοϊκὴ πνευματικότητα τῶν γονιῶν μας, μὲ τὶς συνεχεῖς καὶ αὐστηρὲς νηστεῖες τους, μὲ τὶς ἀτελείωτες προσευχὲς τοὺς καὶ μὲ τὸ νὰ μᾶς στέλνουν καθημερινὰ στὰ σπίτια φτωχῶν γειτόνων μὲ πιάτα φαγητοῦ. Καὶ μάλιστα αὐτὴ ἡ αἴσθηση ἐνισχύονταν βλέποντας τοὺς Ρ/Καθολικούς, ποὺ ἡ Λειτουργία τους διαρκοῦσε μόλις μισὴ ὥρα, ποὺ νήστευαν μόνο τὴ Παρασκευὴ καὶ ἔτρωγαν τὰ πάντα ἐκτὸς ἀπὸ κρέας. Ἀκόμη καὶ ὁ ζωμὸς κρέατος ἐπιτρεπόταν ἀρκεῖ νὰ εἶχε στραγγισθεῖ ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχουν ἴχνη κρέατος μέσα. Ἀντίθετα, σὲ μᾶς οἱ γονεῖς μας γιὰ τὶς 50 σχεδὸν ἡμέρες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς Μ. Ἑβδομάδας οὔτε λάδι δὲν μᾶς ἔδιναν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Σάββατο καὶ τὴν Κυριακή.

Ὁ π. Ἰωάννης ὅμως μᾶς ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ καταλάβαμε, ὅτι αὐτὸς ὁ ἀσκητικὸς τρόπος ζωῆς τῶν γονιῶν μας εἶχε σκοπὸ νὰ μᾶς διδάξει τὴν ἀγάπη τὴν ἀνιδιοτελῆ, τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς, καὶ ὅτι ὁ τρόπος αὐτὸς τῆς ζωῆς βοηθοῦσε στὸ νὰ ἐπιτύχουμε τὴν κάθαρση τῶν παθῶν. Συνεπῶς ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ εὐλάβεια τῶν ἁπλῶν μας γονιῶν ἦταν στὴν πράξη ἐφαρμοσμένη ὀρθόδοξη θεραπευτικὴ ἀγωγή.

Ὁ π. Ἰωάννης μᾶς ἔδωσε νὰ καταλάβουμε, ὅτι τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκφράζουν μὲ τὸν καλύτερο --ἀνθρωπίνως δυνατόν-- τρόπο, τὴν ἀποκαλυπτικὴ ἐμπειρία τῶν θεουμένων Πατέρων καὶ Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Τὰ δόγματα ὅμως εἶναι μόνον ὁδοδεῖκτες. Ὅταν ὁ καθένας, ἐφ' ὅσον ὁ Θεὸς τοῦ τὸ χαρίσει, ζήσει τὴ δική του Πεντηκοστή, ὅταν δηλ. τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸν ὁδηγήσει "εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν", τότε κατανοεῖ ὅτι ἡ ἐμπειρία ὑπερέχει τοῦ δόγματος καὶ ὅτι ὁ Θεὸς οὔτε Τριάδα εἶναι, οὔτε Μονάδα, ἀλλὰ ἐπέκεινα καὶ τῆς Τριάδος καὶ τῆς Μονάδος.

Στὰ πρῶτα του μαθήματα, μᾶς συνέστησε νὰ διαβάσουμε τὴ διατριβή του: Τὸ Προπατορικὸ Ἁμάρτημα, ὡς εἰσαγωγὴ στὴν Πατερικὴ Θεολογία τῆς ἀρχεγόνου Ἐκκλησίας καί -- ἅς μὴ σᾶς φανεῖ παράξενο-- μᾶς ἔβαλε νὰ μελετήσουμε ὅλα τὰ διάφορα φιλοσοφικὰ συστήματα --ἀρχαία καὶ σύγχρονα -- μὲ ἔμφαση στὰ φιλοσοφικὰ συστήματα τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Ἀριστοτέλη καὶ τοῦ Πλωτίνου. Ὁ σκοπός του ἦταν νὰ γνωρίσουμε τὸν τρόπο σκέψεως τῶν Ἑλλήνων καὶ τὴ νοοτροπία ποὺ ἐπικρατοῦσε κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ διατυπώθηκαν τὰ δόγματα.

Ἔτσι θὰ μπορούσαμε νὰ καταλάβουμε γιατί ὁρισμένοι αἱρετικοὶ ἔπεσαν στὴν αἵρεση ἐπιχειρῶντας τὴν ἐφαρμογὴ ὁρισμένων φιλοσοφικῶν κατηγορημάτων σκέψεως στὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας. Μετά, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε τὴ σχολαστικὴ θεολογία, ἔπρεπε νὰ γνωρίζουμε καλὰ τὴ φιλοσοφία τοῦ Ἀριστοτέλη, ἀφοῦ οἱ σχολαστικοὶ ἐφάρμοσαν σχεδὸν ὁλόκληρο τὸ φιλοσοφικὸ σύστημα τοῦ Ἀριστοτέλη στὴν θεολογία τους, ταυτίζοντας τὸ Θεὸ μὲ τὸ "πρῶτον κινοῦν ἀκίνητον". Οἱ συνέπειες βεβαίως μᾶς εἶναι γνωστές: ἡ διδασκαλία περὶ κτιστῆς χάριτος, ἡ ταύτιση οὐσίας καὶ ἐνεργείας κ. ἅ.

Στὴ συνέχεια μᾶς τόνιζε τὴ διαφορὰ μεταξὺ τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας περὶ δικαιώσεως καὶ δικαιοσύνης καὶ ἐκείνης τῶν Σχολαστικῶν. Γιὰ τοὺς Πατέρες δικαιοσύνη = ζωοποίησις. "Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχητε καὶ περισσὸν ἔχητε", ἐνῷ γιὰ τοὺς Σχολαστικοὺς ἡ δικαιοσύνη ἦταν μιὰ ὑπόθεση δικανική: ἡ ἱκανοποίηση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, τῆς ὀργῆς ἑνὸς σκλήρου καὶ ἀδέκαστου Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀπαιτοῦσε μιὰ ἄπειρη θυσία γιὰ τὴν ἱκανοποίηση μιᾶς προσβολῆς κατὰ τῆς ἄπειρης Τοῦ δικαιοσύνης.

Σ' ὅλα αὐτὰ ἔδινε ἔμφαση ὁ π. Ἰωάννης διότι ἤμασταν Ὀρθόδοξοι ποὺ στὴν Ἀμερικὴ ζούσαμε μέσα σὲ μιὰ λαοθάλασσα ἀπὸ Ρωμαιοκαθολικοὺς καὶ Προτεστάντες, ὁρισμένοι ἐκ τῶν ὁποίων ἦταν ἐπιθετικοὶ μὲ σκοπὸ νὰ μᾶς προσηλυτίσουν στὴν πλάνη τους, καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου γινόταν σχεδὸν πάντοτε ἐν ἀντιδιαστολῇ πρὸς τὰ ὅσα πίστευαν οἱ γείτονές μας Λατῖνοι καὶ Προτεστάντες.

Ἀλλ' ἐπειδὴ τὸ θέμα μοῦ δὲν εἶναι ἡ δογματικὴ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννη, ποὺ ἄλλωστε τόσο ὄμορφα καὶ διεξοδικὰ ἀναπτύσσεται στοὺς δύο τόμους τοῦ Ἁγίου Ναυπάκτου, ἂν καὶ εἶναι πολὺ δύσκολο, νὰ χωρίσεις τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πιστεύει καὶ διδάσκει, θὰ συνοψίσω καὶ θὰ περιορίσω τὴν περιγραφὴ τῶν μαθημάτων του στὰ ἑξῆς:

Γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ διακρίνουμε τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία ἀπὸ τὴ νόθο, μᾶς δίδασκε τὶς ἑξῆς θεολογικὲς ἀρχὲς ποὺ διέπουν τὴν Πατερική, τὴν Ὀρθόδοξη θεολογία:

1ον: ἡ διάκριση μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου. Ἄκτιστος εἶναι μονάχα ὁ Θεός, καὶ ἄρα μόνον ὁ Θεὸς εἶναι φύσει ἀθάνατος. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι κτιστὰ καὶ συνεπῶς φύσει θνητά. Ἀκόμα καὶ ἡ ψυχή, ποὺ εἶναι μὲν ἀθάνατη ὄχι ὅμως κατὰ φύσιν ἀλλὰ κατὰ χάριν.

2ον: τὸ ἐντελῶς διάφορον μεταξὺ ἀκτίστου καὶ κτιστοῦ, κάτι ποὺ ἀποκλείει τὴν ἀγαπητὴ στοὺς δυτικοὺς θεολόγους analogia entis, καί

3ον: ἡ διάκριση μεταξὺ οὐσίας καὶ ἐνεργείας.

Ἔπειτα διδαχθήκαμε τὴν θεολογία τοῦ Ἱεροῦ Αὐγουστίνου, τὸ πῶς ἀποκλίνει ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ διδασκαλία καὶ πῶς διαμόρφωσε τὰ διάφορα θεολογικὰ ρεύματα τῆς Δύσεως

Μετὰ ἀκολούθησε ἡ διδασκαλία περὶ ἀσκητικῆς θεολογίας καὶ πορείας τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν κάθαρση μέχρι τὴ θέωση, μὲ ἔμφαση τῶν ὅσων ἀναφέρουν στὰ συγγράμματα τοὺς οἱ Ἅγιοι Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος καὶ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἄλλά καὶ ὅσα βλέπουμε στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων. Τέλος μᾶς δίδασκε περὶ Συνόδων καὶ γιὰ τὰ Δογματικὰ καὶ Συμβολικὰ Μνημεῖα τῆς Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας.

Ἔχοντας τὸν π. Ἰωάννη Καθηγητὴ ἐπὶ τέσσαρα συναπτὰ ἔτη - διότι ἡ φοίτηση στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Βοστώνης διαρκοῦσε ἑπτὰ χρόνια - συνδεθήκαμε στενά.

Πρῶτα ἀπ' ὅλα ἡ ἀγάπη μου γιὰ τὸ μαθημά του. Μετὰ ἡ κοινὴ καταγωγή. Τρίτον ὁ κοινὸς πνευματικὸς Πατέρας. Ὡς γνωστόν, ὁ π. Ἰωάννης εἶχε σὰν Πνευματικὸν Πατέρα, διδάσκαλο καὶ Μέντορα τὸν π. Γεώργιο Φλορόφσκυ. Εἶχα καὶ γὼ τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία νὰ ἔχω ἐξομολόγο τὸν π. Γεώργιο, ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν μόνον διακεκριμένος Θεολόγος ἀλλὰ καὶ ἕνας ἅγιος κληρικὸς μὲ πολὺ ταπείνωση, κατανόηση (κατανόηση ὄχι καταξίωση) καὶ πρὸ παντὸς μὲ πολλὴ ἀγάπη. Συχνὰ τὸν π. Γεώργιο τὸν ἐπισκεπτόμουν εἴτε στὴν Ρωσικὴ Ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Τριάδος στὴ Βοστώνη εἴτε στὸ σπίτι του κοντὰ στὴν πλατεῖα Harvard, στὸ Cambridge.

Δυστυχῶς δὲν εὐτύχησα νὰ ἔχω τὸν π. Γεώργιο Καθηγητὴ στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Βοστώνης, διότι κατὰ τὰ δύο πρῶτα ἔτη τῆς φοιτήσεώς μου, ὁ π. Γεώργιος δίδασκε στὶς ἀνώτερες τάξεις καὶ ὅταν τὸ ἔτος μου ἔφτασε σ' αὐτὲς τὶς τάξεις ὁ π. Γεώργιος εἶχε ἀναχωρήσει ἀπὸ τὴ Σχολή.

Παρὰ ταῦτα, ὀσάκις μοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία, μαζὶ μὲ ἄλλους συμφοιτητὲς παρακολουθούσαμε τὶς διαλέξεις του, ὅσες ἦταν ἀνοικτὲς γιὰ τὸ κοινό.

Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ ἀποκόμισα ἀπὸ τὶς διαλέξεις καὶ τὰ συγγράμματά του, τὰ ὁποῖα διάβασα καὶ δύο καὶ τρεὶς καὶ ἀμέτρητες φορὲς (φυσικὰ στὴν ἀγγλικὴ γλῶσσα), ἀκόμη περισσότερα ἀποκόμισα ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις μου στὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος ὅπου λειτουργοῦσε. Ἀλήθεια, δὲν ξέρω γιατί, ἀλλὰ ὅταν τὸν ἔβλεπα νὰ λειτουργεῖ ἔτσι σκυφτὸς μὲ ἕνα ὁλοφώτεινο πρόσωπο, μοῦ θύμιζε τὸν Ἁγ. Γρηγόριο τὸν Θεολόγο Ἰδίως δὲ ὅταν τὸν ἐπισκεπτόμουν στὸ σπίτι του, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἐξομολόγησή μου, τοῦ ἔθετα διάφορα ἐρωτήματα καὶ ἀπορίες, στὶς ὁποῖες ἀπαντοῦσε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ ὑπομονή. Καὶ πολλὰ ἀπ' αὐτὰ ποὺ μοῦ εἶπε τότε μὲ συνοδεύουν μέχρι σήμερα καὶ προσπαθῶ νὰ τὰ ἐφαρμόσω στὴν ζωή μου. Εἶχε δὲ καὶ μιὰ σεβάσμια καὶ καλοσυνάτη πρεσβυτέρα, τὴν Μάτουσκα Ξένια, ἡ ὁποία ἦταν καὶ ἁγιογράφος, καὶ μάλιστα ἀρκετὰ καλὴ ἁγιογράφος. Ἁγιογραφοῦσε μὲ τὸ παραδοσιακὸ ρωσικὸ τρόπο, κρατῶντας ὕπτια τὴν εἰκόνα καὶ περνῶντας ἀλλεπάληλες λαζοῦρες. Ὅταν μάλιστα μοῦ ἔφεραν πρὶν ἀπὸ ἕνα χρόνο σχεδὸν μιὰ φωτογραφία τῆς Ἁγίας Ματρώνας τῆς Μόσχας, ἀμέσως θυμήθηκα τὴν Μάτουσκα Ξένη. Μοῦ φάνηκε ὅτι ἡ ὁμοιότητα ἦταν καταπληκτική.

Ἀλλὰ ἐπιστρέφω στὸν πατέρα Ἰωάννη. Τέταρτο κοινὸ στοιχεῖο ἦταν ἡ σχέση μας μὲ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως τῆς Βοστώνης.

Τὸ 1958 ἦλθε στὴ Βοστώνη καὶ φιλοξενεῖτο στὴν Σχολὴ ὁ Μοναχὸς Παντελεήμων Μητρόπουλος, ὁ ὁποῖος παρ' ὅλο ποὺ ἦταν Ἀμερικανὸς εἶχε μεταβεῖ στὸ Ἅγιον Ὅρος ὅπου ἐκάρη Μοναχὸς στὴ Ρωσικὴ Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ἀλλὰ καὶ ἀποτέλεσε μέλος τῆς συνοδείας τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Σπηλαιώτου. Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ τότε Ἐπισκόπου Βοστώνης Ἀθηναγόρου καὶ μετέπειτα Ἀρχιεπισκόπου Θυατείρων καὶ Μ. Βρετανίας, ἵδρυσε κοντὰ στὴ σχολὴ Ἱερὰ Μονὴ ἐπ' ὀνόματι τῆς Θείας Μεταμορφώσεως. Τὸ Μοναστήρι ἔγινε πόλος ἕλξεως γιὰ πολλοὺς ἱεροσπουδαστές, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους καὶ ἐγὼ ὁ ὑποφαινόμενος. Κάθε Πέμπτη ἀπόγευμα καὶ τὶς Κυριακὲς μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία ἐπισκεπτόμουν τὴν Μονή. Ἐκεῖ σὲ ἕνα ξεχωριστὸ κελλὶ φιλοξενεῖτο ἡ γερόντισσα Μητέρα τοῦ π. Ἰωάννου, ἡ Γιάγια-Ρωμανίδη ὅπως τὴν φωνάζαμε μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ τρυφερότητα ἐμεῖς οἱ φοιτητές. Ἡ Γερόντισσα Εὐλαμπία ἦταν προβεβηκυία στὴν ἡλικία. Μόλις μὲ γνώρισε ἐρώτησε μὲ βαριὰ Καραμανλίδικη προφορά: "Παιντί μου, ἐσὺ ντὲ φαίνεσαι σὰν τοὺς ἄλλους, μήπως κατάγεσαι ἀπὸ τὰ μέρη μας;" Πράγματι τότε, καὶ μερικὲς φορὲς καὶ σήμερα ἀκόμη, ὅταν ξεχνιέμαι, μπερδεύω τὸ "σὲ" μὲ τὸ "σοῦ" καὶ τὸ "μὲ" μὲ τὸ "μοῦ". Ἀπὸ τότε γίναμε φίλοι καὶ μοῦ διηγοῦνταν πολλὰ γιὰ τὴν πατρίδα της, τὶς συνήθειες καὶ τὶς παραδόσεις. ἀλλὰ καὶ γία τὰ λίγα ποὺ ἤξερε γιὰ τὰ χωριὰ τῶν γονιῶν μου. Ἔτσι, στὸ Μοναστήρι βρίσκαμε συχνὰ καὶ τὸν π. Ἰωάννη ποὺ ἐρχόταν νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴ μητέρα του. Σὺν τῷ χρόνῳ συνδεθήκα μὲ τὸν π. Ἰωάννη μὲ μιὰ στενὴ καὶ μακροχρόνια φιλία.

Τὸ τελευταῖο ἔτος στὴ σχολὴ ἔπρεπε νὰ πάρω ὁρισμένες ἀποφάσεις γιὰ τὸ μέλλον μου. Σκέφτηκα νὰ συνεχίσω τὶς Θεολογικὲς σπουδὲς στὸ Harvard, ὅπου ἀκόμη δίδασκε ὁ πνευματικός μου, ὁ π. Φλωρόφσκυ, καὶ μάλιστα μὲ τὴν βοήθειά του ἔλαβα πλήρη ὑποτροφία ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο αὐτὸ γιὰ νὰ συνεχίσω τὶς σπουδές μου ἐκεῖ. Ἐν τῷ μεταξὺ ὅμως, μὲ τὴν ἐνθάρρυνση τοῦ τότε σχολάρχη μας, ἀειμνήστου π. Νικόδημου Βαλλινδρά, τοῦ μετέπειτα Μητροπολίτη Πατρῶν, ὁ ὁποῖος πολὺ ἐνθουσιάστηκε ἀπὸ τὰ σχέδια καὶ τὴν ἁγιογραφία μου, ἔστειλα ὁρισμένα ἀπ' αὐτὰ στὸν ἀείμνηστο καὶ μετέπειτα διδάσκαλό μου κ. Φώτη Κόντογλου, ὁ ὁποῖος καὶ δέχθηκε νὰ ἔρθω καὶ νὰ σπουδάσω κοντά του. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Ἀμερικῆς ὁ μακαριστὸς Ἀρχιεπίσκοπος Ἰάκωβος κάθε λίγο καὶ λιγάκι μοῦ ἔστελνε προξενιὲς γιὰ νὰ παντρευτῶ καὶ νὰ ἱερωθῶ, ἐνῷ ἐγὼ δὲν εἶχα ἀκόμη καταλήξει ἂν θὰ παντρευόμουν ἢ θὰ παρέμενα ἄγαμος, ἀποφάσισα νὰ φύγω ἀπὸ τὴ Βοστώνη. Ἔτσι ζήτησα ὑποτροφία ἀπὸ τὴν Ι. Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς καὶ ἦρθα στὴν Ἑλλάδα καὶ γιὰ δύο χρόνια σπούδασα κοντὰ στὸ κ. Φώτη καὶ τοὺς μαθητές του.

Ὅταν ἔμαθε ὁ π. Ἰωάννης ὅτι θὰ ἐρχόμουν γιὰ σπουδὲς στὴν Ἀθήνα, μὲ ἐφοδίασε μὲ συστατικὸ γράμμα πρὸς τὸν κ. Φώτη καὶ κανόνισε νὰ φιλοξενηθῶ στὸ σπίτι τοῦ ἀείμνηστου ἐφοπλιστοῦ Πανάγου Πατέρα, μὲ τὴν οἰκογένεια τοῦ ὁποίου στενὰ συνδεόταν. Στὴν Ἑλλάδα γνώρισα τὴν πρεσβυτέρα μου, νυμφεύθηκα, χειροτονήθηκα καὶ ἐπέστρεψα στὴν Ἀμερική, ὅπου ὑπηρέτησα ὡς ἐφημέριος γιὰ δύο χρόνια. Μετά, γιὰ λόγους οἰκογενειακούς, πρὸς τὸ τέλος τοῦ 1966 γυρίσαμε στὴν Ἑλλάδα.

Ὅταν λοιπὸν τὸ 1968 ὁ π. Ἰωάννης ἐξελέγη Καθηγητὴς στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης εἶχα τὴν τιμὴ νὰ τὸν φιλοξενήσω στὸ σπίτι μου, μέχρις ὅτου ἐπικυρωθεῖ ὁ διορισμός του. Βέβαια ἐκμεταλλεύτηκα τὴν παρουσία τοῦ γιὰ νὰ τοῦ θέσω πολλὰ καὶ διάφορα ζητήματα, στὰ ὁποῖα ἀπαντοῦσε πολὺ βαθυστόχαστα. Δὲν χόρταινα νὰ συζητῶ μαζί του μέχρι ἀργά, πέρα ἀπὸ τὰ μεσάνυχτα. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἀπέκτησε δικό του σπίτι στὸ Καλαμάκι καὶ πηγαινοερχόταν στὴ Θεσσαλονίκη, τὶς Κυριακὲς κατὰ κανόνα βρισκόταν στὴν Ἀθήνα καὶ σπάνια ἀπουσίαζε, τότε ἐρχόταν καὶ ἐκκλησιαζόνταν στὸν Ναὸν ὅπου ἐφημερεύω, στὸν Ἁγ. Χαράλαμπο Ἰλισίων, καὶ πάντοτε κοινωνοῦσε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, ἐνίοτε δὲ στὶς μεγάλες ἑορτὲς συλλειτουργοῦσε μαζί μας. Μετὰ τὴ Λειτουργία σχέδον πάντοτε ἔπαιρνε καφὲ μαζί μας καὶ μᾶς μίλαγε γιὰ διάφορα θέματα. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ τὸν γνωρίζει καὶ νὰ τὸν ἀγαπάει ὅλη ἡ ἐνορία. Σχέδον ἀνελλιπῶς τὸν εἴχαμε κοντά μας καθε Κυριακὴ μέχρι τὸν Νοέμβριο τοῦ 2001, ὅταν ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ.

Ἐπιπλέον συχνὰ μὲ ἐπισκεπτόταν στὸ Γραφεῖο μου στὴν Ἱερὰ Σύνοδο, διότι ὡς Γραμματέας τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καὶ Διαχριστιανικῶν Σχέσεων εἴχαμε καὶ ὑπηρεσιακὴ συνεργασία, διότι ὁ π. Ἰωάννης, διετέλεσε ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν ὄχι μόνον Μέλος τῆς Συνοδικῆς μας Ἐπιτροπῆς ἀλλὰ καὶ ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν Κεντρικὴ Ἐπιτροπὴ τοῦ Π.Σ.Ε., στὴν Ἐπιτροπὴ "Πίστις καὶ Τάξις" τοῦ αὐτοῦ Ὀργανισμοῦ, καὶ στοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους μὲ τοὺς Ἀγγλικανούς, μὲ τοὺς Ἀντιχαλκηδονίους, μὲ τοὺς Ρωμαιο-καθολικοὺς (στὴν Τεχνικὴ Προπαρασκευαστικὴ Ἐπιτροπὴ) καὶ μὲ τοὺς Λουθηρανούς.

Ὅταν τὴν 1η Νοεμβρίου τὸ 2001 ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας γιὰ νὰ πάει κοντὰ στὸν Χριστὸ ποὺ τόσο ἀγάπησε καὶ ὑπηρέτησε, σ' ὅλους ἐμᾶς ποὺ τὸν ξέραμε καὶ τὸν ἀγαπήσαμε καὶ ποὺ μὲ τὴν προσωπικότητα καὶ διδασκαλία του μᾶς σημάδευσε ἀνεξίτηλα, ἄφησε ἕνα κενὸ μέσα μας, ποὺ μέχρι τώρα ὁ χρόνος δὲν μπόρεσε νὰ γιατρέψει. Ἅς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του.-

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ἰωάννη Σ. Ρωμανίδη: Συνέντευξη γιά τήν «Ἐμπειρική Δογματική»

στὴν δημοσιογράφο Θάλεια Χούντα,

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

1. Ἐρώτηση: Τί σᾶς ὤθησε στὸ νὰ μεταφέρετε στὸ εὐρὺ κοινὸ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ποὺ στὴν οὐσία εἶναι ἡ ἐπίσημη θέση τῆς Ἐκκλησίας μας;

Ἀφιέρωμα στὸν π. Ίωάννη Σ. Ρωμανίδη

Ἀπάντηση: Τὰ γραπτὰ κείμενα καὶ οἱ προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη ἔχουν ὡς κέντρο τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας μέσα ὅμως ἀπὸ τὶς βασικὲς προϋποθέσεις τους, ποὺ εἶναι ἡ ἐμπειρία. Στὸν πολὺ κόσμο τὰ δόγματα θεωροῦνται ὡς αὐθαίρετα ἀξιώματα ποὺ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὴν ζωή. Ὅμως, τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὁμοιάζουν περισσότερο μὲ τὰ φάρμακα, τὰ ὁποῖα ἀνακάλυψαν οἱ ἐπιστήμονες, ὕστερα ἀπὸ πολυχρόνιες ἔρευνες, καὶ τὰ προσφέρουν γιὰ τὴν θεραπεία διαφόρων νοσηρῶν καταστάσεων. Αὐτὸ ἀκριβῶς μὲ ὤθησε νὰ κάνω λόγο γιὰ τὴν «Ἐμπειρικὴ δογματική», σύμφωνα μὲ τὴν προφορικὴ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ποὺ συνδέεται μὲ τὰ μεγάλα ὑπαρξιακά, ὀντολογικὰ προβλήματα ποὺ βασανίζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὁπωσδήποτε ἔχουν κοινωνικὲς ἐπιπτώσεις. Πρόκειται γιὰ τὰ ἐρωτήματα: Τί εἶναι ὁ Θεός, πῶς μποροῦμε νὰ ἔχουμε προσωπικὴ ἐπικοινωνία μαζί Του, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποιός εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ὑπάρξεώς του, γιατί ὑπάρχει ὁ θάνατος, τί ὑπάρχει μετὰ τὸν θάνατο κλπ. Ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη ἀνταποκρίνεται πλήρως πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτό. Ἕνας ἀναγνώστης μοῦ εἶπε ὅτι τὸ βιβλίο αὐτὸ μπορεῖ νὰ κάνη καὶ ἕναν ἄθεο νὰ ἀγαπήση τὴν θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γιατί ἐκφράζει τὸ βάθος τοῦ δόγματος καὶ κινεῖται πέρα ἀπὸ ἠθικιστικὲς συμβατικότητες.

 

2. Ἐρώτηση: Πόσο δύσκολο ἦταν τὸ ἔργο σας, ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἐπιλογὴ τῶν πιὸ καίριων σημείων ἀπὸ τὸ τεράστιο ὁμολογουμένως ἔργο του;

Ἀπάντηση: Τὸ ἔργο ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνω ἦταν μεγάλο καὶ δύσκολο. Εἶχα μπροστά μου περίπου 1500 σελίδες ἀπομαγνητοφωνημένες ἀπὸ προφορικὸ λόγο τοῦ π. Ἰωάννη καὶ ἔπρεπε νὰ ξεχωρίσω τὰ θεολογικὰ θέματα ἀπὸ ἑκατοντάδες ἄλλα θέματα, ὅπως ἱστορικά, ἐπιστημονικά, κλπ. Διότι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης συνέδεε στενὰ τὴν θεολογία μὲ τὴν ἱστορία, ἀλλὰ καὶ τὴν ἑρμήνευε μέσα ἀπὸ τὶς σύγχρονες ἐπιστημονικὲς ἀνακαλύψεις, ὁπότε ἔπρεπε νὰ ἐπισημάνω τὰ καθαρὰ θεολογικὰ κομμάτια. Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἐπιλογὴ αὐτὴ ἔπρεπε νὰ συνδέσω τὰ κείμενα μεταξύ τους σὲ μιὰ ἑνότητα, μὲ ἀλληλουχία σκέψεως καὶ σχέσεως. Ἦταν σὰν νὰ κάνη κανεὶς ἕνα πάζλ, σὰν νὰ παίρνη μερικὰ καταπληκτικὰ κομμάτια ἀπὸ ἕναν ἀμφορέα ποὺ βρῆκε σὲ ἀνασκαφὲς καὶ νὰ παρουσιάζη ἕνα ὁλοκληρωμένο ἔργο. Ὅλο αὐτὸ τὸ κοπιαστικὸ ἔργο τὸ ἔκανα μὲ ἀγάπη, ἔμπνευση καὶ ἐργάσθηκα ὅπως περίπου ἐργάζεται ὁ καλλιτέχνης ποὺ κατασκευάζει ἕναν πίνακα. Ἔτσι, τὸ ἔργο ἦταν κοπιαστικό, ἀλλὰ καὶ εὐχάριστο, ποὺ προκαλοῦσε ἔκπληξη καὶ ἐνθουσιασμὸ καὶ σὲ μένα τὸν ἴδιο. Ἡ λέξη ἔμπνευση τὰ λέει ὅλα. Ἄλλωστε, ὁ Χριστιανός, ὅπως λένε οἱ Πατέρες μας, πρέπει νὰ ἐργάζεται ὡς καλλιτέχνης, ὡς ποιητής.

 

3. Ἐρώτηση: Περιγράψτε μας κάποια δικά σας βιώματα μέσα ἀπὸ τὰ ὁποῖα νὰ μπορῇ νὰ σκιαγραφῆται ἡ προσωπικότητα αὐτοῦ τοῦ τόσο σημαντικοῦ θεολόγου.

Ἀπάντηση: Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἦταν μιὰ πολυτάλαντη προσωπικότητα. Μεγάλωσε στὸ Μανχάταν τῆς Νέας Ὑόρκης, σπούδασε στὰ μεγαλύτερα πανεπιστημιακὰ κέντρα τῆς Ἀμερικῆς (Γιέϊλ, Χάρβαρντ), σὲ Ὀρθόδοξες Θεολογικὲς Σχολὲς στὴν Ἀμερικὴ καὶ τὴν Εὐρώπη (Ἑλληνικὲς καὶ Ρωσικές), ἦταν καθηγητὴς δογματικῆς στὴν Ἀμερική, τὴν Θεσσαλονίκη καὶ τὸν Λίβανο καὶ γνώριζε καλὰ τὸν δυτικὸ καὶ ἀνατολικὸ ἄνθρωπο. Συγχρόνως μποροῦσε νὰ ὀδηγήση ἀεροπλάνο καὶ σκάφος καὶ νὰ γνωρίζη τὰ ἐπιτεύγματα τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης. Ὡστόσο ἐγώ, ἂν καὶ διάβαζα τὰ ἔργα του ἀπὸ παλιά, ἐν τούτοις τὸν γνώρισα προσωπικὰ μετὰ ἀπὸ τὴν συνταξιοδότησή του ἀπὸ τὸ Πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης, ὅταν ἔμενε στὴν Ἀθήνα. Ἦταν γνώστης πολλῶν πραγμάτων, θεολογικῶν, ἐπιστημονικῶν, διπλωματικῶν, ἱστορικῶν καὶ ἔκανε διαρκῶς ἔρευνα. Τὴν νοοτροπία καὶ τὴν τέχνη τοῦ ἐρευνητῆ τὴν ἔμαθε στὴν Ἀμερική. Παρὰ ταῦτα ἦταν ἁπλός, ταπεινός, ἤρεμος, ἀλλὰ καὶ προβληματισμένος γιὰ τὸ ἐπίπεδο τῆς κοινωνίας καὶ τῆς θεολογίας στὸν τόπο μας. Ἦταν ἕνας ἀνατολίτης ποὺ ζοῦσε στὸν δυτικὸ κόσμο, ἕνας ὁραματιστὴς ποὺ ζοῦσε σὲ κοινωνία πολλῶν συμφερόντων, ἦταν ἕνας ἀσκητὴς ποὺ ζοῦσε ἔξω ἀπὸ τὸ Μοναστήρι, στὴν σύγχρονη κοινωνία. Δὲν θέλω νὰ τὸν ἐξιδανικεύσω, ἀλλὰ ἦταν ἕνας εὐγενὴς καὶ εὐαίσθητος ἄνθρωπος. Εἴκοσι μέρες πρὶν πεθάνει ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκα στὸ σπίτι του διεπίστωσα ὅτι ξυπνοῦσε τὴν νύκτα καὶ προσευχόταν ὡς ἕνας μοναχός, ὅπως τὸ ἔκανε ἡ μητέρα του, τὴν ὁποῖα ἀγαποῦσε, μιὰ ἀνατολίτισσα γυναῖκα ποὺ βίωνε τὴν καππαδοκικὴ ζωὴ μέσα στὸ Μανχάταν τῆς Νέας Ὑόρκης, καὶ τελικὰ ἔγινε μοναχὴ στὸ Μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς Θεσσαλονίκης, κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ π. Παϊσίου, ποὺ τὴν ἐκτιμοῦσε.

 

4. Ἐρώτηση: Ὑπάρχουν "κρυφὰ" ἢ ἰδιαίτερα σημεῖα κατὰ τὴν μελέτη τῶν βιβλίων, τὰ ὁποῖα θὰ πρέπει ὁ ἀναγνώστης νὰ ἀνακαλύψη;

Ἀπάντηση: Καθένας θὰ ἐντυπωσιασθῇ ἀπὸ διάφορα σημεῖα τῆς διδασκαλίας του. Βεβαίως καὶ ὑπάρχουν δύο-τρία «κρυφὰ» σημεῖα γιὰ τοὺς πολλούς, ποὺ ἐκφράζουν ὅμως τὸ βάθος τῆς διδασκαλίας του. Ἤδη ὑπέβαλα αὐτὴν τὴν ἐρώτηση σὲ πολλοὺς ἀναγνῶστες τῶν βιβλίων γιὰ νὰ διαπιστώσω ἂν τὰ ἐπισημάνουν καὶ γι' αὐτὸ δὲν θὰ σᾶς τὰ ἀναφέρω. Τὸ σημαντικὸ ὅμως εἶναι ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, στὴν πολυτάραχη διαδρομὴ τῆς ζωῆς του, συγκρούσθηκε μὲ πολλοὺς θεολόγους, γιὰ διάφορες ἀλλοιώσεις τὶς ὁποῖες συναντοῦσε. Ὑπῆρχαν καὶ ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ δὲν κατάλαβαν τὴν διδασκαλία του. Ἐκεῖνος, ὅμως, ἐπειδὴ ἀπέκτησε προσωπικὴ βεβαιότητα, σὲ πολλὰ θέματα ἦταν ἀπόλυτος καὶ ἐκφραζόταν ἀποφθεγματικά. Παρὰ ταῦτα τὸ βασικὸ ἔργο του, ἂν τὸν δῆ κανεὶς στὸ βάθος, ἦταν ἐνοποιητικό, ἀφοῦ ἐντόπιζε τὴν σχέση μεταξὺ ἀθέων καὶ Χριστιανῶν, Ἑβραίων καὶ Ἑλλήνων, ὀρθοδόξων καὶ ἀλλοδόξων, λατινοφώνων, ἑλληνοφώνων καὶ ἀραβοφώνων Ρωμηών. Πίστευε στὴν Ρωμηοσύνη ὄχι ὡς ἰδεολογία, ἀλλὰ ὡς τρόπο ζωῆς ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἐνοποιητικὴ δύναμη τῶν φαινομενικὰ ἀντιθέτων καταστάσεων. Ἦταν ἕνας ἄρχοντας, ἀνατολίτης, βαθειὰ δημοκρατικὸς καὶ ταυτόχρονα ἐπαναστατικός. Αὐτὰ φαίνονται ἀντιφατικά, ἀλλὰ ἦταν ἔκφραση τοῦ ὅλου τρόπου θεολογικῆς σκέψεως καὶ τῆς ἐρευνητικῆς του ἐργασίας.–

Δημοσιεύθηκε στὴν Ἐφημερίδα Δημοτικὸ Μέλλον

 

Βιβλιοπαρουσίαση: «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

π. Ιωάννης Ρωμανίδης, ένας κορυφαίος δογματικός θεολόγος τής Ορθοδόξου Εκκλησίας

Μέσα στὸν Φεβρουάριο θὰ κυκλοφορήση τὸ νέο βιβλίο τοῦ Σέβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου μὲ τίτλο «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου – Πελαγίας.

Γιὰ τὸν μακαριστὸ Πρωτοπρεσβύτερο καὶ Καθηγητὴ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ἔχουν διατυπωθῇ πολλὲς θετικὲς καὶ μερικὲς ἀρνητικὲς ἀπόψεις. Στὶς θετικές, ὅτι εἶναι Προφήτης τῆς Ρωμηοσύνης, ὑποφήτης τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Παραδόσεως, κορυφαῖος διδάσκαλος τῆς δογματικῆς κλπ. Στὶς ἀρνητικὲς γνῶμες εἶναι ὅτι ὁμιλοῦσε ἀποσπασματικὰ γιὰ τὴν ἡσυχαστικὴ Παράδοση, ὅτι εἰσήγαγε μιὰ «ἰδιόρρυθμη θεολογία», ὅτι ὅσοι φέρουν στὴν ἐπιφάνεια τὸ θεολογικό του ἔργο εἶναι «ὀπαδοί», ὅτι εἶναι ἐθνικιστὴς κλπ.

Γιὰ ὅλα αὐτὰ θὰ δοθοῦν ἀπαντήσεις στὸ νέο αὐτὸ βιβλίο μέσα στὶς πάνω ἀπὸ 500 σελίδες μεγάλου μεγέθους. Ἐκεῖ θὰ φανῇ ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶναι ὁ πιὸ γνήσιος μαθητὴς τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε ὅτι συνέχισε τὸ ἔργο του σὲ μεγαλύτερο βαθμό, ὅτι ἡ θεολογία ποῦ ἐκφράζει δὲν εἶναι δική του, ἀλλὰ ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, δηλαδὴ ἡ θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

Ἐπίσης θὰ φανῇ ὅτι ἡ μεταπατερικὴ θεολογία κινεῖται ἔξω ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως διατυπώθηκε στὶς ἀποφάσεις τῶν Τοπικῶν καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων, καὶ ἔξω ἀπὸ τὶς εὐχὲς τῶν Μυστηρίων καὶ τὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ποῦ διατηρεῖται μέχρι τὶς ἡμέρες μας.
Στὴν συνέχεια παραθέτουμε τὰ περιεχόμενα τοῦ βιβλίου, ὥστε ὁ ἀναγνώστης νὰ λάβη μιὰ πρώτη γεύση τοῦ σημαντικοῦ αὐτοῦ βιβλίου.

Ὅποιος ἐπιθυμεῖ μπορεῖ νὰ τὸ προμηθευθῇ ἢ νὰ τὸ παραγγείλη ἀπὸ τώρα ἀπὸ τὴν ὡς ἄνω Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου – Πελαγίας (τήλ.: 2261035135 καὶ 6944504297 πρωϊνὲς ὧρες,e-mail: Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.) καὶ ἀπὸ τὰ θρησκευτικὰ βιβλιοπωλεῖα ἢ ἀπὸ τὰ Γραφεῖα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου.

Πρόλογος

Εἰσαγωγή

Α' Ἡ ἐπικοινωνία μεταξὺ τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καὶ τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι

1. Συνθετικὴ ἀνάλυση ἐπιστολῶν τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη στὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι

Βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι

Ἔντονη καὶ εἰλικρινὴς ἀλλη λογραφία

Μαθητής, σύνοικος, καθοδηγητὴς καὶ συνάδελφός του
Βιογραφικὰ στοιχεῖα τῶν δύο θεολογικῶν ἀνδρῶν
Αὐτοβιογραφικὰ στοιχεῖα ἀπὸ ἄλλες ἐπιστολὲς γιὰ τὴν φοίτησή του στὸ Harvard
Ἀναφορὰ στὶς μελέτες του

Ἐνημέρωση γιὰ τὴν θεολογικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση
Ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία στὴν Ἀμερικὴ καὶ τὴν πορεία τῶν θεολογικῶν διαλόγων
Θεολόγοι ποῦ ἀναφέρονται στὶς ἐπιστολές
Ἡ ἄποψη τοῦ Φλωρόφσκι γιὰ τὸν Ρωμανίδη
Συμπεράσματα

2.  Ἐπιστολὲς τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη στὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι

Β' Τὸ θεολογικὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

1. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ὡς διδάσκαλος τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς

Ἡ πορεία καὶ ἐξέλιξη τῆς θεολογικῆς σκέψεώς του

Ἡ «ἄλλη δογματικὴ» τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη
Ὁ πυρῆνας τῆς Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς

2. Ἕνας δημιουργικὸς θεολογικὸς διάλογος μὲ ἀφορμὴ τὴν διδακτορική του διατριβή

Οἱ προϋποθέσεις τῆς θεολογίας τοῦ π. Ἰωάννου
Τρία ἐνδιαφέροντα χειρόγραφα
Δύο διαφορετικὲς θεολογικὲς παραδόσεις
Ἀναφορὰ στὸ «Προπατορικὸ Ἁμάρτημα»
Τὰ βασικὰ θέματα τοῦ διαλόγου Τρεμπέλα-Ρωμανίδη
Ἡ προέκταση τῆς διατριβής
Ἡ μετέπειτα σχέση Τρεμπέλα Ρωμανίδη
Συμπέρασμα

3. Μεταδιδακτορικὲς μελέτες τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

«Ἰουστῖνος ὁ Μάρτυς καὶ τὸ Τέταρτο Εὐαγγέλιο»
«Ἡ φιλοσοφία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ H.A. Wolfson»
«Τὰ σημαντικότερα σημεῖα τῆς συζητήσεως ἐπὶ τῆς Χριστολογίας τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας καὶ μερικὲς προτάσεις γιὰ νέα προσέγγιση»
«Σχόλια ἐπὶ τῆς παλαμικὴς διαμάχης καὶ σχετικὰ θέματα» (Μέρος Α')
«Σχόλια ἐπὶ τῆς παλαμικὴς διαμάχης καὶ σχετικὰ θέματα» (Μέρος Β')
Συμπέρασμα

4. «Ὁ Προφήτης τῆς Ρωμαϊκῆς Ὀρθοδοξίας», ἡ θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, κατὰ τὸν Andrew Sopκo

«Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση καὶ ἡ αἰχμαλωσία της»
«Ἕνας διάλογος γιὰ τὸν Θεό»
«Θεοκεντρικὴ ἀνθρωπολογία»
«Ἡ ἑνότητα τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης»
«Ρωμαϊκὴ θεολογία»
«Πρὸς τὸ Μέλλον»
«Ὁ Ρωμανίδης καὶ ἡ σύγχρονη ὀρθόδοξη θεολογία»

5. Τὸ ἐνοποιητικὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Συνάντηση μεταξὺ Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης
Ἑνότητα μεταξὺ τῆς ἑβραϊκῆς καὶ ἑλληνικῆς ὁρολογίας
Ἑνότητα μεταξὺ ἑλληνοφώνων καὶ λατινοφώνων Ρωμαίων Πατέρων
Γιὰ τὴν ἑνότητα μεταξὺ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ χριστιανικοῦ κόσμου
Συμπέρασμα

6. Ἐργογραφία π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Γ' Ἡ ἀποτίμηση τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς»

1. Δημόσια Παρουσίαση τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς»

Ἡ παρουσίαση τῆς «Ἐμπειρικῆς Δογματικῆς» στὴν Ἀθήνα
Ἐναρκτήρια Προσφώνηση Γερόντισσας Σιλουανὴς Μοναχῆς
Ἔκφραση συγκίνησης καὶ ἐμπι-στοσύνης ὑπὸ τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου
Ὁ ἀδελφός μου Ἰωάννης, χαιρετισμὸς κ. Παρθενίας Ρωμανίδη-Ott
«Πρὸ καὶ μετὰ Ρωμανίδη Ἐποχὴ» ὑπὸ τοῦ Πρωτοπρ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ
Ὁ διδάσκαλός μου π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ὁ πνευματικὸς μοῦ π. Γεώργιος Φλωρόφσκι ὑπὸ τοῦ Πρώτ. π. Στεφάνου Ἀβραμίδη
Οἰμωγὲς καὶ ἀλάλητοι στεναγμοὶ ἑνὸς ἀγρυπνοῦντος Ἐπισκόπου ὑπὸ τοῦ κ. Λάμπρου Χρ. Σιάσου
Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ἡ «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ» ὑπὸ τοῦ Σέβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγ. Βλασίου Ἱεροθέου
Συνέντευξη γιὰ τὴν «Ἐμπειρικὴ Δογματική»

2. Βιβλιοπαρουσιάσεις
3. Εὐχαριστήριες – συγχαρητήριες ἐπιστολὲς γιὰ τὸ βιβλίο «Ἐμπειρικὴ Δογματική»
4. Ἐπιλεγόμενα

Βιβλιοπαρουσίαση: Ἐμπειρικὴ Δογματική, Τόμος Α'

Εἰσαγωγή

Ὁ μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, καθηγητὴς τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος θεολόγος.

Βιβλιοπαρουσίαση: Ἐμπειρικὴ Δογματική, Τόμος Α'Δὲν τὸν εἶχα Καθηγητή, ἀφοῦ ἀνέλαβε τὴν ἕδρα τῆς δογματικῆς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Θεσσαλονίκης μετὰ τὴν ἀποφοίτησή μου ἀπὸ αὐτή, ἀλλὰ τὸν γνώρισα κατ’ ἀρχὴν ἀπὸ τὰ κείμενά του, ὕστερα τὸν γνώρισα προσωπικὰ στὴν Ἀθήνα, μετὰ τὴν συνταξιοδότησή του, καὶ εἴχαμε στενὴ ἐπικοινωνία, σχεδὸν σὲ καθημερινὴ βάση, τότε ποὺ ζοῦσε στὴν Ἀθήνα, σὲ μιὰ «θεολογικὴ μοναξιά». Ἀργότερα, ὅταν ἔγινα Μητροπολίτης, μοῦ ζήτησε νὰ τὸν ἐγγράψω στοὺς ἱερατικοὺς καταλόγους τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μου, λαμβάνοντας ἀπολυτήριο ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀμερικῆς ὅπου καὶ ἀνῆκε ὡς Κληρικός.

Ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος, ποὺ εἶχε πολυχρόνια ἐπικοινωνία μαζὶ τοῦ καὶ ὡς Δικηγόρος του, καὶ στὸ γραφεῖο τοῦ ὁποίου ὁ π. Ἰωάννης παρέδιδε μαθήματα θεολογίας σὲ κλειστὸ κύκλο ἀνθρώπων, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶχα τὴν τιμὴ πολλὲς φορὲς νὰ συγκαταλέγομαι καὶ ἐγώ, μοῦ εἶπε κάποτε ὅτι ὁ π. Ἰωάννης γεννήθηκε σὲ λάθος ἐποχή. Ἔπρεπε νὰ ζὴ τὸν 4ο αἰῶνα, στὸν ὁποῖον ἔζησαν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.

Πράγματι, διαβάζοντας κανεὶς ἢ ἀκούγοντας τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, διαπίστωνε ὅτι ἐξέφραζε τὴν θεολογία καὶ τὴν ζωὴ τῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰῶνος, ἤτοι τῶν μεγάλων Καππαδοκὼν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου, ὅπως τὸ βλέπουμε στὰ συγγράμματά τους καὶ στὸ Γεροντικὸ ἢ τὸν Εὐεργετινό. Στὴν πραγματικότητα ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶναι ἕνα «κομμάτι» τοῦ 4ου αἰῶνος ποὺ ἔζησε τὸν 20ὸ αἰῶνα ἢ θὰ μποροῦσα νὰ πὼ καλύτερα, ἦταν ἕνας θεολόγος καὶ μάλιστα καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ 20οῦ αἰῶνος ποὺ ὅμως μεταφέρθηκε στὸ «πνεῦμα» τῶν ἁγίων τοῦ 4ου αἰῶνος καὶ τὸ ἐξέφραζε.

Ναυπάκτου Ἱερόθεος - π. Ἰωάννης Σ. ΡωμανίδηςΒεβαίως ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης δὲν ἐκφράζει μιὰ δική του θεολογία, ἀλλὰ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Στηρίζεται στὴν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων, ὅπως ἐκφράζεται διὰ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θεώσεως καὶ βιώνεται στὴν νοερὰ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ τὴν θεωρία-θέα τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ μιὰ θεολογία ποὺ δὲν ἔχει σχέση μὲ τὸν σχολαστικισμὸ καὶ τὸν ἠθικισμὸ ποὺ καλλιεργήθηκαν στὴν Δύση καὶ μεταφέρθηκαν καὶ στὸν δικό μας χῶρο, εἴτε ἀπ' εὐθείας ἀπὸ τὴν Δύση εἴτε διὰ μέσου τῆς ρωσικῆς θεολογίας, ἡ ὁποία δέχθηκε ἐπιδράσεις ἀπὸ τὴν Δύση, ἰδίως κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Μεγάλου Πέτρου.

Τὰ κλειδιὰ τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας εἶναι ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸ κατ’ εἰκόνα στὸ καθ’ ὁμοίωση, ἀπὸ τὴν κατάσταση τοῦ δούλου στὴν κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ καὶ τοῦ υἱοῦ, ἀπὸ τὴν κάθαρση στὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση, ἀπὸ τὴν ἰδιοτελῆ στὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη. Εἶναι θεολογία τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ συνδέεται μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ὁποία στὴν συνέχεια διατυπώνεται σὲ ὅρους καὶ σὲ διδασκαλία γιὰ τὴν θεραπεία καὶ τὴν καθοδήγηση τῶν ἄλλων μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Τόσο ἁπλὴ εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία στὴν βάση της.

Ὁ π. Ἰωάννης ὁμιλοῦσε ὡς καθηγητὴς τῆς δογματικῆς, ἀλλὰ καὶ ὡς ἀσκητής. Διαβάζοντας τὸν λόγο του, ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε κάποια ἐμπειρία γύρω ἀπὸ τὰ πνευματικὰ θέματα, ἀλλὰ δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ διακριβώσω τὸ μέγεθος καὶ τὸν βαθμὸ τῆς ἐμπειρίας του. Ἡ διδασκαλία του ποὺ ἐκφράζει τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολὺ ἁπλή. Ἀναφέρεται στὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν σωτηρία του, τὴν ὅραση τοῦ ἀκτίστου Φωτός, τὴν ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καὶ τὴν μέθοδο γιὰ νὰ φθάση κανεὶς στὴν πνευματικὴ ἐμπειρία. Βλέπει κανεὶς ἕναν κύκλο, ὅπως τὸ συναντᾶμε καὶ στὰ ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων. Ἔλεγε ὁ ἴδιος:

«Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει κυκλικὸ χαρακτῆρα. Εἶναι σὰν ἕνας κύκλος. Ὅπου κι ἂν ἀκουμπήσης πάνω στὸν κύκλο, ξέρεις ὅλο τὸν κύκλο, γιατί ὅλος ὁ κύκλος ὁ ἴδιος εἶναι. Ὅλα ἀνάγονται στὴν Πεντηκοστὴ• τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἡ ἱερωσύνη, ὁ γάμος, τὸ βάπτισμα, ἐξομολόγηση κλπ., οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων κλπ. Ἐκεῖνο εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ἡ Πεντηκοστή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ φθάνει στὴν θέωση μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ὁδηγεῖται εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν».

Αὐτὸ μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ καταπληκτικὸ κείμενο ποὺ διασώζεται στὸ ἔργο «Περὶ μυστικῆς θεολογίας» τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου. Ἐκεῖ παρουσιάζεται «ὁ θεῖος Βαρθολομαῖος» νὰ λέγη γιὰ τὴν θεολογία: «Καὶ πολλὴν τὴν θεολογίαν εἶναι καὶ ἐλαχίστην, καὶ τὸ Εὐαγγέλιον πλατὺ καὶ μέγα καὶ αὔθις συντετμημένον». Καὶ συμπληρώνει ὁ ἅγιος Διονύσιος: «Ὅτι καὶ πολύλογός ἐστιν ἡ ἀγαθὴ πάντων αἰτία, καὶ βραχύλεκτος ἅμα καὶ ἄλογος, ὡς οὔτε λόγον οὔτε νόησιν ἔχουσαν, διὰ τὸ πάντων αὐτὴν ὑπερουσίως ὑπερκειμένην εἶναι καὶ μόνοις ἀπερικαλύπτως καὶ ἀληθῶς ἐκφαινομένην τοὶς καὶ τὰ ἐναγῆ πάντα καὶ τὰ καθαρὰ διαβαίνουσι...».

Πράγματι, ὁ λόγος τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη μᾶς δείχνει ὅτι ἡ θεολογία εἶναι καὶ πολλὴ καὶ ἐλαχίστη, εἶναι μεγάλη καὶ συντετμημένη, εἶναι πολύλογη, βραχύλογη καὶ ἄλογη. Ἔτσι, πολλὲς φορὲς παρουσιάζει τὰ θεολογικὰ θέματα μὲ πολλὰ λόγια καὶ τὰ ἀναλύει καὶ ἄλλοτε εἶναι συνοπτικὸς καὶ ἀποφθεγματικός. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ὁ λόγος περὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, ἀλλὰ καὶ ἡ βίωση τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, εἶναι ἁπλὴ καὶ βαθειά, ἐπαναλαμβάνεται καὶ ὑπονοεῖται, ἐκφράζεται καταφατικὰ καὶ ἀποφατικά, βιώνεται καὶ παραπέμπει στὴν ὅραση ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρωπίνη ὅραση καὶ ἀκοή, δηλαδὴ ὑπὲρ τὴν ὅραση καὶ ἀκοή.

Γύρω ἀπὸ τὰ θέματα ποὺ προανέφερα ὁμιλοῦσε συχνὰ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Στὴν κατοχή μου βρέθηκαν πολλὲς μαγνητοφωνημένες ὁμιλίες του εἴτε ποὺ ἐκφώνησε στὸ Πανεπιστήμιο εἴτε σὲ διάφορες αἴθουσες, κυρίως δὲ ἀπὸ παραδόσεις καὶ συζητήσεις ποὺ ἔγιναν στὸ δικηγορικὸ Γραφεῖο τοῦ κ. Ἀθανασίου Σακαρέλλου. Τὶς ὁμιλίες αὐτὲς ἀπομαγνητοφώνησα καὶ συγκέντρωσα σὲ τέσσερεις τόμους.

Ἀπὸ τὸν πνευματικὸ αὐτὸ θησαυρὸ ἀπέσπασα μερικὰ κομμάτια, προκειμένου νὰ παρουσιασθῇ μιὰ ἐμπειρικὴ δογματική, ποὺ διαφέρει σαφέστατα ἀπὸ ἄλλες δογματικές. Μέσα στὰ κείμενα αὐτὰ ἐκφράζεται πλούσια ὅλο τὸ πνευματικὸ περιεχόμενο τοῦ π. Ἰωάννου. Σὲ μερικὰ σημεῖα γιὰ νὰ ὁλοκληρωθῇ ἡ διδασκαλία του χρησιμοποίησα μερικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ βιβλία του «Πατερικὴ θεολογία» καὶ «Ἐπίτομος Ὀρθόδοξος Πατερικὴ Δογματική».

Ἐπαναλαμβάνω δὲ ὅτι τὰ κείμενα τοῦ π. Ἰωάννου ποὺ θὰ παρατεθοῦν εἶναι ἀπομαγνητοφωνημένα καὶ ἔτσι διατηρεῖται πλήρως ὁ προφορικός του λόγος, ὁ ὁποῖος διασώζει τὰ γνωρίσματά του, εἶναι δυνατὸς καὶ μεταδίδει τὴν ζωντάνια καὶ τὴν θέρμη τοῦ χαρακτῆρα του. Σὲ μερικὰ σημεῖα ὁ π. Ἰωάννης ἐκφράζεται μὲ ἀπόλυτο τρόπο, χρησιμοποιῶντας λέξεις μὲ προκλητικὸ περιεχόμενο ἐναντίον ὁρισμένων θεσμῶν καὶ καταστάσεων. Ἐπειδὴ μεγάλωσε καὶ σπούδασε στὴν Ἀμερική, σὲ μερικὲς περιπτώσεις τὰ ἑλληνικά του δὲν εἶναι ἄψογα. Ὅλα ὅμως αὐτὰ πρέπει νὰ παραβλεφθοῦν καὶ ὁ ἀναγνώστης νὰ ἐπικεντρωθῇ στὸν πλοῦτο τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας ποὺ ἀποκαλύπτουν οἱ λόγοι του.

Στὸν Α' αὐτὸν τόμο, ποὺ εἶναι τρόπον τινὰ εἰσαγωγικός, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ εἰσαγωγικὰ καὶ τὰ ἀπαραίτητα βιογραφικὰ καὶ αὐτοβιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, παρουσιάζεται ἡ διδασκαλία τοῦ γιὰ τὴν σχέση μεταξὺ δόγματος καὶ ἠθικῆς, γιὰ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ εἶναι οἱ Προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Πατέρες καὶ οἱ ἅγιοι καὶ γιὰ τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως ποὺ εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, Παλαιὰ καὶ Καινή, καὶ ἡ Ἱερὰ Παράδοση. Κοινὸ στοιχεῖο ὅλων τῶν κεφαλαίων καὶ τῶν ἐπί μέρους ἑνοτήτων εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ.

Στὸν Β' τόμο ποὺ θὰ ἀκολουθήση θὰ γίνη ἀναφορὰ στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιὰ τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τῆς Τριαδολογίας, Χριστολογίας, κοσμολογίας, ἀνθρωπολογίας, Ἐκκλησιολογίας καὶ ἐσχατολογίας. Πρόκειται γιὰ μιὰ «ἄλλη» Δογματική, γιὰ μιὰ Δογματικὴ μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία ποὺ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀποκτήση ζῶντας μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἁγιαζόμενος ἀπὸ τὴν ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ διὰ τῆς μυστηριακῆς καὶ ἀσκητικῆς ζωῆς.

Παρατηροῦνται διάφορες ἐπαναλήψεις στὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου. Καὶ αὐτὸ ἐξηγεῖται ἀπὸ τὸν κυκλικὸ χαρακτῆρα τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας, ὅπως προαναφέρθηκε. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ὀμιλήση γιὰ πτώση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ μὴν ἀναφερθῇ στὸν σκοτασμὸ τοῦ νοὸς καὶ στὴν ἀπώλεια τῆς θεοκοινωνίας. Δὲν μπορεῖ ἀκόμη κανεὶς νὰ κάνη λόγο γιὰ ἐπαναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεὸ καὶ νὰ ἀγνοήση τὰ περὶ καθάρσεως, φωτισμοῦ καὶ θεώσεως. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀσχοληθῇ μὲ τὴν θέωση τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ ἀγνοήση τὴν ἀποκάλυψη τοῦ ἀσάρκου καὶ σεσαρκωμένου Λόγου. Δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ νὰ ὀμιλήση γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἀγνοήση τὸν συνδυασμὸ τῶν ἱερῶν Μυστηρίων μὲ τὴν μέθοδο τῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς, τοῦ φωτισμοῦ τοῦ νοὸς καὶ τῆς θεώσεως.

Ἄλλωστε καὶ τὰ τέσσερα κεφάλαια ποὺ ἀκολουθοῦν ἔχουν μιὰ ἑνότητα μεταξύ τους, ἀφοῦ σὲ αὐτὰ γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἀποκάλυψη, τὴν ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως, τοὺς φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως, τὰ μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως καὶ πῶς ἡ ἀποκάλυψη γίνεται δόγμα καὶ ἠθική.

Ἔτσι, οἱ ἐπαναλήψεις εἶναι φυσικὲς καὶ ἀναγκαῖες ὡς πρὸς τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὡς πρὸς τὸν προσδιορισμὸ τοῦ θέματος τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τὸ διατύπωσε αὐτὸ ἄριστα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τὰ αὐτὰ γράφειν ὑμῖν, ἐμοὶ μὲν οὐκ ὀκνηρόν, ὑμῖν δὲ ἀσφαλὲς» (Φιλιπ.γ',1). Ὅταν μιὰ διδασκαλία λέγεται μιὰ φορά, λησμονεῖται καὶ παραθεωρεῖται, ἐνῷ οἱ ἐπαναλήψεις καταγράφονται στὴν σκέψη καὶ τὴν καρδιά. Διαβάζοντας τὰ κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων βλέπουμε ὅτι τονίζονται οἱ κεντρικὲς ἀποκαλυπτικὲς ἀλήθειες, γύρω ἀπὸ τὶς ὁποῖες διαρθρώνονται οἱ σκέψεις τους. Ἔτσι ὑπάρχει μιὰ ἀρραγὴς ἑνότητα.

Βέβαια, κανεὶς δὲν εἶναι ἀλάθητος, οὔτε καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἀλλὰ τὸ «πνεῦμα» τῆς θεολογίας ποὺ δίδασκε εἶναι ἡ θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων, συντονίζεται στὴν διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Πρέπει ὁ ἀναγνώστης νὰ δὴ αὐτὸ τὸ «πνεῦμα» τῆς διδασκαλίας του, ποὺ εἶναι ἡ οὐσία τῆς πατερικῆς παραδόσεως. Καὶ θὰ συνιστοῦσα ἢ καὶ θὰ παρακαλοῦσα τὸν ἀναγνώστη νὰ δὴ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου στὴν ὁλότητά της καὶ νὰ μὴν ἀποσπάση μιὰ φράση, νὰ τὴν ἀπομονώση καὶ νὰ βγάλη συμπεράσματα ποὺ εἶναι ἀντίθετα μὲ ὅσα λέγει σὲ ἄλλα σημεῖα. Γιὰ παράδειγμα, τὰ περὶ δόγματος πρέπει νὰ τὰ συνεξετάση μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ• καὶ τὰ περὶ Προφητῶν, Ἀποστόλων καὶ Πατέρων πρέπει νὰ τὰ μελετήση σὲ συνδυασμὸ μὲ ὅσα λέγονται γιὰ τὰ ἄκτιστα καὶ κτιστὰ ρήματα καὶ νοήματα, γιὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση. Μόνον ἔτσι θὰ ἀποκτήση ὁλοκληρωμένη εἰκόνα, διαφορετικὰ θὰ ἀδικήση τὴν ἀλήθεια τῶν λεγομένων.

Ἀσχολούμενος γιὰ πολλὰ χρόνια μὲ τὴν «Ἐμπειρικὴ δογματική» –πάνω ἀπὸ εἴκοσι (20) χρόνια– δόξαζα συνεχῶς τὸν Θεό, ἐπειδὴ εἶμαι μέλος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐπειδὴ γνώρισα τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ ἐπειδὴ ἔφθασε σὲ μένα αὐτὸς ὁ θησαυρὸς τῆς πνευματικῆς του κληρονομιᾶς.

Νομίζω ὅτι θὰ βοηθήση πολλοὺς ἀναγνῶστες καὶ θὰ δώση μιὰ νέα προοπτικὴ στὴν κατανόηση καὶ βίωση τῆς δογματικῆς τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας.

Πολλοὶ βοήθησαν γιὰ νὰ ἐκδοθῇ αὐτὸς ὁ πρῶτος (Α') τόμος σὲ διάφορες φάσεις τῆς ἐργασίας. Δηλαδὴ ὁ κ. Ἀθανάσιος Σακαρέλλος μοῦ ἔδωσε πολλὲς μαγνητοταινίες. Ἡ μακαριστὴ Γερόντισσα Φωτεινὴ καὶ οἱ μοναχὲς Ἰωάννα καὶ Καλλινίκη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου Θεοτόκου-Πελαγίας, ὁ κ. Γεώργιος Γεωργᾶτος καὶ ἡ κ. Ἑλένη Παπαδοπούλου-Γεωργάτου ἀπομαγνητοφώνησαν τὶς ὁμιλίες ἀπὸ τὶς μαγνητοταινίες. Ἡ κ. Μαίρη Ἠλιοπούλου, ἡ κ. Σίσσυ Σεραφετινίδου, οἱ κ. Γεώργιος καὶ Ἑλένη Γεωργάτου πέρασαν τὶς χειρόγραφες ἀπομαγνητοφωνήσεις στὸν ὑπολογιστή. Ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου ἔκανε τὸ εὑρετήριο τῶν θεμάτων. Ὁ κ. Ἀναστάσιος Φιλιππίδης καὶ ἡ κ. Εὐθυμία Μαυρομιχάλη μετέφρασαν διάφορα κείμενα ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Ὁ Ἀρχιμ. Καλλίνικος Γεωργᾶτος καὶ ὁ π. Γεώργιος Παπαβαρνάβας μετέφεραν τὶς χειρόγραφες σημειώσεις μου στὸν ὑπολογιστὴ καὶ ὁ πρῶτος ἔκανε τὴν τελικὴ ἐπεξεργασία. Ἡ κ. Ἐλευθερία Σερμπέτη καὶ ἡ κ. Βασιλικὴ Μελικίδου εἶδαν τὸ τελικὸ κείμενο καὶ ἔκαναν σημαντικὲς φιλολογικὲς παρατηρήσεις. Ἡ Γερόντισσα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου-Πελαγίας μοναχὴ Σιλουανὴ καὶ ἡ συνοδεία της ἐπιμελήθηκαν τὴν ἔκδοση αὐτή. Τοὺς εὐχαριστῶ ὅλους ἀπὸ καρδίας καὶ τοὺς εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ τοὺς εὐλογῇ πλούσια.

Ἡ τελικὴ ἐπιλογὴ τῶν ἀποσπασμάτων καὶ ἡ σύνδεση μεταξύ τους ὑπῆρξε λίαν κοπιώδης καὶ μοῦ πῆρε πολὺ χρόνο. Ζητῶ τὴν κατανόηση τῶν ἀναγνωστῶν.

Αἰσθάνθηκα ἰδιαίτερη εὐλογία ποὺ ἀσχολήθηκα μὲ τὰ θέματα αὐτά, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, καὶ εὔχομαι ὁ Θεὸς νὰ ἀναπαύση τὴν ψυχή του ἐν χώρᾳ ζώντων, γιὰ τὸν κόπο του καὶ τὸν ζῆλο του, ἀφοῦ ὅσο ζοῦσε φλεγόταν ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας καὶ μετέφερε στὴν ἐποχή μας ὅλο τὸ «πνεῦμα» καὶ τὴν ζωντάνια της.

Ἔγραφα στὴν Ναύπακτο

τὴν 6η Αὐγούστου 2010

ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως

τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἰερόθεος

 

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Α'

Περιεχόμενα

Εἰσαγωγή

Βιογραφικά καί αυτοβιογραφικά στοιχεία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Α' Δόγμα καί ἠθική

  1. Τό δόγμα
    • Ὁρισμός τοῦ δόγματος
    • Δόγμα καί μυστήριο
    • Τό δόγμα ὡς ἔκφραση τῆς ἐμπειρίας καὶ ὡς ὁδηγός στήν ἐμπειρία
    • Ὁ ἀντιαιρετικός καί θεραπευτικός σκοπός τοῦ δόγματος
    • Δόγμα καί ἐκκλησιαστική ζωή
    • Ἐξέλιξη τῶν δογμάτων
    • Δόγματα καί φιλοσοφία
    • Ὁ θεραπευτικός χαρακτήρας τοῦ δόγματος ὡς βάση τοῦ διαλόγου μέ ἄλλες Ὁμολογίες
    • Σύνδεση τοῦ δόγματος μέ τήν ἠθική – ἀσκητική
  2. Ἡ ἠθική
    • Φιλοσοφική, θρησκευτική καί κοινωνική ἠθική
    • Χριστιανική ἠθική
    • Ἡ ορθόδοξη ἠθική ὡς ἀσκητική

Β' Ἡ ἐμπειρία τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Ἡ ἀξία τῆς ἐμπειρίας - πείρας
  2. Ἡ ἐμπειρία ὡς βάση τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας
  3. Ἀποκάλυψη καί ἐμπειρία
  4. Ἐμπειρία καί εἴδη ἐμπειριῶν
  5. Γνήσια ἐμπειρία
  6. Μεταφορά τῆς ἐμπειρίας

Γ' Οἱ φορεῖς τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Θεούμενοι
    • Ὁρολογία
    • Θεοπτία – θεολογία τῶν θεουμένων
  2. Ἡ ἑνότητα Προφητῶν, Ἀποστόλων καί ἁγίων
  3. Προφῆτες
    • Οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης
    • Τό προφητικό χάρισμα
  4. Ἀπόστολοι
    • Ἡ ζωή καί τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων
    • Ἀποστολική ζωή, παράδοση καί διαδοχή
  5. Πατέρες
    • Τό ἔργο τῶν Πατέρων
    • Ἡ θεόπνευστη θεολογία τῶν Πατέρων
    • Πατερική περίοδος
  6. Ἅγιοι
    • Ποιός εἶναι ἅγιος
    • Ἡ ἐμπειρική δύναμη τῆς πίστεως

Δ' Τά μνημεῖα τῆς ἀποκαλύψεως

  1. Ἄρρητα-ἄκτιστα ρήματα καί κτιστά ρήματα καί νοήματα
    • Διάκριση μεταξύ ἄρρήτων ρημάτων καί κτιστῶν ρημάτων καί νοημάτων
    • Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέ ἄρρητα ρήματα
    • Ἡ μεταφορά τῶν ἀρρήτων-ἀκτίστων ρημάτων μέ κτιστά ρήματα καί νοήματα
    • Ἀπό τά κτιστά ρήματα στά ἄρρητα ρήματα
  2. Ἡ «Παρακαταθήκη τῆς πίστεως»
  3. Ἁγία Γραφή
    • Ἁγία Γραφή καί ἀποκάλυψη
    • Ἡ θεοπνευστία τῆς Ἁγίας Γραφῆς
    • Συντηρητικός καί φιλελεύθερος
    • Ὁ σκοπός τῆς Ἁγίας Γραφῆς
    • Ἡ ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς
  4. Παλαιά καί Καινή Διαθήκη
    • Ἡ ἀξία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
    • Σχέσεις μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης
    • Διαφορά μεταξύ Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης
  5. Ἱερά Παράδοση καί παραδόσεις
    • Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση
    • Ἡ οὐσία τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως
    • Μετάδοση τῆς παραδόσεως
    • Παράδοση καί παραδόσεις
    • Ἡ ἑρμηνεία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως μέσα ἀπό τίς ἐπιστῆμες τῆς ἀστρονομίας καί ἰατρικῆς

Ἐπίμετρον

Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Α'

Ἐπίμετρον

Στὰ κεφάλαια ποὺ προηγήθηκαν καὶ θὰ διασαφηνισθοῦν καλύτερα στὸν ἑπόμενο τόμο, παρουσιάσθηκε ἡ ρωμαλέα θεολογικὴ σκέψη τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, ποὺ συνέδεσε τὴν δογματικὴ μὲ τὴν ἀσκητική, τὴν ἀποκάλυψη μὲ τὴν ἐμπειρία, τὴν Παλαιὰ μὲ τὴν Καινὴ Διαθήκη, τὴν πανεπιστημιακὴ καθέδρα μὲ τὸ ἐρημητήριο τοῦ ἀσκητοῦ. Πρόκειται γιὰ τὴν εὐαγγελικὴ ζωὴ ποὺ μπορεῖ νὰ βιωθῇ σὲ ὅλους τοὺς χώρους, ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, στοὺς ὁποίους ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ἐκεῖνοι ἀνταποκρίνονται στὴν ἐνέργειά Του.

Ὡς ἐπιλεγόμενα θὰ καταγράψω τέσσερα ἐνδιαφέροντα σημεῖα, ποὺ συναντᾶ κανεὶς στὸν λόγο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη.

1. Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται στὴν θεία Εὐχαριστία, στὸ δόγμα καὶ τὴν προσευχή. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀπολυτοποιῆται καμμία ἀπὸ τὶς τρεὶς αὐτὲς πλευρὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς οὔτε καὶ νὰ αὐτονομῆται ἀπὸ τὶς ἄλλες. Ὁ Andrew Sopko, στὴν μελέτη του γιὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, ἔδειξε ὅτι ἡ σκέψη του ἐκινεῖτο στὴν ὀρθόδοξη προοπτική. Ὁ π. Ἰωάννης συμπλήρωσε ἀπόψεις ἄλλων, οἱ ὁποῖοι στήριζαν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στὴν θεία Εὐχαριστία ἢ στὸν Ἐπίσκοπο ἢ καὶ στοὺς δύο μαζί, μὲ τὸ νὰ παρουσιάση ἐπαρκῶς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀξία τῆς θείας Εὐχαριστίας καὶ τὴν ἀξία τῆς Ἁγίας Γραφῆς (Παλαιᾶς καὶ Καινῆς Διαθήκης), τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς προσευχῆς, ἰδίως τῆς νοερᾶς-καρδιακῆς προσευχῆς, ποὺ ὁδηγεῖ στὸν δοξασμό. Ἔτσι καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ ἔχει μία πληρότητα ποὺ ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο. Στὴν θεία Εὐχαριστία παρευρίσκονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ βαπτίσθηκαν καὶ χρίσθηκαν καὶ στοὺς ὁποίους ἐνεργοποιεῖται τὸ χάρισμα αὐτὸ μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Ἐπίσης, στὴν θεία Εὐχαριστία ὁμολογεῖται τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως (δόγματα) καὶ ἀκούγεται ὁ λόγος περὶ τῆς ἀποκαλύψεως, ποὺ περιλαμβάνεται στὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἑρμηνεύεται αὐτὸς ὁ ἀποκαλυπτικὸς λόγος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νὰ εἶναι προφήτης-διδάσκαλος καὶ ὄχι ἁπλῶς προεστὼς τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως.

Ἄλλωστε οἱ δύο μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ στὴν πορεία τοὺς πρὸς Ἐμμαοὺς ἄκουγαν τὸν Ἴδιο τὸν Ἀναστάντα Χριστό –χωρὶς ἀκόμη νὰ Τὸν ἀναγνωρίσουν– νὰ τοὺς διερμηνεύη «ἐν πάσαις ταὶς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ», «ἀρξάμενος ἀπὸ Μωϋσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν». Κατὰ τὴν διαδικασία αὐτῆς τῆς ἑρμηνείας φλεγόταν ἡ καρδιὰ τῶν μαθητῶν, γι’ αὐτὸ ἀργότερα εἶπαν: «οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἥν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;». Στὴν συνέχεια Τὸν ἀναγνώρισαν κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Δείπνου ὅταν ἔλαβε τὸν ἄρτον, τὸν εὐλόγησε «καὶ κλάσας ἐπεδίδου αὐτοῖς» (Λούκ. κδ', 13-25). Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ πορεία τῶν Χριστιανῶν πρὸς τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, περνᾶ μέσα ἀπὸ τὴν καύση τῆς καρδίας, ποὺ γίνεται μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν διδασκαλία, ἀλλὰ καὶ τὴν προσευχή. Χωρὶς αὐτὴν τὴν πνευματικὴ καύση τῆς καρδίας δὲν ἀναγνωρίζεται ὁ ἀναστὰς Χριστὸς κατὰ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας.

2. Ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση, γιὰ τὴν ὁποῖα κάνει λόγο ὁ π. Ἰωάννης, δὲν εἶναι μιὰ ζωὴ ποὺ προσέλαβε ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ ἄλλες παραδόσεις –ἰνδουϊστική, φιλοσοφική, σουφική– ἀλλὰ εἶναι ἡ γνήσια προφητική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ζωή. Ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση, μὲ ἄλλα λόγια, δὲν ἐφευρέθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες σὲ διάφορες ἐποχές, ἀλλὰ εἶναι ἡ γνήσια ζωὴ τῶν φίλων τοῦ Θεοῦ, εἶναι ὁ δρόμος πρὸς τὴν θέωση καὶ τὸν ἁγιασμό. Αὐτὴ ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση διατυπώθηκε ἀπὸ τοὺς Πατέρες μὲ τρεὶς ὅρους, ἤτοι κάθαρση, φωτισμό, θέωση. Δὲν πρόκειται γιὰ μιὰ ἀνακάλυψη μερικῶν Πατέρων ἢ διδασκάλων, ἀλλὰ γιὰ τὴν ζωὴ ποὺ ἀνευρίσκεται στὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ὑποδείχθηκε ἀπὸ τὸν ἄσαρκο καὶ σεσαρκωμένο Λόγο καὶ ἀπὸ τoὺς φίλους Του, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν σὲ κοινωνία μαζί Του.

Στὴν Ἁγία Γραφὴ δὲν παρουσιάζεται μόνον αὐτὴ ἡ ζωή, ἀλλὰ καὶ οἱ ὅροι-λέξεις: «κάθαρση», «φωτισμός», «δοξασμός-τελείωση». Στοὺς Πατέρες, ὁ ὅρος «δοξασμός-τελείωση» λέγεται «θέωση». Μπορεῖ κανεὶς νὰ παρουσιάση πάμπολλα ἁγιογραφικὰ χωρία γιὰ νὰ τὸ στηρίξη αὐτό. Ἀλλὰ καὶ ἂν τοὺς ὅρους αὐτοὺς τοὺς χρησιμοποίησε ὁ Ὠριγένης –ποὺ ἔχει καταδικασθῇ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία– ἢ οἱ μαθητές του, δὲν ἔχει μεγάλη σημασία, ὅταν ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία, ὡς πνευματικὸς ὀργανισμός, υἱοθέτησε αὐτὴν τὴν ὁρολογία. Ἡ Ἐκκλησία, ὅπως στὰ δόγματα υἱοθέτησε τὴν ὁρολογία τῶν φιλοσόφων, χωρὶς νὰ θεωρῆται ὅτι ἡ θεολογία μετατράπηκε σὲ φιλοσοφία, ἔτσι καὶ γιὰ τὴν μέθοδο τῆς θεώσεως ἡ Ἐκκλησία χρησιμοποίησε ὅρους, ὅπως κάθαρση, φωτισμός, θέωση, χωρὶς νὰ θεωρῆται αὐτὴ ἡ παράδοση «ὠριγενιστική».

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας σὲ ἐπιστολὴ τοῦ στὸν Πρεσβύτερο Εὐλόγιο μεταξὺ ἄλλων γράφει: «ὅτι οὐ πάντα ὅσα λέγουσιν οἱ αἱρετικοί, φεύγειν καὶ παραιτεῖσθαι χρὴ• πολλὰ γὰρ ὁμολογοῦσιν, ὧν καὶ ἡμεῖς ὁμολογοῦμεν». Ὅσοι ὅμως ἔχουν διαφορετικὴ ἄποψη, προσβάλλουν καὶ τοὺς μεγάλους Καππαδόκες Πατέρες, τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή, τὸν ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο, τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ κλπ., τοὺς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία κατέταξε σὲ περίοπτη πνευματικὴ θέση καὶ καταδίκασε ὅσους ἀντιδροῦσαν στὴν διδασκαλία τους. Ἀκόμη δὲ καὶ αὐτὴ ἡ στάση τοῦ σώματος τοῦ ἡσυχαστοῦ κατὰ τὴν ἐξάσκηση τῆς εὐχῆς, τὰ λόγια τῆς εὐχῆς καὶ ὁ τρόπος συγκεντρώσεως τοῦ νοῦ, ὅπως ἀνέλυσε διεξοδικὰ καὶ θεολογικὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ἀνευρίσκονται σὲ διάφορα χωρία τῆς Παλαιᾶς ἢ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἐντοπίζονται στοὺς ἀρχαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀποδοθοῦν σὲ ἔξωθεν ἐπιδράσεις.

3. Βεβαίως, γιὰ νὰ καταγραφὴ ἡ δογματικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ παράδοση, οἱ ἅγιοι Πατέρες δανείσθηκαν ὅρους τῆς ἐποχῆς τους, ποὺ προέρχονταν ἀπὸ τὴν φιλοσοφία, ὅπως τοὺς χρησιμοποιοῦσαν οἱ ὀπαδοὶ τοῦ «ἐξελληνισμένου Χριστιανισμοῦ». Ἀλλὰ καὶ σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ὑπάρχει χαώδης διαφορὰ μεταξὺ ρήματος καὶ νοήματος. Εἶναι χαρακτηριστικὸς ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ: «Κὰν τὶς τῶν Πατέρων τὰ αὐτὰ τοὶς ἔξω φθέγγηται, ἀλλ’ ἐπὶ τῶν ρημάτων μόνον• ἐπὶ δὲ τῶν νοημάτων, πολὺ τὸ μεταξὺ• νοὺν γὰρ οὗτοι, κατὰ Παῦλον, ἔχουσι Χριστοῦ, ἐκεῖνοι δέ, εἰμὴ τί καὶ χεῖρον, ἐξανθρωπίνης διανοίας φθέγγονται». Ἀπὸ τὸ χωρίο αὐτὸ φαίνεται καθαρὰ ὅτι ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ νοημάτων καὶ ρημάτων. Τὰ νοήματα εἶναι ἀποκαλυπτικά, τὰ δὲ ρήματα προσλαμβάνονται ἀπὸ τὸ περιβάλλον, ἀλλὰ καὶ αὐτά, ἐφ’ ὅσον υἱοθετοῦνται ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ κατοχυρώνονται ἀπὸ Συνόδους, εἶναι ὀρθόδοξα.

Ἔτσι, δὲν μποροῦμε νὰ ἐντοπίζουμε ἐπηρεασμοὺς τῶν Πατέρων ἀπὸ διάφορες ἄλλες χριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς παραδόσεις, ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο τῆς διδασκαλίας τους. Μιὰ τέτοια ἑρμηνεία εἶναι ὑπονόμευση τῆς ὅλης ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῶν ἁγίων μας. Οὔτε μποροῦμε νὰ ἀποδίδουμε χαρακτηρισμοὺς στὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων ὡς «ὠριγενίζουσα», «εὐαγριανή», «μακαριανὴ» κλπ. Ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὑπάρχει πλούσια μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ὅσοι ζοὺν πραγματικὰ στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ λαμβάνουν τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν διαφυλάσσουν ἐνεργοῦσα, αὐτοὶ ἔχουν τὴν ἴδια παράδοση, τὴν ἴδια ἐμπειρία. Ἑπομένως, ἡ γνήσια ἡσυχαστικὴ ζωὴ ἀνευρίσκεται στοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Πατέρες καί, γενικά, σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Μιὰ διαφορετικὴ ἑρμηνεία εἶναι ἀνθρωποκεντρικὴ καὶ κατ’ ἐπέκταση διαβρωτικὴ καὶ ὑπονομευτικὴ τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως.

4. Τίθεται θέμα ἑρμηνείας τῆς διδασκαλίας τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων. Γιὰ παράδειγμα κάθε γνήσια ἑρμηνεία τῶν διαφόρων ἐπιστημόνων (ἰατρῶν, μαθηματικῶν, φυσικῶν κλπ.) γίνεται ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἐπιστήμονες τῶν εἰδικοτήτων αὐτῶν, δηλαδὴ ὁ ἰατρὸς καταλαβαίνει τὸν ἰατρό, ὁ μαθηματικὸς τὸν μαθηματικό, κ.ο.κ. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἅγιος καταλαβαίνει τὸν ἅγιο καὶ ἡ καλύτερη ἑρμηνευτικὴ τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων δὲν γίνεται ἀπὸ φιλοσοφοῦντες στοχαστές, οὔτε ἀπὸ αἱρετικούς, ἀλλὰ ἀπὸ ἁγίους ποὺ βιώνουν τὴν ἴδια εὐαγγελικὴ ζωὴ μὲ τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιχειρούμενη ἑρμηνεία μὲ διαφορετικὲς προϋποθέσεις εἶναι ἐσφαλμένη. Εἶναι ὡσὰν οἱ μάρτυρες τοῦ Γιεχωβὰ καὶ οἱ ποικιλώνυμες παρατάξεις τῶν Προτεσταντῶν νὰ ἑρμηνεύουν τὴν Ἁγία Γραφή.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ποὺ μελέτησε φιλοσοφία, γνώρισε τὴν ἀλλοίωση τοῦ Χριστιανισμοῦ στὴν Δύση, ὅπως ἐπίσης γνώρισε καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση τῶν ἀληθινῶν ἡσυχαστῶν, διέφυγε τὸν κίνδυνο τῶν παρερμηνειῶν καὶ μᾶς παρουσίασε τὴν αὐθεντικότητα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως. Ὁ ἡσυχασμὸς εἶναι ἡ γνήσια προφητική, ἀποστολικὴ καὶ πατερικὴ ζωὴ• εἶναι ἡ βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀφείλουμε στὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη μεγάλη εὐγνωμοσύνη, ἀφοῦ ἡ διδασκαλία του εἶναι ὀρθόδοξη καὶ στηρίζεται σὲ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ἡ δὲ ἡσυχαστικὴ διδασκαλία –ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ– ἔχει κατοχυρωθῇ ἀπὸ τὶς Συνόδους τοῦ 14ου αἰῶνος (1341-1351). Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὸν Συνοδικὸ Τόμο τοῦ 1347, ἀφοῦ ἀφορίσθηκε καὶ ἀποκηρύχθηκε ὁ Βαρλαάμ, στὴν συνέχεια γράφεται:

«Ἀλλὰ καὶ εἴ τὶς ἕτερος τῶν ἁπάντων τὰ αὐτὰ ποτὲ φωραθείη ἢ φρονῶν ἢ λέγων ἢ συγγραφόμενος κατὰ τοῦ εἰρημένου τιμιωτάτου ἱερομονάχου κυροῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τῶν σὺν αὐτῷ μοναχῶν, μᾶλλον δὲ κατὰ τῶν ἱερῶν θεολόγων καὶ τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς, τὰ αὐτὰ καὶ κατ ’ αὐτοῦ ψηφιζόμεθα καὶ τὴ αὐτὴ καταδίκη καθυποβάλλομεν (ἀφορισμὸν καὶ ἀποκήρυξιν), εἴτε τῶν ἱερωμένων εἴη τις, εἴτε τῶν λαϊκῶν. Αὐτὸν τοῦτον τὸν πολλάκις ρηθέντα τιμιώτατον ἱερομόναχον κὺρ Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν καὶ τοὺς αὐτῷ συνάδοντας μοναχούς... ἀσφαλεστάτους τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς εὐσεβείας προμάχους καὶ προαγωνιστὰς καὶ βοηθοὺς ταύτης ἀποφαινόμεθα... Καὶ ἡ ἔνθεσμος διὰ πάντων καὶ κανονικὴ αὕτη ψῆφος καὶ ἀπόφασις ἀκίνητος εἰς αἰῶνα, Χριστοῦ χάριτι, τὸν σύμπαντα διατηρηθήσεται».

Τὸ ἴδιο ἐπαναλήφθηκε καὶ στὸν Συνοδικὸ τόμο τῆς Συνόδου τοῦ 1351, ἡ ὁποία ἀπὸ Ὀρθοδόξους ἔχει θεωρηθῇ ὡς Θ' Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ ἔχει ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἡ θεολογία τοῦ ἡσυχασμοῦ, ὡς διδασκαλία, ὁρολογία καὶ μεθοδολογία, εἶναι κατὰ πάντα ὀρθόδοξη, ἡ δὲ ἄρνησή της ἀντιβαίνει στὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ συνιστᾶ αἵρεση.–

Βιβλιοπαρουσίαση: Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ: "Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης"

ὁ "προφήτης τῆς Ρωμηοσύνης" προσωπογραφούμενος μέσα ἀπὸ ἄγνωστα ἢ λίγο γνωστὰ κείμενα.

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ

Πρωτ. π. Γεωργίου Μεταλληνού: “Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης ο "προφήτης της Ρωμηοσύνης" προσωπογραφούμενος μέσα από άγνωστα ή λίγο γνωστά κείμενα.”

Μια πολὺ ἐνδιαφέρουσα πλευρὰ τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καὶ τοῦ ἔργου του παρουσιάζεται ἀπὸ τὸ π. Γεώργιο Μεταλληνό, στὸ πρόσφατα ἐκδοθὲν βιβλίο του μὲ τίτλο: "Πρωτοπρεσβύτερος Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης" καὶ ὑπότιτλο: "ὁ "προφήτης τῆς Ρωμηοσύνης" προσωπογραφούμενος μέσα ἀπὸ ἄγνωστα ἢ λίγο γνωστὰ κείμενα" ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Ἁρμός. Πρόκειται γιὰ μιὰ συλλογὴ ἄρθρων, ποὺ προσφέρουν βιογραφικά του στοιχεῖα ἢ ἀπαντοῦν σὲ συκοφαντικὰ χαλκεύματα, συνοδευόμενα ἀπὸ μιὰ ἀποτίμηση τῆς θεολογικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς τοῦ προσφορᾶς, καὶ μιὰ ἀλληλογραφία τοῦ ἀειμνήστου π. Ἰωάννου μὲ φιλική του οἰκογένεια.

Μέσα στὰ προσωπικά του αὐτὰ γράμματα συναντοῦμε τὸν ἐπιστολογράφο π. Ἰωάννη καὶ παρακολουθοῦμε τὸ ἐκκλησιαστικὸ κλίμα τῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς Ἑλλάδος τὴν ἐποχή του.

Βλέπουμε τὸν εἰδικὸ ἐρευνητὴ μὲ τὴν ἀνύστακτη ἀγωνία του γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα καὶ τὴν ἀσταμάτητη ἐργασία. "Ὁ πάτερ μελετᾶ τὰ γερμανικὰ τώρα γιὰ νὰ ἠμπορεῖ νὰ δώσει τὶς ἐξετάσεις στὰ Γερμανικὰ καὶ Γαλλικὰ τὸν Νοέμβριο" σὲ ἡλικία 31 ἐτῶν. Ἔμαθε τὰ ἀρχαῖα γιὰ νὰ διαβάση τὰ πρότυπα κείμενα, σπούδασε τὰ ἀγγλικὰ σὲ Προτεστάντικο σχολεῖο καὶ Πανεπιστήμιο, προσβλέποντας στὴν "χιονοστιβάδα" ποὺ θὰ κάνη γνωστὴ τὴν ἄγνωστη μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας παγκοσμίως. Τὴν μέθοδο αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς πολύτιμο ἀγαθὸ ἤθελε νὰ τὴν δὴ νὰ διαφημίζεται παγκοσμίως καὶ μὲ τὸν πρέποντα τρόπο.

"Τρία εἶναι τὰ στάδια τῆς τελειότητος: κάθαρσις, φωτισμός, θέωσις. Οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ δικοί μας ποὺ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπ' αὐτούς, ἀντικατέστησαν τὴν κάθαρσιν μὲ τὴν ἠθική, τὸν φωτισμὸ μὲ τὴν ἀρχαία φιλοσοφία καὶ τὴν θέωσι τὴν μετέθεσαν γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Γι' αὐτό μας φαίνεται τώρα ἀκατανόητος ὁ λόγος του Ἁγ. Συμεῶν καὶ τῶν λοιπῶν Πατέρων".

Ἡ ἁπλότητά του, ἡ γνησιότητα στὶς ἐπιδιώξεις του, ἡ σαφήνειά του, ἡ καθαρότητα τοῦ χαρακτῆρα του φανερώνονται μέσα ἀπὸ τὶς γραμμὲς τῶν ἐπιστολῶν του. Δὲν ἦταν ὅμως μόνον ἐρευνητὴς πρωτοπόρος. Αὐτὰ ποὺ ἐρευνοῦσε καὶ δίδασκε τὰ βίωνε στὴν καθημερινή του ζωή:

"Μία καλὴ καὶ αὐστηρὰ μοναχικὴ ζωὴ εἶναι τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ εἰμπορεὶ νὰ δείξη τὸν δρόμον νὰ ἐξέλθωμεν ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐλεεινὴν κατάστασιν τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν Ἀμερικῇ... Θὰ ἔχωμεν τὸ τυπικὸν τοῦ Ἁγίου Ὅρους μὲ τὲς ἀγρυπνίες κτλ...

Ξεύρετε ἀσφαλῶς πόσο ζηλεύσαμεν διαβάζοντας τὰ περὶ ὁλονυχτίας στὸ σπίτι μὲ τέτοια παρέα...

Μάθαμεν ὅτι ἡ Εἰρήνη εἶναι βαρειὰ ἄρρωστη καὶ λυπηθήκαμεν πάρα πολύ. Τὴν προσευχὴν τοῦ Ἰησοῦ καὶ τὸ κομποσχοίνι νὰ μὴ ἀφήση οὔτε στιγμήν. Εἶναι μεγάλο ὅπλο ἡ εὐχὴ αὐτὴ καὶ ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ πάντοτε ἐπικρατεῖ μέσα στὴν καρδίαν τοῦ ἀνθρώπου, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν θέλη καὶ νὰ μὴ ἔχει τὸ μιαλὸ σκόρπιο στὰ μάταια πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. "Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω"...

Ἐπειδὴ εἴμεθα κοσμικοῦ πνεύματος ἄνθρωποι, ἐλυπήθημεν πολύ, ὅταν μάθαμε ὅτι τὸ καλύτερό σας παιδὶ ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἐχάρημεν πνευματικῶς, διότι ἐτελείωσαν τὰ βαρέα βάσανά της καὶ εὑρίσκεται μὲ τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Παναγίαν καὶ τοὺς Ἁγίους, ἀφοῦ ἔφυγε προετοιμασμένη καὶ διὰ πυρὸς ὑπερδοκιμασμένη, ὡς ἁρμόζει μόνον εἰς ἐκλεκτὸν παιδὶ τοῦ Θεοῦ...".

Ἕνα ἀξιοσημείωτο θέμα εἶναι καὶ ἡ εἰκόνα τῆς οἰκογενειακῆς του ζωῆς ποὺ προσκομίζει ὁ ἀναγνώστης μέσα ἀπὸ αὐτὰ τὰ γράμματα. Οὔτε ἴχνος παραπόνου καὶ πίκρας δὲν διακρίνεται στὰ γράμματά του γιὰ τὴν προσωπικὴ οἰκογενειακή του ζωή. Ἀγωνία, εὐγένεια, ἠρεμία, τρυφερότητα, εὐσπλαχνία καὶ πατρικὴ καλωσύνη.

Ἐπίσης, σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ παρατήρηση τοῦ π. Γεωργίου σὲ ὑποσημείωσή του, ὅπου σχολιάζει μιὰ φράση του π. Ἰωάννη γιὰ τὸν π. Γ. Φλωρόφσκυ: "Εἶναι ἐδῶ σαφὲς ὅτι ὁ π. Ἰωάννης ἔγινε μαθητής του π. Γ. Φλωρόφσκυ, ὅταν ἦταν ἤδη διδάκτωρ Θεολογίας (Ἀθηνῶν) καὶ καθηγητὴς στὴ Σχολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Οἱ θεολογικὲς προϋποθέσεις του, λοιπόν, δὲν ὀφείλονται στὴ σχέση του μὲ τὸν π. Φλωρόφσκυ, ὅπως πιστεύεται καὶ λέγεται συνήθως".  Στὸ βιβλίο συμπεριλαμβάνεται καὶ μιὰ ἐργογραφία τῶν ἔργων τοῦ συγγραφέα π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Ὁ ἴδιος ἤθελε νὰ τὰ δὴ ὅλα δημοσιευμένα στὸ διαδίκτυο, ἐλεύθερα σὲ ὅλους –κάτι ποὺ ἐν μέρει ἔγινε καὶ γίνεται. Τὰ ἔργα του ἐμφανίζονται σὲ πολλὲς σελίδες στὸ διαδίκτυο. Μεταφρασμένα σὲ ἀρκετὲς γλῶσσες.  Πρόκειται, λοιπόν, γιὰ ἕνα πολὺ ἐνδιαφέρον βιβλίο. Δὲν μποροῦσε νὰ γίνη διαφορετικά, ἀφοῦ ἐγγυῶνται γι' αὐτὸ καὶ ὁ συγγραφέας, π. Γεώργιος Μεταλληνός, καί, βεβαίως, ὁ προσωπογραφούμενος, ἀείμνηστος π. Ἰωάννης Ρωμανίδης.

Ὁ π. Γεώργιος ἀφιερώνει τὸ βιβλίο μὲ τὴν ἑξῆς φράση:

"Στὸν ἀλησμόνητο παπα-Γιάννη, τὸν πατερικὸ Καππαδόκη καὶ φωτιστῇ μας".

"...Ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ Ἅγιοι προσεύχονται διὰ τὴν σωτηρίαν μας καὶ δι' ὅ,τι συντελεῖ εἰς αὐτήν. Ὁ Θεὸς εἶναι καλὸς καὶ πάντοτε τὸ καλὸν ποιεῖ εἰς ἡμᾶς διὰ τὴν τελειοποίησιν τῆς ἀγάπης μας. Ἡ δοκιμασία θεωρεῖται ὡς κάτι τὸ κακὸν μόνον ἀπὸ συμφεροντολόγους, ποὺ ἔχουν ἀγαπήσει τὸν κόσμον καὶ ὑπηρετοῦν τὰς ἐπιθυμίας αὐτοῦ. Εἰς αὐτοὺς ἀποκαλύπτεται ὀργὴ ἐξ ουρανοῦ. Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος πραγματικὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεόν, ἀντιμετωπίζει τὴν δοκιμασίαν μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀντὶ νὰ ἐλλατώνεται, αὐξάνεται καὶ ὅσον δοκιμάζεται, τόσον περισσότερα θερμαίνεται καὶ γίνεται φωτιὰ μέσα στὴν καρδίαν του, καὶ ἀφοῦ πλέον ἀνάψει ἡ καρδιὰ μὲ τὸ πῦρ τῆς θεότητος, ὁ διάβολος ἀποχωρεῖ μὴ ἔχων πλέον μέρος ἐν αὐτῇ καὶ ὁ ἄνθρωπος φῶς γίνεται καὶ λάμπει πλέον ὡσὰν τὸ φῶς καὶ φεύγει ἀπὸ μέσα του τὸ σκοτάδι. Δι' ὅσους ἀγαποῦν τὸν Θεὸν τὰ πάντα συνεργοῦν εἰς ἀγαθὸν καὶ πρὸ πάντων αἱ θλίψεις μας. Ἀλλοίμονον εἰς ἡμᾶς, ὅταν δὲν καταλαβαίνωμεν ὅτι ὅ,τι γίνεται, γίνεται διὰ τὸ καλόν μας... Μέσα στὴν κάθε ἀναπνοὴ τοῦ ἀνθρώπου εὑρίσκεται ὁ Θεὸς παντοδύναμος, ἀλλὰ καὶ παντογνώστης γνωρίζων τὸ καλόν μας. Ἂς λέγομεν πάντοτε τὸ "γενηθήτω τὸ θέλημά σου", ἀλλὰ ἂς παρακαλοῦμεν τὴν μητέρα καὶ τοὺς φίλους τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν Χριστὸν νὰ βάλη τὸ χέρι του.... Ὁ Θεὸς ὡς φίλους ἔχει τους βαστάζοντας τὸν σταυρόν, διότι ἡ ἀγάπη των ὑπερβαίνει τὴν κοσμικὴν ἀγάπην, ἥτις ὅλο ζητεῖ τα ἑαυτῆς..." (π. Ἰωάννης Ρωμανίδης).

Γ.Γ., Χ.Μ.

Γεγονὸς καὶ σχόλιο: Τά σύγχρονα προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας

Ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔζησε τόν 20ό αἰώνα, ἀφοῦ ἐκοιμήθη τό 2001, στήν ἀρχή τοῦ 21ου αἰώνα, καί ἀντιμετώπισε ὅλα τά προβλήματα τῆς ἐποχῆς του μέσα ἀπό τήν ἐμπειρική θεολογία τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀκριβῶς, ἐπειδή στηρίχθηκε στήν θεολογία τῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι δέν ὁμιλοῦν περί τοῦ Θεοῦ, ἀλλά γιά τόν Θεό, γι’ αὐτό καί εἶχε ἀποκτήσει μιά πνευματική εὐαισθησία νά διαβλέπη τά προβλήματα πού ὑπάρχουν σέ κάθε ἐποχή καί χρειάζεται νά ἀντιμετωπισθοῦν ἀπό τούς ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας.

Μάλιστα, ἰσχυριζόταν ὅτι ὁ θεολόγος εἶναι καί πνευματικός πατέρας καί ὁ πνευματικός πατέρας εἶναι καί θεολόγος. Αὐτό τό ἔλεγε γιατί ἡ πραγματική θεολογία, πού εἶναι ἡ οὐσία τῆς ποιμαντικῆς, διακρίνει τό ἄκτιστο ἀπό τό κτιστό, τίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς ἐνέργειες τοῦ διαβόλου, πράγμα πού χαρακτηρίζεται ὡς διάκριση. Τόσο ὁ θεολόγος ὅσο καί ὁ πνευματικός πατέρας πρέπει νά ἔχουν τήν πατερική διάκριση γιά νά βοηθοῦν τά πνευματικά τους παιδιά.

Ἀναφερόμενος στό ποιές προκλήσεις θά κληθῆ νά ἀντιμετωπίση ἡ Ἐκκλησία στό μέλλον, καί ἐννοοῦσε βασικά τόν 21ο αἰώνα, δηλαδή τήν ἐποχή μας, ἔλεγε ὅτι θά εἶναι τρεῖς.

Πρώτη πρόκληση θά εἶναι ὁ Οἰκουμενισμός πού συγχέει τήν θεολογία τῶν Προφητῶν, Ἀποστόλων καί Πατέρων μέ τήν θεολογία τῶν φιλοσόφων καί στοχαστῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐπικρατῆ ἕνας συγκρητισμός.

Δεύτερη πρόκληση θά εἶναι ἡ ἀναζήτηση ἀπό ὅλους τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Βέβαια, δέν πρέπει νά ἀμνηστεύουμε τήν καταπάτηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων στήν παιδεία, τήν κοινωνία, τήν ἐλευθερία, πού γίνονται ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σύγχρονου κόσμου καί τῶν δικτατορικῶν νοοτροπιῶν, ἀλλά δέν πρέπει νά παραμένουμε μόνον σέ αὐτήν τήν ἐξωτερική πλευρά τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί νά ἀγνοοῦμε τήν δυνατότητα πού ἔχει κάποιος νά δῆ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ ἀνάλογα μέ τήν ἐπίτευξη τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης.

Τρίτη πρόκληση θά εἶναι ἡ σχέση μεταξύ θεολογίας καί ἐπιστήμης. Στήν Δύση ὁ Χριστιανισμός στηρίχθηκε στήν φιλοσοφική μεταφυσική, γι’ αὐτό καί ἦλθε σέ σύγκρουση μέ τήν ἀναπτυσσόμενη τότε ἐπιστήμη. Ἀντίθετα, ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἔχει ἄλλο σκοπό, νά ὁμιλῆ γιά τόν Θεό τῆς Ἀποκαλύψεως καί νά ὁδηγῆ τόν ἄνθρωπο στήν μέθεξη τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτό καί δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη σύγκρουση μεταξύ πραγματικῆς θεολογίας καί πραγματικῆς ἐπιστήμης.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης μέ τήν θεολογική γνώση πού εἶχε καί τήν προφητική θεολογία πού ἐξέφραζε συνέλαβε τίς προκλήσεις πού ἔχει ἡ Ἐκκλησία στίς ἡμέρες μας. Πράγματι, ὅλα τά σύγχρονα προβλήματα πού προκαλοῦν τήν Ἐκκλησία, προέρχονται ἀπό τόν οἰκουμενισμό, τήν θεοποίηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί τήν σύγκρουση μεταξύ πίστεως καί ἰατρικῆς ἐπιστήμης. Καί, φυσικά, ἡ Ἐκκλησία ἔχει πρόβλημα ἀπό Χριστιανούς, Κληρικούς καί μοναχούς, πού δέν μποροῦν νά διακρίνουν τήν ὀρθόδοξη θεολογική γνώση ἀπό τήν σύγχυση πού προκαλοῦν ὁ συγκρητικός Οἰκουμενισμός, ἡ θεοποίηση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων καί τά σύγχρονα ἐπιστημονικά ἐπιτεύγματα.

Γι’ αὐτό περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά σήμερα χρειαζόμαστε Κληρικούς, μοναχούς καί θεολόγους, πού νά ἔχουν ἀφ’ ἑνός μέν «γρήγορον νοῦν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν νήφουσαν», ἀφ’ ἑτέρου δέ νά γνωρίζουν τά δεδομένα τῆς σύγχρονης ἐποχῆς, τῆς κοινωνίας καί τῆς ἐπιστήμης, γιά νά διακρίνουν τό κτιστό ἀπό τό ἄκτιστο, τό θεϊκό ἀπό τό δαιμονικό, τήν πνευματική ὑγεία ἀπό τήν παράνοια καί τόν φανατισμό.

Χρειαζόμαστε ἀνθρώπους πού νά μετέχουν τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καί θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ταυτόχρονα, ὅπως ἔκαναν οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, νά γνωρίζουν καί τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς μας γιά νά καθοδηγοῦν μέ νηφαλιότητα καί ψυχραιμία τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν δέν ὑπάρχουν τέτοια πατερικά ἀναστήματα, ἀλλά ἐπικρατοῦν μονομερεῖς καί φανατισμένοι ἄνθρωποι, τότε θά πρέπει νά ἔχουμε περισσότερη ἐμπιστοσύνη στά θεσμικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, τίς Συνοδικές Ἐπιτροπές καί τίς Συνοδικές ἀποφάσεις γιά νά ἀποφεύγονται οἱ συγχύσεις καί τά σχίσματα.

Ν. Ι.

Εἰσαγωγὴ στὴν Ἡμερίδα: Τὸ ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Εἰσαγωγὴ στὴν Ἡμερίδα: Τὸ ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη (video)

Μετὰ τὴν τέλεση τοῦ ἱεροῦ μνημοσύνου στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τῆς Πόλεώς μας θὰ τελέσουμε καὶ τὸ θεολογικὸ μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ καθηγητοῦ καὶ θεολόγου π. Ἰωάννου Ρωμανίδη στὴν σημαντικὴ αὐτὴ γιὰ τὴν πόλη μας καὶ γενικὰ τὴν Ἐκκλησία ἐπιστημονικὴ Ἡμερίδα. Τὸ πρόγραμμα ἔχει διανεμηθῇ καὶ γνωρίζετε τόσο τοὺς εἰσηγητὲς ὅσο καὶ τὰ θέματα ποὺ θὰ εἰσηγηθοῦν καὶ νομίζω καλύπτουν ἐν πολλοῖς τὸ θεολογικὸ ἔργο καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Οἱ εἰσηγητὲς εἶναι συνάδελφοι, μαθητὲς καὶ φίλοι τοῦ μακαριστοῦ ἀκαδημαϊκοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ διδασκάλου.

Τό έργο καί η διδασκαλία τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη: π. Γ. Μεταλληνός, Ναυπάκτου ἱερόθεος, καθ. Ἀν. Παπαδόπουλος

Πρὶν προχωρήσω στὴν ἔναρξη τῆς Ἡμερίδος θὰ ἤθελα νὰ σᾶς ἐνημερώσω ὅτι ἤδη ἔχω τελειώσει ἕνα μεγάλο ἔργο, μὲ τίτλο «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας», ποὺ ἔχει πάρει τὴν ὁδὸ πρὸς τὸ τυπογραφεῖο καὶ πρόκειται σύντομα νὰ ἐκδοθῇ. Στὸ ἔργο αὐτὸ θὰ παρουσιασθοῦν διάφορες πλευρὲς τῆς θεολογικῆς προσφορᾶς τοῦ μακαριστοῦ π. Ἰωάννου στὰ θεολογικὰ γράμματα, καὶ καταδεικνύεται ἡ ἐξέλιξη τῆς θεολογικῆς σκέψεώς του. Χωρίζεται σὲ τρεῖς μεγάλες ἑνότητες.

Στὸ πρῶτο μέρος παρουσιάζεται ἡ σχέση του μὲ τὸν μεγάλο θεολόγο π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε γνήσιος μαθητής. Ὁ π. Ἰωάννης ἀπὸ τὴν ἐπιστολογραφία ποὺ θὰ δημοσιευθῇ φαίνεται καθαρὰ ὅτι ἐνημέρωνε τὸν π. Γεώργιο Φλωρόφσκι γιὰ ὅλα καὶ λειτουργοῦσε ὡς ὑποτακτικός του στὴν θεολογικὴ καὶ ἱστορικὴ σκέψη του, ἐπεξέτεινε δὲ τὶς ἀπόψεις τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι σὲ μερικὰ σημεῖα, ἀλλὰ ἀποδεικνύεται καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ οἱ προσδοκίες ποὺ ἐπένδυε ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκι στὸν μαθητή του π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ὡς γνήσιο διάδοχό του.

Στὸ δεύτερο μέρος τοῦ βιβλίου περιλαμβάνονται πέντε κεφάλαια στὰ ὁποία φαίνεται ὅλο τὸ θεολογικὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, τί προηγήθηκε τῆς διδακτορικῆς τοῦ διατριβῆς μὲ τίτλο «προπατορικὸ ἁμάρτημα», τί ἔγινε κατὰ τὴν κατάθεση αὐτῆς τῆς διατριβὴς στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ πῶς ἐπεξέτεινε τὰ θέματα αὐτὰ στὶς μεταγενέστερες μελέτες ποὺ ἔκανε στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Χάρβαντ κάτω ἀπὸ τὴν ἐποπτία τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι. Ἐπὶ πλέον παρουσιάζεται ὅλη ἡ θεολογία ποὺ ἐξέφραζε ὁ π. Ἰωάννης καὶ ἡ ἑνότητα ποὺ παρατηρεῖται στὸ θεολογικό του ἔργο.

Στὸ τρίτο μέρος τοῦ βιβλίου παρατίθεται τὸ περιεχόμενο τῆς Ἡμερίδος ποὺ ἔγινε στὴν Ἀθήνα τὴν 19η Ἰανουαρίου τοῦ ἐ.ἔ. μὲ τὴν παρουσίαση τοῦ δίτομου ἔργου τῆς «ἐμπειρικῆς Δογματικῆς», τὶς ὁμιλίες ποὺ ἔγιναν, καθὼς ἐπίσης παρατίθενται οἱ ἀπόψεις Πατριαρχῶν, Ἐπισκόπων, Θεολόγων καὶ λαϊκῶν γιὰ τὸ δίτομο αὐτὸ ἔργο καὶ γενικὰ γιὰ τὴν προσωπικότητα καὶ τὴν προσφορὰ τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη καὶ δείχνουν ὅτι πράγματι εἶναι ὁ κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας στὶς ἡμέρες μας. Ἀκόμη παρατίθεται καὶ ἡ ὁλοκληρωμένη ἐργογραφία του.

Ἡ παροῦσα Ἡμερίδα θὰ φωτίση ἀκόμη περισσότερο τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Θὰ κάνη αὐτὸ ποὺ δὲν ἔκανε ὁ ἴδιος. Δηλαδή, ὁ π. Ἰωάννης δὲν ἐνδιαφερόταν πολὺ γιὰ τὴν προβολὴ τοῦ ἔργου του, δὲν ἐνδιαφέρθηκε νὰ μεταφρασθοῦν καὶ νὰ δημοσιευθοῦν τὰ κείμενά του ἀπὸ τὴν ἀγγλικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Αὐτὸ τὸ ἔκανε ἡ ἀντιπρύτανις τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Δέσπω Λιάλιου, ἀλλὰ δὲν ἔχουν ἀκόμη δημοσιευθῇ.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔζησε τὰ περισσότερα χρόνια στὴν Ἀμερικὴ καὶ τὰ λιγότερα στὴν Ἑλλάδα. Ἔγραψε στὴν ἀγγλικὴ καὶ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Ἄφησε ἕνα μεγάλο ἀδημοσίευτο ἔργο ποὺ εἶναι διασκορπισμένο σὲ Συνέδρια, σὲ Ἐπιτροπές, σὲ ἐπιστολές, σὲ διάφορα ἀρχεῖα καὶ βέβαια εἶναι εὐρύτατο πεδίο γι’ αὐτὸν ποὺ θὰ τὰ ἀναζητήση γιὰ νὰ τὰ μελετήση καὶ νὰ τὰ ἐκδώση. Ἤδη ἐν πολλοῖς εἶναι ἄγνωστος καὶ παρεξηγημένος ὁ π. Ἰωάννης. Πιστεύω ὅτι τὸ ἔργο καὶ ἡ προσωπικότητά του θὰ ἀναδειχθῇ ὅσο περνᾶ ὁ καιρὸς καὶ θὰ εἶναι ὄχι μόνο ὁ θεολόγος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, ἀλλὰ καὶ ὁ θεολόγος τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, γιατί εἶναι πραγματικὰ ὁ θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων.

Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις ἀρχίζουμε τὴν ἐνδιαφέρουσα αὐτὴν Ἡμερίδα.

Ἐκδήλωση γιὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη στὴν Κόρινθο

Ἐκδήλωση μνήμης γιὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη πραγματοποιήθηκε στὴν Κόρινθο, μὲ τὴν πρωτοβουλία καὶ τὴν διοργάνωση τοῦ οἰκείου Ποιμενάρχου Σεβασμιωτάτου κ. Διονυσίου.  Συγκεκριμένα, τὴν Κυριακὴ 27 Νοεμβρίου ἐ.ἔ. τὸ πρωΐ, στὸν Ἱερὸ Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Κόρινθο τελέστηκε Ἀρχιερατικὸ Συλλείτουργο προεξάρχοντος τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος κήρυξε τὸν θεῖο λόγο, συλλειτουργοῦντος τοῦ Μητροπολίτου Κορίνθου κ. Διονυσίου.

Εκδήλωση γιά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη στήν Κόρινθο, 27 Νοεμβρίου 2011

Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἴδιας μέρας στὴν κατάμεστη ἀπὸ κόσμο «Κροκίδειο Αἴθουσα» πραγματοποιήθηκε ἡ προγραμματισμένη ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Κορίνθου Ἐκδήλωση μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς συμπλήρωσης 10 χρόνων ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ μεγάλου Θεολόγου τοῦ 20οῦ αἰῶνα «Τοῦ Προφήτη τῆς Ρωμηοσύνης» π. Ἰωάννη Ρωμανίδη.

Ἡ Ἐκδήλωση ξεκίνησε μὲ προσφώνηση ἀπὸ τὸν Δικηγόρο καὶ Νομικὸ Σύμβουλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κορίνθου κ. Πέτρο Θωμαΐδη, ὁ ὁποῖος ἀνέφερε:

«Ὅταν στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ '80 ἡ παρατεταμένη θρησκευτική μας ἐφηβεία, ποὺ εἶχε ἀρχίσει μὲ τὴν λεγόμενη «Θεολογία τοῦ '60», ἀναζήτησε τὴν ὡρίμανση καὶ ἀποζήτησε τὴν ἐνηλικίωσή της, διατυπώθηκε ἐπί τέλους τὸ ἔντιμο, ἀλλὰ καὶ δύσκολο, ἐρώτημα τοῦ «πῶς». Πῶς γίνεται ἡ ἀγάπη ἀνιδιοτελής; Πῶς μπορεῖ νὰ βιωθῇ ἡ θεία Λειτουργία ὡς εἴσοδος στὴν νέα Βασιλεία; Πῶς ἡ ἀναστάσιμη χαρὰ αὐγάζει ἀπὸ τὸν σταυρὸ τῆς μετανοίας; Πῶς τὰ λόγια μετουσιώνονται σὲ ἔργα καὶ ἡ πράξη σὲ θεωρίας ἐπίβαση; Πῶς ἡ περὶ θείου ἔρωτος συζήτηση δὲν θὰ ἐκφυλισθῇ σὲ ἀνακύκλωση πεζῶν προσλαμβανουσῶν παραστάσεων ἐμπαθῶν νοημάτων;

Εἴχαμε πιὰ συνειδητοποιήσει ὅτι ὑπῆρχε κάτι ἄλλο, κάτι παραπάνω, κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸ παιδικό μας καθηκοντολογικὸ παρελθόν.

Καὶ ἐπέστη ὁ καιρός. Καὶ οἱ ἀπαντήσεις γιὰ τὰ καίρια, τὰ σωστικὰ «πῶς», τὴν θεραπευτικὴ μεθοδολογία καὶ τὸ μεθεκτὸ τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας, ἦρθαν ἀπὸ τὸν «Προφήτη τῆς Ρωμηοσύνης», πατέρα Ἰωάννη Ρωμανίδη.

Καὶ Δόξα τῷ Θεῷ. Γιατί θὰ μποροῦσαν νὰ μὴν προσληφθοῦν ποτέ, ἂν ὅλη αὐτὴ ἡ ἀγωγὴ δὲν γινόταν ἔμπρακτη ἐφαρμοσμένη ποιμαντικὴ ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεο.

Στὸν Μητροπολίτη Ναυπάκτου ὀφείλουμε τὴν δωρεὰ τῶν προϋποθέσεων τῆς πνευματικῆς μας ἐνηλικίωσης εἰς ἄνδραν τέλειον, εἰς μέτρον τῆς ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.

Εκδήλωση γιά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη στήν Κόρινθο, 27 Νοεμβρίου 2011

Ἐπεξεργαζόμενος τὴν παρακαταθήκη τοῦ πατρὸς Ἰωάννου Ρωμανίδη, μᾶς τὴν προσέφερε μὲ τρόπο εὔληπτο, παιδαγωγικὸ καὶ ἐφαρμόσιμο, δίνοντάς μας νὰ ἐννοήσουμε ὅτι Ρωμηοσύνη, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος στὸ «Γέννημα καὶ θρέμμα Ρωμηοί», εἶναι τελικὰ «ἡ αὐθεντικὴ καὶ ρεαλιστικὴ ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου καὶ ὅτι Ρωμηοὶ εἶναι ὅσοι, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀγαποῦν εἰλικρινὰ καὶ θυσιαστικά, ὑπομένουν στὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, εὐγνωμονοῦν καὶ εὐχαριστοῦν τὸν Θεό, ἔχουν προσευχητικὴ ὕπαρξη, ἀφοῦ ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς ὑπάρξεώς τους βγαίνει ἀβίαστα καὶ αὐθόρμητα τὸ "δόξα σοι ὁ Θεός", ξέρουν νὰ συγχωροῦν καὶ νὰ εὐεργετοῦν καὶ τοὺς μεγαλύτερους ἐχθρούς, εἶναι ταπεινοί, μέσα ἀπὸ τὸν ἀγῶνα τοῦ θυμικοῦ τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ παραμένουν στὴν τάξη τῶν θεουμένων».

Προσκεκλημένος τοῦ πάντα φιλόξενου, μὲ ἀρχοντικὸ ἦθος καὶ εὐρυχωρία πνεύματος, Ποιμενάρχου μας κ. Διονυσίου, ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεος θὰ ἀναπτύξη ἀπόψε τὸ θέμα «Ἡ ἐμπειρικὴ θεολογία κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ πατέρα Ἰωάννη Ρωμανίδη», κάνοντάς μας ἐν κατακλεῖδι νὰ ἀναζωπυρώσουμε τὴν ἐλπίδα ὅτι, ἀκόμη καὶ σήμερα πού, ὅπως γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «ἔξωθεν μάχαι καὶ ἔσωθεν φόβοι», ἡ Οἰκουμενικὴ Ρωμηοσύνη θὰ συνεχίση νὰ ζῆ γιατί ζῆ ἡ ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας».

Στὴν συνέχεια ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἰερόθεος, ἀφοῦ εὐχαρίστησε τὸν οἰκεῖο Ποιμενάρχη γιὰ τὴν πρόσκληση καὶ τὴν ὅλη διοργάνωση τῆς Ἐκδήλωσης καὶ ἀφοῦ ὑπενθύμισε τὰ κοινὰ σημεῖα καὶ τοὺς δεσμοὺς μεταξὺ τῶν δύο Μητροπόλεων ἀλλὰ καὶ τῶν δύο νῦν Μητροπολιτῶν, ἀνέπτυξε τὸ θέμα «Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, κατὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη». Διάρθρωσε τὴν ὁμιλία του σὲ δύο μέρη.

Στὸ πρῶτο μέρος, μὲ τίτλο: «Οἱ ἅγιοι Πατέρες καὶ ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης», ἀναφέρθηκε στὶς θεολογικὲς ἐπιρροὲς καὶ στὶς συγκεκριμένες θεολογικὲς ἀρχὲς ποὺ δέχθηκε καὶ ἔλαβε ὁ π. Ἰωάννης ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, ὅπως διαφαίνεται στὰ κείμενά του. Ὁ π. Ἰωάννης, μετὰ τὴν μελέτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων, μελέτησε ἰδιαιτέρως τοὺς ἁγίους Πατέρες: ἅγιο Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη, ἅγιο Γρηγόριο Θεολόγο, Μέγα Βασίλειο, ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό, ἅγιο Συμεὼν Νέο θεολόγο, ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ καὶ τὴν Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν νηπτικῶν.

Στὸ δεύτερο μέρος τῆς ὁμιλίας του, μὲ τίτλο «Ἡ θεολογία τοῦ Φωτός», ὁ Σεβασμιώτατος τόνισε ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη ἔχει σχέση μὲ τὸ Φῶς καὶ μέσα στὸ πλαίσιο αὐτὸ ἀναφέρθηκε στὰ κεντρικὰ σημεῖα τῆς διδασκαλίας του, ἤτοι:

  • α) Ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται στοὺς θεουμένους μέσα στὸ Φῶς,
  • β) Τὸ τριλαμπὲς Φῶς τῆς μιᾶς θεότητος,
  • γ) Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ καὶ ζοῦσε μέσα στὸ Φῶς,
  • δ) Ἡ πτώση ὡς ἀπώλεια τοῦ φωτός,
  • ε) Οἱ δίκαιοι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἔφθασαν στὴν θεοπτία τοῦ Φωτός,
  • στ) Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Λόγου, ὡς ἔλευση τοῦ Φωτός,
  • ζ) Πεντηκοστή-Εκκλησία,
  • η) Παράδεισος καὶ κόλαση,
  • θ) Ἡ θεολογία τοῦ Φωτὸς στὸ ρωμαίϊκον πολιτισμό.

Καὶ ὁ Σεβασμιώτατος κατέληξε:

«Αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἐκφράσθηκε ἀπὸ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, τὸν κορυφαῖο δογματικὸ θεολόγο τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι θεολογία τοῦ Φωτός, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι τριλαμπὲς Φῶς, ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε γιὰ νὰ μετέχη τοῦ Φωτός, ἡ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων εἶναι ἀπώλεια τοῦ Φωτός, ἡ ἐνανθρώπηση καὶ ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀποβλέπουν στὸ νὰ θεραπεύσουν τὸν ἄνθρωπο, ὥστε νὰ μετέχη τοῦ Θεοῦ, ὡς Φωτὸς καὶ ὄχι ὡς πυρός.

Τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης δὲν διάβασε μόνον Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ γνώριζε πολὺ καλὰ τὸν σχολαστικισμὸ τοῦ Θωμᾶ τοῦ Ἀκινάτη, τὶς ἀπόψεις τοῦ Αὐγουστίνου, καὶ τὶς προτεσταντικὲς θεωρίες. Ὁπότε, μέσα ἀπὸ τὴν πατερικὴ διδασκαλία ἀντιμετώπισε τὸν παπικὸ σχολαστικισμό, τὸν προτεσταντικὸ ἠθικισμὸ καὶ τὸν ρωσικὸ πανσλαυισμό.

Δυστυχῶς ἡ ἐποχή μας ἀκόμη ζὴ κάτω ἀπὸ τέτοιες δυτικὲς ἐπιρροές, παρὰ τὴν μεγάλη στροφὴ πρὸς τὴν πατερικὴ παράδοση. Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ κείμενα καὶ οἱ λόγοι τοῦ π. Ἰωάννου εἶναι σημαντικὰ καὶ ἀπαραίτητα γιὰ μᾶς, προκειμένου νὰ ἀντιμετωπίσουμε ὅλες τὶς αἱρετικὲς ἀπόψεις ποὺ κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας καὶ νὰ μάθουμε τὴν πεμπτουσία τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας, ἀπαλλαγμένης ἀπὸ διάφορες προσμείξεις, ἀλλὰ καὶ νὰ μάθουμε τὸν δρόμο καὶ τὸν τρόπο τῆς σωτηρίας. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιατί οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ αἰρετικίζοντες πολέμησαν τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ τὴν διδασκαλία του.

Πάντως, ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης μᾶς ἔδειξε ὄχι μόνον τί εἶναι ὁ Θεὸς καὶ τί εἶναι ἡ σωτηρία, ἀλλὰ καὶ πὼς γνωρίζουμε τὸν Θεὸ καὶ πὼς ἐπιτυγχάνουμε τὴν σωτηρία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἀπὸ τὸ ΤΙ πρέπει νὰ ἐπικεντρώσουμε τὴν προσοχή μας στὸ ΠΩΣ, καὶ σὲ αὐτὸ τὸ πὼς ἀποβλέπει ὁ ὀρθόδοξος ἡσυχασμὸς σὲ ἀπαραίτητο συνδυασμὸ μὲ τὰ Μυστήρια καὶ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωή».

Ἐπακολούθησε ἐποικοδομητικὴ συζήτηση καὶ ὁ Σεβασμιώτατος μέχρις ἀργὰ τὸ βράδυ ἀπαντοῦσε σὲ ἐρωτήματα καὶ ἀπορίες τοῦ ἀκροατηρίου. Κλείνοντας τὴν ἐκδήλωση ὁ Μητροπολίτης Κορίνθου κ. Διονύσιος εὐχαρίστησε τὸν ὁμιλητὴ γιὰ τὴν ὁμιλία του καὶ τὸν προσκάλεσε νὰ ξαναέλθη στὴν Κόρινθο καὶ νὰ ἀπευθύνη πάλι λόγους διδακτικοὺς καὶ ἀγάπης στὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα, πρόσκληση ποὺ ἐπιδοκιμάσθηκε θερμὰ ἀπὸ τὸ ἀκροατήριο.

Α.Κ.

Ἑλληνική φιλοσοφία καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κατά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Μπορεῖτε νὰ ἀκούσετε ἐδῶ ἠχογραφημένη τὴν ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου κ. Ἱεροθέου.

Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου σέ Διεπιστημονικό Συνέδριο στήν Φιλοσοφική Σχολή Ἀθηνῶν πού διοργάνωσε ἡ Διεθνής Ἐπιστημονική Ἑταιρεία Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας καί ἡ Ἕνωση Ἑλλήνων Φυσικῶν. 

Εὐχαριστῶ γιά τήν πρόσκληση νά παραστῶ καί νά ὁμιλήσω στό παρόν Συνέδριο ἀνακοινώνοντας τό θέμα: «Ἑλληνική φιλοσοφία καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας».

Ἐπειδή τό θέμα αὐτό εἶναι πολυσύνθετο καί πολυεπίπεδο καί ὁ χρόνος τῆς ἀνακοινώσεως εἶναι στενώτατος, γι’ αὐτό θά τό περιορίσω. Μέσα σέ αὐτήν τήν προοπτική θά κάνω μερικές ἀπαραίτητες διευκρινήσεις.

Εἰσαγωγικές διεκρινήσεις

Ἡ πρώτη διευκρίνηση εἶναι ὅτι θά γίνη ἀναφορά στούς Πατέρες πού ἔζησαν κατά τήν πρώτη περίοδο τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, αὐτῆς πού ὀνομάσθηκε Βυζάντιο μετά τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, δηλαδή τήν περίοδο ἐκείνη πού συναντῶνταν δύο μεγάλα θεολογικά καί πολιτιστικά ρεύματα, ἤτοι ἡ ἰουδαϊκή-χριστιανική παράδοση καί ἡ ἑλληνική σκέψη καί ὁπωσδήποτε ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση. Ἔτσι, ἔγινε μιά θαυμαστή σύνθεση μέ τήν ἔννοια ὅτι ἄλλο εἶναι τά ἄκτιστα ρήματα τῆς ἀποκαλυπτικῆς ἐμπειρίας καί ἄλλο εἶναι τά κτιστά ρήματα, νοήματα καί εἰκονίσματα πού εἶναι τῆς διατυπώσεως τῆς ἐμπειρίας, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης.

Ἡ δεύτερη διευκρίνηση εἶναι ὅτι ἡ συνάντηση τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τήν ἑλληνική φιλοσοφία ἔγινε πρῶτα ἀπό μερικούς ἀνατολικούς φιλοσοφικούς θεολόγους, ὅπως τόν Παῦλο Σαμοσατέα, τόν Λουκιανό, τόν Ἄρειο καί ἄλλους μεταγενέστερους, οἱ ὁποῖοι συζητοῦσαν μέ τούς Ἀριστοτελικούς φιλοσόφους πάνω σέ ὀντολογικά καί κοσμολογικά θέματα, ἐκφράζοντας ἔτσι τόν λεγόμενον ἀπό τόν Χάρνακ «ἐξελληνισμένο Χριστιανισμό», μέ ἀποτέλεσμα νά περιπέσουν σέ θεολογικές πλάνες. Ἀντίθετα, οἱ Πατέρες τοῦ 4ου αἰῶνος, γνωρίζοντας τήν φιλοσοφία τῆς ἐποχῆς τους, κυρίως τήν Πλατωνική, τήν Ἀριστοτελική καί τήν Νεοπλατωνική, γιά νά ἀπαντήσουν στούς φιλοσοφοῦντας Χριστιανούς θεολόγους, προσέλαβαν τήν φιλοσοφική ὁρολογία ὡς ἔνδυμα, τήν ὁποία ἀποφόρτισαν ἀπό τό νόημα πού εἶχε καί ἔδωσαν σέ αὐτήν ἄλλο νόημα, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπαρτισθῆ αὐτό πού χαρακτηρίζεται ἀπό τόν π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ «ἐκχριστιανισμένος ἑλληνισμός». Μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική πρέπει νά δοῦμε τήν λεγομένη συνάντηση Χριστιανισμοῦ καί Ἑλληνισμοῦ, θεολογίας καί φιλοσοφίας.

Καί ἡ τρίτη διευκρίνηση εἶναι ὅτι ἐπειδή τό θέμα πού θά σᾶς ἀνακοινώσω εἶναι μεγάλο, προκειμένου νά τό τιθασεύσω ὥστε νά γίνη μιά σύντομη ἀνακοίνωση, θά περιορίσω τόν λόγο στήν παρουσίαση τῶν βασικῶν θέσεων τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, πού προέρχονται κυρίως ἀπό προφορικές ὁμιλίες του στόν Πανεπιστημιακό χῶρο, ἰδιαιτέρως σέ μάθημα πρός τούς φοιτητές καί μεταπτυχιακούς. Αὐτό σημαίνει ὅτι τό ὑλικό πού θά παρουσιασθῆ ἐδῶ εἶναι κατά βάση ἀνέκδοτο καί πρωτότυπο. Ἔτσι, θά καλυφθῆ ἡ ἔννοια τῆς ἀνακοίνωσης.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἦταν πρωτίστως πρωτότυπος ἐρευνητής. Μεγάλωσε στήν Ἀμερική καί σπούδασε στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης, ἔπειτα στό Πανεπιστήμιο τοῦ Γέϊλ, στό Ρωσικό Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Βλαδιμήρου στήν Νέα Ὑόρκη, ἕνα διάστημα παρακολούθησε μαθήματα καί στό Πανεπιστήμιο Κολούμπια τῆς Νέας Ὑόρκης, στήν συνέχεια ἐργάσθηκε ἐρευνητικά στό Ρωσικό Ἰνστιτοῦτο τοῦ Ἁγίου Σεργίου στό Παρίσι, ὅπου ἐκπόνησε τίς πρῶτες σημαντικές προδιδακτορικές μελέτες του, στό Μόναχο, στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὅπου κατέθεσε πρωτότυπη διδακτορική διατριβή, ἡ ὁποία προκάλεσε θεολογικές ἀναταράξεις στό ὅλο κλῖμα τῆς θεολογίας στήν Ἑλλάδα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, στό Πανεπιστήμιο τοῦ Χάρβαρντ, ὅπου ἐκπόνησε σημαντικές μεταδιδακτορικές ἐργασίες, κάτω ἀπό τήν ἐπίβλεψη τοῦ διάσημου Καθηγητοῦ τοῦ Χάρβαρντ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ. Μετέπειτα ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἐξελέγη Καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Βοστώνης καί Καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, δίδαξε δέ καί στήν Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή στό Βόρειο Λίβανο.

Ἐπειδή ἀσχολήθηκα πολύ μέ τό πρόσωπό του καί τό ἔργο του, γι’ αὐτό ἐπισημαίνω ἰδιαίτερα τό ἐρευνητικό του χάρισμα.

Στίς προδιδακτορικές του μελέτες ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἀσχολήθηκε ἰδιαίτερα μέ τήν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί μέ τήν διδασκαλία τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ὡς διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων μετέφεραν τήν Χριστιανική διδασκαλία στόν ἐθνικό κόσμο, ὅπου ἐπικρατοῦσε ἡ ἑλληνική σκέψη. Στήν διδακτορική του διατριβή μελετώντας τό προπα-τορικό ἁμάρτημα ἀντιμετώπισε ἰδιαιτέρως τήν διαφορά μεταξύ τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων, κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Στίς μετέπειτα μεταδιδακτορικές μελέτες του ἀφιερώθηκε κυρίως στήν μελέτη τῆς σκέψεως τῶν Ἀπολογητῶν Πατέρων καί τήν ἐπίδραση τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας σέ αὐτούς, ὅπως καί τίς διαφορετικές προϋποθέσεις μεταξύ τους. Ἔτσι, οἱ μελέτες του πάνω στόν ἅγιο Ἰουστῖνο τόν Μάρτυρα καί φιλόσοφο, ἡ κριτική πού ἀσκεῖ στίς ἀπόψεις τοῦ Wolfson σέ σχέση μέ τήν διδασκαλία τοῦ Φίλωνος τοῦ Ἰουδαίου καί τῶν Πατέρων, ἡ ἀνάλυση τῶν ἀπόψεων τοῦ Θεοδώρου Μομψουεστίας, παρουσιάζουν τόν τρόπο σκέψεως τῶν πρώτων φιλοσοφούντων θεολόγων πάνω σέ Χριστολογικά θέματα. Ἀλλά καί ἡ μελέτη του γιά τήν σύγκρουση πού ἔγινε τόν 14ο αἰώνα μεταξύ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί τοῦ Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος ἐκφραζόταν μέ τίς ἀπόψεις τοῦ νεοπλατωνικοῦ Αὐγουστίνου Ἐπισκόπου Ἱππῶνος, τόν κατέστησαν σοβαρό μελετητή καί γνώστη τῆς σχέσεως καί τῆς διαφορᾶς μεταξύ τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τόν 14ο αἰώνα καί μετέπειτα.

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἔκανε σημαντική καί πρωτότυπη ἔρευνα στίς πηγές κατά τόν 3ο καί 4ο αἰώνα καί ἀπέκτησε καθαρή καί βασική σκέψη πάνω στήν συνάντηση μεταξύ τῆς ἑλληνικῆς σκέψεως, τῆς ἰουδαϊκῆς παραδόσεως καί χριστιανικῆς ἀποκαλυπτικῆς ἐμπειρίας. Δέν ἀντέγραφε ἄλλους μελετητές, οὔτε ἔκανε ἐπιπόλαιες σκέψεις πάνω στά θέματα αὐτά οὔτε μετέφερε ἐρευνητικές ἐργασίες ἄλλων, ἀλλά ὅ,τι δίδασκε ἦταν προϊόν δικῆς του σοβαρῆς καί ἐξαντλητικῆς ἔρευνας. Ἔτσι, μπορεῖ νά προστεθῆ ὅτι τά ὅσα δίδασκε ἦταν πρωτότυπες κριτικές ἀπόψεις προερχόμενες ἀπό ἐξαντλητικές ἔρευνες στίς πηγές. Μέ αὐτές τίς σκέψεις στήν συνέχεια θά ἐκτεθοῦν τά συμπεράσματα τῶν προσωπικῶν του ἐρευνῶν στό θέμα πού μᾶς ἀπασχολεῖ.

Στήν συνέχεια θά τονισθοῦν τρία σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη γιά τήν διαφορά μεταξύ τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καί τῆς κλασσικῆς φιλοσοφίας.

1. Φιλοσοφία καί θεολογία

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 4ου αἰῶνος εἶχαν σπουδάσει τήν φιλοσοφία καί τήν γνώριζαν, ἀλλά δέν ἦταν φιλόσοφοι, οὔτε ἀνέπτυξαν ἕνα ἰδιαίτερο φιλοσοφικό σύστημα. Ἄλλωστε, σέ ὅλη τήν περίοδο τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας (Βυζάντιο) διδασκόταν ἡ φιλοσοφία, ἀλλά ἔκαναν διάκριση ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ φιλοσοφία καί ἄλλο εἶναι ἡ θεολογία, ἀφοῦ διακρίνονταν ἀπό τήν διαφορετική μεθοδολογία τους. Οἱ Ρωμηοί δέν εἶχαν πέσει στόν μεγάλο πειρασμό τῆς δυτικῆς σχολαστικῆς θεολογίας, πού ταύτιζαν τήν φιλοσοφία μέ τήν θεολογία. Μάλιστα, ὅταν οἱ αἱρετικοί τοῦ 3ου καί 4ου αἰῶνος συνέδεαν τήν φιλοσοφία μέ τήν θεολογία, τότε οἱ Πατέρες ἦταν ἐπικριτικοί καί πρός τούς φιλοσοφοῦντας θεολόγους καί πρός τήν ἴδια τήν φιλοσοφία.

Ἀκόμη καί τόν 14ο αἰώνα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γνώριζε τήν ἀριστοτελική φιλοσοφία, χρησιμοποιοῦσε μερικές φορές τούς ὅρους της, ἀλλά διαφωνοῦσε στίς βασικές φιλοσοφικές ἀρχές. Γράφει κάπου: «Κἄν ἐξετάσῃς ἴδοις ἄν πάσας ἤ τάς πλείστας τῶν δεινῶν αἱρέσεων ἐντεῦθεν λαβούσας τάς ἀρχάς».

2. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἀντιμεταφυσικοί

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἄν καί ἐγνώριζαν τήν ἑλληνική φιλοσοφία, ἐν τούτοις δέν ἀποδέχονται τήν μεταφυσική τῆς φιλοσοφίας.

Θά ἀναφερθοῦν μερικά παραδείγματα, πού στηρίζουν αὐτήν τήν θέση.

Πρῶτον. Βασική ἀρχή τῆς μεταφυσικῆς εἶναι ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀντικείμενο τοῦ στοχασμοῦ. Ὁ φιλόσοφος Πλάτων ἰσχυριζόταν τό «Θεόν νοῆσαι μέν χαλεπόν, φράσαι δέ ἀδύνατον», δηλαδή εἶναι δύσκολο νά στοχαστοῦμε τόν Θεό, ἀλλά ἀδύνατον νά τόν ἐκφράσουμε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Πλάτων δέν ἀπέκλειε τόν στοχασμό γιά τόν Θεό, ἀφοῦ αὐτός ὁ ἴδιος δημιούργησε τήν θεωρία τῶν ἰδεῶν, ἀλλά ἔλεγε ὅτι εἶναι δύσκολο αὐτό τό ἔργο γιά τόν καθένα.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν δεύτερο θεολογικό του λόγο, ἀφοῦ μνημονεύει αὐτήν τήν ἀρχή τοῦ Πλάτωνος, στήν συνέχεια ἀντιστρέφει τόν λόγο του. Γράφει ὅτι ὁ Πλάτων μέ τήν φράση «Θεόν νοῆσαι μέν χαλεπόν, φράσαι δέ ἀδύνατον» ἤθελε νά πῆ ὅτι μπορεῖ κανείς νά στοχαστῆ ἄν καί εἶναι δύσκολο, ἀλλά εἶναι ἀδύνατο νά τό ἐκφράση. Ὅμως, στήν χριστιανική θεολογία ἰσχύει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά ὁμιλήση κανείς γιά τόν Θεό, ἀλλά εἶναι ἀδυνατότερο νά στοχασθῆ γι' Αὐτόν.

Ὁπότε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀντιστρέφει τό ρητό τοῦ Πλάτωνος «Θεόν νοῆσαι μέν χαλεπόν, φράσαι δέ ἀδύνατον» καί λέγει ὅτι τόν Θεόν «φράσαι μέν ἀδύνατον, νοῆσαι δέ ἀδυνατώτερον».

Στήν συνέχεια ἐξηγεῖ ὅτι αὐτό πού νοεῖται (ὁ Θεός) ἴσως ὁ λόγος θά μποροῦσε νά τό δηλώση, ἔστω καί μή μετρίως, ἀλλά ἀμυδρῶς, σέ ἐκεῖνο στόν ὁποῖο δέν ἔχουν καταστραφῆ τά αὐτιά του καί δέν εἶναι νωθρός στήν διάνοια. Ἀλλά τό νά περιλάβη κανείς ἕνα τέτοιο πράγμα στήν διάνοια εἶναι παντελῶς ἀδύνατο καί ἀκατόρθωτο ὄχι μόνον στούς ἀποβλακωμένους καί ὑλόφρονες, ἀλλά καί στούς πιό ὑψηλούς στήν σκέψη καί στούς φιλοθέους. Καθώς ἐπίσης εἶναι παντελῶς ἀδύνατο καί ἀκατόρθωτο καί σέ κάθε κτιστή φύση καί σέ ἐκείνους στούς ὁποίους ὁ ζόφος - τό σκοτάδι παρεμποδίζει στό παχύ αὐτό σαρκίο στήν κατανόηση τῆς ἀλήθειας.

Ἑπομένως, ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ὅτι τόν Θεόν «φράσαι μέν ἀδύνατον, νοῆσαι δέ ἀδυνατώτερον» ἀνατρέπει τήν φιλοσοφία τοῦ Πλάτωνος πού ἐκφράζεται στήν φράση «Θεόν νοῆσαι μέν χαλεπόν, φράσαι δέ ἀδύνατον», καί ἔτσι καταρρίπτεται ἡ μεταφυσική πού προσπαθεῖ μέ τόν στοχασμό καί τήν φαντασία νά ἐννοήση τόν Θεό.

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης θεωρεῖ ὅτι αὐτό τό χωρίο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου εἶναι βασικότατο καί δείχνει ὅτι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία δέν εἶναι μεταφυσική, γι’ αὐτό ἔλεγε ὅτι ὁ θεόπτης ὅταν φθάση στήν θέωση βλέπει καί ἀκούει ἄκτιστα ρήματα, καί στήν συνέχεια καταγράφει ὅσον εἶναι δυνατόν αὐτήν τήν ἄκτιστη ἐμπειρία μέ κτιστά ρήματα ("φράσαι") καί κτιστά νοήματα ("νοῆσαι") τί εἶναι ὁ Θεός.

Ἔτσι, τό χωρίο αὐτό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μέ τό ὁποῖο διορθώνεται ὁ Πλάτων, δείχνει ὅτι ἡ Θεολογία δέν εἶναι μεταφυσική.

Δεύτερον. Ἄλλη βασική ἀρχή τῆς μεταφυσικῆς εἶναι ὅτι ὅλα τά περί Θεοῦ ἐρευνῶνται μέ τήν λογική, πού εἶναι τό εὐγενέστερο στοιχεῖο τῆς ψυχῆς ἡ ὁποία εἶναι ἐκ φύσεως ἀθάνατη, ἀνῆκε στόν ἀγέννητο κόσμο τῶν ἰδεῶν, κατά τόν Πλάτωνα.

Κατά τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη «οἱ Πατέρες δέν δέχονται τούς κανόνες τῆς λογικῆς, ὅταν ἀσχολοῦνται μέ τά θεολογικά θέματα. Γιατί; Διότι οἱ κανόνες τῆς λογικῆς ἰσχύουν μόνον, ὅσο ἰσχύουν, γιά τά κτίσματα. Γιά τόν Θεό δέν ἰσχύουν οἱ κανόνες τῆς λογικῆς ἤ τῆς φιλοσοφίας.

Κανένα φιλοσοφικό σύστημα δέν μπορεῖ νά ἐφαρμοστῆ στόν Θεό. Καί ὅσοι νομίζουν ὅτι διά τῆς καθαρᾶς μαθηματικῆς μποροῦν νά βαδίζουν πρός τόν Θεό, γιά τούς Πατέρες εἶναι ἀφελέστατοι. Γιατί; Διότι ἁπλούστατα μεταξύ ἀκτίστου καί κτιστοῦ δέν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα. Αὐτά πού φαινομενικά ἰσχύουν γιά τά κτιστά, δέν ἰσχύουν γιά τά ἄκτιστα. Διότι δέν ὑπάρχουν κανόνες τῶν κτισμάτων πού ἐφαρμόζονται στό ἄκτιστο. Καί αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση».

Ἔτσι ἡ ψυχή δέν εἶναι ἐκ φύσεως ἀθάνατη, δέν ἀνῆκε στόν ἀγέννητο κόσμο τῶν ἰδεῶν, ἀλλά εἶναι κτιστή καί κατά χάρη ἀθάνατη. Γι' αὐτό δέν κάνουμε διάκριση μεταξύ φύσει ἀθανάτου ψυχῆς καί φύσει θνητοῦ σώματος. Ἐπίσης δέν κάνουμε διάκριση μεταξύ ποιητικῆς καί παθητικῆς ψυχῆς, ὅπως ἔκανε ὁ Ἀριστοτέλης.

Τρίτον. Βασική ἀρχή τῆς γνώσεως στόν Ἀριστοτέλη εἶναι ὁ νόμος τῶν ἀντιθέσεων, πού σημαίνει ὅτι «δέν μποροῦμε νά ἀποδώσουμε σέ αὐτό τό ἴδιο πράγμα ἀντιθέσεις. Δέν μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως ἄσπρο καί μαῦρο, δέν μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως μεγάλο καί μικρό, δέν μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως λογικό καί παράλογο, δέν μπορεῖ νά εἶναι συγχρόνως ὑπαρκτό καί ἀνύπαρκτο». Αὐτός ὁ νόμος τῶν ἀντιθέσεων «εἶναι τό θεμέλιο τοῦ λογικοῦ συστήματος τοῦ Ἀριστοτέλη».

Κατά τούς Πατέρας, ὅμως, ὁ Θεός εἶναι ὄν καί μή ὄν, εἶναι γνωστός καί ἄγνωστος, καταληπτός καί ἀκατάληπτος, μεθεκτός καί ἀμέθεκτος, ὁρατός καί ἀόρατος, ἔχει οὐσία, ἡ ὁποία εἶναι ὑπερούσια. Καί αὐτό συμβαίνει γιατί οἱ θεούμενοι βλέπουν τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τήν οὐσία Του, ὁπότε βλέπουν ἀοράτως, μετέχουν ἀμεθέκτως, ἀκοῦνε τήν φωνή τοῦ Θεοῦ ἀνηκούστως κλπ.

Τέταρτον. Ἄλλη βασική ἀρχή τῆς γνώσεως τοῦ Ἀριστοτέλη εἶναι ὁ νόμος μεταξύ διαφορᾶς καί ὁμοιότητας. Παρατηρώντας τήν διαφορά καί τήν ὁμοιότητα μεταξύ δύο πραγμάτων, γίνεται ἡ περιγραφή καί παράγεται ἡ γνώση. Ὅμως, ὅταν φθάση κανείς στήν θέωση καί δῆ τόν Θεό «κάνει τήν διαφοροποίηση, ἀλλά δέν μπορεῖ νά κάνη τήν ὁμοιότητα». Δηλαδή, στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως «ὑπάρχει διαφοροποίηση», ἀλλά «δέν ὑπάρχει ὁμοιότητα».

Πέμπτον. Βασική ἀρχή τῆς μεταφυσικῆς τοῦ Πλάτωνος εἶναι ὅτι ὅλα τά ὄντα εἶναι ἀντίγραφα τῶν ἀρχετύπων πού εἶναι ἀμετάβλητα. Αὐτό ὅμως δέν ἰσχύει γιά τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ὁ κόσμος δέν εἶναι ἀντίγραφο τοῦ κόσμου τῶν ἰδεῶν, εἶναι θετικό δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀντιγραφή κάποιων ἀρχετύπων.

Πάντως, ἡ Ἐκκλησία ἔχει δική της γνωσιολογία, δηλαδή δικό της τρόπο καί δική της μέθοδο γνώσεως τοῦ Θεοῦ, πού δέν ἔχει σχέση μέ τήν μεταφυσική.
Στήν συνέχεια θά καταγραφοῦν οἱ ἀπόψεις μερικῶν καί σημαντικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας γιά τό θέμα τῆς φιλοσοφίας.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος στόν πρῶτο θεολογικό του λόγο, ἀφοῦ προσδιορίζει ὅτι τό θεολογεῖν δέν εἶναι τοῦ καθενός, ἀλλά «τῶν ἐξητασμένων καί διαβεβηκότων ἐν θεωρίᾳ καί πρό τούτων καί ψυχήν καί σῶμα κεκαθαρμένων ἤ καθαιρομένων τό μετριώτατον», στήν συνέχεια ζητᾶ ἀπό τούς ἀκροατές του νά ἀποβάλουν τίς ἀπόψεις τῶν φιλοσόφων γιά τόν Θεό. Γράφει: «Βάλλε μοι Πυθαγόρου τήν σιωπήν καί τούς κυάμους τούς ὀρφικούς καί τήν περί τό Αὐτός ἔφα καινοτέραν ἀλαζονείαν. βάλλε μοι Πλάτωνος τάς ἰδέας, καί τάς μετενσωματώσεις καί περιόδους τῶν ἡμετέρων ψυχῶν, καί τάς ἀναμνήσεις, καί τούς οὐ καλούς διά τῶν καλῶν σωμάτων ἐπί ψυχήν ἔρωτας· Ἐπικούρου τήν ἀθεΐαν καί τάς ἀτόμους καί τήν ἀφιλόσοφον ἡδονήν· Ἀριστοτέλους τήν μικρολόγον πρόνοιαν καί τό ἔντεχνον καί τούς θνητούς περί ψυχῆς λόγους καί τό ἀνθρωπικόν τῶν δογμάτων· τῆς Στοᾶς τήν ὀφρῦν, τῶν Κυνῶν τό λίχνον τε καί ἀγοραῖον. βάλλε μοι τό κενόν, τό πλῆρες τῶν ληρημάτων, ὅσα περί θεῶν ἤ θυσιῶν, περί εἰδώλων, περί δαιμόνων ἀγαθῶν τε καί κακοποιῶν, ὅσα περί μαντείας, θεαγωγίας, ψυχαγωγίας, ἄστρων δυνάμεως, τερατεύονται».

Ἡ ἀναφορά αὐτή εἶναι σημαντική, γιατί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀρνεῖται ὁλόκληρη τήν ἀρχαία εἰδωλολατρεία, τόν μυστικισμό, τήν ἡδονοκρατία, τόν εὐδαιμονισμό καί γενικά τήν κλασσική μεταφυσική τοῦ Πλάτωνος, τοῦ Ἀριστοτέλους καί τῶν Νεοπλατωνικῶν φιλοσόφων.

Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ὁποῖος σπούδασε τήν ἀρχαία ἑλληνική σοφία καί φιλοσοφία στήν Ἀθήνα, σέ κείμενό του ἀναφέρεται σέ αὐτήν. Γράφει: «Πονηρά δέ σχολή ἡ τῶν Ἀθηναίων, οἷς "εἰς οὐδέν ἄλλο εὐκαίρουν, ἤ λέγειν τι καί ἀκούειν καινότερον"· ἥν καί νῦν τινες μιμοῦνται τῇ τοῦ βίου σχολῇ πρός τήν ἀεί τινος καινοτέρου δόγματος εὕρεσιν ἀποχρώμενοι. Ἡ τοιαύτη σχολή φίλη ἐστίν ἀκαθάρτοις καί πονηροῖς πνεύμασιν». Ὁ ἴδιος σέ ἐπιστολή πού ἀπέστειλε στόν Εὐστάθιο τόν Σεβαστηνό ἀναφέρεται στά χρόνια πού ἐδαπάνησε στήν ματαιότητα καί ὅπως γράφει: «πᾶσαν σχεδόν τήν ἐμαυτοῦ νεότητα ἐναφανίσας τῇ ματαιοπονίᾳ, ἥν εἶχον προσδιατρίβων τῇ ἀναλήψει τῶν μαθημάτων τῆς παρά τοῦ Θεοῦ μωρανθείσης σοφίας». Ἔπειτα, «ὥσπερ ἐξ ὕπνου βαθέος διαναστάς», «ἀπέβλεψα μέν πρός τό θαυμαστόν φῶς τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου, κατεῖδον δέ τό ἄχρηστον τῆς σοφίας τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων, πολλά τήν ἐλεεινήν μου ζωήν ἀποκλαύσας ηὐχόμην δοθῆναι μοι χειραγωγίαν πρός τήν εἰσαγωγήν τῶν δογμάτων τῆς εὐσεβείας». Στήν συνέχεια, ὅπως γράφει, περιῆλθε τήν Ἀλεξάνδρεια, τήν Αἴγυπτο, τήν Παλαιστίνη, τήν Συρία, τήν Μεσοποταμία ὅπου συνήντησε ἀσκητές πού ζοῦσαν τήν κατά Θεόν φιλοσοφία, ἤτοι τήν πραγματική θεολογία».

Εἶναι σημαντικά τά ὅσα γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, πού θεωρεῖται ὡς ὁ φιλοσοφικότερος τῶν Πατέρων, γιά τήν ἑλληνική φιλοσοφία: «Ἄγονος γάρ ὡς ἀληθῶς ἡ ἔξωθεν παίδευσις, ἀεί ὠδίνουσα καί μηδέποτε ζωογονοῦσα τῷ τόκῳ. Τίνα γάρ ἔδειξε καρπόν τῶν μακρῶν ὠδίνων ἡ φιλοσοφία, ἤ τίνα τοσούτων τε καί τοιούτων ἄξιον πόνων; Οὐ πάντες ὑπηνέμιοί τε καί ἀτελεσφόρητοι πρίν εἰς τό φῶς ἐλθεῖν τῆς θεογνωσίας ἀμβλίσκονται, δυνάμενοι ἴσως γενέσθαι ἄνθρωποι, εἰ μή διόλου τοῖς κόλποις τῆς ἀγόνου σοφίας ἐνεκαλύπτοντο;».

Στήν ἴδια προοπτική κινεῖται καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅταν γράφη: «Κατά τοῦτο πάντως ἡ τῶν Ἑλλήνων ἐμωράνθη σοφία, καθότι οὐκ ἐκ Θεοῦ· πᾶν δ’ ὅ μή θεόθεν, οὐκ ὄν· διά τοῦτο ἡ σοφία τῶν Ἑλλήνων ψευδώνυμος».

Οἱ Πατέρες δέν δέχθηκαν ποτέ τίς βασικές ἀρχές τῆς κλασσικῆς μεταφυσικῆς.

3. Διαφορά μεταξύ Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου καί Νεοπλατωνισμοῦ

Μερικοί ἑτερόδοξοι ἀλλά καί δικοί μας ὀρθόδοξοι θεολόγοι διαβάζοντας τά κείμενα τῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰῶνος, ἀλλά καί τά κείμενα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου νομίζουν ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐπηρεάσθηκαν ἀπό τόν Νεοπλατωνισμό καί ἀλλοίωσαν τήν ἀρχέγονη Χριστιανική Παράδοση. Μιά τέτοια ἑρμηνεία διαστρεβλώνει καί κακοποιεῖ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅμως, παρά τήν λεκτική ὁμοιότητα μεταξύ τῶν Πατέρων καί τῶν Νεοπλα-τωνικῶν σέ μερικά σημεῖα, ἐν τούτοις ὑφίσταται μεγάλη διαφορά μεταξύ τους. Γι’ αὐτό δέν μπορεῖ κανείς νά κάνη λόγο ὅτι οἱ Πατέρες ἐπηρεάσθηκαν ἀπό τήν πλατωνική ἤ νεοπλατωνική φιλοσοφία καί ἀλλοίωσαν τήν Χριστιανική πίστη.

Θά τονισθοῦν μερικά σημεῖα πού δείχνουν τήν μεγάλη διαφορά στά νοήματα μεταξύ θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς φιλοσοφίας τῶν Νεοπλατωνικῶν, ὅπως φαίνεται στά συγγράμματα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.

Πρώτη διαφορά ἀνευρίσκεται στήν στασιμότητα καί τήν αἰώνια κίνηση. Ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης:
«Ὁ ἅγιος Διονύσιος πιστεύει στήν αἰώνια κίνηση, ὅτι ἡ τελειότητα εἶναι ἡ αἰώνια κίνηση. Τήν στασιμότητα τήν ἀποβάλλει. Πιστεύει στήν τελειότητα, πού ἀκόμα καί τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ καί οἱ Κυριότητες καί ὅλοι οἱ Ἄγγελοι, πάντα ἀπό δόξα σέ δόξα καί διαρκῶς εὑρίσκονται σέ διαρκῆ ἀνοδική πορεία, παρά τό γεγονός ὅτι εἶναι θεούμενοι καί βλέπουν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ γιά τήν πλατωνική παράδοση ἡ τελείωση εἶναι ἡ ἀκινησία καί τό ἀμετάβλητο. Ὁπότε, ἔχουμε τό ἀμετάβλητο στούς Ἕλληνες φιλοσόφους, ὡς τό τέλος τῆς ἀνθρωπίνης τελειότητος. Ἐνῶ, στόν κατ’ ἐξοχήν ἑλληνίζοντα, δῆθεν, φιλόσοφο Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε τήν ἀεικινησία, ὡς τό θεμέλιο τῆς θεώσεως».

Δεύτερη διαφορά παρατηρεῖται στό θέμα τοῦ ἔρωτος. Ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης:
«Στούς Πλατωνικούς ὁ ἔρως εἶναι ἡ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἔρωτα πρός τό ἀκίνητον κινοῦν κλπ. Καί εἶναι ἔνδειξη, ὅτι μᾶς λείπει κάτι καί γι’ αὐτό ἔχουμε ροπή πρός τόν ἄλλο, γιά νά συμπληρώσουμε τά ἐλλείποντα τά ἰδικά μας. Δηλαδή ἔχουμε τό φίλτρο μέσα μας, τό ὁποῖο εἶναι ὁ μαγνητισμός πρός τό ὕψιστο ἀγαθό κ.ο.κ. Ὁπότε, ἔρως εἶναι τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Ἐνῶ ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης συζητεῖ τήν διάκριση μεταξύ ἔρωτος καί ἀγάπης, καί λέει ὁ Διονύσιος ὅτι ἔρωτα καί ἀγάπη δέν μποροῦμε νά τά διαφοροποιήσουμε. Καί δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἀγάπη καί δέν ἔχει ἔρωτα γιά τόν ἄνθρωπο. Γιατί, φαίνεται, ὑπῆρχαν ὁρισμένοι θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι κάνανε διάκριση μεταξύ ἔρωτος καί ἀγάπης καί ἤθελαν νά ποῦν ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἀγάπη γιά τόν κόσμο, ὄχι ὅμως ἔρωτα, γιά νά μή φανῆ ὅτι ἔχει ὁ Θεός καμμία ἀδυναμία, ὅτι ἐξαρτᾶται ὁ Θεός ἀπό τόν κόσμο. Καί λέει, ὅτι ὄχι μόνο ὁ Θεός ἔχει ἀγάπη γιά τόν κόσμο, ἀλλά ὁ Θεός ἔχει ἔρωτα γιά τόν κόσμο. Αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο ″μούντζωμα‶ πού μπορεῖ νά κάνη ἐναντίον τῶν νεοπλατωνικῶν».

Τρίτη διαφορά ἐντοπίζεται στό ὅτι ὁ Θεός δέν κινεῖ μόνον, ἀλλά εἶναι καί κινούμενος. Ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης:
«Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι μόνο ἀκίνητον κινοῦν, διότι ὁ Θεός εἶναι καί κινούμενος. Γι’ αὐτό, καί στήν σχολαστική παράδοση εἶναι αἵρεση ὅτι εἶναι καί κινούμενος ὁ Θεός. Λοιπόν, ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καθιέρωσε, ἴσως εἶναι ὁ πρῶτος, ὅτι ὁ Θεός εἶναι καί κινούμενος. Μετά τόν Διονύσιο, ἐπικρατεῖ αὐτή ἡ ἄποψη ὅτι ὁ Θεός εἶναι καί κινούμενος, δηλαδή Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός κλπ. Ὅταν κανείς λέη ὅτι τό ἀκίνητον κινοῦν κινούμενος εἶναι ὁ Θεός, μαζί μέ τόν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ὑπάρχει μεγαλύτερο μούντζωμα ἐναντίον τῆς φιλοσοφίας; Αὐτό σημαίνει ὅτι στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι ἀδύνατον νά ὑπάρχη μεταφυσική. Εἶναι ἀδύνατη ἡ προσέγγιση μέ τήν μεταφυσική στό δόγμα περί Θεοῦ καί στά περί τελειότητος».

«Καί στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως, βλέπουμε ἕναν Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη ὁ ὁποῖος κατηγορεῖται ὅτι πλατωνίζει καί νεοπλατωνίζει κ.ο.κ., νά μᾶς λέει καθαρά ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι μόνον ἀκίνητο κινοῦν, ἀλλά καί κινούμενος εἶναι ὁ Θεός, δηλαδή ὁ Θεός ὄχι μόνον κινεῖ ἀλλά κινεῖται. Αὐτά βέβαια τά γράφει ἐναντίον τῶν Νεοπλατωνικῶν καί τῶν Ἀριστοτελικῶν. Ὁπότε, εἶναι μία τρανή ἀπόδειξη ὅτι ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τόν Νεοπλατωνισμό, ἄν καί χρησιμοποιῆ τήν γλώσσα τῶν Νεοπλατωνικῶν. Αὐτή ἡ ἰδέα ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀκίνητο κινοῦν, ἀλλά καί κινούμενον, εἶναι αἵρεση γιά τούς Νεοπλατωνικούς καί τούς Ἀριστοτελικούς, διότι ποιός Ἀριστοτελικός μπορεῖ νά δεχθῆ ποτέ ὅτι τό ἀκίνητο κινοῦν εἶναι καί κινούμενο; Διότι τότε ἀφοῦ εἶναι κινούμενο δέν εἶναι ἀκίνητο. Εἶναι μιά ἀντίφαση. Εἶναι ἀντίφαση, ἀκίνητον κινούμενον, εἶναι καθαρά ἀντίφαση. Αὐτό σημαίνει καθαρά ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν φιλοσοφοῦν».

Ἀντιφάσεις, ὅπως λέμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι φῶς, σκότος. Γιατί; Δέν σημαίνει ὅτι στερεῖται τοῦ φωτός ὁ Θεός, ὁ Θεός ὑπερβαίνει τό φῶς. Ὁ Θεός εἶναι ἀκίνητο κινοῦν, εἶναι καί κινούμενος, πού σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχουν ἀνθρώπινα κατηγορήματα τά ὁποῖα μποροῦμε νά ἀποδώσουμε στόν Θεό, καθαρά δηλαδή, ἀλλά, αὐτό δέν προέρχεται ἀπό τήν φιλοσοφία, αὐτό προέρχεται ἀπό τήν ἐμπειρία. Ἀπό τήν ἐμπειρία προέρχεται. Γιατί; Διότι γνωρίζουν οἱ Πατέρες ὅτι χρησιμοποιοῦμε νοήματα γιά τόν Θεό, τά ὁποῖα ὅμως καταργοῦνται, ὅταν ἀντικρύζουμε τήν πραγματικότητα πού εἶναι ὁ Θεός».

Τέταρτη διαφορά σημειώνεται στό θέμα τῆς ἀποφατικῆς θεολογίας. Ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης:
«Ὑπάρχει ἡ ἄποψη ὅτι αὐτή ἡ θεολογία πού τήν ὀνομάζουμε ἀποφατική, εἶναι μιά φιλοσοφία ἐπηρεασμένη ἀπό τούς Νεοπλατωνικούς. Δέν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία ὅτι ὑπάρχει ὁμοιότητα στήν ὁρολογία μεταξύ τῶν Νεοπλατωνικῶν καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καί οἱ Νεοπλατωνικοί ἔχουν κι αὐτοί μιά ἀποφατική θεολογία, ἀλλά, ἐδῶ ὑπάρχει μιά οὐσιαστική διαφορά. Στούς Νεοπλατωνικούς ἔχουμε τήν ἔκσταση, ἡ ὁποία εἶναι μιά ἐμπειρία πού γιά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δαιμονική.

Κατά τήν ἐμπειρία τῆς ἐκστάσεως τοῦ Νεοπλατωνισμοῦ, ὁ ἄνθρωπος ἐξέρχεται ἀπό τά διαστήματα καί ἀπό τήν ἀλληλοδιαδοχική σκέψη, ὑπερβαίνει ἁπλῶς τόν χρόνο καί τά μεταβλητά καί ἑνώνεται μέ τό ἀμετάβλητο, μέσα σέ αὐτό τό σύστημα. Βέβαια, τό σῶμα εἶναι κάτι τό κακό ἤ ἀρνητικό ἤ τό ἕνα ἤ τό ἄλλο δηλαδή. Πάντως, τό σῶμα δέν μετέχει στήν ἐμπειρία τῆς ἐκστάσεως τῶν Νεοπλατωνικῶν. Ἡ ὅλη ἀποφατική θεολογία τῶν Νεοπλατωνικῶν εἶναι ἡ ἀφαίρεση ἀπό τήν ἀνθρώπινη σκέψη ὅλων τῶν ἐλαττωμάτων, -κατ΄ αὐτούς ἐλαττωμάτων, ὄχι στήν πραγματικότητα ἐλαττώματα– ὅλων τῶν ἐλαττωμάτων τῆς περιορισμένης ἀνθρώπινης σκέψης. Στήν πατερική διδασκαλία τό σῶμα δέν εἶναι κακό καί ἡ ἔκσταση δέν εἶναι ἡ ἀποδέσμευση τοῦ νοῦ ἀπό τό σῶμα, ἀλλά ἡ ἐπάνοδος τοῦ νοῦ στήν καρδιά.

Ὁπότε, ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τά ἐλαττώματα τῆς ἀνθρώπινης σκέψης εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀποφατικῆς θεολογίας τῶν Νεοπλατωνικῶν, εἶναι ἡ ὅλη προσπάθεια νά ἀπαλλαγοῦν, ὄχι ἀπό τά κτιστά, ἀλλά ἀπό τά μεταβλητά, διότι γιά τήν Νεοπλατωνική ἀρχή δέν ὑπάρχει ἡ ἀσκητική διάκριση μεταξύ δημιουργίας ἐκ τοῦ μηδενός καί ἀκτίστου. Τό βασικό κατηγόρημα τῆς Ἰουδαιοχριστιανικῆς σκέψης εἶναι ἡ σαφής διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Ὑπάρχουν τά ἄκτιστα καί τά κτιστά. Καί μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου δέν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα. Αὐτό εἶναι βασικό δόγμα, ὄχι μόνον τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως, ἀλλά εἶναι καί τῆς ἑβραϊκῆς παραδόσεως μέχρι σήμερα».

Αὐτές τίς σημαντικές διαφορές μεταξύ τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας καί τοῦ νεοπλατωνισμοῦ πρέπει νά ἔχη κανείς ὑπ’ ὄψη του γιά νά κατανοήση τήν Πατερική παράδοση καί νά μή ἐξάγη ἐσφαλμένα συμπεράσματα.

Συμπέρασμα

Τό τελικό συμπέρασμα αὐτῆς τῆς σύντομης ἀνακοινώσεως εἶναι ὅτι ὑπάρχουν σημαντικές διαφορές στήν δομή τῆς σκέψεως μεταξύ τῶν φιλοσόφων πού ἐκφράζουν τήν κλασσική μεταφυσική, καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πού ἐκφράζουν τήν ἐμπειρική ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ στούς Προφήτας, τούς Ἀποστόλους καί σέ αὐτούς τούς ἴδιους.

Οἱ Πατέρες μελετοῦσαν τήν ἑλληνική φιλοσοφία, χρησιμοποιοῦσαν τήν ὁρολογία καί ὅ,τι καλό μποροῦσε νά γίνη ἀποδεκτό ἀπό αὐτήν, χωρίς ὅμως νά ἀλλοιωθῆ ἡ ἀποκαλυπτική ἐμπειρία, ἀλλά ἀντιδροῦσαν ὅταν οἱ φιλοσο-φοῦντες Χριστιανοί θεολόγοι ἀνεμείγνυαν τήν φιλοσοφία μέ τήν θεολογία.
Ἀντίθετα, οἱ φιλοσοφοῦντες θεολόγοι πού καταδικάστηκαν ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους ἐξέφραζαν τόν «ἐξελληνισμένο Χριστιανισμό», ἐνῶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν φορεῖς τοῦ «ἐκχριστιανισμένου ἑλληνισμοῦ».

Ἡ Γαλλική ἐπανάσταση καί ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης

Ἀναστασίου Ἀθ. Φιλιππίδη,

Bachelor of Arts, Yale University, Master of Arts, Georgetown University

Ἡ Γαλλική ἐπανάσταση καί ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης

Σέ πρόσφατο διεθνές θεολογικό συνέδριο στήν Ἀθήνα, ἕνας θεολόγος ἀκροατής ἀμφισβήτησε ἔντονα τήν ἀξιοπιστία τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη ὡς ἱστορικοῦ, ἐπικρίνοντας εἰδικά τήν ἄποψή του γιά τή Γαλλική Ἐπανάσταση ὡς ἐξέγερση τῶν Ρωμαίων κατά τῶν Φράγκων. Ἤμουν παρών στήν συνεδρίαση ἐκείνη, ἀλλά ὁ χῶρος καί ἡ θεματολογία τοῦ συνεδρίου δέν ἐπέτρεπαν ἀναλυτική ἀπάντηση, τήν ὁποία θά προσπαθήσουμε νά δώσουμε σέ αὐτό τό σύντομο ἄρθρο.

Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ συγκεκριμένη ἄποψη τοῦ Ρωμανίδη παραμένει «πέτρα σκανδάλου» γιά τούς ἀναγνῶστες του, καθώς δέν ταιριάζει μέ τίποτα ἀπό ὅσα ἔχουμε διδαχθῆ στίς συμβατικές ἀφηγήσεις τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης. Κι ὡστόσο, μιά ἁπλή φυλετική ἐξέταση τῆς ἱστορίας τῆς Γαλλίας ὁδηγεῖ εὔκολα στό συμπέρασμα ὅτι ἡ ἄρχουσα τάξη τοῦ 18ου αἰώνα δέν ἦταν ἄλλη ἀπό τούς ἀπογόνους τῶν κατακτητῶν Φράγκων, οἱ ὁποῖοι κατά τόν 5ο καί 6ο αἰώνα ὑπέταξαν τούς ντόπιους Γαλάτες καί Ρωμαίους (τούς «Γαλλο-Ρωμαίους» κατά Ρωμανίδη). Οἱ ὑποταγμένοι Γαλλο-Ρωμαῖοι μετατράπηκαν σέ δουλοπάροικους καί δέν ἀνέκτησαν ποτέ τήν ἐλευθερία τους, ἐνῶ οἱ νικητές Φράγκοι ἀποτέλεσαν τήν τάξη τῶν εὐγενῶν, ἡ ὁποία συνέχισε νά διατηρῆ τά ἐκ γενετῆς προνόμιά της μέχρι τή Γαλλική Ἐπανάσταση. Ἡ Ἐπανάσταση ἀνέτρεψε ἀκριβῶς αὐτήν τήν τάξη τῶν εὐγενῶν καί κατήργησε τά προνόμιά της.

Ἀλλά αὐτή ἡ παρατήρηση δέν ἔχει ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, ὅπως δέν ἔχουν ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον οἱ φυλετικές θεωρίες στήν Ἱστορία. Τό σημαντικό ἐρώτημα εἶναι: Μετά ἀπό 1200 χρόνια Φραγκικῆς κυριαρχίας εἶναι δυνατόν νά ὑπῆρχε ἀνάμνηση καί συνείδηση αὐτῆς τῆς διαφορᾶς στήν ἄρχουσα τάξη καί στόν ὑπόλοιπο λαό; Μόνον ἄν ὑπῆρχε αὐτή ἡ συνείδηση, μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ἐπανάσταση τῶν Γαλλο-Ρωμαίων ἐναντίον τῶν Φράγκων.

Γιά νά ἀνιχνεύσουμε τί πραγματικά πίστευαν καί ἔνοιωθαν οἱ Γάλλοι πρίν ἀπό τήν Γαλλική Ἐπανάσταση, πρέπει νά προσεγγίσουμε πηγές πού χρονολογοῦνται εἴτε πρίν εἴτε ἀμέσως μετά τήν Ἐπανάσταση καί διατηροῦν ἀκόμη τίς πεποιθήσεις ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Δυστυχῶς ὁ Ρωμανίδης δέν παρουσίασε γραπτῶς τίς πηγές πάνω στίς ὁποῖες βάσισε τά συμπεράσματά του, ἄν καί εἶναι  φανερό στόν ἀναγνώστη ὅτι χρησιμοποίησε πολυάριθμα τεκμήρια. Ἔτσι, ὁ σημερινός ἐρευνητής εἶναι ὑποχρεωμένος νά προχωρήση σέ ἀνεξάρτητη ἔρευνα, προκειμένου νά φτάση σέ συμπεράσματα. Στό σημερινό ἄρθρο παρουσιάζουμε μερικά ἀπό τά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς ἔρευνας.

1.  Ὁ M. Dietler, καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Γέϊλ, στήν ἐνδελεχῆ ἀνάλυση τῶν μεταμορφώσεων τῆς γαλλικῆς ταυτότητας, σημειώνει: «Οἱ εὐγενεῖς καί ἡ βασιλεία μονοπωλοῦσαν μέ κάθε τρόπο τήν Φραγκική ταυτότητα μέχρι τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1789. Ἀνιχνεύοντας τίς ρίζες της καί τή γέννηση τοῦ ἔθνους στήν ἐποχή τῆς βασιλείας τοῦ Φράγκου βασιλιά τοῦ πέμπτου αἰώνα Clovis (Χλωδοβίκου), ἡ ἀριστοκρατία ἦταν σέ θέση νά ἐπιβεβαιώση τή νομιμότητα τῆς κυριαρχίας της μέσῳ τῆς ὑποτιθέμενης προέλευσής της ἀπό τό δικαίωμα τῶν κατακτητῶν ἐπί τῆς μάζας τῶν κοινῶν ὑπηκόων. Τό γεγονός ὅτι ὁ Clovis ἀσπάστηκε τόν Χριστιανισμό προσέφερε στή μοναρχία βολικές διασυνδέσεις μέ τήν ἐκκλησία καί τήν θεία ἐπικύρωση τῆς ἐξουσίας της. Αὐτή ἡ πολιτογράφηση τῶν ταξικῶν διακρίσεων μέσα ἀπό ἐπικλήσεις σέ διαφορές τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας ἔτεινε νά λάβη ἔντονα φυλετικό χαρακτήρα, ὅπως στά μεγάλης ἐπιρροῆς ἱστορικά συγγράμματα τοῦ Comte de Boulainvilliers (1727). Ἐπανειλημμένα ὑποστήριξε ὅτι ἡ Γαλλία ἀποτελεῖτο ἀπό δύο φυλές ἀνθρώπων: τούς εὐγενεῖς, οἱ ὁποῖοι ἦταν οἱ ἀπόγονοι τῶν Φράγκων, καί τήν Τρίτη Τάξη, οἱ ὁποῖοι κατάγονταν ἀπό τούς Γαλλο-Ρωμαίους. Οἱ πρῶτοι ἦταν, λόγῳ τῆς κατάκτησης, "οἱ μόνοι ἄνθρωποι πού ἀναγνωρίζονται ὡς ἄρχοντες καί ἀφέντες". [….] Παρά τίς σπάνιες ἀντιρρήσεις τῶν σκεπτικιστῶν, ὅπως ὁ Βολταῖρος, ἡ ἱστορική καί φιλοσοφική βιβλιογραφία τῆς ἐποχῆς ἀντικατοπτρίζει μιά γενική ἀποδοχή ἀνάμεσα στούς διανοούμενους τῆς ἐθνικῆς κατασκευῆς τῆς [κοινωνικῆς] τάξης.

Αὐτή ἡ ἐπινοημένη ἐθνοτική/φυλετική διχοτόμηση, πού στήριζε ἰδεολογικά τήν ταξική δομή, ἀποτέλεσε ἕναν προφανῆ στόχο τῆς λαϊκῆς ἀντι-κινητοποίησης μέ τό ξέσπασμα τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1789.»[1]

2. Τό ὅτι οἱ ἀπόψεις τοῦ Boulainvilliers ἐξέφραζαν τήν ἐθνική συνείδηση τῆς ἀριστοκρατίας δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς γνώμη τοῦ Dietler. Ἡ διάσημη Γερμανίδα φιλόσοφος Χάννα Ἄρεντ ἀσχολήθηκε ἐκτενῶς μέ τόν Boulainvilliers στό περίφημο βιβλίο της «Οἱ ἀπαρχές τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ». Ὅπως γράφει, σύμφωνα μέ αὐτόν, «ἡ ἱστορία τῆς Γαλλίας ἦταν ἡ ἱστορία δύο διαφορετικῶν ἐθνῶν ἀπό τά ὁποία τό ἕνα, Γερμανικῆς καταγωγῆς, εἶχε κατακτήσει τούς παλιότερους κατοίκους, τούς «Γαλάτες», εἶχε ἐπιβάλει τούς νόμους του ἐπί αὐτῶν, εἶχε πάρει τή γῆ τους, καί εἶχε ἐγκατασταθεῖ ὡς ἄρχουσα τάξη, εὐγενεῖς τῶν ὁποίων τά ὑπέρτατα δικαιώματα βασίζονταν στό "δίκαιο τῆς κατάκτησης" καί στήν "ἀνάγκη τῆς παντοτινῆς ὑπακοῆς στόν ἰσχυρότερο"»[2].

Ἡ Ἄρεντ σημειώνει ὅτι ὁ Boulainvilliers «ἦταν ἀντιπροσωπευτικός πολλῶν εὐγενῶν οἱ ὁποῖοι δέν θεωροῦσαν τόν ἑαυτό τους ὡς ἐκπρόσωπο τοῦ ἔθνους, ἀλλά ὡς μιά ξεχωριστή κυρίαρχη κάστα ἡ ὁποία ἴσως εἶχε περισσότερα κοινά μέ ἕναν ξένο λαό "ἴδιας κοινωνίας καί συνθηκῶν" παρά μέ τούς συμπατριῶτες της». Μάλιστα, «Λίγα χρόνια ἀργότερα οἱ Γάλλοι ἐξόριστοι πραγματικά προσπάθησαν νά σχηματίσουν μιά Διεθνῆτῶν ἀριστοκρατῶν ὥστε νά ἀπωθήσουν τήν ἐξέγερση αὐτῶν τούς ὁποίους θεωροῦσαν ἕναν ξένο ὑποδουλωμένο λαό». Παρόλο πού οἱ πρῶτες προσπάθειες ἀπέτυχαν (στό Βαλμύ τό 1792), «ἐξόριστοι ὅπως ὁ Charles Francois Dominique de Villiers, πού γύρω στό 1800 ἀντέτασσε τούς «Γαλλο-Ρωμαίους» στούς Γερμανικούς, ἤ ὅπως ὁ William Alter πού δέκα χρόνια ἀργότερα ὀνειρευόταν μιά ὁμοσπονδία ὅλων τῶν γερμανικῶν λαῶν, δέν παραδέχονταν τήν ἧττα. Πιθανόν δέν πέρασε ποτέ ἀπό τό μυαλό τους ὅτι ἦταν στήν πραγματικότητα προδότες, τόσο βαθειά πεπεισμένοι ἦταν ὅτι ἡ Γαλλική Ἐπανάσταση ἦταν ἕνας "πόλεμος μεταξύ ξένων λαῶν"».

3. Οἱ σύγχρονοι ἱστορικοί θεωροῦν δεδομένη τήν ἰδεολογία πού περιγράφει ὁ Boulainvilliers. Ἀναλύοντας τήν ἀναβίωση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τό Γαλατικό παρελθόν καί τά ἐξυμνητικά ἄρθρα γιά τόν βασιλιά Βερσιγκεντορίξ, ἡ Μ. Κρέπς μᾶς ὑπενθυμίζει: «Οἱ Γάλλοι δέν ἰσχυρίζονταν πάντα ὅτι οἱ Γαλάτες ἦταν προγονοί τους, καί μέχρι τόν 19ο αἰώνα οἱ Φράγκοι ἦταν οἱ πρόγονοι πού ἀναγνωρίζονταν ἀπό τή Γαλλική ἀριστοκρατία τοῦ Παλαιοῦ Καθεστῶτος, ἐνῶ τή γαλατική καταγωγή τήν διεκδικοῦσαν μόνον οἱ κοινοί θνητοί. Ὁ Jean-Louis Brunaux, στό ἐξαίρετο βιβλίο του γιά τήν ἀπομυθοποίηση τῶν Γαλατῶν μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι πρίν ἀπό τήν ὕπαρξη τῶν δημόσιων σχολείων (στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1880) ἡ διδασκαλία τῆς ἱστορίας εἶχε ἀφεθεῖ κυρίως στούς κληρικούς οἱ ὁποῖοι συνέχιζαν νά θεωροῦν τούς Φράγκους ὡς τούς εὐγενεῖς προγόνους τους». [3]

4. Ἀντίστοιχα, ὅπως σημειώνει ὁ Edward James σέ πρόσφατη μελέτη του[4], τόν 17ο καί 18ο αἰώνα, ἡ γαλλική ἱστορία παρουσιαζόταν ὡς «ἡ ἱστορία τῶν βασιλέων, καί ἡ ἀδιάσπαστη συνέχεια τῆς γαλλικῆς βασιλείας ἄρχιζε μέ τούς Φράγκους. Ἄν οἱ Φράγκοι ἦταν ὑπεύθυνοι γιά κάθε τί ἔνδοξο καί εὐγενικό στόν γαλλικό λαό, τότε οἱ ἀπαθεῖς χωρικοί πρέπει νά κατάγονταν ἀπό τούς Γαλάτες. Μέ τήν Ἐπανάσταση σημειώθηκε μιά σημαντική ἀλλαγή: οἱ βασιλεῖς καί οἱ ἀριστοκράτες ἐξακολουθοῦσαν νά θεωροῦνται ἀπόγονοι τῶν Φράγκων, ἀλλά αὐτοί οἱ Φράγκοι ἦταν εἰσβολεῖς Γερμανοί, καί τό ἀληθινό πνεῦμα τῆς Γαλλίας βρισκόταν στήν Τρίτη Τάξη, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπό τούς Γαλάτες. Ὁ Ἀββάς Σιεγιές [ὁ θεωρητικός καθοδηγητής τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης] στό περίφημο Τί εἶναι ἡ Τρίτη Τάξη; (1789) γελοιοποιοῦσε τήν ἰδέα ὅτι τό "δίκαιο τῆς κατάκτησης" ἔδινε ἐξουσία στή μοναρχία καί στούς εὐγενεῖς της, καί ρωτοῦσε σαρκαστικά:

«Γιατί ἡ Τρίτη Τάξη δέν στέλνει πίσω στά δάση τῆς Φραγκονίας ὅλες αὐτές τίς οἰκογένειες πού διατηροῦν τήν βλακώδη ἀξίωση ὅτι κατάγονται ἀπό τούς [Φράγκους] κατακτητές καί ὅτι συνεπῶς ἔχουν κληρονομήσει τά δικαιώματά τους τοῦ κατακτητῆ; Τό ἔθνος, ἔτσι πιό μικρό, θά μποροῦσε ἀμέσως νά παρηγορηθεῖ, νομίζω, ὅτι ἀπαρτίζεται μόνον ἀπό ὅσους κατάγονται ἀπό τούς Γαλάτες καί τούς Ρωμαίους. (Abbé Sieyès, Quest ce le Tiers-Etat?(Paris, 1789), σελ. 10–11).»

5. Αὐτά πού γνώριζαν οἱ Γάλλοι εὐγενεῖς καί ἡ Τρίτη Τάξη τά γνώριζαν ἐπίσης καί οἱ βασιλικές οἰκογένειες τῆς Εὐρώπης. Διασώζεται ἐπιστολή τῆς Αἰκατερίνης τῆς Μεγάλης, κατά τή διάρκεια τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης, στήν ὁποία ἡ τσαρίνα γράφει: «Δέν βλέπετε τί γίνεται στή Γαλλία; Οἱ Γαλάτες διώχνουν τούς Φράγκους».[5] Συνεπῶς στίς μεγάλες Αὐλές τῆς Εὐρώπης ἦταν γνωστό τό τί συνέβαινε, ἔστω κι ἄν οἱ ἐπαναστάτες ἀποκαλοῦνται «Γαλάτες» ἀντί «Ρωμαῖοι»…

6. Μετά ἀπό αὐτά δέν προκαλεῖ ἔκπληξη ὅτι τό 1793 κυκλοφόρησε ἕνα ἀνώνυμο φυλλάδιο μέ τίτλο «Petition pour rendre a la France son veritable nom» («Αἴτημα γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ πραγματικοῦ ὀνόματος τῆς Γαλλίας») στό ὁποῖο ὁ συγγραφέας ἀπαιτοῦσε, ἐν ὀνόματι τῆς ἐλευθερίας, ἡ χώρα νά ἀλλάξη τό ὄνομά της ἀπό France σέ Gaul.[6]

7. Ὅπως σημειώνει ὁ Dietler, μετά τήν ἐπικράτηση τῆς Ἐπανάστασης, ἡ περίοδος τῆς Ρωμαϊκῆς Δημοκρατίας ἀποτέλεσε πηγή ἔμπνευσης γιά μεγάλο μέρος τοῦ πολιτικοῦ λεξιλογίου τῆς ἐπαναστατικῆς κυβέρνησης. Τά μέλη τοῦ Διευθυντηρίου φοροῦσαν βαθυκόκκινες Ρωμαϊκές χλαμύδες ὅταν νομοθετοῦσαν, ἐνῶ στή συνέχεια καί ὁ Ναπολέων ἀξιοποίησε ρωμαϊκά σύμβολα, ὅπως τήν κατασκευή μνημειακῶν ἁψίδων θριάμβου, παρήγγειλε πορτρέτα τοῦ ἑαυτοῦ του πάνω σέ ἅρμα μέ δάφνινο στεφάνι, καί τό ἄγαλμά του μέ ρωμαϊκή ἐνδυμασία στήν κορυφή τῆς μνημειακῆς στήλης τῆς Place Vendome, τό ὁποῖο μιμεῖται τή στήλη τοῦ Τραϊανοῦ στή Ρώμη.[7]

8. Ἡ ταύτιση τῶν ἐπαναστατῶν μέ τούς Ρωμαίους ἦταν τόσο γνωστή στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα, ὥστε νά χρησιμοποιηθῆ ἀπό τόν Κάρλ Μάρξ ὡς παράδειγμα στό περίφημο ἔργο του «Ἡ 18η Μπρυμαίρ τοῦ Λουδοβίκου Βοναπάρτη» (1852). Στήν πρώτη σελίδα τοῦ βιβλίου γράφει (ἐπικριτικά): «ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1789-1814 ντύθηκε διαδοχικά τή φορεσιά τῆς ρωμαϊκῆς δημοκρατίας καί τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας»[8].  Ὁ Μάρξ ἐννοοῦσε ὅτι στήν πρώτη φάση οἱ Γάλλοι στράφηκαν πρός τή δημοκρατία καί στή δεύτερη, μέ τόν Ναπολέοντα, στήν αὐτοκρατορία τῆς Ρώμης, ἀλλά δέν εἶχαν συνείδηση ὅτι ἔτσι ἐκπλήρωσαν «τό καθῆκον τῆς ἐποχῆς τους, νά λύσουν τά δεσμά καί νά ἐγκαθιδρύσουν τή σύγχρονη ἀστική κοινωνία». Γιά τούς σκοπούς τῆς μελέτης μας εἶναι ἀξιοπρόσεκτο ὅτι ὁ Μάρξ δέν θεώρησε ἀπαραίτητο νά παρουσιάση ἀποδείξεις τῆς «ρωμαϊκῆς φορεσιᾶς» τῶν ἐπαναστατῶν, ἐφόσον αὐτό ἦταν ἕνα πασίγνωστο γεγονός.

9. Ἐκτός ἀπό τόν Ἀββά Σιεγιές καί ἄλλοι Γάλλοι διανοούμενοι τῆς ἐποχῆς ἔχουν ἀφήσει τή μαρτυρία τους ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώνει τόν Ρωμανίδη. Τό 1818 ὁ Augustin Thierry ἔγραφε: «Εἴμαστε δοῦλοι τῶν ὁποίων ἡ ἐλευθερία χρονολογεῖται ἀπό χθές καί ἡ μνήμη μας ἐδῶ καί πολύ καιρό μᾶς θύμιζε μόνον τίς οἰκογένειες καί τίς πράξεις τῶν ἀφεντικῶν μας. Δέν ἔχει τριάντα χρόνια ἀπό τότε πού συνειδητοποιήσαμε ὅτι οἱ πατέρες μας ἦταν τό ἔθνος»[9].

10. Τό 1820 ὁ Thierry ἄρχισε νά δημοσιεύη σειρά Ἐπιστολῶν γιά τήν ἱστορία τῆς Γαλλίας στό Courier Français. Στή δεύτερη Ἐπιστολή θρηνεῖ γιά τή στρέβλωση πού ἔχει προκύψει ἀπό τήν μεταχείριση τῆς ἱστορίας τῆς Γαλλίας σάν νά ἦταν ἡ ἴδια μέ τήν ἱστορία τῶν Φράγκων. Ἡ ἱστορία γράφεται σάν «νά ἤμασταν ὅλοι γιοί τῶν Σικάμβρων {Φράγκων} καί σάν κανείς ἀπό ἐμᾶς νά μήν καταγόταν ἀπό αὐτούς τούς ὁποίους οἱ Σίκαμβροι σφαγίασαν ἤ πούλησαν σέ σκλαβοπάζαρα ἤ πῆραν ὡς δουλοπάροικους γιά νά δουλεύουν στά κατακτημένα κτήματά τους». Ἐρωτᾶ τί θά σκεφτόταν κάποιος ἀπό τό Languedoc ἤ τήν Προβηγκία γιά μιά Φραγκοκεντρική ἱστορία: «Ὁ στρατός τῶν Φράγκων δέν πάτησε ποτέ τίς χῶρες τους παρά μόνο γιά νά τίς λεηλατήσει».[10]

Γιά τόν Thierry ἦταν τόσο φανερή ἡ ἐθνικοαπελευθερωτική διάσταση τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης ὥστε στίς Ἐπιστολές του καλοῦσε τούς ἀναγνῶστες νά συγκρίνουν τή γαλλική ἐμπειρία τῆς ὑποδούλωσης στούς Φράγκους μέ σύγχρονες ἐμπειρίες ἄλλων εὐρωπαϊκῶν λαῶν: «Τίποτε δέν διευκολύνει περισσότερο τήν κατανόηση τοῦ παρελθόντος ἀπό τήν σύγκριση μέ ἀνάλογες ἤ παρόμοιες καταστάσεις τοῦ παρόντος. Θυμηθεῖτε τήν Ἑλλάδα ὑπό τόν ζυγό τῶν Τούρκων. Φέρτε στόν νοῦ σας ὅ,τι ἔχετε διαβάσει ἤ ἀκούσει γιά τούς ραγιάδες καί τούς Φαναριῶτες, γιά τήν μεγάλη μάζα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, καθώς καί γιά τήν μειοψηφία στήν ὁποία οἱ Τοῦρκοι προσέφεραν τίτλους εὐγενείας καί ἀξιώματα, ἀναλογισθεῖτε γιά λίγο αὐτό τό θέαμα τῆς βάναυσης καταπίεσης, τῆς διαρκοῦς τρομοκρατίας, τῶν συνεχῶν προσπαθειῶν γιά νά ξεφύγει κανείς πάση θυσία καί μέ κάθε τρόπο ἀπό τήν μοίρα τῶν ἡττημένων, καί θά καταλάβετε τό νόημα πού ἔχουν οἱ λέξεις Ρωμαῖος γαιοκτήμονας, Ρωμαῖος ὑποτελής, Ρωμαῖος συνεργάτης τοῦ βασιλιά. Θα καταλάβετε πόσες ὄψεις εἶχε ἡ σκλαβιά τῶν Γαλατορωμαίων ἀπό τούς Βαρβάρους. Ὑπάρχει ὅμως κάτι περισσότερο. Παρά τίς διαφορές πού ὀφείλονται στήν χρονική ἀπόσταση καί ἐκεῖνες πού προκύπτουν λόγῳ τῆς διαφορετικῆς θρησκείας στήν μία περίπτωση [Ἕλληνες – Τοῦρκοι] καί τῆς κοινῆς λατρείας στήν ἄλλη [Γαλατορωμαῖοι – Φράγκοι] ὑπάρχουν ἐπίσης μεγάλες ὁμοιότητες ὄχι μόνον ὡς πρός τήν ἀντικειμενική κατάσταση τῶν ἡττημένων στήν ἀρχαία Γαλατία καί στήν σύγχρονη Ἑλλάδα ἀλλά καί ὅσον ἀφορᾶ τήν ψυχολογική στάση τους».

11. Τήν ἴδια χρονιά, τό 1820, σέ ἕνα προεκλογικό φυλλάδιο, «ὁ François Guizot, ἕνας κορυφαῖος φιλελεύθερος ἱστορικός τῆς περιόδου τῆς Παλινόρθωσης [καί ἀργότερα πρωθυπουργός τό 1847-48], ἔγραψε τήν σαφέστερη διακήρυξη τῆς φυλετικῆς ἑρμηνείας τῆς Γαλλικῆς ἱστορίας:

Ἡ Ἐπανάσταση ἦταν ἕνας πόλεμος, ἕνας ἀληθινός πόλεμος, ὅπως αὐτούς πού γνωρίζει ὁ κόσμος ἐναντίον ξένων λαῶν. Γιά περισσότερο ἀπό δεκατρεῖς αἰῶνες ἡ Γαλλία περιλάμβανε δύο λαούς, ἕναν λαό κατακτητῶν κι ἕναν λαό κατακτημένων. Γιά περισσότερο ἀπό δεκατρεῖς αἰῶνες, ὁ κατακτημένος λαός ἀγωνιζόταν νά ἀποτινάξει τό ζυγό τοῦ κατακτητῆ. Ἡ ἱστορία μας εἶναι ἡ ἱστορία αὐτοῦ τοῦ ἀγώνα. Στήν ἐποχή μας συνέβη μιά καθοριστική μάχη. Ὀνομαζόταν Ἐπανάσταση.»[11]

Πιστεύουμε ὅτι τά παραδείγματα πού ἀναφέρθηκαν ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἄποψη τοῦ Ρωμανίδη δέν εἶναι ἕνα αὐθαίρετο ἰδεολόγημα. Ἀντίθετα, ἀποτελεῖ μιά καταγραφή τῆς ἐπικρατούσας πραγματικότητας, ἡ ὁποία ἦταν γνωστή τόσο στούς Γάλλους τοῦ 18ου καί 19ου αἰώνα, ὅσο καί στούς σύγχρονους ἱστορικούς πού ἀσχολοῦνται μέ τήν ἐξέλιξη τῆς γαλλικῆς ἐθνικῆς ταυτότητας. Γιά ἄλλη μιά φορά, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ π. Ἰ. Ρωμανίδης ὑπῆρξε ἕνας πολύ προσεκτικός ἱστορικός, ὁ ὁποῖος ἐρευνοῦσε ἐξαντλητικά τίς πηγές πρίν ἀνακοινώση τά συμπεράσματά του. Ἡ ἐπιπόλαιη ἀπόρριψή τους ἀντανακλᾶ μᾶλλον τό ἐπίπεδο τῶν ἐπικριτῶν του παρά τό ἐπίπεδο αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἐπιστήμονα….

Ὑποσημειώσεις

 

[1] Michael Dietler, «"Our Ancestors the Gauls": Archaeology, Ethnic Nationalism, and the Manipulation of Celtic Identity in Modern Europe», American Anthropologist,New Series, Vol. 96, No. 3 (Sep., 1994), σελ.587.

[2] Hanna Arendt, “The Origins of Totalitarianism”, 1958, σελ.162-164.

[3] Myriam Krepps, “French Identity, French Heroes: From Vercingétorix to Vatel” (2010).

[4] Edward James, “The Merovingians from the French Revolution to the Third Republic”, Early Medieval Europe,2012, σελ. 455.

[5] Edward James, «Τhe Franks», Blackwell, 1988, σελ.24.

[6] βλ. D. Bell, “The unbearable lightness of being French”, American Historical Review, 2001, σελ.1233.

[7] ὅπ.παρ. σελ. 587-588.

[8] σελ. 16 στήν ἑλληνική ἔκδοση, Θεμέλιο, 1986.

[9] Lionel Gossman, “The Privilege of Continuity: The Bourgeois as Mediator between Conquerors and Conquered”, History and Theory, Vol. 15, No. 4, Beiheft 15: Augustin Thierry and Liberal Historiography (Dec., 1976), σελ.21.

[10] Edward James, (2012), σ. 459.

[11] Edward James, (2012), σ. 456.