Skip to main content

π. Ἰωάννης Ρωμανίδης

π. Ἰωάννης ΡωμανίδηςΔιαβάζοντας κανείς ἤ ἀκούγοντας τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη διαπίστωνε ὅτι ἐξέφραζε τήν θεολογία καί τήν ζωή τῶν Πατέρων τοῦ 4ου αἰῶνος, ἤτοι τῶν μεγάλων Καππαδοκῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου, ὅπως τό βλέπουμε στά συγγράμματά τους καί στό Γεροντικό ἤ τόν Εὐεργετινό. Στήν πραγματικότητα ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης εἶναι ἕνα «κομμάτι» τοῦ 4ου αἰῶνος πού ἔζησε τόν 20ό αἰώνα ἤ θά μποροῦσα νά πῶ καλύτερα, ἦταν ἕνας θεολόγος καί μάλιστα καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ 20οῦ αἰῶνος πού ὅμως μεταφέρθηκε στό πνεῦμα τῶν ἁγίων τοῦ 4ου αἰῶνος καί τό ἐξέφραζε.

[…]

Ὁ π. Ἰωάννης ὁμιλοῦσε ὡς καθηγητής τῆς δογματικῆς, ἀλλά καί ὡς ἀσκητής. Διαβάζοντας τόν λόγο του, ἀντιλαμβανόμουν ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε κάποια ἐμπειρία γύρω ἀπό τά πνευματικά θέματα, ἀλλά δέν εἶμαι σέ θέση νά διακριβώσω τό μέγεθος καί τόν βαθμό τῆς ἐμπειρίας του. Ἡ διδασκαλία του πού ἐκφράζει τήν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολύ ἁπλή. Ἀναφέρεται στήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου καί τήν σωτηρία του, τήν ὅραση τοῦ ἀκτίστου Φωτός, τήν ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας καί τήν μέθοδο γιά νά φθάση κανείς στήν πνευματική ἐμπειρία. Βλέπει κανείς ἕναν κύκλο, ὅπως τό συναντᾶμε καί στά ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Ἐμπειρική Δογματική Τόμος Α΄

Πα­ρά­δει­σος-Κό­λα­ση

Ὁ Παράδεισος καὶ ἡ Κόλαση ὑπάρχουν ἐξ ἐπόψεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι ἐξ ἐπόψεως τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς θὰ ἐμφανισθῇ σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄλλοι θὰ δοῦν τὸν Θεὸ ὡς Φῶς, ἐπειδὴ εἶχαν καθαρίσει τὸ νοερὸ τῆς ψυχῆς καὶ εἶχαν ἀποκτήσει αὐτοπτικὸ ὄμμα, ὁπότε αὐτὸ εἶναι ὁ Παράδεισος, καὶ ἄλλοι θὰ δοῦν τὸν Θεὸ ὡς πῦρ καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ Κόλαση. Ὅταν καθίση κανεὶς κάτω ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀνοίξη τὰ μάτια του τὰ ὁποία δὲν μποροῦν νὰ ἀνθέξουν τὴν ὅραση αὐτή, θὰ τυφλωθῇ. Αὐτὸ εἶναι ἡ Κόλαση. Μὲ αὐτὴν τὴν ἔννοια λέγεται ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι καὶ φῶς καὶ πῦρ, γιατί ἄλλους φωτίζει καὶ ἄλλους κατακαίει.

Ὁ Χριστὸς στὴν διδασκαλία Του, μιλῶντας γιὰ τὴν Κόλαση χρησιμοποίησε τὶς λέξεις «σκότος» καὶ «πῦρ». Ἀλλὰ τὸ αἰσθητὸ σκότος δὲν εἶναι πῦρ τὸ ὁποῖο φωτίζει, καὶ ὅταν ὑπάρχη τὸ πῦρ δὲν ὑπάρχει τὸ σκότος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Κόλαση δὲν εἶναι οὔτε πῦρ οὔτε σκότος, ὅπως γνωρίζουμε ἐμεῖς τὰ στοιχεῖα αὐτὰ στὴν κτιστὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ εἶναι βίωση τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς ὡς σκότους λόγῳ τῆς ἀσθένειας τοῦ ἀνθρώπου. Ἑπομένως, δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τὴν Κόλαση, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος βιώνει τὸν Θεὸ ὡς Κόλαση, καὶ οὔτε ἡ Κόλαση εἶναι μιὰ κτιστὴ πραγματικότητα, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἄκτιστη Χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ βιώνεται ὡς πῦρ καταναλῖσκον. Ὁ Θεὸς θὰ ἀγαπᾶ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, δικαίους καὶ ἀδίκους, ἀλλὰ οἱ ἄδικοι δὲν θὰ μποροῦν νὰ καταλάβουν τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἅγιοι στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ θὰ ἔχουν διαρκῆ πρόοδο στὴν μέθεξη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ὑπάρχη μιὰ εὐδαιμονία, δηλαδὴ μιὰ στατικὴ κατάσταση, καὶ οἱ κολασμένοι θὰ ἔχουν πώρωση καὶ θὰ μετέχουν τοῦ Θεοῦ ὡς πυρός. Μετὰ θάνατον δὲν ὑπάρχει μετάνοια, ἀλλὰ ὑπάρχει πρόοδος στὴν μετάνοια, ποὺ σημαίνει ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίση νὰ μετανοῇ ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή, ἡ μετάνοια θὰ ὁλοκληρωθῇ στὴν ἄλλη.

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Τὰ κεντρικὰ σημεῖα τῆς διδασκαλίας τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, εἰς Ἐμπερικη Δογματική, τόμ. Β')

Πάθη ατιμίας

«…Αι αόρατοι ιδιότητές Του, δηλαδή η αιωνία δύναμίς Του και η Θεότης Του, βλέπονται καθαρά, αφ' ότου εδημιουργήθηκε ο κόσμος, γινόμεναι νοηταί δια μέσου των δημιουργημάτων, ώστε να είναι οι άνθρωποι αναπολόγητοι, διότι ενώ εγνώρισαν τον Θεόν, δεν τον ετίμησαν ως Θεόν ούτε τον ευχαρίστησαν, αλλά με τας σκέψεις των παρεδόθησαν εις μάταια πράγματα και εσκοτίσθηκε η ανόητη διάνοιά τους.

Ενώ έλεγαν ότι είναι σοφοί, έγιναν μωροί και αντήλλαξαν την λαμπρότητα του αφθάρτου Θεού με το ομοίωμα της μορφής φθαρτού ανθρώπου και πτηνών και τετραπόδων και ερπετών.

Δια τούτο, τους παρέδωσε ο Θεός με τας επιθυμίας των καρδιών τους εις ακαθαρσίαν, ώστε να ατιμάζουν τα σώματά τους μεταξύ τους. Αντήλλαξαν την αλήθειαν περί Θεού με το ψεύδος και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν την κτίσιν αντί του Δημιουργού, ο οποίος είναι ευλογητός αιωνίως. Αμήν.

Δια τούτο τους παρέδωσε ο Θεός εις πάθη ατιμωτικά, διότι και αι γυναίκες τους αντήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν με την αφύσικην, ομοίως και οι άνδρες, αφού άφησαν την φυσικήν χρήσιν της γυναικός, άναψαν από τας ορέξεις τους μεταξύ τους, ώστε ασελγούν άνδρες με άνδρες, απολαμβάνοντες έτσι ο ένας από τον άλλον την ανταμοιβήν της πλάνης των που τους άξιζε.

Και επειδή δεν έκριναν άξιον λόγου το να έχουν ορθήν γνώσιν δια τον Θεόν, τους παρέδωσε ο Θεός εις ανάξιον νουν, ώστε να κάνουν εκείνα που δεν αρμόζει, γεμάτοι από κάθε αδικίαν … οι οποίοι, αν και εγνώρισαν τον νόμον του Θεού, ότι εκείνοι που κάνουν τέτοια πράγματα είναι άξιοι θανάτου, όχι μόνον τα κάνουν αλλά και επιδοκιμάζουν εκείνους που τα κάνουν».

(Ρωμ. α , 20-32, Κ.Δ. εκδ. Απ. Διακονίας, μετάφραση: Β. Βέλλα, Αρχιμ. Ευ. Αντωνιάδου, Αμ. Αλιβιζάτου, Γερ. Κονιδάρη)

Πάθη καὶ Σταυρός - Ἀνάσταση

Ὁ Ἐπιτάφιος ΘρῆνοςΠάθη καὶ Σταυρός

Με πολλοὺς τρόπους μπορεῖ κανεὶς νὰ προσεγγίση τὰ Πάθη καὶ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, καὶ αὐτὸ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν τρόπο ζωῆς κάθε ἀνθρώπου. Ὁ ἕνας τρόπος εἶναι ὁ ἀνθρωποκεντρικός, ὅπου κυριαρχεῖ ἔντονα τὸ συναισθηματικὸ στοιχεῖο. Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ λεγόμενος ἠθικός, ὅπου τὰ Πάθη καὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ προσαρμόζονται σὲ γεγονότα τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καὶ σὲ ὀδυνηρὲς προσωπικὲς καταστάσεις. Καὶ ὁ τρίτος τρόπος εἶναι ὁ θεολογικός, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ πραγματικότητα καὶ βιώνεται ἡ κατάνυξη, ποὺ συνδέεται ἀναπόσπαστα μὲ τὴν χαρμολύπη...

Ἀνάσταση

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς μέσα στὴν ἱστορία... Στὴν Ἐκκλησία κάνουμε διαρκῶς λόγο γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ πιστοῦ. Δὲν πιστεύουμε σὲ κοινωνικὲς ἐπαναστάσεις, ἀφοῦ τὸ μεγαλύτερο καλὸ στὴν Οἰκουμένη προῆλθε ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση καὶ ὄχι ἀπὸ κάποια ἀνθρώπινη κοινωνικὴ ἐπανάσταση. Κι ἂν συσχετίσουμε τὴν Ἀνάσταση μὲ τὴν ἀληθινὴ ἐπανάσταση, τότε βρισκόμαστε στὴν ἀλήθεια, ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος ἐπανῆλθε στὴν ἀρχική του θέση καὶ ἀνέβηκε ἀκόμη ὑψηλότερα. Ἡ λέξη ἐπανάσταση προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα ἐπανίστημι, ποὺ σημαίνει ἐπανέρχομαι στὴν προηγούμενη θέση. Αὐτὴ ἡ ἐπανόρθωση, ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἔγινε μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ...

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου "Δεσποτικὲς Ἑορτές")

Παράλληλες ἐποχές

 Tὴν ἐποχὴ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ παρατηρεῖτο ἕνας σχολαστικισμὸς πού κέντρο ἔχει τὴν λογικὴ καὶ ἕνας ἠθικισμὸς πού κέντρο ἔχει τὸ συναίσθημα καὶ τὴν ἐξωτερικὴ συμπεριφορά. Σὲ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὑπεγράμμιζε τὸν ὀρθόδοξο ἡσυχασμὸ πού εἶναι ἀναίρεση καὶ τοῦ σχολαστικισμοῦ καὶ τοῦ ἠθικισμοῦ. Ἐπίσης, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὑπῆρχαν δύο παραδόσεις, στὴν μία ὑπερτονίζονταν τὰ Μυστήρια σὲ βάρος τῆς προσευχῆς, ὅπως δίδασκε ὁ Βαρλαὰμ, καὶ στὴν ἄλλη ὑπερτονιζόταν ἡ προσευχὴ σὲ βάρος τῶν Μυστηρίων, ὅπως πίστευαν οἱ Μασαλιανοί.

Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι παράλληλη μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ 14ου αἰῶνος, ὅπου ἐπικρατοῦν οἱ ἴδιες παραδόσεις καὶ οἱ ἴδιες ἐπιρροὲς ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ καὶ τὴν Δύση, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἐσωτερικὲς ἐγγενεῖς οὐμανιστικὲς παραδόσεις. Πρόκειται γιὰ ἕναν ἀνθρωποκεντρισμό, μιὰ φιλαυτία καὶ εὐδαιμονία πού εἶναι ἀντίθετα ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι θὰ πρέπει νὰ γνωρίζουμε πολὺ καλὰ τὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ὅπως τὴν ἐκφράζουν οἱ ἅγιοί μας, παλαιοὶ καὶ νεώτεροι, πού ἔχει τὸ πνεῦμα τῆς προσευχῆς, τῆς λατρείας, τῆς θείας Κοινωνίας, τῆς φιλοθεΐας καὶ τῆς φιλανθρωπίας. Νὰ μάθουμε νὰ διακρίνουμε τί εἶναι καὶ τί δὲν εἶναι ὀρθόδοξο, τί εἶναι καὶ τί δὲν εἶναι ἐκκλησιαστικό. Διότι ὁ βασικὸς κίνδυνος εἶναι ὁ συγκρητισμός, δηλαδὴ νὰ θεωροῦμε ὅτι ὅλες οἱ παραδόσεις εἶναι ἴδιες καὶ ὅλες οἱ θρησκεῖες μιλᾶνε γιὰ τὸν ἴδιο Θεό.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Συνέντευξη στὸ ρουμανικὸ περιοδικὸ «Familia Orthodoxa»

Πάσχα Κυρίου

... Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, λαμβάνοντας σχεδόν αὐτούσια κείμενα ἀπό τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο, γράφει: «Ἀναστάσεως ἡμέρα λαμπρυνθῶμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα. Ἐκ γάρ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν Χριστός ὁ Θεός ἡμᾶς διεβίβασεν, ἐπινίκιον ἄδοντας».

Πανηγυρίζοντας τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, ὁ Ἰωάννης ὁ Βρυένιος, μαθητής τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί διδάσκαλος τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ἀναλύει τήν θεολογική σημασία τῆς ἑορτῆς. Πάσχα εἶναι ἡ διάβαση ἀπό τό σκότος στό φῶς, ἐξέλευση ἀπό τόν Ἅδη στήν γῆ, ἀνάβαση ἀπό τήν γῆ στούς οὐρανούς, μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στήν ζωή, ἀνάσταση τῶν πεπτωκότων βροτῶν, ἀνάκληση τῶν ἐξορίστων τῆς Ἐδέμ, ἀνάρρυση τῶν αἰχμαλώτων στήν φθορά, ἡ ὄντως ζωή τῶν πιστῶν, τρυφή παντός τοῦ κόσμου, τιμή τῆς θείας Τριάδος. Ἡ προσηγορία τοῦ Πάσχα εἶναι ἀκόρεστη, ἀφοῦ εἶναι πολλαπλάσια ἡ Χάρη πού δηλώνεται δι’ αὐτοῦ. Τό Πάσχα εἶναι ἀναψυχή τῶν ψυχῶν, χαρμονή τῶν νοῶν, κουφισμός τῶν σωμάτων, φωτισμός τῶν ὀφθαλμῶν, γλυκασμός τῶν λαρύγγων, θυμηδία, θερμότης, εἰρήνη, χαρά.

...

Πάσχα δέν λέγεται μόνο ἡ ἑορτή, ὡς μετάβαση ἀπό τόν θάνατο στήν ζωή, ἀλλά καί αὐτός ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Ἄλλωστε, δέν νοεῖται ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἔξω ἀπό τόν Θεάνθρωπο, ἀφοῦ αὐτός εἶναι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή. Αὐτός εἶναι ἡ ἀνάσταση τῶν ἀνθρώπων. Γι ’αὐτό, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στόν Κανόνα τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα ἀποδίδει στόν Χριστό τόν χαρακτηρισμό «Πάσχα». Γράφει: «Ὤ Πάσχα τό μέγα ἱερώτατον, Χριστέ, ὤ Σοφία καί Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Δύναμις». Αὐτός ὁ χαρακτηρισμός ἔχει σχέση μέ τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «καί γάρ τό Πάσχα ἡμῶν ὑπέρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός».  

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές»

Πασχάλιες Εὐχές

Πασχάλιες Εὐχές «Γι' αυτό ακριβώς τον αποκαλώ βασιλιά, επειδή τον βλέπω να πεθαίνη για χάρη των υπηκόων Του. Ο ίδιος ο Χριστός είπε: "Ο ποιμένας ο καλός θυσιάζει την ζωή του για την σωτηρία των προβάτων του"… Αφού, λοιπόν, θυσίασε την ζωή Του, γι' αυτό τον αποκαλώ βασιλιά: "Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθης στην βασιλεία Σου"»

(Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος).

Πασχαλινές Ευχές

Οι δαιτυμόνες οι μακαριστοί εν τη Σιών τω Λόγω προσκαρτερήσαντες οι Απόστολοι παρείποντο τω Ποιμένι ως άρνες και συνημμένοι ώ ουκ εχωρίσθησαν Χριστώ, θείω λόγω τρεφόμενοι, ευχαρίστως εβόων΄ Τόν Κύριον υμνείτε τα έργα και υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας.

«Φθάσαμε στην Μ. Εβδομάδα. Σας παρακαλώ, να ευχηθήτε, να με βοηθήση ο Άγιος Θεός να σταυρώσω και να νεκρωθή ο παλαιός άνθρωπος, για να νοιώσω τα Άγια Πάθη του Κυρίου μας και την χαράν της Αναστάσεως.

Σκοπός της ζωής μου είναι η αναγέννησις. Ευχηθήτε, σας παρακαλώ, να μου την χαρίση ο Άγιος Θεός»

*

«Ευχηθήτε, σας παρακαλώ, όπως διέλθω τας αγίας ημέρας της Μ. Εβδομάδος με συντριβή και κατάνυξιν, να νοιώσω την αγάπη του Θεού και αυτό είναι της Χάριτός Του, γιατί είναι ασύλληπτο δια την ανθρωπίνη διάνοια ο Θεός άνθρωπος και ο Θεός εις τον Σταυρόν, δια τας αμαρτίας μου.

Παράλληλα, δοξάζω τον Θεόν, που με αξίωσε να γνωρίσω το άγιον θέλημά Του και το ότι ζω στα χρόνια της Χάριτος και δεν έζησα προ της Σταυρικής Του Θυσίας. Ευχηθήτε επίσης να αξιοποιήσω όσα μου χαρίζει η αγαθότης Του και να αποβούν εις τον καταρτισμόν μου και να ενωθώ με τον ουρανό.

Επίσης και η συμμετοχή εις το Ποτήριον της Ζωής, ιδιαίτερα τις ημέρες αυτές να αποβή εις ίασιν ψυχής τε και σώματος και να γίνω μια ψυχή ταπεινή, όπως ήταν εκείνες στις ημέρες Του, να τον συνοδεύσω εις το ανώγειον, εις τον κήπον της Γεθσημανή, στον ανήφορο του Γολγοθά, στον Σταυρόν, εις τον Τάφον που αξιώθησαν οι Μυροφόροι, για να με αξιώση και στον κήπο της Αναστάσεως. Ευχηθήτε!!!».

(Παρασκευή Καραγιάννη προς τον ανηψιό της, νυν Μητροπολίτη Ναυπάκτου. Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου Εις Μνημόσυνον)

Πατριαρχικοί Λόγοι

«Δέν είναι συνήθης η χαρά καί η συγκίνησις τήν οποίαν αισθανόμεθα ευρισκόμενοι εις τήν ιστορικήν καί ωραίαν πόλιν σας, τήν Καστροπολιτείαν τής Οζολέας Λοκρίδος, τό καμάρι τής ευάνδρου Ρούμελης, τόν τόπο όπου η ιστορία γεφυρώνεται μέ τόν πολιτισμόν... Ήλθομεν διότι σάς αγαπώμεν, διότι είστε λαός θεοσεβής καί φιλογενής, διότι πολλάς ωραίας σελίδας έχει εγγράψει η πόλις σας εις τήν ιστορίαν τής Εκκλησίας καί τού Γένους.

Σάς φέρομεν από τήν Κωνσταντινούπολιν τήν μητρικήν στοργήν, τήν ολόθυμον ευχήν καί τήν εγκάρδιον ευλογίαν τής αγίας τού Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας...

Αλλά σείς δέν έχετε ανάγκην τειχών καί λίθων πρός προστασίαν. Έχετε τήν Θεομητορικήν προστασίαν από τό ύψος τής Αμπελακιώτισσας καί τής Καβαδιώτισσας. Έχετε τήν ευλογούσαν δεξιάν τού πολλήν πρός τόν Θεόν παρρησίαν έχοντος αγίου Ιερομάρτυρος Πολυκάρπου, Επισκόπου Σμύρνης, η οποία καθημερινώς υψώνεται ενώπιον τού Κυρίου τών Δυνάμεων υπέρ υμών καί τής πόλεώς σας. Έχετε ακόμη τόν ισαπόστολον Ιερομάρτυρα Κοσμάν τόν Αιτωλόν, ο οποίος διαρκώς πρεσβεύει υπέρ υμών. Καί πολλούς άλλους ουρανίους προστάτας έχετε. Ευχόμεθα ο μετ’ εκείνων σύνδεσμός σας νά είναι αδιάκοπος καί αι ευχαί των νά λειαίνουν τήν οδόν τής κατά Θεόν πορείας σας.

Ευχαριστούμεν καί πάλιν από καρδίας τόν Ιερώτατον Ποιμενάρχην τής Μητροπόλεως ταύτης διά τε τήν εγκάρδιον υποδοχήν, διά τούς αγαθούς λόγους τής αγάπης του καί διά τόν φιλόστοργον κουφισμόν, τόν οποίον παρέχει εις ημάς, εις τήν άρσιν τού σταυρού τής Μητρός Εκκλησίας.

Ευλογούντες πάντας μετά πολλής αγάπης σάς αφήνομεν μέ τήν προτροπήν: Αγαπάτε τόν Θεόν, πορεύεσθε εις πάσας τά οδούς Αυτού, φυλάσσετε τάς εντολάς Του καί μείνατε προσκεκολλημένοι πάντοτε εις Αυτόν, εις τήν Εκκλησίαν Του καί εις τάς αγίας μας Παραδόσεις. Αμήν».

(Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, Ναύπακτος 4-11-2008)

Περιτομή - Βάπτισμα

Οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἑρμηνεύοντας τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς γιά τήν πραγματική καί πνευματική περιτομή, πού εἶναι τό χριστιανικό Βάπτισμα, παρουσιάζουν θαυμάσιες θεολογικές ἀλήθειες.

Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος διδάσκει ὅτι ἡ περιτομή τῆς σαρκός προετοίμασε καί ὑπηρέτησε τόν ἄνθρωπο ἕως τοῦ Βαπτίσματος, πού εἶναι ἡ μεγάλη περιτομή, ἀφοῦ δι’ αὐτοῦ ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τά ἁμαρτήματα καί σφραγιζόμαστε μέ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἡ σφράγιση μέ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀναγνώριση ὅτι ἀνήκουμε στόν Χριστό.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι, ἄν ἡ σαρκική περιτομή χώριζε τούς Ἰσραηλίτες ἀπό τούς Ἐθνικούς, πολύ περισσότερο αὐτό γίνεται μέ τό ἱερό Βάπτισμα, ἀφοῦ δι’ αὐτοῦ διακρίνονται οἱ πιστοί ἀπό τούς μή πιστούς. Φαίνεται ἐδῶ ὅτι πιστοί λέγονται ὅσοι βαπτίσθηκαν καί ὅσοι ἀναζωπυρώνουν τήν Χάρη τοῦ Βαπτίσματος.

Κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας ἡ περιτομή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δέν καταργοῦσε τόν θάνατο, πράγμα τό ὁποῖο γίνεται μέ τήν περιτομή τῆς Καινῆς Διαθήκης. Πραγματικά, ὁ ἄνθρωπος εἰσερχόμενος διά τοῦ Βαπτίσματος στήν Ἐκκλησία γίνεται μέλος τοῦ ἀναστημένου Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Μέ αὐτόν τόν τρόπο καταργεῖται ὁ πνευματικός θάνατος καί ὑπάρχει βεβαιότητα στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιατί, ἄν μετά τό Βάπτισμα παραμένη ὁ σωματικός θάνατος, αὐτό γίνεται χάριν τῆς καταργήσεως τῆς ἁμαρτίας.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός διδάσκει ὅτι ἡ περιτομή εἶναι ἡ ἀπόθεση τῆς σωματικῆς ἡδονῆς καί τῶν περιττῶν καί ἀχρήστων ἐπιθυμιῶν.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Δεσποτικές Ἑορτές

Περιτομή καρδίας

Ἕνα ἀπό τά βασικά σημεῖα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ περιτομή τῆς καρδίας. Πολλές φορές τόσο στήν Παλαιά ὅσο καί στήν Καινή Διαθήκη γίνεται λόγος γιά τήν περιτομή τῆς σαρκός καί τήν περιτομή τῆς καρδίας, χωρίς ὅμως οἱ Χριστιανοί νά γνωρίζουν ὅτι αὐτό εἶναι οὐσιῶδες σημεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς.[...]

Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀναλύουν ὅλο τό περιεχόμενο τῆς περιτομῆς τῆς καρδίας στίς ὁμιλίες καί τά ἔργα τους.

Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος λέγει ὅτι ἡ σαρκική περιτομή ὑπηρέτησε τόν ἄνθρωπο «ἕως τῆς μεγάλης περιτομῆς, τοὐτέστι τοῦ βαπτίσματος τοῦ περιτέμνοντος ἡμᾶς ἀπό τῶν ἁμαρτημάτων καί σφραγίσαντος ἡμᾶς εἰς ὄνομα Θεοῦ». Ἀπαλλασσόμεθα ἀπό τά ἁμαρτήματα καί σφραγιζόμαστε μέ τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, πού σημαίνει ἀναγεννιόμαστε ἐν Χριστῷ καί ἀποκτοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν καρδιά μας.[...]

Ἀναλύοντας οἱ ἅγιοι Πατέρες τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ περιτομή τῆς καρδίας, λέγουν ὅτι εἶναι ἡ κάθαρση τῆς καρδιᾶς, ἡ μεταμόρφωση τῶν παθῶν τῆς ψυχῆς. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός λέγει ὅτι περιτομή εἶναι «ἡ τῆς σωματικῆς ἡδονῆς, καί περιττῶν καί οὐκ ἀναγκαίων ἀπόθεσις». Αὐτή δέ ἡ ἀπόθεση τῆς σωματικῆς ἡδονῆς καί τῶν περιττῶν καί οὐχ ἀναγκαίων εἶναι στήν πραγματικότητα ἡ περικοπή καί μεταμόρφωση τῶν παθῶν τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαργυρίας. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής προχωρεῖ σέ βαθύτερες ἀναλύσεις. Κατ’ αὐτόν περιτομή εἶναι «ἡ τῆς ἐμπαθοῦς σχέσεως πρός τό σῶμα τῆς ψυχῆς ἐκτομή». Δέν κατηγορεῖται, βέβαια, ἡ σχέση τῆς ψυχῆς πρός τό σῶμα, ἀλλά ἡ ἐμπαθής σχέση.[...]

Ἡ περιτομή τῆς καρδίας συνδέεται στενώτατα μέ τήν πνευματική ζωή. Δέν νοεῖται Χριστιανισμός ἔξω ἀπό τήν βίωση τῆς περιτομῆς. Ἐάν θέλουμε νά ζήσουμε βαθύτερα τήν χριστιανική ζωή πρέπει νά ἀποκτήσουμε προσωπικό βίωμα τῆς πνευματικῆς περιτομῆς. Εἶναι ἀναγκαῖο καί ἀπαραίτητο.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Τό πολίτευμα τοῦ Σταυροῦ

Πνεῦμα Πατρογεννήτου Λόγου

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός σέ ἕνα τροπάριο τοῦ ἰαμβικοῦ Κανόνος τῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς χρησιμοποιεῖ τήν φράση «γνώρισμα Πνεῦμα Πατρογεννήτου Λόγου», δηλαδή τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι γνώρισμα τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα. Τό Ἅγιον Πνεῦμα χαρακτηρίζεται γνώρισμα τοῦ Λόγου, ἐπειδή αὐτό ἀποκαλύπτει καί φανερώνει τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, γιατί «χωρίς τοῦ Πνεύματος ὁ Μονογενής Υἱός οὐ νοεῖται» (ἅγ. Γρηγόριος Νύσσης). Ἄλλωστε, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Α΄ Κορ. ιβ΄, 3). Ἐπίσης, τό Ἅγιον Πνεῦμα λέγεται γνώρισμα τοῦ Λόγου, γιατί Αὐτό δίδαξε τούς Μαθητές σύμφωνα μέ ὅσα διδάχθηκαν καί ὑπέμνησε ὅ,τι τούς εἶχε πῆ ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό καί ἔγινε γνώρισμα, δηλαδή δι’ Αὐτοῦ φανερώθηκε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἀληθής Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τήν κοινή διδασκαλία ἀποδείχθηκε τό ὁμοούσιο καί τό ὁμόδοξο τοῦ Υἱοῦ μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα (ἅγ. Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης).

Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή Του δόξασε τόν Πατέρα. Κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τό Ἅγιον Πνεῦμα κατῆλθε στούς Ἀποστόλους, καί ἔτσι καί αὐτό δόξασε τόν Υἱό (Λέων ὁ σοφός). Μέ αὐτήν τήν ἀφορμή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ Πατήρ δόξασε τόν Υἱό μέ τό νά Τόν ἀποκαλέση «ἀγαπητόν Υἱόν»• ὁ Υἱός δοξάσθηκε μέ ὅσα ἔκανε μέ τήν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος• ὁ Υἱός ἀκόμη δόξασε τόν Πατέρα μέ ὅλο τό ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους• ταυτόχρονα ὁ Υἱός δόξασε τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιατί Αὐτός τό φανέρωσε καί τό ἀποκάλυψε στούς Μαθητές• ἀλλά καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐνεργεῖ πλούσια μέσα στήν Ἐκκλησία, δοξάζει τόν Πατέρα, ἀπό τόν Ὁποῖο προέρχεται, καί δοξάζει καί τόν Υἱό, ἀφοῦ ὅσοι τό λαμβάνουν γίνονται τέκνα Θεοῦ καί μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Δεσποτικὲς Ἑορτές

Πνευματικός νόμος

Στην ζωη μας λειτουργεί αναπόφευκτα ο πνευματικός νόμος είτε στον αγώνα καθάρσεως της καρδιάς από τα πάθη, είτε κατά την διάρκεια της θεραπείας από την αμαρτία και τα πάθη, είτε κατά τον καιρό που δεχόμαστε ποικίλους πειρασμούς, είτε κατά την άσκησή μας στην απόκτηση των αγαθών που είναι δώρα Θεού. Γι αυτό κανείς θα πρέπη να έχη κατάλληλο πνευματικό οδηγό και να πορεύεται με ταπείνωση και προσευχή. Η μετάνοια είναι απαραίτητη σε αυτήν την πνευματική πορεία.

Είναι σημαντικό πως αρχίζει και πως τελειώνει το κείμενο του αγίου Μαρκου του ασκητού («περί νόμου πνευματικού»).

Αρχίζει με την βεβαιότητα ότι ο Θεός είναι η αρχή, η μεσότητα και το τέλος κάθε αγαθού. Και αυτό βιώνεται εν Χριστώ Ιησού και εν Αγίω Πνεύματι, μέσα δηλαδή, στην Εκκλησία που είναι το Σώμα του Χριστού και κοινωνία θεώσεως. Και τελειώνει με την προτροπή να εργαζόμαστε το αγαθό κατά δύναμη και «εν καιρώ του μείζονος» να μη στρεφόμαστε «επί το έλαττον».

Αυτό σημαίνει ότι η πνευματική πορεία αρχίζει από τα χαμηλά και προχωρεί συνεχώς προς τα άνω. Η πορεία αυτή γίνεται με την ενέργεια του Θεού και την δική μας συνέργεια. Και όταν καλούμαστε από τον Θεο για διάφορες αποταγές και «θανάτους», προκειμένου να ζήσουμε τις ανάλογες αναστάσεις, θα πρέπη να μη ολιγοψυχούμε προκειμένου να ανερχόμαστε ψηλά. Η πορεία προς τα πίσω, αλλά και η στάσιμη κατάσταση είναι πτώση.

Και γενικά όποιος αγνοεί και παραβαίνει τους πνευματικούς νόμους θα δοκιμασθή πολύ στην ζωη του και αυτό θα έχη συνέπειες αιώνιες.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, Ησυχία και Θεολογία).

Ποιμαντική ἐπιστήμη

Μεταφέροντας γιά τήν παροῦσα περίπτωση τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, ἀναφωνῶ ἀπό τοῦ ὑψηλοῦ τούτου θρόνου: «Ἱερόθεος, δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, πᾶσι τοῖς ἁγίοις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τοῖς οὖσιν (ἐν Ναυπάκτῳ καί Ἁγίῳ Βλασίῳ) χάρις ὑμῖν καί εἰρήνη ἀπό Θεοῦ πατρός ἡμῶν καί Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Φιλ. α΄, 1-2). Εἶμαι δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ταπεινός διάκονος τῆς Ἐκκλησίας, καί ἀποστέλλομαι ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ στούς ἁγίους πού κατοικοῦν στήν κατά τήν Ναύπακτον καί Ἅγιον Βλάσιον Ἐκκλησία, γιά νά τούς ὑπηρετήσω καί νά τούς διακονήσω πρός τόν δρόμο τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ. Ἡ ἀποστολική αὐτή ἔκφραση καί εὐλογία δείχνει σαφῶς ποιό πρέπει νά εἶναι τό ἔργο τοῦ Ἀρχιερέως, ποιός εἶναι ὁ βαθύτερος σκοπός του καί σέ ποιούς ἀποστέλλεται.

Ἰδού, λοιπόν, ἐγώ σήμερον εὑρίσκομαι ἐνώπιόν Σας. Μέ τήν ἐνθρονιστήρια ἀκολουθία ἀνῆλθα στόν περίπυστο αὐτόν θρόνο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου «εὐαγγελιζόμενος τήν εἰρήνην, εὐαγγελιζόμενος τά ἀγαθά» (Ρωμ. ι΄, 15).

Λίγες ἡμέρες πέρασαν ἀπό τότε πού ἡ Χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, διά τῆς ψήφου τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν πού συγκροτοῦν τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί διά τῆς χειροτονίας, μέ ἔχρισε μέ τό μεγάλο καί τελειοποιό χρίσμα τῆς Ἀρχιερωσύνης.

...

Ἀπό τήν μελέτη τῶν πατερικῶν κειμένων καί ἀπό τήν προσωπική μου πείρα, συναναστρεφόμενος ἁγίους Ἀρχιερεῖς, γνωρίζω καλῶς ὅτι ἡ ποιμαντική ἐπιστήμη εἶναι θυσία καί προσφορά καί ὄχι ἄνεση καί τρυφή, εἶναι βίωση τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε, ὁ σταυρός εἶναι ἡ καθέδρα καί ὁ πραγματικός θρόνος τῆς θεολογίας, ἀλλά καί ὅλης τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας. Ἡ ποιμαντική ἐπιστήμη δέν εἶναι κοσμική ἐξουσία, ἀλλά διακονία ἀγάπης καί προσφορᾶς, ἀφοῦ διά τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως διαπαιδαγωγεῖται ὁ ἄνθρωπος πρός τήν ἐκπλήρωση τοῦ βαθυτέρου σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του.

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἐνθρονιστήριος λόγος)

Πράξη καί θεωρία

Μία ἀπό τίς ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ στούς Μαθητές Του ἔγινε στήν λίμνη τῆς Τιβεριάδος, […] οἱ Μαθητές δέν ἀναγνώρισαν τόν Χριστό, «οὐ μέντοι ᾔδεισαν οἱ μαθηταί ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐστι». Αὐτό ἐξηγεῖται ἀπό τό ὅτι οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ στήν πραγματικότητα δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ παρουσία Του, ἀλλά ἀποκαλύψεις, φανερώσεις. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης σαφῶς λέγει: «Μετά δέ ταῦτα ἐφανέρωσεν ἑαυτόν πάλιν ὁ Ἰησοῦς». Ὁ Χριστός φανέρωνε τόν Ἑαυτό Του, ὅποτε τό ἤθελε. Ἔχουμε πολλές μεταμορφώσεις καί φανερώσεις τοῦ Χριστοῦ πρό τῆς Ἀναστάσεως καί μετά ἀπό αὐτήν.

‘H φανέρωση τοῦ Χριστοῦ γίνεται κατά τήν πνευματική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων. Γιατί, μετά τήν θαυματουργική ἁλιεία ὁ πρῶτος πού τόν ἀναγνώρισε ἦταν ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος τό ἀνακοίνωσε στόν Ἀπόστολο Πέτρο: «Λέγει οὖν ὁ μαθητής ἐκεῖνος, ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς, τῷ Πέτρῳ• ὁ Κύριος ἐστί». Καί τότε ὁ Πέτρος φόρεσε τόν χιτώνα καί ἔπεσε στήν θάλασσα γιά νά φθάση πιό γρήγορα στόν Χριστό. Φαίνεται ἐδῶ ὅτι ὁ ἀγαπημένος Μαθητής, πού εἶναι ἔκφραση τῆς θεωρίας, ἀναγνωρίζει τόν Χριστό, καί ὁ μετανοημένος Πέτρος, πού βρίσκεται ἀκόμη στήν πράξη, λόγῳ τῆς ἀρνήσεως καί τῆς μετανοίας, τρέχει πρός τόν Χριστό. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦταν «πρός τήν θείαν ἐπίγνωσιν τῶν ἄλλων ἑτοιμότατος», ἐνῶ ὁ Πέτρος ἦταν «θερμότατος πάλιν καί πρός πρᾶξιν τῶν ἄλλων ἑτοιμότατος». Ἔτσι, λοιπόν, ἑτοιμότατος στήν θεωρία ὁ Ἰωάννης, θερμότατος καί ἑτοιμότατος πρός τήν πράξη ὁ Πέτρος. Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ θεωρία ἀναγνωρίζει τόν Θεό καί ἡ πράξη ἀκολουθεῖ. Ἄλλοτε προηγεῖται ἡ πράξη καί ἀκολουθεῖ ἡ θεωρία, καί ἄλλοτε ἀπό τήν θεωρία, πράγμα πού προσφέρει γνώση, ἀκολουθεῖ καί ἡ πράξη.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Δεσποτικές ἑορτές

Προάγγελοι εξαναστάσεως

Με την ένωση της ψυχής με την θεία Χάρη και τα σώματα αγιάζονται «και εκπυρούμενα διαυγή και αυτά γίνονται και πολύ των άλλων σωμάτων διαφορώτερα και τιμιώτερα αποκαθίστανται». Όταν όμως η ψυχή χωρισθή από τα σώματα, τότε άλλα από αυτά παραδίδονται στην φθορά και «κατά μικρόν διαλύονται», άλλα δε «επί πολλούς χρόνους διαμένουσι, μήτε άφθαρτα μένοντα παντελώς, μήτε πάλιν τελείως φθειρόμενα, αλλά και της αφθαρσίας και της φθοράς τα γνωρίσματα εν εαυτοίς διασώζουσιν, εις την τελευταίαν εξανάστασιν αφθαρτωθήναι τελείως και ανακαινισθήναι τηρούμενα». Αυτό σημαίνει ότι μερικά από τα σώματα των αγίων, που έφθασαν στην θέωση, έχουν τα γνωρίσματα και της φθοράς και της αφθαρσίας, γιατί περιμένουν την πλήρη ανακαίνιση και εξανάστασή τους κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, οπότε θα ενωθή η ψυχή με το αγιασμένο σώμα.

…Γίνεται αυτό (γιατί) δεν έπρεπε τα σώματα των αγίων να απολαύσουν τελείως της αφθαρσίας πριν από την ανακαίνιση όλων των κτισμάτων… Με αυτήν την διδασκαλία του αγίου Συμεών του νέου Θεολόγου καταλαβαίνουμε καλά ότι τα σώματα των αγίων δέχονται την Χάρη του Θεού, όταν ο άνθρωπος φθάνη στην θέωση. Η Χάρη όμως του Θεού, που παραμένει στα ιερά λείψανα, εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως. Πάντως, όσων αγίων τα ιερά λείψανα παραμένουν άφθαρτα, βρίσκονται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αναμένοντας την τελεία αφθαρσία, αθανασία, ανάσταση και ολοκληρωτική αλλαγή, μετά την επάνοδο της ψυχής στο σώμα, κατά την Δευτέρα έλευση του Χριστού.

…Τα ιερά λείψανα των αγίων είναι προάγγελος της μελλοντικής εξαναστάσεως, είναι βίωση από τώρα της μελλούσης μακαριότητος, είναι, δηλαδή, ανάσταση πριν την τελική εξανάσταση των ανθρώπων, προοίμιο της ζωής των ανθρώπων στην Βασιλεία των Ουρανών.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, «Το Πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση»)

Ρωμανία-Ρουμανία

Τὸ ἐθνικὸν πρόβλημα τῆς Ἀλβανίας, Ρουμανίας καὶ Ἑλλάδος, ὡς καὶ τῆς Κύπρου, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τοῦ Λιβάνου εἶναι κατασκεύασμα τεχνητὸν τῶν παλαιῶν ἐχθρῶν τῆς Ρωμαιοσύνης, τὴ ἀφελεῖ συμπράξει τῶν Νεοελλήνων.

Ἡ ὁλοκλήρωσις τῆς καταστροφῆς τῆς ἐκτὸς τῆς Ἑλλάδος Ρωμαιοσύνης ἐπῆλθε μὲ τὴν ἐπικράτησιν τοῦ φραγκικῆς προελεύσεως ὀνόματος βυζαντινὸν διὰ κάθε τί τὸ ρωμαίϊκον. Οἱ ἐναπομείναντες Ροὺμ καὶ Ρωμάνοι ἢ Ρουμάνοι εἰς Μέσην Ἀνατολήν, Ρουμανίαν καὶ Ἀλβανίαν δὲν γνωρίζουν πλέον, ὅτι οἱ κακῶς σήμερον λεγόμενοι Βυζαντινοὶ εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα μὲ τὸν ἑαυτόν των, δηλαδὴ ὅτι οἱ σήμερον λεγόμενοι Βυζαντινοὶ εἶναι ἑλληνιστὶ μὲν Ρωμαῖοι ἢ Ρωηοί, λατινιστὶ δὲ Ρωμάνοι καὶ ἀραβιστὶ καὶ τουρκιστὶ Ροὺμ μὲ κυρίαν καὶ ἐπίσημον γλῶσσαν τα Ρωμαίϊκα.

Δυστυχῶς, οὔτε οἱ Ρουμάνοι, οὔτε οἱ Ἀλβανοί, οὔτε οἱ Νεοέλληνες ἀντιλαμβάνονται πόσον παιδαριώδεις φαίνονται ἐπιστημονικῶς μὲ τὰ ἱστορικὰ πηδήματα ποὺ κάμνουν ἀπὸ τὴν θεὰν Ἀφροδίτην εἰς τὴν σημερινὴν Κύπρον, ἀπὸ τὸν Περικλέα εἰς τὰς σημερινὰς Ἀθήνας, ἀπὸ τὸν κατακτητὴν τῶν Δακῶν Τραϊανὸν εἰς τὴν σημερινὴν Ρουμανίαν, ἀπὸ τὸν Μέγα Ἀλέξανδρον εἰς τοὺς σημερινοὺς Ροὺμ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς καὶ ἀπὸ κάποιον ἀρχαῖον λαὸν εἰς τοὺς σημερινοὺς Ἀλβανούς.

Τῷ ὄντι "παράδοξον" ἐμπόδιον εἰς ὀρθὴν περιγραφὴν τῆς ἱστορίας τῆς Ρωμαιοσύνης εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι σήμερον ὑπάρχει κράτος μὲ τὸ ὄνομα Ρουμανία. Φαίνεται "ὅλως τυχαίως" ἀπεδόθη τὸ κρατικόν μας ὄνομα εἰς τοὺς ἀπογόνους τῶν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον λατινοφώνων Ρωμαίων τούτων καὶ ὄχι εἰς τοὺς ἑλληνοφώνους. Οὕτως "ὅλως τυχαίως" ἐφηρμόσθη ἡ γραμμὴ τῶν Φράγκων ὅτι οἱ μόνοι γνήσιοι Ρωμαῖοι εἶναι οἱ μὴ γνωρίζοντες ἑλληνικὰ λατινόφωνοι Ρωμαῖοι!

π. Ἰωάννης Ρωμανίδης

Ρωμανίδης - Φλωρόφσκι

Ὁ Ρωμανίδης ἦταν μαθητής τοῦ Φλωρόφσκι, αὐτός τόν καθοδήγησε στίς πρῶτες θεολογικές του μελέτες καί ἀναζητήσεις, ὁ δέ Ρωμανίδης τόν σεβόταν ὑπερβολικά καί τόν ἐνημέρωνε γιά τά πάντα. Καί αὐτό εἶναι σημαντικό, γιατί μέχρι τώρα ἀμφισβητεῖτο ἡ θεολογική σχέση τοῦ Ρωμανίδη μέ τόν Φλωρόφσκι. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι, ἐνῶ ἀπό μερικούς συγχρόνους θεολόγους ἐπαινεῖται τό θεολογικό ἔργο τοῦ Φλωρόφσκι, ἐν τούτοις ἀπό τούς ἴδιους περιφρονεῖται τό θεολογικό ἔργο τοῦ Ρωμανίδη.

Βέβαια, ὅταν τελικά διαβάση κανείς συγκριτικά τό θεολογικό ἔργο τῶν δύο αὐτῶν ἀνδρῶν, καταλαβαίνει ὅτι ἔχουν κοινά σημεῖα, γιατί ὁμιλοῦν γιά τήν ἀξία τῶν ἁγίων Πατέρων, γιά τήν σημασία τῆς νηπτικῆς παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν διαχρονική σημασία τοῦ ἑλληνισμοῦ –στήν πραγματικότητα γιά τόν λεγόμενο ἐκχριστιανισμένο ἑλληνισμό– γιά τήν βαβυλώνεια αἰχμαλωσία τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως στήν δυτική παράδοση, γιά τήν ἀλλοίωση σέ μερικά σημεῖα τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως ἀπό τήν ρωσική θεολογία, γιά τήν ἀξία τῆς Φιλοκαλίας κλπ. Ὅμως, ὁ Ρωμανίδης προχώρησε τό θέμα τονίζοντας τήν ἀξία τῆς ἐμπειρίας, ὅπως φαίνεται στήν ἡσυχαστική παράδοση, ἀλλά καί τήν ἑνότητα τῶν Ρωμαίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, γιατί θεωροῦσε ὅτι ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία εἶχε ἐξελληνισθῆ πρίν τόν ἐκχριστιανισμό της καί ὅτι οἱ πρῶτοι Πατέρες εἶχαν ἑνότητα πίστεως, πράγμα πού ἀλλοιώθηκε μέ τήν κάθοδο τῶν Φράγκων.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: π. Ἰωάννης Ρωμανίδης ἓνας κορυφαῖος δογματικός θεολόγος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας

Ρωμηοί

Ἂν μελετήση κανεὶς προσεκτικὰ τὸν βίο καὶ τὴν κοινωνικὴ ζωὴ τῶν κατοίκων τῆς Ἑλλάδος, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου, τῆς Θράκης, τοῦ Λιβάνου, τῆς Συρίας κλπ. θὰ διαπιστώση ὅτι οἱ ἄνθρωποι βίωναν ἕναν πολιτισμὸ τοῦ ὁποίου βάση δὲν ἦταν ἡ λογικὴ καὶ τὸ δικαίωμα, ἀλλὰ ἡ καρδιὰ καὶ τὸ καθῆκον. Ἦταν ἀνεπτυγμένη ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία. Τὸ φιλότιμο καὶ ἡ ἀρχοντιά, ἡ θυσία καὶ ἡ προσφορά, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐλευθερία ἦταν τὰ βασικὰ στοιχεῖα ζωῆς... Πιστεύουμε ὅτι δὲν ἐξέλιπε αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Γένους μας, ἀφοῦ καὶ σήμερα τὸν ζοὺν πολλοὶ ἀνάμεσά μας. Ἡ ποιμαντική μου διακονία, ἡ ἐπικοινωνία μου μὲ πολλοὺς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ μοῦ ἔδειξε τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Ρωμηοσύνη καὶ ποιός εἶναι ὁ ἀληθινὸς Ρωμηός...

Ὅταν κάνουμε λόγο γιὰ Ρωμηοσύνη, δὲν πρέπει νὰ τὴν ἐννοοῦμε ἰδεολογικὰ καὶ ἐθνικιστικά. Πέρα ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ στὰ ἱστορικὰ πλαίσια τοῦ ὅρου, τὰ ὁποία εἶναι ἀπαραίτητα στοιχεῖα, ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι τρόπος ζωῆς, διακρίνεται γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν ἑλληνιστικὴ παράδοση καὶ τὴν πολυεθνικότητα. Αὐτὸ ἀκριβῶς βιώθηκε, μὲ διαφορετικοὺς τρόπους, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Ὀθωμανικῆς κυριαρχίας. Ρωμηοσύνη, τελικά, εἶναι ἡ αὐθεντικὴ καὶ ρεαλιστικὴ ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου.

Ρωμηοὶ εἶναι ὅσοι, ἐμπνεόμενοι ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀγαποῦν εἰλικρινὰ καὶ θυσιαστικά, ὑπομένουν τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, εὐγνωμονοῦν καὶ εὐχαριστοῦν τὸν Θεό, ἔχουν προσευχητικὴ ὕπαρξη, ἀφοῦ ἀπὸ τὰ ἔγκατα τῆς ὑπάρξεώς τους βγαίνει ἀβίαστα καὶ αὐθόρμητα τὸ "δόξα σοι ὁ Θεός"...  Τελικά, αὐτὲς οἱ πλάκες χρυσοῦ εἶναι ὁ πλοῦτος καὶ ἡ δύναμη τοῦ Ἔθνους μας. Ἡ ἀπώλειά τους θὰ καταστρέψη ὄχι ἁπλῶς τὴν ἐθνικὴ οἰκονομία, ἀλλὰ κυρίως τὴν ἐθνικὴ ταυτότητά μας, καὶ αὐτὸ θὰ εἶναι ἐθνικὴ τραγωδία.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Γέννημα καὶ θρέμμα Ρωμηοί)

Ρωμηοσύνη-ἡσυχασμός

Ἡ Ρωμηοσύνη συνδέεται στενὰ μὲ τὸν ἡσυχασμό. Οἱ Ρωμηοὶ Πατέρες ἦταν ἡσυχαστὲς καὶ ὄχι στοχαστές. Ἔτσι ἑρμήνευε ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης τὴν Ρωμηοσύνη.

Σὲ μιὰ προφορικὴ ὁμιλία του ἀναφερόμενος στὸν εἰδικὸ γιὰ ὀρθόδοξα θέματα Λατῖνο Jugie (Ζιουζὶ) ἔλεγε ὅτι αὐτὸς ἀνήγγειλε τὸν θάνατο τῆς Ρωμηοσύνης καὶ τοῦ ἡσυχασμοῦ στὴν Ἑλλάδα. Καὶ ἔλεγε ὁ π. Ἰωάννης: «Καὶ δὲν νομίζω ὅτι πᾶνε τυχαῖα αὐτὰ τὰ θέματα, ἡσυχασμός-Ρωμηοσύνη. Ὁπότε τὸ σχέδιο ἦταν, νὰ σβύση καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο μαζί. Αὐτὸ εἶναι τὸ σχέδιο».

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη, κατὰ τὸν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, δὲν κινεῖται σὲ ἐθνοφυλετικὰ πλαίσια, ἀφοῦ ὁ Ρωμηός-ἡσυχαστὴς ἔχει ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὴν φιλαυτία καὶ διακρίνεται γιὰ τὴν φιλοθεΐα καὶ τὴν φιλανθρωπία, τὴν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶναι ἐθνοφυλετικός.

Ὁ Χριστιανός, ποὺ ζῆ μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ Μυστήρια καὶ τὸν ἡσυχαστικὸ τρόπο ζωῆς, ἀποκτᾶ τὸ χάρισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ ὑπερβαίνει ὅλες τὶς διακρίσεις ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως τῶν Πρωτοπλάστων. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ• ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ• πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι» (Γάλ. γ', 26-29). Καὶ στὴν συνέχεια ὁμιλεῖ γιὰ τὴν προσευχὴ στὴν καρδιά, ποὺ γίνεται μὲ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ εἶναι ἀπόδειξη τῆς κατὰ Χάρη υἱοθεσίας.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὅσοι ζοῦν τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση, συνδυασμένη μὲ τὸ Βάπτισμα καὶ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ὑπερβαίνουν τὴν διάκριση μεταξὺ Ἰουδαίου καὶ Ἕλληνος, δούλου καὶ ἐλεύθερου, ἄρρενος καὶ θήλεος.

Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτική, τὴν λεγομένη θεραπευτική, ἐνέτασσε καὶ ὁ π. Ἰωάννης τὸ πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ἢ νὰ ἐκληφθῇ ὡς ἐθνικισμός. Ὅποιος ἐνεργεῖ καὶ ἐργάζεται ἐθνοφυλετικά, βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴν μυστηριακὴ καὶ ἡσυχαστικὴ παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου: «π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, ἕνας κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος...»)