Skip to main content

Τό ζωντανό πνεῦμα τῆς Ρωμηοσύνης

Ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπῆρξε ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα γεγονότα μέσα στήν ἱστορία. Πρέπει νά παρατηρηθῆ ὅτι τά ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔγιναν ἀπό τόν Μ. Κωνσταντίνο καί τήν μητέρα του Ἑλένη στίς 11 Μαΐου τοῦ 330 καί ἡ πτώση τῆης ἔγινε στίς 29 Μαΐου τοῦ 1453, ἐνῶ Αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Κωνσταντίνος καί ἡ μητέρα του Ἑλένη. Ἡ ἵδρυσή της ἔγινε μέ μεγαλοπρέπεια καί τελετές, ἐνῶ ἡ πτώση της συνδέθηκε μέ θεία Λειτουργία πού ἔγινε μέσα σέ ἕνα ἐσχατολογικό χαρακτήρα καί προοπτική, ἔσβυσε μέσα στήν αἰωνιότητα, στήν διαχρονικότητα τοῦ χρόνου πού διαποτίζει τήν θεία Εὐχαριστία, ὅπως τό ἐκφράζει ἡ ἐκφώνηση τοῦ Ἱερέως «τά σά ἐκ τῶν σῶν σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα».

Ὅμως, παρά τήν τραγικότητα τῆς πτώσης, ἀλλά καί τῶν γεγονότων πού ἀκολούθησαν ὑπάρχουν καί τά θετικά σημεῖα, ἀφοῦ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατά τήν Τουρκοκρατία διοργανώθηκε μέ τίς δικές της δυνάμεις, σφυρηλατήθηκε ἡ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, διαφυλάχθηκε τό δόγμα. [….]

Αὐτή ἡ διαφύλαξη τοῦ δόγματος καί τοῦ ἡσυχαστικοῦ πνεύματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀνέδειξε ὁμολογητάς καί μάρτυρες, τούς νεομάρτυρες, ἐνέπνευσε ἀγωνιστές, ἐνίσχυσε τούς ἁπλούς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ καί διεφύλαξε γενικά τά ἱερά καί τά ὅσια τῆς φυλῆς μας καί τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως.

Τό πνεῦμα τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς Ρωμηοσύνης, δέν χάθηκε μέ τήν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Διασώθηκε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, κυρίως ἀπό τόν μαρτυρικό Πρωτόθρονο Οἰκουμενικό θρόνο, ἀπό τόν ὀρθόδοξο μοναχισμό καί ἀπό τόν πολιτισμό τῆς Ρωμηοσύνης, μέ τήν ἁγιογραφία, τήν ναοδομία, τήν μουσική καί τήν ἰατρική ψυχοθεραπευτική μέθοδο πού διασώζει τήν ἀρχοντιά καί τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως.

Ἡ Ρωμηοσύνη, καί ὅταν ἦταν ὀργανωμένο Κράτος, ἦταν στήν βάση του πνευματική, ἀλλά καί τώρα πού καταργήθηκε τό Κράτος ἀνήκει σέ ὅλον τόν κόσμο, σέ ὁλόκληρη τήν Οἰκουμένη, ἀφοῦ Ρωμηοί ὑπάρχουν σέ ὅλα τά μέρη τῆς γῆς.

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ἐκκλησιαστικοί Ἀναβαθμοί

Τὸ κέντρο τοῦ κόσμου

Ἡ ἐπιβεβαίωση τοῦ Πατρὸς "οὗτος ἐστὶν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς ἐν ὦ εὐδόκησα" ἔδειχνε ὅτι ἡ ἐνανθρώπηση ἦταν τὸ κατ' εὐδοκία θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο λέγεται προηγούμενο θέλημα. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ "προγραμματίστηκε" ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, διότι μόνο διὰ τῆς ἑνώσεως τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο στὴν ὑπόσταση τοῦ Λόγου, μποροῦσε τὸ κτιστὸ νὰ σωθῇ.

Ἔτσι, λοιπόν, ὅλα ὅσα ἔγιναν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, οἱ νομοθεσίες, οἱ ἐπαγγελίες, ἐπειδὴ ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἦταν ἀτελῆ, δὲν ἔγιναν σύμφωνα μὲ τὸ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπέβλεπαν στὴν ἐναθρώπηση τοῦ Λόγου. Ὄχι μόνον οἱ προφητεῖες, οἱ νομοθεσίες κλπ. τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπέβλεπαν στὴν ἐνανθρώπηση, ἀλλὰ καὶ ἡ θεμελίωση καὶ τὸ τέλος τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου ἦταν ἡ ἕνωση θείας καὶ ἀνθρωπίνης φύσεως, ἡ ἕνωση κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου. Ἀκόμη καὶ ἡ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου κατ' εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἔγινε γιὰ νὰ μπορέση νὰ χωρέση τὸ ἀρχέτυπο...

Ὅλα αὐτὰ δείχνουν τὴν μεγάλη ἀξία καὶ σπουδαιότητα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Χωρὶς αὐτὴν ἦταν ἀδύνατη ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἀνακαίνιση τῆς κτίσεως. Ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ κέντρο τοῦ κόσμου. Μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς μὲ βεβαιότητα ὅτι ἡ ὅλη ἀσκητικὴ προσπάθεια τοῦ Χριστιανοῦ ἀποσκοπεῖ στὴν ἀποβολὴ τῆς ἀνθρωποκεντρικῆς θεώρησης τῆς ζωῆς καὶ τὴν ἀπόκτηση τῆς θεανθρωποκεντρικῆς θεώρησής της. Κέντρο πρέπει νὰ εἶναι ὁ Θεάνθρωπος καὶ ὄχι ὁ ἄνθρωπος.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου: "Δεσποτικὲς Ἑορτές")

Τό μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως

 Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν πρέπει νά ἑορτάζεται ὡς ἕνα ἱστορικό ἤ κοινωνικό γεγονός, ἀλλά ὡς ἐσωτερικό, πνευματικό, πράγμα τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι πρέπει νά γίνη μέθεξη τῆς Χάριτος τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ νηστεία πού προηγεῖται τῆς ἑορτῆς ὅλη τήν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, ὁ ἀσκητικός ἀγώνας, ἀποβλέπει στήν ἀρτιοτέρα συμμετοχή στό μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως.

Γιά νά ἐπιτευχθῆ, ὅμως, αὐτό ἀπαιτεῖται, ὅπως ὅλοι οἱ Πατέρες διδάσκουν, κάθαρση τόσο τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων ὅσο καί τῶν ψυχικῶν. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει σῶμα καί ψυχή, καί γι’ αὐτό ἔχει σωματικές καί ψυχικές αἰσθήσεις. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ψάλλει: «Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτί τῆς ἀναστάσεως, Χριστόν ἐξαστράπτοντα καί χαίρετε φάσκοντα τρανῶς ἀκουσόμεθα, ἐπινίκιον ἄδοντες». Ἄρα, λοιπόν, ἡ κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιά τήν θεωρία καί τήν κοινωνία του μέ τόν Θεό. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά πῆ: «Διά τοῦτο καθαρτέον πρῶτον ἑαυτόν, εἶτα τῷ καθαρῷ προσομιλητέον».

Σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι νά ἑνωθῆ κανείς μέ τόν Ἀναστάντα Χριστό, νά Τόν δῆ μέσα στήν καρδιά του. Ὁ Χριστός ἀνασταίνεται μέσα στήν καρδιά, νεκρώνοντας τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς οἱ ὁποῖοι παρευρίσκονται ἐκεῖ ὑπό τήν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων καί ὑπερβαίνοντας τούς ἐμπαθεῖς τύπους καί τίς προλήψεις τῆς ἁμαρτίας, ὅπως τότε ὑπερέβη τίς σφραγίδες τοῦ τάφου (ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής). Ἑπομένως, δέν πρόκειται γιά ἕναν ἐξωτερικό τυπικό ἑορτασμό, ἀλλά γιά ἐσωτερικό καί πνευματικό. Μέ αὐτό τό πρίσμα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος συνιστᾶ νά μήν ἑορτάζουμε πανηγυρικῶς καί κοσμικῶς, ἀλλά θεϊκῶς καί ὑπερκοσμίως.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Δεσποτικές ἑορτές

Τό μυστήριο τῆς θεοπλαστίας

Ἡ σύλληψη τοῦ Χριστοῦ στήν γαστέρα τῆς Θεοτόκου ἀποτελεῖ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα μυστήρια τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά κατανοήση λογικά ὁ ἄνθρωπος. Πῶς ὁ δημιουργός τῶν ἁπάντων μπόρεσε νά γεννηθῆ ἀπό τό δημιούργημά Του; Αὐτό εἶναι ἀκατανόητο καί γιά τόν λόγο καί γιά τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου.

Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης γράφει γιά τό μυστήριο αὐτό: «Ἀλλά καί τό πάσης θεολογίας ἐκφανέστατον, ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἰησοῦ θεοπλαστία, καί ἄρρητός ἐστι λόγῳ παντί, καί ἄγνωστος νῷ παντί καί αὐτῷ τῷ πρωτίστῳ τῶν πρεσβυτάτων ἀγγέλων».

Ἡ λέξη θεοπλαστία ἀναφέρεται στήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί εἶναι θεολογικοτάτη λέξη, λόγῳ τῆς ἀντιδόσεως τῶν ἰδιωμάτων τῶν δύο φύσεων. Ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, γράφοντας γι’ αὐτό τό θέμα, λέγει ὅτι τό πῶς ὁ Χριστός οὐσιώθηκε ἀνδρικῶς, τό παραλάβαμε μυστικῶς, ἀλλά ἀγνοοῦμε πῶς διαπλάσθηκε ἀπό τά παρθενικά αἵματα μέ διαφορετικό τρόπο ἀπό τόν κατά φύση νόμο.[...]

Ἀλλοῦ γράφει ὅτι στό μεγάλο αὐτό μυστήριο τῆς θεοπλαστίας, πού εἶναι μυστήριο τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Ἰησοῦ, μυήθηκαν πρῶτα οἱ ἄγγελοι καί ἔπειτα ἡ χάρη τῆς γνώσεως πέρασε σέ μᾶς μέσῳ τῶν ἀγγέλων. Ἔτσι, ὁ θειότατος ἄγγελος Γαβριήλ διαφώτισε τόν ἱεράρχη Ζαχαρία ὅτι τό παιδί πού θά γεννηθῆ ἀπό αὐτόν, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, θά γίνη προφήτης τῆς «ἀνδρικῆς τοῦ Ἰησοῦ θεουργίας» πού ἐπρόκειτο νά γεννηθῆ, καί τήν Μαρία τήν μυσταγώγησε «ὅπως ἐν αὐτῇ γεννήσεται τό θεαρχικόν τῆς ἀφθέγκτου θεοπλαστίας μυστήριον».

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Θεομητορικές ἑορτές

Το μυστήριο της Παράδοσης

Η ενότητα της Εκκλησίας στηρίζεται στην κοινωνία της με τον Χριστό, ο Οποίος είναι η αληθινή ζωή και το φως του κόσμου. Επομένως, προηγείται η μυστηριακή συγκρότηση της Εκκλησίας και ακολουθεί η κανονική της συγκρότηση. Αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία από την ημέρα της Πεντηκοστής ζούσε και χωρίς το Ευαγγέλιο (που γράφηκε αργότερα και διαδοχικά) χωρίς τους κανόνες και τους όρους, χωρίς τα διάφορα ομολογιακά κείμενα, όχι όμως χωρίς την θεία Λειτουργία. Με την πάροδο του χρόνου και καθώς οι Χριστιανοί εκκοσμικεύονταν, η ίδια η Εκκλησία φωτιζομένη από το Άγιο Πνεύμα, δια των αγίων Πατέρων καθιέρωσε τους όρους των Συνόδων, Τοπικών και Οικουμενικών και τους κανόνας, ώστε να διασφαλίση την αλήθεια και να διασώση την θεραπεία του ανθρώπου… Η Εκκλησία δια των κανόνων και των όρων ξεχώρισε την αλήθεια από την πλάνη, την υγεία από την ασθένεια, τους πραγματικούς θεολόγους, από τους ψεύτικους θεολόγους. Έτσι μέσα από τους όρους και τους κανόνες της Εκκλησίας πέρασε η ζωή…

Ο δυτικός Χριστιανισμός στηρίζεται περισσότερο σε ανθρώπινα μέσα και ανθρώπινους προγραμματισμούς, αγνοώντας την βαθύτερη ουσία της ορθόδοξης ποιμαντικής. Αυτό, βέβαια, είναι εντεταγμένο μέσα στην όλη ατμόσφαιρα του δυτικού ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία επιδιώκεται η οργάνωση και "ηθικοποίηση" της κοινωνίας, ώστε να ακολουθήση και η ειρήνευση και "ηθικοποίηση" του ανθρώπου. Οπότε στον δυτικό Χριστιανισμό προηγείται η φύση σε βάρος του προσώπου… Έτσι, στον Παπισμό δίνεται προτεραιτότητα στις Εγκυκλίους που θα εκδώση ο Πάπας… Επί πλέον στον Προτεσταντισμό δίνεται προτεραιότητα στον ορθό λόγο και τις ανθρωποκεντρικές δραστηριότητες...

Στην Ορθοδοξία όμως δίνουμε περισσότερο σημασία και προτεραιότητα στην κοινωνία των προσώπων, στην σχέση με ζωντανούς οργανισμούς, με φορείς της Ορθοδόξου Παραδόσεως…

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, Παρεμβάσεις στην σύγχρονη κοινωνία, τ. Α )

Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως

Ἡ τέταρτη μεταπατερικὴ ἄποψη... εἶναι ὁ ὑπερτονισμὸς τοῦ ἀναστασίμου χαρακτῆρα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μὲ ὑποτίμηση τῆς σταυρικῆς ζωῆς, δηλαδὴ ἡ διάσπαση μεταξὺ τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς θεοπτίας τῆς δόξης τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Μερικοὶ μεταπατερικοὶ θεολόγοι ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως, ἐνῷ οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες ζοὺν τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Πρόκειται γιὰ διχοτόμηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἀφοῦ ξεχωρίζεται ὁ Σταυρὸς ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι, ὅταν παρουσιάζεται ἡ δόξα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ μέθεξη αὐτῆς τῆς δόξας τῆς Ἀναστάσεως μὲ παραθεώρηση τῆς καθάρσεως καὶ τοῦ φωτισμοῦ, ποῦ συνιστοῦν βίωση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ, δηλαδὴ ὅταν χωρίζεται ἡ Ἀνάσταση ἀπὸ τὸν Σταυρό, αὐτὸ εἶναι μεταπατερικὴ θεολογία, ποῦ δὲν συντονίζεται μὲ τὴν διδασκαλία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἑπομένως, ἡ μέθεξη τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ γίνεται στὴν πράξη καὶ τὴν θεωρία, σὲ ὅλη τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, στὰ Μυστήρια καὶ τὴν θεία Λειτουργία, δηλαδὴ στὴν μέθεξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, δὲν χωρίζεται ποτὲ ὁ Σταυρὸς ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ εἶναι ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ μέθεξη αὐτῆς τῆς θείας ἀγάπης ποῦ συνιστᾶ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

Δυστυχῶς, αὐτὲς οἱ μεταπατερικὲς ἀπόψεις, ποῦ δὲν τὶς συναντᾶμε στὰ κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ὁποῖες σὲ μερικὰ σημεῖα εἶναι στοχαστικὲς μεγεθύνσεις διδασκαλιῶν τὶς ὁποῖες συναντᾶμε στοὺς Πατέρες, ἔχουν εἰσρεύσει στὴν νεοελληνικὴ θεολογία καὶ πρέπει νὰ γίνη ἀποκάθαρσή της. Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, σχολιάζοντας αὐτὲς τὶς ἀπόψεις, γράφει ὅτι τὸ πρόβλημα γιὰ τὴν σύγχρονη, ἀλλὰ καὶ τὴν μελλοντικὴ θεολογία, δὲν εἶναι ὁ σχολαστικισμός, ὁ ὁποῖος κτυπήθηκε πολύ, ἀλλά, κυρίως, οἱ ἀπόψεις γιὰ τὴν «ὀντολογία τοῦ προσώπου», τὴν «εὐχαριστιακὴ ἐκκλησιολογία» καὶ τὴν διχοτομία μεταξὺ «τῆς θεολογίας τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς θεοπτίας τῆς δόξης τῆς ἀναστάσεως».

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Μεταπατερικὴ Θεολογία καὶ Ἐκκλησιαστικὴ Πατερικὴ Ἐμπειρία)

Τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ

Ἡ σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ στὸν Γολγοθᾶ, ποὺ συνδέεται στενὰ μὲ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, εἶναι κεντρικὸ σημεῖο στὴν διδασκαλία καὶ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα γίνεται λόγος γιὰ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀφορᾶ τὴν νίκη τοῦ Χριστοῦ πάνω στὴν ἁμαρτία, τὸν διάβολο καὶ τὸν θάνατο.

Γίνεται διάκριση μεταξὺ τῆς «ἐν σώματι σταυρώσεως καὶ ἀναστάσεως τοῦ ἐνσαρκωθέντος Λόγου τοῦ Θεοῦ» καὶ «τοῦ μυστηρίου τῆς δυνάμεως τοῦ σταυροῦ καὶ τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου μάρτυρες ὑπῆρξαν οἱ Προφῆτες καὶ μερικοὶ Ἀπόστολοι πρὶν τὴν σταυρικὴ θυσία στὸν Γολγοθᾶ». Ὅμως, παρὰ τὴν διάκριση αὐτή, ὑπάρχει στενὴ σχέση μεταξὺ τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ στὸν Γολγοθᾶ.

Ὁ ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος, μιλῶντας γιὰ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, γράφει ὅτι «ἡ πρᾶξις τοῦ σταυροῦ διπλῆ ἐστι». Ἡ μία ἐνέργεια τοῦ Σταυροῦ «καλεῖται πρᾶξις» καὶ βιοῦται ὡς ὑπομονὴ στὶς θλίψεις τῆς σαρκός, ἡ ὁποία ἐκφράζεται στὸ θυμικὸ μέρος τῆς ψυχῆς, ἡ ἄλλη ἐνέργεια «καλεῖται θεωρία» καὶ συνίσταται στὴν λεπτὴ ἐργασία τοῦ νοῦ, βρίσκεται στὴν θεία ἀδολεσχία καὶ στὴν διαμονὴ στὴν προσευχὴ ποῦ συντελοῦνται στὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς. Ἔτσι, Σταυρὸς εἶναι ἡ πράξη καὶ ἡ θεωρία.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη Του, ποὺ εἶναι ἡ ἄκτιστη ἐνέργειά Του.

«Ἡ δύναμη τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἡ ὁποία ἐνεργεῖ "πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ τῷ Θεῷ", κατὰ τὴν δημιουργία καὶ κυβέρνηση τοῦ κόσμου, πρὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως, κατὰ τὴν ἐνανθρώπηση, πρὸ τῆς σταυρικῆς θυσίας, κατὰ τὴν σταυρικὴ θυσία καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν».

Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, τόμ. Β'

Τό Πάσχα Χάριτος καί μέλλοντος αἰῶνος

Τό Πάσχα τῆς θείας Χάριτος εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς ὁποίας γίνεται διάβαση «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θά πῆ: «Ὤ Πάσχα τό μέγα καί ἱερόν καί παντός τοῦ κόσμου καθάρσιον». Χωρίς τήν μέθεξη τοῦ Χριστοῦ καί τήν κοινωνία μαζί Του ὑπάρχει νέκρωση καί δουλεία. Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη, «ὁ μή ὁρῶν καί ἀκούων καί αἰσθανόμενος πνευματικῶς νεκρός ἐστιν». Ἑπομένως, τό Πάσχα εἶναι ἡ ἔλευση τοῦ Χριστοῦ μέσα στήν καθαρή καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής θά πῆ πολύ χαρακτηριστικά: «Πάσχα ἡ ἐπί τόν ἀνθρώπινον νοῦν ἔλευσις τοῦ Λόγου». Πραγματικά, ὁ ἄνθρωπος ὅταν λαμβάνη τόν Χριστό, ζῆ πνευματικά καί ὁ Χριστός γίνεται ἡ ζωή του, ἡ ψυχή τῆς ψυχῆς του. «Ψυχή τις δευτέρα τοῖς ἀνθρώποις ἡ ἀνάστασις».

Τό Πάσχα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος εἶναι «τελεώτερον καί καθαρώτερον». Ὁ Χριστός, ὅταν τελοῦσε τό Πάσχα λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος Του, καί μάλιστα ὅταν τέλεσε τόν Μυστικό Δεῖπνο, εἶπε: «Οὐ μή πίω ἀπ’ ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γεννήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης, ὅταν αὐτό πίνω μεθ’ ὑμῶν καινόν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου». Σαφῶς ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τό Πάσχα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Τό Πάσχα τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι πρόγευση, ἀλλά καί παραπέμπει στό Πάσχα τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Τότε οἱ ἅγιοι θά ἔχουν μεγαλύτερη κοινωνία μέ τόν Χριστό, ἀφοῦ ὁ Λόγος θά ἀποκαλύψη καί θά διδάξη «ἅ νῦν μετρίως παρέδειξε».

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Δεσποτικές ἑορτές

Τό πέρασμα στήν ἀληθινή ζωή

Ὁ ἄνθρωπος πλάσθηκε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Πρότυπο τῆς δημιουργίας του εἶναι ὁ Λόγος, τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁπότε, ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ ποτέ νά ἀναπαυθῆ, ἐάν δέν ἀνταποκριθῆ στίς ὑψηλές προδιαγραφές μέ τίς ὁποῖες δημιουργήθηκε.

Ὁ Θεός πού τόν δημιούργησε τοῦ ἔπλασε τό σῶμα καί τοῦ ἐμφύσησε ψυχή. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικό ὄν, ἀφοῦ ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα. Ὅμως γιά νά εἶναι ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος θά πρέπει νά λάβει καί τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ὅπως ἡ ψυχή εἶναι ἡ ζωή τοῦ σώματος, ἔτσι καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἡ ζωή τῆς ψυχῆς.

Ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν ὁ ἄνθρωπος χρησιμοποιῆ μιά εἰδική μέθοδο πού λέγεται ἡσυχαστική. Πρόκειται γιά τόν τρόπο ἐκεῖνο διά τοῦ ὁποίου ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν τυραννία τῆς λογικῆς καί τῶν λογισμῶν, ἀναπτύσσεται ἡ νοερά ἐνέργεια λαμβάνει τό Ἅγιον Πνεῦμα καί γίνεται κατά Χάρη θεούμενος.

Φθάνοντας ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτήν τήν κατάσταση πού μᾶς ὑποδεικνύει ἡ ζωή τῆς Παναγίας μας, ὑπερβαίνει ὅλα τά κοινωνικά καί ψυχολογικά ζητήματα. Δέν τόν ἀπασχολοῦν τά θέματα τῆς καθημερινότητος, παρά τό ὅτι τά ἀντιμετωπίζει, γιατί ζῆ ἀπό τήν ζωή αὐτή τήν ἀνάστασή του. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὑπερβαίνει τόν θάνατο, ὅπως τό βλέπουμε στήν ζωή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἀντιμετωπίζουν τόν θάνατο ὡς ἕνα πέρασμα ἀπό τήν βιολογική ζωή στήν ἀληθινή ζωή, ἀπό τά πρόσκαιρα στά ἀληθινά, ἀπό τήν ξενιτεία στήν πραγματική πατρίδα. Οἱ ἅγιοι βλέπουν τόν θάνατο νά ἔρχεται καί χαίρονται, ὅπως χαίρεται ὁ ξενιτεμένος ἐπιστρέφοντας στήν πατρίδα του, ὅπου θά συναντήση τούς ἀγαπητούς του ἀνθρώπους. Πατρίδα εἶναι ὁ χαμένος Παράδεισος, ὅπου βρίσκονται ὅλοι οἱ προπάτορές μας.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Θρησκεία καί Ἐκκλησία στήν κοινωνία

Τό ὕδωρ καί ἡ ζῶσα πηγή

Εἶναι πολύ ἐνδεικτικό τό γεγονός ὅτι ὁ ἄσαρκος Λόγος, πού ξεδιψοῦσε [τούς Ἰσραηλίτες] στήν ἔρημο, καί χάρη τοῦ ὁποίου, ὡς εὐχαριστία, ἔκαναν οἱ Ἰουδαῖοι τήν συμβολική αὐτή πράξη, [τῆς Σκηνοπηγίας] ἔρχεται στό ἱερό, τώρα σεσαρκωμένος, καί διακηρύσσει ὅτι Αὐτός εἶναι τό ὕδωρ πού ἱκανοποιεῖ τήν πνευματική δίψα τοῦ ἀνθρώπου. Καί, ὅμως, συναντᾶ τήν ἀντίδραση ἀπό τά παιδιά «τῶν σεσωσμένων».

Τά τροπάρια τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ἀναφέρονται μέ τά πιό ζωηρά λόγια στό γεγονός αὐτό καί τήν ἰδιότητα τοῦ Χριστοῦ. Στό ἀπολυτίκιο ψάλλουμε: «Μεσούσης τῆς ἑορτῆς, διψῶσαν μου τήν ψυχήν, εὐσεβείας πότισον νάματα• ὅτι πᾶσι Σωτήρ ἐβόησας• ὁ διψῶν ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω. Ἡ πηγή τῆς ζωῆς, Χριστέ ὁ Θεός, δόξα σοι». Καί σέ ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικότατο τροπάριο παρουσιάζεται ὁ ἱερός ὑμνογράφος νά συνέχεται ἀπό τρομερή καί ἀφόρητη δίψα καί ζητᾶ ὕδωρ ἀπό τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος κρατᾶ τόν κρατήρα τῶν δωρεῶν: «Ὁ τόν κρατῆρα ἔχων τῶν ἀκενώτων δωρεῶν, δός μοι ἀρύσασθαι ὕδωρ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν• ὅτι συνέχομαι δίψῃ, εὔσπλαχνε μόνε οἰκτίρμον».

Ὁ Χριστός, ὅμως, δέν διακηρύσσει μόνον ὅτι Αὐτός εἶναι τό ὕδωρ καί ἡ ζῶσα πηγή, ἀλλά συγχρόνως τονίζει ὅτι σέ ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος πιστεύει σέ Αὐτόν «ποταμοί ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ρεύσουσιν ὕδατος ζῶντος». Ὅπως ἐπεξηγεῖ ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού θά δώση ὁ Χριστός σέ αὐτούς πού θά Τόν πιστεύσουν. Ἑπομένως, τό ὕδωρ εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί γενικά τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τόν Πατέρα δι’ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἐκεῖνος πού θά τήν λάβη θά καταστῆ θεολόγος, ἀφοῦ θά θεολογῆ μέ ὅλη τήν ὕπαρξή του.

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Δεσποτικές ἑορτές

Τὸ φῶς τοῦ κόσμου

... ἀφοῦ ἔγινε αὐτό τό περιστατικό μέ τήν μοιχαλίδα γυναίκα, ὁ Χριστός ἄρχισε νά διακηρύττη ὅτι Αὐτός εἶναι τό Φῶς τοῦ κόσμου καί ἐκεῖνος πού τόν ἀκολουθεῖ δέν θά περπατᾶ στό σκοτάδι, ἀλλά θά ἔχη τό φῶς τῆς ζωῆς. Ὁ Χριστός θέλει νά πῆ ὅτι Αὐτός ὡς φῶς τοῦ κόσμου βλέπει τά πάντα καί καθορίζει τά πάντα καί βλέπει στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, βλέπει τήν ὑποκρισία τῶν Γραμματέων καί τῶν Φαρισαίων, βλέπει τί ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους. Ἐκεῖνοι, λοιπόν, πού Τόν ἀκολουθοῦν δέν θά περπατοῦν στό σκοτάδι.

Σκοτάδι εἶναι καί οἱ ψυχές τῶν Γραμματέων καί τῶν Φαρισαίων, σκοτάδι εἶναι καί ἡ καρδιά αὐτῆς τῆς γυναίκας, ἡ ὁποία ἔπεσε σέ αὐτό τό παράπτωμα, ἀλλά ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θά ἀκολουθῆ τόν Χριστό δέν πρόκειται ποτέ νά περπατᾶ στό σκοτάδι, ἀλλά θά ἔχη τό φῶς τῆς ζωῆς, θά ἔχη σέ ὅλη τήν ζωή του τό φῶς, θά ζῆ μέσα στό φῶς καί δέν θά διαπράττη τέτοια παραπτώματα, τέτοια ἁμαρτήματα, δέν θά πέφτη ἀκόμη καί στήν πνευματική μοιχεία, πού εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Χριστό πού εἶναι τό Φῶς.

Ἡ μοιχεία δέν εἶναι μόνο ἕνα σαρκικό ἁμάρτημα, ἀλλά στήν Ἁγία Γραφή ἡ μοιχεία εἶναι καί πνευματικό ἁμάρτημα, εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Θεό. Ὅταν ὁ ἰσραηλιτικός λαός ἔφευγε ἀπό τήν ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό καί λάτρευε τά εἴδωλα, διέπραττε πνευματική μοιχεία. Καί ἐμεῖς πού βαπτισθήκαμε καί πιστεύουμε στόν ἀληθινό Θεό, ὅταν διαπράττουμε κάποια ἁμαρτία ἤ ὅταν ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τήν Ἐκκλησία, τότε ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τόν Θεό καί διαπράττουμε μιά πνευματική μοιχεία. Ὑπάρχει καί σαρκική ἁμαρτία, ἀλλά ὑπάρχει καί πνευματική μοιχεία, ὅταν διασπᾶται ἡ σχέση καί ἡ κοινωνία μας μέ τόν Θεό.

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ὁ Χριστός ὡς φίλος τῶν ἁμαρτωλῶν

Ὑγεία

... Ἡ ἄγνοια τῶν πνευματικῶν νόμων συνιστᾶ τὴν πνευματικὴ ἀσθένεια, ἐνῷ ἡ γνώση τους συνιστᾶ τὴν πνευματικὴ ὑγεία... Αὐτὸς ποὺ ἔχει πνευματικὴ ὑγεία βλέπει τὰ πράγματα τῆς ζωῆς μὲ ἄλλο πρίσμα. Ὁ νοῦς του εἶναι αἰχμαλωτισμένος ἀπὸ μιὰ ἄλλη ζωή... Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ἀνάλγητος, δὲν στενοχωρεῖται ποτέ, ἀλλὰ γνωρίζει νὰ μεταθέτη τὴν λύπη του σὲ ἄλλο ἐπίπεδο.

Ὁ πνευματικὰ ὑγιὴς μεθάει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ... Παραθεωρεὶ τὸ δικαίωμά του γιὰ νὰ τηρήση τὸ δικαίωμα τοῦ Θεοῦ στὴν ζωή του... Δὲν ὑποφέρει ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδικία... Διαποτίζεται ἀπὸ τὴν ταπείνωση... Δὲν δέχεται πονηροὺς λογισμοὺς ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν του... Δὲν βλέπει καθόλου γύρω του κακοὺς ἀνθρώπους...

Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ διαθέτουν μιὰ ψυχικὴ δύναμη. Μερικοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἔχουν μεγάλη ἀνθρώπινη γνώση, ἄλλοι διαθέτουν μεγάλη κοινωνικὴ πεῖρα καὶ ἄλλοι διακρίνονται γιὰ μεγάλη ἐξυπνάδα μὲ τὴν ὁποία μποροῦν νὰ βάλουν τὰ πράγματα στὴν θέση τους. Ἔτσι, λόγῳ αὐτῶν τῶν χαρακτηριστικῶν, μποροῦν νὰ ἔχουν ψυχικὴ δύναμη καὶ κοντὰ τοὺς βρίσκουν ἀνάπαυση πολλοὶ ἄνθρωποι. Διότι αὐτοί τους βοηθοῦν νὰ λύνουν ἐν μέρει τὰ προβλήματά τους. Ἄλλη ὅμως εἶναι ἡ αἴσθηση ποὺ ἀποκτοῦμε μὲ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄλλη ἡ αἴσθηση ποὺ ἀποκτοῦμε μὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὴν πνευματικὴ ὑγεία, μέσα στοὺς ὁποίους ἐνεργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Αὐτοὶ ἔχουν ἠρεμία καὶ ἐσωτερικὴ γαλήνη ὄχι γιατί ἔχουν τὴν ψυχικὴ δύναμη, ἀλλὰ γιατί ἔχουν την Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Οἱ πρῶτοι μποροῦν νὰ συγκρατοῦν τοὺς ἀνθρώπους κοντά τους, νὰ τοὺς προσφέρουν μία ψυχολογικὴ παρηγοριά, δὲν μποροῦν ὅμως νὰ τοὺς θεραπεύσουν, δὲν μποροῦν νὰ τοὺς σώσουν. Ἀφήνουν ἄλυτα τὰ οὐσιαστικὰ προβλήματα ποὺ τοὺς ἀπασχολοῦν. Ἐνῷ αὐτοὶ ποὺ διαθέτουν πνευματικὴ ὑγεία εἶναι ἡ μοναδικὴ παρηγοριὰ τοῦ λαοῦ.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου: Θεραπευτικὴ Ἀγωγή)

Ὑγεία

...Ὁ εὔσπλαχνος Θεὸς ἀμέσως θὰ τὸν εἰσακούση (τὸν μετανοοῦντα) καὶ θὰ τοῦ προσφέρη σύντομα ἀνάπαυση ἀπὸ τὴν ὀδύνη καὶ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸν πόνο τῆς καρδιᾶς του. Διότι, ὄντας φιλάνθρωπος, δὲν ὑποφέρει νὰ βλέπη τὸ δημιούργημα τῶν χειρῶν Τοῦ σὲ τέτοια ἀνάγκη καὶ ἀφόρητη ὀδύνη· γι' αὐτὸ σ' ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο, ποὺ ἔπραξε χωρὶς καμμία παράλειψη ὅλα τὰ προαναφερόμενα... θὰ ἐκχύση ἐπάνω του τὴν ἀγαθότητά Τοῦ... Ἀπὸ τότε δὲν θὰ θυμᾶται τοὺς προηγούμενους πόνους, οὔτε ὅλα ἐκεῖνα τὰ κακὰ ποὺ ὑπέστη, ἀλλὰ οὔτε χρήματα ἢ κτήματα ἢ πλοῦτο, ποὺ τὸν ἐγκατέλειψε στὸν καιρὸ τῆς πληγῆς τῆς μετανοίας του, θὰ ἐπιστρέψη καὶ θὰ ζητήση ἢ θὰ ἐπιθυμήση κάτι ἄλλο. Διότι ὁ ὕψιστος Θεὸς θὰ τοῦ δώση ὑγεία, ποὺ θὰ εἶναι πάνω ἀπὸ ὅλους τοὺς θησαυροὺς τῆς γῆς, καὶ ἡ ὑγεία αὐτὴ θὰ τοῦ δημιουργήση ἀνέκφραστη χαρὰ μέσα στὴν καρδιά του. Ἡ χαρὰ αὐτὴ μέσα στὴν καρδιά του θὰ εἶναι δεκαπλάσια ἀπὸ τὴν προηγούμενη θλίψη του, καὶ αὐτὴ πάλι ἡ χαρὰ θὰ διώξη κάθε ἐξωτερικὸ πόνο τοῦ σώματός του, καὶ θὰ γνωρίζη ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὅτι στὸ ἑξῆς τὰ τραύματα τοῦ σώματός του δὲν θὰ ἔρχονται στὴν καρδιά του, καὶ ἡ ἐξωτερικὴ θλίψη δὲν θὰ ἐγγίση τὴν χαρὰ ποὺ βρίσκεται στὴν καρδιά του, κι αὐτὴ ἡ γνώση θὰ εἶναι πλεονασμὸς τῆς χαρᾶς μέσα στὴν καρδιά του... Τὸ κάλλος τῆς ὑγείας καὶ ἡ τερπνότητα τῆς ὡραιότητας, ποὺ προκαλεῖται ἀπὸ τὴν ὑγεία, δὲν ἔχει κορεσμό...

(Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος)

Ὕμνοι στήν «ἀπειροδύναμον ἀγαθότητα τῆς θεαρχικῆς ἀσθενείας»

Ὁ ἅγιος Διονύσιος γιά νά ἐπαινέση τόν διδάσκαλό του, τόν ἅγιο Ἱερόθεο, στόν ὁποῖο στηρίζει τήν ὅλη θεολογία του, ἀναφέρεται στήν παρουσία του στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου καί τούς ὕμνους πού ἔψαλε ἐκεῖνος στήν Θεοτόκο καί ἔτσι γίνεται ἀναφορά σέ αὐτό τό γεγονός. Γράφει ὅτι ὁ Ἱερόθεος διακρίθηκε κατά τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου μεταξύ τῶν θεολήπτων, θεοπνεύστων ἀνδρῶν πού ὕμνησαν τήν Θεοτόκο, μετά τούς Ἀποστόλους.

Γράφοντας στόν Ἀπόστολο Τιμόθεο τοῦ ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ Ἱερόθεος «καί πολλοί τῶν ἱερῶν ἡμῶν ἀδελφῶν» συνάχθηκαν «ἐπί τήν θέαν τοῦ ζωαρχικοῦ καί θεοδόχου σώματος» τῆς Θεοτόκου∙ ἦταν παρόντες ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος καί ὁ Πέτρος «ἡ κορυφαία καί πρεσβυτάτη τῶν θεολόγων ἀκρότης». Ὅταν μετά τήν θέα τοῦ ἱεροῦ σκηνώματος τῆς Θεοτόκου θεωρήθηκε καλό νά ὑμνήσουν ὅλοι, κατά τήν δύναμή του ὁ καθένας, «τήν ἀπειροδύναμον ἀγαθότητα τῆς θεαρχικῆς ἀσθενείας», δηλαδή τήν θεαρχική κένωση, τήν ἑκούσια κατάβαση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τότε μετά τούς θεολόγους, δηλαδή τούς Ἀποστόλους, ὁ Ἱερόθεος ὑπερέβαλε ὅλους τούς ἄλλους ἱερομύστες. Αὐτός ὑμνώντας τήν Θεοτόκο βρισκόταν σέ ἔκσταση, ἔπασχε τά θεῖα σέ κοινωνία μέ τά ὑμνούμενα, καί ἀπό ὅσους τόν ἄκουγαν καί τόν ἔβλεπαν, καί γνωριζόταν καί δέν γνωριζόταν, ἐπειδή εἶχε ὑποστῆ κατά τήν ὑμνωδία τήν θεία ἀλλοίωση.

Γράφει χαρακτηριστικά: (Ὁ Ἱερόθεος) «πάντων ἐκράτει μετά τούς θεολόγους, ὡς οἶσθα, τῶν ἄλλων ἱερομυστῶν, ὅλος ἐκδημῶν, ὅλος ἐξιστάμενος ἑαυτοῦ, καί τήν πρός τά ὑμνούμενα κοινωνίαν πάσχων, καί πρός πάντων ὧν ἠκούετο καί ἑωρᾶτο, καί ἐγινώσκετο καί οὐκ ἐγινώσκετο, θεόληπτος εἶναι καί θεῖος ὑμνολόγος κρινόμενος».

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Οἱ Θεομητορικές Ἑορτές)

Ὑπερφυής καί ξένη θλίψη

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος μέ τήν πνευματική δύναμη πού εἶχε παραβρέθηκε κοντά στόν Χριστό καί τήν στιγμή τῆς Σταυρώσεώς Του στόν Γολγοθᾶ. …

Ἡ ὀδύνη τῆς Θεοτόκου στόν Σταυρό ἦταν ἀπερίγραπτη. Ὁ ἱερός Νικόλαος Καβάσιλας γράφει ὅτι «μηδέν ὅμοιον ἄλγος ἀνθρώποις γενέσθαι», δηλαδή κανένας ἄνθρωπος δέν αἰσθάνθηκε ὅμοια ὀδύνη μέ αὐτήν πού αἰσθάνθηκε ἡ Θεοτόκος στόν Σταυρό. Ἄν κλαῖμε γιά τούς ἀνθρώπους πού ἀδικοῦνται, τίποτε δέν εἶναι τόσο ἄδικο ὅσο ὁ θάνατος τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. «Διά ταῦτα ὑπερφυής τις καί ξένη κατέσχε τήν Παρθένον ἀνία». Ἡ θλίψη τῆς Παρθένου στόν Γολγοθᾶ ἦταν «ὑπερφυής καί ξένη», δέν ὑπάρχει καμμιά ἄλλη παρόμοια θλίψη στά ἀνθρώπινα δεδομένα. Ἡ Παναγία εἶδε τήν σταύρωση ὡς μητέρα καί ὡς ἄνθρωπος μποροῦσε νά βλέπη τήν ἀδικία πού ἔγινε σέ Αὐτόν. Ἡ Παρθένος Μαρία, ὅπως Τοῦ μετέδωσε τό αἷμα καί τήν σάρκα της, ἔλαβε μέρος καί στίς δικές Του χάριτες, ἀλλά ἔλαβε μέρος καί στόν πόνο καί τήν ὀδύνη Του. Ὁ Χριστός καρφωμένος στόν Σταυρό δέχθηκε στήν πλευρά Του τήν λόγχη, ἀπό τήν ὁποία ἔρευσε αἷμα καί ὕδωρ, ἀλλά καί ἡ Παναγία στόν Γολγοθᾶ ἀπό τόν πόνο της δέχθηκε τήν ρομφαία ἡ ὁποία διαπέρασε τήν καρδιά της....

Ἡ ὑμνογραφία τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς παρουσιάζει μέ καταπληκτικό τρόπο τό ἄλγος καί τόν πόνο τῆς Θεομήτορος. Μπορεῖ, βέβαια, οἱ ὑμνογράφοι σέ μερικά σημεῖα νά τῆς προσδίδουν πόνο ὑπέρ τό δέον, ἀλλά μέ αὐτό θέλουν νά ἐκφράσουν τήν ἀνθρώπινη φύση της, ὅτι δέν ἦταν ἀποκεκομμένη ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ὅμως, ἡ ἁγιογραφία συμπληρώνει καί μετριάζει τόν πόνο τῆς Θεοτόκου Μαρίας ἐπάνω στόν Γολγοθᾶ, ἀφοῦ τήν παρουσιάζει νά πονᾶ, νά θρηνῆ, ἀλλά στό πρόσωπό της ἐκφράζεται ἡ βασιλική μεγαλοπρέπειά της.

(Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Θεομητορικές Ἑορτές)

Φιλοκαλικός Φωτισμός

Τό δεύτερο μισό τοῦ 18ου αἰῶνος ἀναπτύχθηκε στό Ἅγιον Ὄρος μιά πνευματική κίνηση, πού ἐπεκτάθηκε καί ἔξω ἀπό αὐτό, ἡ λεγόμενη νηπτική καί φιλοκαλική κίνηση καί παράδοση, στήν ὁποία συγκαταλέγονταν πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, κυρίως Ἱερομόναχοι καί μοναχοί.(…) Ἡ πνευματική αὐτή κίνηση δέν μπορεῖ νά κλεισθῆ μέσα στόν χαρακτηρισμό “κολλυβάδες’’, ἀλλά ὅσοι συγκαταλέγονταν στήν πνευματική αὐτή κίνηση πρέπει νά ὀνομασθοῦν φιλοκαλικοί Πατέρες, γιατί, ὅπως ἀποδείχθηκε, βοήθησαν πολύ τούς Χριστιανούς καί τό Γένος να παραμείνουν στήν πίστη τῶν Πατέρων τους καί νά διαφυλάξουν την πνευματική ταυτότητά τους.(…)

Εἶναι γνωστόν ὅτι στήν Δύση ἀναπτύχθηκε τήν ἐποχή ἐκείνη ὁ διαφωτισμός ὡς ἀντίδραση στήν μεταφυσική θεολογία τῆς Δύσεως, ὁ ὁποῖος διαφωτισμός ἔδινε προτεραιότητα στόν ὀρθό λόγο καί τίς αἰσθήσεις. Τίς ἀρχές τοῦ διαφωτισμοῦ προσπάθησαν νά περάσουν μέσα στόν χῶρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς, μέ τόν λεγόμενο «νεοελληνικό διαφωτισμό», Ἕλληνες λόγιοι πού σπούδαζαν στήν Δύση καί διακατέχονταν ἀπό ἀρχαιολατρεία.

Πρός ἀντιμετώπιση τοῦ κινήματος τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισμοῦ ἐργάσθηκαν οἱ φιλοκαλικοί-Κολλυβάδες Πατέρες πού διακόνησαν τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ διαφόρους τρόπους.(…)

Οἱ Φιλοκαλικοί Πατέρες, ὅπως φαίνεται ἀπό τό ἔργο το ὁποῖο ἄφησαν, πρόβαλαν τήν ἐμπειρική θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως τήν συναντοῦμε στά κείμενα τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί τούς βίους τῶν ἁγίων· ἀντέταξαν στόν δυτικό σχολαστικισμό τά ἐμπειρικά κριτήρια τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, τόν ἡσυχαστικό τρόπο ζωῆς·(…) στούς κατά κόσμο σοφούς, τούς θεουμένους ἁγίους καί τούς Νεομάρτυρες· ἐξισορρόπησαν ὡς πατερικοί τόν ἀνατρεπτικό φιλελευθερισμό μέ τόν τυποποιημένο συντηρητισμό ὅπως καί συνέδεσαν τό δόγμα μέ τό ἦθος·

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Παλαιά καί Νέα Ρώμη

Φυλετισμός: ἀγνόηση ἢ ὑπέρβαση;

Ὁ ἐθνικισμὸς συνιστᾶ μιὰ διαίρεση, ποὺ καταστρατηγεὶ τὴν ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων, ἀκριβῶς γιατί προτάσσεται ὁ φυλετισμὸς σὲ βάρος τῆς ἑνότητος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Ὅμως πρέπει νὰ παρατηρηθῇ κάτι ποὺ δυστυχῶς ξεφεύγει ἀπὸ τὴν προσοχὴ ἐκείνων ποὺ ἀναφέρονται στὸν κίνδυνο τοῦ ἐθνικισμοῦ. Καὶ αὐτὸ εἶναι ὅτι ὁ ἐθνικισμός, τὸ νὰ κλείνεται κανεὶς στὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο, νὰ περικλείεται στὰ φυλετικὰ ὅρια, εἶναι στὴν πραγματικότητα μιὰ φυσικὴ κατάσταση στὴν ἀφύσικη μεταπτωτικὴ ζωή.

Ἡ ὑπέρβαση τοῦ φυλετισμοῦ ἐπιτυγχάνεται διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποῦ ἐνεργεῖ μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεὸς καλεῖ ὅλα τὰ ἔθνη νὰ δεχθοῦν τὴν Ἀποκάλυψη, ποὺ δόθηκε διὰ τοῦ Χριστοῦ στοὺς ἀνθρώπους. Μὲ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἄνθρωπος εἰσάγεται καὶ ζὴ σὲ μιὰ οἰκογένεια, ποὺ εἶναι ὑπεράνω τῆς ἀτομικῆς του οἰκογένειας καὶ αὐτῆς τῆς ἰδίας του τῆς πατρίδος. Χωρὶς νὰ καταργοῦνται οἱ οἰκογενειακὲς καὶ ἐθνικὲς σχέσεις, ἀποκτᾶ μιὰ ἄλλη εὐρύτερη οἰκογένεια. Μὲ τὸ Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος ὑπερβαίνει τὸν ἀτομισμό του καὶ τὶς ἀτομικιστικές του ἐπιλογές...

Μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος ἑνώνεται μὲ τὸν Χριστό, καὶ ὅπως Ἐκεῖνος ἔτσι καὶ αὐτὸς ἀγαπᾶ ὅλο τὸν κόσμο. Ἡ θεία Εὐχαριστία ποὺ τελεῖται «κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα» ἑνώνει ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ἔστω καὶ ἂν ἀνήκουν σὲ διαφορετκὰ φῦλα καὶ ἔθνη.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ νέος Παράδεισος, μέσα στὴν ὁποία ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ πραγματικὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Καίτοι παραμένει ἡ ἰδιαιτερότητα τῆς γλώσσας καὶ τῆς πατρίδος, ποὺ δὲν καταργοῦνται, ἐν τούτοις ὑπερβαίνονται μὲ τὴν ἀπόκτηση μιᾶς ἄλλης γλώσσης, τῆς νοερᾶς καρδιακῆς προσευχῆς, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς λήψεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, «Γέννημα καὶ Θρέμμα Ρωμηοί»)

Φῶς ἐκ Φωτός

«Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός δέν εἶναι τό συμβολικόν, ἀλλά τό πραγματικόν, τό ἀπόλυτον, τό Μέγα Φῶς, τό "Φῶς ἐκ Φωτός". Μέ τήν ἐνανθρώπησίν Του, τό Πάθος Του, τήν Ἀνάστασίν Του, τήν εἰς οὐρανούς Ἀνάληψίν Του, ἐφώτισε τήν ἀνθρώπινην φύσιν καί τά σύμπαντα.

Ἑπομένως ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος διά τῶν Ἁγίων Μυστηρίων ἑνώνεται μέ τόν Χριστόν γίνεται φωτεινή ἀναμμένη λαμπάς. Διά τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος ἐνδύεται τό φωτεινόν Βασιλικόν ἔνδυμα, δηλαδή τόν Ἴδιον τόν Χριστόν. Διά τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας εἰσέρχεται τό φῶς εἰς τήν καρδίαν του καί τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος (καρδία, νοῦς, σῶμα) γίνεται φωτεινή λαμπάς. Ἡ καθαρά καρδία τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ γίνεται καρδία Χριστοῦ, δηλαδή φωτεινή. Ὁ νοῦς του γίνεται νοῦς Χριστοῦ, δηλαδή φωτεινός. Τό σῶμα του γίνεται σῶμα Χριστοῦ, Ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι ἡ καρδία του ἀγαπᾶ ἀκορέστως τόν Θεόν, κατά τόν Ψαλμωδόν: "ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρός τόν Θεόν τόν ζῶντα" (μα´, 3). Ὁ νοῦς του ἔχει διαρκῆ μνήμην Θεοῦ, κατά τόν λόγον τοῦ Ἀποστόλου: "ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε" (Α´ Θεσ. ε´, 17). Τό σῶμα του φωτίζεται ἀπό τήν ὑπάρχουσαν εἰς τήν καρδίαν Θείαν Χάριν, ὅπως τό Πρόσωπον τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, τό ὁποῖον ἐφαίνετο "ὡσεί πρόσωπον ἀγγέλου" (Πράξ. στ´, 15). Ὅλος ὁ ἄνθρωπος γίνεται φωτεινή λαμπάς, "φῶς ἐν Κυρίῳ" (Ἐφεσ. ε´, 8).

Ὅταν οἱ πιστοί ἀποκτήσουν τήν κάθαρσιν τῆς καρδίας καί τόν φωτισμόν τοῦ νοῦ, τότε ὡς λαμπάδες ἀκτινοβολοῦν τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος ὑπάρχει ἐντός των. Ὅλαι αἱ ἐνέργειαί των εἶναι φωτειναί. (Ἀπό τήν Ἐγκύκλιο τοῦ Ἁγίου Καλλινίκου γιά τό Πάσχα τοῦ 1980).

Ναυπάκτου Ἱεροθέου: Ὁ ἅγιος Καλλίνικος Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας

Χριστιανικὴ ζωὴ καὶ σαλότης

Ἡ ζωὴ τῶν κατὰ Χριστὸν σαλῶν ἦταν μιὰ τελεία, ἴσως καὶ ἀκραία ἐφαρμογὴ τῆς μωρίας κατὰ Χριστόν, ποὺ εἶναι ἡ πεμπτουσία ὅλου τοῦ πνεύματος τοῦ Εὐαγγελίου. Δὲν μποροῦν, βέβαια, ὅλοι νὰ παριστάνουν τὸν κατὰ Χριστὸν σαλό, γιατί αὐτὸ εἶναι ἕνα ἰδιαίτερο χάρισμα καὶ μιὰ ἰδιαίτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὅλοι μποροῦν νὰ βιώσουν τὴν κατὰ Χριστὸν σαλότητα σὲ μετριότερη μορφὴ καὶ ἀνάλογη προσαρμογή. Καὶ αὐτὸ γίνεται ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ ζωὴ ποὺ ἔχει ἡ Ἐκκλησία, ζωὴ τῆς ἀγάπης, τῆς πίστεως, τῆς ἐγκρατείας ἀποβλέπει καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ ἕνα ἄλλο πολίτευμα, ποὺ εἶναι σαφῶς ἀντίθετο ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πολιτεύματα... Ἡ χριστιανικὴ ζωή, χωρὶς νὰ καταργῇ τὴν λογικὴ καὶ τὶς αἰσθήσεις, κινεῖται πέρα ἀπὸ αὐτές.

Ὅλη ἡ χριστιανικὴ ζωή, ἡ νέα ζωὴ τὴν ὁποῖα ἔφερε στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς εἶναι μία σαλότης γιὰ τὴν λογικοκρατούμενη καὶ αἰσθησιοκρατούμενη κοινωνία.

Οἱ κατὰ Χριστὸν σαλοί, ποὺ ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸ συγκεκριμένο χάρισμα, ἔζησαν μὲ μιὰ ἀκραία μορφὴ αὐτὴν τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ νὰ κρύπτουν τὴν ἀρετή τους, νὰ ἀποφύγουν τὴν τιμὴ τῶν ἀνθρώπων, καὶ νὰ τοὺς διορθώσουν μὲ ἰδιότυπους τρόπους, ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶχαν διαστρέψει τὴν χριστιανικὴ ζωή. Πραγματικά, ἡ ἐκκοσμικευμένη κοινωνία γιὰ νὰ ξυπνήση ἀπὸ τὸν λήθαργο καὶ τὴν ἀφασία στὴν ὁποῖα ἔχει περιπέσει, χρειάζεται ἐκκεντρικοὺς τρόπους.

Οἱ κατὰ Χριστὸν σαλοὶ δείχνουν τὸν δρόμο τῆς εὑρέσεως τῆς πραγματικῆς ἐλευθερίας, τὸν τρόπο εὑρέσεως τοῦ πραγματικοῦ προσώπου. Ἀναλογικά, πρέπει νὰ συντονισθοῦμε σὲ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο καὶ σ' αὐτὸ τὸ μέτρο. Νὰ μὴ μᾶς ἐνδιαφέρη ποιά γνώμη ἔχει ὁ κόσμος, ἀλλὰ ἡ γνώμη τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι μιὰ θεία μέθη. Καὶ αὐτὴ ἡ "νηφάλιος μέθη" εἶναι ἔρως. Αὐτὸς ὁ θεῖος ἔρως εἶναι ἡ ὄντως ζωή.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ἱεροθέου, Τὸ Πρόσωπο στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση)

Χριστός, Παναγία, Εκκλησία

Η Παναγία έχει στην αγκαλιά της τον Χριστό. Χριστός και Παναγία είναι ενωμένοι μεταξύ τους και δεν νοούνται ανεξάρτητα, αφού η δόξα της Παναγίας βρίσκεται στον καρπό της κοιλίας της, τον Χριστό και ο Χριστός δι’ αυτής ενηνθρώπησε. Έτσι, η Παναγία υπηρετεί τον Χριστό με την προσφορά του εαυτού της. Η Παναγία έγινε ο τύπος της Εκκλησίας και κάθε πιστού, που αποτελεί μέλος του Σώματος του Χριστού…

…Η δύναμη της Εκκλησίας, όπως και της Παναγίας, δεν βρίσκεται στην εξωτερική ισχύ, στην σύναψη διαφόρων υψηλών και μεγάλων σχέσεων, στα χρήματα και τα ιδρύματα, αλλά στην παρουσία του Χριστού, που εσωτερικά την ζωοποιεί και την ενδυναμώνει. Επίσης, όπως το Παιδίον Ιησούς βρίσκεται στην αγκαλιά της Παναγίας, έτσι βρίσκεται στο κέντρο της Εκκλησίας και γι’ αυτό δεν μπορούμε να αναζητάμε τον Χριστό έξω από την Παναγία και έξω από την Εκκλησία. Είναι τεράστιο λάθος, όταν απομονώνεται ο Χριστός από την Εκκλησία, γιατί τότε διαστρεβλώνεται. Ενδεχομένως γίνεται ένας ρομαντιστής, ένας φιλόσοφος, ένας κοινωνιολόγος, και όχι Σωτήρ των ανθρώπων. Όπως μέσα στην μήτρα της Θεοτόκου κυοφορήθηκε ο Χριστός, έτσι και εμείς μέσα στην μήτρα της Εκκλησίας, δηλαδή στην εσωτερική μυστηριακή και ασκητική ζωή, θα βρούμε τον Χριστό και θα γεννηθούμε πνευματικά, οπότε θα ονομαζόμαστε Χριστιανοί. Διότι ένα άγαλμα αφού δεν έχει ζωή δεν λέγεται άνθρωπος. Έτσι και ένας άνθρωπος, που δεν έχει μέσα του την Ζωή, τον Χριστό, δεν λέγεται Χριστιανός.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, Όσοι Πιστοί)